Σελίδες

Κυριακή 2 Ιουλίου 2017

Καθηγούμενος Ι.Μ. Δοχειαρίο,υ Γρηγόριος: ''Η ενότης εν τη Ευχαριστία''




Η ενότης εν τη Ευχαριστία
Αρχιμ. Γρηγόριος,  Καθηγούμενος Ι.Μ. Δοχειαρίου Αγίου Όρους
Τὰ τελευταῖα χρόνια οἱ τὰ πάντα καλῶς θεολογοῦντες ὁμιλοῦν ὅτι ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι στὴν Εὐχαριστία καὶ ὑπάρχουν συγγραφὲς οἱ ὁποῖες ἀναπτύσσουν τὸ θέμα αὐτό. Δὲν ἀρνούμαστε αὐτὴν τὴν φοβερὴ ἀλήθεια καὶ δεχόμαστε μετὰ πάσης πίστεως καὶ φόβου Θεοῦ ὅτι μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ φοβερὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας φαίνεται ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως πολὺ σωστὰ τονίζει καὶ ἐπισημαίνει ἐπίσημα ἡ σύνοδος τῶν προκαθημένων ἐν τῇ νήσῳ τῇ καλουμένῃ Κρήτῃ. Παρακολουθώντας ὅμως καὶ συμμετέχοντας στὸ ὕψιστο αὐτὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ὅλοι διερωτώμεθα: Ποιά θεία Εὐχαριστία; Αὐτὴ ποὺ τελεῖται ἀπὸ ἕναν ἁπλὸ λευΐτη στὰ ἀπομακρυσμένα χωριὰ τῆς χώρας μας ἢ αὐτὴ ποὺ ἐπιτελεῖται ἀπὸ σμῆνος ἀρχιερέων σὲ πανηγύρια καὶ ὀνομαστήρια; 

Σ᾽ αὐτὲς τὶς Λειτουργίες πῶς νὰ φανῆ ὁ Χριστὸς μέσα ἀπὸ τὰ χρυσοποίκιλτα στέμματα, ἄμφια, κινήσεις καὶ φωτογραφίσεις; Ποιός κάνει στὴν ἄκρια ἀπὸ τοὺς δεσποτάδες νὰ φανῆ ὁ Χριστός, ὅταν μέσα βαθιὰ στὴν καρδιά τους ἔχει ριζώσει ἡ πίστη ὅτι αὐτοὶ ἵστανται εἰς τόπον καὶ τύπον Χριστοῦ, καὶ δὲν εἶναι ἁπλοὶ διακονητὲς τοῦ φρικτοῦ μυστηρίου; Ἔλεγε ὁ ὅσιος Ἀμφιλόχιος: «Μέσα σ᾽ αὐτὰ τὰ συλλείτουργα χάνω τὸν Χριστό, χάνομαι κι ἐγώ».
Κανεὶς δὲν ἐνθυμεῖται ὅτι μέχρι τὸν ΙΣΤ΄ αἰῶνα ὁ ἀρχιερεὺς ἀπέθετε ὅλα τὰ μπιχλιμπίδια καὶ λειτουργοῦσε σὰν ἁπλὸς πρωτόπαπας. Μεγαλοπρεπέστατα ἀκούγονται «Εἰς πολλὰ ἔτη» ἀπὸ τὴν μιά, «Μνησθείη Κύριος τῆς ἀρχιερωσύνης σου» ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ἐντελῶς ἄτονα καὶ στραγγαλισμένα ἀκοῦς τὸ «Κύριε, ἐλέησον», τὴν πιὸ μεγάλη αὐτὴ προσευχὴ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἕνας περιβόητος μουσικὸς τῆς Θεσσαλονίκης ἔλεγε τόσο μακρόσυρτο τὸ «Εἰς πολλὰ ἔτη», ποὺ ἄθελά σου ἔβγαζες κακότροπα: «Ἐπιτέλους, σκάσε», καὶ ἤτανε νὰ λυπᾶσαι καὶ αὐτὸν ποὺ τὸ ἔλεγε καὶ αὐτὸν ποὺ τὸ ἄκουγε. Πότε φάνηκε σημεῖο θεοφανίας μέσα σ᾽ αὐτὰ τὰ συλλείτουργα; Παρακολουθώντας τα, νιώθεις σὰν νὰ πέφτη χαλάζι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ κρύβγεσαι, γιὰ νὰ φυλάξης τὴν κεφαλή σου. Καὶ ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ δείξουμε τὸ βυζαντινὸ μεγαλεῖο! Μάλιστα καὶ ὁ Σμέμαν, ποὺ σφόδρα τὸ ἀποστρεφόταν, λειτουργοῦσε μὲ μίτρα χρυσοποίκιλτη. Εἶχε μάθει πολὺ καλὰ τὴν ἑλληνικὴ παροιμία: «Ὅπως μὲ τιμᾶ τὸ ροῦχο μου δὲν μὲ τιμᾶ ἡ μάννα μου». Ἂν αὐτὴ εἶναι ἡ βυζαντινὴ μεγαλοπρέπεια… ρῦσαι ἡμᾶς, Κύριε.
Διάκονος στὴν ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν ἑτοίμαζε τὰ τῆς χειροτονίας ἐπισκόπου. Ὁ ὑποψήφιος μὲ μιὰ τσαντούλα βρέθηκε πρωΐ-πρωῒ στὴν μητρόπολη.
− Τί ἑτοιμάζεις, διάκονε;
− Τὰ τῆς χειροτονίας, πάτερ.
− Εἶναι καλὸς αὐτὸς ποὺ θὰ χειροτονηθῆ;
− Πάτερ μου, καλὸς λένε ὅτι εἶναι, ἀλλὰ ὅλοι τους, ὅταν φορέσουν τὰ χρυσᾶ καπέλα, δαιμονίζονται, καβαλικεύουν τὸ καλάμι, ὅπως λέμε στὴν πατρίδα μου.
Προχώρησε ἡ χειροτονία καὶ ὁ διάκονος ἐννόησε ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ ὑποψήφιος. Πρηνηδὸν ἐζήτησε συγγνώμη. Κι ὁ Ἱερόθεος, ἐπίσκοπος πιὰ Παροναξίας, τὸν ἐσήκωσε πάνω, λέγοντάς του:
− Γιατί ζητᾶς συγγνώμη; Ἐπειδὴ εἶπες τὴν ἀλήθεια;
Πόσο πιὸ ὠφελημένοι θὰ ἤμαστε, ἂν ἀκούγαμε ἀπὸ τὴν σύνοδο τῆς Κρήτης πῶς ἐπιτελεῖται ἡ θεία Εὐχαριστία, γιὰ νὰ φέρνη τὴν ἑνότητα στὴν Ἐκκλησία. Θὰ γυρίσουμε ἄραγε στὰ χρόνια τὰ εὐλογημένα ποὺ θὰ τελῆται ἡ θεία Λειτουργία ἀπὸ διακονητὲς τοῦ μυστηρίου καὶ ὄχι φανταχτερά, γιὰ νὰ προβάλλεται δῆθεν στὸν κόσμο ἡ βυζαντινὴ μεγαλοπρέπεια; Θὰ ἀφανιστοῦν ἄραγε οἱ περιττὲς ἐκφωνήσεις, ὅπως «τὸν τρισάγιον ὕμνον ἀναμέλπομεν» καὶ τὰ «Ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ», τὰ ὁποῖα λέγονται γιὰ νὰ διαφοροποιῆται ἡ Λειτουργία τοῦ ἐπισκόπου ἀπὸ τοῦ πρεσβυτέρου;
Καὶ ἐπιτέλους πότε θὰ σταματήση ἡ μητρόπολη νὰ εἶναι τὸ μιτάτο ποὺ θὰ ἁρμέγη τὶς ταλαίπωρες ἐνορίες; Στέρφα καὶ γαλάρια πρέπει νὰ ἁρμεχτοῦνε γιὰ τὶς πολλαπλὲς ἀνάγκες τῆς κάθε μητροπόλεως, ὅταν μάλιστα πρόκειται ὑψηλὰ πρόσωπα νὰ ἐπισκεφθοῦν καὶ νὰ φιλοξενηθοῦν στὴν ἐπισκοπή.
Συμπαθᾶτε με, νὰ συνεχίσω ὀλίγον τὸ χειρουργεῖο μὲ τὸ εὐλογημένο νυστέρι.
Μητροπολίτης ἔλεγε ὅτι δὲν ὑπάρχουν ἐμποδισμένοι τῆς ἱερωσύνης, γιατὶ τὸ μυστήριο τῆς ἱερωσύνης συγχωρεῖ ἁμαρτίες(!). Τέτοιο πρᾶγμα δὲν μᾶς παραδόθηκε.
Ἕτερος ἑτοιμάζει τράπεζα ἡμέρα Παρασκευὴ καὶ Σαρακοστὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων μὲ ὅλα τὰ ἀρτύσιμα φαγητὰ καὶ παρακινεῖ ἐπίμονα τοὺς συνδαιτυμόνες νὰ ἀπολαύσουν τὸ συμπόσιο, γιατὶ εἶναι ἐπισκοπικὴ εὐλογία. Μόνον ἕνας βρέθηκε νὰ τοῦ πῆ ὅτι ἀπὸ τὴν μάννα μου παρέλαβα Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ ἀρτύσιμα νὰ μὴν τρώω, καὶ περιωρίστηκε σὲ μιὰ σαλάτα.
Ἐπίσκοποι βρέθηκαν τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς σὲ νησάκι τοῦ Ἀρχιπελάγους καὶ ὁ ταπεινὸς λευΐτης τοὺς προσκάλεσε νὰ λειτουργήσουν. Τοῦ ἀπήντησαν: «Ἐμεῖς δὲν ἤρθαμε ἐδῶ γιὰ Λειτουργίες· ἤρθαμε γιὰ παραθέριση»!
Ἀρχιεπίσκοπος μακαριστός, ποὺ ἔφεγγε φιλάνθρωπος καὶ ἐκήρυττε τὰ μέλλοντα −ὅτι ἀπὸ τοῦ χρόνου δὲν θὰ ἀγοράζουμε καρπούζι νὰ φᾶμε, ἀλλὰ φέτα καρπουζιοῦ− ὅταν ἐκοιμήθη εὑρέθη μὲ τριακόσια ξενόκουμπα διαμαντοκόλλητα καὶ στὴν οἰκία του ἐνοικιασμένους πίνακες ἀπὸ τὸ Μπενάκειο Μουσεῖο, γιὰ νὰ κοσμοῦν τὸν χῶρο του. Καὶ ὁ κοσμάκης τραβάει τὴν μιὰ ἄκρη τοῦ παπλώματος, γιὰ νὰ σκεπάση τὴν ἄλλη.
Σὲ μιὰ κωμόπολη συμμετεῖχα στὴν χειροτονία ἑνὸς παπᾶ. Ὅταν τελείωσε ἡ θεία Λειτουργία, ὁ ἐπίσκοπος αὐτός, ἀντὶ ἄλλου εὐχαριστῶ, εἶπε στοὺς ψάλτες: «Μοῦ φάγατε πέντε Εἰς πολλὰ ἔτη». Πῶς βρέθηκε αὐτὴ ἡ εὐχὴ νὰ ψάλλεται συνέχεια, καὶ μάλιστα μέσα στὴν θεία Λειτουργία, δὲν γνωρίζω.
Εἶχε καὶ φήμη ἀμνησίκακου ἀρχιεπισκόπου. Ἐγκαινιάζοντας ὅμως ἔκθεση βιβλίου καὶ βλέποντας σὰν πρῶτο βιβλίο τὴν βιογραφία τοῦ μακαριστοῦ προκατόχου του, ἐζήτησε ἀπὸ τὸν δείλαιο παπᾶ νὰ τὸ ἀποσύρη. Ὁ προκάτοχός του, πραγματικὰ ἀσκητικὴ μορφή, δι᾽ ἐπιστολῆς τοῦ συνέστησε κάποια πρόσωπα νὰ μὴ τὰ προχωρήση στὴν ἱερωσύνη, γιατὶ ἦταν ἐμποδισμένα. Εἰς πεῖσμα, καὶ δεσποτάδες τοὺς ἔκανε! Εἶναι βλέπετε συνήθεια τῶν τελευταίων ἀρχιεπισκόπων νὰ προάγουν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ καὶ τὴν καθαρίστρια τῆς ἐπισκοπῆς τους, ἀνεξέλεγκτα, ἀπερίσκεπτα. Κι ἂν δὲν ὑπάρχη μητρόπολη χηρευάμενη, κάποιο κομματάκι θὰ κόψουμε νὰ τοὺς δώσουμε, γιὰ νὰ ὑπάρχουν καὶ αὐτοὶ μητροπολίτες μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Αὐτὰ τὰ τελευταῖα φαινόμενα ἀποδυναμώνουν τὴν Ἐκκλησία κι ἔτσι ἡ διοικοῦσα Ἐκκλησία στερεῖται τόλμης σὰν ἐκείνης τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Ἀριμαθαίου, καὶ σιωποῦν οἱ ἐπίσκοποι καὶ ὅταν ἀκόμη ὁ λύκος ἁρπάζει τὰ πρόβατά τους μέσα ἀπ᾽ τὴν ἀγκαλιά τους. Ἔτσι, ἂν καὶ οἱ κρατοῦντες ἄθεοι καὶ διεστραμμένοι ρίχνουνε χαλάζι στὸ ποίμνιό τους, δὲν τολμοῦν νὰ ἀνοίξουν ἀλεξίβροχο νὰ τὸ προστατεύσουν. Αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ χειροπιαστὸ σημεῖο τῆς ἐγκαταλείψεως τοῦ ποιμνίου, τέλεια ἐξουθένωση τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος.
Ἀρχιεπίσκοπος βαρβάτος τὰ τελευταῖα χρόνια ἔλεγε σὲ συνεπίσκοπό του.
− Σὲ βλέπω τρεμάμενο νὰ μεταλαμβάνης καὶ διερωτῶμαι: Ἀλήθεια πιστεύεις ὅτι αὐτὸ τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ εἶναι σῶμα καὶ αἷμα Χριστοῦ;
− Ναί, τὸ πιστεύω!
Καὶ ἀκολούθησε εἰρωνικὴ κίνηση τῆς κεφαλῆς. Στὴν μητρόπολή του λειτουργοῦσε πολλὲς φορὲς καὶ δὲν μετελάμβανε!
Βάστα, Χριστέ, τὰ ξεκάρφωτα κεραμίδια, γιὰ νὰ μὴ μείνη ἀσκεπὴς ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ, τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, νὰ μὴ χάσουμε τὴν κληρονομιὰ ποὺ μᾶς ἀφῆκε ὁ δεσπότης Χριστός.

Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης