Σελίδες

Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

Επίσκοπος Αυγουστίνος: Ἡ Ἑλλὰς κλαίει κάθε χρόνο μισὸ ἑκατομμύριο παιδιά.! «Φωνὴ ἐν Ἑλλά­δι ἠ­κούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ἑλ­λὰς κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς» (τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε αἰ­ώ­νιο)


—Ἐσὺ, τί σειρὰ ἔχεις;
―Εἶμαι ὁ τελευταῖος, δωδέκα­τος!…

Κυριακὴ μετὰ Χρ. Γέννησιν (Μτθ. 2,13-23)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστινου Καντιώτου


010_NVI2554

Γενοκτονια!

«Φωνὴ ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη…» (Ματθ. 2,18)



ΤΑ Χριστούγεννα, ἀγαπητοί μου, ποὺ μᾶς ἀ­ξίωσε ὁ Θεὸς νὰ ἑορτάσουμε, εἶνε ἡ ἀρ­χὴ τῶν ἑορτῶν. Ἐὰν ὁ Χριστὸς δὲν ἐγεννᾶτο, δὲν θὰ εἴχαμε ἄλλες ἑορτές. Καὶ σήμερα ὁ ἑορτασμὸς συ­νεχίζεται. Χαίρουν οἱ ἄγ­γελοι, ἡ ὑ­­περ­αγία Θεοτόκος, ὁ δίκαιος Ἰωσήφ, οἱ ποιμέ­νες, οἱ μάγοι, ὁ οὐρανός, τὸ ἀστέρι, τὰ βουνά, οἱ πηγές, ὅλη ἡ κτίσις. Ἕνας μόνο δὲν χαίρει· ὁ Ἡ­ρῴ­δης. Δὲν κοιμᾶται· συστρέφεται σὰν τὸ φίδι ἀπ᾽ τὴν κακία του. Λυπήθηκε, γιατὶ ἄκουσε ὅ­τι γεννήθηκε ὁ βασιλεὺς τοῦ κόσμου καὶ φο­βήθηκε πὼς αὐτὸς θὰ τοῦ πά­ρῃ τὴ βασιλεία.
Ταράχθηκε, ἀδίκως ὅμως. Πρῶτον μὲν διότι ὁ ἴδιος ἦταν γέρος πιά, 70 – 80 ἐτῶν, καὶ ἕως ὅ­του νὰ μεγαλώ­σῃ τὸ μικρὸ παιδάκι ὁ Χριστὸς καὶ νὰ διεκδικήσῃ βασιλικὰ δικαιώματα, αὐτὸς θὰ εἶχε πεθάνει – ὅπως καὶ ἔγινε· ὅταν ὁ Χριστὸς ἦταν τεσσάρων – πέντε ἐτῶν, ὁ Ἡρῴ­δης πέ­θανε. Ταράχθηκε ἀδίκως, δεύτε­ρον, δι­ότι ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ δὲ μοιάζει μὲ τὶς βασι­λεῖ­ες τοῦ κόσμου, ποὺ στηρίζον­ται στὰ ὅ­πλα καὶ τὴ βία· ἡ βασιλεία του στηρίζεται στὴν ἐλευθερία, τὴν ἀγάπη, τὴ δικαιοσύνη. Θρόνος τοῦ βασιλέως Χριστοῦ εἶνε οἱ καρδιὲς τῶν πιστῶν. Ταράχθηκε ἄδικα, τρίτον, δι­ότι, ἂν εἶ­νε θέλη­μα Θεοῦ νὰ γίνῃ κάτι (νὰ βασιλεύσῃ ὁ Χριστός), ποιός μπορεῖ νὰ πάῃ κόντρα; Ἀ­δύνατον νὰ ματαιώσῃ κανεὶς τὶς βουλές Του.

Ἀδίκως λοιπὸν ταράχθηκε. Καὶ ὄχι μόνο τα­­ράχθηκε ἀλλὰ καὶ «ἐθυμώθη λίαν» (Ματθ. 2,16). Για­τί θύμωσε; Διότι οἱ μάγοι, ποὺ τοῦ ὑποσχέθηκαν νὰ τοῦ ποῦν ποῦ βρίσκεται ὁ γεννηθεὶς βασι­λεύς, δὲν ἐπέστρεψαν (ἔλαβαν ἐντολὴ ἄνωθεν νὰ φύγουν γιὰ τὴν πατρίδα τους «δι᾿ ἄλ­λης ὁ­δοῦ»). Κι ὅταν εἶδε ὅτι «ἐνεπαίχθη ὑπὸ τῶν μά­­γων» (ἔ.ἀ. 2,12,16), ὠργίστηκε καὶ πῆρε τὴ φοβε­ρὴ ἀπόφασι νὰ ἐξοντώσῃ ὅλα τὰ βρέφη τῆς περι­οχῆς Βηθλεὲμ ἀπὸ δύο χρονῶν καὶ κάτω!
Καὶ ἡ ἀπόφασι ἐκτελέσθηκε! Ἄσπλαχνοι στρατιῶτες μπῆκαν μὲ τὰ μαχαίρια τους στὰ σπίτια καὶ τὶς καλύβες, ἅρπαζαν μέσα ἀπὸ τὶς ἀγκαλιὲς τῶν μανάδων τὰ ἀθῷα νήπια καὶ τὰ ἔ­σφαζαν σὰν ἀρνάκια μπροστὰ στὰ μάτια τους. Ὅσες εἶνε μητέρες, νιώθουν τὸ δρᾶμα. Τὰ βρέ­φη αὐτὰ εἶνε οἱ πρῶτοι μάρτυρες τοῦ χριστι­α­νισμοῦ. Σὲ 14.000 τὰ ὑπολογίζει ἡ παρά­δοσις.

* * *

Ἀλλὰ τὸ κακούργημα τοῦ Ἡρῴδη ἔχει συνέ­χεια, ἀγαπητοί μου. Καὶ σήμερα, σὲ αἰ­ῶνα «πολιτισμοῦ» καὶ «προόδου», ὁ Ἡρῴδης ξαναζῇ. Ὑ­­πάρχουν μάλιστα τώρα ἄλλοι χειρότεροι Ἡ­ρῷ­δες. Ἐκεῖ­νος ἔσφαξε τότε 14.000 νήπια· νέοι κα­κοῦργοι σφάζουν σήμερα πολὺ περισσότερα. Καὶ ἂν ἀπορῆ­τε, σᾶς λέω ὅτι καὶ μέσ᾿ στὴν ἐκ­κλησία ὡ­ρισμένοι εἶνε Ἡρῷδες, γυναῖκες καὶ ἄν­τρες ποὺ τὰ χέρια τους στάζουν αἷμα!
Ἐννοῶ τὶς ἐκτρώσεις. Τὰ βρέφη τῆς Βηθλε­ὲμ ἐσφάγησαν μὲ τὰ μαχαίρια τῶν στρατι­ωτῶν· σήμερα πλῆθος νήπια φονεύονται μὲ ἐρ­γαλεῖα ἀσυνείδητων γιατρῶν σὲ νοσοκομεῖα, κλινι­κὲς καὶ ἰατρεῖα. Διότι ὑ­πάρχουν γιατροὶ ποὺ σὰν ἄλλοι ἅγιοι Ἀνάργυροι προσφέρουν τὶς ὑ­πηρεσίες τους στὸν ἀ­­σθενῆ, ἀλλ᾽ ὑπάρχουν καὶ μερικοὶ ποὺ ἐγκλη­ματοῦν καὶ θὰ τοὺς ἄ­ξιζε παραδειγματικὴ τιμω­ρία. Ἡ ἔκτρωσι εἶ­νε ἔγκλη­μα ἐκ προμελέτης, φόνος ἀ­δυνάτου ὄν­­τος, ἀν­θρώπου μὲ δικαιώματα, ποὺ δὲν μπο­ρεῖ οὔτε νὰ ἀμυνθῇ οὔτε νὰ διαμαρτυ­ρηθῇ.
Τὸ κακὸ ἔχει λάβει ἔκτασι τρομακτική. Γιατρὸς ―ὄχι παπᾶς ἢ δεσπότης― καθηγη­τὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀ­θηνῶν, ποὺ γνωρίζει καλὰ τὰ πράγματα ἀπὸ στατιστικές (ἀστυνομί­­ας, δι­καστηρίων, κλινικῶν), ὑπολόγισε ὅτι οἱ ἐκ­τρώσεις στὴν Ἑλλάδα ξεπερνοῦν τὶς 400.000 τὸ ἔ­τος (σήμερα ὁ ἀριθμὸς εἶνε πολὺ μεγαλύτερος).
Καὶ οἱ συνέπειες εἶνε ὀδυνηρές. Μοῦ ἔλεγε ἐ­πιθεωρητὴς ἐπὶ τῇ βάσει στοιχείων ὅτι, ἐν σχέσει μὲ τὶς δεκαετί­­ες τοῦ ᾽50 καὶ τοῦ ᾽60, τὰ παιδιὰ τώρα ἔμειναν τὰ μισά· σχολεῖα κλείνουν λόγῳ ἐλλείψεως μαθητῶν. Μοῦ ἔλεγε καὶ ἀνώτερος ἀξιωματικὸς τοῦ στρατοῦ ὅτι, ὅταν ἡ Ἑλλὰς μεγαλουργοῦσε, μία κλάσις τοῦ νομοῦ Φλωρίνης εἶχε 1200 ἄντρες (ἀ­πὸ αὐ­τοὺς ἔγιναν οἱ φάλαγγες ποὺ πέρασαν τὸ Μοράβα)· τώρα; ὄχι μία κλάσις ἀλλὰ ἕνα ὁλόκληρο ἔτος δὲν ἀ­θροίζει περισσότερους ἀπὸ 200 ἄν­­τρες!
Ἂν θέλῃς, στὸ ση­­μερινὸ ῥη­τὸ «Φωνὴ ἐν ῾Ρα­μᾷ ἠ­κούσθη, θρῆνος καὶ κλαυ­θμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· ῾Ραχὴλ κλαί­ουσα τὰ τέκνα αὐτῆς» (Ματθ. 2,18) ἀντικατάστησε τὶς δύο λέξεις· ὅπου λέει «῾Ραχὴλ» καὶ «῾Ραμᾷ» γράψε «Ἑλ­λάς», καὶ κατόπιν διάβασε· «Φωνὴ ἐν Ἑλλά­δι ἠ­κούσθη, θρῆνος καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ἑλ­λὰς κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς» (τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε αἰ­ώ­νιο). Ἡ Ἑλλὰς κλαίει κάθε χρόνο μισὸ ἑκατομμύριο παιδιά. Κανένας ἐ­χθρὸς δὲ μᾶς σκότωσε τόσα παιδιὰ ὅσα σκο­τώνουμε ­ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μόνοι μας τὶς τελευταῖες δεκαετίες.
Γηροκομεῖο καταντήσαμε. Ὅπου νὰ πᾷς, δὲ βρίσκεις πλέον νέους ἀνθρώπους. Ἀπὸ τὴ μιὰ ἡ ἀποφυγὴ τεκνογονίας κι ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ μετα­νά­στευσι ἔθεσαν τὸ ἔ­θνος σὲ τροχιὰ πα­ρα­κμῆς. Ἑλλὰς δὲν εἶνε τὰ βουνὰ ἢ οἱ καμινάδες τῶν ἐργοστασίων, εἶνε τὰ παι­διά της· κι ὅταν δὲν ἔ­χῃ παιδιὰ καὶ νέους, παρακμάζει καὶ καταρρέει, τὴν ὥρα ποὺ ἄλλοι αὐξάνουν.
Ποιός φταίει; Φταῖνε βεβαίως οἱ γιατροὶ καὶ οἱ συνεργάτες τους, οἱ αὐτουργοὶ τοῦ ἐγκλήμα­τος. Ἀλλ᾽ ὄχι μόνο αὐτοί. Ὅ­­ταν ἡ γυναίκα μαζὶ μὲ τὸ σύζυγό της πηγαί­νουν καὶ πιέζουν τὸ γιατρὸ νὰ κάνῃ ἔκ­τρωσι, τὴν εὐ­θύ­νη φέρουν αὐτοὶ κυρίως· οἱ γονεῖς, πρὸ παντὸς ἡ μάνα, ποὺ μέσ᾿ στὰ σπλάχνα της κρατάει τὴ νέα ζωή, τὸ αὐριανὸ μέλλον, τὸ νέο κόσμο. Φταίει τέλος καὶ τὸ κράτος, ποὺ παραλογίζεται καὶ ἐπιχορηγεῖ τὴ γενοκτονία ὡς ἰατρικὴ ὑπηρεσία!
Πρέπει νὰ σταματήσῃ τὸ κακό. Ὅπως πᾶμε, ἐὰν δὲν ληφθοῦν μέτρα δραστικά, αὐτὸς ὁ τόπος θὰ ἐ­ρημωθῇ. Ἀκούω ὅμως ἀντίρρησι·
Μὰ ἂν κάνουμε παιδιά, πῶς θὰ τὰ ζήσουμε;… Ὀλιγόπιστε! ἐσὺ τρέφεις τὰ παιδιά; Ῥίξε μιὰ ματιὰ στὴ φύσι. Τὰ παιδιὰ τοῦ κόρακα τρέφει ὁ Θεός, καὶ τὰ παιδιὰ τῶν ἀνθρώπων δὲ θὰ θρέ­ψῃ; Ἀ­ναφέρω ἕνα ἀληθινὸ πε­ριστατικό. Ἦρθε στὴ μητρόπολι ἕ­νας ἀνώτατος ἀξιωματικὸς τοῦ ἑλληνικοῦ στρα­τοῦ. Μόλις κάθονται, ἡ πρώτη ἐρώτησί μου εἶνε· —Ἔχεις οἰκογένεια; —Ἔχω. —Πόσα παιδιὰ ἔ­χεις; —Δύο. ―Στρατηγὸς ἐ­σύ, μὲ καλὸ μισθό, μὲ αὐτοκίνητο κ.τ.λ., δύο μόνο; Ἂν δὲν κάνῃς ἐσὺ παιδιά, ποιός θὰ κάνῃ, ὁ τσο­πᾶνος κι ὁ γεωργός; ὤ συμφορά!… Ἔδειξε σὰ νὰ θύμωσε κ᾽ ἤθελε νὰ φύγῃ. —Κάτσε, τοῦ λέω· γιατί θυμώνεις; Ἐὰν ἐγὼ δὲ σοῦ κάνω τὴν ἐρώτησι αὐτή, ποιός θὰ σοῦ τὴν κάνῃ; Οἱ ἄλ­λοι σὲ θυμιατίζουν, ἐγὼ δὲ θυμιατίζω. Στὸ τέλος ὁ ἄν­θρωπος συγκινήθηκε καὶ μοῦ λέει· ―Ὁ πατέρας μου, πάμπτωχος γεωργὸς στὸ Μοριά, ἔσκα­βε τὴ γῆ, κλάδευε ἀμπέλια, μάζευε ἐλιές, ψάρευε στὴ θάλασσα. Καὶ πόσα παιδιὰ εἶχε, δέσποτα; ―Ποῦ νὰ ξέρω; ―Δώδεκα! ―Δώδεκα; ―Ναί. Κ᾽ ἐγὼ τί σειρὰ ἔχω; —Ἐσὺ θὰ μοῦ πῇς, στρατηγέ μου. ―Εἶμαι ὁ τελευταῖος, δωδέκα­τος!… Αὐτὰ εἴπαμε. Καὶ γιὰ νὰ μὴ νομίζετε ὅτι λέω παραμύθια, ἀναφέρω καὶ τὸ ὄνομά του, διότι πῆρα τὴν ἄδειά του· στρατηγὸς Μαυρο­ειδῆς, καὶ ἦταν σωματάρχης στὴν Κοζάνη.
Τὰ παιδιὰ εἶνε σὰν τὰ λαχεῖα. Παίρνεις δώδεκα λαχεῖα. Τὸ ἕ­να μηδέν, τὸ ἄλλο μηδέν…· τὸ δωδέκατο κερ­δίζει ἑκατομμύρια. Εἶνε ἥρωες ἀξιέπαινοι οἱ πολύτεκνοι. Προχθὲς ἦρθε στὴ μητρόπολι μιὰ νέα γυναί­κα καὶ ἔκλαιγε. —Τί ἔ­χεις; —Ἔχω τρία παιδιὰ κ᾽ εἶμαι πάλι ἔγκυος, ἀλλὰ ὁ ἄν­τρας μου μὲ πιέζει γιὰ ἔκ­τρωσι. Τοῦ εἶ­πα· «Τὸ κακούργημα αὐτὸ δὲν τὸ κάνω». Κ᾽ ἐ­πειδὴ δὲν ὑπέκυψα, μὲ πέταξε ἔξω νύχτα ὥ­ρα μέσ᾿ στὰ χιόνια. «Ἢ ἔκτρωσι, ἢ δὲ σὲ θέλω».
Ἀκοῦστε ὅμως τί εἶπε ἕνας ἐπιστήμονας τῶν Ἀ­θη­νῶν· Γυναίκα ποὺ γεννάει εἶνε ὑγιής. Ὅσο τὸ ποτάμι τρέχει, εἶνε καθαρό. Ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ ἐμποδίσῃς τὸ ῥεῦμα τῆς ζωῆς, κάπου θὰ χτυπήσῃ· στὴν καρδιά, στὰ νεῦρα, στὸ μυαλό; Καὶ τὸ πιὸ σοβαρό· πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς ποὺ κάνουν ἐκτρώσεις ἢ χρησιμοποιοῦν ἀντισυλληπτικά, παθαίνουν καρκίνο μήτρας καὶ μαστῶν.
* * *
Ὡς κληρικός, ἀγαπητοί μου, δὲν θὰ λύσω ἐ­γὼ τὸ δημογρα­φικὸ πρόβλημα. Σᾶς λέω μόνο, ὅτι ἡ ἔκτρωσι εἶνε ἁμάρτημα βαρύ, ποὺ ἀποκλείει τὴ θεία κοινωνία. Γυναῖκες καὶ ἄντρες ποὺ δι­απράττετε τὸ ἔγκλημα αὐτό, προσέξτε, μὴν τολμήσετε νὰ κοινωνήσετε. Κλάψτε, ἐξομολογηθῆτε, κάνε­τε κα­νό­να μετανοίας. Διαβάστε καὶ τὴν ἱστορία νὰ δῆ­τε ποιό ἦ­ταν τὸ τέλος τοῦ Ἡρῴδη ποὺ κατέκο­ψε τὰ νή­πια· ἐ­κεῖνα σήμερα εἶνε ἄγγελοι στὸν οὐρανό, αὐ­τὸς πέθανε λίγο μετὰ ἀπὸ τὴ σφαγὴ ὕστερα ἀπὸ φρικτὴ καὶ πολὺ ὀδυνηρὴ ἀσθένεια.
Ἄντρες! ἂν ἀγαπᾶτε τὴ γυναῖκα σας, τὸ μέλ­λον τῆς οἰκογενείας σας, τὴν εὐτυχία σας, βα­­δίστε σὰν ὀρθόδοξοι Ἕλληνες. Γυ­ναῖ­κες! μὴν ἀ­­κολουθεῖτε τὴ μόδα τῆς Δύσε­ως· θυμηθῆ­τε τὶς γιαγιάδες σας, κάνετε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὰ γεγονότα μιλοῦν καὶ πείθουν.

Μὴ μιμηθῇ καν­είς τὸν Ἡρῴδη. 

Ἂς λατρεύσουμε «ἐν πνεύμα­τι καὶ ἀληθείᾳ» τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν (Ἰω. 4,24)· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Κων/νου & Ἑλένης Ἀμυνταίου – Φλωρίνης τὴν 26-12-1973