ΟΙ ΛΑΪΚΟΙ ΕΝ ΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΑΦΙΕΡΟΥΤΑΙ
ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΥΠΕΡ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΥΣ
ΚΛΗΡΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΥΣ
«Τη ελευθερία ουν η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε,
στήκετε, και μη
πάλιν ζυγώ δουλίας ενέχεσθε»
(Γαλ. 5, 1)
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ
ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ
Αναγκαία η
συζήτησις(*)
Ως πρεσβύτερος όχι μόνον δι’ άρθρων, δημοσιευμένων εκάστοτε
εις θρησκευτικά περιοδικά, αλλά και δι’ υπομνημάτων, απευθυνομένων προς την Ιεραρχίαν,
εξέφραζον τας σκέψεις και την ανησυχίαν μου δια τα εκκλησιαστικά ζητήματα. Εάν
δε ως πρεσβύτερος, πολύ περισσότερον τώρα, ότε κατά τας ανεξιχνιάστους βουλάς
του Θεού εγενόμην επίσκοπος, αισθάνομαι την ιεράν υποχρέωσιν απέναντι του Θεού
και ανθρώπων να μην σιωπώ, αλλά να εκφράζω τας σκέψεις μου και την ανησυχίαν
μου δια την κατάστασιν της Εκκλησίας. «Δια Σιών ου σιωπήσωμεν» (Ησ. 62, 1).
Αλλ’ είνε ανάγκη να είνε τις κληρικός δια να εκφράζη πόνον
και πόθους δια τα πράγματα της Εκκλησίας; Εκκλησία κατά τον ορισμόν της ορθοδόξου
Δογματικής δεν είνε μόνον η Ιεραρχία. Είνε και ο πιστός λαός, ο αισθανόμενος
και προσπαθών να βιώση τας χριστιανικάς αληθείας. Ο π ι σ τ ό ς
λ α ό ς, όστις εκ του υστερήματός του κτίζει ναούς και ιερά
θυσιαστήρια και συντηρεί ευαγή εκκλησιαστικά ιδρύματα, και ως μικρόν ποίμνιον
εν τη απίστω και μοιχαλίδι γενεά μας ακούει την φωνήν των ποιμένων του, αυτός ο
λαός, ο περιφρονούμενος υπό των κατά κόσμον σοφών και ισχυρών ως αμελητέα
ποσότης, έχει το δικαίωμα να πληροφορήται τι συμβαίνει εν τη Εκκλησία,
να εξωτερικεύη τα αισθήματά του, να εκφέρη την
γνώμην του περί του πρακτέου, και να μάχεται μετά των ποιμένων του υπέρ της Εκκλησίας.
Ουαί εις τους εκκλησιαστικούς ποιμένας, όταν ούτοι περιφρονούν την γνώμην του
λογικού ποιμνίου. Το Πνεύμα το Άγιον φωτίζει όλους τους πιστούς ανθρώπους.
Διό και η συμβολή του λαού εις το έργον της Εκκλησίας δεν
είναι μικρά. Ιδιώται ήσαν η Πρίσκιλλα και ο Ακύλας. Αλλ’ αυτοί εξέθεσαν ακριβέστερον την οδόν του Θεού
εις τον Απολλώ, διάσημον διδάσκαλον της Πρώτης Εκκλησίας. Και αυτοί εβοήθησαν
εις το έργον του Παύλου ουκ ολίγον (Πράξ. 18, 26 Ρωμ. 16, 3-4). Και ο θεόπτης και θεόπνευστος
Μωϋσής, ο μέγας νομοθέτης του Ισραήλ, ο λαβών επί του όρους Σινά τας δέκα
εντολάς, ο εις τοσούτον ύψος σοφίας και δόξης ανελθών, ήκουσε μετά προσοχής την
γνώμην του πενθερού του Ιοθόρ, ανδρός ασυγκρίτως κατωτέρου εξ επόψεως μορφώσεως
και αρετής, ησπάσθη την γνώμη αυτού, και συμφώνως προς αυτήν διερρύθμισε τα της
διοικήσεως του λαού (Εξ. 18, 13-27).
Ο Μωϋσής ήκουσε τον Ιοθόρ, και δια του παραδείγματός του
διδάσκει όλους τους ηγέτας των αιώνων, ότι και αυτοί δεν πρέπει να περιφρονούν
την γνώμην των μικρών. Ο Ιερός
Χρυσόστομος επίσης, εξ αφορμής του παραδείγματος του Μωϋσέως, διδάσκει τους ποιμένας
της Εκκλησίας να τείνουν τα ώτα και να
ακούουν τι λέγουν οι πιστοί, έστω και αν αυτοί δεν κατέχουν εξέχουσαν θέσιν εν
τη κοινωνία. Ιδού τι επί λέξει λέγει ο ιερός Πατήρ’ «Ακούσατε ίνα μάθητε, ότι
έκαστος συμβούλου δείται, κάν κατά Μωυσέα γένηται, και ότι τα τους μεγάλους
λανθάνοντα και θαυμαστούς τους ανθρώπους, τους μικρούς και ευτελείς πολλάκις
ουκ έλαθε… Έτσι γαρ, έστι και παρά ανθρώπω μικρώ και ευτελεί ευρεθήναί τι των
δεόντων, ο τω σοφώ και μεγάλω πολλάκις ουχ εύρηται (Ε. Π. Migne
51, 131-135).
«Δεδόσθω, λοιπόν, και τοις μικροίς παρρησία», καθώς κηρύττει
ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος» (Ε. Π. Migne 37, 84).
Δια ταύτα θεωρούμεν σφάλμα σοβαρόν, ότι η αριστίνδην Σύνοδος την συζήτησιν επί του
σχεδίου του νέου Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας περιώρισεν εις τον στενόν
κύκλου αυτού και ολίγων ακόμη προσώπων άλλος να μη γνωρίζη το περιεχόμενον του
σχεδίου. Εξ ακριτομυθίας όμως διέρρευσαν ωρισμέναι πληροφορίαι και προς τους έξω.
Σοβαρόν εκκλησιαστικόν περιοδικόν διεμαρτυρήθη εν κυρίω άρθρω δια την στεγανότητα των συνεδριάσεων της Συνόδου επί του φλέγοντος
θέματος της συντάξεως του νέου Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας. Παρετήρησεν
ορθώς το εν λόγω περιοδικόν ότι, όπως το σχέδιο του νέου Συντάγματος της Ελλάδος
ετέθη υπ’ όψιν όλου του Ελληνικού λαού και πας Έλλην πολίτης είχε το δικαίωμα να εκφέρη την
γνώμη του, ούτω και το σχέδιον του νέου Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος
έπρεπε να τεθή υπ’ όψιν του ευσεβούς λαού και πας πιστός, όστις πονεί δια τα
κακώς κείμενα εν τη Εκκλησία, να
εκφράση την γνώμην του. Αλλά τούτο, δυστυχώς, δεν εγένετο.
.
.
(*) Το παρόν εκυκλοφόρησεν εις ίδιον τεύχος επί τη συγκλήσει
της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, ήτις επρόκειτο να γίνη από 15 έως 29
Ιανουαρίου 1969, αλλ’ ανεβλήθη δια «τεχνικούς λόγους»
«ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΑ», ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ Ν. ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ, ΕΚΔΟΣΙΣ
ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΟΣ ‘’Ο ΣΤΑΥΡΟΣ’’, ΑΘΗΝΑΙ 1969, ΣΕΛ. 65