«ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΙΣ» του Mητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
http://www.ptolemaidanews.gr/new/news.php?lang=173&cat=142&id=35207
Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἀπὸ ἐκλογὲς χωρὶς προσευχὴ καὶ χωρὶς τὸ Θεὸ δὲν θὰ προκύψῃ καλό. Μέσα ἀπὸ τὶς κάλπες –νὰ τὸ θυμᾶστε– θὰ βγοῦν δαίμονες ὅλων τῶν χρωμάτων καὶ δὲν θὰ δοῦμε ἄσπρες ἡμέρες ὅπως περιμένουμε.
Μὰ τί ἔπαθα; Ἐγὼ ἄρχισα ἀπὸ τὸ ῥητὸ ὅτι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις» (Γαλ. 6,15). Μήπως ξέφυγα ἀπὸ τὸ θέμα; Δὲν ξέφυγα.
Οἱ Ἕλληνες ἔχουμε προτερήματα, ἀλλὰ ἔχουμε καὶ ἐλαττώματα. Ἕνα μεγάλο ἐλάττωμά μας εἶνε, ὅτι ἔχουμε βουλώσει τὰ αὐτιά μας καὶ δὲν ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Στὸ Ψαλτήρι εἶνε γραμμένο· «Μὴ πεποίθατε ἐπ᾿ ἄρχοντας, ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία» (Ψαλμ. 145,3)· μὴ δώσετε τὴν ἐμπιστοσύνη σας σὲ ἄρχοντες καὶ μὴ νομίσετε ὅτι ἀπ᾽ αὐτοὺς θὰ προέλθῃ ἡ σωτηρία. Ἐμεῖς ὅμως τὸ ἄλφα ἢ τὸ βῆτα πολιτικὸ πρόσωπο τὰ ἀποθεώσαμε καὶ νομίσαμε ὅτι αὐτοὶ θὰ μπορέσουν νὰ μᾶς σώσουν, ἔχουμε δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία ὅτι καταντήσαμε κατ᾿ οὐσίαν εἰδωλολάτρες· ἀνυψώσαμε σὲ ὕψος Θεοῦ πρόσωπα ποὺ νομίσαμε ὅτι θὰ μπορέσουν νὰ προσφέρουν βοήθεια στὸ ταλαίπωρο ἔθνος μας. Κλείσαμε λοιπὸν τ᾽ αὐτιά μας καὶ δὲν ἀκούσαμε τὸ λόγο αὐτὸ τοῦ Δαυΐδ. Τὰ κλείσαμε ὅμως καὶ σ᾽ αὐτὸ ποὺ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Τί εἶπε ὁ Παῦλος; ὅτι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», μέσα στὴν χριστιανικὴ πίστι μας, δὲν ἰσχύει τίποτε ἄλλο, δὲν ἰσχύει «οὔτε περιτομὴ οὔτε ἀκροβυστία». Αὐτὰ τὰ λόγια εἶνε «χαρτονόμισμα» καὶ «λίρα» μεγάλης ἀξίας, ποὺ θά ᾽πρεπε νὰ ἔχω ὥρα νὰ τὸ κάνω λιανὰ γιὰ νὰ τὸ καταλάβετε. Τί ἦταν ἡ «περιτομὴ» καὶ τί ἦταν ἡ «ἀκροβυστία»; Θὰ πῶ μόνο τὰ ἑξῆς.
* * *
Στὴν ἐποχὴ τοῦ Παύλου ὑπῆρχαν δύο κόμματα, ὄχι πολιτικὰ ἀλλὰ θρησκευτικά· τὸ ἕνα ἦταν τὸ κόμμα τῆς περιτομῆς, τὸ ἄλλο ἦταν τὸ κόμμα τῆς ἀκροβυστίας. Τὸ ἕνα ἦταν κόμμα ἰουδαΐζον, τὸ ἄλλο ἦταν κόμμα ἑλληνίζον. Τὸ ἕνα κόμμα, ἡ περιτομή, ἔλεγε ὅτι, γιὰ νὰ εἶνε κανεὶς εὐάρεστος στὸ Θεό, πρέπει νὰ κόψῃ ἀπὸ τὸ σῶμα του ἕνα κομμάτι δέρμα· τὸ ἄλλο κόμμα, ἡ ἀκροβυστία, ἔλεγε ὄχι. Τὸ ἕνα ἦταν κόμμα τῶν ἰουδαίων, τὸ ἄλλο κόμμα τῶν εἰδωλολατρῶν. Τί λέει ὁ Παῦλος; Οὔτε τὸ ἕνα κόμμα θὰ σᾶς σώσῃ οὔτε τὸ ἄλλο· ἕνα μόνο θὰ σᾶς σώσῃ – ποιό; ἡ «καινὴ κτίσις». Δυὸ λέξεις εἶνε αὐτές, «καινὴ κτίσις», ποὺ δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὶς ζυγίσουμε. Λόγια θεϊκά· ἂν μπορούσαμε κ᾽ ἐμεῖς νὰ τὶς νιώσουμε!
Τί θὰ πῇ «καινὴ κτίσις»; Τὸ ἁπλοποιῶ. Εἶνε σὰν νὰ κάθεσαι σ᾿ ἕνα σπίτι παλιό, ποὺ πέφτουν οἱ σοβᾶδες καὶ τρίζει ὁλόκληρο, καὶ σοῦ λέει κάποιος· Βγὲς ἔξω, νὰ σοῦ δώσω ἕνα σπίτι καινούργιο νὰ μπῇς μέσα νὰ καθίσῃς. Κάτι τέτοιο ἐννοοῦν τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Παύλου. Τὸ παλιὸ τὸ σπίτι, ποὺ καθόμαστε κ᾽ εἶνε ἕτοιμο ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα νὰ γκρεμιστῇ καὶ νὰ μᾶς πλακώσῃ, ἐνῷ ὁ Θεὸς μᾶς προειδοποιεῖ νὰ βγοῦμε ἔξω καὶ λέει «Ἐξέλθετε ἐκεῖθεν» (Ἠσ. 52,11. Β΄ Κορ. 6,17), τὸ παλιὸ σπίτι εἶνε τὸ ἄθλιο ἐγώ μας, «ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο (Ἐφ. 4,22. Κολ. 3,9). Τὸ καινούργιο σπίτι, τὸ θεϊκό, εἶνε ἡ «καινὴ κτίσις». Δηλαδή· εἶνε ἡ νέα ζωή, ὄχι ἡ παλιά, ἡ νέα ζωὴ ποὺ δίδαξε καὶ ἔζησε στὴν ἐντέλεια ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, αὐτὴ ποὺ θὰ μείνῃ γιὰ πάντα, δηλαδὴ ἡ «αἰώνιος ζωή» (Ματθ. 19,29· 25,46. Μᾶρκ. 10,30. Λουκ. 18,30. Ἰω. 3,15-16,36· 5,24· 10,28· 17,3 κ.ἀ.). Ὅσο διαφέρει μιὰ καλύβα ἀπὸ ἕνα παλάτι, τόσο διαφέρει ἡ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς χάριτος, τὴ ζωὴ τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ καλούμεθα νὰ ζήσουμε κ᾽ ἐμεῖς στὸν αἰῶνα μας, αἰῶνα τῶν πυραύλων καὶ τῶν διαστημοπλοίων. Εἶνε ἡ ζωὴ ποὺ ἔζησαν οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἅγιοι, οἱ ὅσιοι καὶ οἱ μάρτυρες ὅλων τῶν αἰώνων· εἶνε ἡ ὡραία ζωὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Νά τί θὰ πῇ «καινὴ κτίσις».
Αὐτὸ εἶνε τὸ καινούργιο σπίτι. Καὶ μᾶς τὸ δίνει δωρεὰν ὁ Χριστός, μὲ μόνη διαφορὰ – τί; ὅτι πρέπει νὰ ἔχουμε τὸ κλειδάκι, μὲ τὸ ὁποῖο θ᾽ ἀνοίξουμε γιὰ νὰ μποῦμε ἐκεῖ καὶ νὰ ζήσουμε τὴν καινούργια ζωή. Καὶ ποιό εἶνε, ἀδέρφια μου, τὸ κλειδάκι; Μία λέξις· ἡ πίστις. «Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ σωθήσῃ σὺ καὶ ὁ οἶκός σου» (Πράξ. 16,31). Νὰ πιστέψῃς στὸ Χριστό, αὐτὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὅσοι δηλαδὴ πιστεύουν, εἴτε εἶνε ἐκ τῆς περιτομῆς εἴτε εἶνε ἐκ τῆς ἀκροβυστίας, εἴτε προέρχονται ἐκ τῶν ἰουδαίων εἴτε προέρχονται ἐκ τῶν εἰδωλολατρῶν, ὁποιασδήποτε χώρας, ὁποιασδήποτε γλώσσης, ὁποιουδήποτε χρώματος, ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστό, αὐτοὶ θὰ σωθοῦν, αὐτοὶ εἶνε ἡ «καινὴ κτίσις».
* * *
Θὰ μοῦ πῆτε· πῶς γίνεται νέα κτίσις – νέα δημιουργία ἕνας ἄνθρωπος βουτηγμένος στὰ ἁμαρτήματα καὶ στὰ ἐλαττώματά του;
Πήγατε ποτέ, ἀγαπητοί μου, ἐκεῖ ποὺ δουλεύει ὁ σιδερᾶς νὰ δῆτε τί κάνει; Παίρνει ἕνα σίδερο γεμᾶτο σκουριά, ποὺ εἶνε γιὰ πέταμα, τὸ βάζει μέσα στὸ καμίνι, καίει ὅλη τὴ σκουριά, κι ἀπὸ τὸ σκουριασμένο σίδερο βγαίνει ἕνα νέο καθαρὸ μέταλλο. Ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς· ὁ καθένας μας εἶνε ἕνα παλιοσίδερο ποὺ τό ᾽φαγε ἡ σκουριά· πρέπει νὰ μποῦμε στὸ καμίνι. Καὶ τὸ καμίνι εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἡ ἁγία κολυμβήθρα· μέσα ἀπὸ τὴν πίστι καὶ τὸ βάπτισμα, ἀπ᾽ τὴ μετάνοια τὰ δάκρυα καὶ τὸν πόνο, βγαίνει ὁ καινούργιος ἄνθρωπος, ἡ «καινὴ κτίσις».
–Μὰ ποιός τ᾿ ἀκούει αὐτὰ σήμερα;…
Ἂς μὴν τ᾿ ἀκοῦνε· ἐμεῖς εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ τὰ κηρύξουμε. Εἶνε ἀλήθεια ὅτι ὄχι ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς ἀλλὰ καὶ ἂν παρουσιαζόταν ἕνας Χρυσόστομος ἢ Βασίλειος καὶ κήρυττε, ἐλάχιστοι θὰ τὸν ἄκουγαν καὶ θὰ πίστευαν. Ἂν πίστευαν οἱ ἄνθρωποι στὸ Χριστὸ ὅπως πιστεύουν στοὺς διαφόρους πολιτικούς, ἂν πίστευαν στὸν ἀληθινὸ Σωτῆρα ὅπως πιστεύουν στοὺς ψευτοσωτῆρες, ἡ κατάστασι θὰ ἦταν πολὺ διαφορετική. Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀκοῦμε (συστήματα, ἰδεολογίες, κόμματα κ.λπ.) ξέρετε τί εἶνε; μιὰ ἀσπιρίνη. Πονάει τὸ δόντι σου, παίρνεις μία ἀσπιρίνη καὶ νομίζεις ὅτι θεραπεύτηκε, ἀλλὰ σὲ λίγο πονάει πάλι. Τὸ φάρμακο ποὺ θεραπεύει ὁριστικὰ καὶ ξανακαινουργιώνει τὸν ἄνθρωπο εἶνε μόνο ὁ Χριστός.
Παλαιοὶ εἴμαστε καὶ παλαιοὶ θὰ μείνουμε, ἔστω κι ἂν ἀλλάξουμε ὅλα τὰ συστήματα. Ξέρεις πῶς μοιάζουν ὅλα αὐτά; σάν, ἐκεῖ ποὺ φορᾷς μιὰ μπλούζα πράσινη, νὰ βάλῃς μιὰ κίτρινη ἢ μιὰ μπλὲ ἢ μιὰ κόκκινη. Ὅσες μπλοῦζες καὶ πουκάμισα ἂν ἀλλάξῃ κανείς, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀλλάζει. Πέρα ἀπὸ τοὺς νόμους καὶ τὰ συντάγματα, πρέπει ν᾿ ἀλλάξῃ ἡ καρδιά μας. Αὐτὸ φωνάζει ὁ Παῦλος· Ἀλλάξτε τὶς καρδιές σας, ἀφοσιωθῆτε στὸ Θεό. Κι ὅταν ἀλλάξῃ ἡ καρδιά, τότε θὰ γίνῃ «καινὴ κτίσις»· «καινὴ κτίσις» τὸ σπίτι μας, τὸ σχολειό μας, τὸ δικαστήριό μας, τὸ κράτος μας. Ὅλα εἶνε παλιά, ἔχουν φθαρῆ, τρίζουν· μόνο μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο θὰ βγῇ ἕνας «ὄμορφος κόσμος, ἠθικός, ἀγγελικὰ πλασμένος», γιὰ νὰ ὑμνῇ καὶ νὰ δοξάζῃ Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
http://www.ptolemaidanews.gr/new/news.php?lang=173&cat=142&id=35207
«Ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία ἀλλὰ καινὴ κτίσις» (Γαλ. 6,15)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε Κυριακή, ἡμέρα δηλαδὴ ἀφιερωμένη στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ πῆρε τὸ ὄνομα· εἶνε ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, ἡμέρα δηλαδὴ ἀφιερωμένη στὴν δημόσια λατρεία, στὴν προσευχή, στὴ μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς, στὴ φιλανθρωπία, στὴν ἀνάτασι τῆς ψυχῆς.
Εἶνε ὅμως γιὰ μᾶς ἡ ἡμέρα αὐτὴ ὄντως ἡμέρα τοῦ Κυρίου; Ἐὰν ἦταν, μόλις χτυποῦν οἱ καμπάνες, θὰ ἔδιναν ὅλοι τὸ παρὼν στὸ προσκλητήριο τῶν οὐρανῶν, θὰ ἦταν ὅλοι μέσα στὶς ἐκκλησίες, ἐνῷ τώρα οὔτε τὸ 2% δὲν ἐκκλησιάζεται· κι ἂν συμπέσῃ καὶ τίποτα ἔκτακτο, τότε οὔτε τὸ 2% δὲν ἐκκλησιάζεται ἀλλὰ μένουν οἱ ἐκκλησίες ἀδειανές.
Τὴν Κυριακὴ π.χ. ποὺ γίνονται ἐκλογές, θὰ δῆτε τὸ ἐκκλησίασμα νά ᾽νε ἀραιό, ἐνῷ τότε ἀκριβῶς θὰ ἔπρεπε, ἂν εἴμαστε ὀρθόδοξο κράτος, νὰ εἶνε στὴν ἐκκλησία καὶ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν κομμάτων καὶ οἱ ὑποψήφιοι πολιτευταὶ καὶ ὅλοι οἱ ψηφοφόροι, γιὰ νὰ παρακαλέσουν τὸ Θεὸ νὰ φωτίσῃ τί τέλος πάντων πρέπει τὰ ψηφίσουν γιὰ νὰ δῇ αὐτὸς ὁ τόπος καλύτερες ἡμέρες. Καὶ ὅμως εἶνε ἀπόντες. Γιατί; Φταίει τὸ κράτος, γιατὶ ἀγνοεῖ τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς· ἀγνοεῖ ἀκόμη ὅτι, ὅπως ἡ θεία λειτουργία ἀρχίζει εἰς τὸ ὄνομα «τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», ἔτσι καὶ τὸ Σύνταγμά μας –μοναδικὸ στὸν κόσμο– ἀρχίζει «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος». Αὐτὴ τὴν ἐπικεφαλίδα τοῦ συντάγματος τὴν εἶχαν κόψει, ὁ Πλαστήρας ἦταν ἐκεῖνος ποὺ τὴν ἐπανέφερε. Ἀγνοοῦν λοιπὸν τὴν Κυριακή, ἀγνοοῦν καὶ τὸ Σύνταγμα. Τὸ κράτος ἀσεβεῖ. Γιατὶ ἐρωτῶ· θὰ ὥριζε ὡς ἡμέρα ἐκλογῶν π.χ. τὴν 25η Μαρτίου; Ποτέ· θὰ ἐθεωρεῖτο ἀσέβεια στὴν ἐθνικὴ ἑορτή. Εἶνε λοιπὸν ἀσέβεια στὴν ἐθνικὴ ἑορτή, καὶ δὲν εἶνε ἀσέβεια στὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς;
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε Κυριακή, ἡμέρα δηλαδὴ ἀφιερωμένη στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ πῆρε τὸ ὄνομα· εἶνε ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου, ἡμέρα δηλαδὴ ἀφιερωμένη στὴν δημόσια λατρεία, στὴν προσευχή, στὴ μελέτη τῆς ἁγίας Γραφῆς, στὴ φιλανθρωπία, στὴν ἀνάτασι τῆς ψυχῆς.
Εἶνε ὅμως γιὰ μᾶς ἡ ἡμέρα αὐτὴ ὄντως ἡμέρα τοῦ Κυρίου; Ἐὰν ἦταν, μόλις χτυποῦν οἱ καμπάνες, θὰ ἔδιναν ὅλοι τὸ παρὼν στὸ προσκλητήριο τῶν οὐρανῶν, θὰ ἦταν ὅλοι μέσα στὶς ἐκκλησίες, ἐνῷ τώρα οὔτε τὸ 2% δὲν ἐκκλησιάζεται· κι ἂν συμπέσῃ καὶ τίποτα ἔκτακτο, τότε οὔτε τὸ 2% δὲν ἐκκλησιάζεται ἀλλὰ μένουν οἱ ἐκκλησίες ἀδειανές.
Τὴν Κυριακὴ π.χ. ποὺ γίνονται ἐκλογές, θὰ δῆτε τὸ ἐκκλησίασμα νά ᾽νε ἀραιό, ἐνῷ τότε ἀκριβῶς θὰ ἔπρεπε, ἂν εἴμαστε ὀρθόδοξο κράτος, νὰ εἶνε στὴν ἐκκλησία καὶ οἱ ἀρχηγοὶ τῶν κομμάτων καὶ οἱ ὑποψήφιοι πολιτευταὶ καὶ ὅλοι οἱ ψηφοφόροι, γιὰ νὰ παρακαλέσουν τὸ Θεὸ νὰ φωτίσῃ τί τέλος πάντων πρέπει τὰ ψηφίσουν γιὰ νὰ δῇ αὐτὸς ὁ τόπος καλύτερες ἡμέρες. Καὶ ὅμως εἶνε ἀπόντες. Γιατί; Φταίει τὸ κράτος, γιατὶ ἀγνοεῖ τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς· ἀγνοεῖ ἀκόμη ὅτι, ὅπως ἡ θεία λειτουργία ἀρχίζει εἰς τὸ ὄνομα «τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος», ἔτσι καὶ τὸ Σύνταγμά μας –μοναδικὸ στὸν κόσμο– ἀρχίζει «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας καὶ ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος». Αὐτὴ τὴν ἐπικεφαλίδα τοῦ συντάγματος τὴν εἶχαν κόψει, ὁ Πλαστήρας ἦταν ἐκεῖνος ποὺ τὴν ἐπανέφερε. Ἀγνοοῦν λοιπὸν τὴν Κυριακή, ἀγνοοῦν καὶ τὸ Σύνταγμα. Τὸ κράτος ἀσεβεῖ. Γιατὶ ἐρωτῶ· θὰ ὥριζε ὡς ἡμέρα ἐκλογῶν π.χ. τὴν 25η Μαρτίου; Ποτέ· θὰ ἐθεωρεῖτο ἀσέβεια στὴν ἐθνικὴ ἑορτή. Εἶνε λοιπὸν ἀσέβεια στὴν ἐθνικὴ ἑορτή, καὶ δὲν εἶνε ἀσέβεια στὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς;
Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἀπὸ ἐκλογὲς χωρὶς προσευχὴ καὶ χωρὶς τὸ Θεὸ δὲν θὰ προκύψῃ καλό. Μέσα ἀπὸ τὶς κάλπες –νὰ τὸ θυμᾶστε– θὰ βγοῦν δαίμονες ὅλων τῶν χρωμάτων καὶ δὲν θὰ δοῦμε ἄσπρες ἡμέρες ὅπως περιμένουμε.
Μὰ τί ἔπαθα; Ἐγὼ ἄρχισα ἀπὸ τὸ ῥητὸ ὅτι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις» (Γαλ. 6,15). Μήπως ξέφυγα ἀπὸ τὸ θέμα; Δὲν ξέφυγα.
Οἱ Ἕλληνες ἔχουμε προτερήματα, ἀλλὰ ἔχουμε καὶ ἐλαττώματα. Ἕνα μεγάλο ἐλάττωμά μας εἶνε, ὅτι ἔχουμε βουλώσει τὰ αὐτιά μας καὶ δὲν ἀκοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Στὸ Ψαλτήρι εἶνε γραμμένο· «Μὴ πεποίθατε ἐπ᾿ ἄρχοντας, ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία» (Ψαλμ. 145,3)· μὴ δώσετε τὴν ἐμπιστοσύνη σας σὲ ἄρχοντες καὶ μὴ νομίσετε ὅτι ἀπ᾽ αὐτοὺς θὰ προέλθῃ ἡ σωτηρία. Ἐμεῖς ὅμως τὸ ἄλφα ἢ τὸ βῆτα πολιτικὸ πρόσωπο τὰ ἀποθεώσαμε καὶ νομίσαμε ὅτι αὐτοὶ θὰ μπορέσουν νὰ μᾶς σώσουν, ἔχουμε δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία ὅτι καταντήσαμε κατ᾿ οὐσίαν εἰδωλολάτρες· ἀνυψώσαμε σὲ ὕψος Θεοῦ πρόσωπα ποὺ νομίσαμε ὅτι θὰ μπορέσουν νὰ προσφέρουν βοήθεια στὸ ταλαίπωρο ἔθνος μας. Κλείσαμε λοιπὸν τ᾽ αὐτιά μας καὶ δὲν ἀκούσαμε τὸ λόγο αὐτὸ τοῦ Δαυΐδ. Τὰ κλείσαμε ὅμως καὶ σ᾽ αὐτὸ ποὺ λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Τί εἶπε ὁ Παῦλος; ὅτι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», μέσα στὴν χριστιανικὴ πίστι μας, δὲν ἰσχύει τίποτε ἄλλο, δὲν ἰσχύει «οὔτε περιτομὴ οὔτε ἀκροβυστία». Αὐτὰ τὰ λόγια εἶνε «χαρτονόμισμα» καὶ «λίρα» μεγάλης ἀξίας, ποὺ θά ᾽πρεπε νὰ ἔχω ὥρα νὰ τὸ κάνω λιανὰ γιὰ νὰ τὸ καταλάβετε. Τί ἦταν ἡ «περιτομὴ» καὶ τί ἦταν ἡ «ἀκροβυστία»; Θὰ πῶ μόνο τὰ ἑξῆς.
* * *
Στὴν ἐποχὴ τοῦ Παύλου ὑπῆρχαν δύο κόμματα, ὄχι πολιτικὰ ἀλλὰ θρησκευτικά· τὸ ἕνα ἦταν τὸ κόμμα τῆς περιτομῆς, τὸ ἄλλο ἦταν τὸ κόμμα τῆς ἀκροβυστίας. Τὸ ἕνα ἦταν κόμμα ἰουδαΐζον, τὸ ἄλλο ἦταν κόμμα ἑλληνίζον. Τὸ ἕνα κόμμα, ἡ περιτομή, ἔλεγε ὅτι, γιὰ νὰ εἶνε κανεὶς εὐάρεστος στὸ Θεό, πρέπει νὰ κόψῃ ἀπὸ τὸ σῶμα του ἕνα κομμάτι δέρμα· τὸ ἄλλο κόμμα, ἡ ἀκροβυστία, ἔλεγε ὄχι. Τὸ ἕνα ἦταν κόμμα τῶν ἰουδαίων, τὸ ἄλλο κόμμα τῶν εἰδωλολατρῶν. Τί λέει ὁ Παῦλος; Οὔτε τὸ ἕνα κόμμα θὰ σᾶς σώσῃ οὔτε τὸ ἄλλο· ἕνα μόνο θὰ σᾶς σώσῃ – ποιό; ἡ «καινὴ κτίσις». Δυὸ λέξεις εἶνε αὐτές, «καινὴ κτίσις», ποὺ δὲν ὑπάρχει ζυγαριὰ νὰ τὶς ζυγίσουμε. Λόγια θεϊκά· ἂν μπορούσαμε κ᾽ ἐμεῖς νὰ τὶς νιώσουμε!
Τί θὰ πῇ «καινὴ κτίσις»; Τὸ ἁπλοποιῶ. Εἶνε σὰν νὰ κάθεσαι σ᾿ ἕνα σπίτι παλιό, ποὺ πέφτουν οἱ σοβᾶδες καὶ τρίζει ὁλόκληρο, καὶ σοῦ λέει κάποιος· Βγὲς ἔξω, νὰ σοῦ δώσω ἕνα σπίτι καινούργιο νὰ μπῇς μέσα νὰ καθίσῃς. Κάτι τέτοιο ἐννοοῦν τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Παύλου. Τὸ παλιὸ τὸ σπίτι, ποὺ καθόμαστε κ᾽ εἶνε ἕτοιμο ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα νὰ γκρεμιστῇ καὶ νὰ μᾶς πλακώσῃ, ἐνῷ ὁ Θεὸς μᾶς προειδοποιεῖ νὰ βγοῦμε ἔξω καὶ λέει «Ἐξέλθετε ἐκεῖθεν» (Ἠσ. 52,11. Β΄ Κορ. 6,17), τὸ παλιὸ σπίτι εἶνε τὸ ἄθλιο ἐγώ μας, «ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος» κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο (Ἐφ. 4,22. Κολ. 3,9). Τὸ καινούργιο σπίτι, τὸ θεϊκό, εἶνε ἡ «καινὴ κτίσις». Δηλαδή· εἶνε ἡ νέα ζωή, ὄχι ἡ παλιά, ἡ νέα ζωὴ ποὺ δίδαξε καὶ ἔζησε στὴν ἐντέλεια ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, αὐτὴ ποὺ θὰ μείνῃ γιὰ πάντα, δηλαδὴ ἡ «αἰώνιος ζωή» (Ματθ. 19,29· 25,46. Μᾶρκ. 10,30. Λουκ. 18,30. Ἰω. 3,15-16,36· 5,24· 10,28· 17,3 κ.ἀ.). Ὅσο διαφέρει μιὰ καλύβα ἀπὸ ἕνα παλάτι, τόσο διαφέρει ἡ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς χάριτος, τὴ ζωὴ τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ καλούμεθα νὰ ζήσουμε κ᾽ ἐμεῖς στὸν αἰῶνα μας, αἰῶνα τῶν πυραύλων καὶ τῶν διαστημοπλοίων. Εἶνε ἡ ζωὴ ποὺ ἔζησαν οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἅγιοι, οἱ ὅσιοι καὶ οἱ μάρτυρες ὅλων τῶν αἰώνων· εἶνε ἡ ὡραία ζωὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Νά τί θὰ πῇ «καινὴ κτίσις».
Αὐτὸ εἶνε τὸ καινούργιο σπίτι. Καὶ μᾶς τὸ δίνει δωρεὰν ὁ Χριστός, μὲ μόνη διαφορὰ – τί; ὅτι πρέπει νὰ ἔχουμε τὸ κλειδάκι, μὲ τὸ ὁποῖο θ᾽ ἀνοίξουμε γιὰ νὰ μποῦμε ἐκεῖ καὶ νὰ ζήσουμε τὴν καινούργια ζωή. Καὶ ποιό εἶνε, ἀδέρφια μου, τὸ κλειδάκι; Μία λέξις· ἡ πίστις. «Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ σωθήσῃ σὺ καὶ ὁ οἶκός σου» (Πράξ. 16,31). Νὰ πιστέψῃς στὸ Χριστό, αὐτὸ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὅσοι δηλαδὴ πιστεύουν, εἴτε εἶνε ἐκ τῆς περιτομῆς εἴτε εἶνε ἐκ τῆς ἀκροβυστίας, εἴτε προέρχονται ἐκ τῶν ἰουδαίων εἴτε προέρχονται ἐκ τῶν εἰδωλολατρῶν, ὁποιασδήποτε χώρας, ὁποιασδήποτε γλώσσης, ὁποιουδήποτε χρώματος, ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστό, αὐτοὶ θὰ σωθοῦν, αὐτοὶ εἶνε ἡ «καινὴ κτίσις».
* * *
Θὰ μοῦ πῆτε· πῶς γίνεται νέα κτίσις – νέα δημιουργία ἕνας ἄνθρωπος βουτηγμένος στὰ ἁμαρτήματα καὶ στὰ ἐλαττώματά του;
Πήγατε ποτέ, ἀγαπητοί μου, ἐκεῖ ποὺ δουλεύει ὁ σιδερᾶς νὰ δῆτε τί κάνει; Παίρνει ἕνα σίδερο γεμᾶτο σκουριά, ποὺ εἶνε γιὰ πέταμα, τὸ βάζει μέσα στὸ καμίνι, καίει ὅλη τὴ σκουριά, κι ἀπὸ τὸ σκουριασμένο σίδερο βγαίνει ἕνα νέο καθαρὸ μέταλλο. Ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς· ὁ καθένας μας εἶνε ἕνα παλιοσίδερο ποὺ τό ᾽φαγε ἡ σκουριά· πρέπει νὰ μποῦμε στὸ καμίνι. Καὶ τὸ καμίνι εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἡ ἁγία κολυμβήθρα· μέσα ἀπὸ τὴν πίστι καὶ τὸ βάπτισμα, ἀπ᾽ τὴ μετάνοια τὰ δάκρυα καὶ τὸν πόνο, βγαίνει ὁ καινούργιος ἄνθρωπος, ἡ «καινὴ κτίσις».
–Μὰ ποιός τ᾿ ἀκούει αὐτὰ σήμερα;…
Ἂς μὴν τ᾿ ἀκοῦνε· ἐμεῖς εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ τὰ κηρύξουμε. Εἶνε ἀλήθεια ὅτι ὄχι ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς ἀλλὰ καὶ ἂν παρουσιαζόταν ἕνας Χρυσόστομος ἢ Βασίλειος καὶ κήρυττε, ἐλάχιστοι θὰ τὸν ἄκουγαν καὶ θὰ πίστευαν. Ἂν πίστευαν οἱ ἄνθρωποι στὸ Χριστὸ ὅπως πιστεύουν στοὺς διαφόρους πολιτικούς, ἂν πίστευαν στὸν ἀληθινὸ Σωτῆρα ὅπως πιστεύουν στοὺς ψευτοσωτῆρες, ἡ κατάστασι θὰ ἦταν πολὺ διαφορετική. Ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀκοῦμε (συστήματα, ἰδεολογίες, κόμματα κ.λπ.) ξέρετε τί εἶνε; μιὰ ἀσπιρίνη. Πονάει τὸ δόντι σου, παίρνεις μία ἀσπιρίνη καὶ νομίζεις ὅτι θεραπεύτηκε, ἀλλὰ σὲ λίγο πονάει πάλι. Τὸ φάρμακο ποὺ θεραπεύει ὁριστικὰ καὶ ξανακαινουργιώνει τὸν ἄνθρωπο εἶνε μόνο ὁ Χριστός.
Παλαιοὶ εἴμαστε καὶ παλαιοὶ θὰ μείνουμε, ἔστω κι ἂν ἀλλάξουμε ὅλα τὰ συστήματα. Ξέρεις πῶς μοιάζουν ὅλα αὐτά; σάν, ἐκεῖ ποὺ φορᾷς μιὰ μπλούζα πράσινη, νὰ βάλῃς μιὰ κίτρινη ἢ μιὰ μπλὲ ἢ μιὰ κόκκινη. Ὅσες μπλοῦζες καὶ πουκάμισα ἂν ἀλλάξῃ κανείς, ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀλλάζει. Πέρα ἀπὸ τοὺς νόμους καὶ τὰ συντάγματα, πρέπει ν᾿ ἀλλάξῃ ἡ καρδιά μας. Αὐτὸ φωνάζει ὁ Παῦλος· Ἀλλάξτε τὶς καρδιές σας, ἀφοσιωθῆτε στὸ Θεό. Κι ὅταν ἀλλάξῃ ἡ καρδιά, τότε θὰ γίνῃ «καινὴ κτίσις»· «καινὴ κτίσις» τὸ σπίτι μας, τὸ σχολειό μας, τὸ δικαστήριό μας, τὸ κράτος μας. Ὅλα εἶνε παλιά, ἔχουν φθαρῆ, τρίζουν· μόνο μέσα ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο θὰ βγῇ ἕνας «ὄμορφος κόσμος, ἠθικός, ἀγγελικὰ πλασμένος», γιὰ νὰ ὑμνῇ καὶ νὰ δοξάζῃ Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος