Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2019

ΒΙΒΛΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ


ΒΙΒΛΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ
ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ

ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ                                                        ΑΓΙΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος
Του οποίου το Ευαγγέλιο ξεκινήσαμε και μελετούμε ανήκει στην χορεία των δώδεκα μαθητών και ήταν αρχικά τελώνης. Όταν ο Κύριος επέστρεψε από την χώρα των Γεργεσηνών, τα Γάδαρα, είδε τον Λευῒ -αυτό ήταν το πρώτο εβραῒκό όνομά του- βλέποντάς τον «καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον» τον κάλεσε λέγοντάς του «ἀκολούθει μοι». Ο δε Ματθαίος «καταλιπὼν ἅπαντα ἀναστὰς ἠκολούθησεν αὐτῷ». Άμεσα, φιλοξένησε φιλοφρόνως τον Κύριο στην οικία του, «ἐποίησε δοχὴν μεγάλην Λευῒς αὐτῷ ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ», στην οποία παρέστησαν πολλοί ως συνδετημόνες: «καὶ ἦν ὄχλος τελωνῶν πολὺς καὶ ἄλλων οἳ ἦσαν μετ᾿ αὐτῶν κατακείμενοι». Εκεί, φανηκαν οι προθέσεις των πνευματικών αρχόντων του Ισραήλ, καθώς, ήταν το κακοπροαίρετο θρησκευτικό καταστημένο· «καὶ ἐγόγγυζον οἱ γραμματεῖς αὐτῶν καὶ οἱ Φαρισαῖοι πρὸς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ λέγοντες· Διατί μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἁμαρτωλῶν ἐσθίετε καὶ πίνετε; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτούς· Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ὑγιαίνοντες ἰατροῦ, ἀλλ’ οἱ κακῶς ἔχοντες· οὐκ ἐλήλυθα καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν». Έκτοτε, ο Ματθαίος συγκαταριθμηθείς στους δώδεκα έγινε αυτόπτης αυτήκοος μάρτυρας της πρώτης παρουσίας του Θεού στην χώρα του, τον Ισραήλ, στην οποία ήρθε ως ο Μεσσίας, αποδεικνύοντας την εκπλήρωση των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης στο Θεανδρικό Του Πρόσωπο με την Θεία Ενανθρώπιση Του για να φέρει την Βασιλεία του Θεού. Αυτό, το υπερτονίζει ο ευαγγελιστής! Το συγγραφέν απ’ αυτόν Ευαγγέλιο σαφώς αποτελεί τον συνδετικό κρίκο της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης καθώς για κάθε αναφορά στη ζωή, τη διδασκαλία, τη Σταύρωση και την Ανάσταση του Κυρίου ο Ευαγγελιστής παραθέτει και την σχετική προφητεία. Μολονότι το Κήρυγμα του Ιησού αναφέρεται στα απολωλότα πρόβατα οίκου Ισραήλ ο Ματθαίος δεν παραλείπει να διακηρύξει την παγκοσμιότητα του μηνύματος του Ευαγγελίου του Χριστού· «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» (Ματθ. 28, 19). Μετά τη συγγραφή του Ευαγγελίου ο Απόστολος Ματθαίος συνέχισε το ιεροκηρυκτικό του έργο στη χώρα των Πάρθων και των Μήδων, όπου ίδρυσε Τοπικές Εκκλησίες κηρύτοντας και θαυματουργώντας αλλά υπέστη και πολλές δοκιμασίες από τους ειδωλολάτρες. Σύμφωνα με παράδοση, η οποία στηρίζεται στη συνταχθείσα βιογραφία του Αγίου από τον Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο, ο Απόστολος Ματθαίος υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια και υπέστη τον δια πυρός θάνατο. Η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 16 Νοεμβρίου.

Η ΕΠΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΤΟΥ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Κείμενον:        1 Βίβλος γενέσεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυῒδ, υἱοῦ Ἀβραάμ.                                                                                                                                                                     Μετάφρασις: Βιβλίο της ενσάρκου Οικονομίας του Ιησού Χριστού,απογόνου του Δαυδ, ο οποίος υπήρξε απόγονος του Αβραάμ.
Αυτός όλος ο 1ος στίχος  είναι ο τίτλος, η επιγραφή του Ευαγγελίου.Εξηγεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Και δια ποίον λόγον την αποκαλεί Βίβλον γενέσεως του Ιησού Χριστού, αν και δεν περιέχει τούτο μόνον την γέννησιν αλλά όλην την οικονομίαν. Διότι πράγματι εδώ υπάρχει η συγκεφαλαίωσις όλης της οικονομίας και αποβαίνει δι' ημάς η αρχή και το τέλος όλων των αγαθών. Όπως, λοιπόν, ο Μωϋσής δίδει τον τίτλον Βιβλίον ουρανού και γης, μολονότι, δεν ωμίλησε περί ουρανού και γης μόνον, αλλά και περί όλων των ενδιαμέσων, ομοίως και αυτός εκάλεσε το βιβλίον από το σημαντικώτερον γεγονός.  Διότι, βέβαια, αυτό που είναι γεμάτο από έκπληξιν και υπερβαίνει κάθε ελπίδα και κάθε προσδοκίαν είναι το ότι ο Θεός έγινεν άνθρωπος και όταν επραγματοποιήθη τούτο, επακολουθούν όλα τα άλλα με λογικήν ακολουθίαν».
Με βάση αυτή την ερμηνεία του Αγίου Χρυσοστόμου γίνεται φανερό:
α. Ότι ο πρώτος στίχος αποτελεί τίτλο όλου του Ευαγγελίου του Ματθαίου. Γι’αυτό και τον ξεχωρίζουμε από την γενεαλογία του Χριστού που παραθέτει στην συνέχεια ο Ευαγγελιστής και τον θέτουμε ως επικεφαλίδα.
β. Επομένως, δεν είναι ερμηνευτικά ορθό το: «Βίβλος γενέσεως» να μεταφράζεται γενεαλογικός κατάλογος, αφού δεν απηχεί την πατερική ερμηνεία. Πέραν τούτου και μεταφραστικά δεν είναι σωστό όπως σημειώνει ο  σύγχρονος ερμηνευτής Σιαμάκης Κωνσταντίνος, διότι ο όρος «βίβλος» ποτέ δεν σημαίνει κατάλογο αλλά βιβλίο.
γ.  Όσοι  μεταφράζουν το «Βίβλος γενέσεως», ως γενεαλογικό κατάλογο, περιορίζουν το θεολογικό εύρος της έννοιας Θεία Οικονομία, της οποίας το περιεχόμενο αδρομερώς εκθέτει ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς Ματθαίος παραδίδοντάς μας το Ευαγγέλιο του ως ιστορικό υπομνηματισμό αυτής της ένσαρκης αποκάλυψης που ονομάζουμε Θεία Οικονομία. Πέραν αυτών όμως, γνωρίζουμε ότι ο όρος «γένεσις» διαφέρει από την λέξη «γέννησις». Γένεσις θα σημαίνει «ἐξ οὐκ ὄντων  δημιουργία», ήτοι παρθενογένεση, δηλαδή, δημιουργία από το τίποτε ή πιο σωστά πρώτη πλάση! Σύμφωνα όμως με τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, που συστηματοποίησε την δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας στο « Περὶ τοῦ τρόπου τῆς συλλήψεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τῆς θείας αὐτοῦ σαρκώσεως» ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 46, του έργου του «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως», «Μετὰ οὖν τὴν συγκατάθεσιν τῆς Ἁγίας Παρθένου Πνεῦμα  Ἅγιον ἐπῆλθεν ἐπ᾿ αὐτὴν κατὰ τὸν τοῦ Κυρίου λόγον, ὃν εἶπεν ὁ ἄγγελος, καθαῖρον αὐτὴν καὶ δύναμιν δεκτικὴν τῆς τοῦ Λόγου θεότητος παρέχον, ἅμα δὲ καὶ γεννητικήν. Καὶ τότε ἐπεσκίασεν ἐπ᾿ αὐτὴν ἡ τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου ἐνυπόστατος σοφία καὶ δύναμις, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ὁ τῷ Πατρὶ ὁμοούσιος, οἱονεὶ θεῖος σπόρος, καὶ συνέπηξεν ἑαυτῷ ἐκ τῶν ἁγνῶν καὶ καθαρωτάτων αὐτῆς αἱμάτων σάρκα
ἐψυχωμένην ψυχῇ λογικῇ τε καὶ νοερᾷ, ἀπαρχὴν τοῦ ἡμετέρου φυράματος, οὐ σπερματικῶς ἀλλὰ δημιουργικῶς διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
, οὐ ταῖς κατὰ μικρὸν προσθήκαις ἀπαρτιζομένου τοῦ σχήματος, ἀλλ᾿ ὑφ᾿ ἓν τελειωθέντος, αὐτὸς ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος χρηματίσας τῇ σαρκὶ ὑπόστασις· οὐ γὰρ προϋποστάσῃ καθ᾿ ἑαυτὴν σαρκὶ ἡνώθη ὁ θεῖος Λόγος, ἀλλ᾿ ἐνοικήσας τῇ γαστρὶ τῆς Ἁγίας Παρθένου ἀπεριγράπτως ἐν τῇ ἑαυτοῦ ὑποστάσει ἐκ τῶν ἁγνῶν τῆς Ἀειπαρθένου αἱμάτων σάρκα ἐψυχωμένην ψυχῇ λογικῇ τε καὶ νοερᾷ ὑπεστήσατο ἀπαρχὴν προσλαβόμενος τοῦ ἀνθρωπίνου φυράματος, αὐτὸς ὁ Λόγος γενόμενος τῇ σαρκὶ ὑπόστασις». 
Το «συνέπηξεν... οὐ σπερματικῶς ἀλλὰ δημιουργικῶς διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», αυτό ακριβώς, σημαίνει την δημιουργική πλάση του Ιησού Χριστού εις την νηδύν (μήτρα) της Θεοτόκου. Επομένως, κατά την, «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» σύλληψιν του Θεανθρώπου Χριστού με δύο φύσεις αλλά με μίαν υπόστασιν, υπάρχει πρώτη πλάση, ήτοι Γένεσις για τον Ιησού Χριστό. Γι’αυτό, ενώ προσέλαβε την ανθρώπινη φύσιν μας, είναι φύραμα καθαρό, χωρίς αμαρτία, όπως των πρωτοπλάστων, πριν όμως από το προπατορικό αμάρτημα. Γι’αυτό, τον καλούμε όπως και είναι ο μόνος αναμάρτητος και δεν φέρει η ανθρώπινη φύσις Του την «αρχαία κατάρα», προς τούτο και δεν βρισκόταν υπό το κράτος του θανάτου, δηλαδή,  ήταν απαλλαγμένος από τις ευθύνες των προπατόρων, προκειμένου να απαλλάξει εμάς από το προπατορικό αμάρτημα! « Ἂν ἦταν ἀπὸ σπέρμα, δὲν θὰ ἦταν νέος ἄνθρωπος, (νέος Ἀδάμ), οὔτε, ἀφοῦ θὰἦταν τῆς παλαιᾶς μερίδος καὶ κληρονόμος ἐκείνου τοῦ πταίσματος, θὰ μποροῦσε νὰ δεχθεῖ μέσα του τὸ πλήρωμα τῆςἄφθαρτης Θεότητος καὶ νὰ γίνει πηγὴ τοῦ ἁγιασμοῦ ἀνεξάντλητη· κι ἔτσι ὄχι μόνο ἐκείνων τῶν προπατόρων δὲν θὰμποροῦσε ν’ ἀποπλύνει τον μολυσμό ἀπὸ τὴν ἁμαρτία μὲ περισσὴ δύναμη , ἀλλὰ οὔτε στοὺς ἀπογόνους τους δὲ θὰἐπαρκούσε γιὰ ἁγιασμό… Γι’ αὐτὸ δὲν ἦλθε ἄγγελος, οὔτε ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἦλθε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ μᾶς ἔσωσε, ἀφοῦἔγινε, καθ’ ἡμᾶς δι’ ἡμᾶς, ἄνθρωπος μένοντας ἀναλοίωτος Θεός, χωρίς ο Ίδιος να χρωστά και χωρίς να είναι υπόδικος.
 Ἔπειτα ἀπὸ τὴν ἐπιλογὴ τῶν πρωτοπλάστων νὰ αὐτονομηθοῦν ἀπὸ τὸν Θεό, κάνοντας αὐτὸ ποὺ τοὺς ψιθύρισε ὁ διάβολος καὶ τελικὰ νὰ καταλήξουν στὸν θάνατο ὡς συνέπεια τῆς ἀνυπακοῆς τους, τὸ νὰ σωθοῦν δὲν ἐξαρτιόνταν πλέον ἀπὸ τοὺςἴδιους, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ἐπειδὴ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι φέρουμε μέσα μας τὴ φύση τοῦ προπάτορά μας Ἀδὰμ ἀπὸ τὸσπέρμα τοῦ ὁποίου προερχόμαστε, ἀφοῦ μεταδίδεται ἡ φθορὰ καὶ ὁ θάνατος ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ διαδοχικὰ στὸν καθένα μας, ὅλοι εἴμαστε ἀποστάτες καὶ ὅλοι διατελοῦμε ὑπὸ τὸ κράτος τῆς ἁμαρτίας. Ὁ ἄνθρωπος ὡς φθαρτὸς καὶ θνητὸς δὲν μπορεῖ νὰ μὴν ἁμαρτάνει. Βέβαια, ἡ ἁμαρτία προηγήθηκε ἀπὸ τὴ φθορὰ καὶ τὸν θάνατο, διότι ἡ φθορὰ καὶ ὁ θάνατος εἶναι γεννήματα τῆς ἁμαρτίας. Γι’ αὐτὸ, καὶ κυρίως ἡ ἁμαρτία εἶναι ἁμαρτία, διότι ὅταν δημιουργήθηκε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος δὲν ὑπῆρχε φθορὰ καὶ μποροῦσε νὰ μὴν ἁμαρτήσει. Εἶναι δὲ φανερὸ σὲ ὅλους, ὅτι ἐφόσον ὑπόκειται ὁ ἄνθρωπος στὴ φθορὰ καὶ στὸ θάνατο, δὲν μπορεῖ νὰ μὴν ἁμαρτήσει, ὅπως ὁ τυφλὸς νὰ μὴ σκοντάφτει. Συνεπῶς δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ζήσουμε ἐν Θεῷ, χωρὶς νὰ πεθάνουμε ὡς πρὸς τὴν ἁμαρτία!
Πῶς, ὅμως νὰ γίνει αὐτό, ἀφοῦ ἡ φύση μας ἦταν πεπτωκυῖα; Ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ὄφειλε νὰ κερδίσει τὴν νίκη, ἦταν αἰχμάλωτος σ’ αὐτὸ ποὺ ἔπρεπε νὰ πολεμήσει, γιὰ νὰ κερδίσει τὴν νίκη. Χρειάστηκε, λοιπόν, νὰ ἑνωθοῦν τὰ δύο, ὥστε νὰ ἔχει ὁ ἴδιος καὶ τὶς δύο φύσεις· αὐτοῦ ποῦ ὄφειλε νὰ πολεμήσει καὶ αὐτοῦ ποὺ μποροῦσε νὰ νικήσει. Ὁ ἀρμοδιότερος, συνεπῶς, πρὸς τὴ φύση καὶ τὴν ἀσθένειά μας τρόπος καὶ ὁ καταλληλότερος γιὰ τὸν ἐνεργοῦντα ἦταν αὐτός, ὁ διὰ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, διότι αὐτὸς ὁ τρόπος ἔχει καὶ τὸ δίκαιο μὲ τὸ μέρος του, χωρὶς τὸ ὁποῖο τίποτε δὲν ἐνεργεῖται ἀπὸ τὸν Θεό. Προσλαμβάνοντας ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁμοούσιος μὲ τὸν Πατέρα, τὴν ἀνθρώπινή μας φύση, καταβάλει αὐτό πού, ἐνῶ ἐμεῖς  χρωστούσαμε, δὲν μπορούσαμε ὅμως νὰ πετύχουμε, ἐπειδὴ ἤμασταν αἰχμάλωτοι.
Ἄλλωστε «εἰς τοῦτο ἐφανερώθη ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἵνα λύση τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου» (Α΄ Ἰω. 3,8). Δημιούργησε (συνέπηξεν), λοιπὸν, μὲ ἀνέκφαστο τρόπο γιὰ τὸν ἑαυτό Του σάρκα μὲ ψυχὴ λογική καὶ νοερά, μέσα στὴ δική του προσωπικὴ ὑπόσταση,ἀπὸ τὰ ἁγνὰ αἵματα τῆς ἀειπαρθένου, παίρνοντας ὅ,τι ἐκλεκτὸ ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος, μὲ τὸ νὰ γίνει ὁ ἴδιος ὁ Λόγος ὑπόσταση (ἀληθινὴ ὕπαρξις) γιὰ τὴ σάρκα ποὺ προσέλαβε. Δηλαδή, δὲν ἑνώθηκε ὁ Λόγος (ὁ Υἱός) τοῦ Θεοῦ μὲ σάρκα ποὺ προϋπῆρχε μόνη της ἀλλά, ἀφοῦ εἰσῆλθε στὴν πανάχραντη μήτρα τῆς ἀειπαρθένου Μαρίας, Αὐτός, ὡς θεὸς καὶ παντοδύναμος δημιουργός, πῆρε τὴ θέση σπόρου. Καὶ ἀφοῦ σὲ ἐννέα μῆνες αὐξήθηκε φυσικά, σιγὰ σιγὰ τὸ σῶμα του χωρὶς νὰ σχηματίζεται μὲ τμηματικὴ συμπλήρωση, καὶ ἔγινε ὅπως κάθε ἄνθρωπος, τέλειο βρέφος μὲ μιάς, ἔμβρυο ἔμψυχο, γεννήθηκε ἀπορρήτως ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἑνωμένος μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση. Διὰ τοῦτο διπλὴ ἔγινε ἡ γέννησις ὅμοια μὲ τὴ δική μας, ἀλλά καὶ ὑπερβαίνουσα τὴ δική μας. Διότι, τὸ νὰ γεννηθεῖ ἀπὸ γυναῖκα ἦταν σύμφωνο μὲ τὴ φύση μας· τὸ νὰ γεννηθεῖ ὅμως χωρὶς θέλημα σαρκὸς ἡ ἀνδρός, ἀλλὰ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, προμήνυε τὴν μελλοντικὴ γέννησή μας ποὺ ὑπερβαίνει τὴ φύση μας καὶ ποὺ ἔμελλε νὰ μὰς χρίσει μέσω τοῦ Πνεύματος. Γεννᾶται ἀπὸ γυναῖκα χωρὶς ὅμως συνέργεια ἀνδρός. Ἂν ἦταν ἀπὸ σπέρμα, δὲν θὰ ἦταν νέος ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἦλθε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καὶ μᾶς ἔσωσε, ἀφοῦ ἔγινε «καθ’ ἡμᾶς δι’ ἡμᾶς ἄνθρωπος» μένοντας ἀναλοίωτος Θεός. Καὶ τὸ κάνει αὐτό ἐν χρόνῳ. Ὅταν Καίσαρας τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ἦταν ὁ Αὔγουστος. Γι’ αυτό θεόπνευστα εκφράζεται ο Ευαγγελιστής λέγοντας: «Βίβλος γενέσεως». Συνεπώς, όταν μεταφράζουμε το θεόπνευστο κείμενο για να το αποδωσουμε σωστά θα πρέπει η ματάφρασις που κάνουμε να συμπεριλάβει και δύο και την Γένεση και την Γέννησιν.  Αν, λοιπόν, μεταφράζουμε: «βιβλίο της ενσάρκου Οικονομίας του Ιησού Χριστού» δεν αφιστάμεθα της ερμηνείας του Ιερού Χρυσοστόμου και των άλλων Πατέρων αλλά συνάμα απηχούμε και την ορθόδοξη δογματική διδασκαλία!