Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

''Δεν πρέπει να μας παραπλανήσει η χαμογελαστή μάσκα του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός είναι αντίθετος σε κάθε βήμα κάποιου που ψάχνει την Αλήθεια και επιδιώκει την ένταξή του μέσα στην Εκκλησία του Χριστού'' (Ιερομόναχος Αλέξιος Καρακαληνός)

Επιστροφές ετεροδόξων στην Ορθοδοξία Ιερομόναχος Αλέξιος Καρακαληνός



 Ο Χριστός είναι «το φως το αληθινόν, το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον». Και όπως ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σημειώνει: «Η Χάρις εις πάντας εκκέχυται· ουκ Ιουδαίον, ουκ Έλληνα, ου βάρβαρον, ου Σκύθην, ουκ ελεύθερον, ου δούλον αποστρεφομένη· πάντας ομοίως προσιεμένη (προσεγγίζουσα) και μετά της ίσης τιμής». Αν και σήμερα κάποια έθνη έχουν διαφορετικό όνομα, ο Χριστός συνεχίζει το έργο Του, της σωτηρίας των ανθρώπων, προσκαλώντας στην Ορθόδοξη Εκκλησία πολλούς, που ανετράφησαν μέσα σε κοινότητες ετερο-Ορθοδόξων Χριστιανών....

[...] Και όπως είναι μεγάλη αμαρτία το να κάνομε κάτι, που θα εμποδίσει την μετάνοια κάποιου άλλου, έτσι είναι μεγάλη αμαρτία να εμποδίσομε την προσέλευση κάποιου στην Ορθοδοξία, είτε με την απρόσεκτη ζωή μας, είτε με τις πράξεις μας, είτε με τα λόγια μας.

[Δεν πρέπει να μας παραπλανήσει η χαμογελαστή μάσκα του Οικουμενισμού.]


 Ένας Οικουμενισμός, λοιπόν, που προσποιείται ότι οι πραγματικές διαφορές μεταξύ Ορθοδοξίας και ετεροδοξίας είναι ασήμαντες, περιπίπτει πράγματι σε ένα τέτοιο φοβερό αμάρτημα, και διότι αρνείται την αλήθεια, την οποία τόσοι πολλοί πρώην ετερόδοξοι Χριστιανοί αγωνίστηκαν πολύ για να την βρουν, και διότι προσπαθεί να κλείσει την πόρτα σε όσους ακόμη την αναζητούν. 

Δεν πρέπει να μας παραπλανήσει η χαμογελαστή μάσκα του Οικουμενισμού. Ο Οικουμενισμός είναι αντίθετος σε κάθε βήμα κάποιου που ψάχνει την Αλήθεια και επιδιώκει την ένταξή του μέσα στην Εκκλησία του Χριστού.

Ο Οικουμενισμός ενθαρρύνει το αίσθημα, που πηγάζει από μία, κατ’ επίφαση, ενότητα και όχι από την κατάνυξη και την ζωή της μετανοίας. Αποθαρρύνει την αναζήτηση της Αληθείας,
 έμμεσα παραδεχόμενος την ύπαρξη και αποδοχή του ψεύδους. Ο Οικουμενισμός δεν διακατέχεται από την ταπείνωση, που επιτρέπει να ακουστεί και μια διαφορετική από την ιδική του φωνή, ειδικά όταν αυτή αποκαλύπτει το ψεύδος του. Ο Οικουμενισμός επιτρέπει συγκρίσεις, αλλά όχι συμπεράσματα, που να καταδεικνύουν ότι κάποια Χριστιανική παράδοση, σε αντίθεση με κάποια άλλη ή άλλες, είναι πιο γνήσια. Τελικά ο Οικουμενισμός αποθαρρύνει οποιαδήποτε αποφασιστική ενέργεια, η οποία θα αντιτίθεται στους επιδιωκόμενους σκοπούς του. Κατ’ αλήθειαν τα λόγια του Χριστού προς τους Φαρισαίους έχουν εφαρμογή για τους οικουμενιστές: «Ουαί ημίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων· υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν».

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμβουλεύει κάθε έναν από εμάς, πώς να βοηθήσομε όσους ευρίσκονται έξω από την Εκκλησία, λέγοντας για εκείνον που είναι εκτός Εκκλησίας: «Δεν μπορείς να κάνεις θαύματα και να τον πείσεις; Με αυτά που έχεις ήδη, να προσπαθήσεις να τον πείσεις. Δηλαδή, με την φιλανθρωπία, με την προστασία, με την ημερότητα, με τον καλό τρόπο, και με όλα τα άλλα». Με άλλα λόγια χρειάζεται να προσεγγίσομε τους ετεροδόξους με εκείνη την φιλοξενία και αγάπη, που είναι χαρακτηριστική στην Ορθοδοξία.

 Ο δρόμος της επιστροφής δεν είναι καθόλου εύκολος, και όσοι αγωνίζονται μόνοι τους χρειάζονται την βοήθειά μας, την υποστήριξή μας και την αγάπη μας. Συγχρόνως, όμως, πρέπει να διατηρήσομε τον σκληρό λόγο της αληθείας, έστω και αν αυτό είναι επώδυνο. Η αλήθεια ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μόνη κιβωτός της σωτηρίας, είναι «ο πολύτιμος ακρογωνιαίος μας λίθος, ο εκλεκτός, ο έντιμος», ο οποίος πάντα υπήρξε και πάντα θα υπάρχει «λίθος προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου». Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι εκείνοι οι πρώην ετερόδοξοι, που έχουν προσχωρήσει στην Ορθοδοξία, είναι οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι του Οικουμενισμού.

 Για τους Οικουμενιστές, οι προσήλυτοι στην Ορθοδοξία είναι καθαρά ένας «κόλαφος», αφού η ίδια μεταστροφή τους καταδεικνύει την ανυπαρξία μέσου χώρου μεταξύ της Εκκλησίας και των Ομολογιών. Για τους προσηλύτους, η συμμετοχή τους στον Οικουμενισμό θα σημαίνει την εκπλήρωση του ρητού: «ώσπερ κύων όταν επέλθη επί τον εαυτού έμετον και μισητός γένηται, ούτως άφρων τη εαυτού κακία αναστρέψας επί την εαυτού αμαρτίαν». Οι προσήλυτοι είναι βαθειά οικείοι με την πνευματική ασθένεια, που προκαλείται στις ετερόδοξες κοινότητες από την απιστία στην διδασκαλία του Χριστού. Δεν μπορούν να εξαπατηθούν από γλυκόλογα αγάπης, η οποία θυσιάζει την Αλήθεια, ή από κενούς λόγους για μια ενότητα, η οποία στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.

Η μετάνοιά τους για την προηγούμενη συμμετοχή τους σε ετερόδοξες κοινότητες, τους έχει γίνει μια πηγή γνώσεως.

Δεν θα επιτρέψουν στον Οικουμενισμό να αψηφήσει αυτήν την γνώση. Και η θέση τους αυτή δεν είναι μια αρνητική θέση. Αντιθέτως, προέρχεται από την αγάπη τους προς το Χριστό, από την αγάπη τους προς την Εκκλησία, από την αγάπη τους προς την Αλήθεια, και από την αγάπη τους για όσους είναι μέσα και έξω από την Εκκλησία. Με αγάπη απορρίπτομε τον οικουμενισμό, επειδή θέλομε να προσφέρομε στους ετερόδοξους ακριβώς εκείνο, που ο Κύριος εχάρισε πλούσια σε όλους εμάς μέσα στην Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία, δηλαδή την ευκαιρία να γίνουν μέλη του Σώματος του Χριστού, «τέκνα Φωτός» και «κληρονόμοι της Βασιλείας, ήν ο Κύριος επηγγείλατο τοις αγαπώσιν Αυτόν»...

Εισήγηση εκφωνηθείσα στο Διορθόδοξο Θεολογικό Συνέδριο: «Οικουμενισμός. Γένεση- Προσδοκίες-Διαψεύσεις», το οποίο διoργανώθηκε στην Θεσσαλονίκη, στις 20-24 Σε- πτεμβρίου 2004, από την «Εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών»

 Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ