«Tην μεν πίστιν ομολογούμεν πάντες, ουκέτι δε πάντες κατά τας εντολάς πολιτευόμεθα»
(Μ. Βασίλειος – Εις τον Προφήτην Ησαΐα – P.G. 30, 236)
Τρεις αιώνες μετά την κοίμηση του Αγίου Βασιλείου, ο άγιος Ανδρέας Κρήτης με ανείπωτη ευλάβεια και συντριβή παρακινείται, από μια βαθύτερη προσευχητική κίνηση της ψυχής, στο κάλεσμα της πολλής και βαθειάς ποιμαντικής θεολογίας του Μ. Βασιλείου: «Βασίλειε, ποίμαινε ημάς» (παρ. Μαύρου, «ένα πολύεδρο διαμάντι» - Μ. Βασίλειος – Σελ. 48).
Στερεά εκκλησιαστική φωνή ο Αγ. Ανδρέας, ως κραυγή ικεσίας (διαχρονικής) του πληρώματος της Εκκλησίας, όπως αποδεικνύει και ο «Μέγας Κανών» του. Για όλα ομίλησε ο Μ. Βασίλειος, ακούραστα έσκυψε και αφουγκράσθηκε τα βάθη χιλιάδων πιστών – ψυχών, ικετεύοντας τον Κύριο για χάρη μας∙ γι’ αυτό και η προσευχητική ικεσία: «Βασίλειε, ποίμαινε ημάς».
Για την πληρέστατη γνώση της διδασκαλίας του Μ. Βασιλείου αρκεί να ανοίξης την παγκοσμίως γνωστή Ελληνική Πατρολογία (του Migne 161 τόμοι), τους τόμους 29 έως και 32, που ανήκουν στον Μ. Βασίλειο. Σχήμα λόγου το «να τους ανοίξης». Χρειάζεται αίσθημα καρδιάς, διευθυντικό της πνευματικής ζωής, ώστε οι λόγοι του να γίνουν καρποφόρο μπόλι στην σημερινή άγρια χλιαρότητα των ημερών μας.
Αυτή την χαρά και ελπίδα που σκορπούσε ο Ι. Πατήρ στους Ορθοδόξους της εποχής του, τις βιώνουμε και εμείς αναλλοίωτες, σήμερα, αντλούντες ύδωρ από τους λόγους του, ευρισκόμενοι μέσα στην ισοπεδωτική εποχή του οικουμενισμού όπου, δυστυχώς, οι σύγχρονοι επίσκοποι τον έχουν εγκολπωθεί, πιστεύοντας ότι είναι η ορατή θεία λύση στο αίτημα της χριστιανικής ενότητος. Οικτρά πλάνη και αίρεση!