Γελοιογραφία
Γελοιογραφία Θρησκειολογικής γελοιότητας
Στη συμβατική θρησκειοποιημένη μετρική μελαγχολία του χρόνου, η δήθεν ώριμη αποφασιστικότητα του εκπαιδευμένου επικαλυμμένου προσωπείου καιροφυλακτεί στην είσοδο για την ανάληψη της αυτάρεσκης ευθύνης στον ανερχόμενο παλιμβαρβαρισμό του πρωτογονισμού της, απέναντι στη βραχύτητα του βίου και στην εγγύτητα του θανάτου.
Η ενεργητική δυνατότητα της ύπαρξής τους κατά την εκτελεστική διαχείριση της αποστολής σε πεδίο βολής βωβού κινηματογραφικού έργου σε παρισινό δρόμο ανθρώπινων στόχων, οδηγεί στον δεύτερο και τρίτο όροφο των συντελεστών που θα συνέχιζαν να ζωγραφίζουν την παράσταση του κόσμου. Κατόπιν, θάνατος. Αλλά και στη Συρία και στην Κουρδία το σκηνικό παρόμοιο και αντίστροφα σαν είδωλο σε καθρέπτη χολ, φωτισμένου με σποτάκια λεντ.
Μόνο που η σιωπηρή τρισύλλαβη πανευρωπαϊκή κραυγή σε αυτοσχέδια επίπεδα κομμάτια που με ταχύτητα υψώνονταν από τα πλήθη όπως αυθόρμητα εκδηλώθηκε στη γαλλική πρωτεύουσα και κατόπιν στη Μασσαλία ή τώρα στο Λας Βέγγας, καταδεικνύει τη συνείδηση της κοινής πολιτιστικής ταυτότητας και του ανθρωπιστικού μέτρου σε μια πραγματική ελευθερία ενός χαμένου ρωμαϊκού παρελθόντος, η οποία έχει την επίγνωση που αφορά στην ελεύθερη ύπαρξη και όχι στη νομικά ρυθμιζόμενη συμπεριφορά.
Η γελοιότητα απαιτήσεων των εκτελεστών στην ατομοκεντρική κατασφάλισή τους ως τιμωρών με βαρύ οπλισμό σε αυτή την τοποχρονική φάση, υποδεικνύει τη χρήση της σχέσης τους με τον λεγόμενο Δυτικό κόσμο στην εικονοκλαστική αναπαράσταση της προβολής από το 622 και εντεύθεν, που διέπει την αιτιατή φαινομενικότητα. Όταν ο Λόγος μετατρέπεται από την εικόνα του σκίτσου σε μελανό ανεικονικό ιδεολόγημα που στήνει το στρατηγείο εκτός του χώρου της εμπλοκής και τυφλά υπακούει δίχως να κατανοεί το μέγεθος των ενεργειών που σκιάζουν το Φως.
Στον βαθμό που η γελοιότητα όταν κατορθώνει να ξεπερνά την όχι απλώς μορφική αλλά ενεργούμενη ετερότητα, μετατρέπεται σε καθαρτική γελοιογραφία ακριβώς επειδή η συνεχώς πραγματούμενη αλληγορική έκφραση της φαντασίας και δημιουργικής ενέργειας των σημαινόντων οξύνει την παρατηρητικότητα της κρίσης στη γιγνόμενη ετερότητα του άλλου, τότε γίνεται επικίνδυνη. Ενοχλεί τη σκοπούμενη λήθη στην οποία περιέρχεται το επιφαινόμενο φανατικό στοιχείο, το οποίο απεχθάνεται τη συνέχεια και δολοφονεί θεωρώντας ανοήτως πως δίνει την προσωπική μαρτυρία του στον βωμό του Θεού του.
Από κει και πέρα, η δυναμική του ολοκληρωτικού μοντέλου που ποτέ δεν ολοκληρώνεται όσο υπάρχουν ανθρώπινες αντιστασιακές αλυσίδες με σπάνια εμπροσθοφυλακή, ποτέ δεν τελειούται διότι επιβραδύνεται από την ανιδιοτέλεια των σχέσεων των άλλων και κορυφώνει τη συντριβή του από τον ηρωισμό τους. Με άλλα λόγια η ευθύνη της ψηλάφησης του νοήματος ανήκει τόσο σε αγγέλους του Τσάρλι που ούτως ή άλλως τον περιβάλλουν διαχρονικά όσο και σε πραγματικούς, αλλά και σε επόμενους που παραλαμβάνουν τη σκυτάλη η οποία άνετα θα μπορούσε να είναι ένα μονόχρωμο κραγιόνι.
Όσο για τη θρησκειοποιημένη επικάλυψη του θύτη, το θύμα του είναι το αδύνατό του σημείο, στον βαθμό που δεν είναι λησμονημένο και δεν καταντά αλησμόνητο.
*Ο Α.Σαραντίδης είναι δάσκαλος στην Καβάλα και πολιτικός επιστήμων