ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΔΙΑ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ
ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΤΡΙΚΑΜΗΝΑ
1) Η ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΕΙΣ ΤΗΝ ΖΩΗΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
2) ΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ
3) Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ
4) ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
5) Η ΧΡΗΣΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓ. ΚΥΡΙΛΛΟ ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΜΟΨΟΥΕΣΤΙΑΣ
6) Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΟΣ. ΘΕΟΔΩΡΟ ΤΟΝΣΤΟΥΔΙΤΗ –ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ
7) ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓ. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Τό θέμα τῆς ἐγκυρότητος ἤ μή τῶν μυστηρίων τῶνΟἰκουμενιστῶν.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ὅπως εἶναι φυσικό μετά τήν Ἀποτείχισι ἀπό τήν αἵρεσι δημιουργοῦνται διάφορα προβλήματα ὡς πρός τήν στάσι τῶν Ὀρθοδόξων, τήν ἀντιμετώπισι τῶν αἱρετικῶν κλπ. Καί ἐπειδή σήμερα δέν ὑπάρχουν (μέχρι στιγμῆς τουλάχιστον) τά μαρτύρια, οἱ διωγμοί καί οἱ ἐξορίες, οἱ φυλακίσεις καί οἱ διαπομπεύσεις, τά ὁποῖα ὑφίσταντο παλαιά οἱ Ἀποτειχισμένοι ἀπό τήν αἵρεσι Ὀρθόδοξοι Ὁμολογητές, συνεργούσης πάντοτε τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας, αὐτό τό ὁποῖο ἀπομένει εἰς τόν διάβολο, ὡς μόνιμο ὅπλο, ἐναντίον τῆς ἀληθείας καί τῆς Ὀρθοδόξου ἐνστάσεως εἶναι ὁ ἐσωτερικός διχασμός τῶν Ἀποτειχισμένων καί οἱ ἐξ αἰτίας τῶν προσωπικῶν ἀδυναμιῶν μικρότητες, ἐγωϊσμοί καί ἀντιπαλότητες, μέ τόν σκοπό βέβαια να ἀπονευρωθῆ ὁ ἀγῶνας ἐναντίον τῆς αἱρέσεως, νά διασπασθοῦν οἱ ἀγωνιστές καί, τό κυριώτερο, νά δοθῆ κακή εἰκόνα διά τήν Ἀποτείχισι, εἰς τρόπον ὥστε νά ἀποτελέση τροχοπέδη καί ἀνασταλτικό στοιχεῖο, εἰς ὅσους προβληματίζονται καί ἐπιθυμοῦν νά ἀπαλλαγοῦν καί ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τά δεσμά καί τήν συνοδοιπορία τῆς αἱρέσεως.
Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο σήμερα παρουσιάζεται ἡ αἵρεσις τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ὡς ἔχουσα ἑνότητα καί κῦρος, βασισμένη στήν Ἀποστολική Διαδοχή καί μόνο, μέ τούς Ἐπισκόπους νά καθοδηγοῦν τόν λαό καί τήν «Ἐκκλησία» στήν ἱστορική της ἐσχατολογική πορεία, τούς δέ Ἀποτειχισμένους ἀπό τήν αἵρεσι ὄντως Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὡς ὅπλο ἀκαταμάχητο εἰς τήν πορεία των τήν Ὀρθόδοξο πίστι καί ἀλήθεια, ἄνευ τῆς ὁποίας δέν ὑφίσταται ἡ Ἐκκλησία, νά εἶναι διασπασμένοι καί ἀποίμαντοι, κυριαρχούμενοι ἀπό μικρότητες καί ἰδιοτέλειες, λοιδορούμενοι καί ἀπωθούμενοι ὑπό πάντων, εἰς τούς ὁποίους ἐφαρμόζονται πλήρως, ὡς ἐν φωτοστατικῷ ἀντιγράφῳ, τά λόγια τοῦ ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, μέ τά ὁποῖα περιέγραφε τούς Ἀποτειχισμένους ἀπό τήν αἵρεσι τῆς ἐποχῆς του Ὀρθοδόξους τῆς Κων/πόλεως: «Τοῦτο τό ποίμνιον ἦν ὅτε μικρόν τε καί ἀτελές ἦν, ὅσον ἐπὶ τοῖς ὁρωμένοις, καὶ οὐδὲ ποίμνιον, ἀλλὰ ποίμνης τι μικρὸν ἴχνος, ἢ λείψανον, ἀσύντακτον, καὶ ἀνεπίσκοπον, καὶ ἀόριστον, μήτε νομὴν ἐλευθέραν ἔχον, μήτε μάνδρᾳ περιεχόμενον, πλανώμενον ἐν ὄρεσι, καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς, ἄλλο ἀλλαχοῦ διεσπαρμένον τε καὶ διεῤῥιμμένον, ὡς ἕκαστον ἔτυχε σκεπόμενον, ἢ νεμόμενον, καὶ διακλέπτον ἀγαπητικῶς τὴν ἑαυτοῦ σωτηρίαν· οἷον ἐκεῖνο τὸ ποίμνιον, ὃ λέοντες ἐξῶσαν, ἢ ζάλη διέλυσεν, ἢ σκοτόμαινα διεσκέδασεν» (Λόγος ΜΒ Συντακτήριος ΕΠΕ 2,240,21).
Σέ ἄλλη ἐπίσης ὁμιλία ἀναφερόμενος ὁ μέγας Γρηγόριος ὁ Θεολόγος εἰς τό ποίμνιο τῶν Ἀποτειχισμένων ἀπό τήν αἵρεσι τό ἐπαρουσίασε ὡς ἑξῆς: «Μικρόν μοι τὸ ποίμνιον; Ἀλλ' οὐκ ἐπὶ κρημνῶν φερόμενον. Στενή μοι ἡ μάνδρα, πλὴν λύκοις (γιά τά σημερινά δεδομένα Οἰκουμενιστές Ἐπίσκοποι) ἀνεπίβατος, πλὴν οὐ παραδεχομένη λῃστήν, οὐδὲ ὑπερβαινομένη κλέπταις καὶ ξένοις. Ὄψομαι ταύτην, εὖ οἶδα, καὶ πλατυτέραν. Πολλοὺς τῶν νῦν λύκων, ἐν προβάτοις ἀριθμῆσαί με δεῖ, τυχὸν καὶ ποιμέσιν….» (Ὁμιλία ΛΓ πρός Ἀρειανούς καί εἰς Ἑαυτόν, ΕΠΕ 2,116, 17).
Οὕτως ἐχόντων τῶν πραγμάτων καί ἐπειδή εἰς τά ἔσχατα χρόνια, τά ὁποῖα διερχόμεθα, ἀπουσιάζουν τά μεγάλα αὐτά ἀναστήματα τῆς πίστεως, τῆς θεολογίας καί τῆς ὁμολογίας, ὅπως ἦταν κατά τήν ἐποχή τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρειανισμοῦ ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὀφείλομε ἅπαντες οἱ Ἀποτειχισμένοι ἀπό τήν αἵρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ νά βαδίσωμε μέ φόβο καί τρόμο καί πολλή σύνεσι καί ταπείνωσι τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό τῆς Ἀποτειχίσεως ἀπό τήν αἵρεσι, συμβουλευόμενοι ἀλλήλους καί λύοντας τά ἀναφυόμενα προβλήματα, ὄχι ἀτομικῶς, ἀλλά Συνοδικῶς καί ἀδελφικῶς, εἰς τρόπον ὥστε νά ἐξουδετερώσωμε το μεγάλο αὐτό ὅπλο τοῦ διαβόλου, ἐννοῶ τόν ἐσωτερικό διχασμό καί τίς διασπάσεις, μέ τά ὁποῖα θέλει νά ἀκυρώση τόν ἀγῶνα αὐτόν τῆς ὁμολογίας τῶν ἐσχάτων χρόνων.
Μέ αὐτόν τόν σκοπό καί εἰς αὐτό τό πνεῦμα κατατίθενται καί οἱ παροῦσες σκέψεις, ὄχι πρός διδασκαλία τῶν Ἀποτειχισμένων, οὔτε βεβαίως μέ τήν ἀπαίτησι νά γίνουν σεβαστές καί ἀποδεκτές, ἀλλά μέ τόν σκοπό νά βοηθήσουν εἰς τήν διερεύνησι τοῦ τρόπου ἀντιμετωπίσεως τῶν ὑπαρχόντων προβλημάτων καί βεβαίως μέ τήν διάθεσι ὑπαναχωρήσεως ἀπό τίς παροῦσες θέσεις καί ἀπόψεις, ἐφ’ ὅσον ἡ Σύναξις τῶν Ἀποτειχισμένων ἀποφασίση κάτι διαφορετικό.
Ἐπειδή διεπιστώθη προβληματισμός τῶν Ἀποτειχισμένων ὡς πρός τό θέμα τῆς ἐγκυρότητος ἤ μή τῶν μυστηρίων τῶν Οἰκουμενιστῶν, ὡς πρός τό θέμα τοῦ Ἡμερολογίου (Παλαιοῦ καί Νέου) κλπ., τά ὁποῖα ἀφοροῦν τήν Παράδοσι καί διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας εἰς τό θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ἀκριβείας καί Οἰκονομίας, κατατίθενται οἱ παροῦσες σκέψεις, ἔχοντας ὡς ἀφετηρία καί πηγή ἀποκλειστικῶς καί μόνο τά παραδείγματα καί τήν διδασκαλία τῶν Γραφῶν καί τῶν Ἁγίων. Τό δύσκολο ὅμως νομίζομε ὅτι εἶναι ἡ μεταφορά ὅλων αὐτῶν εἰς τήν ἐποχή μας, πρᾶγμα τό ὁποῖο σημαίνει ὅτι δέν πρέπει νά μείνωμε εἰς τό γράμμα τοῦ νόμου καί ἁπλῶς εἰς τά παραδείγματα καί τήν διδασκαλία, ἀλλά νά προχωρήσωμε καί εἰς τό πνεῦμα, δηλαδή νά ἐξετάσωμε τί ἐξυπηρετεῖ σήμερα καί τί βοηθᾶ εἰς τήν ἀπομάκρυνσι ἀπό τήν αἵρεσι, καί ἐκ τοῦ ἀντιθέτου τί τήν δυσκολεύει ἤ καί τήν ἀκυρώνει. Εἰς αὐτό θέλομε νά πιστεύωμε ὅτι ἀποσκοποῦσαν πάντοτε οἱ Ἅγιοι, ὅπως ἐν συνεχείᾳ θά προσπαθήσωμε νά ἀποδείξωμε.
1) Η ΑΚΡΙΒΕΙΑ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΖΩΗΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Ἡ πρώτη μεγάλη Οἰκονομία, ἡ ὁποία διδάσκεται εἰς τήν Ἁγ. Γραφή εἶναι αὐτή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (16,1-3).Ἐδῶ βλέπομε τόν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν νά κάνη εἰς τήν πρᾶξι κάτι ἐντελῶς ἀντίθετο πρός αὐτά τά ὁποῖα ἐδίδασκε. Ἐνῶ δηλαδή, ἐδίδασκε τήν κατάργησι τῆς περιτομῆς τῶν Ἰουδαίων καί τήν ἀντικατάστασί της ἀπό τό ἅγιο Βάπτισμα, ὁ ἴδιος κάνει περιτομή εἰς τόν Τιμόθεο, προκειμένου νά τόν συμπεριλάβη εἰς τούς στενούς συνεργάτες του. Τήν ἑρμηνεία καί τόν σκοπό αὐτῆς τῆς πράξεως τοῦ Παύλου τήν διδασκόμεθα ἀπό τόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος εἰς τήν περίπτωσι αὐτή ἀναφέρει τά ἑξῆς: «Ἄξιον ἐκπλαγῆναι τοῦ Παύλου τήν σύνεσιν. Ὁ τοσαῦτα μαχεσάμενος περί τῆς περιτομῆς, ὁ πάντα κινήσας, καί μή πρότερον ἀποστάς
ἕως ὅτε κατώρθωσε, τοῦ δόγματος κυρωθέντος, περιτέμνει τόν μαθητήν. Οὐ μόνον ἑτέρους οὐ κωλύει, ἀλλά καί αὐτός τοῦτο ἐργάζεται. Οὐδέν Παύλου συνετώτερον· ὥστε πάντα πρός τό συμφέρον ἑώρα· οὐδέν ἁπλῶς ἐποίει προλήψει. «Τοῦτον ἠθέλησε», φησίν, «ἐξελθεῖν σύν αὐτῷ». Τό θαυμαστόν τοῦτο, ὅτι καί ἐπήγετο αὐτόν. «Διά τούς Ἰουδαίους», φησί, «τούς ὄντας ἐν τοῖς τόποις ἐκείνοις». Αὕτη ἡ αἰτία τοῦ περιτεμεῖν· οὐ γάρ ἄν ἠνέσχοντο παρά ἀκροβύστου τόν λόγον ἀκοῦσαι. Καί τί; Ὅρα τό κατόρθωμα· περιέτεμεν, ἵνα περιτομήν καθέλῃ· τά δόγματα γάρ ἐκήρυττε τά τῶν Ἀποστόλων. Ὁρᾷς μάχην, καί διά μάχης οἰκοδομήν; Οὐ παρ’ ἑτέρων πολεμούμενοι, ἀλλά καί αὐτοί ἐναντία ποιοῦντες, οὕτω τήν Ἐκκλησίαν ᾠκοδόμουν. Δόγμα εἰσήνεγκαν μή περιτέμνειν, καί περιτέμνει. «Καί ἐπερίσσευον», φησί, «τῷ ἀριθμῷ καθ’ ἡμέραν»· Εἶδες τό κέρδος τῆς περιτομῆς;» (ΕΠΕ 16 Α, 308,8).
Ἀπό τόν Χρυσορρήμονα ἅγιο εἰς τήν περίπτωσι αὐτή διδασκόμεθα τά ἑξῆς. Οἱ Ἰουδαῖοι δέν ἀνέχοντο νά ἀκούσουν τό κήρυγμα ἀπό κάποιον ἀπερίτμητο. Ὁ Παῦλος λοιπόν γιά νά τούς προσεγγίση κάνει αὐτή τήν Οἰκονομία καί περιτέμνει τόν Τιμόθεο, μολονότι αὐτό εἶχε ἀπαγορευθῆ ἀπό τήν Ἀποστολική Σύνοδο (Πραξ. 15,1-31). Αὐτό τό ἔκανε μέ πολλή σύνεσι καί πρός τό συμφέρον τῶν πολλῶν. Ὁ σκοπός του ἦτο ἡ οἰκοδομή τῆς Ἐκκλησίας καί τό ἀποτέλεσμα ἦτο ὅτι «ἐπερίσσευον τῷ ἀριθμῷ καθ’ ἡμέραν», δηλαδή ὁ ἀριθμός τῶν πιστῶν κάθε ἡμέρα ἐμεγάλωνε.