Σελίδες

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

ΣΤΩΜΕΝ ΜΕΤΑ ΦΟΒΟΥ…

                                                             


                                                        ΣΤΩΜΕΝ ΜΕΤΑ ΦΟΒΟΥ…

Η αποτείχιση αποτελεί αποκοπή από τον αιρετικό Επίσκοπο (τύπος Αντίχριστου), και όχι από την (τοπική) Εκκλησία!

Θέμα: Ο μεγάλος κίνδυνος της προσβολής των πτωχών και των «αργοπορούντων».

«Ἐὐλογημένα τ στόµατα τ διαμαρτυρόµενα κατ τν ντορθοδόξων νεργειν το Πατριάρχου κα ελογημέναι α γραφίδες α στηλιτεύουσαι τς ν τ Πίστει κροβασίας ατο.»(*)

(π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος)

 

Αδελφοί και Πατέρες,

Έχοντας κατά νου την συμβουλή του αββά Ποιμένος προς τον νεότερο και άπειρο στα πνευματικά αββά Αμμούν «Αν δεν μπορείς να κρατηθείς και να μη μιλήσεις, είναι προτιμότερο να χρησιμοποιήσεις τα λόγια των γερόντων κι όχι τα λόγια της Γραφής, γιατί υπάρχει μεγάλος κίνδυνος» [1], και εν προκειμένω· κίνδυνος «να σκοντάψουμε και ν’ αστοχήσουμε στην αλήθεια», να γίνουμε έτσι «ένοχοι σκανδάλου και βλάβης στους άλλους». Και επιπλέον, δίνοντας την κατάλληλη προσοχή στο ρηθέν υπ’ αυτού: «είναι προτιμότερο να χρησιμοποιήσεις τα λόγια των γερόντων» (δηλαδή των «εν ζωή» γερόντων· που ζουν εν τη Εκκλησία, βιώνουν την ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Της, κρίνουν δίκαια και ενεργούν με ευθύτητα χωρίς τον κίνδυνο «να σφάλουν»2), προχωρούμε (μετά φόβου) στην κατάθεση πατερικών αποσπασμάτων που αποκαλύπτουν τα περί προσβολής αυτών που και σήμερα «καθυστερούν» να φτάσουν στα κοινά τραπέζια, στις κοινές συνεστιάσεις, στα κοινά συμπόσια των μη αποτειχισμένων.

Η εκκλησιαστική ιστορία μετά από 150 χρόνια, θεωρούμε, πως θα γράψει για σχίσματα και διαιρέσεις (μη γένοιτο) μεταξύ αποτειχισμένων και μη αποτειχισμένων και όχι μεταξύ μνημονευόντων και μη μνημονευόντων. 

Ας έλθουμε λοιπόν στο κυρίως θέμα μας και στο πρώτο παράδειγμα προσβολής των πτωχών και των «αργοπορούντων», το οποίο βρίσκουμε σε ομιλία του ιερού Χρυσοστόμου πάνω στο ρητό: «ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΝΑ φαίνονται ανάμεσά σας αυτοί που αληθινά πιστεύουν» (ένα ρητό και ένας λόγος που σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη «δεν συμβουλεύει, αλλά προλέγει το μέλλον»3).

Σχετικά με την υπόθεσή μας, ο ιερός Πατήρ σημειώνει: «Οι πιο εύποροι τρώγοντας μόνοι τους παρέβλεπαν τους φτωχούς και δεν περίμεναν αυτούς που πολλές φορές έρχονταν αργότερα, επειδή τους κρατούσαν οι βιοτικές ανάγκες, όπως είναι οι ανάγκες των φτωχών, και αργοπορούσαν. Κι έτσι συνέβαινε, επειδή έρχονταν αυτοί αργότερα, να αναχωρούν καταντροπιασμένοι, αφού το τραπέζι είχε σηκωθεί, ενώ άλλοι προλάβαιναν, άλλοι όμως όχι λόγω της αργοπορίας τους» [3 /σελ. 269].

Δεύτερο παράδειγμα - κατ’ αντιστοιχία - βρίσκουμε μέσα στο Γεροντικό του Σινά. (Ενν. σχετικό με το ρητό· «Είναι προτιμότερο να χρησιμοποιήσεις τα λόγια των γερόντων»)

«1.  Ο μακάριος Αναστάσιος της Ραϊθού αναδείχτηκε τέλειος τόσο στην άσκηση των αρετών, όσο και στην ακριβόλογη διατύπωση των ορθοδόξων δογμάτων της καθολικής εκκλησίας. Έτσι με τη χάρη του Θεού πολλούς αιρετικούς που είχαν πλανηθεί σαν πρόβατα τους ξαναγύρισε με τη δύναμη του λόγου του στην ποίμνη του Χριστού. Κάποτε π.χ. δύο αιρετικοί αντάλλαζαν μαζί του ιδέες γύρω από την ορθή πίστη, οπότε τους ορκίζεται· «Αν νιώσω βαθιά μέσα στη συνείδησή μου πως υποστηρίζετε σωστές θέσεις, πέρα από κάθε διχογνωμία θα ‘ρθώ να μεταλάβω τη θεία κοινωνία μαζί σας». Κανόνισε, ώστε και εκείνοι να δώσουν τον ίδιο όρκο. Όταν άρχισαν να συζητούν, νίκησε φυσικά η αλήθεια κι έτσι το φως αποδείχτηκε φως και το σκοτάδι, σκοτάδι.

2. Όταν οι αιρετικοί, σύμφωνα με τη μαρτυρία της συνειδήσεώς τους, παραδέχτηκαν ότι ο γέροντας τα λέει σωστά, ζήτησε εκείνος να τηρηθούν οι υποσχέσεις. Τότε ο ένας πήγε και κοινώνησε, ο άλλος όμως όλο και το ανέβαλλε με την εξής δικαιολογία: «Ότι τα λες σωστά δεν αμφιβάλλω, είναι όμως οι συγγενείς στη μέση· δεν μπορώ λοιπόν να το πράξω αυτό». Κι ο μακαρίτης φλογισμένος από θείο ζήλο του αποκρίνεται· «Αγάπησες τη δόξα των ανθρώπων περισσότερο από την δόξα του Θεού. Γι’ αυτό ευλογημένος να ‘ναι ο Κύριος, ούτε σε τούτον τον κόσμο, ούτε στον άλλο θα ξανακοινωνήσεις πια». Και την επόμενη μέρα πέθανε ο δύστυχος. Ο Θεός τον τιμώρησε σύμφωνα με την απόφαση του γέροντα.» [1/ σελ.32-33].

Τρίτο παράδειγμα «αργοπορίας» βρίσκουμε και πάλι στο Γεροντικό του Σινά, αυτή τη φορά από γέροντες που μνημονεύονται ως «Ανώνυμοι». Ιδού: «Αφηγήθηκαν κάποτε οι πατέρες για έναν αδελφό ότι· «Όταν μια Κυριακή γινόταν ακολουθία ξεκίνησε να έλθει στην εκκλησία σύμφωνα με τη συνήθεια αλλά τον κορόιδεψε ο διάβολος λέγοντάς του· <Πηγαίνεις στην εκκλησία για να μεταλάβεις άρτο και οίνο και για να σου πούνε ότι αυτά είναι σώμα και αίμα Χριστού; Μην κοροϊδεύεσαι.>. Ο αδελφός υπάκουσε στο λογισμό του και δεν πήγε σύμφωνα με την συνήθεια στην εκκλησία, ενώ οι αδελφοί του τον περίμεναν· γιατί έτσι είναι η συνήθεια σε κείνη την έρημο, να μην τελούν την ακολουθία μέχρις ότου έλθουν όλοι».

Αδελφοί, λίγα λόγια ακόμη από την εν λόγω διήγηση, που βοηθούν την υπόθεσή μας κρίνονται απαραίτητα: «Αφού τον περίμεναν αρκετά και κείνος δεν ερχόταν, μερικοί απ’ αυτούς πήγαν στο κελλί του σκεπτόμενοι· <Μήπως είναι άρρωστος ή πέθανε ο αδελφός;>. Όταν ήλθαν στο κελλί τον ρωτούσαν· <Γιατί αδελφέ δεν ήλθες στην εκκλησία;». Όταν όμως αντελήφθησαν το φαύλο τέχνασμα του διαβόλου, οι αδελφοί τον υποχρέωσαν να τους ομολογήσει την επιβουλή του διαβόλου. Αυτός τους απάντησε· <Συγχωρήστε με, αδελφοί, γιατί ενώ ξεκινούσα όπως πάντα να έλθω στην εκκλησία, ο λογισμός μου μου λέγει ότι δεν είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού αυτό που πας να μεταλάβεις, αλλ’ είναι απλώς άρτος και οίνος. Αν λοιπόν θέλετε να έλθω μαζί σας, διορθώστε μου τον λογισμό για τη θεία λειτουργία>. Αυτοί του είπαν·…» [1/ σελ. 46-47].

Αγαπητοί αδελφοί, συνοψίζοντας εν τάχει τα περί αργοπορίας λεχθέντα  (συνδυάζοντας τα δύο σχετικά παραδείγματα)  μπορούμε με ασφάλεια να πούμε πως ο «πτωχός» που αργοπόρησε να φτάσει στην εκκλησία (στην συνηθισμένη ώρα) ήταν ο εν λόγω μοναχός. «Λστας λογισμος, περιπεσν  δμ, κλπη τν νον, τραυματισθες τν ψυχν, κα κειτο γυμνς ντιλψεως, οτε ερες  πρ το νμου προσσχεν ατ, οτε Λευτης μετ νμον πεδεν ατν, εμ σ  παραγενμενος Θες, οκ κ Σαμαρεας, λλ' κ τς Θεοτκου, Κριε δξα σοι.» (χος πλ. β'.)

Επίσης, ότι «οι αργοπορημένοι» μοναχοί, δηλαδή αυτοί «που πολλές φορές έρχονταν αργότερα, επειδή τους κρατούσαν οι βιοτικές ανάγκες, όπως είναι οι ανάγκες των φτωχών, και αργοπορούσαν», δεν είναι άλλοι από εκείνους που βγήκαν εκτός εκκλησίας, όχι γιατί είχαν κάποιο εκ δεξιά πειρασμό, αλλά για να επισκεφτούνε τον φτωχό μοναχό στο κελλί του προκειμένω να τον πείσουν, έστω κι αν καθυστερήσουν -  αργοπορήσουν.

Προσοχή χρειάζεται και σε αυτό το σημείο, μιας και τα κοινά δείπνα γίνονταν μέσα στην εκκλησία και μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, κάτι που σημαίνει ότι οι φτωχοί και οι αργοπορημένοι έχαναν κι αυτή τη Θεία Κοινωνία (το Δεσποτικό δείπνο), γιατί «οι ανάγκες των φτωχών», λόγω των εκ δεξιά πειρασμών ήταν πολλές και ποικίλες. Ο ιερός Χρυσόστομος σημειώνει: «Έγινε τότε στις εκκλησίες κάποια συνήθεια θαυμαστή. Συγκεντρωμένοι λοιπόν όλοι οι πιστοί μετά την ακρόαση του κηρύγματος, μετά τις προσευχές, μετά την κοινωνία των μυστηρίων, όταν διαλυόταν η σύναξη («της συνάξεως λυθείσης»), δεν αναχωρούσαν αμέσως για τα σπίτια τους αλλ’ οι πλούσιοι και πιο εύποροι φέρνοντας από το σπίτι τροφές και φαγητά καλούσαν τους φτωχούς και έκαναν κοινά τραπέζια, κοινές εστιάσεις, κοινά συμπόσια μέσα στην ίδια την εκκλησία, ώστε και από τη συμμετοχή στο τραπέζι και από την ιερότητα του τόπου και από παντού να δένεται η αγάπη τους και να γίνεται μεγάλη η ευχαρίστηση και μεγάλη η ωφέλειά τους… Αυτή λοιπόν τη συνήθεια, με το πέρασμα του χρόνου, οι Κορίνθιοι την διέφθηραν…»! Και συνεχίζει φανερώνοντας μία ακόμη ΠΡΟΣΒΟΛΗ: «Εσύ βέβαια νομίζεις, λέγει, ότι προσβάλλεις μόνο τον αδελφό, αλλά και ο τόπος μετέχει στην προσβολή. Γιατί περιφρονείς ολόκληρη την εκκλησία. Άλλωστε γι’ αυτό λέγεται εκκλησία, επειδή τους δέχεται όλους μαζί. Γιατί λοιπόν μεταφέρεις στην εκκλησία την ευτέλεια του σπιτιού σου; Αν περιφρονείς τον αδελφό, σεβάσου τον τόπο, γιατί και η εκκλησία προσβάλλεται.».  [3/ σελ. 267-269, 273].

Το τέταρτο και τελευταίο παράδειγμα (που εμφανίζει συνδυαστικά την ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ της καθολικής Εκκλησίας μας, τόσο των μη αποτειχισμένων, όσο και των αποτειχισμένων αδελφών μας, που μεν περιμένουν την επιστροφή των φτωχών και των αργοπορημένων, αλλά βιάζονται· «ο καθένας βιάζεται να φάει το δικό του δείπνο και άλλος να πεινάει, ενώ άλλος να μεθάει»3) βρίσκουμε στο Γεροντικό του Αγίου Όρους (Μεγίστη Λαύρα).

 Ένα παράδειγμα που διασαφηνίζει πλήρως τα της παρουσίας - εντός της εκκλησίας - τόσο των φτωχών όσο και των αργοπορημένων… Ένα ακόμη παράδειγμα που επιβεβαιώνει ότι: «(…) κενοι μως πού ξ ατίας κάποιας αρέσεως διέκοψαν τήν κοινωνία μέ τόν Πρόεδρό τους  πειδή κενος κήρυττε τήν αρεση δημόσια καί προκάλυπτα, ατοί λοιπόν χι μόνο δέν πόκεινται σέ Κανονικό πιτίμιο, λλά καί πρέπει, από τους Ορθοδόξους, νά τούς ποδοθε  τιμή πού τούς ξίζει. Διότι δέν ναντιώθηκαν σέ πισκόπους λλά σέ ψευδεπισκόπους καί σέ ψευδοδιδασκάλους δέν κατατεμάχισαν μέ σχίσμα τήν νότητα τς κκλησίας, λλά, προφύλαξαν τήν κκλησία πό σχίσματα» (15ος Κανών της ΑΒ΄ Συνόδου) [4].

Ιδού: «(…) Ο γέρο-Ηλιόδωρος ήταν παραγουμενιάρχης και υπηρετούσε τον ηγούμενο της μονής Νικόλαο, όταν το μοναστήρι μας ήταν ακόμα κοινόβιο. Σε μια ολονύκτια αγρυπνία βρισκόταν στο ιερό και ετοίμαζε τα θυμιάματα, για να θυμιάσουν οι ιερείς και διάκονοι, όταν θ’ άρχιζε η ενάτη ωδή που ψάλλεται η «Τιμιωτέρα των Χερουβίμ…».

Από τη θέση εκείνη του ιερού ο γερό-Ηλιόδωρος κάθε μέρα, όταν θ’ άρχιζε ο ψάλτης το «Αινούμεν, ευλογούμεν και προσκυνούμεν τον Κύριον», έβλεπε με τα μάτια της ψυχής, σαν όραμα, μια μαυροφορεμένη, μεγαλόπρεπη γυναίκα, που τη συνόδευαν δυο Άγγελοι με ολόχρυσο θυμιατό στο χέρι και θύμιαζε το ναό. Περνούσε δε, από τα στασίδια των μοναχών και θύμιαζε μέχρι που τελείωνε η «Τιμιωτέρα» και η ενάτη ωδή.

Μια μέρα ο ψάλτης πήρε πολύ ψηλά τα ίσα στις «Καταβασίες» και την ημέρα εκείνη η γυναίκα αυτή, που δεν ήταν άλλη παρά η Έφορος και προστάτις των μοναχών και του Αγιωνύμου Όρους, Κυρία και Δέσποινα Θεοτόκος και Αειπάρθενος Μαρία, δεν φάνηκε να θυμιάσει, όπως έκανε κάθε μέρα, επειδή τα ψηλά ίσα διώχνουν την κατάνυξη και την ευλάβεια.

Άλλη μέρα πάλι, στην αγρυπνία μετά το Απόδειπνο ο ευλογημένος αυτός Ηλιόδωρος βλέπει την Παναγία να θυμιάζει όλο το Ναό. Πήγαινε στα στασίδια των μοναχών, μερικά από τα οποία δεν είχαν μοναχούς και η Παναγία τα θύμιαζε, ενώ πολλά στασίδια που είχανε μοναχούς δεν τα θύμιαζε. Τούτο κίνησε την περιέργεια του Γέροντα Ηλιόδωρου και γεννήθηκε η απορία μέσα του, γιατί άραγε τα στασίδια που έχουν μοναχούς δεν τα θυμιάζει, αλλά θυμιάζει τα στασίδια που δεν έχουν μοναχούς; Με δάκρυα ο ενάρετος αυτός μοναχός παρακάλεσε την Παναγία να εξηγήσει την απορία του αυτή. Έτσι, μετά τριήμερη προσευχή παρουσιάστηκε στον ύπνο του η Παναγία και του είπε: «Ηλιόδωρε, μάθε πως τα στασίδια που είναι άδεια τα θυμιάζω, γιατί οι μοναχοί που κάθονται σ’ αυτά και παρακολουθούν τις ιερές προσευχές και Ακολουθίες βρίσκονται σε υπηρεσία και διακονήματα της μονής, αλλά κει που είναι και εργάζονται έχουν συνέχεια τον νου τους στην κοινή προσευχή που γίνεται εδώ στο ναό από τους άλλους αδελφούς κι έτσι συμπροσεύχονται κι εκείνοι απ’ εκεί που βρίσκονται. Αυτοί είναι εκείνοι που και οι ιερείς μνημονεύουν και λένε στις δεήσεις τους: «και υπέρ των δι’ ευλόγους αιτίας απολειφθέντων πατέρων και αδελφών ημών…», αυτούς κι εγώ τους βλέπω παρόντες, με τον νου, και τους θυμιάζω σαν να βρίσκονται στα στασίδια τους. Αυτοί έχουν διπλό μισθό. (…)» [5].

«Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΕΛΕΑ ΜΑΣ» (Αγία Σοφία της Κλεισούρας). Αμήν.

 

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

(Λίγα λόγια για την αποτείχιση (διακοπή μνημοσύνου) του μακαριστού π. Νικολάου Μανώλη, +18 Απρ. 2021)

«Χτίζω ένα τείχος εντός της εκκλησίας, Αποτείχιση, για να απομονώσω την αίρεση, ώστε να μην έχω καμία  πνευματική σχέση με αυτήν, να μην έχω πνευματική σχέση με τον Μητροπολίτη μου. Αυτό σημαίνει Αποτείχιση και μην ακούτε τους άσχετους που χρησιμοποιούν τους όρους Αποτείχιση και αποτειχισμένοι ειρωνικά και ότι δήθεν όσοι επιλέγουν την Αποτείχιση ή τη διακοπή της μνημόνευσης από την αίρεση θέτουν εαυτούς εκτός της εκκλησίας. Είναι ένα ψέμα αυτό που χρησιμοποιούν είτε από άγνοια είτε από δόλο. Ο όρος είναι παραδοσιακός και αναφέρεται στον σχετικό κανόνα για τη διακοπή μνημόνευσης, τον 15ο ιερό κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Είναι ένας κανόνας που δεν γράφτηκε για να είναι ανενεργός αλλά για να χρησιμοποιείται σε κάθε κρίσιμη στιγμή στη ζωή της εκκλησίας.» [6].

Δημήτριος Β. Εμμανουήλ, Ιεροψάλτης

Πτολεμαΐδα 8 Σεπτεμβρίου 2024

Σημειώσεις:

[*] https://archive.org/details/the-two-extremes-scan/page/72/mode/2up (σελ. 73-74)

[1] «ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΙΝΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ι. ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΒΑΔΙΣΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1988

[2] «Και τότε βέβαια θα κρίνομε χωρίς κίνδυνο να σφάλομε και με ευθύτητα» (Κάλλιστος Αγγελικούδης) «ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ των ιερών Νηπτικών», ΤΟΜΟΣ Ε΄, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ, ΣΕΛ. 194

[3] «ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, ΕΡΓΑ 27», ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ‘’ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ’’, ΘΕΣ/ΝΙΚΗ 1987

[4] Μετάφραση 15ου Κανόνα ΑΒ’  Συνόδου https://katanixi.gr/orthodoxia/metafrasi-15oy-kanona-a-v-synodoy/

[5] «Το Γεροντικό του Αγίου Όρους», Ανδρέου Μοναχού Αγιορείτου, «ΑΘΩΣ», Ε’ ΕΚΔΟΣΗ, (Αθήναι 2018), Σελ. 113-115

[6] «Αποτείχιση του π. Νικολάου Μανώλη [βίντεο και κείμενο 2017]» https://katanixi.gr/synergates/p-nikolaos-manolis/diakopto-tin-mnimoneysi-toy-mitropolitoy-k-anthimoy-vinteo-2017/