Η Ορθόδοξη ευσέβεια
«Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, του Κυρίου δεηθώμεν».
Για τους ευσεβείς και ορθοδόξους χριστιανούς, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο.
Όταν λέμε ορθόδοξη ευσέβεια, εννοούμε πως εμείς οι ορθόδοξοι χριστιανοί ζούμε την πίστη μας. Γιατί βέβαια η πίστη δεν είναι μια θεωρητική γνώση, αλλά ένας τρόπος ζωής. Πρέπει να ξέρουμε τί πιστεύομε, αλλ’ αυτό δεν είναι αρκετό, γιατί αυτό που πιστεύουμε πρέπει να το ζούμε, να το κάνουμε κανόνα και νόμο στη ζωή μας. Όμως, όταν λέμε ορθόδοξη ευσέβεια, εννοούμε κάτι αλλιώτικο και κάτι περισσότερο· εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο και πιστεύουμε και ζούμε την πίστη μας. Λέμε λοιπόν από την αρχή πώς αυτός ο τρόπος, είναι εκκλησιαστικός και λειτουργικός. Όχι απλώς θρησκευτικός ή χριστιανικός, γιατί έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει χριστιανισμός κι έξω από την θεία Λειτουργία δεν υπάρχει ευσέβεια. Χριστιανισμός θα πει Εκκλησία, και ορθόδοξη ευσέβεια θα πει ευσέβεια λειτουργική.
Στην αρχή ακόμα της θείας Λειτουργίας, ο λειτουργός και μαζί του όλοι όσοι είμαστε μέσα στην Εκκλησία παρακαλούμε για τους ευσεβείς και ορθόδοξους χριστιανούς· «Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, του Κυρίου δεηθώμεν», όχι απλώς για τους ευσεβείς, αλλά για τους ορθόδοξους, γιατί αληθινή ευσέβεια είναι η ορθοδοξία, και γιατί η Εκκλησία προσεύχεται και για τους αιρετικούς και για τους αλλόθρησκους και για όλο τον κόσμο, αλλά τη θεία Λειτουργία την τελεί μόνο για τους ορθόδοξους. Όταν λέμε ορθοδοξία, δεν εννοούμε στεγνά την ορθή πίστη σαν γνώση, αλλά σαν έκφραση και ζωή. Για να το πούμε καλύτερα, ορθοδοξία δεν θα πει ορθή γνώμη, αλλά ορθή λατρεία. Να σε δω πως λατρεύεις, για να καταλάβω πως πιστεύεις.
Αυτό που στη γλώσσα της θεολογίας λέγεται δόγμα, και πολλούς τους ενοχλεί, δεν είναι μία στεγνή θεωρητική διδασκαλία, αλλά εκκλησιαστική και λειτουργική εμπειρία, καθώς το γράφει ο άγιος Ειρηναίος· «Η διδασκαλία μας είναι συμμόρφωση προς την Ευχαριστία και η Ευχαριστία είναι επικύρωση της διδασκαλίας μας». Με τον ίδιο τρόπο γράφει ο άγιος Φώτιος τι είναι δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας· «Αυτή είναι η καθαρή και αγία ορθόδοξη πίστη μας… η σοφή και θεοδίδακτη μυσταγωγία της άχραντης και αληθινής λατρείας μας». Η ορθή πίστη είναι δεμένη με τη θεία λατρεία έτσι, που το ένα να είναι το άλλο. Όταν λέμε, κι αυτό είναι μια αναντίλεκτη αλήθεια, πως η θεία Λειτουργία είναι η ύψιστη πράξη της Εκκλησίας, εύκολα λοιπόν καταλαβαίνομε πως η ορθόδοξη ευσέβεια είναι ευσέβεια λειτουργική.
Ένας σύγχρονός μας Ρώσος θεολόγος γράφει πολύ σωστά ότι «Τα ορθόδοξα δόγματα δεν είναι μόνο στα θεολογικά συγγράμματα. Τα ορθόδοξα δόγματα είναι προ πάντων στη ζωή της Εκκλησίας, δηλαδή στη θεία Λειτουργία και γενικά στη θεία λατρεία». Η ορθόδοξη θεολογία είναι αδύνατο να χωρισθεί από την Εκκλησία, δηλαδή από την ευσέβεια, που είναι ζωή όχι άχρωμα χριστιανική και αόριστα πνευματική, αλλά ζωή μέσα στη λειτουργική εμπειρία της Εκκλησίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μεγάλος Απόστολος για το μυστήριο της ευσέβειας, δηλαδή για την ευαγγελική και ορθόδοξη πίστη, γράφει αμέσως και μαζί με τη διαγωγή και την αναστροφή μας μέσα στην Εκκλησία, που είναι ο στύλος και το εδραίωνα της αλήθειας. Αυτό θα πει πως μόνο μέσα στην Εκκλησία και τη λατρεία της Εκκλησίας φυλάγεται η ορθή πίστη και η ευσέβεια του χριστιανού. Στον καιρό μας, «είτε προφάσει είτε αληθεία», πολλά λέγονται και γράφονται για την Εκκλησία. Άνθρωποι έξω από την Εκκλησία, αλλά και χριστιανοί που δεν ξέρουν τι είναι η Εκκλησία ξεσηκώνονται, τάχα πως ενδιαφέρονται για την Εκκλησία. Μα έξω από την Εκκλησία κι έξω από τη σύναξη της Εκκλησίας και τη θεία Λειτουργία κανένας δεν μπορεί να βεβαιώσει πως είναι ευσεβής και πως ενδιαφέρεται στ’ αλήθεια για την Εκκλησία.
Στη δεύτερη επιστολή του προς τον Τιμόθεο ο απόστολος Παύλος γράφει για ανθρώπους με «μόρφωσιν ευσεβείας, την δε δύναμιν αυτής ηρνημένους». Αυτό θα πει πως έχουν κάποια γνώση και εξωτερικά δείχνουν για ευσεβείς, μα δεν έχουν αληθινή ευσέβεια. Γιατί η ευσέβεια δεν είναι ό,τι ο καθένας θέλει να φαίνεται για ενάρετος και άγιος, μα ό,τι όλοι μας είμαστε μέσα στη λειτουργική σύναξη της Εκκλησίας. Για το Θεό ο Απόστολος γράφει «ου η δόξα εν τη Εκκλησία.»· αλλά όπως ο Θεός δοξάζεται μέσα στην Εκκλησία, έτσι κι ο κάθε πιστός είναι ό,τι είναι και σώζεται μέσα στην Εκκλησία, που στην πιο τέλεια έκφρασή της είναι λειτουργική σύναξη. Το λέμε και το ξαναλέμε πως έξω από την Εκκλησία δεν υπάρχει χριστιανισμός, κι έξω από τη θεία Λειτουργία δεν υπάρχει Εκκλησία κι επομένως ούτε σωτηρία.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ο μεγάλος Απόστολος γράφοντας για τους ανθρώπους που έχουν «μόρφωσιν ευσεβείας», λέει πως αυτοί θα φανούν «εν εσχάταις ημέραις», στις τελευταίες δηλαδή ημέρες και σε καιρούς που χαρακτηρίζονται «χαλεποί», δύσκολοι δηλαδή και στενόχωροι. Και σκέφτεται κανείς μήπως αυτές οι ημέρες κι αυτοί οι καιροί είναι οι δικοί μας, στους οποίους πολύ δοκιμάζεται και ταλαιπωρείται η Εκκλησία όχι μόνο από τους άθεους και τους αιρετικούς, αλλά και από πολλούς που έχουν «μόρφωσιν ευσέβειας». Είναι αυτή μια ευσέβεια, ένας τρόπος δηλαδή που πολλοί στον καιρό μας πιστεύουν και ζουν σαν χριστιανοί, ολωσδιόλου ατομικός και δικός τους, ανακατεμένος ή με πολλή υποκρισία ή με πολύ κοσμικό φρόνημα ή με πολλή κοινωνική φιλοσοφία και κενή απάτη. Έχουν αρνηθεί τη δύναμη της αληθινής ευσέβειας, που είναι ευσέβεια εκκλησιαστική και λειτουργική.
Η θεία Λειτουργία και γενικότερα η λατρεία της Εκκλησίας είναι το καλύτερο σχολείο της αληθινής χριστιανικής και ορθόδοξης ευσέβειας. Στη θεία Λειτουργία και στη λατρεία της Εκκλησίας όχι μόνο ζούμε, αλλά συγχρόνως και διδασκόμαστε την επίγνωση της αλήθειας του Χριστού, που δεν είναι νοητική και λογική γνώση, αλλά αλήθεια και σοφία Θεού, καθώς γράφει ο Απόστολος «εν μυστηρίω». Έτσι μπορούμε να λέμε πάντα ότι ο ορθόδοξος λαός δεν είναι «μαθών», αλλά «παθών» τα θεία. Αυτό θα πει πως η ορθόδοξη ευσέβεια δεν διδάσκεται σαν μάθημα σε κανένα σχολείο και σε καμμιά αίθουσα, αλλά μέσα στο ναό, όταν γίνεται η θεία Λειτουργία και οι χριστιανοί χαίρουν και λυπούνται, αγαλλιούν και κλαίνε, ζώντας μέσα τους τα θεία γεγονότα της πίστεως και αγκαλιάζοντας τα πρόσωπα των Αγίων, που υπηρετούν στο μυστήριο της σωτηρίας. Γιατί η διδασκαλία και η ευσέβεια της Εκκλησίας δεν είναι κάποιες έννοιες και κάποιες ιδέες, αλλά ένας ζωντανός κόσμος γεγονότων και προσώπων, μέσα στα οποία εμείς «κινούμεθα και εσμέν». Αυτό το τελευταίο πρέπει, να το προσέξουμε, επειδή έχει ιδιαίτερη σημασία για την ορθόδοξη ευσέβεια. Η Εκκλησία πάντα εορτάζει ιστορικά γεγονότα και συγκεκριμένα πρόσωπα· τον ευαγγελισμό της Παναγίας, τη γέννηση και τη βάπτιση του Ιησού Χριστού, το θείο πάθος, την ανάσταση, την ανάληψη και την πεντηκοστή. Το ίδιο και οι εορτές των Αγίων είναι εορτές γεγονότων και προσώπων, της γέννησης, του θανάτου και των θαυμάτων τους. Έτσι η ευσέβεια του ορθοδόξου λαού δεν είναι θεωρητική και αόριστη, αλλά εμπειρική και συγκεκριμένη.
Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε την ορθόδοξη ευσέβεια σε τρία πράγματα, στο συναξάρι, στο τροπάρι και στο εικόνισμα. Αυτά τα τρία είναι το τρίπτυχο της Ορθόδοξης ευσέβειας. Το συναξάρι είναι η «εν Χριστώ» ζωή και πείρα των Άγιων. Το τροπάρι είναι ο ύμνος και η ιερή ψαλμωδία στη σύναξη της Εκκλησίας· ό,τι μας πλημμυρίζει μέσα μας, που δεν μπορούμε να το εκφράσουμε καλύτερα, στη συντροφιά μας και στη σύναξη της Εκκλησίας, το κάνουμε άσμα και τραγούδι και με μια καρδιά και μ’ ένα στόμα το λέμε στο Θεό. Και το εικόνισμα, έτσι καθώς το βλέπει και το προσκυνάει ο ορθόδοξος όχι ειδωλολατρικά, αλλά τιμητικά για το εικονιζόμενο πρόσωπο, είναι η έκφραση και η φανέρωση της ορθόδοξης ευσέβειας. Αυτός που γράφει αυτό το κήρυγμα, όταν κάποτε στο Βατικανό του έδειξαν ένα βυζαντινό εικόνισμα, έβγαλε το σκούφο του, έκανε το σταυρό του και προσκύνησε. Κι ένας τότε διαβασμένος ξένος κληρικός είπε στους άλλους· «Αύτη είναι η ορθόδοξη ευσέβεια». Όταν λέμε για συναξάρι και για τροπάρι και για εικόνισμα, δεν μιλάμε για καλλιτεχνικά έργα θρησκευτικής τέχνης, αλλά για ιερά αντικείμενα εκκλησιαστικής λατρείας. Η ορθόδοξη λοιπόν ευσέβεια δεν χωρίζεται από την Εκκλησία, την ιερωσύνη και τη θεία Λειτουργία. Είναι ευσέβεια όχι απλώς θρησκευτική ούτε χριστιανική, άλλα ευσέβεια εκκλησιαστική και λειτουργική. Αυτή την ευσέβεια, την ορθή βέβαια πίστη, αλλά και την ορθή λατρεία, εννοεί η δέηση της Εκκλησίας στην αρχή της θείας Λειτουργίας· «Υπέρ των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών…». Αμήν.
(+Διονυσίου, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονίας)