Περίοδος Δ΄ Ἔτος ΛΕ
Φλώρινα ἀριθμ. φύλλου 2080
Ἐθνικὴ ἑορτὴ ἐθνικῆς παλιγγενεσίας
Κυριακὴ 25 Μαρτίου 2018
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Φλώρινα ἀριθμ. φύλλου 2080
Ἐθνικὴ ἑορτὴ ἐθνικῆς παλιγγενεσίας
Κυριακὴ 25 Μαρτίου 2018
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Η πιστι των ηρωων του ᾽21
Ποιό θέμα πρέπει νὰ θίξουμε σήμερα, ἀγαπητοί μου; Θέμα ποὺ μᾶς ἑλκύει εἶνε ἡ ἑορτὴ τῆς 25ης Μαρτίου. Διπλῆ ἑορτή, θρησκευτικὴ καὶ ἐθνική· ἡ λύτρωσις τῆς ἀνθρωπότητος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ ἡ λύτρωσις τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τὴ δουλεία καὶ τὴν τυραννία.
Σήμερα ὑπάρχει τάσις νὰ σβήσουμε τὸ παρελθὸν καὶ τὶς ἑορτές μας, καὶ στὴ θέσι τους νὰ βάλουμε κοσμικὲς ἑορτὲς (λ.χ. τῆς φράουλας, τῶν ἀνθέων, τοῦ κρασιοῦ, κ.ἄ.), ὅπως ἐπίσης ἡ συνήθεια νὰ ἑορτάζουν ὄχι τὴν ὀνομαστικὴ ἑορτή, ποὺ τιμᾶται ὁ ἅγιος, ἀλλὰ τὴν ἡμέρα τῶν γενεθλίων. «Κάτω τὸ παρελθόν!» λένε. Ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶνε λάθος. Ἀπολαμβάνουμε τὸ παρελθόν, καὶ πρέπει νὰ εἴμαστε συνέχεια καὶ ὄχι καταστροφὴ τοῦ παρελθόντος.
Σήμερα ὑπάρχει τάσις νὰ σβήσουμε τὸ παρελθὸν καὶ τὶς ἑορτές μας, καὶ στὴ θέσι τους νὰ βάλουμε κοσμικὲς ἑορτὲς (λ.χ. τῆς φράουλας, τῶν ἀνθέων, τοῦ κρασιοῦ, κ.ἄ.), ὅπως ἐπίσης ἡ συνήθεια νὰ ἑορτάζουν ὄχι τὴν ὀνομαστικὴ ἑορτή, ποὺ τιμᾶται ὁ ἅγιος, ἀλλὰ τὴν ἡμέρα τῶν γενεθλίων. «Κάτω τὸ παρελθόν!» λένε. Ἀλλ᾿ αὐτὸ εἶνε λάθος. Ἀπολαμβάνουμε τὸ παρελθόν, καὶ πρέπει νὰ εἴμαστε συνέχεια καὶ ὄχι καταστροφὴ τοῦ παρελθόντος.
* * *
Α΄. Μεγάλο πλῆγμα γιὰ μᾶς, ἀγαπητοί μου, τὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς ἦταν τὸ παιδομάζωμα καὶ οἱ ἐξισλαμισμοί. Μετὰ τὸ Βυζάντιο οἱ λαοὶ ποὺ κατέκτησε ἡ Τουρκία ἦταν Χριστιανοί, καὶ ἀπὸ τὸν διωγμὸ ἀλλαξοπίστησαν. Στὴ Μικρὰ Ἀσία ἔμειναν μόνο 2 ἑκατομμύρια, ἀλλὰ κι αὐτοὶ τὸ 1922 ξερριζώθηκαν. Στὸν Πόντο καὶ ἀλλοῦ μέσα στὴν Τουρκία ἔμειναν μερικοὶ κρυπτοχριστιανοί. Ἕνα ἀντρόγυνο ἀπὸ αὐτοὺς ἦρθαν στὴ Φλώρινα ὡς τουρίστες, μοῦ ζήτησαν καὶ κρυφὰ τοὺς βάπτισα καὶ τοὺς στεφάνωσα.
Τὸ 1821, μετὰ ἀπὸ ἀλλεπάλληλες ἀποτυχημένες ἐξεγέρσεις, ἐπὶ τέλους ἔγινε ἡ ἐπανάστασις. Ἐπὶ κεφαλῆς ὁ κλῆρος. Εἶνε μοναδικὴ ἐπανάστασις ὡς πρὸς τὰ κίνητρα. Ὁ σκοπός της ἦταν «νὰ λάμψῃ παντοῦ ὁ σταυρός», ὅπως ἔψαλλε ὁ ῾Ρήγας Φεραῖος. Αὐτὸ τὸ φρόνημα εἶχαν ἐκεῖνοι, κ᾿ ἐμεῖς ἐκεῖ πρέπει νὰ εἴμαστε προσανατολισμένοι. Κ᾿ ἐγὼ τὸ πιστεύω· θὰ ἐπανέλθουμε στὴν Πόλι, θὰ ξανασυνεχίσουμε τὴν διακοπεῖσα θεία λειτουργία.
Ἂς προβάλουμε τώρα μορφὲς τῶν ἡρώων μας.
Π.Α
Ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης ξεκίνησε στὸ Ἰάσιο τὴν ἐπανάστασι μὲ τὸ σύνθημα «Ἐν τούτῳ τῷ σημείῳ (μὲ τὸ σταυρὸ δηλαδή) νικῶμεν». Ἦταν ἀπὸ ἀριστοκρατικὴ οἰκογένεια, ἀξιωματικὸς τοῦ τσάρου, μὲ κομμένο τὸ χέρι σὲ μάχη κατὰ τοῦ Ναπολέοντος. Μπῆκε στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν πατρίδα χωρὶς συμφέρον ὑλικό, θυσίασε τὰ πάντα, καὶ πέθανε μὲ τὸ «Πάτερ ἡμῶν…» στὰ χείλη. Ποῦ εἶνε αὐτοὶ ποὺ λένε, ὅτι οἰκονομικὰ ἦταν τὰ κίνητρα τῆς ἐπαναστάσεως;
Ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ἦταν λοχαγὸς στὰ Ἑπτάνησα. Πίστευε στὸ Θεὸ ὅπως οἱ Μακκαβαῖοι. Ἔλεγε σοφὰ λόγια. Πολιόρκησε τὴν Τριπολιτσὰ καὶ τὴν κατέκτησε. Ὅταν οἱ Ἕλληνες μπῆκαν μέσα, ἦταν ἡμέρα Παρασκευή, καὶ εἶπε· «Σήμερα θὰ νηστεύσουμε». Καὶ ἔκαναν δοξολογία μὲ νηστεία.
Ἄλλο γεγονός· ἦρθαν μέρες ποὺ τὸν ἄφησαν ὅλοι καὶ ἔμεινε μόνος. Τότε μπῆκε σὲ μιὰ ἐκκλησιά, ἄναψε κερὶ καὶ προσευχήθηκε. Ὅταν βγῆκε ἔλαμπε ἀπὸ αἰσιοδοξία, καὶ εἶπε· «Ἡ Παναγία ὑπέγραψε τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδος καὶ δὲν παίρνει πίσω τὴν ὑπογραφή της».
Ἄλλο· μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσι μίλησε στὰ παιδιὰ τοῦ πρώτου καὶ μοναδικοῦ τότε γυμνασίου μὲ γυμνασιάρχη τὸν Γεννάδιο. Ὁ Γεννάδιος τὸν ζήτησε νὰ ἔρθῃ νὰ μιλήσῃ στὰ παιδιά. Καὶ ὁ Κολοκοτρώνης ἦρθε καὶ τοὺς εἶπε· «Παιδιά, ὅταν ἐμεῖς πιάσαμε τὰ ἄρματα, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ πατρίδος». Σήμερα τί θὰ ἔλεγε; Τὰ σημερινὰ παιδιά, οἱ τεντυμπόηδες, θὰ τοῦ πετοῦσαν γιαούρτια.
Κωνσταντῖνος Κανάρης. Φτωχαδάκι, ναυτικός, νιόπαντρος. Πίστευε στὸ Θεό. Ὅταν ἡ Χίος κοκκίνισε ἀπὸ τὸ αἶμα, δὲν τὸ ὑπέφερε. Εἶχε ψυχή. Μιὰ βαρκούλα εἶχε, ἀλλὰ πίστευε. Ἔκανε τὸ σταυρό του, πῆγε μὲ τὸ πυρπολικὸ καὶ τίναξε στὸν ἀέρα τὴ ναυαρχίδα. Ὅταν ἐπέστρεψε στὰ Ψαρά, πῆγε στὴν ἐκκλησιά. Ἔμενε στὴν Κυψέλη τῶν Ἀθηνῶν καὶ ἐκκλησιαζόταν στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅπου ὑπῆρχε τὸ στασίδι του σκεπασμένο μὲ τὴν ἑλληνικὴ σημαία. Ὅταν τὸ ρώτησαν πῶς ἔκανε τὸ κατόρθωμα, ἀπήντησε· «Ἐκείνη τὴ βραδιὰ εἶπα στὸν ἑαυτό μου· “Ἀπόψε, Κωσταντῆ, θὰ πεθάνῃς”».
Ἀνδρέας Μιαούλης. Ἦταν πιστὸς στὸ Θεό. Ἔφτειαξε ἕνα σταυρὸ καὶ κάλεσε ναῦτες καὶ καπεταναίους. Ὁ μητροπολίτης Ὕδρας Ἱερόθεος ἔκανε ἀντίγραφα τοῦ σταυροῦ ἐκείνου καὶ τὰ μοίραζε ὡς εὐλογία. Ἐπάνω ἔγραφε· «Ἰησοῦς Χριστὸς νικᾷ» – «Σταυροῦ τύπος ἐχθροῦ τρόμος» – «Σταυρὸς πιστῶν τὸ στήριγμα».
Τέλος ὁ ἁγιώτερος τῶν ἡρώων, ὁ ᾿Ιωάννης Μακρυγιάννης. Προσευχὴ ἔκανε, κομποσχοίνι κρατοῦσε. Ἐπὶ Ὄθωνος πῆγαν νὰ τὸν βγάλουν τρελλό. Ὅταν τά ᾽βαλε μὲ τὸν ᾿Ιμπραήμ, ἦρθε ἕνας Γάλλος ναύαρχος νὰ δῇ τὶς θέσεις μάχης καὶ τοῦ εἶπε ὁ ναύαρχος· –Εἶνε ἀδύνατες οἱ θέσεις σας. Ἐκεῖνος εἶπε· –Οἱ θέσεις εἶνε ἀδύνατες, ἀλλὰ μαζί μας ἔχουμε τὸ δυνατὸ Θεό. Στὴν Ἀθήνα ἔμενε στὴ συνοικία «Μακρυγιάννη». Ἐξωμολογεῖτο καὶ κοινωνοῦσε. Ἕνας ἀπὸ ᾽κείνους ποὺ εἶχαν πάει τότε στὸ Παρίσι κάθησε μιὰ μέρα στὸ τραπέζι τοῦ Μακρυγιάννη, κι αὐτὸς εἶπε στὸ παιδί του νὰ κάνῃ προσευχὴ γιὰ τὸ φαγητό. Ἐκεῖνος γέλασε εἰρωνικά, κι ὁ Μακρυγιάννης τοῦ εἶπε αὐστηρά· «Ἔξω ἀπ᾿ τὸ σπίτι μου» καὶ τὸν ἔδιωξε.
Μερικὰ σᾶς εἶπα· γιὰ τὰ ὑπόλοιπα ψάξτε, διαβάστε – μελετῆστε καὶ μόνοι σας.
Τὸ 1821, μετὰ ἀπὸ ἀλλεπάλληλες ἀποτυχημένες ἐξεγέρσεις, ἐπὶ τέλους ἔγινε ἡ ἐπανάστασις. Ἐπὶ κεφαλῆς ὁ κλῆρος. Εἶνε μοναδικὴ ἐπανάστασις ὡς πρὸς τὰ κίνητρα. Ὁ σκοπός της ἦταν «νὰ λάμψῃ παντοῦ ὁ σταυρός», ὅπως ἔψαλλε ὁ ῾Ρήγας Φεραῖος. Αὐτὸ τὸ φρόνημα εἶχαν ἐκεῖνοι, κ᾿ ἐμεῖς ἐκεῖ πρέπει νὰ εἴμαστε προσανατολισμένοι. Κ᾿ ἐγὼ τὸ πιστεύω· θὰ ἐπανέλθουμε στὴν Πόλι, θὰ ξανασυνεχίσουμε τὴν διακοπεῖσα θεία λειτουργία.
Ἂς προβάλουμε τώρα μορφὲς τῶν ἡρώων μας.
Π.Α
Ὁ Ἀλέξανδρος Ὑψηλάντης ξεκίνησε στὸ Ἰάσιο τὴν ἐπανάστασι μὲ τὸ σύνθημα «Ἐν τούτῳ τῷ σημείῳ (μὲ τὸ σταυρὸ δηλαδή) νικῶμεν». Ἦταν ἀπὸ ἀριστοκρατικὴ οἰκογένεια, ἀξιωματικὸς τοῦ τσάρου, μὲ κομμένο τὸ χέρι σὲ μάχη κατὰ τοῦ Ναπολέοντος. Μπῆκε στὸν ἀγῶνα γιὰ τὴν πατρίδα χωρὶς συμφέρον ὑλικό, θυσίασε τὰ πάντα, καὶ πέθανε μὲ τὸ «Πάτερ ἡμῶν…» στὰ χείλη. Ποῦ εἶνε αὐτοὶ ποὺ λένε, ὅτι οἰκονομικὰ ἦταν τὰ κίνητρα τῆς ἐπαναστάσεως;
Ὁ Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ἦταν λοχαγὸς στὰ Ἑπτάνησα. Πίστευε στὸ Θεὸ ὅπως οἱ Μακκαβαῖοι. Ἔλεγε σοφὰ λόγια. Πολιόρκησε τὴν Τριπολιτσὰ καὶ τὴν κατέκτησε. Ὅταν οἱ Ἕλληνες μπῆκαν μέσα, ἦταν ἡμέρα Παρασκευή, καὶ εἶπε· «Σήμερα θὰ νηστεύσουμε». Καὶ ἔκαναν δοξολογία μὲ νηστεία.
Ἄλλο γεγονός· ἦρθαν μέρες ποὺ τὸν ἄφησαν ὅλοι καὶ ἔμεινε μόνος. Τότε μπῆκε σὲ μιὰ ἐκκλησιά, ἄναψε κερὶ καὶ προσευχήθηκε. Ὅταν βγῆκε ἔλαμπε ἀπὸ αἰσιοδοξία, καὶ εἶπε· «Ἡ Παναγία ὑπέγραψε τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδος καὶ δὲν παίρνει πίσω τὴν ὑπογραφή της».
Ἄλλο· μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσι μίλησε στὰ παιδιὰ τοῦ πρώτου καὶ μοναδικοῦ τότε γυμνασίου μὲ γυμνασιάρχη τὸν Γεννάδιο. Ὁ Γεννάδιος τὸν ζήτησε νὰ ἔρθῃ νὰ μιλήσῃ στὰ παιδιά. Καὶ ὁ Κολοκοτρώνης ἦρθε καὶ τοὺς εἶπε· «Παιδιά, ὅταν ἐμεῖς πιάσαμε τὰ ἄρματα, εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ πατρίδος». Σήμερα τί θὰ ἔλεγε; Τὰ σημερινὰ παιδιά, οἱ τεντυμπόηδες, θὰ τοῦ πετοῦσαν γιαούρτια.
Κωνσταντῖνος Κανάρης. Φτωχαδάκι, ναυτικός, νιόπαντρος. Πίστευε στὸ Θεό. Ὅταν ἡ Χίος κοκκίνισε ἀπὸ τὸ αἶμα, δὲν τὸ ὑπέφερε. Εἶχε ψυχή. Μιὰ βαρκούλα εἶχε, ἀλλὰ πίστευε. Ἔκανε τὸ σταυρό του, πῆγε μὲ τὸ πυρπολικὸ καὶ τίναξε στὸν ἀέρα τὴ ναυαρχίδα. Ὅταν ἐπέστρεψε στὰ Ψαρά, πῆγε στὴν ἐκκλησιά. Ἔμενε στὴν Κυψέλη τῶν Ἀθηνῶν καὶ ἐκκλησιαζόταν στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅπου ὑπῆρχε τὸ στασίδι του σκεπασμένο μὲ τὴν ἑλληνικὴ σημαία. Ὅταν τὸ ρώτησαν πῶς ἔκανε τὸ κατόρθωμα, ἀπήντησε· «Ἐκείνη τὴ βραδιὰ εἶπα στὸν ἑαυτό μου· “Ἀπόψε, Κωσταντῆ, θὰ πεθάνῃς”».
Ἀνδρέας Μιαούλης. Ἦταν πιστὸς στὸ Θεό. Ἔφτειαξε ἕνα σταυρὸ καὶ κάλεσε ναῦτες καὶ καπεταναίους. Ὁ μητροπολίτης Ὕδρας Ἱερόθεος ἔκανε ἀντίγραφα τοῦ σταυροῦ ἐκείνου καὶ τὰ μοίραζε ὡς εὐλογία. Ἐπάνω ἔγραφε· «Ἰησοῦς Χριστὸς νικᾷ» – «Σταυροῦ τύπος ἐχθροῦ τρόμος» – «Σταυρὸς πιστῶν τὸ στήριγμα».
Τέλος ὁ ἁγιώτερος τῶν ἡρώων, ὁ ᾿Ιωάννης Μακρυγιάννης. Προσευχὴ ἔκανε, κομποσχοίνι κρατοῦσε. Ἐπὶ Ὄθωνος πῆγαν νὰ τὸν βγάλουν τρελλό. Ὅταν τά ᾽βαλε μὲ τὸν ᾿Ιμπραήμ, ἦρθε ἕνας Γάλλος ναύαρχος νὰ δῇ τὶς θέσεις μάχης καὶ τοῦ εἶπε ὁ ναύαρχος· –Εἶνε ἀδύνατες οἱ θέσεις σας. Ἐκεῖνος εἶπε· –Οἱ θέσεις εἶνε ἀδύνατες, ἀλλὰ μαζί μας ἔχουμε τὸ δυνατὸ Θεό. Στὴν Ἀθήνα ἔμενε στὴ συνοικία «Μακρυγιάννη». Ἐξωμολογεῖτο καὶ κοινωνοῦσε. Ἕνας ἀπὸ ᾽κείνους ποὺ εἶχαν πάει τότε στὸ Παρίσι κάθησε μιὰ μέρα στὸ τραπέζι τοῦ Μακρυγιάννη, κι αὐτὸς εἶπε στὸ παιδί του νὰ κάνῃ προσευχὴ γιὰ τὸ φαγητό. Ἐκεῖνος γέλασε εἰρωνικά, κι ὁ Μακρυγιάννης τοῦ εἶπε αὐστηρά· «Ἔξω ἀπ᾿ τὸ σπίτι μου» καὶ τὸν ἔδιωξε.
Μερικὰ σᾶς εἶπα· γιὰ τὰ ὑπόλοιπα ψάξτε, διαβάστε – μελετῆστε καὶ μόνοι σας.
* * *
Β΄. –Αὐτοί, θὰ πῆτε, ἦταν οἱ κορυφαῖοι· ὁ ὑπόλοιπος λαὸς δὲν ἦταν ἔτσι… Ὄχι, ἀγαπητοί μου· αὐτὰ πίστευε ὅλος ὁ λαός, πίσω ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς κορυφαίους ἦταν ὅλος ὁ Ἑλληνικὸς λαός. Ἀναφέρω δύο παραδείγματα.
Στὴ Χίο τὸ 1822 οἱ Τοῦρκοι, ἀφοῦ ἔκαψαν τὰ πάντα, μάζεψαν τὰ γυναικόπαιδα, 30 χιλιάδες, στὴν παραλία. Πῆραν τὸν Ἐσταυρωμένο, τὸν ἔβαλαν κάτω στὴν ἀμμουδιὰ καὶ τοὺς εἶπαν· «Ὅποιος τὸν πατήσῃ καὶ τὸν φτύσῃ, θὰ ζήσῃ· ὅποιος δὲν τὸν πατήσῃ, θὰ πεθάνῃ». Οὔτε ἕνας δὲν τὸν πάτησε! ὅλοι μαρτύρησαν.
Ὑπῆρχε καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδος πολὺς ἑλληνισμός. Ζοῦσαν καὶ στὶς ᾿Ινδίες 450 Ἕλληνες. Αὐτοί, ὅταν ἔμαθαν ὅτι ἡ πατρίδα ἐπαναστάτησε, δὲν περίμεναν· ἔκαναν τὸ σταυρό τους καὶ ἦρθαν στὴν Ἑλλάδα, πολέμησαν καὶ σκοτώθηκαν ὅλοι!
Καὶ μόνο τὸ παράδειγμα αὐτὸ δείχνει, ὅτι τὰ κίνητρα τοῦ ἀγῶνος δὲν ἦταν ὑλικὰ – οἰκονομικά, ὅπως εἶνε σήμερα. Ξέρετε τί σημαίνει αὐτό; Αὐτὴ τὴ στιγμὴ 100.000 Ἕλληνες φοιτηταὶ σπουδάζουν ἔξω· ἂν γίνῃ πόλεμος, πόσοι θὰ ἔρθουν στὴν Ἑλλάδα νὰ πολεμήσουν; Ἕνας πατέρας ἔγραφε στὸ γυιό του στὴν ᾿Ιταλία· «Γιῶργο, ἐδῶ ἀκούγεται ὅτι θὰ γίνῃ πόλεμος· μεῖνε αὐτοῦ…».
Μιὰ σκιαγραφία σᾶς ἔδωσα.
Ἐνῷ ἄλλοι λαοὶ δὲν λησμονοῦν τὴν ἱστορία τους, ἐδῶ μερικοὶ θέλουν νὰ τὴ σβήσουμε τώρα τὴν ἱστορία μας. Τὴ λησμονοῦμε. Καὶ μόνο τὴ λησμονοῦμε; Καὶ τὴ συκοφαντοῦμε· διαβάλλουν τοὺς ἥρωες καὶ λένε, ὅτι ἔκαναν τὴν ἐπανάστασι τοῦ ᾽21 ἀπὸ κίνητρα ταξικὰ – κοινωνικά – ἔτσι τὴν ἑρμηνεύουν. Γι᾽ αὐτοὺς λοιπὸν πρὶν τελειώσω θ᾽ ἀναφέρω καὶ τὰ ἑξῆς.
Ὁ Λάζαρος Κουντουριώτης, ὅταν ἄρχισε ὁ ἀγώνας, εἶχε μιὰ στέρνα γεμάτη χρυσᾶ νομίσματα, καὶ τὰ διέθεσε ὅλα γιὰ τὴν πατρίδα, ἔγινε φτωχός. Ἄλλοι εὐκατάστατοι στὴν Τριπολιτσὰ ἦταν ἡ οἰκογένεια Δεληγιάννη· εἶχαν ἀποθῆκες μὲ ὅλα τ᾽ ἀγαθά· ὅταν ἄρχισε ὁ ἀγώνας, ἄνοιξαν τὶς ἀποθῆκες τους, ἔδωσαν τὰ πάντα γιὰ τὸ γένος κ᾽ ἔμειναν φτωχοί. Ἂς ἐλευθερωθοῦμε, εἶπαν, καὶ τότε μ᾿ ἕνα μαχαίρι θὰ βγάζουμε λάχανα νὰ ζοῦμε. Ὁ Δημήτριος Ὑψηλάντης ὅταν κατέβηκε στὴν Πελοπόννησο, ὁ Κολοκοτρώνης τοῦ εἶπε· Πρίγκιπα, ἐδῶ δὲν ἔχουμε πολυτέλειες… Ἡ δὲ μάνα τοῦ Ὑψηλάντου ἔδωσε τὸ τσιφλίκι ποὺ εἶχαν ἔξω ἀπ᾽ τὸ Βουκουρέστι γιὰ τὴν Ἑλλάδα.
Ἐδῶ στὰ βράχια τῆς Ἑλλάδος συνετρίβη, ἀδελφοί μου, μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ ἡ οἰκονομικὴ θεωρία τοῦ Μάρξ.
Στὴ Χίο τὸ 1822 οἱ Τοῦρκοι, ἀφοῦ ἔκαψαν τὰ πάντα, μάζεψαν τὰ γυναικόπαιδα, 30 χιλιάδες, στὴν παραλία. Πῆραν τὸν Ἐσταυρωμένο, τὸν ἔβαλαν κάτω στὴν ἀμμουδιὰ καὶ τοὺς εἶπαν· «Ὅποιος τὸν πατήσῃ καὶ τὸν φτύσῃ, θὰ ζήσῃ· ὅποιος δὲν τὸν πατήσῃ, θὰ πεθάνῃ». Οὔτε ἕνας δὲν τὸν πάτησε! ὅλοι μαρτύρησαν.
Ὑπῆρχε καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδος πολὺς ἑλληνισμός. Ζοῦσαν καὶ στὶς ᾿Ινδίες 450 Ἕλληνες. Αὐτοί, ὅταν ἔμαθαν ὅτι ἡ πατρίδα ἐπαναστάτησε, δὲν περίμεναν· ἔκαναν τὸ σταυρό τους καὶ ἦρθαν στὴν Ἑλλάδα, πολέμησαν καὶ σκοτώθηκαν ὅλοι!
Καὶ μόνο τὸ παράδειγμα αὐτὸ δείχνει, ὅτι τὰ κίνητρα τοῦ ἀγῶνος δὲν ἦταν ὑλικὰ – οἰκονομικά, ὅπως εἶνε σήμερα. Ξέρετε τί σημαίνει αὐτό; Αὐτὴ τὴ στιγμὴ 100.000 Ἕλληνες φοιτηταὶ σπουδάζουν ἔξω· ἂν γίνῃ πόλεμος, πόσοι θὰ ἔρθουν στὴν Ἑλλάδα νὰ πολεμήσουν; Ἕνας πατέρας ἔγραφε στὸ γυιό του στὴν ᾿Ιταλία· «Γιῶργο, ἐδῶ ἀκούγεται ὅτι θὰ γίνῃ πόλεμος· μεῖνε αὐτοῦ…».
Μιὰ σκιαγραφία σᾶς ἔδωσα.
Ἐνῷ ἄλλοι λαοὶ δὲν λησμονοῦν τὴν ἱστορία τους, ἐδῶ μερικοὶ θέλουν νὰ τὴ σβήσουμε τώρα τὴν ἱστορία μας. Τὴ λησμονοῦμε. Καὶ μόνο τὴ λησμονοῦμε; Καὶ τὴ συκοφαντοῦμε· διαβάλλουν τοὺς ἥρωες καὶ λένε, ὅτι ἔκαναν τὴν ἐπανάστασι τοῦ ᾽21 ἀπὸ κίνητρα ταξικὰ – κοινωνικά – ἔτσι τὴν ἑρμηνεύουν. Γι᾽ αὐτοὺς λοιπὸν πρὶν τελειώσω θ᾽ ἀναφέρω καὶ τὰ ἑξῆς.
Ὁ Λάζαρος Κουντουριώτης, ὅταν ἄρχισε ὁ ἀγώνας, εἶχε μιὰ στέρνα γεμάτη χρυσᾶ νομίσματα, καὶ τὰ διέθεσε ὅλα γιὰ τὴν πατρίδα, ἔγινε φτωχός. Ἄλλοι εὐκατάστατοι στὴν Τριπολιτσὰ ἦταν ἡ οἰκογένεια Δεληγιάννη· εἶχαν ἀποθῆκες μὲ ὅλα τ᾽ ἀγαθά· ὅταν ἄρχισε ὁ ἀγώνας, ἄνοιξαν τὶς ἀποθῆκες τους, ἔδωσαν τὰ πάντα γιὰ τὸ γένος κ᾽ ἔμειναν φτωχοί. Ἂς ἐλευθερωθοῦμε, εἶπαν, καὶ τότε μ᾿ ἕνα μαχαίρι θὰ βγάζουμε λάχανα νὰ ζοῦμε. Ὁ Δημήτριος Ὑψηλάντης ὅταν κατέβηκε στὴν Πελοπόννησο, ὁ Κολοκοτρώνης τοῦ εἶπε· Πρίγκιπα, ἐδῶ δὲν ἔχουμε πολυτέλειες… Ἡ δὲ μάνα τοῦ Ὑψηλάντου ἔδωσε τὸ τσιφλίκι ποὺ εἶχαν ἔξω ἀπ᾽ τὸ Βουκουρέστι γιὰ τὴν Ἑλλάδα.
Ἐδῶ στὰ βράχια τῆς Ἑλλάδος συνετρίβη, ἀδελφοί μου, μεταξὺ τῶν ἄλλων καὶ ἡ οἰκονομικὴ θεωρία τοῦ Μάρξ.
* * *
Γ΄. Γίνεται προδοσία, ἀγαπητοί μου. Ἐνῷ τὸ χρέος μας εἶνε νὰ μείνουμε Ἕλληνες, αὐτοὶ ποὺ ἔρχονται ἀπ᾿ ἔξω λένε, πὼς θὰ μᾶς σώσουν οἱ συμμαχίες μὲ τὴ Δύσι· τὸ Ν.Α.Τ.Ο., ὁ Ο.Η.Ε., ἡ Εὐρωπαϊκὴ Ἕνωσι κ.τ.λ.. Συντελεῖται προδοσία, γι᾿ αὐτὸ ἐπέρχονται τόσες ἀλλαγές· διαζύγια, μείωσις ἐκκλησιαστικῶν καὶ ἐθνικῶν ἑορτῶν, ἀπαξίωσι τοῦ ῥάσου σὲ ἐκπομπὲς τῶν κρατικῶν μέσων ἐνημερώσεως, πόλεμος κατὰ τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖο παιδείας… Τὸ ὄνειρό μας, σοῦ λένε, δὲν εἶνε ἡ Ἁγια-Σοφιά, εἶνε ἡ ὀμπρέλλα τῆς Εὐρώπης.
Ἐμεῖς ἀγαποῦμε τὴν εἰρήνη, θέλουμε τὴν εἰρήνη, ἀλλὰ εἰρήνη μὲ ἀξιοπρέπεια. Νὰ μείνουμε Ἕλληνες ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Εἴδατε πῶς ἀνησυχεῖ κάποιος ὅταν χάσῃ τὴν ἀστυνομική του ταυτότητα; προσοχὴ λοιπὸν νὰ μὴ χάσουμε τὴν πνευματικὴ καὶ ἐθνική μας ταυτότητα.
Ἀείμνηστοι ἄνδρες, ἱερὲς σκιές, ἀπὸ ἐκεῖ ψηλὰ ποὺ βρίσκεστε, παρηγορῆστε μας, ἐμψυχῶστε μας, δῶστε μας καὶ πάλι τὴν πατρίδα· νὰ γεννηθοῦν νέοι Διᾶκοι, Κανάρηδες, Μιαούληδες, Κολοκοτρώνηδες, Μακρυγιάννηδες, πρὸς δόξαν τοῦ εὐλογητοῦ μας ἔθνους· ἀμήν.«
Ἐμεῖς ἀγαποῦμε τὴν εἰρήνη, θέλουμε τὴν εἰρήνη, ἀλλὰ εἰρήνη μὲ ἀξιοπρέπεια. Νὰ μείνουμε Ἕλληνες ὀρθόδοξοι Χριστιανοί. Εἴδατε πῶς ἀνησυχεῖ κάποιος ὅταν χάσῃ τὴν ἀστυνομική του ταυτότητα; προσοχὴ λοιπὸν νὰ μὴ χάσουμε τὴν πνευματικὴ καὶ ἐθνική μας ταυτότητα.
Ἀείμνηστοι ἄνδρες, ἱερὲς σκιές, ἀπὸ ἐκεῖ ψηλὰ ποὺ βρίσκεστε, παρηγορῆστε μας, ἐμψυχῶστε μας, δῶστε μας καὶ πάλι τὴν πατρίδα· νὰ γεννηθοῦν νέοι Διᾶκοι, Κανάρηδες, Μιαούληδες, Κολοκοτρώνηδες, Μακρυγιάννηδες, πρὸς δόξαν τοῦ εὐλογητοῦ μας ἔθνους· ἀμήν.«
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Μεγάλη ἑσπερινὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὴν αἴθουσα τῆς ὁδ. Ζωοδ. Πηγῆς – Ἀθῆναι τὴν Κυριακὴ 20-3-1977.
Μεγάλη ἑσπερινὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὴν αἴθουσα τῆς ὁδ. Ζωοδ. Πηγῆς – Ἀθῆναι τὴν Κυριακὴ 20-3-1977.