Σελίδες

Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

Ομολογία Ορθοδόξου Πίστεως Αγιορειτών Πατέρων. ''[...]Γιὰ τὸν Πατριάρχη λοιπὸν, ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι Θεός, ὁ χριστιανισμὸς εἶναι ἁπλᾶ μία θρησκεία, ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες. Καὶ ἀκόμη μνημονεύεται ἡμέρας καὶ νυκτὸς ὡς ὀρθοτομῶν τὸν λόγον τῆς ἀληθείας;…''


''[...] Δι’ ὅλων αὐτῶν ἀποδεικνύεται ὅτι δὲν συκοφαντοῦμεοὔτε κατηγοροῦμεμὰ οὔτε καὶ ὑβρίζουμε τὸν Πατριάρχηἁπλῶς μὲ τὸ νὰ προβάλλουμε τόσο τὰ ἔργα, ὅσο καὶ τοὺς λόγους τουἀφήνουμε αὐτὰ νὰ μιλήσουν μόνα τους καὶ νὰ εἶναι αὐτὰ ποὺ καταγγέλλουν τὴν αἵρεσή τουΚατ᾿αὐτὸν τὸν τρόπον,ἀποδεικνύουμε ὅτι ἐμεῖς πραγματικὰ τὸν ἀγαποῦμεδιότι ὅποιος ἀγαπᾶὁμιλεῖ καὶ μαρτυρεῖ τὴν ἀλήθεια καὶ δὲν κολακεύειΕὐχόμεθα ὁλοψύχως νὰ τοῦ χαρίσει  Κύριος τοῦ ἐλέους μετάνοιαν, (ὅπως καί στοὺς λοιπούςὁμόφρονες πρὸς αὐτόνοἰκουμενιστὲς ἐπισκόπους), ὥστε νὰ ἀποκηρύξει τὴν αἵρεσιν τοῦΟἰκουμενισμοῦ...'' 

Σχετική εικόνα
ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
Ἐν Ἁγίῳ Ὄρει τῇ 8η Νοεμβρίου 2016
Σύναξις τῶν Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Μιχαὴλ καὶ Γαβριὴλ
καὶ πασῶν τῶν ἀσωμάτων καὶ ἐπουρανίων Δυνάμεων.

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος,
τῆς Ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ ζωοποιοῦ Τριάδος.
Πρὸς τὴν Ἱερὰ Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ τοὺς Σεβαστοὺς ἁγίους Καθηγουμένους τῶν Ἱερῶν Μονῶν.
            “Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπωνὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷἔπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· ὅστις δ᾿ ἄν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων,ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς” (ΜτΙ, 32).
“Eὐχαριστοῦντες τῷ Θεῷ καὶ Πατρὶ τῷ ἱκανώσαντι ἡμᾶς εἰς τὴν μερίδα τοῦ κλήρου τῶν ἁγίων ἐν τῷ φωτί”, ὅπου κατεξοχὴν εἶναι καὶ λέγεται  μοναχισμόςτὸ ἀκρότατον τῆς εὐαγγελικῆς πολιτείας κλήση τῆς ὁποίας ἀπαιτεῖ κατὰ τὸ ἀποστολικὸν λόγιον: “περιπατῆσαι ὑμᾶς ἀξίως τοῦ Κυρίου εἰς πᾶσαν ἀρέσκειαν ἐν παντὶ ἔργῳ ἀγαθῷ καρποφοροῦντες καὶ αὐξανόμενοι εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τοῦ Θεοῦ”, “ ὃς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ ἸησοῦΧριστοῦ”, αὐτῆς τῆς γνώσεως διὰ τῆς φωτουργοῦ διδασκαλίας τῶν ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων τῆςἘκκλησίαςἤλθαμε εἰς ἐπίγνωσιν τῶν κρισίμων δογματικῶν ζητημάτων πίστεωςτὰ ὁποῖα σχετίζονται μὲ τὴν παναίρεσιν τοῦ διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ Οἰκουμενισμοῦκαὶ τὰ ὁποῖα διενεργοῦνται κατὰ τῆς ἁγίας καὶ ἀμωμήτου ὀρθοδόξου πίστεως.
Ἐπὶ 114 συναπτὰ ἔτη,
 ἀρχῆς γενομένης τὸ 1902,  ἑκάστοτε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως πρωτοστατεῖἔργῳ καὶ λόγῳστὴν ἐπιβολὴ τῆς παναιρετικῆς καινοφανοῦς διδασκαλίας τοῦ ΟἰκουμενισμοῦΔυστυχῶςπαρατηρεῖται ἐντὸς τῶν περισσοτέρων μονῶν καθὼςκαὶ κελλιωτικῶν συνοδειῶν  καλλιέργεια ἑνὸς κλίματος ἀμεριμνίας καὶ ἀδιαφορίας ὁποία ἐγγίζει τὰ ὅρια τῆς ἠθελημένης ἄγνοιαςμὲ ἀποτέλεσμα οἱ ἐκεῖ μονάζοντες πατέρες νὰ ἀγνοοῦν ἕως καὶ τὰ βασικότερα περὶ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Τούτων οὕτως ἐχόντωνκατόπιν πολλῆς καὶ ἐμπόνου προσευχῆς φωνὴ τῆς συνείδησεως μᾶς ὑπέδειξε νὰ ξεκινήσουμε ἀγῶνα ὁμολογιακὸθεμελιωμένο στὴν ἀντιαιρετικὴ στάση τῶν ὁσίων Πατέρων τοῦ παρελθόντοςἐξαιρέτως τῶν Ἁγιορειτῶν.
            Γιατὶ οἱ ἀποφάσεις τῆς λεγομένης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου (ΑκΜΣ), εἶναι αἱρετικές.
 μελέτη τῶν ἀποφάσεων τῆς λεγομένης Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου (ΑκΜΣ), ὑπὸ τὸ φῶς τῆς ἁγιοπατερικῆς διδασκαλίας καὶ ὄχι κατὰ τὴν ἑκάστου προσωπικὴ γνώμημᾶς ὡδήγησε στὸ συμπέρασμαὅτι  ἐν λόγῳ Σύνοδος ἀντὶ νὰ ὀρθοτομήσει τὸν λόγο τῆς ἀληθείας καὶ νὰ καταδικάσει ὡς ΑΙΡΕΣΗ τὸν Οἰκουμενισμόἀντιθέτως τὸν ἐπέβαλε προσδίδοντάς του πανορθόδοξον κῦροςἀποδεχομένη τὴν ἐκκλησιαστικότητα τῶν πάλαι ποτὲ καταδεδικασμένων αἱρέσεων τοῦ παπισμοῦ καὶ τοῦ προτεσταντισμοῦ λήψη τῆς συγκεκριμένης ἀποφάσεως καὶ μόνον τὴν καθιστᾶ μία ἀντορθοδόξου πίστεως καὶ ὁμολογίας ψευδοσύνοδο.
1) Συγκεκριμένα στὸ τελικὸ κείμενο “Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον’’, στὴν παράγραφο 6 ἀναφέρεται: “ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τὴν ἱστορικὴν ὀνομασίαν τῶν μὴ εὑρισκομένων ἐν κοινωνίᾳ μετ᾿ αὐτῆς ἄλλων ἑτεροδόξων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν”. Ἐδῶ βλέπουμε τὸ παραπλανητικὸ παιχνίδι τῶν χρησιμοποιουμένων ἐκφράσεων...
 χρήση ἀφ’ ἑνὸς μέν τῆς ἐκφράσεως ὅτι  Ἐκκλησία “ἀποδέχεται”, ἀφ’ ἑτέρου δέτοῦ χαρακτηρισμοῦ τῶν αἱρετικῶν ὡς “ Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν”, καταφανῶς ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι  ΑκΜΣ (καὶ δι’ αὐτῆςπάντες οἱ ἀποδεχόμενοι αὐτήν), υἱοθέτησε καὶ ἀποδέχθηκε τὴν νέα ἐκκλησιολογία τῆς Β´ Βατικανῆςσυνόδου”, ὅπως ἐκφράστηκε στὰ ἐπίσημα κείμενά της (βλκυρίως Lumen Gentium 15, Unitatis Redintegratio 3, ὅπου γίνεται ἀναφορὰ στὴν ὕπαρξη “Ἐκκλησιῶν καὶ Ἐκκλησιαστικῶν Κοινοτήτων”),συμφώνως πρὸς τὴν ὁποίαν  “ἐκκλησία” διεσπάσθῃ ἐν χρόνῳπλὴν τὰ διασπασθέντα μέληἐὰν μὲν διατηροῦν ἐπισκοπάτο καὶ μυστήρια (ΒάπτισμαΧρῖσμαΕὐχαριστία), καλοῦνται “Ἐκκλησίες” καὶ θεωρεῖται ὅτι διακρατοῦν περισσότερα στοιχεῖα ἐκκλησιαστικότητος, (οἱ Παπικοὶ ἀναφερόντουσαν στοὺς Ὀρθοδόξουςστοὺς Μονοφυσῖτεςκαὶ σὲ τμήματα τοῦ Προτεσταντικοῦ κόσμουὅπως π.χοἱ Ἀγγλικανοί· στὸ δὲ κείμενο τῶν Σχέσεων ἀναφορὰ καλύπτει Μονοφυσῖτες καὶ Προτεστάντες ὅπως ἀνωτέρωμὲ τὴνπροσθήκη τῶν Παπικῶν), ἂν δὲ δὲν διατηροῦν τὰ ἀνωτέρῳπαρὰ μόνον τὸ ΒάπτισμαὀνομάζονταιἘκκλησιαστικὲς Κοινότητες” (μ’ αὐτὸ τόσο οἱ Παπικοίὅσο καὶ  σύνοδος τῆς Κρήτης ποὺ τοὺς ἀκολουθεῖ, -ἁπλῶς ἀλλάζοντας τό “Κοινότητες” σέ “Ὁμολογίες”- ἐννοοῦν τοὺς καλβινίζοντες Προτεστάντες).
2) Ἐκτὸς τῶν ἄλλωνεἰδικὰ στὶς παραγράφους 9-11, ἐπικυρώνεται συνοδικάοὐσιαστικὰτὸ σύνολο τῶν ἀποφάσεων-κειμένων τοῦ συμβουλίου "Πίστις καὶ Τάξιςτοῦ Π.Σ.Εὅσο καὶ αὐτῶν ποὺ ἔχουν παραχθεῖἀπὸ τὴ Μικτὴ Θεολογικὴ Ἐπιτροπὴ Παπικῶν καὶ "ὀρθοδόξων". Προσδίδεται ἔτσι σὲ ὅλα αὐτὰ πλέον συνοδικὴ ἔγκριση πανορθοδόξου κύρους. Ἀποδέχεται ἑπομένως καὶ ἀναγνωρίζει στὶς αἱρετικὲς κοινότητες ὅτι ἔχουν, καθὼς καὶ οἱ ὀρθόδοξοι, ἀποστολικὴ διαδοχή, ἱερωσύνη, βάπτισμα καὶ αὐθεντικὰ μυστήρια, (βλ. συμπεφωνημένα κείμενα Μονάχου 1981, Μπάρι 1987, Νέου Βάλαμο 1988, Μπαλαμάντ 1993, Ραββένας 2007). Ἐν ὀλίγοις ἀποδομεῖται ὁλόκληρη ἡ ἀποστολικοπαράδοτη, δογματικὴ διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ΑκΜΣ ἀποδέχεται ὅτι ὁ Πάπας καὶ ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ δίχως νὰ ἀποκηρύξουν κανένα ἀπὸ τὰ αἱρετικὰ δόγματά τους εἶναι καὶ αὐτοὶ Ἐκκλησίες, ἐνῶ ἀντιθέτως, οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀναθεμάτιζαν καὶ ἀπέκοπταν τοὺς αἱρετικοὺς ὡς σάπια καὶ νεκρὰ μέλη, ὡς παντελῶς ξένα δηλαδὴ πρὸς τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
3) Ὅσον ἀφορᾷ στὸ κείμενο περὶ τοῦ μυστηρίου τοῦ Γάμου, παρατηρεῖται μία ἐσκεμμένα παραπλανητικὴ ἀμφισημία κατὰ τὴν ὁποίαν, ἐνῶ ἀρχικῶς καταγράφεται ἡ σχετικὴ πατερικὴ διδασκαλία ἐπὶ τοῦ θέματος (παράγραφοι ἕως καὶ II,3), κατόπιν αὕτη ἀνατρέπεται πλήρως διὰ τῆς ἐπισήμου ἀποδοχῆς τῶν μικτῶν λεγομένων “γάμων”, μέσω τῆς ἐφαρμογῆς μιᾶς ψευδωνύμου “οἰκονομίας”, ἡ ὁποία καταστρατηγεῖ τόσο τὸ γράμμα, ὅσο καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ 72ου κανόνος τῆς Πενθέκτης ἐν Τρούλλῳ Συνόδου (692), μιγνύοντας τὰ ἄμικτα: ὀρθόδοξους καὶ αἱρετικούς. Ἡ συγκεκριμένη ἀπόφαση ἀποτελεῖ τὸ δεύτερο σημεῖο ἀναγνωρίσεως ἐκκλησιαστικότητος τῶν ἀποκεκομμένων ἐκ τῆς Ἐκκλησίας αἱρετικῶν κοινοτήτων, ἀφοῦ γίνεται ἀποδεκτὸ πλέον καὶ συνοδικῶς, τὸ ἔγκυρον τοῦ αἱρετικοῦ βαπτίσματος καὶ κατὰ συνέπειαν τῶν αἱρετικῶν “μυστηρίων” καὶ συνακόλουθα τῆς βαπτισματικῆς θεολογίας: 
“Ὁ γάμος Ὀρθοδόξων μεθ᾿ ἑτεροδόξων κωλύεται κατὰ κανονικὴν ἀκρίβειαν (κανὼν 72 τῆς Πενθέκτης ἐν Τρούλῳ Συνόδου). Ἡ δυνατότης ἐφαρμογῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας ὡς πρὸς τὰ κωλύματα γάμου δέον ὅπως ἀντιμετωπίζεται ὑπὸ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου ἑκάστης αὐτοκεφάλου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας” (παράγραφοι II,5,i-ii).
4) Ἀναφορικῶς δὲ πρὸς τὸ κείμενο τῆς Νηστείας, ἰσχύει ὅ,τι ἐλέχθη καὶ γιὰ τὸ κείμενο τοῦ Γάμου: ἕως καὶ τὴν παράγραφο 7, παρουσιάζεται ἡ σχετικὴ ὀρθόδοξη διδασκαλία περὶ νηστείας, ἀκολούθως ὅμως “ἐπιτρέπεται” ἡ κατάλυσίς της (Νηστεία 8), μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παραδίδεται τελεσιδίκως ἡ ἀσκητικὴ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση στὸ ἐκκοσμικευμένο καὶ ἀντιασκητικὸ πνεῦμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Τὸ ἴδιο γίνεται καὶ ἐδῶ διὰ τῆς ὁδοῦ τῆς «οἰκονομίας»: καταλύονται οἱ ἱεροὶ κανόνες περὶ τῆς νηστείας.
5) Στὴν σύνοδο τῆς Κρήτης δὲν ὑπῆρξε οὔτε κἂν ἡ ἐπίφασις συνοδικότητος ποὺ βλέπουμε στὴν Β΄ Βατικανὴ σύνοδο, στὴν ὁποία εἶχε κληθεῖ τὸ σύνολο τῶν ἀνὰ τὴν οἰκουμένη παπικῶν ἐπισκόπων, ἐνῶ στὴν ΑκΜΣ δὲν συμμετεῖχε τό σύνολο τῶν ἐπισκόπων παρὰ μόνον “ἀντιπροσωπεῖες”. Ἡ σύνοδος λειτούργησε σὰν νὰ ἦταν κάποιο πολιτικὸ σῶμα, ὅπου οἱ ἀντιπροσωπεῖες ψήφισαν κατ’ ἀρχὰς ἐσωτερικά, ὅπως καὶ οἱ κοινοβουλευτικὲς ὁμάδες τῶν κομμάτων, μὲ τελικὴ κατάληξη τὴν ψηφοφορία τῶν πρώτων, ὡς ἄλλων πολιτικῶν ἀρχηγῶν.
Μὰ οὔτε καὶ πανορθόδοξος ἦταν, ἐφόσον τελικῶς ἔλειψαν τέσσερεις Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες. 
Ὄντως ἡ ΑκΜΣ δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὶς προηγούμενες Οἰκουμενικὲς καὶ Τοπικὲς Συνόδους τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐξάλλου, ὅπως χαρακτηριστικὰ δήλωσε ὁ Ἀναστάσιος Ἀλβανίας, συνιστᾶ μία νέου εἴδους “σύνοδο”. Ἡ νέα πραγματικότητα ποὺ διαμορφώνεται μὲ “συνόδους” τύπου Κολυμπαρίου Κρήτης εἶναι ὅτι καταλύεται τὸ συνοδικὸ σύστημα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ εἰσάγεται ἡ ἐκκοσμίκευση ἐντὸς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ὅπου δὲν ὑπάρχει ἡ εὐωδία τοῦ λιβανιοῦ ἀλλὰ ἡ δυσωδία τῶν κοσμικῶν ἀρωμάτων. Ὄντως δὲν ὑπάρχει οὐδαμοῦ ὁ αὐθεντικὸς δογματικὸς λόγος καὶ ἡ ἀκρίβεια ποὺ ἁρμόζει σὲ μία Ὀρθόδοξη Σύνοδο, ὥστε νὰ ἀποπνέει ἐμπιστοσύνη καὶ αὐθεντικότητα.
6) Κλείνοντας, παρατηροῦμε ὅτι σὲ ὅλα τὰ κείμενα τῆς Συνόδου δὲν ὑπάρχει ἡ εὐθύτης τοῦ λόγου, τὸ εὐαγγελικόν «ἔστω ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ» (Ματθ. εʹ, 37), ἐκεῖνο μάλιστα ποὺ ἐντυπωσιάζει εἶναι ὅτι οἱ λέξεις ποὺ συστηματικὰ ἀποφεύγονται εἶναι: αἱρετικοί, αἵρεσις καὶ δόγμα. Σκοπὸς βεβαίως τοῦ παρόντος κειμένου δὲν εἶναι ἡ λεπτομερὴς θεολογικὴ ἀνάλυση ἐπὶ τῶν κειμένων τῆς ΑκΜΣ, ἐπ’ αὐτοῦ παραπέμπουμε στὴ θεολογικὴ μελέτη τοῦ ἁγιορείτου Μοναχοῦ Ἐπιφανίου Καψαλιώτου, καθὼς καὶ ἀκαδημαϊκῶν θεολόγων καθηγητῶν. Στὶς ἐν λόγῳ ἐργασίες γίνεται σαφὲς ὅτι πέραν τοῦ κακοδόξου κειμένου τῶν Σχέσεων, καὶ τὰ ἄλλα συνοδικὰ κείμενα: τῆς Ἐγκυκλίου, τοῦ Μηνύματος, καὶ τῆς Ἀποστολῆς, βρίθουν ἀντορθοδόξων θέσεων περὶ τοῦ χαρακτῆρος τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἀποστολῆς αὐτῆς ἐν τῷ κόσμῳ.
Ἡ λεγομένη ΑκΜΣ ἀποκορύφωμα τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
Πάντως τὰ τελικῶς γενόμενα στὴν λεγομένη ΑκΜΣ δὲν προξενοῦν ἐντύπωση ὡς κάτι τὸ ἀπρόσμενο, ἀντιθέτως, ἀποτελοῦν τὴν φυσιολογικὴ κατάληξη μιᾶς ὁλοκλήρου πορείας αἱρετικῶν πράξεων καὶ λόγων τοῦ ἑκάστοτε πατριάρχου ἀπὸ τὸ 1902 καὶ ἐντεῦθεν. Τὸ φοβερὸν εἶναι, ὅτι εὐθὺς μετὰ τὴν ΑκΜΣ ὁ νῦν Πατριάρχης ἔδραμε σπουδαίως στὴ διαθρησκειακὴ σύναξη τῆς Ἀσσίζης γιὰ νὰ ἀνάψει καὶ αὐτὸς τὸ κεράκι του στὸν κοινὸ βωμὸ τοῦ Βάαλ τῆς Πανθρησκείας (Αὔγουστος 2016). Τοῦτο ἀποτέλεσε συνέχεια προηγουμένων συμπροσευχῶν μετὰ τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ, ὅπως Ἑβραίων, Βουδιστῶν, Ἰνδουϊστῶν, Εἰδωλολατρῶν κ.ἄ. Ἂν αὐτὸ δὲν εἶναι ἄρνηση Χριστοῦ, τότε τί εἶναι; Ὑπηρετεῖ, δυστυχῶς, πιστὰ τὴν Πανθρησκεία τοῦ Ἀντιχρίστου. Αὐτὰ οὐδεὶς αἱρετικός, διὰ μέσῳ τῶν αἰώνων δὲν τόλμησε οὔτε κἂν καὶ νὰ τὰ σκεφθεῖ!
Ἀναπόφευκτα τὸ ἑπόμενο καὶ τελικὸ στάδιο θὰ εἶναι ἡ ὑποταγὴ στὸ πρωτεῖο ἐξουσίας, στὸ ἀλάθητο τοῦ αἱρεσιάρχη Πάπα καὶ «τὸ κοινὸ ποτήριο», δηλαδὴ στὴ μετατροπὴ τῶν Αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν σὲ Οὐνιτικές.
Εἶναι γνωστὸ τοῖς πᾶσι ὅτι ὁ νῦν Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης τυγχάνει ὁ κύριος ἐμπνευστὴς ὅλων τῶν κακοδόξων ἀποφάσεων
τῆς ΑκΜΣ, καθὼς αὐτὸ ἀποτελοῦσε ὅραμα ζωῆς καὶ ἦταν ὁ διαρκής του στόχος. Οἱ αἱρετικοῦ χαρακτήρα θεολογικὲς θέσεις τοῦ Πατριάρχου -οἱ ὁποῖες ἔλαβαν πλέον καὶ πανορθόδοξον κῦρος- εἶναι ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια γνωστὲς καὶ εἶναι καταγεγραμμένες τόσο σὲ κείμενα, ὅσο καὶ ὡς προφορικὲς δηλώσεις καὶ ἔχουν ἐλεγχθεῖ δημοσίως ἀπὸ θεολογικὲς μελέτες ἐπισκόπων, ἀπὸ τὴ “Σύναξη Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν”, ἀπὸ ἀκαδημαϊκοὺς καθηγητὲς τῆς Θεολογίας, καθὼς καὶ ἀπὸ ἄλλους κληρικοὺς καὶ λαϊκούς.
Ἐμεῖς ἀπὸ τὴν πλευρά μας, δώσαμε τὴν ἁγιορειτικὴ μαρτυρία ἐκδίδοντας τὸν συλλογικὸ τόμο «Ἅγιον Ὄρος. Διαχρονικὴ μαρτυρία στοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς πίστεως» τὸ 2014, καὶ τὸν ὁποῖο ὑπέγραψαν τέσσερις ἁγιορεῖτες Ἡγούμενοι καθὼς καὶ πλῆθος κελλιωτῶν καὶ γερόντων.
Περιέχει παλαιότερα κείμενα τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος, προβάλλοντας ἔτσι τὴ διαχρονικὴ φωνὴ τοῦ Ἁγίου Ὄρους πρὸς ἐνημέρωση τοῦ πιστοῦ λαοῦ, ὁ ὁποῖος ὅμως σήμερα κρατεῖται στὸ σκότος καὶ τὴν ἄγνοια. Στὸ συγκεκριμένο κείμενο, καθὼς καὶ σὲ ἄλλα ποὺ ἔχουν δεῖ κατὰ τὸ παρελθὸν τὸ φῶς τῆς δημοσιότητος, γίνεται σαφὲς ὅτι ὁ Πατριάρχης κηρύττει αἵρεσιν γυμνῇ τῇ κεφαλῇ. Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρουμε ὁλίγα ἐκ τῶν (πάρα) πολλῶν: 
ΓΙΑΤΙ Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ
            1)         Ὁ Πατριάρχης δὲν πιστεύει εἰς τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως, δηλαδὴ εἰς «Μίαν Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν».
            Τὸ Μάϊο τοῦ 2014 στὴ συνάντησή του μὲ τὸν Πάπα στὰ Ἱεροσόλυμα στὸ λόγον του εἶπε: « Ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησίαλόγῳ τῆς ὑπερισχύσεως τῆς ἀνθρωπίνης ἀδυναμίας καὶ τοῦ πεπερασμένου θελήματος τοῦ ἀνθρωπίνου νοὸς διεσπάσθη ἐν χρόνῳαἱ κατὰ τόπους Ἐκκλησίαι ὡδηγήθησαν εἰς διάσπασιν τῆς ἑνότητος τῆς πίστεως» (προσφώνησις Πατριάρχου πρός Πατριάρχην Ἱεροσολύμων 24 Μαΐου 2014 βλ. ἱστολόγιο amen). 
            Ἔχει πεῖ, «Ἐφ᾿ ὅσον δηλονότι ἡ μία Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει ὅτι ἄλλη τις Ἐκκλησία εἶναι ταμιοῦχος τῆς χάριτος καὶ ἀρχηγὸς σωτηρίας, ἀποκλείεται, ὡς ἀντιφάσκουσα εἰς τὴν παραδοχὴν ταύτην, ἡ προσπάθεια ἀποσπάσεως πιστῶν ἀπό τῆς μιᾶς καὶ προσαρτήσεως αὐτῶν εἰς τὴν ἑτέρανδὲν εἶναι ἀνταγωνίστρια τῶν ἄλλων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλ᾿ ἕν σῶμα μετ᾿ αὐτῶν».(Προσφώνησις πρὸς τήν παπικὴν ἀντιπροσωπίαν εἰς τὴν θρονικὴ ἑορτὴ, Κων/πολις 1998, περ. Ἐπίσκεψις).
            Σὲ ἄλλη του ὁμιλία εἶπε: « Ἀπηλλαγμένοι λοιπὸν τῶν ἀγκυλώσεων τοῦ παρελθόντοςΚάθε Ἐκκλησία εἶναι ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία, ἀλλὰ ὄχι ἡ ὁλότητά της. Κάθε Ἐκκλησία ἐκπληρώνει τἠν καθολικότητά της, ὅταν εἶναι σὲ κοινωνία μὲ τὶς ἄλλες Ἐκκλησίεςὁ ἕνας χωρὶς τὸν ἄλλον εἴμαστε πτωχευμένοι» (Ὁμιλία εἰς Γενεύην 17 -2 2008).
            Ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὸν Πατριάρχη εἶναι διεσπασμένη καὶ διῃρῃμένη. Δὲν ὑπάρχει ἡ ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ μέσα σὲ αὐτὴν τὴν διῃρημένη «Ἐκκλησία» συγκαταλέγει καὶ τὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Πιστεύει στὴν οἰκουμενιστικὴ «θεωρία τῶν κλάδων». Ἐπ᾿ αὐτοῦ δημοσίευσε θεολογικὴ κριτικὴ ἡ ‘’Σύναξις Ὀρθοδόξων κληρικῶν καὶ μοναχῶν’’, ποὺ ἀποδεικνύει τὴν αἱρετικὴ διδασκαλία τοῦ Πατριάρχη.
            Κατὰ συνέπειαν, «ὅποιος πιστὸς κληρικὸς καὶ λαϊκὸς ἀμφισβητεῖ ἤ ἀρνεῖται συνειδητὰ τήν ἁγιοπνευματικὴ ἐμπειρικὴ ὀρθόδοξη πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως αὐτὴ ὁριοθετεῖται μὲ κάθε ἀκρίβεια στοὺς Ὅρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί ἰδιαιτέρως στὰ μονοσήμαντα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, εὐλόγως ἐκπίπτει ἀπό τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὑποκείμενος σὲ καθαίρεση ἢ ἀφορισμὸ κατὰ τίς Οἰκουμενικὲς Συνόδους». ( βλ. Ζʹ Ἱερὸν Κανόνα τῆς Γʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, καὶ τὴν μελέτη “Ἡ νέα ἐκκλησιολογία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου”, ἔκδ. Σύναξις Ὀρθοδόξων Κληρικῶν καὶ Μοναχῶν, 2015, σελ. 13).
            2)         Ὁ Πατριάρχης δὲν πιστεύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ὁ μοναδικὸς ἀληθινὸς Θεός καὶ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ὅπως τὸν ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολον τῆς πίστεώς μας « Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν…», καὶ τοῦτο ἀποδεικνύεται πάλιν ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια καὶ ἔργα του. Δὲν πιστεύει εἰς τὸ «Εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα». (Ἐφ. Δʹ, 5).
            Τὸ 2001 στὴν νότιο Ἀφρικὴ, δήλωσε ὅτι: « ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, δὲν ἐπιδιώκει νὰ πείση τοὺς ἄλλους γιὰ μία συγκεκριμένη ἀντίληψι τῆς Ἀλήθειας ἢ τῆς Ἀποκαλύψεως ». (ἐκ τῆς ἱστοσελίδος τοῦ Πατριαρχείου).
            Ὁ Πατριάρχης λέγοντας ὅτι δὲ χρειάζεται νὰ διδάσκουμε «γιὰ μιὰ συγκεκριμένη ἀντίληψι τῆς Ἀληθείας ἢ τῆς Ἀποκαλύψεως», καταργεῖ τὴν ἱεραποστολὴ καὶ τὸ βάπτισμα· γιὰ αὐτὸ καὶ ἀπαγορεύει τὸ ὀρθόδοξο βάπτισμα στοὺς προσηλύτους.
            3)         Πιστεύει ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες σώζουν.
            Στὴ Γενεύη τὸ 1995 ἔκανε τὴ δαιμονικὴ, βλάσφημη δήλωση: «ΟΛΕΣ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΔΟΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ». (Ἐπίσκεψις ἀρ. 523, σελ. 12).
            Ἐὰν ὅλες λοιπὸν οἱ θρησκεῖες σώζουν, γιατί τότε νὰ ἔρθει ὁ Χριστὸς στὴν γῆ; Γιατί νὰ γίνει ἄνθρωπος καὶ νὰ σταυρωθεῖ , ἀφοῦ ὅλες οἱ θρησκεῖες σώζουν; Γιὰ τὸν Πατριάρχη λοιπὸν, ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι Θεός, ὁ χριστιανισμὸς εἶναι ἁπλᾶ μία θρησκεία, ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες θρησκεῖες. Καὶ ἀκόμη μνημονεύεται ἡμέρας καὶ νυκτὸς ὡς ὀρθοτομῶν τὸν λόγον τῆς ἀληθείας;…
            Στὴν 6η Παγκόσμια Συνάντηση Θρησκείας καὶ Εἰρήνης στὶς 4/11/1994 δηλώνει: «Ἐμεῖς οἱ θρησκευτικοὶ ἡγέτες πρέπει νὰ φέρουμε στὸ προσκήνιο τὶς πνευματικὲς ἀρχὲς τοῦ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ, τῆς ἀδελφωσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. Ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸ πετύχουμε αὐτὸ πρέπει νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι στὸ πνεῦμα τοῦ ἑνὸς Θεοῦ...Ρωμαιοκοθολικοὶ, καὶ Ὀρθόδοξοι, Προτεστάνται  καὶ Ἑβραῖοι, Μουσουλμάνοι καὶ Ἰνδοί, Βουδισταί...». (Ἐπίσκεψις ἀρ. 494, σελ. 23, Γενεύη 1994).
            Πιστεύει καὶ κηρύττει ὅτι τὸ Κοράνιο εἶναι “ἴσο μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἱερὸ,ὅπως αὐτή[1]καὶ ὅτι οἱ Μωαμεθανοὶ μποροῦν νὰ πᾶνε στὸν παράδεισο χωρὶς νὰ πιστεύουν στὸ Χριστό[2]
Ὁ Πατριάρχης στήν Ἀτλάντα τῆς Τζώρτζια τῶν ΗΠΑ, προσφώνησε τόν ἰδιοκτήτη τῆς Coca Cola Μουχτὰρ Κέντ καὶ εἶπε: «Ἔχω ἕνα μικρὸ ἐνθύμιο, μικρό, ἀλλὰ καὶ μεγάλο· ἐνθύμιο στή Δάφνη καί στόν Μουχτάρ. Εἶναι τὸ ἅγιο κοράνιο, τὸ ἱερὸ βιβλίο τῶν μουσουλμάνων  ἀδελφῶν μας». (Περιοδικό: Ἅγιον Ὄρος - Διαχρονικὴ μαρτυρία στούς ἀγῶνες τῆς Πίστεως, ἔκδ. Ἁγιορειτῶν Πατέρων, Ἁγ. Ὄρος 2014, σελ. 69).
Πιστεύει καὶ κηρύττει ὅτι πολλὲς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ εἶναι προσωρινές[3]διαφωνώντας ἀκόμα καὶ μὲ τὸν Κύριο!

Ὀνομάζει"εὐλογημένηκαὶ τιμᾷ τὴ Συναγωγὴ τῶν Ἑβραίωνἐκεῖ ποὺ ὑβρίζεται  Χριστὸς καὶ ἡ Θεοτόκος[4]Γιὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο  Συναγωγὴ εἶναι “χῶρος δαιμονίων ποὺ συνάζονται οἱ σταυρωτὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ θεομάχοι[5].

4)         Πιστεύει καὶ κηρύττει τὴν βασικὴ ἀρχὴ τῆς Μασονίας ὅτι δηλαδή: "ἕκαστος νὰ λατρεύῃ τὸν Ἕνα Θεὸν ὡς προτιμᾷ…". " Θεὸς εὐαρεστεῖται εἰς τὴν εἰρηνικὴν συμβίωσιν τῶν ἀνθρώπων καὶ μάλιστααὐτῶν οἱ ὁποῖοι Τὸν λατρεύουν ἀνεξαρτήτως τῶν διαφορῶναἱ ὁποῖαι ὑπάρχουν εἰς τὴν πίστιν μεταξὺ τῶν τριῶν μεγάλων μονοθεϊστικῶν θρησκειῶν"[6].

5)         Ἐπιδιώκει τὴν κατάργηση ἢ τροποποίηση πλειάδος Ἱερῶν Κανόνωνκάτιποὺ γιὰ τὴν Ὀρθοδοξίαεἶναι γνώρισμα αἱρετικοῦ ἀνθρώπου[7]Ὀνομάζει τοὺς Κανόνες "τείχη τοῦ αἴσχους"[8]!
6)          Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ἐπίσης ἐκφράζεται ὑβριστικὰ κατὰ τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίαςδιότι στὴν θρονικὴ ἑορτὴτὸ 1998, σχετικὰ μὲτὸ θέμα το
παπισμοῦ καὶ τὶς σχέσειςποὺ πρέπει νὰ ἔχουμε μαζί τουςεἶπε« μετάνοια ἡμῶνδιὰ τὸ παρελθὸν εἶναι ἀπαραίτητοςΔὲν πρέπει νὰ σπαταλήσωμεν τὸν χρόνον εἰς ἀναζήτησιν εὐθυνῶνΟἱ κληροδοτήσαντες εἰς ἡμᾶς τὴνδιάσπασιν προπάτορες ἡμῶν ὑπῆρξαν ἀτυχῆ θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως καὶ εὑρίσκονται ἤδη εἰς χείρας τοῦ δικαιοκρίτου ΘεοῦΑἰτούμεθα ὑπὲρ αὐτῶν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦἀλλὰ ὀφείλομεν ἐνώπιον αὐτοῦὅπως ἐπανορθώσωμεν τὰ σφάλματα ἐκείνων (!)» (ΒλἘκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια, 16/2/1998 καὶ περἘπίσκεψις).
Φρικιᾶ  κάθε εὐσεβὴς ὀρθόδοξος χριστιανὸς ἀκούγοντας τὰ ἀσεβῶς τολμηθέντα “ρήματα” τοῦ πατριάρχουΒλασφημεῖται ἅπας  χορὸςτῶν ἁγίων Πατέρωνοἱ ὁποίοι ὡς γνήσιοι ποιμένες τῶν διαπιστευμένων εἰς αὐτοὺς λογικῶν προβάτωντὸ διεφύλαξαν ἀμόλυντο ἀπὸ τὴ λύμη τῶν αἱρέσεων,μεγαλυτέρα τῶν ὁποίων ἦταν (καὶ παραμένει), αὐτὴ τοῦ ἀθέου παπισμοῦΒλασφημοῦνται ἀνερυθριάστωςὡς δῆθεν ὄργανα τοῦ διαβόλου καὶ ὡς ὑπαίτιοι τοῦ σχίσματοςαὐτοὶ δηλαδὴγιὰ τοὺςὁποίους ψάλλει ἡ Ἐκκλησία:
Ὅλην συλλεξάμενοιποιμαντικὴν ἐπιστήμηνκαὶ θυμὸν κινήσαντεςνῦν τὸν δικαιώτα τον ἐνδικώτατατοὺς βαρεῖς ἤλασαν καὶ λοιμώδεις λύκουςτῇ σφενδόνῃ τῇ τοῦ Πνεύματοςἐκσφενδονήσαντεςτοῦ τῆς Ἐκκλησίας πληρώματοςπεσόντας ὡς πρὸς θάνατονκα ὶὡς ἀνιάτως νοσήσανταςοἱ θείοι Ποιμένεςὡς δούλοι γνησιώτατοι Χριστοῦκαὶ τοῦ ἐνθέου κηρύγματοςμύσται ἱερώτατοι.” (στιχηρὸ προσόμοιο αἴνωνἐκ τῆς Κυριακῆς τῶν ἁγίων Πατέρων)
7)         Πιστεύει καὶ κηρύττει -σὲ ἀντίθεση μὲ δεκάδες Συνόδουςκαὶ ἑκατοντάδες Ἁγίουςὅτι ἡ παπική "ἐκκλησίαεἶναι κανονικὴ καὶ ὁ Πάπας Ρώμηςκανονικὸς ἐπίσκοποςΤὸ 1991 στὸ Μπαλαμάντ τοῦΛιβάνου ἀποδέχτηκε τὸἔγκυρον τῶν μυστηρίων τῶν παπικῶν καθὼς καὶ τὴν Οὐνία[9]Τὸ 1995, ὅπως καὶ τὸ 2014, συνυπέγραψε μὲ τὸν Πάπα "ΚΟΙΝΗΝ ΜΑΡΤΥΡΙΑΝ ΠΙΣΤΕΩΣ". Τὸ 2011, κατήχησε σπουδαστὲς παπικοῦ πανεπιστημίου ὑπὲρ τοῦ Πάπα. “Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος δέχτηκε ἐπίσκεψη ὁμάδος φοιτητῶν τοῦ Ποντιφικικοῦ Ἰνστιτούτου Saint Apollinaire. Ἀπευθυνόμενος στοὺς φοιτητὲς τοὺς προέτρεψε: Ἀκολουθῆστε τὸν Πάπα. Ὁ Πάπας Βενέδικτος ὁ ΙΣΤ΄ εἶναι ἕνας μεγάλος θεολόγος ποὺ κάνει καλὸ σὲ ὅλες τὶς Ἐκκλησίες. Ἀκολουθῆστε τον μὲ ἀγάπη καὶ συμπάθεια”[10].
8)         Ἀναγνωρίζει τὶς χειροτονίες τῶν ἀγγλικανῶν[11] καὶ κάνει ἀποδεκτὸ τὸ βάπτισμα τῶν Λουθηρανῶν[12] (ὅπως καὶ γενικῶς πάντων τῶν προτεσταντῶν), ποὺ εἶναι διαστρεβλωτὲς τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὑβριστὲς τῆς Κυρίας Θεοτόκου, περιφρονητὲς τῶν Ἁγίων μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὡς εἰκονομάχοι ποὺ εἶναι, βρίσκονται ὑπὸ τὸν ἀναθεματισμὸ τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἄλλωστε στὸ συνέδριο τοῦ Π.Σ.Ε., τὸ 2006, στὸ Porto Alegre, ἀποδέχτηκε σὲ κοινὴ δήλωση μὲ τοὺς προτεστάντες ὅτι δὲν ὑπάρχει μόνο Μία Ἐκκλησία, ἀλλὰ ὅτι οἱ 348 ἐκκλησίες -μέλη τοῦ Π.Σ.Ε.- εἶναι γνήσιες ἐκκλησίες. Μία δὲ ἀπὸ αὐτὲς εἶναι καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία! Οἱ ποικίλες αἱρετικὲς διδασκαλίες τῶν προτεσταντῶν θεωροῦνται ὡς διαφορετικοὶ τρόποι ἐκφράσεως τῆς ἰδίας πίστεως καὶ ὡς ποικιλία τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δεχόμενος ἔτσι ὅτι τελικὰ δὲν ὑπάρχουν αἱρέσεις! “Αὐτὲς οἱ ἐκκλησίες καλοῦνται νὰ συμβαδίζουν, ἀκόμη καὶ ὅταν διαφωνοῦν”[13].
9)         Τὸ Νοέμβριο τοῦ 1993 προέβη σὲ ἄρση τῶν ἀναθεμάτων ἀνάμεσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ στὴν αἵρεση τῶν μονοφυσιτῶν. Ἡ κάθε πλευρὰ ἀναγνώρισε τὴν ἄλλη ὡς Ὀρθόδοξη. Τὶς καταδίκες καὶ τὰ ἀναθέματα τῆς 4ης Οἰκουμενικῆς πρὸς τοὺς Μονοφυσίτες (ποὺ τὰ ἐπανέλαβαν οἱ ἑπόμενες Σύνοδοι) τὰ ὀνομάζει "παρεξηγήσεις τοῦ παρελθόντος ποὺ ἔχουν ξεπεραστεῖ", ἀφοῦ, "δὲν ὑπάρχει θεολογία ποὺ μᾶς χωρίζει"[14]!

            Δι’ ὅλων αὐτῶν ἀποδεικνύεται ὅτι δὲν συκοφαντοῦμεοὔτε κατηγοροῦμεμὰ οὔτε καὶ ὑβρίζουμε τὸν Πατριάρχηἁπλῶς μὲ τὸ νὰ προβάλλουμε τόσο τὰ ἔργα, ὅσο καὶ τοὺς λόγους τουἀφήνουμε αὐτὰ νὰ μιλήσουν μόνα τους καὶ νὰ εἶναι αὐτὰ ποὺ καταγγέλλουν τὴν αἵρεσή τουΚατ᾿αὐτὸν τὸν τρόπον,ἀποδεικνύουμε ὅτι ἐμεῖς πραγματικὰ τὸν ἀγαποῦμεδιότι ὅποιος ἀγαπᾶὁμιλεῖ καὶ μαρτυρεῖ τὴν ἀλήθεια καὶ δὲν κολακεύειΕὐχόμεθα ὁλοψύχως νὰ τοῦ χαρίσει  Κύριος τοῦ ἐλέους μετάνοιαν, (ὅπως καί στοὺς λοιπούςὁμόφρονες πρὸς αὐτόνοἰκουμενιστὲς ἐπισκόπους), ὥστε νὰ ἀποκηρύξει τὴν αἵρεσιν τοῦΟἰκουμενισμοῦ
            Κατόπιν τούτωνὁ νῦν Πατριάρχης στὴ συνείδηση τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶνδὲν ὑφίσταται πλέον ὡς ὀρθόδοξος Πατριάρχης ἀλλὰ ὡς αἱρεσιάρχηςκαθὼς καὶ οἱ πρὸ αὐτοῦ αἱρετικοίὅπως Νεστόριος Βέκκος κ.
            Ὡς ἁγιορεῖτες μοναχοίεἶναι προφανῶς κατανοητὸ ἔχουμε ἰδιαίτερο πρόβλημα συνειδήσεως,καθότι τὸ Ἅγιον Ὄρος ἔχει ἄμεση ἐκκλησιαστικὴ ἀναφορὰ πρὸς αὐτόνὌντως  ἐκκλησιαστικὴ κατάσταση ποὺ ζοῦμε σήμεραὡς πρὸς τὴν προδοσία τῆς ὀρθοδόξου πίστεωςμᾶς παραπέμπει στὰ ἀλγεινὰ γεγονότα τῶν Συνόδων τῆς Λυών (1274) καὶ τῆς Φερράρας-Φλωρεντίας (1439-40).
Τὰ 114 ἔτη ἄκρας οἰκονομίας (ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὴν αἱρετικῆς ἐμπνεύσεως ἐγκύκλιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ πατριάρχου ἸωακεὶμΓʹτὸ 1902) καὶ ἀνοχῆς στοὺς οἰκουμενιστέςλατινόφρονες καὶ φιλενωτικοὺς ἐπισκόπους εἶναι ὑπὲρ τοῦ δέοντος ἀρκετά ζημία ποὺ ἔχει προκαλέσει αὐτὴ ψευδεπίγραφη “οἰκονομία” στὴ δογματικὴ αὐτοσυνειδησία κλήρου καὶ λαοῦ εἶναι ἤδη τεραστίωνδιαστάσεωνμὲ συνέπεια τὴν ἀλλοίωση τῶν ὑγειῶς νοουμένων ὀρθοδόξων κριτηρίων τοῦ θεολογεῖν.
Σκοπὸς καὶ στόχος τοῦ ἉγίουὌρους πρωτίστωςκαθ’ ὅλην τὴν ὑπερχιλιετῆ ἱστορία τουὑπῆρξε ἡ διαφύλαξη καὶ ὑπεράσπιση τῆς ὈρθοδοξίαςὉσάκις ἀνεφύη αἵρεσις ἐντὸς τῆςἘκκλησίας διαχρονικὴ ἁγιορειτικὴ στάσηθεμελιωμένη καὶ στοιχοῦσα στὴν ἱεροκανονικὴ παράδοσηδιδάσκει τὴν αὐτονόητοὑποχρέωση διακοπῆς τοῦ μνημοσύνουἐν τοῖς μυστηρίοιςτοῦ αἱρετίζοντος πατριάρχου.
 ἐφαρμογὴ τῆς διακοπῆς τοῦ Πατριαρχικοῦ μνημοσύνου στὸ Ἅγιον Ὄρος
            Εἰδικότερακατὰ τὴν χρονικὴ περίοδο ποὺ ἀκολούθησε τὴν ἑνωτικὴ σύνοδο τῆς Λυών (1274),πατριάρχου ὄντος τοῦ λατινόφρονος Ἰωάννου Βέκκου ἅγιος Κοσμᾶς  Πρῶτος καθὼς καὶ τὸ σύνολο τῶν ἐν Ἀγίῳ Ὄρει μοναχῶνἔχοντας προβεῖ εἰς διακοπὴν τοῦ μνημοσύνου τοῦ πατριάρχου καὶ τοῦ αὐτοκράτοροςἐδιώχθησαν καὶ -τινὲς ἐξαὐτῶνἐμαρτύρησαν ὑπὸ τῶν ἑνωτικῶν
Ἄνωθεν γὰρ  τοῦ Θεοῦ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τὴν ἐπὶ τῶν ἀδύτων ἀναφορὰν τοῦ ὀνόματοςτοῦ ἀρχιερέως συγκοινωνίαν τελείαν ἐδέξατο τοῦτοΓέγραπται γὰρ ἐν τῇ ἐξηγήσει τῆς θείας λειτουργίαςὅτι ἀναφέρει  ἱερουργῶν τὸτοῦ ἀρχιερέως ὄνομα, «δεικνύων καὶ τὴν πρὸς τὸὑπερέχον ὑποταγὴνκαὶ ὅτι κοινωνός ἐστιν αὐτοῦτῆς πίστεως καὶ τῶν θείων μυστηρίων διάδοχος» ”.(βλV.Laurent-J.Darrouzes,Dossier Grec de I’ Union de Lyon, Paris 1977, σελ. 399).

             οὐσιαστικὸς λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ὀφείλουμε νὰ κάνουμε τὴν διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου ἑνὸς αἱρετικοῦ πατριάρχουκαὶ ἐπισκόπου εἶναιὃτι διὰ τῆς μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματὸς του γινόμεθα καὶ ἐμεῖς συγκοινωνοὶ τῆς αἱρέσεώς τουκαίτοι δηλώνουμε ὅτι ἐμεῖς δὲν συμφωνοῦμε.
            Ἄλλος Ἁγιορείτης Ὁμολογητὴς  ὅσιος Ἡσαΐαςσυνασκητὴς τοῦ ὁσίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου,ὅπως τὸν ἀναφέρει ὁὅσιοςΝικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «Οὗτος  μακάριος ἔπαθε πολλὰ κακὰ ἀπὸ τὸν βασιλέα Μιχαήλ τὸν Παλαιολόγον τὸν λατινόφροναδιατὶ δὲν ἤθελεν ὰσυγκοινωνήσῃ μὲ τὸν τότε Πατριάρχη τὸν Βέκκον διὰ τὴν καινοτομίαν τοῦ Ὀρθοδόξου Δόγματοςἀλλὰ θείῳ ζήλῳ κινούμενος ἠγωνίσθη πολλὰ ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίαςκαὶ μὲ τὴν ἀκούραστον διδασκαλίαν του ἥνωσεν ὅλους μὲ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ πλέον τελεώτερον».(βλ. «Ὑπὲρ τῶν Ἱερῶς ἡσυχαζόντων », 2,2,2,  Ε.Π.Ε.τομΒʹσελ. 350)σελ. 251).
            Κατὰ τὴ νεωτέρα δὲ ἐποχή (1924), ἕνεκα τῆς καινοτόμου καὶ ἀντικανονικῆς εἰσαγωγῆς τοῦ νέου ἡμερολογίουτὸ ὁποῖο ἀπετέλεσε καὶ τὸ πρῶτο πλῆγμα τοῦ Οίκουμενισμοῦ στὴν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίαςοἱ τότε πατέρες συνεχίζοντες τὴν πάγια ἁγιορειτικὴ παράδοση ἐπανέλαβαν τὴν διακοπὴ τοῦ πατριαρχικοῦ μνημοσύνου διαχρονικὴ αὐτὴ παράδοσηδυστυχῶς διεκόπη ὑπαιτιότητι τῶν νέων συνοδειῶντῶν προερχομένων ἐκ τοῦ κόσμουκαὶ οἱ ὁποῖεςτὸ 1971 ἐπανέφεραν τὸ πατριαρχικὸμνημόσυνοΝὰ σημειωθεῖ ὅτι  διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου γίνεται ἐπὶ σκοπῷ ἀποφυγῆς τοῦ μολυσμοῦ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος ἐκ τῆς κακοδόξου διδασκαλίας  πρακτικῆςμὲ ἀπώτερον σκοπὸν τὴν διὈρθοδόξου Οἰκουμενικῆς Συνόδου καταδίκης τῆς αἱρετικῆς διδασκαλίας (ἢ πρακτικῆςκαὶ τῶν αἱρεσιαρχῶν ἐπισκόπων.
            Ἐπὶ πατριαρχείας Ἀθηναγόρουτό ἍγιονὌροςσχεδὸν στὸ σύνολό τουὁλοψύχως καὶ ὡς ἓν σῶμαἀντέδρασε δυναμικὰ καὶ διέκοψεὡς ὤφειλετὸ μνημόσυνο τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρα, (τὸ αὐτὸ ἔπραξαν καὶ κάποιοι ἐκ τῶν Ὀρθοδόξων Ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδοςτῶν νέων καλουμένων Χωρῶν). Μάλιστα  Ἀθηναγόρας σεβόμενος” τὴν ὲλευθερία τῆς συνειδήσεως τῶν Ἁγιορειτῶν δὲν τοὺς ἐδίωξε, (βλπατριαρχικὴ Ἐγκύκλιο ἈριθΠρωτ. 140/Κ. 17-9-1968), ἐνἀντι θέσει πρὸς τὴν τακτικὴ τοῦ πατριάρχου Δημητρίουὅπως καὶ τοῦ νῦν πατριάρχου Βαρθολομαίου.
            Οἱ δυσμενεῖς ἐξελίξεις τῶν δεκαετιῶν τοῦ ’60 καὶτοῦ ’70, κατὰ τὶς ὁποῖες  Οἰκουμενισμὸς ἦταν σὲ ἔξαρση -ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει καὶ σήμεραἔχοντας ὅμως ὁδηγήσει τὰ πράγματα σὲ πολὺ χειρότερη κατάστασηἀνάγκασε τοὺς ἁγιορεῖτες στὴν ἀπόφαση νὰ δημοσιεύσουν κείμενα ἁγιοπατερικῆς πνοῆςποὺ κατεδίκαζαν τὸν Οἰκουμενισμὸ ὀνομάζοντάς τον “αἵρεσιν”, ἀποδεχόμενοι μάλιστα καὶ τὸν χαρακτηρισμὸ ποὺ τοῦ εἶχε δώσει ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτςαὐτὸν τῆς παναιρέσεως.
Οἱ Ἱερὲς Μονὲς ποὺ προέβησαν εἰς διακοπὴν τοῦ πατριαρχικοῦ μνημοσύνου:
ἹΜὉσίουΔιονυσίουμὲ ἡγούμενον τὸν Γέροντα Γαβριήλ,
ΜΚαρακάλλουμὲ ἡγούμενον τὸν Γέροντα Παῦλο,
ΜΣίμωνος Πέτραςμὲ ἡγούμενον τὸν Γέροντα Χαράλαμπο,
ΜὉσίου Γρηγορίουμὲ ἡγούμενον τὸν Γέροντα Βησσαρίωνα,
Μ Ἁγίου Παύλουμὲ ἡγούμενον τὸν Γέροντα Ἀνδρέα,
Ἱ. Μ.Ξενοφῶντος, μὲ ἡγούμενον τόν Γέροντα Εὐδόκιμο,
Ἱ.Μ.Ἐσφιγμένου, μὲ ἡγούμενον τὸν Γέροντα Ἀθανάσιον,
Ἱ. Μ. Σταυρονικήτα μὲ ἡγούμενον τὸν Γέροντα Βασίλειον(διέκοψε τὸ μνημόσυνο τό 1968, ἀλλὰ δυστυχῶς ἦταν καὶ ἡ πρώτη ποὺ τὸ ἐπανέφερε τὸ 1971).
Ἡ Ἱ.Μ. Κουτλουμουσίου,μνημόνευε μόνο στὴν πανήγυρη τῆς Μονῆς ‘’τυπικά’’ μόνον, ὅπως καὶ ἡ Ἱ. Μ. Κωσταμονίτου.
            Ἐπίσης, ἀπὸ τὶς τότε Ἰδιόρρυθμες Μονές, στὴν Ἱ. Μ. Μεγίστης Λαύρας, μνημόνευαν μόνο στὸ καθολικό, ‘’τυπικά’’. Πολλοὶ ἱερομόναχοι τῆς Μεγίστης Λαύρας, ὅπως καὶ ὁ πρῶτος ἡγούμενος, μετὰ τὴν κοινοβιοποίησή της τό 1981, γέρων Ἀθανάσιος, ἐνῶ μνημόνευε ‘’τυπικά’’ στὸ Καθολικό τῆς Μονῆς, ὁ ἴδιος στὰ παρεκκλήσια, ὅταν λειτουργοῦσε, δὲν μνημόνευε, ὅπως ἐπίσης καὶ ἄλλοι ἱερομόναχοι τῆς Μονῆς. Τὸ αὐτὸ συνέβαινε καὶ σὲ ἄλλες Μονές, ὅπως π.χ. στὴν Ἱ. Μ. Ἁγίου Παύλου, στὴν ὁποία ὁ παπά-Παῦλος συνέχισε μέχρι τέλους νὰ μὴ μνημονεύει (+1995), καίτοι ἡ Μονὴ μετὰ τὴν παραίτηση ἐκ τῆς ἡγουμενίας τοῦ γέροντος Ἀνδρέα ἐπανέφερε τὸ μνημόσυνο, ἐπὶ ἡγουμενίας γέροντος Παρθενίου. Πάντως, καί ἄλλες Ἱ. Μονές ἀντιδροῦσαν καὶ δὲν ἤθελαν τὸ μνημόσυνο καὶ οἱ ὁποῖες μνημόνευαν περισσότερο ἀπό ‘’εὐγένεια’’. Ἐπίσης σὲ ὅλες τὶς Ἱερὲς Σκῆτες καὶ στὰ περισσότερα κελλιὰ δὲν μνημόνευαν, τόσο ζηλωτὲς ὅσο καὶ μὴ ζηλωτές.
            Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀναφέρουμε, ἐνδεικτικῶς μόνον, τὶς ἀπαντήσεις δύο Ἱερῶν Μονῶν πρὸς τὴν Ἱερὰ Κοινότητα περὶ τοῦ ζητήματος τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου.
            Ἡ Ἱ. Μ. Καρακάλλου εἰς ἀπάντησίν της πρὸς τὴν Ἱερὰ Κοινότηταεἶχε γράψει τὰ ἑξῆς: ‘’Ἡ καθ᾽ἡμᾶς Ἱερὰ Μονὴ ὑπὸ στοιχεῖα Ι Δ΄ ἐν τῇ σημερινῇ Συνάξει 21/9/1972 ἐξήτασε καὶ αὖθις τὸ ἐπίμαχον θέμα τοῦ μνημονεύματοςἘπιθυμοῦμε νὰ ἐπαναλάβωμεν τὴν ἐν πεποιθήσει καὶ ἀμετάθετον ἀπόφασιν ἡμῶν περὶ συνεχίσεως τῆς διακοπῆς τοῦ Πατριαρχικοῦ Μνημοσύνου εἰς ἔνδειξιν διαμαρτυρίας, ἐφ᾽ὅσον ὁ νέος Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Δημήτριος ὁ Α΄ θὰ συνεχίσῃ τὴν τηρουμένην ὑπὸ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Γραμμῆςτὴν ὁποίαν εἶχε χαράξει ὁ Ἀθηναγόρας.’’ (βλΟ.Τ. ἀρ.φ. 213, 1/7/1974).
            Ἡ Ἱ.ΜἉγίου Παύλουἐπὶ ἡγουμενίας τοῦ γέροντος Ἀνδρέαἀπήντησε ὡσαύτως: “ ἀπόφασις ἡμῶν εἶναι ὅτι δὲν δυνάμεθα νὰ προχωρήσωμεν εἰς συζήτησιν παρὰμόνον ἐφ᾽ὅσον δηλωθῇ ὑπὸ τῆς Α.Παναγιότητος διὰ τοῦ τύπου ὅτι δὲν θὰ ἀκολουθήσῃ τὴν πορείαν τοῦ προκατόχου Αὐτοῦ.(π.)
            Ἐπίσης ὁ αὐτὸ ἡγούμενος τῆς Μονῆς πἈνδρέας στὴ σχετική του ἀπάντηση πρὸς τὴν Ἱ .Κοινότητα ἀνέφερε: “Λόγοι ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως δὲν μοῦ ἐπιτρέπουν νὰ ἐπαναλάβω τὸ μνημόσυνον,διότι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἶναι νεωτεριστήςβαδίζει τὰ ἴχνη τοῦ Οἰκουμενιστοῦ Ἀθηναγόρουτοῦ ὁποίου τὰς ἀπόψεις καὶ τὰ αἱρετικά φρονήματα δὲν κατεδίκασεν”.(π).
            Κατόπιν ὅλων αὐτῶν  Ἔκτατος Διπλή Ἱερὰ Σύναξις τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος εἰς τὴν ΝΒʹΣυνεδρίατῆ 13ῃ Νοεμβρίου 1971 καὶ κατόπιν πολλῶν διεργασιῶν ἀπεφάσισε ὅτι:«...ἐπαφίεται εἰς τὴν συνείδησιν ἑκάστου μονῆς  διαμνημόνευσις τοῦ ὀνόματος τοῦ ΟἰκουμενικοῦΠατριάρχου».
            Πάντως ὀφείλουμε νὰ τονίσουμε ὅτι στὰ θέματα τῆς πίστεως δὲν χωροῦν τυπικότητες καὶ εὐγένειες. Ἡ πίστις δὲν εἶναι θέμα εὐγενείας πρὸς πρόσωπα, ἀλλά ὁμολογίας καὶ τηρήσεως τῆς ἀκριβείας τῶν δογμάτων, ‘’εἰς τὰ τῆς πίστεως οὐ συγχωρεῖ συγκατάβασις’’, ὅπως ἐτόνιζαν οἱ παλαιοὶ ἁγιορεῖτες. Ἀξίζει πάντως ἐδῶ νὰ ἀναφερθοῦμε στὴ πρακτικὴ τῶν τότε ἁγιορειτῶν. Ἐκ τοῦ ἀποτελέσματος καὶ μόνον, δυστυχῶς, κρίνεται ὡς ἀνεπιτυχὴς ἡ τότε προσπάθεια ἀντιμετώπισης τοῦ προελαύνοντος Οἰκουμενισμοῦ καὶ οἱ λόγοι εἷναι πολλοί. Ἀκροθιγῶς σημειώνουμε ὅτι ὑπῆρχε ἡ λανθασμένη αἴσθηση ὅτι τὰ οἰκουμενιστικά “ἀνοίγματα”, ὅπως τὰ ἀποκαλοῦσαν, δὲν χαρακτήριζαν συνολικὰ τὸ Πατριαρχεῖο, ἀλλ’ ἀποκλειστικῶς τὸν τότε Πατριάρχη καὶ κάποιους λίγους συνοδοιπόρους του. Ἐπιστεύετο μάλιστα ὅτι θανόντος τοῦ Ἀθηναγόρου τὰ πάντα θὰ ἐπέστρεφον στὴν ὁμαλότητα. Ἡ κατάληξη εἶναι σὲ ὅλους γνωστή: στὸν ἐνθρονιστήριο λόγο του ὁ νέος Πατριάρχης Δημήτριος ἀνακοίνωσε τὴ συνέχιση τῶν οἰκουμενιστικῶν προσπαθειῶν τοῦ προκατόχου του. Ἐκείνην τὴν κρίσιμη στιγμὴ βρῆκαν οἱ τότε ἁγιορεῖτες νὰ ἐπαναφέρουν τὸ μνημόσυνο, ἐπὶ καταστροφῇ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ-ἀντιοικουμενιστικοῦ ἀγῶνος! Τὸ μήνυμα ποὺ ἐδόθη στοὺς πατριαρχικοὺς ἦταν σαφές: προχωρῆστε! Δυστυχῶς, ἡ ἐλλειπὴς κατανόησις τοῦ ἐφαρμοζομένου ἕως τότε, ιε´ κανόνος τῆς Α´-Β´ συνόδου (861), κατὰ τὴν ὁποία ἡ διακοπὴ μνημοσύνου ἐθεωρεῖτο ὡς ἁπλῶς ἔχουσα σημασίαν “διαμαρτυρίας”, ἐξ οὗ καὶ οἱ προαναφερθεῖσες χάριν “εὐγενείας” παλινωδίες μνημονεύσεως, π.χ. σὲ πανηγύρεις, εἶχαν ὡς ἀφετηρία τὴν ἀποσύνδεση τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Κανόνος ἀπὸ τὸ σωτηριολογικό του περιεχόμενο. Ἡ τραγικὴ ἐπαναφορὰ τοῦ μνημοσύνου, ἔστω καὶ μὲ τὸ λειψὸ τρόπο ποὺ ἐφαρμοζόταν ἠ διακοπή, πέραν τῆς γενικότερης ζημίας ποὺ προξένησε, δυστυχῶς ἄνοιξε τὴν θύρα καὶ στὶς ποικίλες, κακόβουλες καὶ στρεβλωτικὲς ἑρμηνεῖες τοῦ ἐν λόγῳ ἱεροῦ Κανόνος ποὺ κυριαρχοῦν σήμερα.
            Πράγματι, ὁ ὀρθοδόξως νοούμενος ἀντιαιρετικὸς ἀγώνας, ὅπως διαχρονικῶς εἶναι διαπιστωμένο, δὲν χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴ λήψη κάποιων πρακτικῶν ἡμιμέτρων καὶ λύσεων, οἱ ὁποῖες τελικῶς διαιωνίζουν τὴν αἵρεση ἐντὸς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἀλλὰ ἀντιθέτως, ἀπὸ τὴν ἐνδεδειγμένη ἔκθεση-διασάφηση, ἀφ’ ἑνὸς τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας καὶ ἀφ’ ἑτέρου, τοῦ δογματικοῦ πυρήνα τῆς αἱρέσεως, δηλαδὴ τῶν βαθυτέρων θεολογικῶν αἰτίων ποὺ ὡδήγησαν στὴν ἐμφάνιση της, ὅσο καὶ τῶν καταστρεπτικῶν συνεπειῶν της. Σκοπὸς ἑπομένως εἶναι ὄχι ἡ διακοπὴ τοῦ μνημοσύνου καθεαυτή, αὐτὴ ἀποτελεῖ τὸ ἀρχικὸ στάδιο, ἀλλὰ ἡ συνολικὴ θεραπεία τοῦ κακοῦ. Τοῦτο θὰ συμβεῖ διὰ τῆς συγκλήσεως ὀρθοδόξου Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία καὶ συνιστᾶ τὸ τελικὸ στάδιο τοῦ ἀντιαιρετικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἀγῶνος, καὶ στὴν ὁποίαν θὰ καταδικασθεῖ ἡ αἵρεσις καὶ οἱ αἱρετικοί. Τότε μόνον μποροῦμε νὰ ὁμιλοῦμε περὶ πλήρους ἐκκριζώσεως τῆς αἱρέσεως.
Ἡ δι’ ἐπιστολῶν ἐνημέρωσις πρὸ καὶ μετὰ τῆς ΑκΜΣ
            Ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς ἁγιορειτικῆς μοναστικῆς πολιτείαςἔχοντες λόγον εὐθύνης ἀναφορικὰ πρὸς τὰ θέματα πίστεως καὶ παραδόσεωςθεωρήσαμε ὡς ἐπιβεβλημένο πνευματικὸν καθῆκον μας νὰ κινητοποιηθοῦμε, μετὰ τοῦ ὀφειλομένου σεβασμοῦ καὶ κατὰ τὴν τάξινἈπευθυνθήκαμε λοιπὸν ἐντὸς τοῦ ἔτους 2016, μὲ δύο δημόσιες ἀνοικτὲς ἐπιστολὲς πρὸς ὑμᾶςτὴν Ἱερὰ Κοινότητα τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν τόπου καὶ τοὺς Καθηγουμένους τῶν Ἱερῶν ΜονῶνΚατ’ ἀρχάςστὴν ἐπιστολή μας τῆς 13ης Μαΐου 2016, πρὸ τῆς λεγομένης “ Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου” τοῦ Κολυμπαρίου Κρήτηςσᾶς εἴχαμε υἱκῶς δηλώσει ὅτιἐὰν  ἐν λόγῳ σύνοδος δὲν ὀρθοτομήσει τὸν λόγον τῆς ἀληθείας καὶ δὲν καταδικάσει τὴν παναίρεση τοῦ Διαχριστιανικοῦ καὶ Διαθρησκειακοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦθὰ εἴμεθαὡς ἐκ τούτου,ὑποχρεωμένοι νὰ ἐφαρμόσουμε τοὺς ἁρμοδίους Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίαςποὺ ὁρίζουν τὰ περὶ διακοπῆς μνημοσύνου τοῦ ὀνόματος τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου (δηλτοῦ πατριάρχου). 
            Τέλοςὅπως καὶ στὴ δευτέρα πρὸς ὑμᾶς ἐπιστολή μαςτῆς 20ης Ἰουνίου 2016, σᾶς εἴχαμε ὑποβάλει τὴν θερμὴν παράκλησιν καὶ σᾶς εἴχαμε ἐπισημάνει ὅτι θὰ ἀναμέναμεἐντὸς εὐλόγου χρονικοῦ διαστήματοςἀφοῦ συζητηθεῖ τὸ ὅλον ζήτημα τῆς λεγομένης Ἁγίας και Μεγάλης Συνόδου καὶ ὑφ᾽ὑμῶν,ὡς τὸ κατ᾿ἐξοχὴν θεσμικὸν ὄργανον τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Τόπουνὰ ληφθεῖ μία ξεκάθαρη θέση ἔναντι τῶν συνοδικῶν ἀποφάσεωνΤὸ ἐρώτημα ποὺ ξεκάθαρα τίθεται καὶ τοῦ ὁποίου τὴν ἀπάντηση ἀναμένουν πάντες οἱ ἀγωνιῶντες πιστοὶ εἶναιοἱ ἀποφάσεις τῆς Συνόδου εἶναι ὀρθόδοξες  αἱρετικές;
            Ἀντὶ ὅμως τῆς ὀφειλομένης σπουδῆς ὅπου ὤφειλε τὸ καθ’ ὑμᾶς ὄργανο νὰ ἐπιδείξη ἔναντι ἑνὸς τόσο σημαντικοῦ ζητήματοςκαίτοι ὡς Ἱερὰ Κοινότης πρὸ τῆς Συνόδου εἴχατε ἐκθέσει δι᾿ἐπιστολῆς τὴν ἀντίθεσή σας ἐπὶ τινῶν σημαντικῶν θεμάτων πίστεωςὅσον ἀφορᾶ τὰ προσυνοδικὰ κείμενα,ἀντ’ αὐτοῦ ὑπῆρξε ὄχι μόνον  ἀπόλυτος σιωπήγιὰ τόσους μῆνεςἀλλὰ καὶ κάποιες ἐκ τῶν Μονῶν προέτρεξαν καὶ ἐνήργησαν διωγμόκατὰ παράβασιν τῶν ἁρμοδίων διατάξεων τοῦ Κ.Χ.Α.Ο., ἐναντίον Ἁγιορειτῶν μοναχῶν,πρὶν κἂν συνέλθη  καθιερωμένη Διπλῆ Ἱερὰ ΣύναξιςΣυγκεκριμένακατὰ τοῦ Προϊσταμένου Γέροντος Σάββα μοναχοῦ καὶ τοῦ Γέροντος τοῦ .ΚἉγίων Ἀρχαγγέλων-Κουκουζέλημοναχοῦ Χερουβείμἐκτῆς .Μ.ΜΛαύραςκαθὼς καὶ τῶν μοναχῶν ΛουκᾶΔαμιανοῦὈνουφρίου καὶ Δανιὴλ δοκίμουἐκ τῆς Μ.Χιλανδαρίου.
            Ὅπως εἶναι γνωστὸν , Διπλῆ Σύναξις ἕως καὶ σήμερον δὲν ἔχει λάβει θέσηὩς πρὸς τὴν πιθανὴ αἰτία τῆς ἐνόχου σιωπῆς καὶ τῆς ἀποφυγῆς νὰ ἐκδοθεῖ ὑπεύθυνη ἀπόφαση σχετικὰ μὲ τὴν ΑκΜΣφῶς ρίχνει  ἐπίσημη ἔκθεση πρὸς τὴν Ἱερά Κοινότητα τοῦ Καθηγουμένου τῆς Μονῆς Σταυρονικήτα Ἀρχιμ.Τύχωνος ( ὁποία δημοσιεύθηκεστὶς 23-9-2016, ἀρφυλ. 2132, ἀπὸ τὴν ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ ἐφημερίδα ὈρθόδοξοςΤύπος”). Τὸ Ἅγιον Ὄρος ἄλλωστε ἐκπροσωπήθηκε ἐπισήμως εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ συγκεκριμένου ἡγουμένου ὁποῖος εἶχε καὶ τὴν θεσμικὴ ἰδιότητα τοῦ συμβούλου τοῦ ΟἰκουμενικοῦΠατριαρχείουΤὸ τραγικὸν μὲ τὴν ἔκθεσίν του εἶναι ὅτιπαρὰ τὶς κάποιες μικροεπισημάνσεις, περιγράφει τὴν αἱρετικὴ ψευδοσύνοδο ὡς ὀρθοδοξωτάτη.
Ἕκαστος ἐνώπιον τῶν εὐθυνῶν του
            Νοιώθουμε τὴν ἀνάγκη νὰ σᾶς ἀπευθύνουμε μία τελευταία ἔκκληση θέσις σας εἶναι «ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῆς», ἀναλογισθεῖτε τὶς τρομακτικὲς εὐθύνες πούἔχετε ἐνώπιον Θεοῦ καὶ ἀνθρώπωνὩς Ἱερὰ Κοινότητα καὶ ὡς Καθηγούμενοιὅσοι ἀπὸ ἐσᾶςμὴ γένοιτοὑποκύψετε ἀποδεχόμενοι τὶς ἀποφάσεις αὐτῆς τῆς ΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ψευδοσυνόδουκαὶ ἐξακολουθήσετε -ἐν συνειδήσει πλέοννὰ μνημονεύετε ἕναναἱρετικὸν πατριάρχηἂς γνωρίζετε ὅτι ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως θὰ εἶσθε ἀναπολόγητοικαθότι
            Μὲ τὴν στάση σας θὰ ἔχετε διαιρέσει τὴν ἁγιορειτικὴ μοναστικὴ κοινότητα
            Συνακόλουθαθὰ εἶσθε ἐσεῖς ὑπεύθυνοι δημιουργίας σχισμάτων καὶ ὄχι ὅσοι ἁπλῶς θέλουν νά παραμείνουν ὀρθόδοξοι.
            Θὰ ἔχετε καταστρέψει τὴ χιλιόχρονη ἑνότητα ὀρθοδόξου μαρτυρίας τοῦ Ἱεροῦ ἡμῶν Τόπου. 
            Τέλος, ἡ ἀντιπατερικὴ αὐτὴ πορεία θὰ ὁδηγήσει στὴν ἀπαξίωση, δυστυχῶς, τοῦ (ἐπισήμου-θεσμικοῦ) Ἁγίου Ὄρους, στὰ μάτια τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ τοῦ Θεοῦ, καθιστῶντας το σκότος ἀντί, ὡς ὤφειλε, φῶς τοῦ κόσμου (πρβλ. “Φῶς μοναχοῖς ἄγγελοι, φῶς κοσμικοῖς μοναχοί”, Κλῖμαξ, Λόγος 26Α, 25).
            Ἴσως ὁ λόγος μας νὰ σᾶς στεναχωρήσει, ἴσως φανεῖ σκληρὸς καὶ ἐλεγκτικός, ἀλλὰ ἂς γνωρίζετε ὅτι δὲν ἔχουμε οὐδεμία ἐμπάθεια πρὸς τὰ θεοτίμητα πρόσωπά σας. Εἶναι ἀποτέλεσμα πόνου καὶ ἀγάπης γιὰ τὴν Ὀρθόδοξο πίστιν μας. Ὁ λόγος τῆς ἀληθείας, εἶναι λόγος Χριστοῦ, καὶ εἶναι δίστομος μάχαιρα, γιατὶ πρέπει πάντα νὰ ὀρθοτομεῖ. Παρακαλοῦμε λοιπὸν τὴν ἀγάπη σας νὰ μελετήσετε ὅσα σᾶς ἐπισημαίνουμε καὶ πατρικῶς νὰ συμπονέσετε, νὰ συμπροβληματιστεῖτε καὶ νὰ προχωρήσετε στὴ θεραπεία τοῦ κακοῦ. Ἀπὸ ἐσᾶς περιμένουμε νὰ ποιμαίνετε ἀγαπητικῶς καὶ ὄχι ἐξουσιαστικῶς: “ποιμάνετε τὸ ἐν ὑμῖν ποίμνιον τοῦ Θεοῦ, ἐπισκοποῦντες μὴ ἀναγκαστικῶς, ἀλλ᾿ ἑκουσίως, μηδὲ αἰσχροκερδῶς, ἀλλὰ προθύμως…τύποι γινόμενοι τοῦ ποιμνίου”. (Αʹ Πετρ. εʹ, 2-3)
            Ἅπαντες ἱστάμεθα ἐνώπιον τῶν εὐθυνῶν μας, ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Κριτοῦ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Ἱστορίας. Ἡ ἕως τοῦ νῦν ἀκολουθουμένη τακτικὴ ἔχει βοηθήσει στὴν ἀνεμπόδιστο ἐξάπλωση τῆς αἱρέσεως, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια. Ἀπὸ τὰ χέρια τῶν ὑπευθύνων θὰ ζητήσει ὁ Κύριος τό “αἷμα” τῶν ψυχῶν ποὺ τοὺς ἐμπιστεύθηκε. Στὴν κρίσιμη αὐτὴ στιγμὴ ἂς ἀναλογιστεῖ ἕκαστος τί εἴδους Ἅγιον Ὄρος θέλουμε νὰ παραδοθεῖ στὶς ἑπόμενες γενεές, καὶ τί εἴδους μοναχοὶ θὰ ἐγκαταβιώνουν σ’ αὐτό. Ἡ κατάντια τοῦ παπικοῦ μοναχισμοῦ ἂς μᾶς προβληματίσει...
            Ἐμεῖς ὡς ἁγιορεῖτες μοναχοὶ διαχωρίζουμε, πλέον, τὴ θέση μας ἔναντι τῆς ἕως τῆς σήμερον ἀκολουθουμένης πορείας. Δὲ συμφωνοῦμε οὔτε συνευδοκοῦμε, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἐπιθυμοῦμε τὴν συμπόρευση μὲ τὴν οἰκουμενιστικὴ ἀποστασία ἐκ τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν μποροῦμε νὰ συνεχίσουμε νὰ στραγγαλίζουμε τὴν ὀρθόδοξο συνείδησίν μας καὶ νὰ παριστάνουμε ὅτι δὲν καταλαβαίνουμε μὰ οὔτε καὶ νὰ δικαιολογοῦμε συνεχῶς τὰ ἀδικαιολόγητα, καλύπτοντας τὰ αἱρετικὰ φρονήματα τοῦ Πατριάρχου. Ἤρθαμε ἐκ νεαρᾶς ἡλικίας, κάποιοι ἀπὸ παιδιὰ ἀκόμη, στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀφήσαμε πίσω γονεῖς, οἰκείους, σπουδές, ἐργασίες, μήπως γιὰ νὰ καταντήσουμε αἱρετικοὶ καὶ νὰ μᾶς σέρνει πίσω του ὁ κάθε ἀσεβὴς Πατριάρχης καὶ ἐπίσκοπος; Μὴ γένοιτο! Εὐχόμεθα ὁλοκαρδίως τὴν ἀλλαγὴ πορείας πλεύσεως, τῆς θεσμικῆς Ἀρχῆς τοῦ Ἀγίου Ὄρους, τὴν ἀπόκτηση τῆς χάριτος τῆς ὁμολογίας, τῆς ὁποίας δὲν ὑπάρχει μεγαλυτέρα, εἰδικὰ ἐν καιρῷ κηρυσσομένης αἱρέσεως.
            Κατόπιν, ὅλων τῶν ἀνωτέρῳ, πιστεύουμε ὅτι ἀνεδείχθη ἡ ἄκρα σοβαρότης τοῦ θέματος τῆς ἐν Κρήτῃ συνόδου καὶ τῶν σωτηριολογικοῦ χαρακτῆρος ἐπιπτώσεων ποὺ ἔχει γιὰ τοὺς πιστούς. Οὐδεὶς ἁγιορείτης δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶ τά φοβερὰ λόγια τῆς Κυρίας Θεοτόκου, ποὺ εἶπε στὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸ Ζωγραφίτη: “ ἔρχονται οἱ ἐχθροὶ ἐμοῦ καὶ τοῦ Υἱοῦ μου. Ὅμοιοι πρὸς τοὺς τότε ἑνωτικοὺς λατινόφρονες εἶναι οἱ, ὄντως πολὺ χειρότεροι ἐκείνων, σημερινοὶ οἰκουμενιστές. Ἐμεῖς ὡς ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ καὶ ἁγιορεῖτες μοναχοί, ἀκολουθώντας τοὺς ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, εἰδικὰ τὸν ἅγιο Κοσμᾶ τὸν Πρῶτο καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ ἁγιορεῖτες ὁσιομάρτυρες ἐπὶ Βέκκου, ἐφαρμόζουμε, ὅπως καὶ ἐκεῖνοι, τὸν ιεʹ Ἱερὸν Κανόνα τῆς Α´-Β´ ἐπονομαζομένης συνόδου ἐπὶ Μ. Φωτίου ἐν ἔτει (861) καὶ χάριτι θείᾳ προχωροῦμε εἰς τὴν ἐπιβεβλημένην διακοπὴν τῆς μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ πατριάρχου. Λυπούμεθα, διότι ἡ ὄντως ὀδυνηρὴ καὶ στενάχωρη αὕτη ἀπόφαση ὀφείλεται, καθ᾿ ὁλοκληρίαν, στὴ συνολικὴ αἱρετικὴ πορεία τοῦ Πατριάρχου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ, ἐπιστέγασμα τῆς ὁποίας εἶναι οἱ αἱρετικὲς ἀποφάσεις τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης.
            Τηροῦμε ὡς Ἁγιορεῖτες πιστὰ τὰ τῶν θεοφόρων Πατέρων:
            “Οἵτινες τὴν ὑγιῆ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσι τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν, μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδ᾿ ἀδελφοὺς καλεῖν”(ἁγ. Μάρκου Ἐφέσου, Ὁμολογία ἐν Φλωρεντία, Τὰ εὑρισκόμενα ἅπαντα τ. Α´, σελ. 422)
            ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἢ ὁ πρεσβύτερος͵ οἱ ὄντες ὀφθαλμοὶ τῆς Ἐκκλησίας͵ κακῶς ἀναστρέφωνται καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν͵ χρὴ αὐτοὺς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γὰρ ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οἶκον͵ ἢ μετ΄ αὐτῶν ἐμβληθῆναι͵ ὡς μετά Ἄννα καὶ Καϊάφα͵ εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός.” (Μ. Ἀθανασίου, P.G. 26, 1257)
              Τέλος, διευκρινίζουμε πρὸς πάντας, ὅτι ὁ ἐκκλησιαστικὸς ἀγώνας τὸν ὁποῖον ἀναλαμβάνουμε γίνεται πρωτίστως γιὰ λόγους σωτηριολογικῆς φύσεως, ἐμμένοντες πιστοὶ στὴν ἐκκλησιολογία τῆς ὀρθοδόξου πατερικῆς παραδόσεως, καὶ ἕνεκα τούτου, ἐντὸς τοῦ Σώματος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Δὲν προβαίνουμε εἰς σύστασιν ἑτέρας “ἐκκλησίας”, ἄπαγε τῆς βλασφημίας, οὔτε προσχωροῦμε σὲ κάποια παλαιοημερολογητικὴ ἐπισκοπικὴ παράταξη. Μένοντας πιστοὶ εἰς τὸ Σύμβολον τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, παραμένουμε ἁπλὰ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ καὶ ὁμολογοῦμε τὴ διαχρονικὴ ἁγιοπατερικὴ σωτήριο ἀλήθεια ποὺ παραλάβαμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Καταδικάζουμε καὶ ἀναθεματίζουμε τὴν Παναίρεση τοῦ Διαχριστιανικοῦ, Διαθρησκειακοῦ, Συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ, καθὼς καὶ τὶς ἀποφάσεις τῆς λεγομένης ΑκΜΣ. Ὅ,τι ἄλλο κυκλοφορήσει εἰς βάρος μας, θὰ ἀποτελεῖ κατάπτυστη συκοφαντία.
            Ἀγωνιζόμαστε μὲ τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν αἰσιοδοξία ὅτι πράττοντας καθηκόντως τὸ ἀνθρωπίνως δυνατόν, θὰ ἀξιωθοῦμε τοῦ ἐλέους τοῦ φιλανθρώπου Χριστοῦ καὶ ὅτι μὲ τὴ σκέπη τῆς Κυρίας Θεοτόκου, ἐφόρου τοῦ ἱεροῦ ἡμῶν τόπου, θὰ ἔρθουν καλύτερες ἡμέρες γιὰ τὴν φιλτάτη μας ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ καὶ τὴν πατρίδα μας τὴν ΕΛΛΑΔΑ. 
Μετὰ τοῦ προσήκοντος σεβασμοῦ.
ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ
   Υ.Γ.
Εντός ημερών θα δημοσιευθούν οι υπογραφές καθ’ότι η συλλογή συνεχίζεται. 




[1] Ἀντιφώνηση πρὸς τὸν πρόεδρο τοῦ Ἰρὰν MohamendKhatami στὶς 13/1/2002. “Ἐπίσκεψις”, ἀρ. 606, σελ. 2. Ἐφημ. "Ὀρθόδοξος Τύπος", 15/3/2002, "Ἐπίσκεψις", ἀρ. 563, σελ. 21.
[2]www.romfea.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=3117&Itemid=2, Ἐκκλ. Πρακτορεῖο Εἰδήσεων www.amen.gr 20/1/2013.
[3]Ἐφημ. “ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ”, 21/9/2003.
[4]Νέα Ὑόρκη, 28η Ὀκτ. 2009. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης παραλαμβάνει τὸ βραβεῖο "Μακκαβαίων" μὲ τὸ ὁποῖο τὸν “τίμησε” ἡ Ἑβραϊκὴ Συναγωγὴ τῆς πόλης.
[5]Λόγος Κατά Ιουδαίων, 2,4,6
[6]Ὁμιλία στὸ Μπαχρέϊν, στὶς 25/9/2000, “Ἐπίσκεψις”, ἀρ. 588, σελ. 16 καθὼς καὶ μήνυμα ποὺ ἔστειλε στοὺς Μουσουλμάνους ὅλου τοῦ κόσμου μὲ τὴν εὐκαιρία τοῦ Ραμαζανίου. Ρεπορτὰζ τοῦ Νίκου Παπαδημητρίου στὸ σταθμὸ “Flash” στὶς 16/12/2001.
[7]Ἀρχιμ. Βαρθολομαίου Ἀρχοντώνη, Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῶν Κανονικῶν Διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, Θεσ/κη 1970, σελ. 15.
[8]“Ἐπίσκεψις”, ἀρ. 423, 15/7/1989, σσ. 6-7.
[9]Πορίσματα Διορθόδοξου Συνεδρίου γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό, Θεσσαλονίκη 2004, περ. “Θεοδρομία”, τ. 4ο.
[10]http://entoytwnika.blogspot.com/2011/03/blog-post_28.html#ixzz1cja7kdc6
[11]Στεφανίδου Β., Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία, σελ. 711.
[12]“Ἐπίσκεψις” ἀρ. 640, 31/10/2004: “Κοινὸν ᾿Ανακοινωθὲν τῆς 13ης συναντήσεως μεταξὺ Θεολόγων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κων/πόλεως καὶ τῆς Εὐαγγελικῆς ᾿Εκκλησίας ἐν Γερμανίᾳ”.
[13]“Ὁμιλία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου ἐπὶ εὐκαιρίᾳ τῆς 60ης ἐπετείου ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως τοῦ Π.Σ.Ε.”, “Θεοδρομία” 1 (Ἰαν.–Μάρτιος 2008), σελ. 145.
[14]www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=816


2 Δεκ 2016 

ΠΗΓΗ:http://aktines.blogspot.gr/2016/12/blog-post_73.html#more