Σελίδες

Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2017

ΠΡΟΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥΣ! ''[...]ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἦταν ἄνθρωπος τῶν δακρύων, τῶν βασάνων καὶ τῆς θλίψε­ως. Ὁ Κύριος εἶπε· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε…» (Ἰω. 16,33).''

«Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».

[...] Ἀπὸ τὴν κούνια μέχρι τὸν τάφο ὁ βίος του ἦταν βίος θλίψεων.''

[...] Ἄρχισε διω­γμὸς καὶ συκοφαντία. Κακοὶ ἀρχιε­ρεῖς σὲ συμμαχία μὲ τὰ ἀνά­κτορα παρουσίασαν καταγ­γελία μὲ 22 κα­τηγο­ρίες (!) ἐναντίον του. Καὶ τὸν δίκασαν σὲ ἐκ­κλη­σιαστικὸ δικαστήριο. Ἂν σᾶς διαβάσω τὶς κατηγορίες, θ᾿ ἀγανακτήσετε.
Καὶ ἡ ἀπόφασις; Ἐξορία. 

[...]Ἡ κακία δὲν ἡσύχασε καί, στὴν τελευταία φάσι τοῦ δράματος, νίκησε. 

[...] σ᾽ ἕνα κόσμο ζοφερό, τοῦ ὁποίου κέντρο ἦταν ἡ διεφθαρμένη κλίκα τῶν ἀνακτό­ρων. Ἀπὸ ἐκεῖ εἶπε τὰ τελευταῖα του λόγια.

[...]Φορεῖ λευκά, προσεύχεται, καὶ κλείνει τὰ χείλη του μὲ τὰ λόγια ποὺ ἔλεγε πάντοτε· «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».

Τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Κσντιωτου
———-
———–

ΒΙΟΣ ΘΛΙΨΕΩΝ


«Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε» (Ἰω. 16,33)


Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἑορτάζει ἕνας μεγά­λος ἅγιος, ἑορτάζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Εἶνε ἐκεῖνος ποὺ ὅταν μιλοῦσε νόμιζε καν­εὶς ὅτι ἀπ᾽ τὸ στόμα του βγαίνει χρυσάφι κι ὅταν ἔ­παψε νὰ μιλάῃ ὁ κόσμος εἶπε ὅτι προτιμότε­ρο νὰ ἔσβηνε ὁ ἥλιος παρὰ νὰ κλείσῃ τὸ στό­μα του. Εἶνε ἐκεῖ­νος ποὺ τὴ νύχτα τῆς Ἀναστά­σεως ἀ­κούγεται ἡ ὁμιλία του «Εἴ τις εὐσεβὴς καὶ φιλό­θεος, ἀπολαυέτω τῆς κα­λῆς ταύτης καὶ λαμπρᾶς πανηγύρεως…» (Κατηχ. λόγ.), ἐκεῖνος ποὺ ὅλες σχε­δὸν τὶς Κυρι­ακὲς ἀ­κούγεται ἡ Λειτουργία του.
Νὰ τὸν ἐπαινέσουμε, νὰ τὸν ἐγκωμιάσουμε; Τὸν ἐγκωμίασε ἡ Ἐκκλησία μὲ τὰ ᾄσματα τῆς ἀκολουθίας του. Γιὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο γράφτηκαν βιβλία ὁλόκληρα. Ἐδῶ ἂς προσέξουμε μόνο μία ὄψι τῆς πολυκυμάντου ζωῆς του· ὅτι ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἦταν ἄνθρωπος τῶν δακρύων, τῶν βασάνων καὶ τῆς θλίψε­ως. Ὁ Κύριος εἶπε· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε…» (Ἰω. 16,33). Παιδιά μου, ὅσοι πιστεύετε σ᾿ ἐμένα καὶ θέλετε νὰ βαδίσετε στὰ ἴχνη μου, θὰ δοκιμάσετε θλῖψι στὸν κόσμο. Κι ὁ λόγος του εἶνε ἀληθινός· τὸ βλέπουμε αὐτὸ στὸν βίο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου. Ἀπὸ τὴν κούνια μέχρι τὸν τάφο ὁ βίος του ἦταν βίος θλίψεων.

* * *

Νήπιο ἦταν, ὅταν
ὁ στρατηγὸς πατέρας του πέθανε καὶ τὸν ἄφησε ὀρφανό. Ὅσοι μείνατε ὀρφανοί, ξέρετε τί θὰ πῇ ὀρφάνια. Αὐτὴν λοιπὸν δοκίμασε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἀλλὰ εἶχε μητέρα ὑπέροχη, τὴν Ἀν­θοῦσα. Ἐκείνη, μολονότι ἦταν νέα, ὡραιοτάτη καὶ κληρονόμος μεγάλης περιουσίας, δὲν ἔμοιαζε μὲ μερικὲς ἀπὸ τὶς σημερινὲς γυναῖ­κες, ποὺ μόλις χηρεύσουν σπεύδουν σὲ δεύτερο καὶ τρίτο ἢ καὶ τέταρτο γάμο· ἔμεινε πιστὴ στὴ μνήμη τοῦ ἀνδρός της κι ἀφωσιώθηκε στὴν ἀνατροφὴ τοῦ μικροῦ Ἰωάννου. Γι᾽ αὐτὸ σήμερα, κοντὰ στὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, τιμοῦμε καὶ τὴ μητέρα του. Ἂν δὲν ὑπῆρχε αὐτή, δὲν θὰ ὑπῆρχε Χρυσόστομος. Δοκίμασε λοιπὸν τὴν ὀρφάνια ἀπὸ τὸν πατέρα.
Ἀλλ᾽ ἐνῷ ὁ μικρὸς Ἰωάννης διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα καὶ τὰ ἄλλα χαρίσματά του κ᾽ ἦταν τὸ καύχημα τῶν διδασκάλων του, μόλις τελείωσε τὶς σπουδές του κι ἄρχισε τὴν καριέ­ρα του ὡς δικηγόρος στὴν Ἀντιόχεια, δοκίμα­σε ἄλλη θλῖψι. Ἡ ἁγία μητέρα του δὲν πρόλα­βε νὰ δῇ τὴν ἐξέλιξί του· ἔκλεισε τὰ μάτια καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὸ μάταιο τοῦτο κόσμο σὲ ἡλικία 40 ἐτῶν. Ἔτσι ὁ Ἰωάννης δοκίμασε τὴν ὀρφάνια καὶ ἀπὸ τὴ μητέρα. Εἶχε ὅμως πίστι στὸ Θεὸ πού, ὅπως λέει ἡ Γραφή, «ὀρφανὸν καὶ χήραν ἀναλήψεται καὶ ὁδὸν ἁμαρτωλῶν ἀφανιεῖ» (Ψαλμ. 145,9). Θεὸς προστάτευσε καὶ τὸ ὀρφανὸ τῆς Ἀντιοχείας κατὰ τρόπο θαυμαστό.
Ὅταν πέθανε ἡ μητέρα του καὶ τὴν ἔθαψε στὸ κοινὸ μνῆμα μὲ τὸν πατέρα, ὁ Ἰωάννης δὲν ἔμεινε στὴν πόλι. Δὲν σκεπτόταν πλέον κοσμι­κά, μολονότι μποροῦσε νὰ ἔχῃ λαμπρὴ ἐξέλιξι. Πιστεύοντας στὰ ῥήματα τοῦ Ναζωραίου, ὅτι ὁ σκοπὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶνε τὰ λεφτὰ καὶ ἡ δόξα, μιὰ μέρα —ἂς τ᾽ ἀκούσουν οἱ πλούσιοι―, πούλησε ὅλη τὴν περιουσία του, τὴ μοίρασε στοὺς φτωχούς, κ᾽ ἔμεινε μόνο τὸ κορμί του καὶ τὸ ῥασάκι του. Στὸ ἑξῆς θὰ ζοῦ­σε μὲ φτώχεια, τὴν ὁποία διάλεξε ἑκουσίως.
Ἐν συνεχείᾳ, ἀπηλλαγμένος ἀπὸ βιωτικὲς μέριμνες, ἔφυγε στὴν ἔρημο, 25 ἐτῶν. Τὸ πλου­σιόπαιδο, ποὺ εἶχε ζήσει στὶς ἀνέσεις τῆς πόλεως, μπῆκε τώρα σὲ ἄσκησι μέσα στὶς σπηλιὲς ἐπὶ 5-6 ὁλόκληρα χρόνια. Ἐκεῖ γονάτιζε μπρο­στὰ στὸ Θεὸ καὶ προσευχόταν. Ἡ δίαιτά του ἦταν ἁπλῆ, πολὺ λιτή. Ἀσκήτευε καὶ σκληραγωγοῦσε τὸν ἑαυτό του, μελετώντας μέρα καὶ νύχτα τὰ ἱερὰ κείμενα τῆς ἁγίας Γραφῆς.
Ἀποτέλεσμα τῆς μεγάλης σκληραγωγίας ἦταν ὅτι ἀσθένησε. Δὲν ἦταν ἐκεῖ ἡ μανούλα του νὰ τὸν περιποιῆται. Ζοῦσε μὲ τὰ ἄγρια θη­ρία, σὰν τὸν Ἠλία τὸν Θεσβίτη καὶ σὰν τὸν Ἰ­ωάννη τὸν Πρόδρομο. Κλονίσθηκε λοιπὸν ἡ ὑ­γεία του καὶ παρὰ λίγο νὰ πεθάνῃ. Ἔπαθε ἕλκος στομάχου, καὶ ἡ ἀσθένεια αὐτὴ τὸν συν­ώδευε μέχρι τέλους. Ποτέ ὅμως δὲν γόγγυσε. «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν», ἔλεγε.
Μὰ περισσότερο ἀπ᾽ τὴν ὀρφάνια, τὴ φτώ­χεια, τὴν ἄσκησι καὶ τὴν ἀσθένεια, ὁ ἱερὸς Χρυ­σόστομος δοκίμασε ἄλλου εἴδους θλίψεις, ποὺ πολὺ τὸν στενοχώρησαν. Ὅταν ἔγινε ἱεράρχης ἔλαμψε μὲ τὰ χαρίσματά του. Ποτέ ἄλλοτε ὁ θρόνος τῆς Κωνσταν­τινουπόλεως δὲν δο­ξάστη­κε τόσο ὅσο ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του. Ἀλλὰ ἡ ἱκανότης καὶ ἡ ἐπιτυχία, τὸ θάρ­ρος καὶ ἡ παρρησία προκαλοῦν ἀντίδρασι. Καὶ ὅπως τὰ νυχτο­πούλια δὲν μποροῦν ν᾿ ἀν­τικρύσουν τὸ φῶς, ἔ­τσι καὶ ἄν­­θρω­ποι τοῦ σκότους δὲν ἀνέχθηκαν τὴ λάμψι τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ ἡ­­λίου. Ἄρχισε διω­γμὸς καὶ συκοφαντία. Κακοὶ ἀρχιε­ρεῖς σὲ συμμαχία μὲ τὰ ἀνά­κτορα παρουσίασαν καταγ­γελία μὲ 22 κα­τηγο­ρίες (!) ἐναντίον του. Καὶ τὸν δίκασαν σὲ ἐκ­κλη­σιαστικὸ δικαστήριο. Ἂν σᾶς διαβάσω τὶς κατηγορίες, θ᾿ ἀγανακτήσετε.
Καὶ ἡ ἀπόφασις; Ἐξορία. Τὸν συνέλαβαν, τὸν ἔβαλαν σὲ πλοῖο καὶ τὸν πέ­ρασαν στὴν ἀ­πέναντι ἀσιατικὴ ἀκτή. Ὅλη ἡ Πόλις ἦταν ἀνάστατη· κανένα μάτι δὲν ἔκλεισε, ὅλοι προσ­εύχονταν. Τὴν ἴδια ὅμως μέρα ὁ Χρυσόστομος ἐ­πέστρεψε ἐν τιμῇ καὶ θριάμβῳ. Πῶς; Τὴ νύχτα ἔγινε σεισμός! Σείσθηκε ὅλη ἡ Πόλις καὶ περισσότερο τὰ ἀνάκτορα. Σηκώθη­κε ἔντρομη ἀπ᾽ τὸν ὕπνο ἡ βασίλισσα Εὐδο­ξία, ἡ νεώτερη αὐ­τὴ Ἰ­εζάβελ τὴν ὁποία ἤλεγχε ὁ Χρυσόστομος γιὰ τὴν πολυτελῆ καὶ φαύλη ζωή της, ἔπεσε στὰ πό­δια τοῦ βασιλιᾶ καὶ τὸν παρακαλοῦσε· Στεῖλε νὰ ἐπαναφέρῃς τὸν Ἰωάννη, μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός, θὰ μᾶς σβήσῃ, καταδιώξαμε τὸν ἀθῷο. Πῆγαν πράγματι μὲ πλοῖα καὶ τὸν ἐπανέφεραν. Καὶ τὸ πρωὶ ὁλόκληρη ἡ Πόλις ὑποδέχθηκε ἐν θρι­άμβῳ καὶ ἐν­θουσιασμῷ τὸν ἅγιο ποιμενάρχη.
Ἀλλὰ δὲν ἔμεινε γιὰ πολὺ στὸ θρόνο. Ἡ κακία δὲν ἡσύχασε καί, στὴν τελευταία φάσι τοῦ δράματος, νίκησε. Ἐν καιρῷ νυκτὸς ὁπλοφόρα στρατεύματα, ποὺ ἔχυσαν αἷμα καὶ πάτησαν ἐ­­πὶ πτωμάτων, συν­έλαβαν τὸ Χρυσόστομο καὶ τὸν ὡδήγησαν σὲ νέα ἐξορία. Ὅσοι δοκιμάσατε τὴν ἐξορία καὶ τὴν ἀπαγωγή, μπορεῖ­τε νὰ καταλά­βε­τε τί ὑπέφερε ὁ ἅγιος. Ἄρχισε πορεία ποὺ βάσταξε πέντε μῆνες. Ἔφυγε ἀπὸ τὴν Πόλι, πέρα­σε ἀπέναντι στὴ Νικομήδεια, πέρασε τὸ Σαγγά­ριο, ἔφτασε στὴν Ἄγκυ­ρα πε­ζῇ παρα­καλῶ, μὲ συνοδεία στρατιῶτες – θηρία. Ἀπὸ ᾿κεῖ τὸν ὡδήγησαν στὴν Ἀραβισὸ καὶ στὴν Κουκουσό. Κι οὔτε ἐκεῖ σταμάτησαν. Τὸν ἀνάγ­κασαν νὰ συνεχίσῃ σὲ δύσκολο δρό­μο ἀκόμα μακρύτερα, πρὸς τὰ Κόμανα, ἕνα χωριὸ τῆς Ἀρ­μενίας. Ἐξαντλημένος –60 ἐτῶν πλέον– ἀπὸ τὴν ἄσκησι, τὸν κόπο, τὴν ἀσθένεια, ἐξαπέστειλε σὰ λαμπάδα ποὺ λειώνει τὶς τελευταῖες του ἀ­κτῖ­νες σ᾽ ἕνα κόσμο ζοφερό, τοῦ ὁποίου κέντρο ἦταν ἡ διεφθαρμένη κλίκα τῶν ἀνακτό­ρων. Ἀπὸ ἐκεῖ εἶπε τὰ τελευταῖα του λόγια.
Εἶνε συγκινητικὸ τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Ἔφτασαν σ᾿ ἕνα ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Βασιλί­σκου. Εἶχε πυρετό, ἀλλ᾽ οὔτε γιατρὸς οὔτε φάρ­μακο ὑπῆρχε. Τὰ χείλη του ψέλλιζαν προσ­ευχές. Τὴν νύχτα εἶδε ὅραμα. Ἦρθε ὁ ἅγιος Βασιλίσκος καὶ τοῦ λέει· «Ἀδελφὲ Ἰωάννη, θάρσει (ἔχε θάρρος), αὔριο θὰ εἴμαστε μαζί». Ὅ­ταν βγῆκε ὁ ἥλιος, τὸν παίρνουν καὶ τὸν ὁδηγοῦν πιὸ πέρα. Σὲ 10-15 χιλιόμετρα πέφτει. Ξαναγυ­ρίζει πίσω. Φορεῖ λευκά, προσεύχεται, καὶ κλείνει τὰ χείλη του μὲ τὰ λόγια ποὺ ἔλεγε πάντοτε· «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».

* * *

Τιμῶ, ἀγαπητοί μου, ὅλους τοὺς ἁγίους, ἀλ­­λὰ περισσότερο ἀπ᾽ ὅλους ἀγαπῶ τὸ Χρυσόστομο. Εἶνε ἕνας οἰκουμενικὸς διδάσκαλος. Ἂς τὸν στεφανώσουμε, ὄχι μὲ λου­λού­δια ἀλλὰ μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὴν προσευχή μας.
Ὅσες εἶστε μανάδες, δῶστε στὴν Ἐκκλησία τέτοια παιδιά. Οἱ ὀρφανοὶ παρη­γορηθῆτε ἀπὸ τὸν ὀρφανό. Οἱ φτωχοὶ παρηγορηθῆτε ἀπὸ τὸν ἑκούσιο φτωχό. Οἱ πλούσιοι μιμηθῆτε τὸ παράδει­γμά του. Κι ὅσοι φέρετε ῥάσο, πρὸ παν­τὸς οἱ ἀρχιερεῖς, μιμηθῆτε τὴν παρρησία του.
Τὸ εἶπε ὁ Χριστός· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕ­ξε­­τε». Τὸ εἶπε κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος· «Οἱ θέ­λον­τες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ διωχθήσον­­ται» (Β΄ Τιμ. 3,12). Τὸ βεβαιώνει σήμερα τὸ μαρ­τύ­ριο τοῦ Χρυσοστόμου. Δεῖξτε μου ἕναν ἅ­γιο ποὺ δὲν πέ­ρασε μέσα ἀπ᾽ τὸ καμίνι τῆς θλίψεως. «Διὰ πολλῶν θλίψε­ων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 14,22).
Ἂν θέλῃς νὰ ζῇς μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, θὰ πᾷς κόντρα μὲ ὅλους, καὶ θά ᾽νε μαζί σου ὁ Χριστός. Χίλιες φορὲς φτωχὸς μὲ τὸ Χριστὸ πα­ρὰ ἑκατομμυριοῦχος μὲ τὸ διάβολο. Χίλιες φο­ρὲς τί­μια ὑπηρέτρια παρὰ φαύλη καὶ ἀνήθικη κυρία. Χίλιες φορὲς διᾶκος καὶ καλόγερος μὲ Χριστὸ παρὰ πατριάρχης ποδοπατῶν θείους καὶ ἱεροὺς κανόνας. Χίλιες φορὲς ἐξόριστος καὶ στὰ μπουντρούμια γιὰ τὴν ἀλήθεια παρὰ ἄ­θλιος ῥασοφόρος κηρύττων τὸ ψεῦδος.
Ὁ Χριστὸς ν᾿ ἀναστήσῃ στὴν Ἐκκλησία μας ἱεράρχες τοῦ ὕψους τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, διὰ τῶν εὐχῶν τοῦ ὁποίου εἴθε ὁ Θεὸς νὰ ἐ­λεήσῃ πάντας ἡμᾶς· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Ἀρτεμίου Γούβας – Ἀθηνῶν τὴν 13-11-1966.