Σελίδες

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

«ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΙΣ» του Mητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου: Ἀγνοοῦν λοιπὸν τὴν Κυ­ριακή, ἀγνοοῦν καὶ τὸ Σύν­ταγμα. Τὸ κράτος ἀσεβεῖ. Γιατὶ ἐρω­τῶ· ...

«ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΙΣ» του Mητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

http://www.ptolemaidanews.gr/new/news.php?lang=173&cat=142&id=35207

«ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΙΣ» του Mητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία ἀλλὰ καινὴ κτίσις» (Γαλ. 6,15)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε Κυριακή, ἡμέρα δηλα­δὴ ἀφιερωμένη στὸν Κύριο ἡ­μῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἀπὸ τὸν ὁ­ποῖο καὶ πῆρε τὸ ὄ­νομα· εἶνε ἡ ἡμέρα τοῦ Κυ­ρί­ου, ἡμέρα δηλα­δὴ ἀφιερωμένη στὴν δημόσια λα­τρεία, στὴν προσευχή, στὴ μελέτη τῆς ἁγίας Γρα­φῆς, στὴ φιλανθρωπία, στὴν ἀνάτασι τῆς ψυχῆς.
Εἶνε ὅμως γιὰ μᾶς ἡ ἡμέρα αὐτὴ ὄντως ἡ­μέρα τοῦ Κυρίου; Ἐὰν ἦταν, μόλις χτυποῦν οἱ καμπάνες, θὰ ἔ­διναν ὅλοι τὸ παρὼν στὸ προσ­κλητήριο τῶν οὐ­ρα­νῶν, θὰ ἦταν ὅλοι μέσα στὶς ἐκκλησίες, ἐνῷ τώρα οὔτε τὸ 2% δὲν ἐκ­κλησιάζεται· κι ἂν συμπέσῃ καὶ τίποτα ἔκ­τακτο, τότε οὔτε τὸ 2% δὲν ἐκκλησιάζεται ἀλλὰ μένουν οἱ ἐκκλησίες ἀδειανές.
Τὴν Κυριακὴ π.χ. ποὺ γίνονται ἐκλογές, θὰ δῆτε τὸ ἐκκλησίασμα νά ᾽νε ἀ­ραιό, ἐνῷ τότε ἀκριβῶς θὰ ἔπρεπε, ἂν εἴ­μαστε ὀρ­θόδοξο κρά­τος, νὰ εἶνε στὴν ἐκκλησία καὶ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν κομμάτων καὶ οἱ ὑποψήφιοι πολιτευταὶ καὶ ὅ­λοι οἱ ψηφοφόροι, γιὰ νὰ παρακαλέσουν τὸ Θεὸ νὰ φωτίσῃ τί τέλος πάντων πρέπει τὰ ψη­φίσουν γιὰ νὰ δῇ αὐτὸς ὁ τόπος καλύτερες ἡμέρες. Καὶ ὅμως εἶνε ἀπόντες. Γιατί; Φταίει τὸ κράτος, γιατὶ ἀγνοεῖ τὴν ἡμέρα τῆς Κυρι­ακῆς· ἀ­γνοεῖ ἀκόμη ὅτι, ὅπως ἡ θεία λειτουργία ἀρχίζει εἰς τὸ ὄνομα «τοῦ Πα­τρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁ­γίου Πνεύματος», ἔτσι καὶ τὸ Σύνταγμά μας –μοναδικὸ στὸν κόσμο– ἀρχί­ζει «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας καὶ ὁμο­ουσίου καὶ ἀ­διαιρέτου Τριάδος». Αὐτὴ τὴν ἐ­πικεφαλίδα τοῦ συν­τάγματος τὴν εἶχαν κόψει, ὁ Πλαστήρας ἦταν ἐκεῖνος ποὺ τὴν ἐπανέφερε. Ἀγνοοῦν λοιπὸν τὴν Κυ­ριακή, ἀγνοοῦν καὶ τὸ Σύν­ταγμα. Τὸ κράτος ἀσεβεῖ. Γιατὶ ἐρω­τῶ· θὰ ὥ­ριζε ὡς ἡ­μέρα ἐκλογῶν π.χ. τὴν 25η Μαρτίου; Ποτέ· θὰ ἐθεωρεῖτο ἀσέβεια στὴν ἐ­θνικὴ ἑ­ορ­τή. Εἶνε λοιπὸν ἀσέβεια στὴν ἐθνικὴ ἑορτή, καὶ δὲν εἶνε ἀσέβεια στὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς;

Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἀπὸ ἐκλογὲς χωρὶς προσ­ευχὴ καὶ χωρὶς τὸ Θεὸ δὲν θὰ προκύψῃ καλό. Μέσα ἀπὸ τὶς κάλπες –νὰ τὸ θυμᾶστε– θὰ βγοῦν δαίμονες ὅλων τῶν χρωμάτων καὶ δὲν θὰ δοῦμε ἄσπρες ἡμέρες ὅπως περιμένουμε.
Μὰ τί ἔπαθα; Ἐγὼ ἄρχισα ἀπὸ τὸ ῥητὸ ὅτι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔ­τε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις» (Γαλ. 6,15). Μήπως ξέφυγα ἀπὸ τὸ θέμα; Δὲν ξέφυγα.
Οἱ Ἕλληνες ἔχουμε προτερήματα, ἀλ­λὰ ἔ­χουμε καὶ ἐλαττώματα. Ἕνα μεγάλο ἐ­λάττωμά μας εἶνε, ὅτι ἔχουμε βουλώσει τὰ αὐτιά μας καὶ δὲν ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Στὸ Ψαλτήρι εἶνε γραμμένο· «Μὴ πεποίθατε ἐπ᾿ ἄρ­χον­τας, ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔ­στι σω­τη­ρία» (Ψαλμ. 145,3)· μὴ δώσετε τὴν ἐμπιστοσύνη σας σὲ ἄρχοντες καὶ μὴ νομίσετε ὅτι ἀπ᾽ αὐ­τοὺς θὰ προέλθῃ ἡ σωτηρία. Ἐμεῖς ὅμως τὸ ἄλφα ἢ τὸ βῆτα πολιτικὸ πρόσωπο τὰ ἀποθεώσαμε καὶ νομίσαμε ὅτι αὐτοὶ θὰ μπορέσουν νὰ μᾶς σώσουν, ἔχουμε δηλαδὴ τὴν ἁ­μαρτία ὅ­τι καταντήσαμε κατ᾿ οὐσίαν εἰδωλολάτρες· ἀνυψώσαμε σὲ ὕψος Θεοῦ πρόσωπα ποὺ νομί­σαμε ὅτι θὰ μπορέσουν νὰ προσφέρουν βο­ήθεια στὸ ταλαίπωρο ἔθνος μας. Κλείσαμε λοι­πὸν τ᾽ αὐτιά μας καὶ δὲν ἀ­κού­σαμε τὸ λόγο αὐ­τὸ τοῦ Δαυΐδ. Τὰ κλείσαμε ὅ­μως καὶ σ᾽ αὐ­τὸ ποὺ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Τί εἶπε ὁ Παῦλος; ὅτι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», μέσα στὴν χριστιανικὴ πίστι μας, δὲν ἰσχύει τί­ποτε ἄλλο, δὲν ἰσχύει «οὔτε περιτομὴ οὔτε ἀκροβυστία». Αὐτὰ τὰ λόγια εἶνε «χαρτονόμισμα» καὶ «λίρα» μεγάλης ἀξίας, ποὺ θά ᾽πρε­πε νὰ ἔχω ὥρα νὰ τὸ κάνω λιανὰ γιὰ νὰ τὸ καταλάβετε. Τί ἦταν ἡ «περιτομὴ» καὶ τί ἦταν ἡ «ἀκροβυστία»; Θὰ πῶ μόνο τὰ ἑξῆς.
* * *
Στὴν ἐποχὴ τοῦ Παύλου ὑπῆρχαν δύο κόμματα, ὄχι πολιτικὰ ἀλλὰ θρησκευτικά· τὸ ἕνα ἦταν τὸ κόμμα τῆς περιτομῆς, τὸ ἄλλο ἦταν τὸ κόμμα τῆς ἀκροβυστίας. Τὸ ἕνα ἦταν κόμμα ἰουδαΐζον, τὸ ἄλλο ἦταν κόμμα ἑλληνίζον. Τὸ ἕνα κόμμα, ἡ περιτομή, ἔλεγε ὅτι, γιὰ νὰ εἶ­νε κανεὶς εὐάρεστος στὸ Θεό, πρέπει νὰ κό­ψῃ ἀπὸ τὸ σῶμα του ἕνα κομμάτι δέρμα· τὸ ἄλλο κόμμα, ἡ ἀκροβυστία, ἔλεγε ὄχι. Τὸ ἕνα ἦταν κόμμα τῶν ἰουδαίων, τὸ ἄλλο κόμμα τῶν εἰδω­λολατρῶν. Τί λέει ὁ Παῦλος; Οὔτε τὸ ἕνα κόμ­μα θὰ σᾶς σώσῃ οὔτε τὸ ἄλλο· ἕνα μόνο θὰ σᾶς σώσῃ – ποιό; ἡ «καινὴ κτίσις». Δυὸ λέξεις εἶνε αὐτές, «καινὴ κτίσις», ποὺ δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὶς ζυγίσουμε. Λόγια θεϊκά· ἂν μπορούσαμε κ᾽ ἐμεῖς νὰ τὶς νιώσουμε!
Τί θὰ πῇ «καινὴ κτίσις»; Τὸ ἁπλοποιῶ. Εἶνε σὰν νὰ κάθεσαι σ᾿ ἕνα σπίτι παλιό, ποὺ πέφτουν οἱ σοβᾶδες καὶ τρίζει ὁλόκληρο, καὶ σοῦ λέει κάποιος· Βγὲς ἔξω, νὰ σοῦ δώσω ἕ­να σπίτι καινούργιο νὰ μπῇς μέσα νὰ καθίσῃς. Κάτι τέτοιο ἐννοοῦν τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Παύλου. Τὸ παλιὸ τὸ σπίτι, ποὺ καθόμαστε κ᾽ εἶνε ἕτοιμο ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα νὰ γκρεμιστῇ καὶ νὰ μᾶς πλακώσῃ, ἐνῷ ὁ Θεὸς μᾶς προειδοποιεῖ νὰ βγοῦμε ἔξω καὶ λέει «Ἐξέλθετε ἐκεῖθεν» (Ἠσ. 52,11. Β΄ Κορ. 6,17), τὸ παλιὸ σπίτι εἶνε τὸ ἄθλιο ἐγώ μας, «ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο (Ἐφ. 4,22. Κολ. 3,9). Τὸ καινούργιο σπίτι, τὸ θεϊκό, εἶνε ἡ «καινὴ κτίσις». Δηλαδή· εἶνε ἡ νέα ζωή, ὄχι ἡ παλιά, ἡ νέα ζωὴ ποὺ δίδαξε καὶ ἔζησε στὴν ἐντέλεια ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, αὐτὴ ποὺ θὰ μείνῃ γιὰ πάντα, δηλαδὴ ἡ «αἰώνιος ζωή» (Ματθ. 19,29· 25,46. Μᾶρκ. 10,30. Λουκ. 18,30. Ἰω. 3,15-16,36· 5,24· 10,28· 17,3 κ.ἀ.). Ὅσο διαφέρει μιὰ καλύβα ἀπὸ ἕνα παλάτι, τόσο διαφέρει ἡ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς χάριτος, τὴ ζωὴ τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ καλούμεθα νὰ ζήσουμε κ᾽ ἐμεῖς στὸν αἰῶνα μας, αἰῶνα τῶν πυραύλων καὶ τῶν διαστημοπλοίων. Εἶνε ἡ ζωὴ ποὺ ἔζησαν οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἅγιοι, οἱ ὅσιοι καὶ οἱ μάρτυρες ὅλων τῶν αἰώνων· εἶνε ἡ ὡραία ζωὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Νά τί θὰ πῇ «καινὴ κτίσις».
Αὐτὸ εἶνε τὸ καινούργιο σπίτι. Καὶ μᾶς τὸ δί­νει δωρεὰν ὁ Χριστός, μὲ μόνη διαφορὰ – τί; ὅτι πρέπει νὰ ἔχουμε τὸ κλειδάκι, μὲ τὸ ὁ­ποῖο θ᾽ ἀνοίξουμε γιὰ νὰ μποῦμε ἐκεῖ καὶ νὰ ζήσου­με τὴν καινούργια ζωή. Καὶ ποιό εἶνε, ἀ­δέρφια μου, τὸ κλειδάκι; Μία λέξις· ἡ πίστις. «Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ σωθήσῃ σὺ καὶ ὁ οἶκός σου» (Πράξ. 16,31). Νὰ πιστέψῃς στὸ Χριστό, αὐτὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὅσοι δηλαδὴ πιστεύουν, εἴ­τε εἶνε ἐκ τῆς περιτομῆς εἴτε εἶνε ἐκ τῆς ἀ­κροβυστίας, εἴτε προέρχονται ἐκ τῶν ἰουδαίων εἴτε προέρχονται ἐκ τῶν εἰδωλολατρῶν, ὁ­ποιασδήποτε χώρας, ὁποιασδήποτε γλώσσης, ὁποιουδή­ποτε χρώματος, ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστό, αὐτοὶ θὰ σωθοῦν, αὐτοὶ εἶνε ἡ «καινὴ κτίσις».
* * *
Θὰ μοῦ πῆτε· πῶς γίνεται νέα κτίσις – νέα δημιουργία ἕνας ἄνθρωπος βουτη­γμένος στὰ ἁμαρτήματα καὶ στὰ ἐ­λαττώματά του;
Πήγατε ποτέ, ἀγαπητοί μου, ἐκεῖ ποὺ δουλεύει ὁ σιδερᾶς νὰ δῆτε τί κάνει; Παίρνει ἕνα σίδερο γεμᾶτο σκουριά, ποὺ εἶνε γιὰ πέταμα, τὸ βάζει μέσα στὸ καμίνι, καίει ὅλη τὴ σκουριά, κι ἀπὸ τὸ σκουριασμένο σίδερο βγαίνει ἕνα νέο καθαρὸ μέταλλο. Ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς· ὁ καθένας μας εἶνε ἕνα παλιοσίδερο ποὺ τό ᾽φαγε ἡ σκουριά· πρέπει νὰ μποῦμε στὸ καμίνι. Καὶ τὸ καμίνι εἶνε τὸ Εὐ­αγ­­γέλιο καὶ ἡ ἁγία κολυμβήθρα· μέσα ἀπὸ τὴν πίστι καὶ τὸ βάπτισμα, ἀπ᾽ τὴ μετάνοια τὰ δάκρυα καὶ τὸν πόνο, βγαί­νει ὁ καινούργιος ἄνθρωπος, ἡ «καινὴ κτίσις».
–Μὰ ποιός τ᾿ ἀκούει αὐτὰ σήμερα;…
Ἂς μὴν τ᾿ ἀκοῦνε· ἐμεῖς εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ τὰ κηρύξουμε. Εἶνε ἀλήθεια ὅτι ὄχι ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς ἀλλὰ καὶ ἂν παρου­σιαζόταν ἕνας Χρυσόστομος ἢ Βασίλειος καὶ κήρυττε, ἐλάχιστοι θὰ τὸν ἄ­κουγαν καὶ θὰ πίστευαν. Ἂν πίστευαν οἱ ἄν­θρωποι στὸ Χριστὸ ὅπως πιστεύουν στοὺς δι­αφόρους πο­­λιτικούς, ἂν πίστευαν στὸν ἀληθινὸ Σωτῆρα ὅπως πιστεύουν στοὺς ψευτοσωτῆρες, ἡ κατάστασι θὰ ἦ­ταν πολὺ διαφορετική. Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀκοῦ­με (συστήματα, ἰδεολογίες, κόμματα κ.λπ.) ξέ­ρετε τί εἶνε; μιὰ ἀσπιρίνη. Πονάει τὸ δόντι σου, παίρνεις μία ἀσπιρίνη καὶ νομίζεις ὅτι θεραπεύτηκε, ἀλλὰ σὲ λίγο πονάει πάλι. Τὸ φάρμα­κο ποὺ θεραπεύει ὁριστικὰ καὶ ξανακαινουργιώνει τὸν ἄνθρωπο εἶνε μόνο ὁ Χριστός.
Παλαιοὶ εἴμαστε καὶ παλαιοὶ θὰ μείνουμε, ἔστω κι ἂν ἀλλάξουμε ὅλα τὰ συστήματα. Ξέρεις πῶς μοιάζουν ὅλα αὐτά; σάν, ἐκεῖ ποὺ φορᾷς μιὰ μπλούζα πράσινη, νὰ βάλῃς μιὰ κίτρινη ἢ μιὰ μπλὲ ἢ μιὰ κόκκινη. Ὅσες μπλοῦ­ζες καὶ πουκάμισα ἂν ἀλλάξῃ κανείς, ὁ ἄνθρω­πος δὲν ἀλλάζει. Πέρα ἀπὸ τοὺς νόμους καὶ τὰ συντάγματα, πρέπει ν᾿ ἀλλάξῃ ἡ καρδιά μας. Αὐτὸ φωνάζει ὁ Παῦλος· Ἀλλάξτε τὶς καρδιές σας, ἀφοσιωθῆτε στὸ Θεό. Κι ὅταν ἀλλάξῃ ἡ καρδιά, τότε θὰ γίνῃ «καινὴ κτίσις»· «καινὴ κτί­σις» τὸ σπίτι μας, τὸ σχολειό μας, τὸ δικαστή­ριό μας, τὸ κράτος μας. Ὅλα εἶνε παλιά, ἔ­χουν φθαρῆ, τρίζουν· μόνο μέσα ἀπὸ τὸ Εὐ­αγγέλιο θὰ βγῇ ἕνας «ὄμορφος κόσμος, ἠθικός, ἀγγελικὰ πλασμένος», γιὰ νὰ ὑμνῇ καὶ νὰ δοξάζῃ Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερ­υψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος