Άγιος Μάξιμος ο Γραικός : Λόγος ΙΘ΄ – Προς όσους επιδίδονται στα φοβερά αμαρτήματα των Σοδόμων, τα οδηγούντα στον όλεθρο και την αιώνια κόλαση
Άγιος Μάξιμος ο Γραικός
Λόγος ΙΘ΄ – Προς όσους επιδίδονται στα φοβερά αμαρτήματα των Σοδόμων, τα οδηγούντα στον όλεθρο και την αιώνια κόλαση
«Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου, σύνεσις δε αγαθή πάσι τοίς ποιούσιν αυτήν»[1], λέγει ο θείος ψαλμωδός. Και ποιός είναι αυτός πού οδηγείται από τον φόβο του Κυρίου, διδάσκει ο ίδιος ο ψαλμωδός λέγοντας σε άλλο χωρίο: «Μακάριος ανήρ ο φοβούμενος τον Κύριον, εν ταίς εντολαίς αυτού θελήσει σφόδρα»[2], δηλαδή θα τις αγαπήσει, θα κατευθύνει με ζήλο την ζωή του σύμφωνα με αυτές και θα διδάσκεται από αυτές, όπως πάλι λέγει ο ίδιος: «Ως ηγάπησα τον νόμον σου, Κύριε· όλην την ημέραν μελέτη μου εστιν»[3]. Και αλλού πάλι λέγει: «Ως γλυκέα τώ λάρυγγί μου τα λόγιά σου, υπέρ μέλι τώ στόματί μου»[4].
Έχουν αγαθό νου αυτοί πού έχουν οδηγό τους τον φόβο του Κυρίου, δηλαδή εκτελούν έμπρακτα τις άγιες εντολές Του. Αντιθέτως, όσοι τις παραβαίνουν δεν έχουν αγαθό νού, αλλά μεγάλη ανοησία, και επιφέρουν στον εαυτό τους αιώνιο όλεθρο, όπως λέγει ο ίδιος προφήτης: «Μακράν από αμαρτωλών σωτηρία, ότι τα δικαιώματά σου ουκ εξεζήτησαν»[5]. Επίσης λέγει: «Εξουδένωσας πάντας τους αποστατούντας από των δικαιωμάτων σου, ότι άδικον το ενθύμημα αυτών»[6].
Αν όμως ο Θεός εξουδενώνει τους αποστατούντας από «τών δικαιωμάτων του», τότε είναι φανερό ότι θα καταλήξουν στην αιωνία καταστροφή. Και ποιοί είναι αυτοί πού θα χαθούν περισσότερο από όλους, αν όχι όσοι με την μεγάλη τους ανοησία νομίζουν ότι δεν θα καταδικαστούν οι άνομοι το ίδιο όπως και οι παλαιότεροι ασεβείς, οι κάτοικοι των Σοδόμων, τους οποίους η κρίση του Θεού κατέστρεψε μαζί με τις πόλεις τους διά πυρός και σιδήρου[7]; Αυτούς έχει κάνει παράδειγμα για όσους θα θελήσουν αργότερα να δείξουν ασέβεια, όπως αυτοί, στους οποίους αναφέρεται ο απόστολος Πέτρος στην Β΄ Επιστολή του[8].
Γι’ αυτό θα έπρεπε κυρίως οι χριστιανοί, επειδή αυτοί έχουν την φοβερή απόδειξη της οργής του Θεού, όχι μόνο να σιχαίνονται αυτό το αηδιαστικό για τον Θεό μίασμα, πού περισσότερο από όλες τις άλλες ανομίες εξοργίζει τον Ύψιστο, αλλά και να καίνε με το πύρ και να αναθεματίζουν όσους το διαπράττουν και δεν το θεωρούν έγκλημα. Όμως, αυτό το θεομίσητο μίασμα προκαλεί την ασυγκράτητη οργή του Θεού εναντίον των ορθοδόξων ως καταραμένων από τον Θεό, ο οποίος λέγει, «και μετά άρσενος ου κοιμηθήση κοίτην γυναικείαν· βδέλυγμα γάρ εστι»[9], καθώς και εναντίον εκείνων πού δεν το σταματούν. Εκείνοι λοιπόν δεν θα είναι άξιοι της χριστιανικής ευλογίας, αλλά θα την χάσουν, σύμφωνα με την εντολή του αποστόλου πού λέγει: «Εάν τις αδελφός ονομαζόμενος η πόρνος η πλεονέκτης η ειδωλολάτρης η λοίδορος η μέθυσος η άρπαξ, τώ τοιούτω μηδέ συνεσθίειν»[10]. Αν αυτό το μίασμα δεν ήταν τόσο μισητό στον Θεό, δεν θα έκαιγε Αυτός με ασυγκράτητη οργή την πόλη των Σοδομιτών και δεν θα μετέτρεπε την γή τους σε δύσοσμη λίμνη προς παραδειγματισμό και στηλίτευση της βδελυρής πράξεώς τους. Πόσο αισχρό υπήρξε το μίασμα του αμαρτήματος των Σοδόμων το έδειξε και ο θείος απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους Επιστολή του λέγοντας: «Διό και παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εν ταίς επιθυμίαις των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν του ατιμάζεσθαι τα σώματα αυτών εν αυτοίς, οίτινες μετήλλαξαν την αλήθειαν του Θεού εν τώ ψεύδει, και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα, ός εστιν ευλογητός εις τους αιώνας· αμήν. Διά τούτο παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις πάθη ατιμίας· αί τε γάρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν, ομοίως δε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες»[11]. Και αν σε αυτήν την ζωή ο Θεός παρέδωσε «τάς επιθυμίας των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν του ατιμάζεσθαι», είναι σαφές ότι και στην μέλλουσα ζωή θα τις φυλακίσει στα αιώνια βάσανα και στα αβάσταχτα μαρτύρια, μαζί με τους παλαιοτέρους συνεργούς τους, τους κατοίκους των Σοδόμων.
Τί ακολασία, τι ανόητη και πρωτοφανής πορνεία! Ελάτε στον εαυτό σας, ακόλαστοι, και δείτε σε ποιά αισχρή ηδονή έχετε παραδοθεί! Απομακρυνθείτε όσο γίνεται πιο γρήγορα από αυτήν, όσο η άρρητη Χάρη του Θεού σας δίδει ακόμη καιρό για μετάνοια! Παραμένοντας με την θέλησή σας στην ατιμία, είναι δυνατό να μην καταλαβαίνετε ότι σκάβετε τον βόθρο με τις ακαθαρσίες, παίρνετε από εκεί την δύσοσμη κοπριά, την τρώτε και την καταπίνετε; Τί πρωτοφανής αναισθησία και ασωτία! Τί αβάσταχτα μαρτύρια θα υποστείτε! Κάνοντας ο ένας επάνω στο σώμα του άλλου τόσο βδελυρή ακολασία, πού δεν συμβαίνει ούτε στα άλογα ζώα, γίνατε πιο άλογοι από τα πιο άλογα. Φροντίστε να γνωρίσετε λοιπόν εσείς οι πιο ακόλαστοι, ότι δημιουργηθήκατε κατ’ εικόνα και ομοίωση Θεού[12], προορισμένοι για καλές πράξεις, για να δοξάζετε τον Θεό πού σας δημιούργησε, και να δοξαστείτε και εσείς από Αυτόν μέσω των πνευματικών χαρισμάτων, πού σας δίδει Αυτός. Αντιθέτως εσείς, τυφλώνοντας και παραπλανώντας τον εαυτό σας με την αισχρή σαρκική επιθυμία σας, όχι μόνο χάνετε αυτό το αξίωμα και την ομορφιά της εικόνας του Θεού, με τα οποία έχετε τιμηθεί, αλλά γίνεστε πιο ανόητοι και πιο άλογοι ακόμη και από τα πιο άλογα ζώα, αφού τολμάτε, ενώπιον των πανάγνων οφθαλμών του Δημιουργού σας, αυτό το θεομίσητο μίασμα, πού δεν υπάρχει ούτε καν στα άλογα ζώα.
Νομίζω ότι όσοι τολμούν αδιάντροπα αυτό το θεομίσητο μίασμα, θα παραδοθούν σε μαρτύρια ακόμη πιο βαριά από αυτά στα οποία παραδόθηκαν οι αρχαίοι κάτοικοι των Σοδόμων. Ο λόγος είναι ότι εκείνοι έδειξαν ασέβεια προς τον Θεό εν αγνοία τους, πριν ακόμη υπάρξει ο νόμος και πριν δοθεί η εντολή πού απαγορεύει αυτό το βδελυρό μίασμα. Αυτοί όμως πού, όπως εκείνοι, διαπράττουν τώρα αυτήν την βδελυρή πράξη, δεν αμαρτάνουν εν αγνοία τους, αλλά εξαιτίας της μεγίστης αναισθησίας και ανοησίας τους, εν πλήρει γνώσει της μέλλουσας φοβερής Κρίσεως του Θεού. Γι’ αυτό και θα παραδοθούν σε πιο βαριά μαρτύρια, σύμφωνα με τον τρομερό λόγο του Ευαγγελίου: «Εκείνος δε ο δούλος, ο γνούς το θέλημα του κυρίου εαυτού και μή ετοιμάσας μηδέ ποιήσας προς το θέλημα αυτού, δαρήσεται πολλάς», δηλαδή θα δεχθεί δυνατά και ατέλειωτα βασανιστήρια, ενώ «ο μή γνούς, ποιήσας δε άξια πληγών, δαρήσεται ολίγας»[13], δηλαδή θα έχει πιο ελαφρά αιώνια βάσανα. Γι’ αυτό ο παλαιός αείμνηστος αυτοκράτορας Ιουστινιανός αξίζει μεγάλους επαίνους, αφού, εμπνευσμένος από μεγάλο ζήλο προς τον Θεό, παρέδωσε σε διάφορα βασανιστήρια όσους διέπρατταν αυτό το μίασμα κατά την διάρκεια της βασιλείας του. Αλλά και ένας δόγης της ένδοξης πόλης της Βενετίας αξίζει επαίνους, πού επίσης εμπνευσμένος από ζήλο προς τον Θεό οδήγησε στην πυρά πολλούς τέτοιους, συμπεριλαμβανομένου και του γιού του, τον οποίο κατήγγειλε ένας βιασμένος από αυτόν έφηβος. Ο δόγης δεν έδειξε κανένα έλεος και προς αυτόν, αλλά, όπως λέγει η παράδοση, τον κρέμασε χρησιμοποιώντας χρυσή αλυσίδα.
Υπάρχει και ένα στοιχείο, πού έχω από την αντίπαλη πλευρά και το θεωρώ ως το πιο αξιόπιστο. Γι’ αυτόν τον λόγο θα μιλήσω και γι’ αυτό πού είχα ακούσει από τους Αγαρηνούς. Διότι, αν και αποδέχονται αυτό το μίασμα, όσοι από αυτούς είναι πιο σώφρονες, ισχυρίζονται πώς όσοι το διαπράττουν δεν θα δούν το πρόσωπο του Θεού, δηλαδή θα καταδικαστούν σε όλεθρο χωρίς καμμία δίκη και κρίση. Ακούτε και ντραπείτε, άφρονες, πού θεωρείτε αυτό το θεομίσητο μίασμα ως αθώο. Και αν καμμία θεόπνευστη γραφή, πού απειλεί με αιώνιο μαρτύριο, δεν μπορεί να σας διορθώσει, τότε τουλάχιστον να συνέλθετε με αυτήν την γνώμη των Αγαρηνών και να αποφύγετε αυτήν την θεομίσητη πλάνη. «Δράξασθε παιδείας, μήποτε οργισθή Κύριος και απολείσθε εξ οδού δικαίας. Όταν εκκαυθή εν τάχει ο θυμός αυτού, μακάριοι οι πεποιθότες επ’ αυτώ»[14]. Αδελφοί, «φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος»[15]. Και πώς να μην είναι φοβερό, αφού είναι αδύνατο να κρυφθείτε από Αυτόν κάπου, σύμφωνα με τα λόγια του εναρέτου Δαυίδ: «Πού πορευθώ από του πνεύματός σου και από του προσώπου σου πού φύγω;», δηλαδή από την οργή και από τον δίκαιο θυμό Σου. «Εάν αναβώ εις τον ουρανόν, σύ εκεί εί, εάν καταβώ εις τον άδην, πάρει· εάν αναλάβοιμι τάς πτέρυγάς μου κατ’ όρθρον και κατασκηνώσω εις τα έσχατα της θαλάσσης, και γάρ εκεί η χείρ σου οδηγήσει με, και καθέξει με η δεξιά σου»[16]. «Και μή φοβηθήτε από των αποκτενόντων το σώμα, την δε ψυχήν μή δυναμένων αποκτείναι· φοβήθητε δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα απολέσαι εν γεέννη»[17]. Όταν όμως ακούτε για την γέεννα, μην την θεωρείτε καθαρτήριο πύρ, όπως ισχυρίζονται οι κακόβουλοι Λατίνοι, οι οποίοι ακολουθούν τον αιρετικό Ωριγένη, αλλά να γνωρίζετε ότι αυτή είναι το αιώνιο πύρ, πού θα βασανίζει τους απίστους και αμετανοήτους αμαρτωλούς στους αιώνες των αιώνων αναλόγως με τα αμαρτήματά τους. Επειδή ο Κύριος δεν είπε ότι «τόν δυνάμενον και ψυχήν και σώμα απολέσαι εν γεέννη» θα καθαρίσει, αλλά «απολέσει», δηλαδή θα τον βασανίζει ατελείωτα και θα τον παραδώσει σε αιωνία απώλεια. Αν εσείς προτιμάτε να καταλήξετε σε αυτόν τον όλεθρο και σε αυτά τα βασανιστήρια στον ατελεύτητο αιώνα, τότε συνεχίστε να απολαμβάνετε αυτήν την βδελυρή και αισχρή ηδονή σας, όπως ο δύσοσμος χοίρος τις λάσπες και τον βούρκο.
Αν όμως ως ευσεβείς χριστιανοί θέλετε να λάβετε την αιωνία απόλαυση των αγαθών πού περιμένουν τους αγίους, τότε προσπαθήστε να απομακρυνθείτε όσο γίνεται πιο γρήγορα από αυτήν την αισχρότατη και βρωμερή ηδονή σας και να την μισήσετε. Να παραδώσετε στο αιώνιο ανάθεμα όποιον ισχυρίζεται ότι αυτή είναι αθώα, ακριβώς όπως εκείνον πού πολεμά εναντίον του Ευαγγελίου του Σωτήρος Χριστού και διαστρεβλώνει την διδασκαλία Του. Να εξαγνίσετε τον εαυτό σας με ειλικρινή μετάνοια, με θερμά δάκρυα, με κάθε δυνατή έλεημοσύνη και ειλικρινή αδιάλειπτη προσευχή, για να αξιωθείτε να εισέλθετε μαζί με τις σώφρονες παρθένες, πού κρατούν αναμμένους τους λύχνους τους, στον νοερό γάμο του Νυμφίου[18], ο οποίος λέγει: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες» από τις ματαιότητες της τωρινής ζωής «και πεφορτισμένοι» από διάφορες αμαρτίες, «καγώ αναπαύσω υμάς»[19].
Ήδη έχω πεί πολλές φορές και δεν θα πάψω να το λέω: Να μισήσετε ολόψυχα αυτήν την ατιμία, για να μην είστε υιοί της κατάρας και του αιωνίου ολέθρου. Είσαστε χριστιανοί και έτσι ονομάζεστε, αφού πήρατε αυτό το έξοχο όνομα από τον Χριστό, τον πάναγνο και πανάγιο Θεό. Να ζείτε λοιπόν αντάξια του Χριστού με κάθε αγιότητα και σωφροσύνη, ευχαριστημένοι με την δοσμένη σε σας από τον αγαθό Δημιουργό έλξη προς το γυναικείο φύλο. Μην μοιάζετε στους ασεβείς Ισμαηλίτες, οι οποίοι προέρχονται από την δούλη Αγαρ[20] και δεν έχουν μερίδιο στην ουράνια κληρονομιά μαζί με τον Ισαάκ, τον υιό της ελεύθερης[21]. Μην στερείτε λοιπόν από τον εαυτό σας ανόητα αυτήν την χαρισμένη από τον Θεό κληρονομιά των αρρήτων αιωνίων αγαθών για χάρη αυτής της βδελυρής, θεομίσητης και αισχρής ηδονής με αυτό το καταραμένο μίασμά σας. «Μή γίνεσθε ως ίππος και ημίονος, οίς ουκ έστι σύνεσις, εν κημώ και χαλινώ», δηλαδή διά της οργής του Θεού και του μένους του, «τάς σιαγόνας άγξαι»[22]. Να μην στερηθείτε εξαιτίας των ανυπακοής της ψυχής σας την ελευθερία, όπως αυτοί πού δεν θέλουν να τον προσεγγίσουν με αληθινή και πλήρη μετάνοια, η οποία εξαγνίζει τις αμαρτίες στην παρούσα ζωή. Γιατί η παρούσα ζωή είναι ο χρόνος της πράξεως, δηλαδή της τελέσεως καλών πράξεων, ενώ ο μέλλοντας αιώνας είναι ο χρόνος της ανταποδόσεως και όχι της καθάρσεως. Ο ιερός Αυγουστίνος μας διδάσκει να μην παρασυρόμαστε από τις μάταιες ελπίδες και τα παραπλανητικά λόγια των αιρετικών. Γι’ αυτό ας ακολουθήσουμε πιστά την διδασκαλία του Ευαγγελίου και των αποστόλων και την παράδοση των Πατέρων, ώστε να γίνουμε άξιοι της απολαύσεως των αιωνίων αγαθών διά της χάριτος και της φιλανθρωπίας του Ιησού Χριστού, στον Οποίο αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση εις αιώνα αιώνων. Αμήν.
Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.
——————————————————————————–
[1]. Ψαλμ. 110, 10.
[2]. Ψαλμ. 111, 1.
[3]. Ψαλμ. 118, 97.
[4]. Ψαλμ. 118, 103.
[5]. Ψαλμ. 118, 155.
[6]. Ψαλμ. 118, 118.
[7]. Βλ. Γέν. 18,20-21. 19,24-25.
[8]. Πρβλ. Β´ Πέτρ. 2,6.
[9]. Λευϊτ. 18, 22.
[10]. Α΄ Κορ. 5, 11.
[11]. Ρωμ. 1, 24-27.
[12]. Βλ. Γέν. 1,26.
[13]. Λουκ. 12, 47-48.
[14]. Ψαλμ. 2, 12-13.
[15]. Εβρ. 10, 31.
[16]. Ψαλμ. 138, 7-10.
[17]. Ματθ. 10, 28.
[18]. Πρβλ. Ματθ. 25,1-10.
[19]. Ματθ. 11, 28.
[20]. Βλ. Γέν. 16,11-15.
[21]. Πρβλ. Γαλ. 4,22-23.
[22]. Βλ. Ψαλμ. 31, 9.