Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
Κύριε και Σωτήρα μου, υψώνω τα μάτια της καρδιάς μου ψηλά στον ουρανό, προς εσένα και σου ζητώ να με σώσεις, με τη φώτιση του Αγίου σου Πνεύματος!
Σάββας Ηλιάδης, Δάσκαλος
Ήχος Β.΄ Ἀντίφωνον Α΄
«Ἐν τῷ οὐρανῷ τὰ ὄμματα, ἐκπέμπω μου τῆς καρδίας, πρὸς σὲ Σωτήρ, σῶσόν με σῇ ἐπιλάμψει»
Αδελφοί μου, είναι μεγάλο καλό το να βρίσκεται ο άνθρωπος σε στενοχώρια και θλίψη. Και το βλέπετε αυτό στους Ιουδαίους, οι οποίοι εξορίστηκαν και σκλαβώθηκαν στη Βαβυλώνα. Διότι, καθόσον αυτοί βρίσκονταν στην εξορία, έδειξαν μεγάλη φιλοσοφία και θεοσέβεια. Και όταν μεν βρίσκονταν στην πατρίδα τους Ιερουσαλήμ και απολάμβαναν τον εκεί ευρισκόμενο, περίφημο ναό του Σολομώντος, ζούσαν μακριά από τον Θεό κατά τη διάνοιά τους και καταγίνονταν με τα μάταια πράγματα του κόσμου. Όταν δε έγιναν δούλοι από τον Ναβουχοδονόσορα και εξορίστηκαν στη Βαβυλώνα, τότε θυμήθηκαν τον Θεό και έτρεξαν σ` αυτόν, χρησιμοποιώντας λόγια συγγνώμης και παράκλησης, τα οποία περιέχει ο τέταρτος Αναβαθμός του Δαβίδ και έλεγαν: «Πρὸς σὲ ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ».(Ψαλμ. 122,1). Διότι, πραγματικά, κατά τον Ευθύμιο, από τους Ιουδαίους, που ήταν στη Βαβυλώνα προφέρεται αυτός ο ψαλμός, είτε για όσα έχουν σχέση με τον Ζοροβάβελ και τον Ιησού, τον γιο του Ιωσεδέκ, είτε για τον Νεεμία και τον Έσδρα, οι οποίοι ταλαιπωρούνταν κατά την πορεία τους, όταν επέστρεφαν στην Ιερουσαλήμ. Γι` αυτό και ο Χρυσόστομος λέει: «Αν αγρυπνούμε και είμαστε προσεκτικοί, όχι μόνο δεν θα πάθουμε κανένα κακό από τη θλίψη, αλλά θα απολαύσουμε και μυριάδες αγαθά. Αν όμως πέφτουμε σε οκνηρία και νωθρότητα, η άνεση αυτή θα μας καταστρέψει». (Ανδριαντ. Δ΄)
Λέγεται βέβαια, ότι ο Θεός κατοικεί στον ουρανό, όχι διότι κατοικεί εκεί κυρίως, αφού είναι άυλος και αμέριστος και άπειρος κατά την ουσία και την δύναμη και δεν περιορίζεται σε τόπο, αλλά είναι ολόκληρος παντού και ολόκληρος πάνω από τα πάντα, όπως λέει ο ίδιος διά του προφήτη Ιερεμία: «μὴ οὐχὶ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν ἐγὼ πληρῶ; λέγει Κύριος» (Ιερ. 23,24). Και ο Δαμασκηνός είπε: «Το θείο είναι αδιαίρετο, βρίσκεται παντού ολόκληρο καθ` ολοκληρία. Δεν διαιρείται σε μέρη, όπως τα σώματα, αλλά όλο βρίσκεται σε όλα και πάνω απ` όλα». (κεφ. 13 του α΄ βιβλ. του Θεολογικού) και πάλι: «Το θείο είναι πανταχού παρόν και πάνω απ` όλα και με μια απλή ενέργειά του ενεργεί συγχρόνως με διαφορετικούς τρόπους». (αυτόθι). Λέγεται λοιπόν ότι ο Θεός κατοικεί στον ουρανό, διότι κατά τον Χρυσόστομο και τον Ευθύμιο και τον Κάλλιστο αναπαύεται στις εκεί νοερές και καθαρές δυνάμεις των αγίων Αγγέλων, καθώς λέγεται ότι κατοικεί και στους αγίους που βρίσκονται στη γη, όπως είπε ο ίδιος: «Θα κατοικήσω και θα περπατήσω ανάμεσα σ` αυτούς». (Λευϊτ. 26,12). Για ποιο λόγο δε, κατοικεί ο Θεός στους αγίους της γης; Για τον αγιασμό και την καθαρότητα της ψυχής και του σώματός τους. Γι` αυτό είπε ο Απόστολος Παύλος: «Αγωνίζεσθε και προσπαθείτε να έχετε ειρήνη με όλους, να αποκτήσετε δε την αγιότητα και καθαρότητα της καρδίας, διότι χωρίς αυτήν την αγιότητα, κανείς δεν θα δει τον Κύριο». (Εβρ. 12,14). Είπε δε και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Νομίζω πως κανείς δεν μπορεί να λέγεται πραγματικά άγιος, αν δεν μεταποιήσει το χώμα τούτο (δηλαδή την σάρκα) σε αγιασμένο χώμα` αν βέβαια είναι κατορθωτή αυτή η μεταβολή». (Λόγος ιε΄ περί αγνείας). Δες δε ότι, κατά τον όσιο αυτό, άγιος σημαίνει ανώτερος από τη γη, σύμφωνα και με τον Φώτιο. Γράφει δε και ο σχολιαστής αυτού του λόγου: «άγιος ονομάζεται αυτός που είναι καθαρός από κακία και από κάθε αμάρτημα. Γι` αυτό και είναι πολύ μεγάλο κατόρθωμα της ψυχής και αρεστό στον Θεό, το να μην υπάρχει κακία μέσα στον άνθρωπο. Αγιασμός δε είναι το να αναφέρονται όλα στον Θεό».
Βλέπεις, αδελφέ, πόσο είναι το κέρδος της θλίψης και της εξορίας; Διότι, όπως είπαμε, όταν οι Εβραίοι ήταν στην εξορία, τότε εγκατέλειψαν όλα τα βιοτικά και τις φροντίδες του κόσμου και όλοι διά παντός προσέβλεπαν μόνο προς τον Θεό, άλλοτε μεν σηκώνοντας τα μάτια τους προς τον ουρανό, άλλοτε δε παίρνοντας την ελεεινή στάση του δούλου και της μικρής δούλης, έλεγαν: «Ιδού, όπως τα μάτια των δούλων είναι προσηλωμένα εις τα χέρια των κυρίων τους, και οι οφθαλμοί της δούλης εις τα χέρια της κυρίας της, περιμένοντας από εκείνους αγαθά, έτσι και τα μάτια μας στρέφονται προς Κύριο, τον Θεό μας και τον παρακαλούν, μέχρις ότου εκδηλώσει πλούσιο προς εμάς το έλεός του». (Ψαλμ. 122,2). Εξ αυτού είπε ο χρυσός άγιος, επαινώντας το κέρδος της θλίψης: «Λοιπόν, ας μην λυπούμαστε για τα παρόντα κακά. Διότι, αν έχεις αμαρτίες, εξαφανίζονται και κατακαίονται εύκολα από τη θλίψη. Αν δε έχεις αρετή, γίνεσαι εξαιτίας της, πιο λαμπρός και πιο χαρούμενος. Διότι δεν είναι η φύση των πειρασμών αλλά η ραθυμία των πειραζομένων, που εργάζεται και δημιουργεί τα πτώματα». (Ανδριαντ. Δ΄).
Αυτό είναι καταρχάς το κατά γράμμα νόημα του Αναβαθμού αυτού. Ο δε ιερός Θεόδωρος εδώ τον εννοεί μεταφορικώς. Γι` αυτό και λέει: «Ω, Σωτήρα του κόσμου Χριστέ, εγώ έγινα σκλάβος στην αμαρτία, γι` αυτό και υψώνω τα μάτια μου στον ουρανό, δηλαδή προς εσένα, ο οποίος κατοικείς στον ουρανό και έχεις τη δύναμη να σώζεις. Και επειδή βρίσκομαι μέσα στο σκοτάδι της αμαρτίας, χάριν αυτής της καταστάσεως, σε παρακαλώ να με σώσεις. Με τι; Με την έλλαμψη, (τον φωτισμό) του Αγίου Πνεύματος. Διότι, όταν φωτιστώ από αυτήν, τότε θα δύναμαι να γνωρίζω τους γκρεμούς και τους λάκκους της αμαρτίας και έτσι θα μπορώ να φυλάγομαι ώστε να μην πέσω μέσα σ` αυτούς». Είπε δε ότι στρέφει τα μάτια του στον ουρανό, για να δείξει ότι μόνο ο άνθρωπος, ως επί το πλείστον, βλέπει στον ουρανό, τα δε άλογα ζώα ως επί το πλείστον βλέπουν στη γη και στα φθαρτά πράγματα της γης. Διότι ο άνθρωπος έχει το όρθιο σχήμα του σώματος και λέγεται άνθρωπος από το άνω αθρείν, το οποίο σημαίνει βλέπει επάνω. Έτσι, από το σχήμα του σώματός του και από την ετυμολογία του ονόματός του, να γνωρίζει πως, ο τρόπος που ζει έχει αντίκρισμα στον ουρανό, σύμφωνα με τον μακάριο Παύλο, ο οποίος λέει: «Αλλ' ημών των πιστών μαθητών του Κυρίου η πατρίδα μας και η πολιτεία μας, το πολίτευμά μας και η συμπεριφορά μας είναι, όπως και των αγγέλων, στους ουρανούς». (Φιλιπ. 3,20).(1). Από δω, ένας από τους έξω της πίστης σοφούς, ο Πλάτων δηλαδή, ονόμασε τον άνθρωπο ουρανοφύτευτο δέντρο, αντίθετα με τα άλλα δέντρα, τα οποία έχουν χαμηλά στη γη τον κορμό και τις ρίζες τους. Ακόμη και επειδή τρέφονται κάτω από τη γη, ο δε άνθρωπος τα έχει όλα επάνω. Τις μεν τρίχες ως ρίζες, το δε κεφάλι ως κορμό. Γι` αυτό και τρέφεται από πάνω. Το ίδιο λέει και ο Φίλων ο Ιουδαίος, ο οποίος ονόμασε τον άνθρωπο δέντρο ουράνιο, διότι ζητάει από τον ουρανό την αθάνατη τροφή της ψυχής του. Μάλλον δε, αν θέλουμε να πούμε ακριβέστερα, ο άνθρωπος έχει τη ρίζα στην καρδιά του και φυσικώς και κατά χάρη. Κατά την φύση, διότι στην καρδιά είναι η ουσία της ψυχής, όπως λένε οι φυσικοί και οι γιατροί και κατά την χάρη, διότι στην καρδιά έχει την έδρα της η χάρη του Αγίου Πνεύματος, όπως λένε οι θεολόγοι. Από εδώ, ο άγιος Χρυσόστομος ερμηνεύοντας το: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸν ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἤδη ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ. (Ματθ. 5,28), λέει: «Επειδή δεχόμαστε στην καρδιά τη χάρη του Πνεύματος, αυτήν καθαρίζει πρώτη». (Ομιλ. ιζ΄ εις το κατά Ματθ.).(2)
Αλλά και συ, αδελφέ , αν τύχει να σε καταλάβει κάποια θλίψη ή δυστυχία ή ασθένεια ή επίθεση εχθρού, άφησε τη γη και τα γήινα και τη βοήθεια των ανθρώπων, καθώς κατά τον Δαβίδ: «Είναι μάταιη, δηλαδή, ανωφελής και άκαρπη για σωτηρία, κάθε βοήθεια, που προέρχεται από άνθρωπο» (Ψαλμ. 59,13) και σήκωσε τα μάτια σου στον ουρανό και επικαλέσου με θερμότητα τη βοήθεια του Θεού. Και βέβαια, αν ο Θεός αργήσει να σε βοηθήσει, μην αφήσεις την προσευχή, αλλά και αν λάβεις και αν δεν λάβεις, επίμενε παρακαλώντας, έως ότου σε ελεήσει ο Θεός και απαντήσει στο αίτημά σου. Έτσι σε συμβουλεύει να κάνεις ο θείος Χρυσόστομος: «Έτσι και τα μάτια μας στρέφονται προς Κύριο, τον Θεό μας και τον παρακαλούν, μέχρις ότου εκδηλώσει πλούσιο προς εμάς το έλεός του. Δεν είπε, μέχρι να αποδώσει το μισθό, ούτε μέχρι να αποδώσει την αμοιβή, αλλά μέχρι να σε ελεήσει. Και συ λοιπόν, παράμενε αδιαλείπτως άνθρωπε! Κι αν λάβεις κι αν δεν λάβεις, μην απομακρύνεσαι από την προσευχή και θα τα λάβεις όλα. Δεν βλέπεις, πώς οι δούλες των κυρίων είναι προσηλωμένες σ` αυτούς, χωρίς να αφήνουν ούτε το μυαλό τους ούτε τα μάτια τους να πλανώνται αλλού; Έτσι να κάνεις και συ. Ακολούθησε μόνο τον Θεό και αφού αφήσεις όλα τα άλλα, γίνε δικός του και θα λάβεις όλα όσα ζήτησες και είναι για το συμφέρον σου».
Δες δε, πως ο Αναβαθμός λέει, ότι της καρδιάς τα μάτια έστρεψε στον ουρανό, για να μάθεις και συ, όταν επικαλείσαι την βοήθεια του Θεού, να απλώνεις προς αυτόν και το βλέμμα των εξωτερικών ματιών του σώματος αλλά και των εσωτερικών της καρδιάς σου. Διότι σ` αυτά βλέπει καλύτερα και περισσότερο ο Θεός, παρά στα του σώματος. Μάλιστα, όταν τα δει να απλώνονται σε στάση λύπης, με καρδιά συντετριμμένη και ταπεινωμένο φρόνημα. Διότι λέει ο Ψαλμός: «Ο Κύριος έριξε ευμενές βλέμμα στην προσευχή των ταλαιπωρουμένων δούλων του και δεν εξουθενώνει πλέον ως μηδαμινή την δέησή τους. (Ψαλμ. 101,18). Και πάλι: «Ο άνθρωπος βλέπει στο πρόσωπο, ο δε Θεός βλέπει στην καρδιά». (Α΄Βασ. 16,7).
(1). Σημειώνουμε εδώ και τα του Χρυσοστόμου, τα οποία είναι πολύ παραστατικά και έχουν ως εξής: «Δεν ντρέπεσαι και γι` αυτήν την φύση και τη διάπλαση του σώματός σου; Διότι ο Θεός δεν το σχημάτισε σε μας όπως και στα ζώα, αλλά όπως έπρεπε να είναι, καθώς επρόκειτο να υπηρετήσει ψυχή λογική και αθάνατη. Γιατί, σ` όλα μεν τα άλογα ζώα έκανε ο Θεός τα μάτια τους να βλέπουν κάτω, σε σένα δε, όπως ακριβώς πάνω σε ακρόπολη, τα έφερε και τα εγκατέστησε στο κεφάλι; Όχι βέβαια, επειδή για εκείνα δεν υπάρχει τίποτε κοινό με τον ουρανό, ενώ για σένα δόθηκε εξαρχής νόμος και από τον Θεό και από τη φύση, να αναζητάς πάρα πολύ τα άνω; Γιατί έκανε σε σένα μεν το σώμα το έκανε όρθιο, σε κείνα δε πάλι να βλέπουν κάτω; Δεν είναι πάλι η ίδια αιτία; Δεν είναι, ότι θέλει να σε διδάξει και απ` αυτήν την ίδια τη διάπλαση του σώματος, ώστε να μην έχεις τίποτε κοινό με τη γη, ούτε να προσκολλάσαι στα παρόντα πράγματα; Μη λοιπόν προδίδουμε βαριά την ευγενική καταγωγή μας, ούτε να ξεφεύγουμε προς την ταπεινή καταγωγή των ζώων, για να μην ισχύει και για μας το: «ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε». Διότι, το να θεωρεί κάποιος ως ευημερία την καλοπέραση και τον πλούτο και τη δόξα και γενικά τα παρόντα πράγματα, δεν είναι χαρακτηριστικό ανθρώπων, που εξετάζουν επιμελώς την ευγενική καταγωγή τους, αλλά ανθρώπων, οι οποίοι κατάντησαν άλογα και γαϊδούρια» (λόγ. α΄ περί προνοίας τόμ. Στ΄). Συμφωνεί δε με τον Χρυσόστομο και ο μαθητής του Θεοδώρητος, ο οποίος λέει: «Χρησιμοποίησέ το, και μόνο αυτό, ώστε να υμνολογείς τον κτίστη σου` το ό,τι, ούτε είσαι σκυμμένος στη γη σαν τα άλογα ζώα, ούτε στην κοιλιά σου έχεις στραμμένο το κεφάλι σου, όπως τα γουρούνια. Σήκωσε το κεφάλι σου μόνο και δες τη θεία Πρόνοια. Σε δημιούργησε όρθιο μόνο εσένα από τα ζωντανά πλάσματα, να περπατάς πάνω σε δύο πόδια και το καθένα απ` αυτά δεν το έκανε μονοκόμματο, αλλά το συνέθεσε από τρία μέρη και το έντυσε με τρία αρμονικά κομμάτια». (λόγ. γ΄περί προνοίας).
(2). Πολύ παραστατικά και αξιόλογα είναι τα λόγια του Χρυσοστόμου, με τα οποία μας ενθαρρύνει, λέγοντας πως και μόνο από την ονομασία άνθρωπος μπορούμε να πάρουμε μεγάλο μάθημα για την αρετή. Διότι λέει τα εξής: «Αν λάβεις υπόψη σου την κοινή ονομασία του ανθρωπίνου γένους, θα πάρεις μεγάλο μάθημα και παρηγοριά για την αρετή. Διότι με αυτό όνομα «άνθρωπος», εμείς δεν χαρακτηριζόμαστε όπως οι έξω της πίστεως, αλλά όπως έδωσε εντολή η θεία Γραφή. Ο άνθρωπος , λέει, δεν είναι όποιος απλώς έχει χέρια και πόδια ανθρώπου, ούτε όποιος είναι λογικός, αλλά όποιος ασκεί με παρρησία την ευσέβεια και την αρετή. Άκου λοιπόν τι λέει για τον Ιώβ. Όταν είπε ότι ήταν ένας άνθρωπος στη χώρα Αυσίτιδα, δεν τον συστήνει με τα ίδια στοιχεία των έξω της πίστεως, ούτε λέει ότι είχε δύο πόδια και νύχια πλατιά, αλλά συνθέτοντας τα χαρακτηριστικά της ευσέβειάς του, έλεγε: ήταν δίκαιος, αληθινός, θεοσεβής, απέχοντας από κάθε πονηρό πράγμα και δείχνοντας έτσι πως αυτό είναι ο άνθρωπος». Όπως και αλλού λέει: «Να φοβάσαι τον Θεό και να φυλάγεις τις εντολές του, διότι αυτό είναι όλη η ύπαρξη του ανθρώπου». (Εκκλ. ιβ΄Ανδριαντ. κα΄). Και αλλού ο ίδιος λέει: «Πρόσεχε ακριβώς ποιον ορισμό έδωσαν οι έξω της πίστεως για τον άνθρωπο. Τι είναι άνθρωπος; Άνθρωπος είναι , λέει, ζώο λογικό, θνητό. Και αυτά θέλουν να ορίζουν οι φιλόσοφοι. Η δε Αγία Γραφή δεν δίνει τέτοιους ορισμούς. Αλλά ποιους; Άνθρωπος είναι ο άμεμπτος, ο δίκαιος, ο αληθινός. Αν κάποιος σε ρωτήσει και σου ζητήσει ορισμό για το τι είναι άνθρωπος, πες του: άμεμπτος, δίκαιος, αληθινός, απομακρυνόμενος από κάθε πονηρό πράγμα. Ώστε λοιπόν, αν δεν περιγράφεται με τέτοια προτερήματα, δεν θα είναι καν άνθρωπος» (λόγ. β΄εις τον Ιώβ, τόμ. ε΄). Και αλλού λέει ο ίδιος: «Έλα και γίνε άνθρωπος, για να μην διαψευσθεί η ονομασία της φύσεώς σου. Διότι λέει, είναι άνθρωπος. Αλλά άνθρωπος μεν στο όνομα πολλές φορές, όχι όμως και στο φρόνημα. Διότι, όταν σε δω να ζεις σαν ζώο, πώς να σε ονομάσω άνθρωπο και όχι βόδι; Όταν σε δω να αρπάζεις, πώς να σε ονομάσω άνθρωπο και όχι λύκο; Όταν σε δω να πορνεύεις, πώς να σε ονομάσω άνθρωπο και όχι γουρούνι; Όταν σε δω να είσαι πονηρός, πώς να σε ονομάσω άνθρωπο και όχι φίδι; Όταν σε δω να έχεις δηλητήριο, πώς να σε καλέσω άνθρωπο και όχι φίδι φαρμακερό; Όταν σε δω ανόητο, πώς να σε ονομάσω άνθρωπο και όχι γαϊδούρι; Όταν σε δω να μοιχεύεις, πώς να σε ονομάσω άνθρωπο και όχι ίππο θηλυμανή; Όταν σε δω ανυπάκουο και απερίσκεπτο, πώς να σε ονομάσω άνθρωπο και όχι πέτρα; Έχεις ευγενική καταγωγή από τον Θεό! Γιατί προδίδεις τη φυσική αρετή που σου χάρισε; Αλλά πώς θα γίνεις άνθρωπος; Όταν έλθεις εδώ, δηλαδή στην Εκκλησία, όπου δημιουργούνται άνθρωποι. Αν σε πάρω άλογο, σε κάνω άνθρωπο, όχι μεταβάλλοντας τη φύση σου, αλλά αλλάζοντας την προαίρεσή σου» (λόγ. α΄εις το, μη , όταν πλουτίσει άνθρωπος).
Απόδοση στην Νεοελληνική
Σάββας Ηλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 8-1-2018