Σελίδες

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017

ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ: Η ΕΚΠΟΛΩΣΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΖΟΜΕΝΩΝ...



Η ΕΚΠΟΛΩΣΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΖΟΜΕΝΩΝ
Η ΑΝΑΠΟΛΩΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΖΟΝΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΤΕΛΕΒΑΝΤΙΑΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΟΥΝΕΧΟΥΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΤΟΥΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ

ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ  ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

Η Εκκλησία αδιαμφισβήτητα, όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος, είναι Σώμα Χριστού, “῾Υμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους”. Σώμα της είναι οι πιστοί κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί που έχουν την αναφορά τους με την μία πίστη και το ένα βάπτισμα σε Αυτόν που είναι η Κεφαλή της. Η πίστη μας στον Ιησού Χριστό « δι’ οὗ τὸν Πατέρα ἐγνώκαμεν, καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπεδήμησεν ἐν κόσμῳ», μας ανοίγει μία προοπτική θεώρησης στον μέλλοντα αιώνα της Βασιλείας του Θεού! Στην αληθινή κοινωνία μας με τον Υιό και Λόγο του Θεού που με την ενανθρώπισή Του υπάρχει πλέον ως λόγος, οδός αλλά και προορισμός της δικής μας ζωής που γίνεται με την υπέρβαση μας από το κτιστό στα άκτιστο, από το πρόσκαιρο στο αιώνιο και από το θάνατο στην ζωή, την όντως Ζωή δια της πίστεως.
 Θα μπορούσαμε επίσης να πούμε σύμφωνα με τον τέταρτο τρόπο θεωρήσεως του Αγίου Μαξίμου στην προοπτική της “Μυσταγωγίας” του, ότι η Εκκλησία είναι και εικόνα του ανθρώπου! Υπ’ αυτήν την σκοπιά, αν λέγαμε, ότι το θεσμικό μέρος της Εκκλησίας συνιστά την ανθρώπινη φύση εξεικονοζόμενο με το σώμα του ανθρώπου, το οποίο όμως με την πτώση κατέστη τρεπτό και γι’ αυτό παθητό. Και συχνά πάσχει επειδή δεν λειτουργούν σωστά οργανικά συστήματα, όργανα, ιστοί ή ακόμη οι βασικές και λειτουρκικές μονάδες τα κύτταρά του εξαιτίας βλάβης που επάγει την απόπτωση αλλά και τον θάνατο. Ή  επειδή τείνει στην φθορά  αμύνεται μπροστά στον θάνατο προσπαθώντας να κρατήσει τις λειτουργίες του στα πλαίσια της φυσικής νομοτέλειας που έθεσε ο Δημιουργός. Ο χαρισματικός όμως χαρακτήρας της Εκκλησίας εξεικονίζεται με την ευγενή ψυχή λόγω “καταγωγής” της που έχει νου, λόγο και πνεύμα επειδή έχει την αναφορά της  στον Θεό Πατέρα που είναι και ονομάζεται Νούς, δια του Υιού του που ονομάζεται και είναι Λόγος στον Οποίο η πρασαγωγή μας γίνεται εν Αγίω Πνεύματι, διότι πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν”(Ιω. 4,24).


 Γράφει ὁ ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος· «Ἡ ἀνθρώπινη ψυχή, μολονότι στὸ κατώτερο μέρος της ἔχει  γνωρίσματα μὲ τὴν ψυχὴ τῶν ζώων στὸ ἀνώτερο μέρος της εἶναι μοναδικὴ καὶ ἀσύγκριτη». Ἡ ἰδιαιτερότητά της βρίσκεται στὴ δύναμι ποὺ φύσηξε ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο, ὅταν τὸν ἔπλασε. Τὸ ἀπόρρητο καὶ ζωαρχικὸ ἐκεῖνο πνεῦμα ποὺ μᾶς ἐνεφύσησε ὁ Θεὸς «ὡς δύναμη ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεό, γνωρίζει τὸν Θεό, ἐπιζητεῖ τὸν Θεὸ καὶ βρίσκει ἀνάπαυση μόνο κοντὰ στὸν Θεό». Βέβαια πνεῦμα ὀνομάζει ὁ ὅσιος Θεοφάνης τὸ ἀνώτερο μέρος τῆς ψυχῆς, αὐτὸ ποὺ τὴν ξεχωρίζει ἀπὸ τὰ ζῶα, σύμφωνα ὅμως μὲ τοὺς νηπτικοὺς Πατέρες ἡ ψυχὴ ἔχει καὶ πνεῦμα μὲ τὴν εἰδικὴ ἔννοια. Γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς· «Ἡ νοερὴ καὶ λογικὴ φύση τῆς ψυχῆς, ἐπειδὴ μόνο αὐτὴ ἔχει νοῦ καὶ λόγο καὶ πνεῦμα ζωοποιό, αὐτὴ μόνο ἔχει δημιουργηθεῖ κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, περισσότερο καὶ ἀπὸ τοὺς ἀσώματους Ἀγγέλους». Πιὸ πάνω ἐξήγησε ὅτι τὸ πνεῦμα ποὺ ἔχουν οἱ ἄγγελοι «δὲν εἶναι ζωοποιό, γιατὶ δὲν ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἑνωμένο μαζὶ μὲ γήινο σῶμα, γιὰ νὰ λάβει καὶ ζωοποιὸ καὶ συνεκτικὴ δύναμη γι’ αὐτό. Ἐνῶ ἡ νοερὴ καὶ λογικὴ φύση τῆς ψυχῆς, ἐπειδὴ δημιουργήθηκε μαζὶ μὲ γήινο σῶμα, ἔλαβε ζωοποιὸ τὸ πνεῦμα ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ μ’ αὐτὸ συνέχει καὶ ζωοποιεῖ τὸ ἑνωμένο μαζί της σῶμα». Ἀλλοῦ πάλι σημειώνει ὁ ἅγιος· «ἡ δική μας νοερὴ καὶ λογικὴ φύση δὲν ἔχει τὴ ζωὴ μόνο ὡς οὐσία, (ἀφοῦ ἡ ψυχὴ ἔχει οὐσία), ἀλλὰ καὶ ὡς ἐνέργεια, ἀφοῦ ζωοποιεῖ τὸ σῶμα μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι ἑνωμένη. Σὲ σχέση μὲ τὰ ζῶα ἡ ψυχὴ τοὺ ἀνθρώπου πάλι διαφέρει ἀφοῦ· «ἡ ψυχὴ καθενὸς ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ σώματος ποὺ ἐμψυχώνει. Καὶ δὲν ἔχουν αὐτὰ τὴ ζωὴ ὡς οὐσία, ἀλλὰ ὡς ἐνέργεια, ἐπειδὴ αὐτὴ ὑπάρχει σὲ σχέση μὲ κάτι ἄλλο καὶ ὄχι καθ’ ἑαυτήν. Γιατὶ βλέπουμε ὅτι αὐτὴ (ἡ ψυχὴ - ζωή) δὲν ἔχει τίποτε ἄλλο, ἐκτὸς ἀπ’ ὅσα ἐνεργεῖ μέσω τοῦ σώματος. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν διαλύεται τὸ σῶμα (στὰ ζῶα) ἀναγκαστικὰ διαλύεται καὶ αὐτή, ἐπειδὴ εἶναι τὸ ἴδιο θνητὴ μὲ αὐτό», ἐνῶ «ἡ ψυχὴ καθενὸς ἀνθρώπου εἶναι καὶ ζωὴ τοῦ σώματος ποὺ ἐμψυχώνει καὶ ἔχει τὴ ζωοποιὸ ἐνέργεια σὲ σχεση πρὸς κάτι ἄλλο, πρὸς τὸ ὁποῖο ἐκδηλώνεται», ὅμως «ἔχει τὴ ζωὴ ὄχι μόνο ὡς ἐνέργεια, ἀλλὰ καὶ ὡς οὐσία, ἐπειδὴ ζεῖ καὶ καθ’ ἑαυτήν. Γιατὶ τὴ βλέπουμε νὰ ἔχει λογικὴ καὶ νοερὴ ζωή, ἡ ὁποῖα εἶνα φανερὰ διαφορετικὴ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ σώματος καὶ ὅσων ἐνεργοῦνται διὰ τοὺ σώματος. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν διαλύεται τὸ σῶμα, δὲ διαλύεται μαζὶ κι αὐτή. Κι ὄχι μόνο δὲ διαλύεται μαζὶ μὲ τὸ σῶμα, ἀλλὰ καὶ παραμένει ἀθάνατη». Όπως λοιπόν υπάρχει διαφόρα στο βιολογικό μας σώμα από την ψυχή έτσι υπάρχει διαφορά στην πνευματική φύση της Εκκλησίας και στο ανθρώπινο θεσμικό της μέρος που είναι τρεπτό και γι’ αυτό παθητό, υπόκειτε στα πάθη, αμύνεται προς τον πνευματικό θάνατο με το να κρατά την ομολογία της εξ αποκαλύψεως πίστης δια της οποίας έχουμε την αναφορά μας στον Θεό και Πατέρα και δια της οποίας σωζόμεθα· Δικαιωθέντες οὖν ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν”(Ρωμ. 5, 1-2).

 Ο Μέγας της Καισαρείας διδάσκαλος και ιεράρχης Βασίλειος επισημαίνει: «Από πού είμεθα εμείς Χριστιανοί; Από την πίστιν, θα έλεγεν ο καθένας. Με ποιόν δε τρόπον σωζόμεθα; Ασφαλώς με το να αναγεννηθώμεν δια της Χάριτος του Βαπτίσματος. Διότι με ποιόν άλλον τρόπον θα εσωζόμεθα; Κατόπιν λοιπόν, αφού έχομεν ιδή να επιβεβαιώνεται αυτή η σωτηρία «δια Πατρός και Υιού και Αγίου Πνεύματος», θα εγκαταλείψωμεν τον τύπον τα διδασκαλίας τον οποίον παρελάβομεν; Θα ήτο άξιον πολλών στεναγμών, αν συνέβαινε να απομακρυνθούμεν από την σωτηρίαν μας περισσότερον τώρα, παρά όταν επιστεύσαμεν, αν αυτά που τότε παρεδέχθημεν, τα αρνούμεθα τώρα. «Είναι ίση η ζημία με το να αποθάνη κανείς χωρίς να βαπτισθή, και με το να δεχθή κάτι που απουσιάζει από την παράδοσιν». Και την ομολογίαν την οποίαν καταθέσαμεν κατά την πρώτην είσοδόν μας εις την Εκκλησίαν, όταν αφού εγλυτώσαμεν από τα είδωλα ήλθαμεν εις τον ζώντα Θεόν, αν δεν την κρατά κανείς εις κάθε καιρόν και δεν την προσέχη εις όλην του την ζωήν ως ασφαλές φυλακτόν, αποξενώνει τον εαυτόν του από τας επαγγελίας του Θεού, και αντιτίθεται προς τη ιδίαν την υπογραφήν του, την οποίαν έθεσε όταν κατά το βάπτισμα ομολογούσε την πίστιν. Διότι αν το βάπτισμα είναι η αρχή της ζωής μου, και πρώτη μεταξύ των ημερών είναι η ημέρα εκείνη της αναγεννήσεως, είναι φανερόν ότι και η πλέον τιμημένη έκφρασις απ’ όλας είναι εκείνη που εξεφωνήθη, όταν εδεχόμουν την Χάριν της υιοθεσίας. Αυτήν (την σωτήρια ομολογία) λοιπόν που με ωδήγησεν εις το φώς, την Παράδοσιν που μου εχάρισε την γνώσιν του Θεού, με την οποίαν έγινα παιδί του Θεού εγώ ο εξ αιτίας της αμαρτίας εχθρός, αυτήν λοιπόν θα την προδώσω και θα παρασυρθώ από τας αστηρίκτους υποθέσεις των; Αλλά και δια τον εαυτόν μου εύχομαι με αυτήν την ομολογίαν να υπάγω προς τον Κύριον και αυτούς τους προτρέπω να διατηρήσουν την πίστιν αλώβητον μέχρι της ημέρας της επιφανείας του Χριστού, και να φυλάξουν το Πνεύμα αχώριστον από του Πατρός και του Υιού. Θα διατηρήσουν έτσι την κατά το βάπτισμα διδασκαλίαν και όταν ομολογούν την πίστιν τους και όταν αναπέμπουν δοξολογίαν» (Μ. Βασιλείου περί Αγίου Πνεύματος).

Η διατύπωση αυτή του Μεγάλου Βασιλείου  στο πρωτότυπο· «την επί του βαπτίσματος διδασκαλίαν εν τε τη ομολογία της πίστεως διατηρούντας, και εν τη της δόξης αποπληρώσει» που σημαίνει ταυτότητα πίστεως στην ομολογία για το βάπτισμα και εφ’ όρου ζωής στην πολιτεία μας καθώς και στην Αγία Αναφορά, την οποία προσφέρει κλήρος και λαός ως Σώμα Χριστού που είναι η κατ’ εξοχήν δοξολογία της Εκκλησίας, -αυτή η διατύπωση του ιερού Πατρός, επισημαίνω εν προκειμένω, αν θέλουμε να εκφράζουμε την Παράδοση και να είμαστε επόμενοι τοις Αγίοις Πατράσι- δεν μας επιτρέπει να αντιμετωπίζουμε με διαφορετικό τρόπο τα μυστήρια των ετεροδόξων.

Το ότι όμως δεν ομολογούμε στην Θεία Λειτουργία κάτι άλλο από αυτό που ομολογούμε προκειμένου να βαπτισθούμε σημαίνει και ότι δεν επιτρέπεται να δεχόμαστε σε κοινωνία πιστούς άλλων δογμάτων που αποτελούν αιρέσεις διαφοροποιώντας την στάση μας από το ένα μυστήριο στο άλλο. Δεν νοείτε, δηλαδή, να δεχόμαστε ως έγκυρο το βάπτισμα, πιο σωστά ράντισμα των Λατίνων, των Προτεσταντών, των Μονοφυσιτών και όποιων άλλων κακοδόξων καθήν στιγμή δεν έχουμε μυστηριακή κοινωνία στην Θεία Ευχαριστία. Όταν υπάρχουν διαφορές στην πίστη είτε αποδέχεται κανείς στους ετεροδόξους το ένα μυστήριο  είτε το άλλο αμαρτάνει προς θάνατο αμαρτάνει δηλαδή χωριζόμενος από την Χάρη που μας σώζει και μας χαρίζει την αιώνια Ζωή. Λέει ο Μέγας Φώτιος: ότι «εν τοις περί πίστεως και το παρεκκλίναι μικρόν, αμαρτείν εστιν αμαρτίαν την προς θάνατον» [P.G. 102, 604C] 

Πρώτον: Λοιπόν αυτό! Δεν μας επιτρέπεται να ενεργούμε διαφοροτρόπως ως προς την αποδοχή των μυστηρίων στους όποιους αιρετικούς, αφού σ’ αυτά εκφράζεται η ίδια κακόδοξη πίστη τους που συνιστά αίρεση ή σωρεία αιρέσεων όπως στον Οικουμενισμό.

Δεύτερον: Αν μια ομολογία δεν έχει Χάρι επειδή δεν ενεργεί σ’ αυτήν ο Παράκλητος που τελεσιουργεί τα μυστήρια τότε και μυστήρια δεν έχει και συνεπώς δεν ομιλούμε για άκυρα μυστήρια αλλά για ανυπόστατα μυστήρια.

Τρίτον: Αν Εκκλησία και Ευχαριστία ταυτίζονται -και όντως έτσι είναι- τότε μία ομολογία δεν είναι Εκκλησία αν δεν έχει Θεία Ευχαριστία και το αντίστροφο αν δεν έχει Θεία Ευχαριστία τότε δεν αποτελεί την Εκκλησία.

 Αν όμως δεν μας επιτρέπεται να κρατούμε διαφορετική στάση στα μυστήριά των ετεροδόξων, αυτό που προβάλλεται ως επιχείρημα εναντίον της αποτείχισης ό,τι δεν έχουμε ακόμη κοινό ποτήριο για να υπάρχει μυστηριακή διακοινωνία σαφώς δεν ισχύει. Είναι αστήρικτο θεολογικά και αποτελεί επικίνδυνη παγίδα, στην οποία ήδη έπεσαν από αφέλεια πολλοί πνευματικοί Πατέρες μέσα και έξω από το Άγιον όρος λόγω άγνοιας αλλά και διότι όχι μόνο δεν θέλουν να κατανοήσουν αλλά και επειδή δεν έχουν, ούτε καν, την προαίρεση να ακούσουν. Γι’ αυτό και θα δώσουν λόγο στον Θεό! Αν χτυπιέται ο Τελεβάντος με την στάση μας στον αγώνα εναντίον του Οικουμενισμού είναι γιατί ακριβώς επισημαίνουμε ότι με το να αντιμετωπίζουν δυστυχώς ορισμένοι πατέρες ερμαφρόδιτα τους επισκόπους που κοινωνούν με τον οικουμενιστή Πατριάρχη κάνουν στον αγώνα την μεγαλύτερη ζημία και τραβούν κυριολεκτικά χειρόφρενο στην θετική εξέλιξη  που θα μπορούσαν να έχουν οι κατά συρροήν αποτειχήσεις, αν ξεκαθάριζαν εγκαίρως τα λόγια τους από τις όποιες σκοπιμότητες που δεν τους αφήνουν να κάνουν σωστά την αποτείχηση, διότι δεν κινούνται με πίστη αλλά από το τί θα πουν οι συνάδελφοί τους ο ακαδημαϊκός κόσμος -να τον βράσω- που δεν έχει λίγο από την φλόγα της Πεντηκοστής. Κληρικοί μέσα και έξω από το Άγιον Όρος έχουν μπερδευτεί επειδή τους δημιουργούν σύγχυση επειδή γνωρίζουν το ακαδημαϊκό κύρος τους.  Δεν έχουν σημείο αναφοράς τους την Παράδοση, τον λόγο του Θεού; Τί ψάχνουν ανθρώπινα δεκανίκια για να κάνουν αποτείχηση; Η αλήθεια είναι ότι ο Τελαβάντος παίζει το παιχνίδι του και θέλει να παρουσιάζεται ως αντιοικουμενιστής για να επηρεάζει τα πράγματα από μέσα στο αντιοικουμενιστικό μέτωπο και δυστυχώς εγκωμιάζοντας ορισμένους αφού κινούνται από ανθρωπαρέσκεια το πέτυχε. Τί κρίμμα τέτοιες ανίερες συμμαχίες τώρα που η μάχη είναι στο πιο κρίσιμο σημείο. Τελικά, τί ζητούμε μέσα στην Εκκλησία αναγνώριση από «καταξιωμένους» ανθρώπους ή να κάνουμε το θέλημα του Θεού; Που είναι η θεώρηση του αποστόλου Παύλου που έλεγε· «Ἀλλ' ἅτινα ἦν μοι κέρδη, ταῦτα ἥγημαι διὰ τὸν Χριστὸν ζημίαν.  Ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ ἡγοῦμαι πάντα ζημίαν εἶναι διὰ τὸ ὑπερέχον τῆς γνώσεως Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, δι' ὃν τὰ πάντα ἐζημιώθην, καὶ ἡγοῦμαι σκύβαλα εἶναι ἵνα Χριστὸν κερδήσω καὶ εὑρεθῶ ἐν αὐτῷ μὴ ἔχων ἐμὴν δικαιοσύνην τὴν ἐκ νόμου, ἀλλὰ τὴν διὰ πίστεως Χριστοῦ, τὴν ἐκ Θεοῦ δικαιοσύνην ἐπὶ τῇ πίστει τοῦ γνῶναι αὐτὸν...»(Φιλ. 3, 7-10). Δεν είναι αυτό εκκοσμικευμένο πνεύμα και τότε τί είναι; 
 Κλείνοντας την σημαντική αυτή παρένθεση, διότι υπ’ αυτή την θεώρηση, τελικά, θα κριθεί αν θα αγωνισθούμε σοβαρά, άρα και η έκβαση του αγώνα, και αργότερα αν οι καταστάσεις επιδεινωθούν, ας μην μεμψιμοιρούν και ρίχνουν τις ευθύνες αλλού, επανερχόμαστε λέγοντας: Εφ’ όσον λοιπόν οι ετερόδοξες χριστιανικές ομάδες που συνιστούν τελικά αιρέσεις δεν ομολογούν τον Κανόνα της Αληθείας, την Παρακαταθήκη της πίστεως, όπως την διέσωσε διαχρονικά και μας την ενεχείρισε η Ιερά Παράδοσις υπάρχει περίπτωση στα πλαίσια της βαπτισματικής «θεολογίας» να δεχθούμε το αντίστροφο του αποστολικού λόγου «μία πίστις, εν βάπτισμα»(Εφ.4,5), δηλαδή, εν Βάπτισμα, μία πίστις; Σαφώς Όχι! Ο Μέγας Βασίλειος γράφει ότι «η πίστις και το βάπτισμα είναι δύο τρόποι της σωτηρίας που φύονται μαζί και είναι αδιαίρετοι. Διότι η μεν πίστις ολοκληρούτε με το βάπτισμα, το δε βάπτισμα θεμελιώνεται με την πίστη…». Αν όντως πιστεύουμε ότι η Εκκλησία είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» υπάρχει τότε περίπτωση να μπορεί να δέχεται σε κοινωνία πιστούς άλλων ομολογιών δια της αναγνωρίσεως τους βαπτίσματός τους ως εγκύρου αφού εκφράζουν διαφορετική πίστη; Και ερωτώ εφ’ όσον υπάρχουν τέτοιοι επίσκοποι που δέχονται ως έγκυρα τα μυστήρια των αιρετικών, πώς μπορούμε να έχουμε κοινωνία μαζί τους και άλλους να τους μνημονεύουμε και άλλους να μην τους μνημονεύουμε αφού και κοινωνία έχουν μεταξύ τους; Εσείς που βγήκατε για αποτείχιση ξέρετε τί λέτε; 

Η προσβολή στο σώμα του Χριστού της αίρεσης του Οικουμενισμού, ενώ μέχρι πρό τίνος δρούσε διαχυτικά και λειτουργούσε ανεπαίσθητα -διαπερνούσε, δηλαδή, τόσο μόνο απ’ όπου έβρισκε την δυνατότητα - στο μέτρο που της πρόσφεραν ανοίγματα όσοι επίσκοποι δεν φύλασσαν καλώς το ποίμνιο, οι οποίοι, βέβαια, με το χαλαρό τους πνεύμα δεν συνιστούσαν αποφρακτικές ζώνες για τις «νεοπατερικές» κακοδοξίες που διακινούσαν πρόσωπα  φορτισμένα με το φράγκικο πνεύμα αλλά κατέστησαν συν τω χρόνω το ποίμνιο ευάλωτο αφού το έκαναν να χάσει το ορθόδοξο πνευματικό του αισθητήριο, τώρα με την σύνοδο στο Κολυμβάρι τα πράγματα πήραν άσχημη τροπή, προς πνευματικό θάνατο. Διότι επέδρασε ως τοξικό χημικό ερέθισμα στον οργανισμό της Εκκλησίας. Με αυτήν όχι μόνο άνοιξαν ακαριαία οι δίαυλοι και να γίνει αιφνίδια εισροή πλήθους εξωεκκλησιαστικών στην πραγματικότητα οικουμενιστικών στοιχείων στο εσωτερικό μυστικό Σώμα της αλλά και επειδή ενώ πάντοτε αντιδρούσε τώρα δεν μπορεί να αντιδράσει για τους παραπάνω λόγους. Έχοντας παλαιότερα ο μοναχισμός ένα επίπεδο είχαν οι πατέρες και ομολογία. Λειτουργούσαν ως ενεργείς αντλίες που εξοβέλιζαν με την αγιότητα και την παρρησία τους τα επικίνδυνα τοξικά πρόσωπα από το εσωτερικό της Εκκλησίας. Από την άλλη ο ακαδημαϊκός θεολογικός κόσμος παραιτήθηκε διότι έχει πλέον το όποιο ορθόδοξο αισθητήριο είχε για να αμύνεται  και τώρα τα ισοπεδώσαμε όλα. Αλλοίμονο, δεν μπορεί πλέον να αντιδράσει κανείς, όχι μόνο επειδή οι ποιμένες της έχουν πνευματικά συρρικνωθεί και έχουν χαλαρώσει τελείως οι συνάψεις μεταξύ τους ώστε να αντισταθούν από κοινού στην εισβολή του τοξικού οικουμενιστικού πνεύματος που παρεισέφρησε αλλά και συσσωματώθηκαν οι ταλαίπωροι ως καρκινικό μόρφωμα που χρειάζεται αφαίρεση με κόψιμο και καυστική ακτινοβολία για να μην γίνει στην συνέχεια μετάσταση! Εισχώρησαν με άνεση όλοι οι ινστρούχτορες της Νέας Τάξης Πραγμάτων της “Νέας Εποχής” της Πανθρησκείας  και στην εκκλησία για τα καλά, διότι οι πνευματικές της αντλίες που εξοβέλιζαν τα αφιονισμένα εγωκεντρικά πλανεμένα υποκείμενα δεν λειτουργούν και οι δίαυλοι εισροής δεν κλείνουν μπροστά στην υπερτονική οικουμενιστική προπαγάνδα που πέφτει ως καταιγίδα στις ψυχές ακατήχητων ανθρώπων και επειδή δεν γνωρίζουν τους σαρώνει. Καταιγίδα με αποτέλεσμα να κινδυνεύει ο οργανισμός από εσωτερική ρήξη των πνευματικών του κυττάρων. Αν και το κακό δεν είναι τωρινό εισάγοντας η Ιεραρχία παλαιότερα περισσότερους αγίους ανθρώπους από όσους πονηρούς στους κόλπους της μπορούσε να προβάλλει αντίσταση και έτσι κρατούσε την ισορροπία στο εσωτερικό της, τώρα τα πράγματα είναι πιο δύσκολα αν δεν συνετισθούμε. Πάντως το μπαϊράκι φαίνεται να φοβούνται οι τελαβάντιοι γι’ αυτό όσοι πιστοί στηρίξτε τους αγιορείτες πατέρες και όσους αγωνίζονται ξεκαθαρίζοντας την θέση τους. Εμείς διαψεύδοντας τον φλύαρο ιστολόγο που προσπαθεί να τους ταμπουρώσει στο μπλοκάρισμα του αγώνα δηλώνουμε ότι δεν θεωρούμε άκυρα τα μυστήρια όσων ακόμη κοινωνούν με τους οικουμενιστές διότι θέλουμε γι’ αυτό να αποφανθεί όντως ορθόδοξη Σύνοδος που κάποτε θα συγκληθεί. Όμως και προ συνοδικής καταδίκης θεωρούμε ότι πρέπει να διακόψουμε κάθε κοινωνία μαζί τους γιατί είναι σαν την πανούκλα που όσοι “ιερώς” αποτειχίζονται χωρίς να αποτειχίζονται στην πραγματικότητα προσφέρουν τους οικουμενιστές την καλύτερη υπηρεσία.