Σελίδες

Κυριακή 28 Μαΐου 2017

Ορθόδοξης αντίσταση στην παναίρεση του Οικουμενισμού εδώ και τώρα!

Ορθόδοξης αντίσταση στην παναίρεση του Οικουμενισμού εδώ και τώρα!

«Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ»
Είναι αλήθεια, ότι οι βαθύτερες και καθολικότερες ερμηνείες των Αγιογραφικών αληθειών οφείλονται στους Πατέρες. Η θεολογία τους υπερβαίνει τα όρια των επιστημονικών μεθόδων και βυθίζεται στη μυστική κοινωνία με το Θεό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αρνήθηκαν τη γνώση – επιστήμη.
Το θεολογικό πνεύμα – συνείδηση των Πατέρων συγκροτείται στην αναζήτησης της Θεϊκής αλήθειας, στηριζόμενο κυρίως στην Πίστη, αφήνοντας κατά μέρος εκείνες τις ανθρώπινες λογικές, που δεν έχουν θέση στην περιοχή – χώρο της Εκκλησίας.


Η κατανόηση των αληθειών της Γραφής εξαρτάται και από την πνευματική κατάσταση του ανθρώπου.
Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος γράφει σχετικά: «Τοις λόγοις των μυστηρίων, των εν τη Θεία Γραφή μη προσεγγίσης, χωρίς ευχής και αιτήσεως της παρά Θεού βοηθείας» (Ευεργετινός, τόμος Δ, Σελ. 311).
Την Κυριακή των Πατέρων η Εκκλησία ψάλλει (στιχηρά των Αίνων): «Εισδεξάμενοι την νοητήν λαμπηδόνα του Αγίου Πνεύματος» απεκάλυψαν το «μυστήριο της θεολογίας» και τούτο «Τρανώς παρέδωκαν τη Εκκλησία» (Δοξαστικό Αίνων).
Η σημερινή Ακαδημαϊκή (πανεπιστημιακή) θεολογία δεν έχει γνώμονα τις σταθερές των Πατερικών παραδόσεων. Δεν αποτελεί μια θεολογική δύναμη αποτροπής του Οικουμενισμού. Τείνει σταδιακά στην Προτεσταντική θέση: Μόνο η Αγία Γραφή (Sola Scriptura) βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση κάθε παράδοσης.

Σε διδακτορικές διατριβές βλέπουμε, ο Μ. Αθανάσιος να αποκαλείται «Ακραίος Αλληγοριστής», ενώ ο Γρηγόριος ο Θεολόγος τον αποκαλεί «ο αγιώτατος οφθαλμός της Οικουμένης». Από τη στιγμή που η Εκκλησία στα πρώτα της βήματα έπρεπε να οργανωθεί θεολογικά, την ανάγκη πνευματικής – θεολογικής ηγεσίας την κάλυψε η Πατερική Θεολογική λειτουργία, πρακτικά και θεωρητικά.
Με τη χάρη του Τριαδικού Θεού, οι Πατέρες, στα όρια της Εκκλησίας ανέλαβαν τον ανώτατο έλεγχο της θεολογικής οργάνωσης και λειτουργίας της ενώ παράλληλα αντίκρυσαν τα μεγάλα θεολογικά προβλήματα με την καθολική αντίληψή της.
Οι φωτεινότερες πνευματικές συλλήψεις τους (στην άσκησή τους) και η στάση τους απέναντι στην αιρετική αδιαλλαξία, έγιναν ο πνευματικός διευθυντικός άξονας της Εκκλησίας. Η πνευματική ευημερία του Εκκλησιαστικού σώματος έναντι του Θεού, οφείλεται στους Αγίους Πατέρες. Διαχρονικά, όλες οι κοινωνικές τάξεις και όλες οι ηλικίες μέσα στον Ορθόδοξο χώρο, χρησιμοποιούν τις προσευχές τους, τις ακολουθίες τους, την πρακτική τους. Έχουν οριοθετήσει Αγιογραφικά τα σύνορα της Εκκλησίας για αιώνες και έκτοτε, η Εκκλησιαστική ζωή βηματίζει στις γραμμές τους, ως μία διαρκής σύνοδος κλήρου και λαού. Αποτελούν – εκπροσωπούν, οι Πατέρες την θεολογική πλευρά της γενικότερης Εκκλησιαστικής αντίληψης.
Μέσα στην πορεία αυτή, για παράδειγμα, η αλληγορία της ξηρανθείσης Συκής (Συναγωγής), δεν έχει τη διαχρονική έγκριση της Εκκλησίας; Ίσως στις μέρες μας, λόγω της οικουμενιστικής αποστασίας της θεσμικής Εκκλησίας, η Ορθόδοξη υμνολογία της Μ. Εβδομάδος «αναθεωρηθεί»!
Να υπογραμμίσουμε, ότι η «σύγχρονη» ερμηνευτική υφίσταται διάθλαση πνευματική και απορρίπτει την διδασκαλία (αλληγορία) πολλών Πατέρων.
Η δε αρνητική κριτική (φιλοσοφία, υλισμός, ιδεαλισμός), την αλληγορία της Συκής την αντιμετωπίζει ανθρωποκεντρικά, ως μυθολογική ιστορία, χωρίς μεστό νόημα. Αναντίρρητα, με μόνη τη δύναμη της λογικής όρασης έχουν δημιουργηθεί πολλές ερμηνείες και, το χειρότερο, εκατοντάδες «εκκλησίες», είδωλα εκκλησιών κατά τον άγιο Αμφιλόχιο, επίσκοπο Ικονίου.
Απορρίπτει επίσης η «σύγχρονη» ερμηνευτική τη διδασκαλία των Πατέρων για το «Άσμα Ασμάτων».
Το υποβιβάζουν στα επίπεδα του εμπαθούς ανθρώπινου έρωτα. Η Εκκλησία οικειώθηκε το βιβλίο ως ιερό, διότι εκφράζει αλληγορικά τον αμοιβαίο έρωτα Θεού και πιστής ψυχής, Θεού και Εκκλησίας. Χωρίς αυτή την αλληγορία δεν θα ήταν δεκτό στο χώρο της Εκκλησίας. Δεν είναι δυνατόν, τόσοι Πατέρες να σφάλλουν, όπως: Θεοδώρητος Κύρου, Άγιος Αθανάσιος, Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, Άγιος Νεκτάριος ο Θαυματουργός, Άγιος Επιφάνιος Κύπρου και η Ε΄ Οικ. Σύνοδος.
Στην σύγχρονη επανέκδοση ερμηνείας της Θ. Λειτουργίας (1651) στο στίχο «Ου φίλημά σοι δώσω, καθάπερ ο Ιούδας» διαβάζουμε: «Το φίλημα, λέγει, οπού εγώ τώρα σου δίδω δια της φρικωδεστάτης σου ταύτης Μεταλήψεως, σου το τάσσω, Υιέ του Θεού και Θεέ μου, όχι δόλιον, όχι μαθητού φίλημα προδότου, αλλά φίλημα καθαρόν, φίλημα γνήσιον, φίλημα τεταπεινωμένον, συντριβής και κατανύξεως· «φίλημα ου στομάτων συνάφειαν, αλλ’ ευσεβούς ψυχής και σου του Θεού Λόγου Κοινωνίαν», εξηγείται ο Θεοδώρητος εις το Άσμα των Ασμάτων».
«Ουδέ γαρ σοφίας ανθρωπίνης δείται η Θεία Γραφή προς την κατανόησιν των γεγραμμένων, αλλά της του πνεύματος αποκαλύψεως» (Ομιλία ΚΑ΄ στη Γένεση), παρατηρεί ο Ιωάννης Χρυσόστομος.
Η Ερμηνευτική παρατήρηση – εξήγηση του Ι. Χρυσοστόμου στο χωρίο «Ατινα εστίν αλληγορούμενα» (Γαλ. Δ΄ 24), επιβεβαιώνει την Αγιοπνευματική υπόσταση της ερμηνείας του.
Αφού ο Ι. Πατήρ διατρέχει την ιστορική εικόνα και τη θεολογική αναφορά του Απ. Παύλου στις προδιατυπώσεις της Π. Διαθήκης (Σάρα – Αγαρ), έρχεται στον Προφήτη Ησαΐα και ερμηνεύει την αλληγορία (όπως την χαρακτηρίζει).
Τονίζει σχετικά: «Τις ουν η στείρα και τις η έρημος προ τούτου; Ουκ εύδηλον (φανερό) ότι η εξ εθνών Εκκλησία της του Θεού γνώσεως απεστειρημένη; Τις δε η του άνδρα έχουσα, ουκ εύδηλον ότι η συναγωγή;».
Αλήθεια, από πού πληροφορήθηκε ο Ι. Πατήρ, ότι πρόκειται για την «εξ Εθνών Εκκλησία» και για την «συναγωγή»;
Αναμφίβολα, το αόρατο χρονολόγιο της Ερμηνείας του είναι καρπός φωτισμού, νήψεως και προσευχής.
Σήμερα, οι «ερμηνευτικές σχολές» και οι Οργανωσιακές εκφράσεις της (Αδελφότητες, Σύλλογοι), γιατί σιωπούν στην Μετα-πατερικότητα της θεσμικής Εκκλησίας, που ψήφισε θετικά – υπέρ της «ψευδο-συνόδου» της Κρήτης;
Γιατί οι «Ερμηνευτικές σχολές», ορισμένων πανεπιστημιακών διδασκάλων, που ερευνούν σε βάθος τη Γραφή (όπως ισχυρίζονται), δεν την υπερασπίζονται έναντι του Οικουμενισμού που την διαστρεβλώνει;
Αυτές οι Οργανωσιακές αδελφότητες και οι «ερμηνευτικές σχολές», που αγαπούν τη γραφή και το κήρυγμα, δεν βλέπουν τον Οικουμενισμό στις Μητροπόλεις τους, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στην Θεσσαλονίκη με τον επίσκοπο κ. Άνθιμο;
Η Αγία Γραφή δεν ομιλεί περί φανερής ομολογίας και κολάσεως;
Είναι ανάγκη, οι «Ανώνυμοι» των ιστολογίων, να εμφανίσουν ένα νέο, επώνυμο πρόσωπο, Ορθόδοξης αντίστασης στην παναίρεση του Οικουμενισμού.
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ