Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ Η ΕΞΑΓΓΕΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ


Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης

Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.




ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ Η ΕΞΑΓΓΕΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

 

 

1. Τά σκουπίδια τῆς Ἀμερικῆς καί τῆς Εὐρώπης στήν Παιδεία

 

Τήν προπερασμένη ἑβδομάδα στήν πρό ἡμερησίας διατάξεως συζήτηση πού ἔγινε στήν Βουλή (25-2-2021), μέ ἀφορμή τά σκάνδαλα παιδεραστίας, ἐξήγγειλε ὁ πρωθυπουργός ὡς θεραπευτικό μέσο τῆς βρώμικης αὐτῆς διαστροφῆς τήν εἰσαγωγή στά σχολεῖα τοῦ μαθήματος τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς. Δέν εἶναι καινούργια αὐτή ἡ πρόταση. Εἶχε προγραμματισθῆ ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας περί τό τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ 1990 ἐπί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη, ἀλλά οἱ ἑπόμενες κυβερνήσεις, ἀριστερές καί δεξιές, δέν τόλμησαν νά τήν ὑλοποιήσουν, προφανῶς γιατί ἔκριναν ὅτι ἡ ἀνώριμη κατ᾽ αὐτούς ἑλληνική κοινωνία θά ἀντιδροῦσε καί θά ὑπῆρχε ἔτσι ἀνάλογο πολιτικό κόστος. Δέν τό ἐτόλμησε οὔτε ὁ Ἀνδρέας Παπανδρέου, ἀπό τήν πολιτική ἐπικράτηση τοῦ ὁποίου ἄρχισε νά ξηλώνεται ὅ,τι παραδοσιακό καί ἑλληνορθόδοξο διασώθηκε στήν παιδεία καί στήν κοινωνία καί νά εἰσάγονται ὅλα τά σκουπίδια τῆς Ἀμερικῆς καί τῆς Εὐρώπης. Πλούσιοι κολλεγιόπαιδες ὀλίγων οἰκογενειῶν, οἱ ὁποῖες κυριαρχοῦν σταθερά στήν πολιτική ζωή τοῦ τόπου, στά ἀκριβά ξένα σχολεῖα πού ἐφοίτησαν, ἀλλά καί στό οἰκογενεικακό τους περιβάλλον, δέν εἶχαν τήν εὐκαιρία νά μάθουν καί νά ζήσουν τίς πολύτιμες καί διαχρονικά ὑγιεῖς παιδαγωγικές ἀρχές τοῦ Ἑλληνορθόδοξου πολιτισμοῦ, ἀρρώστησαν πνευματικά καί πολιτιστικά ἀπό ἐπικίνδυνους ἰούς καί μεταδίδουν ἀφύλακτοι, χωρίς τέστ καί ἰχνηλατήσεις, τήν πνευματική λοίμωξη τοῦ πανσεξουαλισμοῦ, ἰδιαίτερα στήν νεότητα, πού εἶναι εὐόλισθη καί ἐπιρρεπής στούς νεωτερισμούς καί στίς ἀνατροπές. Μέ φρίκη καί ἀηδία ἐνθυμούμαστε οἱ παλαιότεροι ὅτι, στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1980, ὅταν τό σφριγηλό καί πνευματικά καταστροφικό ΠΑΣΟΚ ἀνέλαβε τήν διακυβέρνηση τῆς χώρας, ἱδρύθηκε στό Ὑπουργεῖο Παιδείας ὑφυπουργεῖο «Νέας Γενιᾶς» μέ ὑφυπουργό τόν Κώστα Λαλιώτη, στά πλαίσια τοῦ ὁποίου ἱδρύθηκε καί τό «Ἐθνικό Ἵδρυμα Νεότητος». Τό ἵδρυμα αὐτό ἐξέδιδε μέ κρατικά κονδύλια τό περιοδικό «ΕΚΦΡΑΣΗ», ὅπου στό τεῦχος 1, τόν Μάρτιο τοῦ 1983, δημοσιευόταν ἄρθρο τοῦ Σπ. Χ. (φοβόταν νά γράψει ὁλόκληρο τό ὄνομά του), ὁ ὁποῖος ἀνάμεσα σέ ἄλα ἔγραφε, ἀπευθυνόμενος πρός τούς νέους: «Κάντε ἔρωτα ὅποτε θέλετε, ὅπου θέλετε καί μέ ὅποιον θέλετε, ἀκόμα καί μέ τούς γονεῖς σας ἤ τ᾽ ἀδέλφια σας»!!! Γιατί τώρα δεξιοί καί ἀριστεροί ἐξανίστανται γιά τό φούντωμα τῆς παιδεραστίας καί τῆς ἐρωτικῆς βίας καί ἀνωμαλίας;


 

2. Σέ ἀργία καί ἀνυποληψία τό Εὐαγγέλιο καί ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων

 

Ἀποδυναμώθηκε πρό παντός ὁ θεσμός τοῦ γάμου καί τῆς οἰκογένειας, ὄχι μόνο μέ τίς μεταρρυθμίσεις στό οἰκογενειακό δίκαιο, ἀλλά ἰδιαίτερα μέ τήν ἀχαλίνωτη ἐλευθεριότητα πού προβλήθηκε στίς σαρκικές ἐκτροπές καί ἀπολαύσεις ἀπό τά μέσα ἐνημέρωσης, ἔντυπα καί ἠλεκτρονικά, ἀλλά καί ἀπό τά παραδείγματα ζωῆς ἐπωνύμων προσώπων, ἀπό τόν πολιτικό καί τόν καλλιτεχνικό ἰδιαίτερα χῶρο, τοῦ ὁποίου τό βρώμικο ἀπόστημα ἔσπασε αὐτές τίς ἡμέρες καί ὀσφραινόμαστε ὅλοι τήν δυσοσμία του. Τό Εὐαγγέλιο καί ἡ διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων ξεχάσθηκαν καί τέθηκαν σέ ἀργία, ἀφοῦ ἀκόμη καί «ἐσκυγχρονιστής» ἀρχιερεύς ἐδήλωσε ὅτι σέ περίπτωση πού ὁ λαός διαφωνεῖ μέ τό Εὐαγγέλιο αὐτός θά ἀκολουθήσει τήν γνώμη τοῦ λαοῦ[1]. Ξεχάσθηκε ἡ θεόπνευστη, ἀλάθητη, διαχρονικά ἰσχυρή καί συμφέρουσα διδασκαλία τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ, ὅτι ὁ γάμος εἶναι ἡ ἀδιάλυτη ἕνωση ἑνός ἄνδρα καί μιᾶς γυναίκας, δύο ἑτεροφύλων προσώπων, ἀρσενικοῦ καί θηλυκοῦ, ἄρρενος καί θήλεως, οἱ σαρκικές σχέσεις καί ἐπιθυμίες τῶν ὁποίων περιορίζονται ἐντός τοῦ γάμου, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀδιάλυτος[2]. Ὅλες οἱ σαρκικές σχέσεις πρό τοῦ γάμου καί ἐκτός τοῦ γάμου, οἱ προγαμιαῖες καί ἐξωγαμιαῖες σχέσεις, χαρακτηρίζονται ὡς πορνεῖες καί μοιχεῖες, ἐπιβάλλονται δέ ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες αὐστηρά ἐπιτίμια.

Θά γεμίζαμε πολλές σελίδες, ἄν ἐπιχειρούσαμε νά παρουσιάσουμε τήν Εὐαγγελική διδασκαλία καί τήν Ἱεροκανονική καί Πατερική Παράδοση. Ἁπλῶς γιά ὅσους ξιαφνιάζονται ἀπό αὐτές τίς θέσεις, ἀπό ἄγνοια ἤ ἀπό σκόπιμη λησμοσύνη, ὑπενθυμίζουμε αὐτό πού λέγει ὁ Θεάνθρωπος Χριστός, ὅτι ὄχι μόνο ἡ πρό τοῦ γάμου καί ἐκτός τοῦ γάμου σαρκική σχέση εἶναι ἐφάρμοστη, ἀλλά ἀκόμη καί ἕνα ἡδονικό βλέμμα πρός μία γυναίκα, μία σαρκική ἐπιθυμία γιά ξένη γυναίκα, συνιστᾶ τό βαρύ ἁμάρτημα τῆς μοιχείας: «Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη τοῖς ἀρχαίοις, οὐ μοιχεύσεις. Ἐγώ δέ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρός τό ἐπιθυμῆσαι αὐτήν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτήν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ»[3]. Τοποθετώντας δέ στήν κορυφή τῶν κακῶν τό ἁμάρτημα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, ἐξ αἰτίας τοῦ ὁποίου ἔκαψε ὁ Θεός, μέ φωτιά καί θειάφι, τά Σόδομα καί τά Γόμορα, λέγει ὅτι κατά τήν Δευτέρα Παρουσία πού θά γίνει ἡ κρίση, ὅλοι αὐτοί πού ἀπορρίπτουν τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου θά βρεθοῦν σέ χειρότερη θέση ἀπό τά Σόδομα καί τά Γόμορα. «Ἀμήν λέγω ὑμῖν ἀνεκτότερον ἔσται γῇ Σοδόμων καί Γομόρρας ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ἤ τῇ πόλει ἐκείνῃ»[4].

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σέ πολλά σημεῖα τῶν ἐπιστολῶν του καραδικάζει αὐστηρά τίς ἐκτός τοῦ γάμου σαρκικές σχέσεις, αὐστηρότερα δέ τίς ἀφύσικες καί διεστραμμένες σχέσεις τῶν ὁμοφυλοφίλων. Μᾶς τό ἐθύμισε αὐτό ἡ Ἐκκλησία κατά τήν προηγούμενη Κυριακή τοῦ Ἀσώτου, κατά τήν ὁποία ὅρισε νά διαβάζεται στούς ναούς ἀποστολική περικοπή ἀπό τήν Α´ Πρός Κορινθίους Ἐπιστολή, στήν ὁποία ἐκφράζοντας τήν ἀνησυχία του γιά τό ὅτι οἱ Χριστιανοί τῆς πλούσιας ἀλλά διεφθαρμένης τότε μεγαλούπολης τῆς Κορίνθου δέν εἶχαν ἀπαλλαγῆ ἀκόμη ἀπό τίς ἀνήθικες συνήθειες τοῦ εἰδωλολατρικοῦ παρελθόντος, καί ὁρισμένοι ἀπό αὐτούς ἦσαν ἐπιρρεπεῖς στά σαρκικά ἁμαρτήματα, ἐξηγεῖ γιά ποιούς λόγους οἱ πορνικές σχέσεις καταδικάζονται ἀπό τόν Χριστιανισμό. Ὁ Θεός μᾶς ἐτίμησε μέ τό θεῖο δῶρο τῆς ἐλευθερίας, ἡ ὁποία μᾶς ἐπιτρέπει νά κάνουμε ὅ,τι θέλουμε, μᾶς ἐπιτρέπει καί νά ἁμαρτάνουμε. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι εἶναι πρός τό συμφέρον μας, νά ἁμαρτάνουμε, διότι ὑπάρχει ὁ κίνδυνος νά ὑποδουλωθοῦμε στά πάθη μας καί νά χάσουμε τήν ἐλευθερία μας: «Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾽ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν ἀλλ᾽ οὐκ ἐγώ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος»[5]. Τό σῶμα μᾶς δόθηκε ἀπό τόν Θεό ὄχι γιά τήν πορνεία, ἀλλά γιά τόν Κύριο, εἶναι μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἑπομένως ἀνεπίτρεπτο νά πάρουμε τό μέλος τοῦ Χριστοῦ καί νά τό καταστήσουμε μέλος τῆς πόρνης, ἀφοῦ κατά τήν σαρκική συνάφεια ἄνδρας καί γυναίκα γίνονται μία σάρκα. Ὅλα τά ἁμαρτήματα προκαλοῦν βλάβη ἔξω ἀπό ἐμᾶς, στούς συνανθρώπους μας· ὅποιος ὅμως πορνεύει βλάπτει τό ἴδιο του τό σῶμα. Δέν πρέπει οἱ Χριστιανοί νά ξεχνοῦμε ὅτι τό σῶμα μας εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού μᾶς ἐχάρισε ὁ Θεός, καί ἑπομένως ἡ ἐλευθερία μας πρέπει νά εὐθυγραμμίζεται πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ· δέν ἀνήκουμε στόν ἑαυτό μας, ἀλλά στόν Θεό, καί γιά ἕνα ἐπί πλέον λόγο· γιά τό ὅτι μᾶς ἐξαγόρασε ὁ Θεός ἀπό τόν Διάβολο καταβάλλοντας μεγάλο τίμημα, τό τίμιο αἷμα Του ἐπάνω στόν Σταυρό. Μέ τήν σωματική καί πνευματική μας ἁγνότητα δοξάζουμε καί εὐαρεστοῦμε τόν Θεό[6]. Στήν ἴδια συνάφεια μᾶς προτρέπει νά μή πλανηθοῦμε πρός τήν ἄλλη κατεύθυνση τῶν σαρκικῶν ἁμαρτημάτων καί ἐκτροπῶν, διότι αὐτά, ὅπως καί ἄλλα ἁμαρτήματα, ὁδηγοῦν στήν ἀπώλεια τῆς σωτηρίας, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ: «Μή πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοί οὔτε μαλακοί (=θηλυπρεπεῖς) οὔτε ἀρσενοκοῖται (=παιδεραστές) οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν»[7].

Ἰδιαίτερα μάλιστα γιά τήν ἀρσενοκοιτία, τήν μεταξύ ἀνδρῶν δηλαδή ἀφύσικη σαρκική μείξη, ἀλλά καί γιά τόν λεσβιασμό, τήν μεταξύ γυναικῶν ἀδιανόητη καί ἀφύσικη ἐπίσης σχέση, εἶναι καταιγιστικά αὐστηρός καί καταδικαστικός ὁ μέγας Ἀπόστολος, ὁ ὁποῖος ἐφώτισε καί ἐκπολίτισε τόν δυτικό κόσμο, «ἐφωταγώγησε τήν δυτικήν ἀμαυρότητα», τό δυτικό σκοτάδι, ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας γιά τούς δύο πανευφήμους καί πρωτοκορυφαίους Ἀποστόλους Πέτρο καί Παῦλο κατά τόν Μικρό Ἑσπερινό τῆς ἐτήσαις μνήμης τους, στίς 29 Ἰουνίου κάθε χρόνο[8]. Ἀπευθυνόμενος πρός τούς Χριστιανούς τῆς Ρώμης, τῆς πρωτεύουσας τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, νιώθει τήν ἀνάγκη, λόγῳ τῆς σοβαρότητας τοῦ θέματος, στό πρῶτο κιόλας κεφάλαιο τῆς Πρός Ρωμαίους Ἐπιστολῆς νά δείξει ὅτι τά παρά φύσιν σαρκικά ἁμαρτήματα ὀφείλονται σέ σκοτισμό τοῦ νοῦ, ὁ ὁποῖος χαρακτηρίζει ὅσους δέν ἔχουν ἀληθινή θεογνωσία, καί ἀποτελοῦν ἀτιμία καί ἐξευτελισμό τῶν σωμάτων, αὐτῶν πού ὑποδουλώνονται στά πάθη αὐτά τῆς ἀτιμίας καί τῆς ντροπῆς. Θά παραθέσω τό σχετικό ἀπόσπασμα, γιά νά τό προσέξουν ὄχι μόνον οἱ συνειδητοί Χριστιανοί, ἀλλά καί οἱ κληρικοί καί οἱ θεολόγοι, μερικοί τῶν ὁποίων εἴτε ἀπό ἄγνοια, εἴτε ἐπειδή εἶναι οἱ ἴδιοι, αἰχμάλωτοι τοῦ χειρίστου αὐτοῦ πάθους, πού εἶναι ὁ «κολοφῶν τῶν κακῶν», κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο, δηλαδή ἡ κορωνίδα, ἡ κορυφή τῶν κακῶν, ἐν τούτοις δέχονται καί διδάσκουν ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή δέν ἀπαγορεύει τήν ὁμοφυλοφιλία. Ὑπάρχουν μάλιστα καί ἄλλοι, πολύ χειρότεροι, πού φθάνουν στά ὅρια τῆς βλασφημίας, τοῦ βιασμοῦ τῆς ἀλήθειας, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν σέ ἀνόητα καί φανταστικά σατανοκίνητα μυθιστορήματα καί ἀηδιαστικά κινηματογραφικά καί τηλεοπτικά ἔργα νά παρουσιάζουν ἱερά πρόσωπα, τόν Χριστό καί τούς Ἀποστόλους, ὡς ὑποκείμενα στά πάθη αὐτά τῆς ἀτιμίας. Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: Ἀποκαλύπτεται γάρ ὀργή Θεοῦ ἀπ᾽ οὐρανοῦ ἐπί πᾶσαν ἀσέβειαν καί ἀδικίαν ἀνθρώπων τῶν τήν ἀλήθειαν ἐν ἀδικίᾳ κατεχόντων, διότι τό γνωστόν τοῦ Θεοῦ φανερόν ἔστιν ἐν αὐτοῖς· ὁ γάρ Θεός αὐτοῖς ἐφανέρωσε. Τά γάρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπό κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καί θειότης, εἰς τό εἶναι αὐτούς ἀναπολογήτους, διότι γνόντες τόν Θεόν οὐχ ὡς Θεόν ἐδόξασαν ἤ εὐχαρίστησαν, ἀλλ᾽ ἐματαιώθησαν ἐν τοῖς διαλογισμοῖς αὐτῶν, καί ἐσκοτίσθη ἡ ἀσύνετος αὐτῶν καρδία· φάσκοντες εἶναι σοφοί ἐμωράνθησαν, καί ἤλλαξαν τήν δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου καί πετεινῶν καί τετραπόδων καί ἑρπετῶν. Διό καί παρέδωκεν αὐτούς ὁ Θεός ἐν ταῖς ἐπιθυμίας τῶν καρδιῶν αὐτῶν εἰς ἀκαθαρσίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι τά σώματα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς, οἵτινες μετήλλαξαν τήν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, καί ἐσεβάσθησαν καί ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρά τόν κτίσαντα, ὅς ἐστιν εὐλογητός εἰς τούς αἰῶνας· ἀμήν. Διά τοῦτο παρέδωκεν αὐτούς ὁ Θεός εἰς πάθη ἀτιμίας. Αἵ τε γάρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν τήν φυσικήν χρῆσιν εἰς τήν παρά φύσιν, ὁμοίως τε καί οἱ ἄρσενες ἀφέντες τήν φυσικήν χρῆσιν τῆς θηλείας ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσι τήν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι καί τήν ἀντιμισθίαν ἥν ἔδει τῆς πλάνης αὐτῶν ἐν ἑαυτοῖς ἀπολαμβάνοντες[9]. Δηλαδή μέ ἁπλά λόγια: Φανερώνεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν οὐρανό ἐναντίον κάθε ἀσεβείας καί κακίας τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἀδικοῦν τήν ἀλήθεια, διότι ἡ γνώση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ εἶναι ὁλοφάνερη, ἀφοῦ τούς τήν ἐφανέρωσε ὁ Θεός. Διότι ἀπό τότε πού δημιουργήθηκε ὁ κόσμος, οἱ ἀόρατες ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ καί μαζί μέ αὐτές ἡ αἰώνια δύναμή Του καί ἡ θεϊκή Του μεγαλωσύνη, εἶναι ὁρατές μέσῳ τῶν δημιουργημάτων, ὥστε οἱ ἄθεοι νά μήν ἔχουν καμμία δικαιολογία, διότι ἐνῶ ἐγνώρισαν τόν Θεό μέσα στήν δημιουργία, δέν τόν ἐτίμησαν ὡς Θεός οὔτε τόν εὐχαρίστησαν. Ἀντίθετα οἱ σκέψεις τους φάνηκαν μάταιες καί ἀνόητες· σκοτίσθηκε ἡ ἀσύνετη καρδιά τους. Ἐνῶ καυχῶνται ὅτι εἶναι σοφοί, κατάντησαν ἀνόητοι. Ἀντάλλαξαν τήν δόξα τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ μέ τά εἴδωλα καί τά ὁμοιώματα· φθαρτῶν ἀνθρώπων καί πτηνῶν καί τετραπόδων. Γι᾽ αὐτό καί σύμφωνα μέ ὅ,τι ἐπιθυμοῦσαν οἱ καρδιές τους τούς παρέδωσε ὁ Θεός σέ βρωμερές, ἀκάθαρτες πράξεις, ὥστε οἱ ἴδιοι νά ἀτιμάζουν τά σώματά τους. Ἀντικατέστησαν τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, μέ τό ψέμα καί προσκύνησαν καί λάτρευσαν τά κτίσματα ἀντί τοῦ Κτίστη καί Δημιουργοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι δοξασμένος αἰώνια. Γι᾽ αὐτό καί ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά παραδοθοῦν σέ ἀτιμωτικά πάθη. Ἔτσι οἱ γυναῖκες τους ἀντικατέστησαν τίς φυσικές σχέσεις μέ ἀφύσικες. Τό ἴδιο καί οἱ ἄνδρες ἄφησαν τήν φυσική χρήση τῆς γυναίκας καί ἄναψαν ἀπό σφοδρή ὄρεξη ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο. Ἀρσενικοί μέ ἀρσενικούς διαπράττουν τήν ἀσχήμια, καί ἔτσι ἀπολαμβάνουν ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο τήν ἀνταμοιβή πού τούς ἄξιζε γιά τήν πλάνη τους.

Πρός ἐπιβεβαίωση τῶν γραφομένων γιά τήν ἀγνόηση καί τήν νόθευση τοῦ Εὐαγγελίου ἐνθυμεῖται ὁ γράφων τό ἑξῆς περιστατικό: Περί τά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ 1980 μέ ἐπισκέφθηκε στό γραφεῖο μου, στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μεταπτυχιακός φοιτητής, ὁ ὁποῖος ὡς ἀναπληρωτής καθηγητής θεολόγος ἀντικατέστησε γυναίκα θεολόγο πού ἔλειπε μέ ἄδεια σέ γυμνάσιο τῆς Θεσσαλονίκης. Βρέθηκε, μοῦ εἶπε, σέ ἀμηχανία, διότι οἱ μαθητές κάποιου τμήματος τόν ἐρώτησαν ἄν ἡ Ἁγία Γραφή ἀπαγορεύει ἤ ἐπιτρέπει τήν ὁμοφυλοφιλία. Καί ὅταν αὐτονόητα τούς ἀπάντησε ὅτι καταδικάζεται αὐστηρά ἡ ὁμοφυλοφιλία, τοῦ εἶπαν ὅτι ἡ προηγούμενη γυναίκα θεολόγος τούς εἶπε ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή δέν καταδικάζει τήν ὁμοφυλοφιλία. Ζητοῦσε λοιπόν ὁ μεταπτυχιακός φοιτητής ἁγιογραφικές μαρτυρίες γιά νά διδάξει στούς μαθηστές τήν ἀλήθεια. Τόν ἐπέπληξα μάλιστα, διότι μετά ἀπό τόσα χρόνια σπουδῶν δέν θυμήθηκε νά τούς πεῖ γιά τά Σόδομα καί τά Γόμορα, ἀλλά καί γιά ὅσα λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό πρῶτο κεφάλαιο τῆς Πρός Ρωμαίους Ἐπιστολῆς, τό ὁποῖο μοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι θά παρουσίαζε στούς μαθητές τήν ἀμέσως ἑπόμενη πρώτη ὥρα.

 

 

3. Τίποτε πιό βρωμερό καί ἀκάθαρτο

 

Ὅλα τά πάθη εἶναι ἄτιμα, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, πάνω ἀπ᾽ ὅλα ὅμως ἄτιμο, ἀτιμώτατο, εἶναι ἡ Ὁμοφυλοφιλία: «Πάντα μέν οὖν ἄτιμα τά πάθη, μάλιστα δέ ἡ κατά τῶν ἀρρένων μανία»[10]. Ὁποιοδήποτε ἁμάρτημα καί ἄν ἀναφέρεις, δέν εἶναι ἴσο μέ αὐτήν τήν παρανομία, ἡ ὁποία ἀνατρέπει ὄχι μόνο τούς θετούς ἀνθρώπινους νόμους ἀλλά καί τούς νόμους τῆς φύσεως: «Καί ὅπερ ἄν εἴποις ἁμάρτημα, οὐδέν ἴσον ἐρεῖς τῆς παρανομίας ταύτης. Οὐ γάρ οἱ θετοί μόνον, ἀλλά καί αὐτοί οἱ τῆς φύσεως ἀνατρέπονται νόμοι»[11]. Σέ ἄλλο σημεῖο ὀνομάζει τήν ὁμοφυλοφιλία «κολοφῶνα τῶν κακῶν καί κεφάλαιον τῆς συμφορᾶς».

Τίς ἀναφορές αὐτές τίς κάνει σέ δύο ἔργα του, ὅπου ἀναλύει σέ ἔκταση τό βλάσφημο καί βρώμικο αὐτό πάθος. Ἑρμηνεύοντας ἐν πρώτοις τό πρῶτο κεφάλαιο τῆς Πρός Ρωμαίους ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὅπου ὁ οὐρανοφάντωρ καί κορυφαῖος Ἀπόστολος καταδικάζει ἀπερίφραστα αὐτό τό «πάθος τῆς ἀτιμίας», αὐτήν τήν «ἀσχημοσύνη», ὡς συνέπεια τῆς ἐγκαταλείψεως τοῦ Θεοῦ· ἡ δεύτερη ἀναφορά του γίνεται στήν τρίτη πραγματεία του ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν τοῦ Μοναχισμοῦ, ὅπου, ἀφοῦ ἀπαριθμεῖ τίς κακίες καί τά πάθη, μέ τά ὁποῖα ἀνατρέφονται οἱ νέοι μέσα στίς πόλεις, παρουσιάζει στό τέλος ὡς τό χειρότερο κακό, ὡς «κολοφῶνα», ὡς ἀποκορύφωμα, τῶν κακῶν τήν ὁμοφυλοφιλία[12]. Συμφωνώντας δέ μέ αὐτή τήν ἐκτίμηση, πού δέν εἶναι ἀνθρώπινη ἀλλά τοῦ Θεοῦ, ὅπως προκύπτει μέσα ἀπό τά κείμενα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, καί ἰδιαίτερα μέ τήν καταστροφή τῶν Σοδόμων, ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει ὅτι δέν ὑπάρχει τίποτε πιό βρωμερό καί ἀκάθαρτο ἀπό αὐτήν τήν ἁμαρτία: «Οὐδέν γάρ ἀληθῶς μυσαρώτερον ἤ ἀκαθαρτώτερον τῶν οὕτω πορνευομένων τε καί πορνευόντων»[13].

Ἡ ἀναφορά μας, αὐτή, ἡ ἐνδεικτική, σέ δύο ἀπό τούς κορυφαίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἐκ τῶν ὁποίων μάλιστα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος θεωρεῖται μεγάλος ἀναμορφωτής τῶν ἠθῶν τῆς ἐποχῆς του, κατά τήν κρίσιμη περίοδο τοῦ 4ου αἰῶνος, ὅταν ἡ εἰδωλολατρία καί ἡ συμπαρομαρτοῦσα ἠθική ἔκλυση καί διαφθορά ἀντιστέκονταν στήν ἀνακαινιστική δύναμη τοῦ Εὐαγγελίου, ἔγινε γιά νά φανεῖ συγκριτικά καί ἱστορικά ἡ ἀδυναμία τῆς ποιμαίνουσας ἐκκλησίας νά σταθεῖ στό ὕψος τῶν περιστάσεων σήμερα, πού ὁ Σατανᾶς σηκώνει πάλι μέ αὐθάδεια τό κεφάλι καί ἀπειλεῖ νά καταστρέψει ὅ,τι ὡραῖο, ὑψηλό, ἠθικό, πνευματικό, χριστιανικό, εὐαγγελικό, ἀποστολικό, πατερικό, ἔχει κατορθωθῆ κατά τό δισχιλιετές διάστημα τῆς ζωῆς καί δράσεως τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀντιστάθηκε ἡ Ἐκκλησία μέ ἀξίους ποιμένες καί ἔθεσε τέρμα στήν ἡθική κατάπτωση καί παρακμή τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ὁ ὁποῖος ἀνάμεσα στίς ἄλλες σκοτεινές πλευρές του κατατρυχόταν καί ἀπό τή σεξουαλική διαστροφή τῆς ὁμοφυλοφιλίας. Εἶναι ἀξιοσημείωτη ἡ παρατήρηση τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου στό «Πηδάλιο», ὅτι εἶναι τόσο φοβερό πρᾶγμα ἡ ἀρσενοκοιτία, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ Θεός «ἠθέλησε νά καταβῇ προσωπικῶς, διά νά ἰδῇ ἄν τῇ ἀληθείᾳ ἐνεργῆται τοιαύτη ἁμαρτία, ὡσάν νά μή ἐπίστευε καλά, ἄν ἦτο δυνατόν νά εὑρεθῇ ἐπάνω εἰς τήν γῆν μία τοιαύτη τερατώδης κακία. Οὔτω γάρ ἔλεγε διά τούς ἀρσενοκοίτας Σοδομίτας "Καταβάς οὖν ὄψομαι εἰ κατά τήν κραυγήν αὐτῶν τήν ἐρχομένην πρός με συντελοῦνται, εἰ δέ μή ἵνα γνῶ"». (Γέν. 18, 13). Στό ἴδιο σχόλιο στόν 7ο κανόνα τοῦ Μ. Βασιλείου παραθέτει ὁ Ἁγιορείτης Ἅγιος γνώμη τοῦ Ἁγίου Ἱερωνύμου σύμφωνα μέ τήν ὁποία «διά μόνην τήν ἁμαρτίαν αὐτήν ἀργοπόρησεν εἰς τόσας χιλιάδας χρόνους νά γένη ἄνθρωπος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ»[14].

 

 

4. Οἱ τρεῖς κακοί ἔρωτες κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο: τοῦ πλούτου, τῆς δόξας καί τῆς σάρκας

 

Δέν πρόκειται βέβαια στό μικρό αὐτό ἄρθρο νά ἀναπτύξουμε ἐκτενῶς τά περί Ὁμοφυλοφιλίας κατά τήν Ἁγία Γραφή καί τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ξεκινήσαμε μέ ὅσα περί σεξουαλικῆς ἀγωγῆς στά σχολεῖα, στούς μαθητές, σχεδιάζονται τίς τελευταῖες δεκαετίες, τά ὁποῖα ὑποσχέθηκε νά ὑλοποιήσει ὁ πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, παράτολμα καί ἐπικίνδυνα γιά τήν σωματική καί ψυχική ὑγεία τῶν νέων, ἀκόμη καί γιά τήν καλή ἐπίδοση καί ἀφοσίωση στίς σπουδές τους. Καί ἐνῶ ἐξακολουθοῦμε ἀκόμη νά θεωροῦμε ὡς πρότυπα παιδαγωγῶν καί διδασκάλων διαχρονικά τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, ὀρθῶς πράττοντες, διότι συνεδύασαν διδασκαλία καί πράξη ἔργα καί λόγια, ἀλλά καί διότι ἁρμονικά συνταίριασαν τά ἀγαθά τῆς ἀρχαιοελληνικῆς παιδευτικῆς παράδοσης μέ τήν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου καί ἀναδείχθηκαν ἔτσι μεγάλοι παιδαγωγοί, δυστυχῶς σήμερα, σκοτισμένοι καί ἐπηρεασμένοι ἀπό ἀμφίβολης ἀξίας ἤ μᾶλλον ἀπό ἐπικίνδυνες παιδαγωγικές ἀρχές περιφρονοῦμε ἀδαμάντινες, ἀποτελεσματικές καί δοκιμασμένες ἀξίες καί υἱοθετοῦμε συστάσεις καί σχεδιασμούς ἐμπαθῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι οὔτε τούς ἑαυτούς των μποροῦν νά βοηθήσουν καί πεθαίνουν μέσα στίς κακίες καί στά πάθη τους.

Ἐπειδή λοιπόν ἀνακινήθηκε καί πάλι τό θέμα τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς τῶν νέων σκέφθηκα νά ὑπενθυμίσω τί λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σέ ἕνα εἰδικό παιδαγωγικό ἔργο του πού φέρει τόν τίτλο «Περί κενοδοξίας καί ἀνατροφῆς τῶν τέκνων». Εἰδικοί μελετητές χαρακτήρισαν τό ἔργο, ὡς τήν ἀρχαιότατη, πλήρη καί τέλεια διδασκαλία περί ἀγωγῆς, ὡς πλήρη καί συστηματική ἔκθεση γιά τήν χριστιανική διαπαιδαγώγηση τῶν νέων, ἐπί τῇ βάσει ὄχι μόνον τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀλλά καί τῶν ψυχολογικῶν καί παιδαγωγικῶν διδαγμάτων τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων καί τῆς πείρας[15]. Ἦταν μεγάλο ἀτύχημα τό γεγονός ὅτι τό ἔργο αὐτό δέν περιελήφθη στήν μεγάλη ἔκδοση τοῦ Migne καί περέμεινε ἔτσι ἀχρησιμοποίητο καί ἀνεκμετάλλευτο, λόγῳ ὁρισμένων ἀμφιβολιῶν ὡς πρός τήν γνησιότητά του. Στίς ἀρχές ὅμως τοῦ περασμένου αἰῶνος ἀναγνωρίσθηκε πλήρως ἡ γνησιότητά του καί ἔγιναν καί ἐκδόσεις τοῦ ἔργου, μία ἀπό τίς ὁποῖες βρίσκεται στήν γνωστή σειρά ΕΠΕ (=Ἕλληνες Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας), τήν ὁποία ἐπί σειρά ἐτῶν ἐπόπτευε καί ὁ γράφων μαζί μέ τόν ἀείμνηστο καθηγητή Π. Χρήστου[16]. Τήν γνησιότητα τοῦ ἔργου ὑποστήριξε καί ὁ καθηγητής τῶν Παιδαγωγικῶν στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ἀείμνηστος Βασίλειος Ἔξαρχος[17], ὁ ὁποῖος προχώρησε καί σέ κριτική ἔκδοση τοῦ κειμένου ἀπό γερμανικό ἐκδοτικό οἶκο τό 1955[18], ἐνῶ ὁ γνωστός ἐκδοτικός ἑλληνικός οἶκος «Ἀστήρ» ἐξέδωσε νεοελληνική μετάφραση τοῦ ἔργου τό 1947, φιλοπονημένη ἀπό τόν Βασίλειο Ἔξαρχο, ὁ ὁποῖος στήν Εἰσαγωγή τῆς ἔκδοσης ἔγραψε τά ἑξῆς:

«Ἐπειδή, ὅπως θά ἴδῃ εὐθύς ἀμέσως ὁ προσεκτικός καί ἐνδιαφερόμενος ἀναγνώστης, τό βιβλίον αὐτό ἔχει ἀδαμαντίνης ἀξίας περιεχόμενον διά τήν ἀνατροφήν τῶν Ἑλλήνων Χριστιανοπαίδων, ἐκρίθη καλόν καί ὠφέλιμον νά ἀποσπασθῇ ἀπό τό ὅλον ἐπιστημονικόν ἔργον ἡ νεολληνική του μετάφρασις καί νά ἐκδοθῇ αὐτοτελῶς, ὥστε πᾶς Ἕλλην γονεύς, ὁ ὁποῖος θέλει νά ἀναθρέψῃ Ἑλληνοπρεπῶς καί Χριστιανοπρεπῶς τά τέκνα του, νά ἠμπορῇ νά ἐντρυφήσῃ καί νά διδαχθῇ ἀπό τό βιβλίον αὐτό τοῦ Μεγάλου Διδασκάλου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ἔχει ἴσως τό ὅλον βιβλίον ὡς μυστικήν ἐμπειρίαν ὅ,τι ὁ ἴδιος ὡς ὀρφανός ἐδοκίμασεν κατά τήν ἀνατροφήν του ἐκ μέρους τῆς μητρός του Ἀνθούσης καί ἄρα τό βιβλίον ἀντικατοπτρίζει μίαν ζῶσαν πραγματικότητα, μίαν ἐπιτυχῆ δοκιμήν καί ἀπόδειξιν τῆς δυνάμεως τῆς ἐκτιθεμένης Χριστιανικῆς ἀνατροφῆς τῶν τέκνων. Ἐάν δέ ληφθῇ ὑπ᾽ ὄψιν, ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶναι ἐποχή ἀνασυγκροτήσεως τῆς Ἑλληνικῆς μας Πατρίδος, τότε ἡ σπουδαιότης τῆς ἐκδόσεως τοῦ παρόντος βιβλίου παρουσιάζεται μεγαλυτέρα. Διότι οἱαδήποτε προσπάθεια κοινωνικῆς καί οἰκονομικῆς ἀνασυγκροτήσεως εἶναι καταδικασμένη εἰς ἀποτυχίαν, ἐάν δέν ἀρχίσῃ ἀπό τήν ἠθικήν πνευματικήν ἀνασύνταξιν καί ψυχικήν ῥύθμισιν τῆς νέας ἰδίᾳ γενεᾶς. Ὅσοι λοιπόν εἶναι γονεῖς καί διδάσκαλοι πρέπει νά ἀναλάβουν μέ πίστιν τό ἔργον τοῦτο καί νά ζητήσουν σπουδαίας συμβουλάς καί ὁδηγίας διά τήν ἐκτέλεσίν του. Ἀκριβῶς δέ αὐτό εἶναι καί τοῦ παρόντος βιβλίου τό περιεχόμενον καί διά τοῦτο ἀσφαλῶς θά γίνῃ εὐπρόσδεκτον ἀπό κάθε γνήσιον Ἕλληνα Χριστιανόν γονέα καί μορφωτήν τῆς νέας γενεᾶς μας, εἰς γλωσσικήν μορφήν ἁπλῆν κοινήν, ὥστε νά εἶναι περισσότερον εὐανάγνωστον καί διά τούς πολλούς».

Ἐπικρίνει ὁ Χρυσόστομος τήν ἐπικρατούσα καί κατά τήν ἐποχή του τάση τῶν γονέων νά εἰσάγουν ἀπό νωρίς στίς εὔπλαστες ψυχές τῶν παιδιῶν δύο μεγάλα κακά, δύο τυραννικούς ἔρωτες, τόν ἔρωτα τῶν χρημάτων, τοῦ πλούτου, καί τόν ἔρωτα τῆς κοσμικῆς δόξας, τῆς κοσμικῆς ἀνόδου θά λέγαμε σήμερα. Διαστρέφονται ἔτσι οἱ νέοι καί γίνουνται ὑλόφρονες καί ματαιόδοξοι. Ἡ δραστροφή τῶν νέων ὀφείλεται ἀποκλειστικά σ᾽ αὐτό, στή μανία γιά τά βιωτικά ἀγαθά: «Οὐδαμόθεν τήν διαστροφήν γίνεσθαι τῶν παίδων, ἀλλ᾽ ἐκ τῆς περί τά βιωτικά μανίας»[19]. Ὅλοι οἱ γονεῖς φρόντιζαν νά ἐξασφαλίσουν πλούτη καί ἐνδυμασία, ὑπηρέτες, οἰκόπεδα, συμφέροντες οἰκονομικά γάμους, ἀκριβά σχολεῖα. Τό μόνο γιά τό ὁποῖο δέν ἐφρόντιζαν ἦταν ἡ ψυχική καλλιέργεια, τό νά γίνει ὁ νέος ἐνάρετος καί εὐσεβής. Ἀντίθετα τίς ἀρετές τίς θεωροῦσαν ἐλαττώματα καί ἀδυναμίες. Ἐπικρατοῦσε πλήρης ἀντιστροφή τῶν ἀξιῶν. Οἱ κακίες πῆραν τά ὀνόματα τῶν ἀρετῶν καί οἱ ἀρετές τά ὀνόματα τῶν κακιῶν. Μέσα σ᾽ αὐτήν τήν πνευματική ἀναρχία καί σύγχυση τίποτε τό σαφές καί σταθερό δέν ὑπάρχει. Οὔτε δικαστήρια, οὔτε νόμοι οὔτε σχολεῖα μποροῦν νά βοηθήσουν. Τούς δικαστές τούς διαφθείρουν οἱ πλούσιοι μέ χρήματα, ἐνῶ οἱ διδάσκαλοι ἐνδιαφέρονται μόνον γιά τόν μισθό τους: «Οὐδέν ὄφελος δικαστηρίων, οὐδέ νόμων, οὐδέ παιδαγωγῶν, οὐ πατέρων, οὐκ ἀκολούθων, οὐ διδασκάλων· τούς μέν γάρ ἴσχυσαν διαφθεῖραι χρήμασιν, οἱ δ᾽ ὅπως αὐτοῖς μισθός γένοιτο ὁρῶσι»[20].

Δέν θά γράψουμε περισσότερα γι᾽ αὐτούς τούς δύο τυραννικούς ἔρωτες πού βάζουμε ἐνωρίς στίς ψυχές τῶν παιδιῶν, τοῦ πλούτου καί τῆς δόξας. Τό κάναμε σέ παλαιότερη μελέτη μας[21]. Θά ἐπιμείνουμε γιά λίγο στόν τρίτο κακό ἔρωτα τόν ἔρωτα τῶν σωμάτων, τῆς σάρκας, στόν ὁποῖο θέλει νά μυήσει τά παιδιά ἀπό τήν πρώτη παρουσία τους στό σχολεῖο ἡ ἀνεύθυνη καί ἐπικίνδυνη σεξουαλική ἀγωγή, πού διεγείρει τήν σαρκική ἐπιθυμία καί πρίν ἀπό τήν φυσική της ἐκδήλωση στήν ἐφηβική ἡλικία. Μεγάλη εὐθύνη γιά τόν ἠθικό ἐκτραχηλισμό ἀποδίδει ὁ Χρυσόστομος στό θέατρο, στό ὁποῖο καί ἡ συμπεριφορά τῶν ἠθοποιῶν καί τό θεματολόγιο στρέφονται γύρω ἀπό τά σαρκικά ἁμαρτήματα καί ἐνθαρρύνουν τήν διάπραξή τους, ὅπως γράφει σέ ἄλλο του ἔργο: «Καί γάρ καί ρήματα αἰσχρά αὐτόθι, καί σχήματα αἰσχρότερα, καί κουρά τοιαύτη, καί βάδισις καί στολή, καί φωνή, καί μελῶν διάκλασις, καί ὀφθαλμῶν ἐκστροφαί, καί σύριγγες, καί αὐλοί, καί δράματα καί ὑποθέσεις, καί πάντα ἁπλῶς τῆς ἐσχάτης ἀσελγείας ἀνάμεστα. Πότε οὖν ἀνανήψεις, εἰπέ μοι, τοσοῦτόν σοι πορνείας ἄκρατον ἐγχέοντος τοῦ Διαβόλου, τοσαύτας ἀκολασίας κύλικας κεραννύντος; Καί γάρ καί μοιχεῖαι, καί γάμων ἐκεῖ κλοπαί, καί γυναῖκες ἐκεῖ πορνευόμεναι, ἄνδρες ἠταιρηκότες, νέοι μαλακιζόμενοι, πάντα παρανομίας μεστά, πάντα τερατωδίας, πάντα αἰσχύνης. Οὐκ ἄρα γελᾷν ἐπί τούτοις τούς καθημίνους ἐχρῆν, ἀλλά δακρύειν καί στένειν πικρόν»[22].

Στό παρόν ἔργο πού ἀναλύουμε εἶναι πολύ ἐνδιαφέροντα ὅσα λέγει γιά τήν σεξουαλική διαπαιδαγώγηση τῶν νέων, τά ὁποῖα βεβαίως βρίσκονται σέ ἀντίθεση πρός ὅσα ἡ σημερινή ἐλευθεριάζουσα καί ἀχαλίνωτη βιοθεωρία καί ἡ διεστραμμένη παιδαγωγική ἐπιστήμη προβάλλει. Μᾶς λέγει ὅτι ἡ σαρκική ἐπιθυμία ἀπό τό δέκατο πέμπτο τῆς ἡλικίας ἐπιτίθεται μέ σφοδρότητα, ὅπως διαπιστώνουν οἱ γιατροί[23], καί οἱ χαλιναγώγησή της εἶναι δύσκολη, διότι συνδέεται μέ φυσική ἀνάγκη, ὄχι ὅμως καί ἀκατόρθωτη. Προτείνει ἐν πρώτοις ὅτι πρέπει οἱ γονεῖς καί οἱ παιδαγωγοί νά ἐλέγχουν τίς πέντε πύλες, τίς πέντε αἰσθήσεις, ἰδιαίτερα τήν ὅραση καί τήν ἀκοή ἀπό τίς ὁποῖες μπαίνει μέσα στίς ψυχές τῶν νέων ἀνεξέλεγκτα ποικίλο ὑλικό. Σέ ὅλη τήν Πατερική Γραμματεία βασικό ἠθικό θέμα καί δίδαγμα εἶναι ἡ «Φυλακή τῶν πέντε αἰσθήσεων». Ἰδιαίτερα δυσφύλακτη εἶναι ἡ ὅραση, ἐπειδή ὑπάρχει μυστική ἀνάγκη νά βλέπει κανείς τίς ὄμορφες γυναῖκες: «Δυσφύλακτος γάρ αὕτη ἡ πύλη, ἐπειδή τό πῦρ ἔνδον ἔχει κείμενον καί φυσικήν, ὡς ἄν τις εἴποι, τήν ἀνάγκην»[24]. Πρέπει λοιπόν νά ἀποφεύγονται τά αἰσχρά ἀκούσματα καί τά αἰσχρά θεάματα πού διεγείρουν τήν ἐπιθυμία. Ἐφ᾽ ὅσον πάντως ἡ ἐπιθυμία αὐτή ἐκδηλώνεται στήν ἐφηβική ἡλικία κατά κανόνα, τί νόημα ἔχει νά ἐνοχλοῦμε τά παιδιά μέ τήν σεξουαλική ἀγωγή καί κατά τήν προεφηβική ἡλικία; Ἀλλά καί γιά τούς ἐφήβους ὡς ἀντιστάθμιστα γιά τήν ἀπαγόρευση τῶν αἰσχρῶν ἀκουσμάτων καί θεαμάτων συνιστᾶ ἐκδομές στήν φύση, ἐπισκέψεις πόλεων καί μουσείων, συναναστροφές μέ ἐναρέτους ἀνθρώπους, ἱστορίες ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί ἄλλα: «Ἔπειτα ἑτέρας ἐπινοῶμεν αὐτῶ τέρψεις ἀβλαβεῖς. Πρός ἄνδρας ἁγίους ἀπάγωμεν, ἄνεσιν παρέχωμεν... Καί ἀντί τῶν θεαμάτων ἐκείνων τερπνά διηγήματα εἴσαγε, λειμῶνας καί λαμπρά οἰκοδομήματα»[25]. Καί σέ ἄλλο σημεῖο: «Ἀλλά δεῖξον αὐτῷ κάλλη ἕτερα, καί ἀπάξεις ἐκεῖθεν τούς ὀφθαλμούς, οἷον τόν οὐρανόν, τόν ἥλιον, τούς ἀστέρας, τῆς γῆς τά ἄνθη, τούς χειμῶνας, βιβλίων κάλλη· τούτοις τερπέσθω τάς ὄψεις. Καί πολλά ἐστιν ἕτερα βλάβην μή φέροντα»[26].

Στήν ἐποχή μας ἡ κατάσταση σχετικά μέ τό θέμα αὐτό εὑρίσκεται πλέον ἐκτός ἐλέγχου. Δέν ἀρκεῖ ὁ καταγισμός τῶν ἐντυπώσεων καί τῶν ἐρεθισμῶν πού δέχονται τά παιδιά ἀπό τήν ἀναίσχυντη ἐμφάνιση καί τήν προκλητική γύμνια ἀνδρῶν καί γυναικῶν, πού τείνει νά γίνει θεσμός, ὡς καί ἀπό τήν πορνογραφική ὑστερία ἰδαίτερα τῶν καναλιῶν τῆς τηλεοράσεως, οἱ ἄσοφοι παιδαγωγοί καί πολιτικοί τῶν καιρῶν μας, οὐσιαστικά ὅμως καταστροφεῖς τῆς νεολαίας, προγραμματίζουν τήν εἰσαγωγή στά σχολεῖα καί τή διδασκαλία τοῦ μαθήματος τῆς "σεξουαλικῆς διαπαιδαγώγησης". Ἡ σοφή παιδαγωγική παράδοση τῶν Πατέρων μας στό θέμα αὐτό προσπαθεῖ νά ἐλέγξει τούς ἐρεθισμούς καί τίς ἐντυπώσεις, ὥστε οἱ νέοι κατά τό δυνατόν ἤρεμοι καί ἀπερίσπαστοι νά ἀσχοληθοῦν δημιουργικά μέ τήν παιδεία καί τήν μάθηση ἀφ᾽ ἑνός, καί ἀφ᾽ ἑτέρου νά γευθοῦν τίς χαρές αὐτῆς τῆς περιοχῆς μέσα στόν εὐλογημένο θεσμό τοῦ γάμου, ὁ ὁποῖος ἔτσι καί σέ φυσικό ἐπίπεδο παραμένει πηγή χαρᾶς καί εὐφροσύνης. Οἱ σημερινοί ἀπαίδευτοι παιδαγωγοί δέν ἀφήνουν ἥσυχους τούς νέους οὔτε μέσα στό σχολεῖο, ὅπου θά ἔπρεπε νά εἶχαν ἀποκλεισθῆ οἱ πειρασμοί καί οἱ ἐρεθισμοί, γιά νά λειτουργεῖ ἡ παιδεία ὡς εὐγενική διέξοδος καί κατάλληλος ἐργαστηριακός χῶρος γιά τή σπουδή καί τή μάθηση. Πόσοι ἀπό τούς ἐκπαιδευτικούς ἔπειτα εἶναι πρόσωπα ἠθικά καί πνευματικά καλλιεργημένα, ὥστε νά ἀναλάβουν μέ σοβαρότητα καί εὐθύνη τό ἔργο αὐτό; Καί πόσοι ἀπό τούς γονεῖς θά δέχονταν εὐχαρίστως, αὐτή ἡ κατ᾽ ἐξοχήν ἱερή καί προσωπική περιοχή τῶν παιδιῶν τους νά κακοποιηθεῖ καί νά διαστραφεῖ στά χείλη καί στή διδασκαλία τοῦ ὁποιουδήποτε δασκάλου, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά κουβαλάει στό θέμα αὐτό τίς δικές του κακές ἐμπειρίες καί γνῶμες, ἀκόμη καί διαστροφές; Καί τί θά ἀπομείνει νά μάθουν καί νά γευθοῦν οἱ νέοι μέσα στό γάμο, ὅταν τά μαθαίνουν καί τά γεύονται ἔξω ἀπό αὐτόν; Γι᾽ αὐτό ὁ γάμος καί ἡ οἰκογένεια ἔχουν χάσει στίς ἡμέρες μας κάθε γοητεία καί ἔλξη, ἐφοῦ τελικῶς αὐτός ὁ ἱερός καί μοναδικός καί προσωπικός δεσμός δύο ἀνθρώπων ἑτεροφύλων κατήντησε ἕνας ἀπό τούς πολλούς δεσμούς πού εἶχαν πρίν ἀπ᾽ αὐτόν ἄνδρας καί γυναίκα, συγκριτικά μάλιστα σέ χειρότερη θέση, ἀφοῦ συνδέεται μέ τά προβλήματα τῆς ἀναγκαστικῆς συμβίωσης καί τῶν ποικίλων δεσμεύσεων.

Δέν χρειάζεται διδασκαλία εἰς τά τοῦ γάμου. Εἶναι αὐτάρκης διδάσκαλος ἡ φύση. Ἀκριβῶς ὅπως δέν χρειάζεται νά μάθουμε πῶς θά φᾶμε, καί πῶς θά πιοῦμε, καί πῶς θά κοιμηθοῦμε. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι ἐκ τοῦ πονηροῦ. Γενεές γενεῶν ἀνθρώπων ἔκαναν γάμους καί οἰκογένειες, καί μάλιστα εὐτυχισμένες καί σταθερές, χωρίς σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ μία ἀκόμη τορπίλη στά θεμέλια τῆς παιδείας καί τῆς οἰκογενείας.

Τά ἐπιβεβαιώνει αὐτά καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὁ ἀδελφός τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, μέγας ἐπίσης Καππαδόκης θεολόγος, ὁ ὁποῖος λέγει ὅτι εἰς τά τοῦ γάμου δέν χρειάζεται σχολική παιδεία καί μαθητεία, διότι αὐτάρκης διδάσκαλος εἶναι ἡ κοινή φύση τῶν ἀνθρώπων: «Τούτου μέν αὐτάρκης συνήγορος καί ἡ κοινή τῶν ἀνθρώπων φύσις ἐστίν αὐτόματον τήν πρός τά τοιαῦτα ροπήν ἐντιθεῖσα πᾶσι τοῖς διά γάμου προϊοῦσιν εἰς γένεσιν»[27].

 

 

Ἐπίλογος. Χάθηκε ἡ ντροπή στό θέατρο

 

Θά ἐμάκρυνε τό ἄρθρο αὐτό, ἄν παρουσιάζαμε τό πῶς βλέπει τήν ἀγωγή τῶν νέων ἕνας ἄλλος μεγάλος παιδαγωγός, μέλος καί αὐτός τῆς Τριάδος τῶν Ἱεραρχῶν, ὁ Μ. Βασίλειος στό κλασικό καί μοναδικό ὄντως ἔργο του «Πρός τούς νέους, ὅπως ἄν ἐξ ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων», δηλαδή, πῶς μποροῦν νά ὠφεληθοῦν οἱ νέοι ἀπό τά συγγράμματα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων σοφῶν. Ἐπαινεῖ τά καλά στοιχεῖα πού εὑρίσκει κανείς στήν ἀρχαία γραμματεία, προσκομίζοντας πολλά παραδείγματα, μέχρι τοῦ σημείου νά μᾶς πεῖ ὅτι ἡ ποίηση τοῦ Ὁμήρου εἶναι ἔπαινος τῆς ἀρετῆς[28]. Τά ἐπιβλαβῆ ὅμως στοιχεῖα θά τά ἀπορρίπτουμε καί θά δεχόμαστε μόνον ἐκεῖνα πού ἐπαινοῦν τήν ἀρετή καί κατηγοροῦν τήν πονηρία: «Ἀλλ᾽ ἐκεῖνα αὐτῶν μᾶλλον ἀποδεξόμεθα, ἐν οἷς ἀρετήν ἐπῄνεσαν ἤ πονηρίαν διέβαλον»[29]. Μεταξύ ἐκείνων πού πρέπει νά ἀπορρίπτουμε εἶναι αὐτά πού παρουσιάζουν τούς ἔρωτες τῶν θεῶν, καί πρό παντός τοῦ κορυφαίου ἀνάμεσά τους, τοῦ Δία, διότι ἄν κάποιος τά ἔλεγε αὐτά ἀκόμη καί γιά τά ζῶα θά κοκκίνιζε ἀπό ντροπή. Αὐτά ταιριάζουν γιά τούς ἀνθρώπους τοῦ θεάτρου, τούς ἠθοποιούς: «Μοιχείας δέ θεῶν καί ἔρωτας καί μίξεις ἀναφαδόν, καί ταύτας γε μάλιστα τοῦ κορυφαίου πάντων καί ὑπάτου Διός, ὡς αὐτοί λέγουσιν, ἅ κἄν περί βοσκημάτων τις λέγων ἐρυθριάσειε, τοῖς ἐπί σκηνῆς καταλείψομεν»[30].

Ἡ κριτική πού ἀσκήθηκε ἀπό τούς μεγάλους Ἁγίους Πατέρες ἐναντίον τοῦ παρηκμασμένου εἰδωλολατρικοῦ θεάτρου τῆς ἐποχῆς των καί ἡ γενικώτερη ἐπίδραση τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς διδασκαλίας καί στό χῶρο τῶν τεχνῶν ἐπιτρέπει τώρα τήν διαπίστωση ὅτι ἠμπορεῖ κανείς νά ἐπιλέγει καί μεταξύ τῶν θεατρικῶν καί καλλιτεχνικῶν ἔργων ὅσα προβάλλουν τήν ἀρετή καί ἐπικρίνουν τήν κακία, κατά τήν σύσταση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἐπειδή ὅμως ἡ χριστιανική βιοθεωρία καί Ἠθική χλευάζονται σήμερα καί λοιδοροῦνται, μᾶλλον ἐπιστρέφουμε σέ καταστάσεις παρακμῆς καί ἀναισχυντίας, ὅπως ἔδειξαν τά τελευταῖα σκάνδαλα παιδεραστίας καί ἡ καταφυγή τοῦ πρωθυπουργοῦ ὄχι στά θεραπευτικά μέσα τοῦ Εὐαγγελίου καί τῶν Ἁγίων Πατέρων, ἀλλά στό δηλητήριο τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς. Ἡ ὑποτίμηση τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν κρύβει τήν θεραπεία καί ἐπιτρέπει νά κυκλοφοροῦν οἱ ἰοί τῆς πορνείας, τῆς μοιχείας, τῆς ὁμοφυλοφιλίας καί τῶν ἄλλων σαρκικῶν ἐκτροπῶν.



[1]. Πρόκειται γιά τόν μητροπολίτη Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμο.

[2]Ματθ. 19, 4-6: «Οὐκ ἀνέγνωτε ὅτι ὁ ποιήσας ἀπ᾽ ἀρχῆς ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς καί εἶπεν, ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τόν πατέρα αὐτοῦ καί τήν μητέρα καί κολληθήσεται τῇ γυναικί αὐτοῦ καί ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν. Ὥστε οὐκέτι εἰσί δύο, ἀλλά σάρξ μία. Ὅ οὖν ὁ Θεός συνέζευξεν, ἄνθρωπος μή χωριζέτω».

[3]Ματθ. 5, 27-28.

[4]Ματθ. 10, 14-15.

[5]Α´ Κορ. 6, 12.

[6]. Αὐτόθι 6, 13-20.

[7]. Αὐτόθι 6, 9-20.

[8]Στιχηρό τοῦ Μικροῦ Ἑσπερινοῦ: «Ἔδωκας καυχήματα τῇ Ἐκκλησίᾳ φιλάνθρωπε τούς σεπτούς Ἀποστόλους σου, ἐν ἧ ὑπερλάμπουσι νοητοί φωστῆρες, Πέτρος τε καί Παῦλος, ὥσπερ ἀστέρες λογικοί, τήν οἰκουμένην περιαυγάζοντες, δι᾽ ὧν ἐφωταγώγησας τήν δυτικήν ἀμαυρότηταἸησοῦ παντοδύναμε, ὁ Σωτήρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».

[9]Ρωμ. 1, 18-27.

[10]Εἰς τήν Πρός Ρωμαίους Ὁμ. 4, 1, PG 60, 416-417.

[11]. Αὐτόθι 2, PG 60, 410.

[12]Πρός τούς πλεμοῦντας τοῖς ἐπί τό μονάζειν ἐνάγουσιν 3, 8, PG 47, 360-361: «Ἀλλ᾽ οὔπω τόν κολοφῶνα τῶν κακῶν εἶπον, οὐδέ τό κεφάλαιον ἐξεκάλυψα τῆς συμφορᾶς, πολλάκις μέν ἐλθών εἰπεῖν καί ἐρυθριάσας πολλάκις δέ καί αἰσχυνθείς...Ἔρως καινός τις καί παράνομος εἰς τόν ἡμέτερον εἰσεκώμασε βίον· νόσημα ἐπέπεσε χαλεπόν καί ἀνίατον· λοιμός κατέσκηψε πάντων λοιμῶν χαλεπώτερος· καινή τις παρανομία ἐπενοήθη καί ἀφόρητος· οὐ γάρ οἱ θετοί μόνον, ἀλλά καί αὐτοί οἱ τῆς φύσεως ἀνατρέπονται νόμοι. Μικρόν εἰς ἀσελγείας λόγον πορνεία λοιπόν... καί κινδυνεύει λοιπόν περιττόν εἶναι τό τῶν γυναικῶν γένος, τῶν νέων ἀντ᾽ ἐκείνων πάντα τά ἐκείνων πρηρούντων».

[13]. Λόγος στηλιτευτικός κατά εὐνούχων PG 76, 1109.

[14]Πηδάλιον, ἔκδ. «᾽Αστήρ», Ἀθῆναι 1990, σελ. 593-594. Βλ. περισσότερα εἰς Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση, «Ἡ ἐκκλησιαστική ἀντίδραση κατά τῆς Ὁμοφυλοφιλίας», Θεοδρομία 16 (2014) 163-170. Πολύ κατατοπιστικό καί ἐξαιρετικό εἶναι τό βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Νεκταρίου Ζιόμπολα, Ὁμοφυλοφιλία, παρά φύση πράξη, Ἀθήνα 2008.

[15] Βλ. σχετικῶς Chr. Baur, Johannes Chrysostomus und seine Zeit, τόμ. 1, München 1929, σελ. 143. Δ. Μωραϊτου, Ἰωάννου Χρυσοστόμου Παιδαγωγικά, Βιβλιοθήκη Παπύρου 96, Ἀθῆναι 1940, σελ. 19.

[16] Ιωαννου Χρυσοστομου, Ἔργα, ΕΠΕ, τόμ. 30, σελ. 620-701, Θεσσαλονίκη 1987.

[17] Βασιλειου Εξαρχου, «Ἡ γνησιότης τῆς πραγματείας Ἰωάννου Χρυσοστόμου περί κενοδοξίας καί ἀνατροφῆς τῶν τέκνων», Θεολογία 19 (1941-1948) 153-170, 340-355, 559-571.

[18] B. Exarchos, John Chrysostomus, Über Hoffart und Kindererziehung, München 1955. Κριτική ἔκδοση βρίσκουμε καί στήν γνωστή πατρολογική σειρά Sources Chrètiennes, πού ἐξεπόνησε  Α.-Μ. Malingrey, Jean Chrysostom, Sur la vaine gloire et l’ education des enfants, τόμ. 188, Paris 1972.

[19]Πρός τούς πολεμοῦντας, ἔνθ᾽ ἀνωτ. 4, PG 47, 356.

[20] Aὐτόθι 8, PG 47, 361.

[21] Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδωρου Ζηση ἀνατροφή τῶν παιδιῶν κατά τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν ΧρυσόστομοΣειρά «Καιρός», Θεσσαλονίκη 1998, καί στό βιβλίο μαςἨθικά Κεφάλαια, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 185-199.

[22] Εἰς ΜατθὉμ. 38, 6, PG 57, 426-427.

[23] ΕΠΕ 30, 690: «Λέγουσι δέ ἰατρῶν παῖδες ταύτην τήν ἐπιθυμίαν μετά πεντεκαιδέκατον ἔτος σφόδρα ἐπιτίθεσθαι».

[24]Αὐτόθι 676.

[25]Αὐτόθι 690.

[26]Αὐτόθι 674-676.

[27] Περί Παρθενίας, 7, ΕΠΕ 9, 60.

[28] Πρός τούς νέους 4, ΕΠΕ 7, 328: «Πᾶσα μέν  ποίησις τῷ Ὁμήρῳ ἀρετῆς ἔστιν ἔπαινος».

[29] Αὐτόθι 3, ΕΠΕ 7, 326.

[30] Αὐτόθι 2, ΕΠΕ 7, 324.