Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2024

π. Αυγουστίνος Καντιώτης, Εἰς τὸ πυκνὸν ἐκκλησίασμα, τὸ ὁποῖον ἀπετελεῖτο ἀποκλειστικῶς ἀπὸ ὀρθοδόξους, παρεισέδυσε καὶ ἕνας ἱερεὺς τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας...


ΟΥΚ ΕΣΤΙ ΣΥΜΠΡ. ΑΙΡΕΤ.ιστ
Εἰς τὸ πυκνὸν ἐκκλησίασμα, τὸ ὁποῖον ἀπετελεῖτο ἀποκλειστικῶς ἀπὸ ὀρθοδόξους, παρεισέδυσε καὶ ἕνας ἱερεὺς τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας. Κακῶς ἐπετράπη εἰς τὸν παπικὸν ἱερέα ἡ είσοδος εἰς τὸν ναόν. Διότι, συμφώνως πρὸς τοὺς ἱ. κανόνας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀπαγορεύεται ἡ είσοδος αἱρετικῶν εἰς τοὺς ἱ. ναοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλὰ δὲν ἦτο τοῦτο ἡ μόνη κανονικὴ παράβασις. Ἐπηκολούθησε καὶ ἄλλη, σοβαρωτέρα. Ὁ παπικὸς ἱερεὺς δὲν ἔμεινε καθ᾿ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς θείας λειτουργίας μεταξὺ τοῦ πλήθους τῶν πιστῶν. Μετὰ τὸν καθαγιασμὸν τῶν τιμίων δώρων ὁ λειτουργῶν ἀρχιερεὺς ἐκάλεσε τὸν ἔξω τοῦ θυσιαστηρίου ἱστάμενον παπικὸν ἱερέα νὰ εἰσέλθῃ ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ. Οὗτος, δεχθεὶς μίαν τοιαύτην τιμητικὴν πρόσκλησιν, εἰσῆλθεν εἰς τὸ ἱερὸν βῆμα καὶ ἐπλησίασε πρὸς τὴν ἁγίαν τράπεζαν διὰ νὰ λάβῃ ἀντίδωρον παρὰ τοῦ ἀρχιερέως. Ἀλλ᾿ ἐκείνην τὴν στιγμήν, 































ΠΑΛΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΑΛΛΑ ΛΙΑΝ ΕΠΙΚΑΙΡΟΣ

[Έγινε στην Ιερά Μονή του οσίου Γερασίμου στην Κεφαλονιά. Ο διάκονος που χαστουκίζεται είναι ο αγωνιστής, σεβάσμιος γέροντας τώρα, ἀρχιμανδρίτης τῶν Πατρῶν Νικόδημος Πετρόπουλος και ο λαϊκός που διαμαρτύρεται είναι ο Γεώργιος Σαβόπουλος από την Κεφαλονιά]

«Ἡ Ἐκκλησία διδάσκει σταθερὰ καὶ ἀταλάντευτα, ὅτι ἀπαγορεύεται ἡ συμπροσευχὴ τοῦ ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ μὲ αἱρετικούς….

Ολόκληρο το ἄρθρο του Μητροπολίτου Φλωρινης Αυγουστινου, με τιτλο: «Γενναια της Ορθοδοξιας τεκνα» «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ»φ. 285/Ὀκτ. 1965, σσ. 2-3 & ἡ ἀναδημοσίευση:

https://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=78451#more-78451

«Μὲ λύπην, ἀγαπητοί μου ἀναγνῶσται, μὲ λύπην ἀνέκφραστον λαμβάνω τὸν κάλαμον διὰ νὰ ἐλέγξω ἐπωνύμως ἐπίσκοπον τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας…… » 

«Ὡς γνωστόν, εἰς τὴν νῆσον τῆς Κεφαλληνίας ὑπάρχει ἡ ἱ. μονὴ τοῦ Ἁγίου Γερασίμου, ὅπου εὑρίσκεται τὸ λείψανον τοῦ ἁγίου. Ἡ μονὴ ἔχει γίνει ἕνα ἀπὸ τὰ σπουδαιότερα προσκυνήματα τῆς Ἑλλάδος. Μυριάδες εὐσεβοῦς ὀρθοδόξου λαοῦ καὶ ἐκ τῶν νήσων καὶ ἐκ τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδος κατὰ τὴν ἑορτὴν τοῦ ἁγίου συρρέουν διὰ νὰ προσκυνήσουν. Ὅπως δὲ πάντοτε, οὕτω καὶ ἐφέτος, τὴν 20ὴν Ὀκτωβρίου καθ᾿ ἣν ἑορτάζεται ὁ ἅγιος, ἐν τῷ καθεδρικῷ ναῷ τῆς μονῆς ἐτελέσθη μεγαλοπρεπῶς ἀρχιερατικὴ λειτουργία. Λειτουργῶν ἀρχιερεὺς ἦτο ὁ σεβασμ. μητροπολίτης Ζακύνθου κ. Ἀλέξιος, τοποτηρητὴς τῆς χειρευούσης Μητροπόλεως Κεφαλληνίας. Κύματα εὐσεβοῦς λαοῦ ἐπλημμύρουν τὸν ναὸν καὶ παρηκολούθουν μετὰ κατανύξεως τὴν θείαν λειτουργίαν. Ἀλλ᾿ αίφνης ἡ γαλήνη τοῦ ἐκκλησιάσματος ἐταράχθη ἐκ θλιβεροῦ γεγονότος ἢ μᾶλλον σειρᾶς-ἁλύσεως γεγονότων, τῶν ὁποίων τὸ ἓν θλιβερώτερον τοῦ προηγουμένου. Καὶ ἐξηγούμεθα.

Εἰς τὸ πυκνὸν ἐκκλησίασμα, τὸ ὁποῖον ἀπετελεῖτο ἀποκλειστικῶς ἀπὸ ὀρθοδόξους, παρεισέδυσε καὶ ἕνας ἱερεὺς τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας. Κακῶς ἐπετράπη εἰς τὸν παπικὸν ἱερέα ἡ είσοδος εἰς τὸν ναόν. Διότι, συμφώνως πρὸς τοὺς ἱ. κανόνας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀπαγορεύεται ἡ είσοδος αἱρετικῶν εἰς τοὺς ἱ. ναοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλὰ δὲν ἦτο τοῦτο ἡ μόνη κανονικὴ παράβασις. Ἐπηκολούθησε καὶ ἄλλη, σοβαρωτέρα. Ὁ παπικὸς ἱερεὺς δὲν ἔμεινε καθ᾿ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς θείας λειτουργίας μεταξὺ τοῦ πλήθους τῶν πιστῶν. Μετὰ τὸν καθαγιασμὸν τῶν τιμίων δώρων ὁ λειτουργῶν ἀρχιερεὺς ἐκάλεσε τὸν ἔξω τοῦ θυσιαστηρίου ἱστάμενον παπικὸν ἱερέα νὰ εἰσέλθῃ ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ. Οὗτος, δεχθεὶς μίαν τοιαύτην τιμητικὴν πρόσκλησιν, εἰσῆλθεν εἰς τὸ ἱερὸν βῆμα καὶ ἐπλησίασε πρὸς τὴν ἁγίαν τράπεζαν διὰ νὰ λάβῃ ἀντίδωρον παρὰ τοῦ ἀρχιερέως. Ἀλλ᾿ ἐκείνην τὴν στιγμήν, καθ᾿ ἣν ὁ παπικὸς ἱερεὺς ἡτοιμάζετο νὰ λάβῃ τὸ ἀντίδωρον, πίπτει κεραυνὸς ποὺ ἐτάραξε τοὺς πάντας.

Κεραυνὸς Ὀρθοδοξίας. Κεραυνὸν δὲ ὀνομάζω τὴν θαρραλέαν κραυγήν, ἡ ὁποία ἠκούσθη. Λαϊκὸς ποὺ δὲν ἐφοίτησεν εἰς ἱερατικὰς καὶ θεολογικὰς σχολὰς καὶ δὲν μετεξεπαιδεύθη εἰς τὰς Εὐρώπας, ὀλίγων γραμμάτων κάτοχος, τὸ ἐπάγγελμα ἐργάτης, ἀλλ᾿ ἔχων εἰς τὰ στήθη του σπινθῆρα Ὀρθοδοξίας, ὅταν εἶδε τὴν ἀντικανονικὴν αὐτὴν ἐνέργειαν τοῦ μητροπολίτου, δὲν ἐσιώπησεν, ἀλλ᾿ ἔρρηξε φωνὴν μεγάλην καὶ εἶπε· «Δὲν ἔχουν θέσιν οἱ αἱρετικοὶ ἐντὸς τοῦ ὀρθοδόξου θυσιαστηρίου. Διαμαρτύρομαι. Ὅσοι πιστοὶ ὀρθόδοξοι ἂς διαμαρτυρηθοῦν!». Καὶ τὸ πιστὸν τῆς Ἐκκλησίας τέκνον δὲν ἠρκέσθη μόνον εἰς μίαν ἔντονον διαμαρτυρίαν, ἀλλὰ καὶ ἐκτελῶν χρέη εὐταξίου τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος ἐξεδίωκεν ἐκ τοῦ ναοῦ πάντα ἀνόσιον καὶ αἱρετικὸν ποὺ θὰ ἐτόλμα νὰ εἰσέλθῃ ἐν αὐτῷ κατὰ τὴν φρικτὴν ὥραν τῆς τελέσεως τοῦ μυστηρίου, προσεπάθησε καὶ αὐτὸς νὰ ἐκδιώξῃ ἐκ τοῦ ἱ. ναοῦ τὸν παρείσακτον. Ἀλλὰ δὲν ἐπέτυχε. Διότι ὁ δεσπότης ἐκάλεσεν ἀμέσως ἄλλου εδους εὐταξίας, ἐκάλεσε τὰ ὄργανα τῆς δημοσίας τάξεως, τοὺς χωροφύλακας, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔχουν θέσιν κατὰ τὰς ἱερὰς στιγμάς, καὶ δίδει αὐστηρὰν ἐντολὴν νὰ ἀπομακρύνουν ἐκ τοῦ ἱ. ναοῦ τὸν ὀρθόδοξον, ὅστις διεμαρτύρετο. Τὰ ὄργανα τῆς τάξεως, πιστὰ καὶ αὐτὰ τῆς Ὀρθοδοξίας τέκνα, παρ᾿ ὅλην τὴν δυσφορίαν καὶ ἀγανάκτησιν ποὺ ᾐσθάνθησαν διὰ τὴν τοιαύτην ἐνέργειαν τοῦ δεσπότου, ἠναγκάσθησαν νὰ ἐκτελέσουν τὴν ἐντολήν. Ἐξέβαλον ἐκ τοῦ ἱ. ναοῦ τὸ πιστὸν τῆς Ὀρθοδοξίας τέκνον.
Ἀλλ᾿ ἕως ἐδῶ ἐσταμάτησε τὸ σκάνδαλον; Δυστυχῶς ὄχι. Ἕπεται θλιβερωτάτη συνέχεια, διὰ τὴν ὁποίαν πᾶς πιστὸς πρέπει νὰ κλαύσῃ καὶ νὰ θρηνήσῃ. Διότι ὁ δεσπότης, ἀντὶ ἐκ τῆς ζωηρᾶς αὐτῆς διαμαρτυρίας νὰ συναισθανθῇ τὸ σφάλμα του καὶ ν᾿ ἀπόσχῃ πάσης ἄλλης φιλοφρονήσεως πρὸς τὸν παπικόν, ἐκάλεσε δυστυχῶς τὸν παπικὸν ἐκ νέου καὶ τῷ ἔδωκε τὸ ἀντίδωρον. Ἀλλ᾿ ἡ ἐνέργεια τοῦ λειτουργοῦντος ἀρχιερέως δὲν ἔμεινεν ἀναπάντητος. Ἕτερον πιστὸν τῆς Ὀρθοδοξίας τέκνον, ὄχι λαϊκός, ἀλλὰ κληρικός, ἱεροδιάκονος, ἀψηφῶν τὴν μῆνιν τοῦ ἀρχιερέως καὶ ἐνθυμούμενος τίνος ἐτάχθη νὰ εἶνε γενναῖος στρατιώτης, μὲ ὅλην τὴν σταθερότητα, ἀλλὰ καὶ μὲ ὅλην τὴν σεμνότητα ποὺ ἀπῄτει ὁ ἱερὸς τόπος καὶ αἱ στιγμαὶ τῆς φρικτῆς μυσταγωγίας, ἐπλησίασε τὸν ἀρχιερέα καὶ τῷ λέγει· «Αὐτό, σεβασμιώτατε, τὸ ὁποῖον κάμνετε, ἀπαγορεύουν αὐστηρῶς οἱ ἱ. κανόνες τῆς Ὀρθοδοξίας». Ἐπὶ τῷ ἀκούσματι τῆς νέας διαμαρτυρίας, ἐπὶ τῷ ἀκούσματι τῆς λέξεως «κανόνες», ὁ ἀρχιερεὺς ἐταράχθη σφόδρα· ἠλλοιώθη τὸ πρόσωπόν του, ἔχασε πλήρως τὴν κυριαρχίαν ἐπὶ τοῦ ἑαυτοῦ του, ἐλησμόνησεν ὁλοτελῶς ποῦ εὑρίσκετο, καὶ πλήρης ὀργῆς καὶ θυμοῦ, ἐνδεδυμένος μὲ ὅλην τὴν ἀρχιερατικὴν στολὴν ―φρικτὸν θέαμα καὶ ἄκουσμα― ὁρμᾷ ἀκάθεκτος κατὰ τοῦ ταλαιπώρου ἱεροδιακόνου, τὸν κτυπᾷ, τὸν ῥαπίζει, καὶ εἰς ἔντονον ὕφος τῷ λέγει· «Ποιό κατσίκι σὲ χειροτόνησε;… Κάτι τέτοιοι σὰν κ᾿ ἐσένα καλόγεροι εἶνε εἰς τὰς Ἀθήνας καὶ ταράσσουν τὴν Ἐκκλησίαν… Θὰ σὲ ἀφορίσω. Θὰ σὲ καθαιρέσω… Ἐγὼ εἶμαι ἐδῶ… Κάνω ὅ,τι θέλω…».
Ὀρθόδοξος ἀρχιερεύς, τελῶν τὴν θείαν λειτουργίαν, ἔχων τὰ χείλη του πορφυρωμένα μὲ τὸ τίμιον αἷμα τοῦ Χριστοῦ, νὰ κτυπᾷ καὶ νὰ ὑβρίζῃ χυδαίως ἕνα διάκονον, διότι ἐτόλμησε νὰ τῷ ὑπενθυμίσῃ εὐλαβῶς τὸ ἱερὸν καθῆκόν του ὡς ἱεράρχου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τῶν ἱ. κανόνων τῆς ὁποίας ὡρκίσθη κατὰ τὴν φρικτὴν ὥραν τῆς χειροτονίας νὰ εἶνε ὁ ἄγρυπνος φύλαξ!
Αὐτὸ τὸ θλιβερὸν γεγονὸς συνέβη ἐν τῷ καθεδρικῷ ναῷ τῆς ἱ. μονῆς ἁγίου Γερασίμου κατὰ τὴν ἐπέτειον μνήμην τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου ἐν ἔτει σωτηρίῳ 1965.

* * *

Τὰ ὀνόματα τῶν δύο τιμίων τέκνων τῆς Ὀρθοδοξίας εἶνε· τοῦ μὲν λαϊκοῦ Γεώργιος Σαββάγλου ἐκ Κεφαλληνίας, τοῦ δὲ ἱεροδιακόνου Νικόδημος Πετρόπουλος ἐκ Πατρῶν. Ὁ ἱεροδιάκονος οὗτος τυγχάνει εὐλαβέστατος, εὐῶδες ἄνθος πίστεως καὶ ἀρετῆς, ὅπερ ἀνεβλάστησεν ἐκ τῆς πνευματικῆς ῥάβδου τοῦ προμάχου τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦ ἐν Κυρίῳ κοιμηθέντος ἀειμνήστου π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου.
Διὰ τοῦ στόματος τῶν δύο τούτων γενναίων τέκνων τῆς Ὀρθοδοξίας ἠκούσθη ἡ φωνὴ ἀειμνήστων πατέρων καὶ διδασκάλων τῆς ἁγίας καὶ ἀμωμήτου ἡμῶν Πίστεως. Ἠκούσθη ἐν πρώτοις ἡ φωνὴ τῶν ἐν Λαοδικείᾳ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἐν ἔτει 364 συνελθόντων πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἀπηγόρευσαν τὴν είσοδον τῶν αἱρετικῶν εἰς τοὺς ναοὺς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἠκούσθη ἡ φωνὴ τῶν πατέρων τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία διὰ τοῦ Β΄ κανόνος περιέβαλε μὲ οἰκουμενικὸν κῦρος τὰς ἀποφάσεις τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου. Ἰδοὺ ἐπὶ λέξει οἱ σχετικοὶ κανόνες τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου:
ΚΑΝΩΝ ΣΤ΄: «Περὶ τοῦ μὴ συγχωρεῖν τοῖς αἱρετικοῖς εἰσιέναι εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ, ἐπιμένοντας τῇ αἱρέσει».
ΚΑΝΩΝ ΛΓ΄: «Ὅτι οὐ δεῖ αἱρετικοῖς ἢ σχισματικοῖς συνεύχεσθαι».
Ἐὰν δέ τις ἀναγινώσκων τοὺς ἱεροὺς τούτους κανόνας μᾶς είπῃ ὅτι οὗτοι ἀφοροῦν τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ὄχι τοὺς χριστιανοὺς οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν εἰς τὴν Δυτικὴν Ἐκκλησίαν καὶ εἶνε ὀπαδοὶ τοῦ πάπα, ἡμεῖς ἔχομεν ν᾿ ἀπαντήσωμεν, ὅτι δυστυχῶς οἱ παπικοί, οἱ αὐτοκαλούμενοι «καθολικοί», εἶνε καὶ σχισματικοὶ καὶ αἱρετικοί. Αὐτὴ εἶνε ἡ ὑγιὴς κρίσις τῶν ὀρθοδόξων. Αὐτὴ εἶνε ἐν πρώτοις ἡ κρίσις τοῦ μεγάλου ἡγέτου τῆς παρατάξεως τῶν ὀρθοδόξων ἐν τῇ συνόδῳ τῆς Φλωρεντίας, τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἐφέσου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, ὅστις ἠγωνίσθη ὑπὲρ πάντα ἄλλον ἵνα μὴ ὑποταγῇ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τὸν πάπαν. Ἡμεῖς, κηρύττει ὁ Μᾶρκος ὁ Ἐφέσου, δὲν διεκόψαμεν σχέσεις μὲ τοὺς παπικοὺς διὰ κανένα ἄλλον λόγον παρὰ μόνον διότι διεπιστώσαμεν, ὅτι εἶνε ὄχι μόνον σχισματικοὶ ἀλλὰ καὶ αἱρετικοί. Ἐπὶ λέξει· «Ἡμεῖς δι᾿ οὐδὲν ἄλλο ἀπεσχίσθημεν τῶν παπικῶν, ἀλλ᾿ ἢ ὅτι εἰσὶν οὐ μόνον σχισματικοί, ἀλλὰ καὶ αἱρετικοί» (Ἰδὲ «Πηδάλιον», Ἀθῆναι 1957, σελ. 55). Καὶ αὐτὴ εἶνε ἡ κρίσις ὄχι μόνον τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, ἀλλὰ καὶ ἄλλων ἐγκρίτων θεολόγων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἐξ ὅλων μνημονεύομεν ἐδῶ τὴν κρίσιν ἑνὸς καὶ μόνον, τοῦ κορυφαίου τῶν θεολόγων τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ ἀειμνήστου Χρήστου Ἀνδρούτσου, ὅστις καὶ ἀπὸ ἕδρας καὶ εἰς συγγράμματά του καὶ εἰς ἄρθρα του δὲν ἔπαυε νὰ χαρακτηρίζῃ τοὺς παπικοὺς ὡς αἱρετικούς (Ἰδὲ Ἐλευθερουδάκη «Σύγχρονος Ἐγκυκλοπαιδεία», ἔκδοσις Γ΄, Ἀθῆναι 1965, τόμ. Α΄, σελ. 561).
Ἐὰν δὲ ἄλλος τις είπῃ, ὅτι κατὰ τὰ τελευταῖα ἔτη τὰ πράγματα ἤλλαξαν, καὶ ὅτι ἡ Δυτικὴ Ἐκκλησία ἀποδοκιμάζει τὰς πλάνας καὶ τὰς αἱρέσεις αὐτῆς καὶ ἐκδηλώνει εἰλικρινεῖς διαθέσεις διὰ νὰ ἐπιστρέψῃ εἰς τὰς πηγὰς τῶν ὀκτὼ πρώτων αἰώνων, ὅτε ἡ Ἐκκλησία ἦτο ἡνωμένη, ὁ λέγων καὶ κηρύττων τοιαῦτα πλανᾶται οἰκτρῶς. Διότι τὰ πράγματα ἀποδεικνύουν, ὅτι οὐδὲν βῆμα ὑποχωρήσεως ἔκαμεν ἡ Παπικὴ Ἐκκλησία. Παρὰ τὰς φιλοφρονήσεις καὶ τὰ μειδιάματα καὶ τὰ φανταχτερὰ λόγια, ποὺ ὡς πυροτεχνήματα ἐξαπολύει ἐσχάτως ὁ πάπας διὰ νὰ μᾶς ἐντυπωσιάσῃ, ὁ πάπας ἐν τῇ πραγματικότητι παραμένει ἀμετάπειστος καὶ ἀμετανόητος. Ἡ ἰδέα, ὅτι ὁ πάπας εἶνε ὁ ποντίφηξ, ὁ ἄκρος ἀρχιερεύς, ὁ πρῶτος, ὁ ὕψιστος ἀρχηγὸς ὅλης τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἔχων τὰς κλεῖς, τὸ πρωτεῖον καὶ τὸ ἀλάθητον, ὁ προβάλλων τὸ «ἇὸὦ῏» καὶ εἰς αὐτὰς ἀκόμη τὰς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τὸ είδωλον ποὺ πρέπει ὅλοι νὰ πέσουν νὰ προσκυνήσουν, ἡ ἐσφαλμένη αὐτὴ ἰδέα, ὄχι ἁπλῶς ἐσφαλμένη, ἀλλὰ καὶ ἑωσφορικὴ ἰδέα, ἔχει ἐνσφηνωθῆ τόσον πολὺ μέσα εἰς τὰ κρανία τῶν παπῶν, καὶ ὄχι μόνον τῶν παπῶν ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν ὀπαδῶν τοῦ παπισμοῦ, ὥστε πρέπει νὰ περάσουν ὄχι δεκαετηρίδες, ἀλλὰ αἰῶνες ὁλόκληροι, διὰ νὰ γίνῃ θαῦμα, διὰ ν᾿ ἀλλάξῃ ἡ νοοτροπία των. Ἂς μὴ ἀπατώμεθα ἀπὸ τὰς ἐξωτερικὰς ἐκδηλώσεις. Ὁ βαθύτερος σκοπὸς τῶν νέων ἀποπειρῶν τοῦ πάπα εἶνε ἕνας· ἡ διάλυσις καὶ ἀπορρόφησις τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἂς προσέξωμεν πολὺ οἱ ὀρθόδοξοι, ἵνα μὴ ἐμπέσωμεν εἰς τὴν παγίδα τὴν ὁποίαν μᾶς στήνει ἐσχάτως τὸ Βατικανόν. Τὸ θηρίον τῆς Ῥώμης, παρ᾿ ὅλα τὰ προσωπεῖα ποὺ ἀλλάσσει κατὰ καιρούς, παραμένει ἐν τῇ οὐσίᾳ ἀμετάβλητον. Εἶνε δὲ κατ᾿ ἐξοχὴν σήμερον ἐπικίνδυνον, διότι δὲν κρατεῖ ξίφη, ἀλλὰ σκορπίζει πανταχοῦ μειδιάματα καὶ εὐλογίας…
Ταῦτα λέγοντες δὲν είμεθα κατὰ τῆς ἑνώσεως, καθολικοῦ αἰτήματος ὅλου τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου. Θέλομεν καὶ ἡμεῖς τὴν ἕνωσιν, ἀλλὰ μὲ Ὀρθοδοξίαν ἀκεραίαν καὶ ἀπερίτμητον. Ἀλλ᾿ οὔπω ἥκει ἡ ὥρα τῆς ἀληθοῦς ταύτης ἑνώσεως. Ἕνωσις δὲ γινομένη εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας εἶνε ψευδο – ἕνωσις. Πᾶσα δὲ πρόωρος προσέγγισις, ἀντὶ νὰ συντελέσῃ εἰς τὴν συντόμευσιν τοῦ χρόνου τῆς ἑνώσεως, θὰ συντελέσῃ εἰς τὸ νὰ εὐρύνῃ περισσότερον τὸ χάσμα ποὺ χωρίζει τὰς δύο Ἐκκλησίας, καὶ ὁ χρόνος τῆς πραγματικῆς ἑνώσεως θὰ ἀπομακρυνθῇ ἔτι περισσότερον (Ἰδὲ ἡμέτερον φυλλάδιον «Τὸ Βατικανόν», Ἀθῆναι 1963).
Δυστυχῶς κοῦφοι θεολόγοι καθηγηταὶ καὶ ἐπιπόλαιοί τινες ἱεράρχαι δὲν θέλουν ν᾿ ἀντιληφθοῦν τὴν σκληρὰν πραγματικότητα. Ἀγαποῦν τὰ ταξίδια, τὰς ἁβρότητας, τὰς συναναστροφάς, τὰς κοσμικὰς σχέσεις, τὰ πολυτελῆ συμπόσια… Καί τινες φιλοδοξοῦν νὰ γίνουν οἱ εἰρηνοποιοί, ἡ γέφυρα τῆς ἑνώσεως. Ἀλλ᾿ ὁποία γέφυρα! Γέφυρα χαρτίνη, ἡ ὁποία εἰς τὴν ὁρμὴν τοῦ πρώτου ἀνέμου θὰ καταπέσῃ. Καὶ είθε ἐπ᾿ αὐτῆς νὰ εὑρίσκωνται μόνον οἱ κατασκευασταὶ αὐτῆς…
Ἀλλ᾿ εὐτυχῶς, ἐναντίον τῶν τάσεων αὐτῶν κηρύσσεται ὁ εὐσεβὴς Ἑλληνικὸς λαός, ὁ ἀκοίμητος αὐτὸς φύλαξ τῆς Ὀρθοδοξίας. Τὸ ἀπέδειξαν τὰ θλιβερὰ γεγονότα τῆς Κεφαλληνίας.

* * *

Σημεῖα τῶν καιρῶν. Συσκοτισμὸς ἡλίου. Πτῶσις ἀστέρων Ἀποκαλύψεως! Πῶς ἄλλως πρέπει νὰ χαρακτηρίσωμεν τὰ θλιβερὰ τῆς Κεφαλληνίας γεγονότα;
Ἐν τῷ ὀρθοδόξῳ κέντρῳ τῆς Ἑλλάδος, ὁποῖον εἶνε ἡ ἱ. μονὴ τοῦ Ἁγίου Γερασίμου Κεφαλληνίας, κατὰ τὴν ἐπέτειον ἑορτὴν διεπράχθησαν ἐνώπιον ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων ἐν τόπῳ ἁγίῳ ἐγκλήματα κατὰ τῶν ἱ. κανόνων τῆς Ὀρθοδοξίας, τοιαύτης δὲ ἐκτάσεως, ὥστε πᾶς πιστὸς νὰ μένῃ ἐμβρόντητος. Δημοσίᾳ πιστὸν τῆς Ἐκκλησίας τέκνον ἐδάρη καὶ ὑβρίσθη χυδαίως καὶ ἀφωρίσθη, καὶ ὅλα ταῦτα διότι διέπραξε τὸ μέγα… ἔγκλημα νὰ ὑψώσῃ φωνὴν ὑπὲρ τῆς πατρῴας Πίστεως.
Ἡ «Σπίθα» ἀπευθύνει πρὸς τὰ δύο πιστὰ τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας, τὰ ὁποῖα διεμαρτυρήθησαν δημοσίᾳ, ἕνα εὖγε! Ἀλλὰ τί εἶνε τὸ ἰδικόν μας εὖγε; Εὖγε οὐρανομήκη ἀκούονται ἐκ τῶν τάφων, ἐν οἷς κεῖται ἡ κόνις ἀειμνήστων πατέρων καὶ διδασκάλων, τέκνων τῆς νήσου Κεφαλληνίας. Τὸ πρῶτον εὖγε ἀπευθύνει ὁ ἅγιος Γεράσιμος, ὁ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἀρετῆς ἐραστής. Ὡς ψάλλει ἡ Ἐκκλησία, «τῆς ὁμολογίας Χριστιανῶν ἔθετό σε στῦλον ἀδιάσειστον ὁ Θεός, τὸ σεπτόν σου σκῆνος, Γεράσιμε, δοὺς πᾶσι τοῖς ἐναντίοις λίθον δεινοῦ προσκόμματος». Τὸ δεύτερον εὖγε ἀπευθύνει ὁ ἀοίδιμος Ἠλίας Μηνιάτης, ὅστις ὁλόκληρον σύγγραμμα κατὰ τῶν παπικῶν συνέγραψε ὑπὸ τὸν τίτλον «Ἡ πέτρα τοῦ σκανδάλου». Ἂς τὸ ἀνοίξῃ καὶ ἂς τὸ μελετήσῃ ὁ πλήκτης ἱεράρχης. Τρίτον εὖγε ἀπευθύνει ὁ ἐκ Κεφαλληνίας καὶ αὐτὸς καταγόμενος Κοσμᾶς Φλαμιᾶτος, ὁ γενναῖος οὗτος ὑπερασπιστὴς τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ὅστις εὗρε μαρτυρικὸν θάνατον ἐν φυλακαῖς τοῦ Ρίου – Πατρῶν. Τὸ τέταρτον…
Ἀλλ᾿ ὁ ἀρχιερεύς, ὁ ὁποῖος τοιουτοτρόπως συμπεριεφέρθη ἐν τῷ ἱ. ναῷ, δὲν πρέπει νὰ μείνῃ ἀτιμώρητος. Ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Δικαιοσύνη, ἡ ὁποία, ὅταν θέλῃ, τιμωρεῖ αὐστηρῶς μοναχοὺς καὶ μοναχὰς καὶ «κατωτέρους» κληρικοὺς διὰ ἐλάχιστα, διὰ μηδαμινὰ παραπτώματα, δὲν πρέπει νὰ εἶνε ἀδρανὴς ἀπέναντι ἑνὸς ἐπισκόπου, ὅστις ἐσκανδάλισεν ὁλόκληρον τὴν νῆσον. Καὶ ὄχι μόνον τὴν νῆσον Κεφαλληνίαν. Διότι, ὡς εἴπομεν, πλῆθος πιστῶν καὶ ἐξ ἄλλων νήσων καὶ ἐκ τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδος καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς πρωτευούσης εἶχον συρρεύσει κατὰ τὴν μνήμην τοῦ ἁγίου καὶ ἔφριξαν δι᾿ ὅσα εἶδον καὶ ἤκουσαν.
Οὕτω τὸ σκάνδαλον, ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς δημοσιεύσεως ἐν τῷ τύπῳ, ἀλλ᾿ ἐξ αἰτίας τοῦ τοιαῦτα δημοσίως τολμήσαντος ἀρχιερέως, διὰ μυρίων στομάτων διεδόθη καὶ ἔλαβε τεραστίαν ἔκτασιν καὶ ἔγινε σκάνδαλον πανελλήνιον· καὶ ζητεῖ ἔλεγχον δημόσιον, ὡς τελεσθὲν δημοσίως, καὶ ὄχι μόνον ἔλεγχον ὅλων τῶν ὀρθοδόξων, ἀλλὰ καὶ κάθαρσιν. Τίς θὰ ποιήσῃ τὴν κάθαρσιν; Ἡ Ἱ. Σύνοδος, πληροφορουμένη τὰ θλιβερὰ γεγονότα, ὀφείλει νὰ κινηθῇ αὐτεπαγγέλτως. Νὰ ὁρισθῇ τὸ ταχύτερον ἔξαρχος ἀνακριτής, ὅστις μεταβαίνων εἰς Κεφαλληνίαν νὰ ἐνεργήσῃ ἀμερολήπτους ἀνακρίσεις, ἐκ τῶν ὁποίων ἀνάγλυφος θὰ ἀνακύψῃ ἡ εἰκὼν τοῦ πρωτοφανοῦς σκανδάλου. Ἐκ δὲ τῆς ἀνακρίσεως καὶ ἕτερά τινα ἔχοντα σχέσιν πρὸς τὸ καταγγελλόμενον σκάνδαλον θὰ ἔλθουν εἰς φῶς…
Γνωρίζομεν καλῶς ἐκ πικρᾶς πείρας πόσον τολμηρὸν καὶ ἐπικίνδυνον εἶνε δι᾿ ἕνα ἁπλοῦν ἱερομόναχον, ὅπως ὁ ὑποφαινόμενος, νὰ γράφῃ καὶ νὰ διαμαρτύρεται διὰ ἐκκλησιαστικὰ ἐγκλήματα, τὰ ὁποῖα ἔχουν προσλάβει ἔκτασιν δημοσίων σκανδάλων. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἡ συνείδησίς μας, ἐὰν σιωπήσωμεν δι᾿ ἓν τοιοῦτον σκάνδαλον, θὰ μᾶς ἐλέγχῃ διὰ τὴν ἔνοχον σιωπήν, μὲ πολὺν πόνον ἐκδίδομεν τὸ παρὸν ὡς μίαν διαμαρτυρίαν τῆς Ὀρθοδόξου συνειδήσεως πολλῶν πιστῶν τῆς Ἐκκλησίας τέκνων. Δὲν πιστεύομεν δὲ νὰ ἔχωμεν τὸ ἀντίθετον ἀποτέλεσμα, δηλαδὴ ν᾿ ἀφορισθῇ ὁ λαϊκὸς ποὺ διεμαρτυρήθη, νὰ καθαιρεθῇ ὁ ἱεροδιάκονος ποὺ ἐρραπίσθη, νὰ κληθῶμεν ἡμεῖς εἰς ἀπολογίαν διὰ τό… θράσος μας, καὶ ν᾿ ἀθῳωθῇ καὶ νὰ βραβευθῇ ὁ δεσπότης ὁ τοιαῦτα τολμήσας. Θὰ εἶνε τοῦτο ἡ κορωνὶς τῶν σκανδάλων, θὰ εἶνε ἀνατροπὴ κανόνων, περιφρόνησις τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ θὰ κάνῃ τὸν εὐσεβῆ λαὸν νὰ σκεφθῇ σοβαρῶς περὶ τῆς μελλοντικῆς του στάσεως ἀπέναντι τῆς ἐπισήμου Ἐκκλησίας.
Δὲν ἀπειλοῦμεν, ἀλλὰ ἐπισημαίνομεν τοὺς κινδύνους. Θέλομεν νὰ ἐλπίζωμεν, ὅτι αὐτὴν τὴν φορὰν ἡ Ἱ. Σύνοδος θὰ ἀρθῇ εἰς τὸ ὕψος της καὶ θὰ ἐνεργήσῃ κεραυνοβόλως καὶ θὰ διδάξῃ τὸν τολμητίαν ἱεράρχην, ὅτι Ὀρθοδοξία δὲν εἶνε τὸ ἀριστοκρατικόν του σαλόνι, εἰς τὸ ὁποῖον ἠμπορεῖ νὰ κάθεται διπλοπόδι καὶ νὰ καπνίζῃ μὲ τὴν καπνοσύριγγά του καὶ νὰ λέγῃ καὶ νὰ κάνῃ ὅ,τι θέλει ἀδιαμαρτυρήτως, ἀλλ᾿ εἶνε ἡ ἱερὰ περιοχὴ τοῦ Πνεύματος, εἶνε ἡ ἁγία παρεμβολὴ τοῦ Κυρίου, εἶνε ἡ θεοφύτευτος ἄμπελος, τῆς ὁποίας τοὺς φραγμοὺς εἶνε πολὺ μικρός, ναὶ πολὺ μικρὸς νὰ ὑπερπηδᾷ ὁ κ. Ἀλέξιος. Δὲν ἔχομέν τι προσωπικὸν κατ᾿ αὐτοῦ, ἀλλ᾿ ὑπεράνω μυρίων ἐπισκόπων τοιαῦτα τολμούντων κεῖται ἡ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ».


ΠΗΓΗ:https://www.augoustinos-kantiotis.gr/?p=111341#more-111341