Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
ΚΑΜΠΑΝΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ
Πρὶν ἀπὸ δεκατέσσερα χρόνια στὶς 25 Ἰανουαρίου τοῦ 2007, προσκεκλημένος ἀπὸ ὀρθόδοξο σωματεῖο, ὡμίλησα στὴν αἴθουσα τοῦ Πνευματικοῦ Κέντρου τοῦ Δήμου Βόλου, μὲ θέμα: «Κινδυνεύει τώρα σοβαρὰ ἡ Ὀρθοδοξία». Ἡ ἀφυπνιστικὴ ἐκείνη ὁμιλία, μὲ ἰσχυρὴ τεκμηρίωση, δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ τῆς «Ἑταιρείας Ὀρθοδόξων Σπουδῶν», στήν «Θεοδρομία»[1], καὶ ἐτάραξε τὶς συνειδήσεις τῶν Οἰκουμενιστῶν, διότι παρουσίαζε ὁλοφάνερα τὴν ἀλλαγὴ πορείας τῆς παραδοσιακῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία πρὸς τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἐντοπίσαμε τοὺς κινδύνους κυρίως σὲ τρεῖς περιοχὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἐν πρώτοις εἰς τὸ ὅτι ὅλες οἱ ἱεραρχίες, ὅλοι οἱ ἐπίσκοποι τῶν τοπικῶν αὐτοκεφάλων ἐκκλησιῶν, πλὴν ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἔχουν διαβρωθῆ ἀπὸ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Προστέθηκε σ᾽ αὐτὲς καὶ ἡ ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία μέχρι τὰ τέλη τοῦ 20οῦ αἰῶνος, μέχρι καὶ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ, ἦταν παραδοσιακὰ Ὀρθόδοξη. Ὅσοι ἐκπροσωπούσαμε τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος στοὺς Θεολογικοὺς Διαλόγους καὶ σὲ ἄλλες διαχριστιανικές, διαθρησκειακές, διορθόδοξες συναντήσεις θεωρούμασταν «μαῦρα πρόβατα» ἀπὸ τὴν πλειονόητα τῶν ἄλλων ἀντιπροσωπειῶν, ἀνεπιθύμητα πρόσωπα, γιατὶ ἀντιδρούσαμε στὶς οἰκουμενιστικὲς ἀποφάσεις τῶν πολυποίκιλων διαλόγων καὶ συναντήσεων, πολυμερῶν καὶ διμερῶν. Ὁ γράφων ἐξεδιώχθη ἀπὸ τὸν Διάλογο Ὀρθοδόξων καὶ Ρωμαιοκαθολικῶν ὡς ἐκπρόσωπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μὲ ἀπαίτηση τοῦ Βατικανοῦ καὶ τυφλὴ ὑπακοὴ τοῦ Φαναρίου, παρὰ τὴν ἀντίδραση τοῦ τότε Ὀρθοδόξου ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ, διότι πρωτοστάτησα στὴν καταδίκη τῆς Οὐνίας στὸ Freising τοῦ Μονάχου τὸν Ἰούνιο τοῦ 1990, ὅπου ἀναγκάσθηκαν καὶ οἱ Ρωμαιοκαθολικοὶ νὰ ὑπογράψουν τὴν καταδίκη τῆς Οὐνίας, καὶ περισσότερο, διότι ἀντέδρασα καὶ παρουσίασα τὶς οἰκτρὲς καὶ ἀθεολόγητες ἀποφάσεις, ὁλοφάνερα προδοτικές, σὲ καινούργια ἀχρείαστη συνεδρία τῆς ὁλομέλειας τοῦ Διαλόγου στὸ Balamand τοῦ Λιβάνου τὸ 1993, ὅπου ὄχι μόνον ἀθωώθηκε ἡ Οὐνία, ἀλλὰ γιὰ πρώτη φορὰ «Ὀρθόδοξοι» κληρικοὶ καὶ θεολόγοι ἀναγνώρισαν τὸν Παπισμὸ ὡς ἐκκλησία μὲ ἔγκυρα μυστήρια καὶ ἀποστολικὴ διαδοχή, νομίμως δρῶντα γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων[2].
Ὁ δεύτερος χῶρος τὸν ὁποῖο διέβρωσε ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι οἱ δύο Θεολογικὲς Σχολὲς Ἀθηνῶν καὶ Θεσσαλονίκης, καὶ ἄλλες βέβαια ἀνὰ τὴν Οἰκουμένη Θεολογικὲς Σχολές, οἱ ὁποῖες τροφοδοτοῦν πλέον τὸν κλῆρο καὶ τὴν ἐκπαίδευση μὲ θεολόγους οἰκουμενιστικῆς νοοτροπίας καὶ σπουδῆς. Ὅ,τι μαθαίνουν στὶς Θεολογικὲς Σχολὲς ἀπὸ τοὺς κατὰ συντριπτικὴ πλειοψηφία οἰκουμενιστὰς καθηγητάς, αὐτὸ διδάσκουν στὶς ἐνορίες καὶ στὰ σχολεῖα οἱ νέοι κληρικοὶ καὶ θεολόγοι. Τώρα μάλιστα γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Οἰκουμενισμὸς καὶ τὰ οἰκουμενιστικὰ κείμενα τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης (2016), ἡ ὁποία νομιμοποίησε τὶς αἱρέσεις καὶ τὴν παναίρεση τῦ Οἰκουμενισμοῦ, πέρασαν καὶ στὰ νέα βιβλία Θρησκευτικῶν τοῦ Δημοτικοῦ, τοῦ Γυμνασίου καὶ τοῦ Λυκείου. Καὶ μολονότι ἡ «Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων» (ΠΕΘ) ἀγωνίσθηκε καὶ ἀγωνίζεται ἐναντίον τῆς οἰκουμενιστικῆς φατρίας τῶν θεολόγων τοῦ «Καιροῦ», ποὺ μετήλλαξαν τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἀπὸ Ὀρθόδοξη διδαχὴ σὲ οἰκουμενιστικὴ σούπα, παρὰ ταῦτα δὲν ἐτόλμησαν οὔτε τὸν Οἰκουμενισμὸ ἐπίσημα νὰ καταδικάσουν, οὔτε τὴν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου καὶ τὸ Οὐκρανικὸ σχίσμα, οὔτε τοὺς πρωτεργάτας καὶ πρωτοστάτας τῆς οἰκουμενιστικῆς διαβολικῆς ὑστερίας. Ἡ μετάλλαξη ὅμως τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι καρπὸς τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὸ κακὸ χτυπιέται στὴν ρίζα του.
Ὁ τρίτος χῶρος, ὅπου ἀπρόσμενα καὶ ἀπροσδόκητα σιγά-σιγά, εἰσέδυσε ὁ Οἰκουμενισμὸς εἶναι δυστυχῶς τὸ Ἅγιον Ὄρος, κυρίως βέβαια στὸ ἐπίπεδο τῆς διοίκησης τῶν Μονῶν, εὐτυχῶς ὄχι ὅλων, ἐνῶ ἡ πλειονότητα τῶν μοναχῶν στὶς σκῆτες καὶ στὰ κελιὰ ἀντιδροῦν καὶ ἀνθίστανται, διωκόμενοι καὶ ταλαιπωρούμενοι. Εἶναι πάντως διστακτικὸ καὶ ἐπιφυλακτικὸ στὸ νὰ καταδικάσει τὰ οἰκουμενιστικὰ ἔκτροπα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης στὸ Κολυμπάρι (2016) καὶ τὸ Οὐκρανικὸ Σχίσμα, ὅπως ἔπραττε παλαιότερα γιὰ μικρότερες ἐκτροπές. Ἀντίθετα ἔστειλε καὶ ἐκπρόσωπο στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης, καὶ κάποιοι ἀπὸ τοὺς ἡγουμένους καὶ ἱερομονάχους συλλειτούργησαν καὶ συλλειτουργοῦν μὲ τοὺς σχισματικοὺς τῆς Οὐκρανίας.
Οἱ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους ἀναφερόμαστε στοὺς κινδύνους ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι δύο. Ἐν πρώτοις, διότι ὄχι μόνο ἐπαληθεύθηκαν ὅσα τότε, πρὶν ἀπὸ δεκατέσσερα χρόνια ἐπισημαίναμε γιὰ τὴν οἰκουμενιστικὴ διάβρωση τῶν Ἐπισκόπων, τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀλλὰ καὶ διότι τώρα μεγάλωσαν οἱ κίνδυνοι καὶ φθάνουμε στὰ ὅρια τοῦ μὴ παρέκει, στὸν κίνδυνο νὰ μᾶς ἐγκαταλείψει ὁ Θεός, στὴν Θεοεγκατάλειψη, λόγῳ τῆς ἀποστασίας μας. Ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, τὸ Οὐκρανικὸ Σχίσμα, τὸ κλείσιμο τῶν ναῶν λόγῳ τοῦ Κορωνοϊοῦ, μὲ ὅλα τὰ συνακόλουθα, τὴν μασκοφορία μέσα στοὺς ναοὺς καὶ τὴν ἀσεβῆ εἰκονομαχικὴ στάση ἀπέναντι τῶν ἱερῶν εἰκόνων καὶ τῶν ἱερῶν λειψάνων, τὴν ἀπαγόρευση τῶν λιτανειῶν, τὴν δυσφήμηση καὶ βλάσφημη θέση ἀπέναντι στὴν Θεία Κοινωνία καὶ στὴν Ἱερὰ Λαβίδα, καὶ πολλὰ ἄλλα, ἐπιβάλλουν νὰ χτυπήσουμε καὶ πάλι τὶς καμπάνες τοῦ κινδύνου, μήπως καὶ ξυπνήσουν κάποιοι ἀπὸ τὴν ραστώνη καὶ τὴν ἀδιαφορία. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ θὰ κυκλοφορηθεῖ ἐντὸς τῶν ἡμερῶν σὲ μικρὸ βιβλίο, εὔκολα προμηθεύσιμο, ἡ ὁμιλία μας ἐκείνη στὸν Βόλο τὴν ὁποία μνημονεύσαμε μὲ τίτλο «Κινδυνεύει τώρα σοβαρὰ ἡ Ὀρθοδοξία». Στὸν Βόλο, ὅπου ἡ τοπικὴ Ἱερὰ Μητρόπολη Δημητριάδος καὶ Ἁλμυροῦ πρωταγωνιστεῖ μὲ τὴν «Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν» στὴν ἀποδόμηση τῆς Ὀρθόδοξης Πατερικῆς Θεολογίας καὶ στὴν οἰκοδόμηση ἑνὸς ἐργαστηρίου διαθρησκειακοῦ καὶ διαχριστιανικοῦ Συγκρητισμοῦ.
Ὁ δεύτερος λόγος ποὺ ξαναπροβάλλουμε τοὺς κινδύνους ὀφείλεται εἰς τὸ ὅτι διαψεύδονται καὶ θὰ διαψεύδονται οἱ φροῦδες ἐλπίδες τῶν Οἰκουμενιστῶν γιὰ ὁλοκληρωτικὴ κατάληψη τῆς Ἐκκλησίας, μόλις βιολογικὰ ἢ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐκλείψουμε ὅσοι ἀπὸ τοὺς παλαιοτέρους ἀγωνιζόμαστε γιὰ τὴν φίλη Ὀρθοδοξία. Ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἀφήσει ἀνυπεράσπιστη τὴν Ἐκκλησία Του. Ὑπάρχουν νέοι θεολόγοι, ἱερεῖς, μοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ μὲ πλούσιο γνωσιολογικὸ ἐξοπλισμὸ καὶ ἀκαδημαϊκὴ ἀξιωσύνη, ποὺ θὰ συνεχίσουν καλύτερα ἀπὸ ἐμᾶς τὸν ἀντιοικουμενιστικὸ ἀγώνα. Αὐτὲς τὶς ἡμέρες ἔφθασε στὰ χέρια μας ἕνα ἐξαιρετικὸ βιβλίο ἑνὸς νέου θεολόγου, διδάκτορος τῆς Θεολογίας, τοῦ Ἀναστασίου Πολυχρονιάδη μὲ τίτλο «Ἀποδομητὲς τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας». Τὸ βιβλίο ἐπιβεβαιώνει περίτρανα ὅσα ἐμεῖς γράψαμε ἤδη τὸ 2007 γιὰ τὴν διάβρωση τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν. Γράφει στὸν Πρόλογο τοῦ βιβλίου ὁ διεισδυτικὸς καὶ μὲ καλὴ δογματικὴ συγκρότηση, ἀλλὰ καὶ θαρραλέος καὶ τολμηρός, συγγραφεύς: «Καταθέτουμε λόγο κριτικό, μὲ σκοπὸ τὴν φανέρωση τῆς ἀπόκλισης ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογία ... τῶν καθηγητῶν Πέτρου Βασιλειάδη, Ἰωάννη Πέτρου, Χρυσόστομου Σταμούλη καὶ Μιλτιάδη Κωνσταντίνου. Ἀκόμη, σχολιάζουμε τὴ φημολογία περὶ ἐπιτιμοποίησης ὡς διδάκτορα ἀπὸ τὸ Τμῆμα Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ, τοῦ Κύπριου ποιητῆ Κυριάκου Χαραλαμπίδη. Ἀλλὰ καὶ θέσεις ποὺ διατύπωσε ὁ μητροπολίτης Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμος. Μαζὶ μὲ αὐτὲς καὶ τὰ περὶ ἐξομολογήσεως λεχθέντα ἀπὸ τὸν Παναγιώτη Ἀνδριόπουλο. Καὶ φυσικὰ μὲ ἀφορμὴ ὅσα ἀκούστηκαν περὶ τῆς μεταλήψεως τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, μὲ ἀτομικὰ κουταλάκια μιᾶς χρήσεως ... ἐνῶ τὸ τελευταῖο κεφάλαιο περὶ τῶν κρυφο-μεταπατερικῶν θεολόγων, παρατίθεται ἐδῶ γιὰ πρώτη φορά»[3].
Συγχαίρουμε καὶ ἐπαινοῦμε τὸν νέο ἐπιστήμονα γιὰ τὴν δογματικὴ εὐθυκρισία καὶ τὸ θάρρος του ἀπέναντι στὸ «πνέον ἀπειλῆς καὶ δυσφημίας θεοστυγοῦς»[4] οἰκουμενιστικὸ κατεστημένο τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ ΑΠΘ καὶ ἐλπίζουμε ἡ ἀποχώρησή τους ἀπὸ τὴν ἐνεργὸ ὑπηρεσία, λόγῳ ἡλικίας, νὰ ἀποδομήσει τὴν δική τους στρεβλὴ καὶ ἀντορθόδοξη διδασκαλία καὶ νὰ δομήσει στερεωτικὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πατερικὴ Θεολογία. Ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι νέοι θεολόγοι, τοὺς ὁποίους, ὅπως τοὺς Τρεῖς Παῖδας ἐν τῇ καμίνῳ, «οὐκ ἐδειμάτωσε θυμὸς θηριώδης, οὐ πῦρ βρόμιον»[5]. Χτύπησε ἠχηρὰ τὴν καμπάνα τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ ὄχι γιὰ πρώτη φορά, ὁ καλὸς καὶ εὐαίσθητος Ὀρθόδοξος Θεολόγος Ἀναστάσιος Πολυχρονιάδης. Δὲν τὴν ἀκοῦνε ὅμως οὔτε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, οὔτε ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, οὔτε ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Θεσσαλονίκης ποὺ συνεργάζονται καὶ τιμοῦν καὶ αὐτοὺς καὶ ἄλλους ἀποδομητὲς τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας, γιατὶ μαζί τους οἰκοδομοῦν τὸν νέο πύργο τῆς Βαβέλ, τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
[1]. Θεοδρομία 9 (2007) 89-128.
[2]. Περισσότερα βλ. στὸ βιβλίο τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, Οὐνία. Ἡ καταδίκη καὶ ἡ ἀθώωση (Στὸ Freising καὶ στὸ Balamand), Θεσσαλονίκη 2002.
[3]. Αναστασιοσ Ομ. Πολυχρονιαδησ, Ἀποδομητὲς τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας, Ἐκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2021, σελ. 7.
[4]. Ἀπὸ τὸν εἱρμὸ τῆς ζ´ ὠδῆς τοῦ κανόνος στὴν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ: «Ἔκνοον πρόσταγμα τυράννου δυσσεβοῦς».
[5]. Ἀπὸ τὸν ἴδιο εἱρμό.