Σελίδες

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2022

Κωνσταντίνος Γ. Καρακατσάνης, «Ποιος αποφασίζει για την ώρα του θανάτου του ανθρώπου;»

 




Κωνσταντίνος Γ. Καρακατσάνης, Πρώην Καθηγητής τής Πυρηνικής Ιατρικής, της Ιατρικής Σχολής τού Α.Π.Θ.: «Ποιος αποφασίζει για την ώρα του θανάτου του ανθρώπου;»

       «Κατά τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας, όπως αναγράφεται στη νεκρώσιμη ακολουθία, «της συμφυΐας ο φυσικώτατος δεσμός θείω βουλήματι αποτέμνεται», δηλαδή, «ο πολύ φυσικός σύνδεσμος της φυσικής συναφείας (ψυχής-σώματος) αποχωρίζεται με Θεϊκή θέληση» και «Κύριος θανατοί και ζωογονεί, κατάγει εις άδου και ανάγει» (Α΄ Βασιλειών, β, 6), δηλαδή «ο Κύριος θανατώνει και παρέχει (και διατηρεί) τη ζωή, κατεβάζει (τον άνθρωπο) στον άδη και επαναφέρει στη ζωή».

      Η ίδια σαφέστατη θέση, η οποία απηχεί και υπενθυμίζει τη διδασκαλία των μεγάλων Καππαδοκών Πατέρων, διατυπώνεται και στα ακόλουθα αποσπάσματα ευχών της Εκκλησίας μας: «Σον γαρ ως αληθώς και μέγα όντως μυστήριον, Δέσποτα των απάντων και ποιητά η τε πρόσκαιρος λύσις των σων κτισμάτων και η μετά ταύτα συνάφεια και ανάπαυσις η εις τους αιώνας», δηλαδή «Ιδικό Σου (είναι) αληθώς και μεγάλο πράγματι μυστήριο, Δέσποτα και δημιουργέ των απάντων και η πρόσκαιρη διάλυση των δημιουργημάτων σου και η μετά από αυτά συνένωση (της ψυχής με το αφθαρτισθέν σώμα) και αιωνία ανάπαυση», όπως και ότι «ο χρόνους μετρών τοις ζώσι, και καιρούς θανάτου ιστών,…», ότι δηλαδή «ο Κύριος (είναι αυτός), ο οποίος καθορίζει τα όρια της ζωής και την ώρα του θανάτου στους ανθρώπους).

      Με τη «δωρεά» των οργάνων του ο άνθρωπος προαποφασίζει ότι εις αόριστο και άγνωστο χρόνο θα «δωρίσει» τα όργανά του, όταν βρεθεί στην κατάσταση του «ΕΝ» υποκαθιστώντας έτσι το Θείο θέλημα του τερματισμού της επί γης ζωής του με το δικό του ανθρώπινο θέλημα.

      Πώς όμως γνωρίζει ο άνθρωπος σε ποια κατάσταση πνευματική θα ευρίσκεται, όταν θα καταστεί «ΕΝ»; Και εάν εκείνη την ώρα βρίσκεται σε πτωτική κατάσταση; Δεν θα ήθελε να έχει καιρό να ανανήψει;»

ΠΗΓΗ:  «ΕΚΓΕΦΑΛΙΚΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ – Ταυτίζεται με το θάνατο του ανθρώπου;», UNIVERSITY STUDIO PRESS, Β΄ έκδοση, σελ. 119-120