Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2017

ΤΙ ΕΙΝΕ Η ΚΟΛΑΣΙΣ; «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ» (Mατθ. 25,41)

ΘΑ ΞΥΠΝΗΣΗ Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ

Κυριακὴ τῆς Ἀπόκρεω (Ματθ. 25,31-46)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

ΤΙ ΕΙΝΕ Η ΚΟΛΑΣΙΣ;

«Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ» (Mατθ. 25,41)

THS B ParousiasΤὸ ρολόι τῆς τσέπης καὶ τὸ ρολόι τῆς Ἐκ­κλησίας διαφέρουν. Τὸ ρολόι τῆς Ἐκκλησίας μᾶς λέει, ἀγαπητοί μου, ὅτι βρισκόμαστε στὸ Τριῴδιο, μία περίοδο προετοιμασίας δι­αρ­κείας ἑβδομήντα ἡμερῶν. Σήμερα, τῶν Ἀ­πόκρεων, εἶνε ἡ Κυριακὴ ποὺ διαβάζεται τὸ φοβερώτερο εὐαγγέλιο ὅλου τοῦ ἔτους.
Σᾶς ἔτυχε νὰ βρεθῆτε χειμῶνα καιρὸ μέσα σὲ δάσος, νά ᾿νε ὁ οὐρανὸς συννεφιασμένος, νὰ πέφτουν ἀστροπελέκια καὶ νὰ σείεται ἡ γῆ; Τρόμος καὶ φόβος. Κάτι τέτοιο συμβαίνει μὲ τὸ εὐαγγέλιο αὐτό. Ὅποιος τὸ διαβάζει ἢ τ᾿ ἀ­κούει μὲ πίστι, νομίζει ὅτι πέφτουν ἀστρα­πὲς καὶ βροντές. Ἀστράφτει καὶ βροντᾷ σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Περιγράφει τὴ μέλλουσα κρίσι, τὸ φοβερὸ ἐκεῖνο δικαστήριο. Καὶ ἂν ὡς ἄνθρωποι, ὅταν ἔχουμε δικαστήριο, τρέμουμε καὶ προσπαθοῦμε νὰ βροῦμε μάρτυρες ὑπερασπίσεως καὶ βάζουμε συνηγόρους καὶ τοὺς πληρώνουμε γιὰ νὰ ἀθῳωθοῦμε, πόσο μᾶλλον πρέπει νὰ φροντίσουμε ἀπὸ αὐτὴ τὴ γῆ γιὰ τὴν φοβερὰ ἐκείνη ἡμέρα;
Νὰ ἐξηγήσουμε τὴν εἰκόνα τῆς μελλούσης κρίσεως; Μᾶλλον δάκρυα κι ἀναστεναγμοὶ ἁρ­μόζουν. Ἀπὸ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο ἂς προσ­έξουμε τὴ λέξι «κατηραμένοι».
Κήρυξα ἄλλοτε σὰν σήμερα καὶ μερικοὶ δι­έστρεψαν τὰ λόγια μου. Εἶπαν· «Καταράστηκε τὶς γυναῖκες…». Τέτοιο πρᾶγμα δὲν εἶπα. Ἔχω ἐχθρούς, ποὺ ζητοῦν τὴν ἐξόντωσί μου. Ἀλλὰ τὸ μαγνητόφωνο εἶνε μάρτυρας, δὲν καταράστηκα τὶς γυναῖκες. Μέχρι τώρα δὲν εἶ­πα τὴ λέξι «κατάρα». Τόσα χρόνια ποὺ εἶμαι ἐπίσκοπος, ἄνθρωπο δὲν καταράστηκα.
Καὶ ὅμως αὐτὴ ἡ λέξι, ποὺ τρομάζει κι ἀναστάτωσε τότε τὸν κόσμο, εἶνε σήμερα μέσα στὸ εὐαγγέλιο. Τὴν εἶπε – ποιός; Δὲν τὴν εἶ­πε ἡ μάνα μας. Ποὺ καὶ ἡ μάνα μας νὰ τὸ πῇ, εἶνε κακό. Διότι λέει ἡ Γραφή, ὅτι ὅταν τὸ παιδὶ προκαλέσῃ τὴ μάνα καὶ τὴν κάνῃ νὰ ὀρ­γιστῇ καὶ νὰ καταραστῇ τὸ παιδί, ἡ κατάρα της ξεπατώνει σπίτια· «κατάρα μητρὸς ἐκριζοῖ θε­μέλια» (Σ. Σειρ. 3,9). Ἀλλὰ δὲν τὴν εἶπε οὔτε μάνα, οὔτε πατέρας, οὔτε παπᾶς, οὔτε ἐπίσκοπος, οὔτε πατριάρχης· τὴ λέει ὁ Χριστός!

* * *

Ὅταν φτάσῃ ἡ τελευταία ἐκείνη ἡμέρα, θὰ γίνῃ χωρισμός! Ὅπως ὁ βοσκὸς κάθε βράδυ, ὅταν γυρίζει στὸ μαντρί, –τὸ εἶδα μὲ τὰ μάτια μου– βάζει ἀλλοῦ τὰ πρόβατα κι ἀλλοῦ τὰ γίδια, ἔτσι θὰ μᾶς χωρίσῃ τοὺς ἀνθρώπους ὁ Χριστός. Θὰ πάρῃ κόσκινο καὶ θὰ μᾶς κοσκινίσῃ· κι ὅ,τι εἶνε ἄχυρο θὰ πάῃ στὴ φωτιά, ὅ,τι εἶνε σιτάρι θὰ πάῃ στὴν ἀποθήκη. Θὰ χωρίσῃ τὴν ἀνθρωπότητα σὲ δυὸ μεγάλες παρατάξεις· ἡ μία θὰ εἶνε οἱ δίκαιοι, ἡ ἄλλη θὰ εἶνε οἱ ἁμαρτωλοί. Καὶ στοὺς ἁμαρτωλούς, ποὺ θὰ πᾶνε στ᾿ ἀριστερά του, θὰ πῇ λόγια φοβερὰ ὁ Χριστός· «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ» (Ματθ. 25,41).
Ἀκοῦτε τί λέει;
Κατάρα, «κατηραμένοι»! Ποιοί; Αὐτοὶ ποὺ δὲν ἔχουν αὐτιὰ ν᾿ ἀκούσουν καὶ καρδιὰ νὰ αἰσθανθοῦν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, αὐτοὶ ποὺ δὲν χύνουν ἕνα δάκρυ γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματά τους, αὐτοὶ ποὺ δὲν τήρησαν τὶς ἐντολὲς καὶ μάλιστα τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης. Σ᾿ αὐτούς, καθαρὰ καὶ ξάστερα, εἶπε ὅτι δὲν θὰ ἔχουν ἔλεος· «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐ­μοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον…».
Ἐγώ, ἀδελφοί μου, εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ φο­βᾶμαι τὴν κόλασι. Ἐσεῖς εἶστε ἅγιοι καὶ δὲ φοβᾶστε; Ὑπάρχει ἀθάνατη ψυχή, καὶ Κριτὴς ποὺ θὰ δικάσῃ τὴν ψυχὴ ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς θὰ πῇ λόγο, ποὺ δὲν εἶπε ποτέ ἄλλοτε. Ἐκεῖνος, ποὺ ἦταν ὅλο ἀγάπη καὶ συγχώρησι, κι ἀκόμη καὶ γιὰ τοὺς σταυρωτάς του εἶπε «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς…» (Λουκ. 23,34), τώρα εἶνε ὁ ἴδιος ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ἐνώπιον ὅλου τοῦ κόσμου λέει· «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ».
Αὐτὴ ἡ κατάρα ὁδηγεῖ στὴν κόλασι. Ἀλλὰ τί εἶνε ἡ κόλασις; Εἶνε τιμωρία. Τί τιμωρία; Τρία πράγματα εἶνε ἡ κόλασις· πρῶτον χωρισμός, δεύτερον τιμωρία αἰώνιος, καὶ τρίτον συγκατοίκησις μετὰ τῶν δαιμόνων.
⃝ Χωρισμός. Ποιός χωρισμός; Τρέμει ἡ γυναί­κα νὰ μὴ χωριστῇ ἀπὸ τὸν ἄντρα, τρέμει ὁ ἄν­τρας νὰ μὴ χωριστῇ ἀπὸ τὴ γυναῖκα, τρέμει προ­παντὸς ἡ μάνα νὰ μὴ χωριστῇ ἀπὸ τὸ παιδί της. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ζήσῃ χωρὶς πρόσωπα ἀγαπητά. Ζοῦμε μὲ τὴν ἀγάπη· ζοῦμε, διότι ὑ­πάρχουν πρόσωπα ποὺ μᾶς ἀγαποῦν. Ἂν λεί­ψῃ ἡ ἀγάπη αὐτῶν, ὁ βίος γίνεται ἀβίωτος. Περισ­σότερο ὅμως κι ἀπὸ τὴ μάνα κι ἀπὸ τὸν πατέ­ρα κι ἀπὸ ὅλους εἶνε ὁ Θεός, ἡ αἰτία καὶ ἡ πη­γὴ παντὸς ἀγαθοῦ. Ἂν ὁ χωρισμὸς ἀ­πὸ ἀγαπη­τοὺς ἀνθρώπους κάνῃ τὸν βίο ἀβίωτο, πόσο μᾶλλον ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὸ Θεό; Νὰ μὴ χωριστοῦμε ἀπὸ τὸ Θεό! Διότι αὐτό εἶνε κόλασις.
⃝ Ἔπειτα, αὐτὴ ἡ κόλασις εἶνε τιμωρία αἰώνιος. Δὲν εἶνε μιὰ τιμωρία λίγων ἡμερῶν, λίγων ἑβδομάδων, οὔτε λίγων ἐτῶν. Πῶς νὰ τὸ περιγράψω; Κάποιος μεγάλος ποιητὴς τῆς Δύσεως ἔκανε μιὰ εἰκόνα, γιὰ νὰ μᾶς δώσῃ μιὰ ἰδέα τῆς αἰωνιότητος. Φανταστῆτε, λέει, μιὰ θάλασσα· καὶ κατόπιν ἕνα πουλὶ μυστηριῶδες ποὺ νά ᾿ρχεται κατὰ καιρούς, ὅπως κάθε χρόνο οἱ πελαργοὶ κι ὅπως κάθε καλοκαίρι τὰ χελιδόνια – τώρα πλησιάζει ἡ ἐποχὴ ποὺ θὰ μᾶς ἔρθουν. Αὐτὸ ὅμως, τὸ πουλὶ τῆς αἰωνιότητος, φανταστῆτε το νὰ ἔρχεται ὄχι ὕστερα ἀπὸ ἕνα χρόνο, ἀλλὰ ὕστερα ἀπὸ χίλια χρόνια. Καὶ φανταστῆτε νὰ παίρνῃ ἐφέτος μιὰ σταγόνα ἀπὸ τὴ θάλασσα αὐτή· καὶ ὕστερα ἀπὸ χίλια χρόνια νὰ παίρνῃ δεύτερη σταγόνα· καὶ ὕστερα ἀπὸ ἄλλα χίλια χρόνια νὰ παίρνῃ τρίτη σταγόνα… Πόσα χρόνια, πόσα ἑκατομμύρια καὶ δισεκατομμύρια χρόνια πρέπει νὰ περάσουν, ἕως ὅτου τὸ πουλὶ νὰ πάρῃ καὶ τὴν τελευταία σταγόνα ἀπὸ τὴ θάλασσα; Οἱ μαθηματικοὶ λένε, ὅτι θά ᾿ρθῃ ἡ ὥρα καὶ ἡ στιγμὴ ποὺ τὸ πουλὶ θὰ πάρῃ μὲ τὸ ῥάμφος του καὶ τὴν τελευταία σταγόνα· ναί, τελειώνει καὶ ἡ θάλασσα καὶ οἱ ποταμοί. Ἀλλὰ ἡ αἰωνιότης; Ὤ ἡ αἰωνιότης! Γι᾿ αὐτὸ εἶνε φοβερὸς ὁ λόγος «Πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον…».
⃝ Τέλος ἡ κόλασις δὲν εἶνε μόνο χωρισμὸς ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τιμωρία αἰωνία· ἡ κόλασις ἀ­κόμα εἶνε συγκατοίκησις μὲ τοὺς δαίμονες. Ὑποφέρει ἡ γυναίκα δίπλα σ᾿ ἕναν ἄντρα βλά­στημο καὶ χυδαῖο, ὑποφέρει ὁ ἄντρας δίπλα σὲ μιὰ γυναῖκα κακοποιὸ καὶ διεφθαρμένη, ὑποφέρει ὁ πατέρας ὅταν ἔχῃ παιδιὰ κακοαναθρεμμένα, ὑποφέρει ὅποιος εἶνε ὑποχρεωμένος νὰ συμβιώνῃ μὲ κακούς. Ποιός ἔ­κανε στὴ φυλακή; Τὰ χρόνια τὰ σκληρά, ὅσοι ἀπὸ μᾶς πιάστηκαν καὶ ῥίχτηκαν μέσ᾿ στὶς φυλακὲς καὶ τὰ στρατόπεδα, ἦταν ὑποχρεωμένοι νὰ ζήσουν μαζὶ μὲ ἄλλους ἐγκληματικοὺς τύπους. Πῶς νὰ μὴν ὑποφέρῃ κανεὶς μέσα σὲ τέτοια περιβάλλοντα, ὅπως τὰ περιέγραψε ὁ Ῥῶσος Ντοστογιέφσκυ στὸ ἔργο του «Τὰ κάτεργα»! Θέλεις λοιπὸν δίπλα σου καλὴ συν­τροφιά. Ἐκεῖ ὅμως στὴν κόλασι ποιοί θὰ εἶνε συντροφιά; Οἱ δαίμονες! Τὰ πλέον κακοποιά, ἀπαίσια καὶ βδελυρὰ ἀπὸ ὅλα τὰ ὄντα.
Τέτοια θὰ εἶνε ἡ κόλασις, ἀδελφοί μου, ὅ­που θὰ ῥιφθοῦν οἱ «κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον».

* * *

Τὰ πιστεύουμε αὐτά; Ὄχι· ψέμα τὰ θεωρεῖ ἡ ἄπιστη καὶ διεφθαρμένη γενεά μας! Βρισκό­μαστε σὲ χρόνια ἀπιστίας. Τὰ παλιὰ χρόνια ἡ γιαγιὰ ἔλεγε στὸ ἐγγόνι της· –Παιδάκι μου, μὴν πῇς ψέμα, θὰ κολαστῇς… Ὁ παπᾶς ὁ ἀ­γράμματος ἔλεγε στὸ ποίμνιό του· –Κοιτάξτε καλά, μὴν κλέβετε, μὴν ἀτιμάζετε, μὴ σφάζετε, θὰ πᾶτε στὴν κόλασι… Τρέμανε τὴν κόλασι· καὶ ἡ γῆ ἦταν παράδεισος. Ἀπ᾿ τὴν ὥρα ποὺ παύσαμε νὰ φοβούμεθα τὸ θεῖο δικαστή­ριο, καὶ γελᾶμε καὶ καγχάζουμε, καὶ σβήσαμε μέσα ἀπὸ τὴν ψυχή μας τὶς μεγάλες ἔννοιες τοῦ παραδείσου καὶ τῆς κολάσεως, ἀπὸ τότε ἡ γῆ αὐτὴ ἔγινε κόλασι. Δὲν θέ᾿ς ν᾿ ἀκοῦς γιὰ κόλασι; νά ἡ κόλασι! Καὶ δὲν φοβᾶσαι τὴν κόλασι; ἔρχεται ὅμως ἡ κόλασι. Ἔρχεται ἡ αἰώνιος τιμωρία γιὰ ὅλους ὅσους ἁμάρτησαν σ᾿ αὐτὸ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας.
Ἀλλ᾿ ἐν ὄψει κολάσεως πῶς ὑπάρχει διάθεσι καὶ κέφι ἄλλοι νὰ χορεύουν καὶ νὰ διασκεδάζουν, ἄλλοι νὰ βλαστημοῦν καὶ ν᾿ ἀσεβοῦν; Ὄχι, ἀδελφοί μου! Ἂς ζήσουμε κατὰ Θε­όν, ἂς ζήσουμε κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἂς προ­ετοιμάσουμε τὶς ψυχές μας. Καὶ εὔχομαι νὰ μᾶς ἀξιώσῃ ὁ Θεὸς νὰ φτάσουμε στὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ νὰ ἑορτάσουμε τὰ σεπτὰ πάθη τοῦ Κυρίου καὶ τὴν ἔνδοξο ἀνάστασί του· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου Ἀμυνταίου τὴν 29-2-1976.