Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2019

π.Θεόδωρος Ζήσης, Ορθόδοξοι τιμούν και υποδέχονται τον αιρεσιάρχη Πάπα


Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
αρθρογραφεί για katanixi.gr
«ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ» ΤΙΜΟΥΝ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΧΟΝΤΑΙ ΤΟΝ ΑΙΡΕΣΙΑΡΧΗ ΠΑΠΑ
Τούς αἱρετικούς δέν τούς τιμοῦμε. Τούς καταδικάζουμε
Εἰσαγωγικά
Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ ἀναγνώσθηκε ὡς εἰσήγηση, μεταφρασμένη στά ρουμανικά, σέ ἡμερίδα πού ὀργάνωσαν μή μνημονεύοντες κληρικοί (ἀποτειχισμένοι), μοναχοί καί λαϊκοί στήν πόλη Μποτοσάνι τῆς Ρουμανίας τήν 1η Μαΐου τρέχοντος ἔτους, τήν Τετάρτη τῆς Διακαινησίμου, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ὁσονούπω συμπληρώσεως τριῶν ἐτῶν ἀπό τήν σύγκληση καί λειτουργία τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης στό Κολυμπάρι Χανίων τόν Ἰούνιο τοῦ 2016, ἀλλά καί πρός ἐκτίμηση τῆς πορείας τοῦ ἀγῶνος ἐναντίον τῆς ψευδοσυνόδου καί γενικῶς ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ἐπειδή δέ προσεχῶς εἶναι προγραμματισμένη ἐπίσκεψη τοῦ πάπα στήν Ρουμανία, γιά δεύτερη φορά, κρίθηκε ἀναγκαῖο ἀπό τούς ὀργανωτάς νά ἐνημερωθοῦν οἱ Ρουμάνοι πιστοί περί τοῦ ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση, καί γι᾽ αὐτό δέν πρέπει νά μετέχουν στίς τιμητικές ὑποδοχές καί ἐκδηλώσεις τοῦ κοσμικοῦ μονάρχη τῆς Ρώμης, πού ἐνόθευσε τό Εὐαγγέλιο, προκάλεσε σχίσματα καί βοήθησε στόν ἀποχριστιανισμό τῆς Εὐρώπης. Ἐν τῷ μεταξύ ἔλαβαν χώρα ἄλλες δύο ἐπισκέψεις τοῦ ποντίφηκα στήν γειτονιά μας, μέσα στόν Μάϊο, ἡ μία στήν Βουλγαρία, ὅπου ἡ ἐκκλησιαστική ἡγεσία κράτησε στούς λόγους καί στίς πράξεις ἀξιέπαινη στάση, πού θά μποροῦσε νά εἶναι καί αὐστηρότερη, σέ σχέση πάντως πρός ὅλες τίς προηγούμενες ἐπισκέψεις σέ ὀρθόδοξες χῶρες ἦταν ἡ καλύτερη καί ὀρθοδοξότερη, ἐνῶ οἱ ψευτομακεδόνες τῶν Σκοπίων τοῦ ὀργάνωσαν θριαμβευτική ὑποδοχή ἀνταποδίδοντας τήν ἐπί δεκαετίες ὑποστήριξη τοῦ Βατικανοῦ στήν πλαστογράφηση τῆς ἱστορίας μέ τόν ψευτομακεδονισμό τους.

1. Ἡ ἀγάπη εἶναι συνδεδεμένη μέ τήν ἀλήθεια
Ὡς μέλη τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας στενοχωρούμεθα καί λυπούμεθα, διότι δέν βλέπουμε τίς ὀρθόδοξες ἡγεσίες, τούς ἐπισκόπους, νά τηροῦν σταθερά καί ἀταλάντευτα τήν διαχρονική στάση τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τήν ὁποία, τούς αἱρετικούς καί τούς σχισματικούς δέν τούς μισοῦμε ὡς πρόσωπα, φερόμαστε ὅμως αὐστηρά ἀπέναντί τους, ὥστε ἀπό ἀληθινή ἀγάπη νά τούς βοηθήσουμε παιδαγωγικά νά ἐπανέλθουν στήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί γιά νά προφυλάξουμε τούς ἄλλους πιστούς ἀπό τήν ἀρρώστια τῆς αἱρέσεως καί τήν ἀπώλεια τῆς σωτηρίας. Μέσα στά Γεροντικά ὑπάρχουν πολλές διηγήσεις, ἀπό τίς ὁποῖες προκύπτει ὅτι, ὅταν συνέβη νά ἐπισκεφθοῦν ὁσίους καί ἁγίους Γέροντες κάποιοι αἱρετικοί, οὔτε τούς δέχθηκαν μέ χαρά οὔτε συνομίλησαν μαζί τους, ἀλλά ἀφοῦ τούς πρόσφεραν ὑλική τροφή τούς εἶπαν νά φύγουν. Ὄχι ἀσφαλῶς ἀπό φανατισμό καί φονταμενταλισμό, ὅπως νομίζουν μερικοί «προοδευτικοί», ἀλλά μέ πόνο ψυχῆς καί ἀπό πραγματική ἀγάπη, γιά νά τούς κάνουν νά αἰσθανθοῦν ὅτι βρίσκονται στήν αἵρεση καί στήν πλάνη. Ἡ ἱστορία τῶν τοπικῶν καί τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων εἶναι γεμάτη ἀπό καταδίκες αἱρετικῶν, ὅπως καί τά θεόσοφα συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ὅλη δέ αὐτή ἡ σταθερή στάση τῆς Ἐκκλησίας εὑρίσκεται συμπυκνωμένη στό «Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας», πού διαβάζεται κάθε χρόνο τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, καί ἐκεῖ ἐγκωμιάζονται καί ἐπαινοῦνται οἱ Ὀρθόδοξοι, ἐνῶ κατακρίνονται καί ἀναθεματίζονται οἱ αἱρετικοί. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἀχώριστα δεμένη μέ τήν ἀλήθεια· χωρίς τήν ἀλήθεια εἶναι ψευτοαγάπη, ἀγαπισμός, ὑποκρισία, διπλωματία, ψευτοευγένεια. Ἄν ἀγαπᾶς κάποιον, τοῦ λές τήν ἀλήθεια, δέν τόν ξεγελᾶς μέ ψέματα, ὅπως ξεγέλασε ὁ Διάβολος τούς πρωτοπλάστους, ὁ ἀρχηγός τοῦ ψεύδους καί τῆς ἀπάτης, καί τούς ἀπομάκρυνε ἀπό τόν Θεό, τήν αὐτοαλήθεια. Ἡ ἀλήθεια εἶναι τοῦ Θεοῦ τό ψέμα τοῦ Διαβόλου.
2. Μετά τό σχίσμα ἐπί χίλια ἔτη δέν τιμήθηκε ὁ πάπας
Γιά τόν λόγο αὐτό δέν καταλαβαίνει κανείς πῶς διαφοροποιοῦνται στό θέμα αὐτό μερικοί ἱεράρχες καί θεολόγοι, ὅταν πρόκειται νά ἀντιμετωπισθεῖ θεολογικά καί ὀρθόδοξα τό θέμα τῶν ἐπισκέψεων τοῦ πάπα σέ ὀρθόδοξες χῶρες. Ἄν ὁ πάπας εἶναι ὀρθόδοξος, ὀφείλουμε νά τόν καλοϋποδεχθοῦμε καί νά τόν τιμήσουμε, γιατί ἔχει τήν χάρη τῆς Ἱερωσύνης καί τήν ἀποστολική διαδοχή, γιατί ἔχει τήν ἴδια μέ ἐμᾶς ὀρθόδοξη πίστη, τό ἴδιο βάπτισμα, τά ἴδια μυστήρια, ἀνήκει στήν Ἐκκλησία, στό ἕνα σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὅπου «εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα»[1]. Εἶναι ὅμως ὀρθόδοξος ὁ πάπας, ἀνήκει στήν Ἐκκλησία; Ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ἡ ἐπί γῆς καί ἡ ἐν οὐρανῷ, περιέχεται μέσα στόν Ἅγιο Δίσκο τῆς Προσκομιδῆς, ὅπου ἐξάγει ὁ ἱερεύς μερίδες τῶν Ἁγίων, τῶν ζώντων καί τῶν κεκοιμημένων, καί μνημονεύει τά ὀνόματά τους. Μνημονεύεται καί ὁ πάπας, μνημονεύονται καί οἱ παπικοί στό Δισκάριο τῆς Προσκομιδῆς; Ὅποιος δέν περιλαμβάνεται ἐκεῖ εἶναι ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας, στήν αἵρεση ἤ στό σχίσμα, δέν ἔχει οὔτε ἀποστολική διαδοχή, οὔτε Χάρη, οὔτε μυστήρια.
Δέν ὑπάρχει καμμία ἀμφιβολία, καί εἶναι ἐκτός πάσης συζητήσεως, ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση καί μάλιστα μεγάλη, πολλαπλῆ αἵρεση. Δέν εἶναι αἵρεση τό Filioque, τό πρωτεῖο, τό ἀλάθητο, τό καθαρτήριο πῦρ, τά ἄζυμα, ἡ ἄρνηση τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, τό κοσμικό κράτος; Μόνον γιά ἕνα ἀπό αὐτά θά εἶχε στήσει σύνοδο ἡ Ἐκκλησία γιά νά καταδικάσει αὐτόν πού τά ἀποδέ-χεται καί τά διδάσκει, ὅπως ἔκανε γιά πολλούς αἱρετικούς, καί τό ἔχει κάνει βέβαια καί γιά τόν Παπισμό καί τίς πλάνες του. Μπορεῖ κανείς νά φαντασθεῖ γιά τόν Ἄρειο, τόν Μακεδόνιο, τόν Νεστόριο, τόν Εὐτυχῆ, τούς Εἰκονομάχους, ἀντί νά εἰσάγονται ὡς κατηγορούμενοι σέ συνόδους νά ὀργανώνουμε τιμητικές ἐπισκέψεις, νά τούς ἐπαινοῦμε καί πολλές φορές νά συμπροσευχόμαστε μαζί τους ἤ μετά τήν καταδίκη τους νά ψάχνουμε σέ θεολογικούς διαλόγους μήπως δέν εἶναι αἱρετικοί καί ἔκαναν λάθος οἱ θεοφώτιστοι Πατέρες πού τούς κατε-δίκασαν; Εἴμαστε ἐμεῖς σοφώτεροι καί ἁγιώτεροι τῶν Ἁγίων Πατέρων καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων;
Ἐπί χίλια ἔτη μετά τήν ἀπόσχιση τῶν Παπικῶν ἀπό τήν Ἐκκλησία οὐδέποτε διανοήθηκε κάποιος ὀρθόδοξος πατριάρχης, μητροπολίτης, ἀρχιεπίσκοπος, ἐπί-σκοπος νά ὑποδεχθεῖ καί νά τιμήσει τόν πάπα, πολύ περισσότερο νά συμπροσ-ευχηθεῖ μαζί του. Αὐτήν τήν σταθερή ὀρθόδοξη παράδοση, ἡ ὁποία στηρίζεται στό ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση, ἀλλά καί στήν διεκδίκηση παγκοσμίου πρωτείου ἐξουσίας, κοσμικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς, προσπαθεῖ νά ἀποδυναμώσει ὁ Παπισμός μέ τίς ἐπισκέψεις τοῦ πάπα σέ ὀρθόδοξες χῶρες. Στό παγκόσμιο κοινό, χριστιανικό καί θύραθεν, μεταδιδόμενες οἱ εἰκόνες τῶν ἐπισκέψεων, ἀφήνουν τήν ἐντύπωση ὅτι, ἀφοῦ οἱ Ὀρθόδοξοι τιμοῦν τόν πάπα, δέν ὑπάρχουν σοβαρές διαφορές μεταξύ τους καί τόν ἀναγνωρίζουν ὅλοι ὡς πρῶτο ἡγέτη τῆς Χριστιανοσύνης.
3. Οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες δέν τίμησαν τόν πάπα τό 2001.
Γιά τήν Ἑλλάδα, τήν χώρα ἀπό τήν ὁποία προέρχομαι, ἦταν ἀδιανόητη ἀκόμη καί ἡ σκέψη στούς κύκλους τοῦ Βατικανοῦ νά ὀργανώσουν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα στήν Ἀθήνα. Οἱ Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι ἐθεωροῦντο ὡς οἱ πλέον ἀντιπαπικοί μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων, μέχρι καί τῆς ἐποχῆς τοῦ ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου (1998-2008), ὁ ὁποῖος δυστυχῶς ὑπέκυψε σέ πολιτικές καί ἄλλες πιέσεις, ἰδιαίτερα λόγῳ τοῦ εὐρωπαϊκοῦ προσανατολισμοῦ τῆς χώρας, καί συμπράττοντας μέ τήν πολιτική ἡγεσία συνδιοργάνωσαν ἐπίσημη ἐπίσκεψη τοῦ Πολωνοῦ γηραιοῦ πάπα στίς 4 Μαΐου τοῦ 2001. Οἱ ἀντιδράσεις τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ἦταν σεισμικές. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος δέν τόλμησε νά συγκαλέσει τήν Ἱεραρχία, διότι ἡ πλειονότης τῶν ἀρχιερέων ἦταν ἀντίθετη, ὁμόφωνη ἡ Ἱερά Κοινότης τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἀντέδρασε, διακόσια μοναστήρια (200) ἐκτός τοῦ Ἁγίου Ὄρους, χριστιανικά σωματεῖα, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, μέ ἐπιστολές, ἡμερίδες, ἀγρυπνίες, συνεντεύξεις, ψηφίσματα, συλλαλητήρια μπροστά στό κτήριο τῆς ἀρχιεπισκοπῆς προσπάθησαν νά ἀλλάξουν τήν ἀπόφαση τοῦ ἀρχιεπισκόπου. Τό ὑγιές πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐκκλησία, πού δέν εἶναι μόνον ὁ προκαθήμενος καί ἐλάχιστοι φιλοπαπικοί ἐπίσκοποι, ἦταν ἀντίθετη στήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα. Ὁ πάπας τελικά ἦλθε, ἀλλά δέν τόν ὑποδέχθηκε ὁ ὀρθόδοξος λαός, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος· τόν ὑποδέχθηκαν μέ ἰσχυρή ἀστυνομική προστασία ὁ ἀρχιεπίσκοπος καί τά μέλη τῆς μικρῆς δωδεκαμελοῦς συνόδου, χωρίς κοινή δημόσια ἐμφάνιση, γιά νά ἀποφευχθοῦν οἱ ἀντιδράσεις τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Τόν λαό τόν ἔκρυψαν καί τόν ἐξαφάνισαν οἱ κυβερνῶντες, γιά νά μή τούς δυσφημήσει καί χαλάσει τό εὐρωπαϊκό προφίλ τῆς χώρας.
Θριαμβολογοῦσαν μετά τήν ἐπίσκεψη μεγάλες εὐρωπαϊκές ἐφημερίδες γράφοντας ὅτι ἔπεσε τό ἀντιπαπικό κάστρο τῆς Ἑλλάδος. Ἔκαναν ὅμως λάθος· τό κάστρο τῆς λαϊκῆς ἐπαγρύπνησης, τό κάστρο τῆς Ὀρθοδοξίας δέν ἔπεσε· ἁπλῶς κάποιοι ἀξιωματικοί, χωρίς ἀντίσταση, παραδόθηκαν στίς δυνάμεις τοῦ Παπισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὅμως εἶχε μεγάλες ἀπώλειες. Διότι γιά πρώτη φορά ὁ πολύς κόσμος, ἀλλά καί τό πλησιέστερο πρός τήν Ἐκκλησία τμῆμα τοῦ λαοῦ, ἔμαθαν καί πληροφορήθηκαν ἀπό τούς ἀντιδρῶντες τί εἶναι ὁ Παπισμός καί ἡ Οὐνία, τίς σκοτεινές σελίδες τῆς ἱστορίας τῶν παπῶν. Αὐτό δέν τό ὑπολόγιζαν οἱ ἐπιτελεῖς τοῦ Βατικανοῦ καί νόμισαν ὅτι ἦταν ἀρκετό νά ἁλώσουν τήν ἐκκλησιαστική ἡγεσία. Ἄν συγκεντρωθεῖ σέ τόμους τί ἐλέχθη καί τί ἐγράφη τήν περίοδο ἐκείνη γιά τούς πάπες, τόν Παπισμό καί τήν Οὐνία, δέν θά ὑπάρχουν πιό μαῦρες σελίδες, γιά τήν ἱστορία τοῦ παπικοῦ θεσμοῦ καί πιό ἀποτελεσματική ἀπαξίωση τῆς πάλαι ποτέ Ὀρθόδοξης Ρώμης. Μεγάλο μέρος τοῦ ὑλικοῦ αὐτοῦ ἔχει θησαυρισθῆ στά τέσσερα πολυσέλιδα τεύχη τοῦ περιοδικοῦ «Θεοδρομία» τῆς «Ἑταιρείας Ὀρθοδόξων Σπουδῶν», τοῦ ἔτους 2001, συνολικῆς ἐκτάσεως ἑπτακοσίων σελίδων (700), καί σέ ἔκτακτες περιοδικές ἐκδόσεις πού εἶχαν μεγάλη ἀπήχηση, ὅπως τό τεῦχος 17 τοῦ περιοδικοῦ «Παρακαταθήκη» μέ τίτλο «Ἡ Ρωμιοσύνη ἀντιστέκεται. Δέν ὑποκύπτουμε στήν Pax Vaticana. Ἀνεπιθύμητος ὁ πάπας στήν Ἑλλάδα», ὅπως ἐπίσης καί πολλά τεύχη τοῦ περιοδικοῦ «Γρηγορεῖτε» τῆς Ὀρθοδόξου Ἀδελφότητος τῆς Θεσσαλονίκης «Ἡ Δορκάς» τοῦ ἔτους 2001. Μεγάλη ἀπήχηση καί διάδοση εἶχε τό μικρό βιβλίο τῶν ἐκδόσεων «Ὀρθόδοξος Κυψέλη» μέ τίτλο «Κείμενα Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας, μέ ἀφορμή τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα. Στούς αἱρετικούς ἁρμόζει εὐγενής περιφρόνησις» (Θεσσαλονίκη 2001). Σέ ἔκτακτη ἔκδοση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγάλου Μετεώρου λίγο ἀργότερα μέ τίτλο «Ἐν Συνειδήσει» παρουσιάσθηκαν «Οἱ κακοδοξίες τοῦ Παπισμοῦ» τόν Δεκέμβριο τοῦ 2006 καί λίγο ἀργότερα τόν Ἰούνιο τοῦ 2009 πάλι μέ τεῦχος «Ἐν Συνειδήσει» παρουσιάσθηκε τό θέμα «Οἰκουμενισμός. Ἱστορική καί κριτική προσέγγιση» μέ πολλά ἀντιπαπικά ἄρθρα. Ὅσα μνημονεύσαμε εἶναι μέρος μόνον αὐτῶν πού ἐγράφησαν μέ ἀφορμή τήν ἐπίσκεψη τοῦ πάπα.
4. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας εἶναι τώρα προσεκτική. Ἀξιέπαινη καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Βουλγαρίας, τώρα πού τό Βατικανό ζητάει γιά δεύτερη φορά νά ἐπισκεφθεῖ ὁ πάπας τήν Βουλγαρία, ὅπως καί τήν Ρουμανία, εἶναι προσεκτικότερη. Διεμήνυσε στόν παπικό νούντσιο ὅτι δέν συμμετέχει στήν πρόσκληση τοῦ πάπα, τόν ὁποῖο καλεῖ μόνο ἡ πολιτεία, καί συνιστᾶ στούς κληρικούς καί στούς πιστούς νά μή μετάσχουν σέ τιμητικές ἤ λατρευτικές ἐκδηλώσεις. Εἶναι ἀξιέπαινη ἡ Βουλγαρική Ἱεραρχία, διότι μέ συνέπεια κρατεῖ ἀντιοικουμενιστική καί ἀντιπαπική στάση· ἀπέσυρε τήν συμμετοχή της στό λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» καί στούς διεξαγόμενους Θεολογικούς Διαλόγους, καί τό σημαντικότερο εἶναι ὅτι δέν ἔλαβε μέρος στήν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία νομιμοποίησε τίς αἱρέσεις καί τίς ὀνόμασε ἐκκλησίες, ἀφαιρώντας τόν σπουδαιότερο λόγο, πού ἔχουμε οἱ Ὀρθόδοξοι, γιά νά μή δεχόμαστε τόν πάπα, τό ὅτι δηλαδή ὁ Παπισμός στήν διαχρονική ἐκκλησιαστική συνείδηση εἶναι αἵρεση, καί μάλιστα πολυκέφαλη. Παρόμοια στάση ἐκράτησε καί ἡ αὐτόνομη Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας, ὅταν ἐπισκέφθηκε τήν χώρα ὁ πάπας· ὁ προκάτοχος τοῦ σημερινοῦ μητροπολίτου Ὀνουφρίου, ἀείμνηστος μητροπολίτης Βλαδίμηρος, ἀρνήθηκε νά μετάσχει στήν πρόσκληση καί στήν ὑποδοχή τοῦ πάπα, ἐνῶ τό ἔπραξε εὐχαρίστως ὁ σχισματικός πατριάρχης Κιέβου Φιλάρετος, τόν ὁποῖο ἐπιβραβεύει τώρα καί γι᾽ αὐτό ἡ Κωνσταντινούπολη μέ τήν ἐκχώρηση αὐτοκεφαλίας, ἀλλά καί γιά τήν ὁλοπρόθυμη ὑποστήριξη τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης, χωρίς νά ἔχει εἰς αὐτό, ὡς σχισματικός, οὐδεμία ἁρμοδιότητα. Περισσότερο βέβαια ἀξίζουν τόν ἔπαινο καί τίς εὐχαριστίες τοῦ ὀρθοδόξου πληρώματος οἱ ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, πού μέχρι τώρα ἀρνοῦνται νά δεχθοῦν τόν πάπα, ὅπως οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ρωσίας καί τῆς Σερβίας, μολονότι σκιάζει σοβαρά τήν ἐμπιστοσύνη μας, γιά μέν τήν πρώτη τό ὅτι μολονότι δέν ἔλαβε μέρος στήν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου, συμπορεύεται μέ τό Φανάρι στήν ὑποστήριξη τοῦ Παπισμοῦ καί τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, γιά δέ τήν δεύτερη ὅτι ἔλαβε μέρος στήν ψευδοσύνοδο καί ἐνίσχυσε τόν Οἰκουμενισμό καί τόν Παπισμό, αὐτά δηλαδή πού ἐπιθυμοῦσε ἡ Κωνσταντινούπολη.
Οἱ ἀποφάσεις πάντως τοῦ Κολυμπαρίου, ἰδιαίτερα γιά τήν ἐκκλησιοποίηση τῶν αἱρέσεων, δέν ἔχουν ἀλλάξει τίποτε γιά τήν ἀντιμετώπιση τοῦ Παπισμοῦ ὡς αἱρέσεως καί ἑπομένως γιά τό ὅτι δέν πρέπει νά γίνεται δεκτός ὁ πάπας καί νά τιμᾶται, ὅπως συμβαίνει μέ τίς συχνές καί ἐπαναλαμβανόμενες ἐπισκέψεις του σέ ὀρθόδοξες χῶρες. Τό Κολυμπαρι ἔλαβε ἀποφάσεις ἀντίθετες πρός τήν προηγούμενη συνοδική καί πατερική Παράδοση καί γι᾽ αὐτό εἶναι ἄκυρες, πέραν τῶν ἄλλων οὐσιαστικῶν ἐλλείψεων ὡς πρός τήν ὀργάνωση καί τήν ἀντιπροσώπευση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλες οἱ σύνοδοι, ἡ μία μετά τήν ἄλλη συμφωνοῦν μεταξύ τους καί ἐπικυρώνουν ἡ μία τήν ἄλλη, σάν νά εἶναι συνεδρίες τῆς ἴδιας συνόδου. Ὅποια σύνοδος δέν συμφωνεῖ αὐτοακυρώνεται καί αὐτοαποβάλλεται ἀπό τήν ὀρθόδοξη συνοδική ἱστορία.
5. Ἐνδεικτικές μαρτυρίες περί τοῦ ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση
Εἶναι πάμπολλες οἱ μαρτυρίες καί πλούσια ἡ σχετική βιβλιογραφία περί τοῦ ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση. Ἐνδεικτικά θά ἀναφέρουμε ἐλάχιστες. Ἐν πρώτοις κατά τήν ἐπί τοῦ πατριάρχου Φωτίου γενομένη σύνοδο τοῦ 879, τήν θεωρούμενη ὡς 8η Οἰκουμενική, καταδικάσθηκε ἡ αἵρεση τοῦ Filioque, παρόντων μάλιστα καί παπικῶν ἀντιπροσώπων[2]. Τό ἴδιο συνέβη καί στίς ἡσυχαστικές συνόδους τοῦ 1341 καί 1351, πού θεωροῦνται ὡς 9η Οἰκουμενική, ὅπου πρωταγωνιστοῦντος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, καταδικάσθηκε ἐπίσης ἡ παπική αἵρεση περί κτιστῆς Θείας Χάριτος, πού ἐδίδασκε ὁ Βαρλαάμ Καλαβρός. Διευρυμένη μείζων Σύνοδος στήν Κωνσταντινούπολη τῶν πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τό 1848 ἀπαντώντας στήν ἐγκύκλιο τοῦ πάπα Πίου Θ´ «Πρός τούς Ἀνατολικούς», μέ τήν ὁποία καλοῦσε τούς Ὀρθοδόξους νά ἑνωθοῦν ἀναγνωρίζοντας τό πρωτεῖο τοῦ πάπα, χαρακτηρίζει τόν Παπισμό ὡς αἵρεση παρόμοια μέ τόν Ἀρειανισμό, πού πρόκειται πάντως νά ἐκλείψει, ὅπως ἐξέλιπαν καί οἱ ἀρχαῖες αἱρέσεις. Ὅσοι ἀκολουθοῦν τήν παπική διδασκαλία περί τοῦ ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ» (filioque) εἶναι αἱρετικοί, καί κάθε ἐπικοινωνία τῶν Ὀρθοδόξων μέ αὐτούς εἶναι ἄθεσμη καί ἀντορθόδοξη[3].
Ἡ συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων περί τοῦ ὅτι ὁ Παπισμός εἶναι αἵρεση εἶναι ὁλοφάνερη. Λόγῳ ἐλλείψεως χρόνου μνημονεύουμε μόνον ὀλίγους. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς, ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (1347-1359), διδάσκει ὅτι οἱ Λατῖνοι εἶναι «πειθήνια ὄργανα τοῦ Σατανᾶ». Ὅπως παρεκίνησε τούς ἀρχαίους αἱρετικούς καί ἐταλαιπώρησαν τήν Ἐκκλησία, ἔτσι ὑποψιθύρισε καί εἰς τά ὦτα τῶν Λατίνων τήν αἵρεση ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται «καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ». Ἐπειδή οἱ Ὀρθόδοξοι γνωρίζουμε τίς μεθοδεῖες τοῦ Διαβόλου, πού εἶναι ἀφανεῖς εἰς τούς πολλούς, δέν πρόκειται νά δεχθοῦμε σέ κοινωνία τούς Λατίνους, μέχρι νά ἀφαιρέσουν ἀπό τό Σύμβολο τῆς Πίστεως τήν ἀθέμιτη αὐτή προσθήκη: «Οὐδέποτ᾽ ἄν ὑμᾶς κοινωνούς δεξαίμεθα, μέχρις ἄν καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ τό Πνεῦμα λέγητε»[4]. Στό νέο μας βιβλίο γιά τόν Ἅγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ ἀφιερώνουμε ὁλόκληρο κεφάλαιο μέ τίτλο «Ὁ παπισμός κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ»[5]. Ὁ Ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ὁ Μυσταγωγός (1416/17-142), ὁμόθρονος καί ὁμότροπος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, μᾶς διδάσκει ὅτι οἱ Παπικοί ἔχασαν τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅλα εἰς αὐτούς εἶναι ἀχαρίτωτα, διότι ὑποτίμησαν καί ἐβλασφήμησαν τό Ἅγιο Πνεῦμα[6]. Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, πού χαρακτηρίσθηκε δικαίως ὡς «Ἀντίπαπας» ἀπό τόν Ἅγιο Ἀθανάσιο Πάριο, διότι ὁλομόναχος στήν σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας ἀκύρωσε τίς εὐνοϊκές γιά τόν Παπισμό ἀποφάσεις τῆς ψευδοσυνόδου (1438-1439), ὑποστηρίζει, ὅτι ἀποκόψαμε καί διώξαμε τούς Λατίνους ἀπό τό κοινό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας «ὡς ἄτοπα καί δυσσεβῆ φρονοῦντας καί παραλόγως τήν προσθήκην ποιήσαντας. Οὐκοῦν ὡς αἱρετικούς αὐτούς ἀπεστράφημεν καί διά τοῦτο αὐτῶν ἐχωρίσθημεν»[7]. Δύο μαρτυρίες ἀκόμη ἀπό Ἁγίους τῆς περιόδου τῆς Τουρκοκρατίας. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός με ἔμφαση καί χωρίς καμμία ἐπιφύλαξη λέγει εἰς ὅλους τούς Ὀρθοδόξους «Τόν πάπα νά καταρᾶσθε, διότι αὐτός εἶναι ἡ αἰτία» ὅλων τῶν δεινῶν, πιστεύει δέ ὅτι τόν Ἀντίχριστο τόν ἐκπρωσωποῦν δύο· ὁ πάπας καί ὁ Μωάμεθ[8]. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης λέγει ἐπίσης σέ ἐκτενῆ ἑρμηνευτική ὑποσημείωση στό «Πηδάλιο» γιά τό βάπτισμα τῶν Λατίνων ὅτι «οἱ Λατῖνοι εἶναι αἱρετικοί… καί ὡς αἱρετικούς τούς βδελυττόμεθα, ὅ,τι λογῆς δηλαδή καί τούς Ἀρειανούς ἤ Σαβελλιανούς ἤ πνευματομάχους Μακεδονιανούς… Λοιπόν ὄντας ὁμολογούμενον, πώς οἱ Λατῖνοι εἶναι παμπάλαιοι αἱρετικοί, ἐν πρώτοις εὐθύς ἀπό τοῦτο εἶναι ἀβάπτιστοι, κατά τόν μέγαν Βασίλειον ἀνωτέρω, καί τούς πρό αὐτοῦ ἁγίους Κυπριανόν καί Φιρμιλιανόν. Διατί λαϊκοί γενόμενοι, μέ τό νά ἐξεκόπησαν ἀπό τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν δέν ἔχουν πλέον ἐλόγου τους τήν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διά τῆς ὁποίας οἱ ὀρθόδοξοι ἱερεῖς τελειώνουσι τά μυστήρια». Ἀλλά καί γιά ἕνα δεύτερο λόγο, κατά τόν Ἅγιο Νικόδημο, «οἱ Λατῖνοι εἶναι ἀβάπτιστοι, διατί δέν φυλάττουσι τάς τρεῖς καταδύσεις εἰς τόν βαπτιζόμενον, καθώς ἄνωθεν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία παρά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων παρέλαβεν»[9]. Τέλος ἀπό τούς συγχρόνους Ἁγίους ἄς μνημονεύσουμε τόν Σέρβο Ὅσιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς, καθηγητή τῆς Δογματικῆς, ὁ ὁποῖος ἔγραψε ὅτι «Εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ὑπάρχουν τρεῖς πτώσεις: τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Ἰούδα, τοῦ πάπα»[10].
Ἐπίλογος
Θά τελειώσω μέ κάτι πού ἔγραψα λίγο πρίν ἔλθει ὁ πάπας στήν Ἑλλάδα σέ ἕνα μικρό κείμενο τό 2001, πού εἶχε ὡς τίτλο «Μέ τό ἀρνίο ἤ μέ τό θηρίο; Μέ τόν Χριστό ἤ μέ τόν πάπα;»[11]: «Αὐτό πού ἀπευχόμασταν νά γίνει ἔγινε. Ὁ πάπας ἔρχεται στήν Ἑλλάδα μέ τήν συγκατάθεση καί τήν συγκεκαλυμμένη συμμετοχή τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ὄχι τῆς Ἐκκλησίας… Ὁ αἱρεσιάρχης πάπας, ὁ αἴτιος τοῦ χωρισμοῦ Ἀνατολῆς καί Δύσεως μέ τίς ἑωσφορικές ἀξιώσεις περί πρωτείου καί παγκόσμιας δικαιοδοσίας, ἡ πηγή τῶν μετά ταῦτα διαιρέσεων στήν Δύση, ὁ διαστροφεύς τοῦ μηνύματος τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπεινώσεως σέ κοσμική δικανική δύναμη ἐξουσίας, ὁ σταυρωτής καί θύτης ὀρθοδόξων καί ἀλλοδόξων λαῶν μέ αἱμοστάζοντα ἀκόμη τά χέρια ἀπό ὁλοκαυτώματα καί σφαγές, ὁ καταστροφεύς τῆς Ρωμιοσύνης, ἔχει προγραμματίσει μέ τό πρόσχημα ἱερῶν προσκυνημάτων, νά τόν προσκυνήσουν ὅλοι οἱ λαοί, πρό παντός οἱ ἀδούλωτοι Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες. Ποιός μπορεῖ νά ἀντισταθεῖ; «Τίς ὅμοιος τῷ θηρίῳ; Τίς δύναται πολεμῆσαι μετ᾽ αὐτοῦ;. Καί ἐδόθη αὐτῷ στόμα λαλοῦν μεγάλα καί βλασφημίαν. Καί ἐδόθη αὐτῷ πόλεμον ποιῆσαι μετά τῶν ἁγίων καί νικῆσαι αὐτούς, καί ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπί πᾶσαν φυλήν καί λαόν καί γλῶσσαν καί ἔθνος. Καί προσκυνήσουσιν αὐτόν πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐπί γῆς, ὧν οὐ γέγραπται τό ὄνομα ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου τοῦ ἐσφαγμένου ἀπό καταβολῆς κόσμου»[12].
Οἱ ἀπογεγραμμένοι ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς Ἅγιοι Πατέρες δέν προσκύνησαν τόν πάπα· τόν καταράστηκαν καί τόν ἀναθεμάτισαν. Δέν θά τόν τιμήσει ὁ εὐσεβής ὀρθόδοξος ἑλληνικός λαός· δέν θά συμπεριληφθεῖ στούς προσκυνητάς του… Πολλοί ἐπίσκοποι, ἡγούμενοι, ἱερεῖς, μοναχοί καί πλῆθος πιστῶν, ὄχι μόνο δέν θά συμμετάσχουν στίς ὑποδοχές καί στά συμπόσια, ἀλλά θά κάνουν ὅ,τι μποροῦν, γιά νά μή συρθεῖ ταπεινωμένη ἡ Ἐκκλησία, ἀπό διστακτικούς καί φοβισμένους ἡγέτες, νά προσκυνήσει τό «θηρίο»».
Γνωρίζουμε ὅτι τελικά νικητής θά εἶναι τό Ἀρνίο καί μαζί του νικητές οἱ κλητοί καί ἐκλεκτοί: «Οὗτοι μετά τοῦ ἀρνίου πολεμήσουσι, καί τό ἀρνίον νικήσει αὐτούς, ὅτι κύριος κυρίων ἐστί καί βασιλεύς βασιλέων, καί οἱ μετ᾽ αὐτοῦ κλητοί καί ἐκλεκτοί καί πιστοί»[13]. Εὐχόμαστε ὁ εὐσεβής ὀρθόδοξος λαός τῆς Ρουμανίας, ἀκολουθώντας τούς Ἁγίους καί τούς ἀξίους ἱερεῖς, μοναχούς καί θεολόγους νά ταχθεῖ μέ τό Ἀρνίο καί ὄχι μέ τό θηρίο.

[1]. Ἐφ. 4, 5.
[2]. Πρακτικά Η´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, εἰς Δοσιθεου Πατριαρχου Ιεροσολυμων, Τόμος Χαρᾶς, Ἐκδόσεις Βασ. Ρηγοπουλου, Θεσσαλονίκη 1985, Πρᾶξις ἕκτη, σελ. 379.
[3]. Βλ. Ιωαννου Καρμιρη, Τά Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. ΙΙ, Akademische Druck-u. Verlangstantalt, Graz-Austria 19682, σελ. 29-30: «Τούτων τῶν πλατυνθεισῶν κρίμασιν οἷς οἶδεν Κύριος ἐπί μέγα μέρος τῆς οἰκουμένης αἱρέσεων, ἦν ποτε ὁ Ἀρειανισμός, ἔστι δέ τήν σήμερον ὁ Παπισμός· ἀλλά καί οὗτος (ὥσπερ κἀκεῖνος ὁ ἤδη παντάπασιν ἐκλελοιπώς), καίτοι ἀκμαῖος τό γε νῦν, οὐκ ἰσχύσει εἰς τέλος, ἀλλά διελεύσεται καί καταβληθήσεται, καί ἡ οὐράνιος μεγάλη φωνή ἠχήσει «ΚΑΤΕΒΛΗΘΗ»… τήν ρηθεῖσαν καινοφανῆ δόξαν, ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐκπορεύεται ἐκ Πατρός καί Υἱοῦ, εἶναι οὐσιωδῶς, αἵρεσιν, καί τούς ὀπαδούς αὐτῆς, οἱοιδήποτε καί ἄν ὦσιν αἱρετικούς, κατά τήν ρηθεῖσαν συνοδικήν ἀπόφασιν τοῦ ἁγιωτάτου πάπα Δαμάσου, καί τάς ἐξ αὐτῶν συγκροτουμένας συνάξεις αἱρετικάς, καί πᾶσαν κοινωνίαν πνευματικήν καί θρησκευτικήν τῶν Ὀρθοδόξων τέκνων τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας πρός τούς τοιούτους ἄθεσμον μάλιστα τῇ δυνάμει τοῦ ζ´ κανόνος τῆς Γ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου».
[4]. Λόγος πρῶτος, Ὅτι οὐχί καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ἀλλ᾽ ἐκ μόνου τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, Πρόλογος καί εὐχή, εἰς Γρηγοριου Παλαμα, Συγγράμματα, τόμος Α´, Θεσσαλονίκη 1962, ἐπιμελείᾳ Π. Χρηστου, σελ. 23-26.
[5]. Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Πτυχές τοῦ ἔργου καί τῆς διδασκαλίας του, ἐκδόσεις «Τό Παλίμψηστον», Θεσσαλονίκη 2019, σελ. 181-191.
[6]. Βλ. εἰς D. Balfour, Συμεών ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (1416/17-1429), Ἔργα Θεολογικά, Ἀνάλεκτα Βλατάδων 34, Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 226. Ἐπιστολή περί τῶν Μακαρισμῶν 5: «Βλασφημοῦσιν ἄρα οἱ καινοτόμοι καί πόρρω τοῦ Πνεύματός εἰσι, βλασφημοῦντες κατά τοῦ Πνεύματος, καί οὐκ ἐν αὐτοῖς ὅλως τό Πνεῦμα τό Ἅγιον· διό καί τά αὐτῶν ἀχαρίτωτα, ὡς τήν χάριν τοῦ Πνεύματος ἀθετούντων καί ὑποβιβαζόντων αὐτό… διό καί τό Πνεῦμα οὐκ ἐν αὐτοῖς τό Ἅγιον, καί οὐδέν πνευματικόν ἐν αὐτοῖς καί καινά πάντα καί ἐξηλλαγμένα τά ἐν αὐτοῖς καί παρά τήν θείαν παράδοσιν».
[7]. Τοῖς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καί τῶν νήσων εὑρισκομένοις Ὀρθοδόξοις Χριστιανινοῖς Μᾶρκος ἐπίσκοπος τῆς Ἐφεσίων Μητροπόλεως 4, εἰς SfÂntul Marcu Evghenicul Opere, Volumul I, Editura Pateres 2009, Coordonator Christian Chivu, σελ. 250.
[8]. Βλ. εἰς Ἐπισκόπου Αυγουστινου Καντιωτου, Μητροπολίτου Φλωρίνης, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (1714-1779). (Συναξάριον-Διδαχαί-Προφητεῖαι-Ἀκολουθία), Ἀθῆνα 2005, σελ. 286: «Ὁ ἀντίχριστος εἶνε· ὁ ἕνας εἶναι ὁ Πάπας καί ὁ ἕτερος εἶνε αὐτός ὁπού εἶνε εἰς τό κεφάλι μας, χωρίς νά εἰπῶ τό ὄνομά του· τό καταλαμβάνετε, μά λυπηρόν εἶνε νά σᾶς τό εἰπῶ, διότι αὐτοί οἱ ἀντίχριστοι εἶνε εἰς τήν ἀπώλειαν, καθώς τό ἔχουν. Ἡμεῖς ἐγκράτεια, αὐτοί ἀπώλεια· ἡμεῖς νηστεία, αὐτοί πολυφαγία· ἡμεῖς παρθενία, αὐτοί πορνεία· ἡμεῖς δικαιοσύνη, αὐτοί ἀδικωσύνη». Σελ. 348, προφητεία 90: «Τόν Πάπαν νά καταρᾶσθε, διότι αὐτός θά εἶνε ἡ αἰτία».
[9]. Βλ. ἑρμηνευτική ὑποσημείωση εἰς 46ο Ἀποστολικό Κανόνα, εἰς Πηδάλιον, ἐκδοτικός οἶκος «᾽Αστήρ» Ἀθῆναι 1990, σελ. 55.
[10]. Ἀρχιμ. Ιουστινου Ποποβιτσ (τώρα Ἁγίου) Καθηγητοῦ τοῦ Πανεπιστημίου Βελιγραδίου, Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί ὁ Οἰκουμενισμός, Ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Ἀρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο-Σερβία, 1974, σελ. 212.
[11]. Βλ. Θεοδρομία 3 (2001) 5-7.
[12]. Ἀποκ. 13, 4-8.
[13]. Ἀποκ. 17, 14.