Σελίδες

Τρίτη 18 Ιουλίου 2017

Το β΄μέρος της ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ ιερομονάχου (της περιοχής), προς τον Μητροπολίτην Σιδηροκάστρου Μακάριον (σχετικά με τη δίωξη π.Φωτίου Τζούρα).



Ἀνοικτή ἐπιστολή πρός Μητροπολίτην Σιδηροκάστρου Μακάριον.

(συνέχεια από α' μέρος, που μπορείτε να διαβάσετε εδώ).

Ξεχωριστή θέση ἐντός τοῦ κειμένου τῆς Μητροπόλεως καταλαμβάνει ἡ παρακάτω παράγραφος: 
«Θά ἤθελα νά δηλώσεις πρός ὅλους ποία θά εἶναι ἀπό τοῦδε καί εἰς τό ἑξῆς ἡ ἀναφορά σου. Ποῖος θά εἶναι ὁ Μητροπολίτης σου, ποῖον θά μνημονεύεις καί ποῖον ἀντιμήνσιον θά χρησιμοποιεῖς, ποῦ θά ἐκκλησιάζεσαι, γιατί ἀκέφαλος καί ἀνεξάρτητος δέν μπορεῖς νά εἶσαι ἄν γνωρίζεις καλῶς καί τοῦς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας». Μικρός ὁ ὄγκος ἐν τοῦτοις μεγάλη ἡ θεολογική τραγωδία πού περιέχει.


            Διά νά γίνει ὅμως κατανοητό τοῦτο ἐπιτραπήτω νά δώσουμε κάποιες ἐπεξηγήσεις. 
Ἐκκλησιολογική αἵρεσις διδάσκεται ἐδῶ «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ», «Ζηζιουλισμός» ἡ ὀνομασία της. 
Σύμφωνα λοιπόν με τήν καινοφανή ταύτη διδασκαλία ὁ ἐπίσκοπος εἶναι αὐτός ὁ ὁποίος ἐκχωρεῖ τό δικαίωμα (!) εἰς τόν χειροτονούμενο πρεσβύτερο διά τήν τέλεσιν τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Ἐλλειματική (!) ἡ ἱερωσύνη τοῦ πρεσβυτέρου ἔναντι τοῦ ἐπισκόπου. Ὁ πρεσβύτερος λειτουργεῖ ὡς ἀντιπρόσωπος ἀντιπροσώπου δηλαδή τοῦ ἐπισκόπου του. Παπικῆς προελεύσεως πάντα ταῦτα. Πυραμιδική θεώρηση πού εἰσαγάγει τό Παπικό πρωτεῖο καί στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία. 
Διά νά μήν ὁμιλοῦμε ὅμως έκ κοιλίας προσκομίζουμε σαφεῖς ἀποδείξεις περί τῶν ἀνωτέρων. Τό κείμενο ἐδῶ εἶναι φειδωλό εἰς ἐκφράσεις, χρεία λοιπόν νά προστρέξουμε εἰς ἐγκύκλιο ἄλλης ἐπισκοπῆς, τοῦ ἰδίου πνεύματος, διά νά διασαφηνισθοῦν καί κατοχυρωθοῦν τά λεχθέντα. 
Ἡ Μητρόπολις «Φλωρίνης, Πρεσπῶν καί Ἑορδαίας» εἰς τήν ὑπ’ἀριθμ. Πρωτ.1151 ἐγκύκλιό της ἀναφέρει: «...ἔγινε καί ἡ πολύτιμη ἐκχώρησι ἀπό τόν χειροτονοῦντα ἐπίσκοπο στό χειροτονούμενον πρεσβύτερο τό δικαίωμα (sic) νά τελεῖ τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας». Εἶναι λοιπόν «δικαίωμα» ἡ τέλεσις τῆς Θείας Λειτουργίας πού ἐκχωρεῖται; Νά πῶς ὁ μοναχός Ἐπιφάνιος Καψαλιώτης εἰς τήν ἀπάντησί του εἰς ταύτην τήν ἐγκύκλιο ἐν προκειμένῳ ἀναφέρει: «καί μόνον αὐτή ἡ βλάσφημη θεώρηση τοῦ πρεσβυτέρου, πού ἀπειχεῖ τήν προαναφερθείσα παπική θεώρηση περί ἐλλειποῦς ἱερωσύνης τοῦ πρεσβυτέρου, ἀρκεῖ νά ὁδηγήσει σε καθαίρεσι τόν εἰσηγητή της!»


            Καί ἐπανερχόμενοι εἰς τήν ἐγκύκλιο ὅπου γράφεται «...Ὁ χειροτονῶν ἐπίσκοπος ὅμως κράτησε ἕναν ὀμφάλιο λῶρο ἁγίου συνδέσμου με τούς χειροτονουμένους ἀπό αὐτόν πρεσβυτέρους. Ποίος εἶναι αὐτός; Εἶναι ἡ μνημόνευσι τοῦ ὀνόματος τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου στήν τέλεσι ὁποιασδήποτε ἁγιαστικῆς πράξεως, πλήν τῆς κηδείας καί τοῦ μνημοσύνου. Δηλαδή ἀπό τήν τέλεσι ὁποιουδήποτε ἁπλοῦ ἁγιασμοῦ γιά τήν ἔναρξη τῶν σχολικῶν μαθημάτων ἤ τῆς νέας ποδοσφαιρικῆς περιόδου (!), μέχρι τήν τέλεσι τῶν μυστηρίων γάμου, εὐχελαίου καί τέλος τῆς κορυφῆς τῶν μυστηρίων τῆς χειροτονίας καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας ἀπαραίτητα μνημονεύεται ὁ ἐπίσκοπος»
Καί παρακάτω ἀναφέρει τό διατί τῆς μνημονεύσεως «...ἡ μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐπισκόπου, ὡς ἐγγύηση, γιά τά ὅσα τελοῦνται»
Πρόκειται περί μεγάλης θρασύτητος τῆς νέας ἐκκλησιολογίας τῶν Οἰκουμενιστῶν. Ὤστε ἡ ἐγγύηση τοῦ μυστηρίου δέν εἶναι ὁ Χριστός καί ἡ Ὀρθόδοξος πίστις ἀλλά ἡ μνημόνευσι τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐπισκόπου; Ἐξορίζεται λοιπόν ὁ Χριστός καί ἀντ’αὐτοῦ ὡς Θεός ἐνθρονίζεται ὁ ἐπίσκοπος; Ἄλλος Πάπας εἰς ἀνατολικήν ἔκδοσιν; Πῶς νά τά ἀνεχθεῖ ὅλα ταῦτα ἡ ὀρθόδοξη συνείδησι;

 

           
 Ὁ π.Ἐπιφάνιος ἐπιφέρει κάτι πολύ σημαντικό παρακάτω: 
«Ἡ περί μνημοσύνου θεωρία τοῦ Ζηζιούλα, πού ἀκολουθεῖ ὁ ὁμόφρων αὐτοῦ συντάκτης τῆς ἐγκυκλίου(θά ἐλέγαμε καί ἡμεῖς με τήν σειρά μας καί οἱ τῆς Μητρ.Σιδηροκάστρου), δίδει θεολογικό νόημα στήν μνημόνευση, ἐφ’ὅσον ἡ Θ.Λειτουργία, (ὅπως καί ὁποιοδήποτε ἄλλο μυστήριο) γίνεται στό ὄνομα τοῦ ἐπισκόπου (Ἰωάννου Ζηζιούλα, Εὐχαριστία καί Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, σελ.100 Σύναξη τ.51:«(αὐτό πού) πρέπει νά τονισθεῖ εἶναι ὅτι ἐνῶ οἱ πρεσβύτεροι μιᾶς τοπικῆς Ἐκκλησίας τελοῦν τήν Εὐχαριστία στό ὄνομα τοῦ τοπικοῦ ἐπισκόπου, ὁ ἐπίσκοπος τήν τελεῖ πάντοτε στό ὄνομα τοῦ δικοῦ του «πρώτου»…»Πράγματι, κατά Ζηζιούλα «Ὅποιος δέν μνημονεύει τόν ἐπίσκοπό του τήν ὥρα τῆς Εὐχαριστίας ἀποκόπτει τόν ἐαυτό του ἀπό τόν κατάλογο τῶν ζώντων. Γι’αὐτό καί Εὐχαριστία πού δέν τελεῖται στό ὄνομα τοῦ οἰκείου ἐπισκόπου ἤ τοῦ κατά παραχώρησή του προεξάρχοντος ἐπισκόπου εἶναι χωρίς σωστική σημασία γι’αὐτούς πού τήν τελοῦν» (ὅ.π. σελ.100).
            Χάνεται ἡ σωτηρία σύμφωνα με τήν οἰκουμενιστική (Ζηζιουλική) θεωρία ταύτη ὅταν δέν μνημονεύεται ὁ ἐπίσκοπος. Συστατικό μέρος λοιπόν τῆς Θ.Λειτουργίας ἡ διαμνημόνευσι τοῦ ὁνόματος τοῦ πρώτου. Ἄνευ αὐτοῦ ἡ ὅλη τελεσιουργία χάνει τόν σωτηριολογικό χαρακτήρα της, ἀποβαίνει ἕνα θέατρο σκιῶν καί οἱ συμμετέχοντες ἁπλῶς λαμβάνουν μέρος σε μία παράσταση καί μόνον. Ἄκυρα λοιπόν τά Μυστήρια καί ἐκτός Ἐκκλησίας ἐκσφενδονίζει τούς ἀποτειχισμένους ἐκ λόγου πίστεως ἡ ἐν λόγῳ Ζηζιούλειος θεωρία ταύτη, ἧς ἀκόλουθος καί πρεσβεύουσα τυγχάνει καί ἡ ὑπ’ἐξέτασι παράγραφος πού διεξερχόμασθε «…γιατί ἀκέφαλος καί ἀνεξάρτητος δέν μπορεῖς νά εἶσαι ἄν γνωρίζεις καλῶς καί τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας».


            Ἐντύπωση προκαλεῖ τό γεγονός ὅτι, παρότι τούς κατεχωρήθη εἰς τό κείμενο τοῦ πατρός Φωτίου τό συγκεκριμένο τμῆμα τοῦ ΙΕ` κανόνος τῆς Ά-Β` συνόδου, πάρα ταῦτα «διέλαθε» τῶν ἐγγραμμάτων ἤ καλύτερα ἠγνοήθη παρ’αὐτῶν, διότι ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει δέν βολεύει ὁ κανών οὗτος. Πρέπει ὀπωσδήποτε νά καθιερωθεῖ τό παπικό πρωτείο στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καθιστώντας οὕτω τόν πρώτο ἀλάθητο ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, ὑποχρεώνοντας τό ποίμνιο ν’ἀκολουθεῖ τόν ποιμένα του εἰς ὅποια δογματική ἀκροβασία καί ἄν συλλάβει ὁ ἑκάστοτε ἐπισκοπικός νοῦς. 
Ὁ ἐν λόγῳ κανών τούς ὀνομάζει ψευδοδιδασκάλους καί οἱ διακόπτοντες τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία τους (παύουν τό μνημόσυνο), δέν δημιουργοῦν σχίσμα, πρό συνοδικῆς διαγνώμης, ἀλλ’ἐλευθερώνουν τήν ἐκκλησία ἀπό τά σχίσματα καί ὡς Ὀρθόδοξοι πρέπει νά τιμηθοῦν. 
Καί ἐρωτοῦμε: ὁ κανών λέγει ὅτι πρέπει νά τιμηθοῦν ὡς Ὀρθόδοξοι, ἡ δική σας θεωρία Σεβασμιώτατε τούς θέλει ὡς ἀκέφαλους, ὁ κανών όνομάζει ψευδεπισκόπους καί ψευδοδιδασκάλους αὐτούς πού ἐσεῖς ὀνομάζετε ὡς κεφαλές καί μάλιστα εἰς τό κείμενό σας ἀναφέρεσθε εἰς τούς κανόνας τῆς Ἐκκλησίας. 
Ἀναγνωρίζετε παρακαλῶ τήν Ά-Β` σύνοδο τοῦ 861 ἐπί Μεγάλου Φωτίου ὡς ἔχει ἀναγνωρισθεῖ ἀπό τήν ἐκκλησιαστική συνείδησι καί περιέχεται εἰς τά κανονικά corpus ἤ ὄχι; 
Ἐάν ναί, τότε δυοῖν θάττερον. Ἤ ὁ κανών καί συνεπώς ἡ Ἐκκλησία πού τόν ἐθέσπισε κάνει λάθος ἤ ἡ αἱρετική Ζηζιούλειος (ἐπισκοποκεντρική) διδασκαλία πού ὑπηρετεῖτε ὑμεῖς καί ὅλοι οἱ προσκείμενοι καί ὁμόφρονές σας. Θέλουμε νά πιστεύουμε ἐκ συναρπαγῆς καί ὄχι ἠθελημένα. Παρά ταῦτα ἡ εὐθύνη ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων βαρύνη ἕκαστον. Ταῦτα πρός τό παρόν. Ἄν παραστεῖ ἀνάγκη θά ἐπανέρθουμε.


Ἔγγραφον ἐν Καστανούσῃ,
εὐρύτερη περιοχή Σιδηροκάστρου
Ἱερομόναχος Εὐγένιος

ὙΓ: Ἐπειδή γνωρίζουμε τήν τακτική τῶν Οἰκουμενιστῶν νά ἐξευτελίζουν τό πρόσωπο γιατί ἀδυνατοῦν ν’ἀπαντήσουν στά ἐπιχειρήματά του, πού εὐρήκε ἤδη ἐφαρμογή εἰς τήν τοῦ πατρός Φωτίου περίπτωσιν, διά τοῦτο προκαταβολικῶς δηλώνω ἀνάξιος. 
Παρακαλῶ ἡ ἀπάντησι νά ἐπικεντρωθῆ εἰς τά ἐπιχειρήματα πού παρέθεσα καί μόνον.