Σελίδες

Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2018

Η πολιτική διακονία κατά τον Γρηγόριο τον Θεολόγο

Image result for ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ


Η πολιτική διακονία κατά τον Γρηγόριο τον Θεολόγο
Νίκος Σακαλάκης,Μαθηματικός
Αναμφίβολα, είναι ανέφικτο στην ανθρώπινη φύση, με μόνη τη δύναμη της λογικής όρασης — και της πλέον οξύτερης — να καταστή­σει απόλυτα διαφανή τη διδασκα­λία της Γραφής και να πραγματώ­σει προσπέλαση στο μυστήριο της ένσαρκης οικονομίας του Χριστού, χωρίς θεϊκή παρέμβαση. «Πάντα γάρ τα του Θεού, υπέρ φύσινεισί και λόγον και έννοιαν» μας πληρο­φορεί ο Ιωάννης ό Δαμασκηνός, ενώ ο Μάξιμος ο Ομολογητής βε­βαιώνει πως: «Ουδέποτε ψυχή δύ­ναται προς γνώσιν εκταθήναι Θεού, ειμή αυτός ο Θεός, συγκαταβάσειχρησάμενος, άψηται αυτής και αναγάγει προς εαυτόν». Μια μόνο δέσμη ακτίνων λογικής όρα­σης υφίσταται (κατά χάρη) την ελάχιστη δυνατή ανθρώπινη διάθλαση στην πορεία προσέγγισης του μυστηρίου της Σαρκώσεως και δίνει μέσα στην Εκκλησία ασφαλή γνώση, στέρεα εδραιωμένη, αποτελεσματική και πρακτική, χωρίς βέ­βαια να έχει η δέσμη αυτή το χαρα­κτήρα του αλάθητου, που είναι θεανθρώπινο ιδίωμα. Είναι η όραση των Πατέρων της Εκκλησίας, των μεγάλων αυτών κανόνων της πίστης και ερμηνευτών της Ιερής Αποκάλυψης. Γι' αυτό και κάθε προσπάθεια της σημερινής χριστια­νοσύνης, για μια εμβάθυνση στο ρόλο των εξουσιών και στην έννοια της πολιτικής, θα πρέπει να έχει ολοσχερή συνειρμό με τη μαρτυρία των Πατέρων, με τη Θεολογία τους. «Χωρίς τους Πατέρες της Ανατολής, δεν μπορούμε να κατα­λάβουμε τέλεια τον Χριστιανισμό», παραδέχεται κάποιος μη Ορθόδο­ξος, ξένος λογοτέχνης.

Ανάμεσα στα πρόσωπα των Πα­τέρων, μεταξύ των πολύφωτων εκείνων αστέρων του νοητού στε­ρεώματος που με τη θεολογία τους κάλυψαν την οριζόντια και την κά­θετη διάσταση της ζωής, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος κατέχει, ως γνω­στό, μια επιφανή θέση. Η διδα­σκαλία του, μέσα στην οποία αντανακλάται η όλη χαρισματική εμπειρία και γνώση του, διακρίνεται όχι μόνο για τη θεολογική της αρτιότη­τα, αλλά και για το απαράμιλλο ηθικό, κοινωνικό και παιδαγωγικό της περιεχόμενο.
Ένα από τα σημεία εκείνα της διδασκαλίας του, στα όποια φαίνε­ται η χαρισματική ευρύτητα και το θεολογικό βάθος του Γρηγορίου, είναι και εκείνο πού αναφέρεται στο θέμα των εξουσιών. Χριστοκεντρική ανάλυση και ερμηνεία του μεγάλου αυτού θέματος μας δίνει ο Ιερός Πατέρας στην «Προς τους πολιτευομένους της Ναζιανζού» ομιλία του. Ένας λόγος που εκφω­νήθηκε με αφορμή μία διένεξη μεταξύ του λαού και του διοικητή της πόλης της Ναζιανζού. Η ομιλία αυτή, λαμπρό αμάλγαμα χρι­στιανικής σοφίας και ποιμαντικής δύναμης, δίνει την απάντηση σ' όλους εκείνους που είναι φορείς της χριστιανικά απαράδεκτης αντίληψης που αποκλείει τη συνύπαρξη Χριστιανισμού και πολιτικής. Θέ­λοντας ο μεγάλος αυτός Πατέρας της Εκκλησίας να ισορροπήσει τις αντίρροπες μεταξύ του λαού και άρχοντα δυνάμεις, θεμελιώνει τον λόγο του σε δυο βασικές συντεταγ­μένες:
Στην οριοθέτηση και στηνοηματοδότηση της σχέσης που πρέπει να υπάρχει ανάμεσα στους φορείς της εξουσίας και στο λαό, με κύριο στόχο τη δημιουργία κοινής πνευματικής βάσης που θα καταργήσει την αντίθεση και τη διαίρεση. Ως βάση θέτει την Εκκλησία, που χωρεί τα πάντα, χωρίς η ίδια να χωρείται από τίπο­τα (Εφεσ. Α', 23). Τονίζει πως σ' αυτή βρίσκει τη λύτρωσή του ο άνθρωπος απ' όλα εκείνα τα στοι­χεία που συνθέτουν την άρνηση, τη φθορά και τον θάνατο. Μέσα σ' αυτή όλα τα κτίσματα γίνονται μέ­τοχα της Τριαδικής ζωής και δό­ξας. Υπενθυμίζει πως έξω από το χώρο της, μακριά από το λόγο της και τις κατευθύνσεις της δεν μπο­ρεί να πραγματωθεί κοινωνία αγάπης, ειρήνης, αδελφοσύνης και δι­καιοσύνης. Υπογραμμίζει, τέλος, πως μόνο η Εκκλησία, λόγω της φύσης της και της αποστολής της, αγκαλιάζει όλον τον άνθρωπο και τη ζωή του. Γι' αυτό και ο ποιμενάρχης της Ναζιανζού δεν προσ­παθεί, απευθυνόμενος προς τον διοικητή της πόλης, να διαχωρίσει την πολιτική εξουσία από τη χριστιανικότητα. Δεν αναζητά διά­σταση μεταξύ χριστιανικής ζωής και εξουσίας, αλλ' αντίθετα! Θεω­ρεί πως ηφυσική κατάστα­ση της εξουσίας είναι ο συντονισμός της στη συχνότητα της Εκκλησίας. Έχοντας δε καθαρά στην αντίληψή του την πηγή των εξουσιών, το νόημα που έχουν στην αναφορά τους προς το Θεό, την αποστολή τους δηλ., ορίζει ως εξής σε ποιά σχέση πρέπει να βρίσκεται ο φο­ρέας με την έννοια και το ρόλο του:
«Ο νόμος του Χριστού σας θέ­τει κάτω από την εξουσίαν μου και κάτω απ' αυτό το βήμα. Διότι και ημείς εξουσιάζομεν. Θα προσθέσω δε και το ότι η ιδική μας εξουσία είναι μεγαλυτέρα και τελειοτέρα... Άρχεις μαζί με τον Χριστόν και διοι­κείς μαζί με αυτόν. Από εκείνον σου έχει δοθή το ξίφος... Είσαι εικών του Θεού και οδη­γείς με τα χέρια σου άλλην εικόνα, ή οποία διαμένει εδώ προσωρινώς και μεταβαίνει εις άλλην ζωήν, εις την οποίαν θα μεταβούμε όλοι... Το πιο θεϊκό πράγμα το όποιο διαθέτει ο άνθρωπος είναι το να ευεργε­τεί. Ημπορείς να γίνης Θεός χωρίς να κοπιάσεις καθόλου. Μη χάσης την ευκαιρίαν της θεώσεως!» (Ε.Π.Ε., τόμος 5ος, ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»).
Δεν είναι εφικτό, βέβαια, με μια μονοκοντυλιά, με την παράθεση μερικών φράσεών του, να έλθει στο φως όλος ο θησαυρός που κρύβεται μέσα στην ομιλία του. Μπορούν όμως τα παραπάνω λόγια του να μας δώσουν, συνοπτικά, όλο το φάσμα των αποχρώσεων της διδα­σκαλίας του γιατην έννοια και το περιεχόμενο της πολιτικής διακο­νίας. Παρατηρούμε πως η σκέψη του έχει απόλυτα κρυσταλλωθεί στην αντίληψη που θέλει την απρόσωπη εξουσία να πηγάζει από το Θεό και όχι από τους φορείς της. Γίνε­ται ακόμη καθαρά νοητό, ότι θέλει την πολιτική εξουσία να συντονίζει το σύνολο των κοινωνικών δραστηριοτήτων και να ρυθμίζει τις σχέσεις κάθε κοινωνικού καταμερισμού επάνω στην προοπτική της αιωνιότητας. Προβάλλει δηλ. ένα ύψιστο κριτήριο επιλογής καιιεράρχησης κοινωνικών στόχων. Θα πρέπει, κατά τον Γρηγόριο, η πολιτεία — η διευθυντική αυτή κοινωνική δρα­στηριότητα — να έχει πρώτο και άμεσο σκοπό την υπηρεσία του περί ανθρώπου θείου σχεδίου (Ρωμ. 13,4). Για να γίνει όμως το κριτήριο αυτό πράξη, για να έχου­με και κοινωνική κυριαρχία του Ευαγγελίου, απαιτείται η ύπαρξη χριστιανικής κυβέρνησης, η οποία θ' αναλάβει τον ανώτατο έλεγχο της κοινωνικής οργάνωσης και λει­τουργίας. Η ύπαρξη όμως μιας τέ­τοιας κυβέρνησης προϋποθέτει και την πολιτική ενεργοποίηση των ση­μερινών Χριστιανών, διότι από το Ευαγγέλιο η σημερινή ανθρωπότητα αναμένει τη λύση του κοινωνι­κού της προβλήματος.