Ο άγ. Νεκτάριος άνοιξε τα μάτια του!
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ! Ο Άγιος Νεκτάριος άνοιξε τα μάτια Του!
Ήταν καιρός που ένιωθα να βαραίνει στους ώμους μου ο ίδιος χρόνος… Σα να μην περνούσε. Σα να τον είχα κουράσει και να με είχε κουράσει. Μήνες γεμάτοι ένταση κι ευθύνες. Μήνες που έψαχνα την ίδια μου τη ζωή στα σκοτάδια μιας δράσης που με ήθελε στρατιώτη υπακοής στην πρώτη γραμμή.
Κι ήρθε μια μέρα σαν από άλλον χρόνο θαρρώ. Μέρα που με προκαλούσε από καιρό να την ακολουθήσω. Τα πάντα επάνω μου πονούσαν κι ήθελα να ξεκουραστώ. Η ιδέα να πάω στον Άγιο Νεκτάριο στην Αίγινα, έμοιαζε με κάλεσμα που έριχνε τον σπόρο του στην καρδιά και στη διαίσθηση συνάμα. Κάπου εκεί, μία πρόταση «πρόκληση» ήρθε με σκοπό να με αποπροσανατολίσει… προφανώς. Δελεαστική η Μύκονος μες στο Σεπτέμβρη, μα μήπως εγώ κινούσα τα νήματα την ώρα που χάρηκα τάχα; Μία παγωμένη χαρά, τι θα μου προσέφερε; Και κατά πόσο μπορούσε να αναμετρηθεί με το ιερό προμήνυμα της διαίσθησης που με τραβούσε «αλλού»;
Πήγαινα άλλοτε συχνά στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου. Τώρα όμως ήταν αλλιώς. Τι να σας πω… Είναι κάποια πράγματα που δεν λέγονται για να προφυλάξεις την αξία τους από τα αφτιά που θα αμφιβάλλουν και τον εαυτό σου τον ίδιο…
Συμβαίνει όμως κάποτε,
τα ίδια τα γεγονότα να προκαλούν την κοινοποίηση ή τη δημοσιότητα,
άσχετα αν η ανθρώπινη περιέργεια και αμφιβολία
δεν είναι ικανή να αγγίξει την όλη ουσία και σημασία τους σε βάθος.
Θεωρώ πως η ανθρώπινη γνώση, στο υλικό της πεδίο, δεν είναι ικανή να καταλάβει και στη συνέχεια να αντιμετωπίσει αυτό που κατάλαβε, εάν δεν είναι «ανοιχτή» στο να θέλει να το κάνει. Θέμα λοιπόν που ακροβατεί τόσο στον λόγο όσο και στη σκέψη. Όσο για την πίστη στο Θεό, δε γνωρίζω με ποιον «τρόπο» αποτελεί ύψιστη υπέρβαση και απόδειξη της πνευματικής ύπαρξης, άρα και της πνευματικής δύναμης, γνωρίζω όμως ότι είναι ο δρόμος της Πνευματικής Πύλης. Και άλλοτε πάλι, η απιστία κι η αμφιβολία σε ένα πολύ σημαντικό γεγονός, κάνει το γεγονός μη εξηγήσιμο για τον άνθρωπο, κι επίσης αποτελεί κίνητρο υπέρβασης, αρνητικής όμως αυτή τη φορά.
2 Σεπτεμβρίου 2015 στην Αίγινα: Αντί να βρεθώ στη… Μύκονο, βρέθηκα ξαφνικά την επομένη μέρα της πρότασης και ινκόγκνιτο, στο μοναστήρι του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα. Ξεκίνησα πρωί δίχως καμία προετοιμασία. Μήτε ήξερα πως ξημερώνοντας θα πάω στην Αίγινα. Δεν το είχα αποφασίσει ακόμη. Κι ενώ δεν κοίταξα καν τα δρομολόγια των πλοίων, φτάνοντας Πειραιά άρχισα να τρέχω. Σα να ήθελα να προλάβω το καράβι. Και ξάφνου, καθώς έτρεχα λαχανιασμένη να βρω την πύλη από την οποία θα έπαιρνα το καράβι, ακούω μία φωνή… «Για Αίγινα, ελάτε, φεύγουμε». Γύρισα το κεφάλι να δω. Ο άνθρωπος αυτός με κοιτούσε. Σαν αστραπή ανέβηκα στο καράβι κι ο νους μου ήταν στο κενό. Δεν ήθελα να σκέφτομαι τίποτα. Όλη η διαδρομή με σταματημένο νου… Κι όταν έφτασα και φάνηκε το ευλογημένο νησί, πάλι έτρεχα να προλάβω ένα λεωφορείο που δεν ήξερα πότε φεύγει, και πάλι λίγο πριν κλείσει η πόρτα, μια δεύτερη αστραπή στα πόδια μου έγινε «φτερά» και βρέθηκα αμέσως στη θέση μου.
«Το μοναστήρι! Ωραίο, μεγαλόπρεπο, ταπεινό…» σκέφτηκα. Όλα αυτά μαζί. Ένας πολύ δύσκολος συνδυασμός. Συνδυασμό που τον κάνουν οι άνθρωποι. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, με ένα βλέμμα μόνο. Άρχισα όμως μέσα μου να γκρινιάζω και να παραπονιέμαι γιατί είχε πολύ κόσμο! «Εδώ ήρθα να ηρεμήσω. Σε λίγο τελειώνω το βιβλίο το «Εαυτέ μου μη με εμποδίζεις να ζω». Πρέπει να πάρω δυνάμεις. Πως θα ηρεμήσω με όλη αυτή τη φασαρία; Τόσος κόσμος; Κι ο ένας πάνω στον άλλο τρέχουν, περπατάνε γρήγορα, μιλάνε, αγωνιούν, άλλη γελάνε, άλλοι συζητάνε άσχετα…» Κι αμέσως νέες σκέψεις αναιρούσαν τις πρώτες… «Μα όλοι εδώ είναι ευλογημένοι, αγιάζονται. Μακάρι να ήταν πάντα έτσι… Καθένας ήρθε εδώ για κάτι, όπως κι εγώ…»
Και ρώτησα «γιατί τόσος κόσμος;»
«Η ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Νεκταρίου» μου απάντησαν.
«Πολύ άγνοια μέσα στη γήινη γνώση μου…» σκέφτηκα. Αλήθεια, το’ χα ξεχάσει. Και μου το θύμισε ίσως ο Θεός κατ’ αυτόν τον τρόπο; Δεν θα αναπτύξω εδώ το οδοιπορικό της γήινης «οπτικής» για κάποια θαυμαστά γεγονότα που αποκαλούμε «συμπτώσεις», γιατί είναι μεγάλο το θέμα. Ωστόσο, το Σμαράγδι για αυτόν τον λόγο έγινε. Εάν διαβάσετε το πρώτο μέρος της Δημιουργικής Σταδιοδρομίας στην κατηγορία «Το Σμαράγδι», αναφέρομαι στην αιτία που με ώθησε να φτιάξω αυτή την ιστοσελίδα.
Στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας: 8μμ… μετά τον εσπερινό. Η ολονύχτια ξεκίνησε.
Εδώ βρίσκεται η λάρνακα με τον άγιο λείψανο του δεξιού χεριού του Αγίου Νεκταρίου. Έβλεπα όμως επί ώρα κάποιοι να φωτογραφίζουν και ρώτησα γιατί.
«Σαν τέτοια μέρα ανοίγει η λάρνακα – μου είπαν – και στη γιορτή του επίσης. Κάποτε ο Άγιος άνοιξε τα μάτια του, κι όλα αυτά τα χρόνια πάντα κάτι κάνει τέτοια ημέρα».
«Φωτογραφίζουν λοιπόν για να δουν τα μάτια του Αγίου ανοιχτά; Μα πως γίνεται αυτό; Ας μη σκέφτομαι» είπα μέσα μου. «Με ενοχλεί να βλέπω κόσμο να φωτογραφίζει μέσα σε έναν Ιερό Ναό, πόσο μάλιστα έναν Άγιο». Όμως δεν το απέφυγα. Μισή ώρα μετά, πλησίασα κι εγώ, στάθηκα πάνω από τη λάρνακα και τράβηξα τέσσερις φωτογραφίες.
«Τι βγήκε, τι βγήκε με ρωτούσαν. Άνοιξε τα μάτια του;»
«Όχι» απάντησα. «Να, δείτε».
Και στις τέσσερις φωτογραφίες ο Άγιος είχε τα μάτια του κλειστά.
Για να μη ξαναμπώ στον πειρασμό, έκλεισα το τηλέφωνο, για να το φορτίσω σε μία πρίζα που ήταν δίπλα μου. Έτσι θα μπορούσα να αφοσιωθώ στην ολονύχτια. 20 λεπτά όμως κράτησε η χάρη της σιωπής μου.
Μετά τα 20 λεπτά άνοιξα το τηλέφωνο: Ήθελα να σβήσω τις φωτογραφίες που τράβηξα και να κρατήσω μόνο τη μία. Στις τέσσερις δηλαδή φωτογραφίες, θα κρατούσα μόνο τη μία, έτσι, για ευλογία… Αυτό μου ήρθε ξαφνικά να κάνω. Είμαι λίγο ιδιόρρυθμη μερικές φορές. Μα ως εισηγήτρια και σύμβουλος Δημιουργικής Σταδιοδρομίας, δεν θα μπορούσα να «σταθώ» εάν πρώτη δεν έμπαινα στα βαθιά νερά του ποταμού της ζωής για να κολυμπήσω. Άθελα μου ή μη, έγινε, και συνεχίζει…
- Και είδα την πρώτη φωτογραφία του Αγίου με τα μάτια κλειστά όπως την είχα ξαναδεί.
- Και είδα τη δεύτερη φωτογραφία του Αγίου με τα μάτια κλειστά όπως την είχα ξαναδεί.
Και είδα μετά και την τρίτη φωτογραφία του Αγίου,
κι αντίς να είναι τα μάτια του κλειστά όπως τα είχα ξαναδεί,
ήτανε τώρα ορθάνοιχτα.
Πάγωσα. Την κοιτούσα επίμονα. Και προχώρησα μετά και στην τέταρτη φωτογραφία, με την καρδιά να χτυπάει σε όλο μου το κορμί, και την αγωνία για το τι θα αντικρίσω. Χλόμιασα. Και σε αυτή τη φωτογραφία ο Άγιος είχε τα μάτια του ανοιχτά! Τα μάτια μου κόλλησαν επάνω του.
Πως μέσα σε μία πραγματικότητα μιζέριας και κούρασης, κοιτούσαν τα άθλια μάτια μου τα δικά του ιερά μάτια;;; Βούρκωσαν μπρος σε ένα κινητό που ξάφνου είχε μετατραπεί σε «είσοδο» για την ολοζώντανη ιερή Παρουσία. Πόσο ανίκανα ήταν αυτά τα γεμάτα αμφιβολία μάτια μου, να βλέπουν τώρα με σάρκα και οστά τη «ζωή» που παρουσιάστηκε μπρος μου και στην τέταρτη εικόνα;
Γύρω μου ανάσες πολλές και φωνές. Είχαν καταλάβει και μαζεύτηκαν πάνω απ’ το κινητό. Κι ήρθαν μετά «μοναχές», και είδαν κι αυτές. Ήρθε και η Γερόντισσα, και είδε κι αυτή. Και κόσμος ήρθε πολύς, κι έβαζαν το χέρι τους στο σαγόνι και δόξαζαν τον Κύριο…
Και μετά… άρχισα να βγάζω φωτογραφίες με χαρά,
για να γνωρίζομαι πιότερο με τον Άγιο,
και γιατί χαιρόμουν να τον βλέπω να… «μας» αποκαλύπτεται.
Δεν ένιωσα πως εγώ ήμουν η «άξια» για όλο αυτό, ή ότι συνέβη γιατί είμαι άνθρωπος καλός, μήτε ότι συνέβη γιατί είμαι άνθρωπος που αμφιβάλλει με το παραμικρό.
Ένιωσα όμως πάρα πολύ έντονα πως ήμουν απλά το «μέσον». Όπως ένα γράμμα. Το βάζουμε μέσα σε έναν φάκελο και το στέλνουμε. Εάν ο φάκελος δεν χωράει το γράμμα, θα τσαλακώσει, και πως θα φτάσει; Και άραγε, ήμουν ένας φάκελος που χωρούσε το «γράμμα» ή ένας άγνωστος ταχυδρόμος; Σίγουρα όμως δεν ήμουν κάτι το ξεχωριστό. Μου είναι παντελώς αδιανόητο να πιστέψω κάτι τέτοιο. Η ομολογία μου στο Σμαράγδι, δεν είναι τυχαία. Έτσι ένιωσα και έτσι έκανα. Η καθοδήγηση του πνευματικού μου άλλωστε, στάθηκε καθοριστική. Ήρθε το μήνυμα για όλους, και για εμένα φυσικά. Σας το παρουσίασα λοιπόν έτσι όπως το έγραψε η ψυχή μου κι όχι μία λογοτεχνική ή δημοσιογραφική πένα. Βέβαια, περιττό να σας πω, ότι τράβηξα μετά κι άλλες φωτογραφίες τον Άγιο, και σε κάποιες είχε τα μάτια ανοιχτά και σε κάποιες όχι.
Σκέφτηκα όμως σε μια στιγμή πως «εάν πράγματι είναι έτσι, γιατί να μη συμβεί και κάτι άλλο;» Δεν ήξερα τι ήταν αυτό που σκέφτηκα σε χρόνο μηδέν, μα τα μάτια μου κατευθύνθηκαν και στο υπόλοιπο σώμα του Αγίου στη λάρνακα. Και ναι, τράβηξα φωτογραφία το σώμα του όλο, και είδα…
Το λείψανο που ήταν τοποθετημένο στο δεξί χέρι,
συνέχιζε τώρα ως πάνω στον ώμο, και όχι μόνο.
Το λείψανο εμφανίστηκε και στην αριστερή του πλευρά!!!
Μπρος στην ατελείωτη άγνοια μου, όλα τώρα ήταν διαφορετικά…
- Πως μπορούμε και ζούμε με τόσο κενό, σε τόσο κενό;
- Πως μπορούμε και ζούμε με τόση απιστία, σε τόση απιστία;
- Πως μπορούμε και ζούμε με τόση περηφάνια για τον εαυτό μας και όλα τα γήινα που αποκτάμε;
«Ας ήταν τα μάτια μου να μην ξαναδούν τούτο το φως της ημέρας, αν έβλεπαν μιαν ακτίνα μόνο από το Φως Εκείνου…
Ας ήταν τα χείλη μου να μην ξανανοίξουν, αν άνοιγαν για ένα και μόνο ωραίο να πουν, που θα έκανε καλό σε εμένα και τον κόσμο…
Ας ήταν η πένα μου να στέρευε, αν έγραφε μόνο με μία σταγόνα, κάτι που θα είχε τη μεγάλη και διαχρονική αξία στην ψυχή που παραμελούμε…»
Ξημέρωσε. Ανήμερα της εορτής… Η ολονύχτια τελείωσε. Το φως του ήλιου αγκάλιασε το μοναστήρι. Σαν από όνειρο βγήκα και πήγα στον ξενώνα να κλείσω για λίγο τα μάτια μου γιατί μετά ξεκινούσε η θεία λειτουργία. Με πήρε όμως ο ύπνος και δεν πρόλαβα πολλά. «Αν είναι δυνατόν. Κοντεύει 10. Δηλαδή αν δεν κοιμόμουν τι θα γινόταν;» Τα έβαλα με τον εαυτό μου για τα καλά. «Είδες και τα μάτια του Αγίου ανοιχτά, κι εσύ κοιμήθηκες άθλια ζωή;;;» έλεγα τρέχοντας να προλάβω τα τελευταία αντίδωρα…
Στο δρόμο όμως με σταματούσαν πολλοί. «Δείξτε και σε εμάς» μου έλεγαν.
«Για όλους συνέβη αυτό» απαντούσα. Είχε μαθευτεί. Ξέρανε. Και μετά ξεθάρρεψα κι έλεγα «ελάτε κι εσείς να δείτε», για όλους συνέβη. Απλά, έτυχε σε εμένα. Δεν έχει σημασία αυτό. Αυτοί τη στιγμή που βλέπετε, είναι σα να έγινε και σε εσάς».
Το πολύ χαρούμενο νέο όμως μέσα σε όλη αυτή τη χαρά, ήταν που… υπήρξαν και άλλοι άνθρωποι που έβλεπαν τον Άγιο να μισοανοίγει τα ματάκια του ή να χαμογελά. Άκουγα που το έλεγαν… Και με τα μάτια μου είδα επίσης φωτογραφία με τα μάτια ανοιχτά του Αγίου, και σε άλλη κοπέλα. Έτσι ένιωθα πιο καλά. Όσο για τις «μοναχές» εκεί, σας λέγω πως ζουν μέσα στα θαύματα της γλυκιάς ταπείνωσης, πιστές στο έργο της ψυχής και στον Αγώνα.
Μπήκα στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας για… τα τελευταία αντίδωρα. Η εκκλησία άδειαζε… Πήγα μετά στη λάρνακα. Κάτι με τράβηξε πάλι να φωτογραφήσω. Βεβαίως σας παρουσιάζω και αυτές τις πρωινές εικόνες, που είναι τώρα διαφορετικές…
Δεν έχω κάτι άλλο να πω. Δεν έχω να σχολιάσω. Δεν έχω να κρίνω ή να επιβραβεύσω. Τίποτα δεν ανήκει σε εμένα. Μα αν ήταν να ξαναγεννηθώ, θα ζούσα διαφορετικά. Μπορώ όμως να ξαναγεννηθώ μαζί με την γένεση της νέας ημέρας που χαράζει… έστω κι αν κρατώ στα χέρια μου τα… τελευταία αντίδωρα…
Για Το Σμαράγδι και τους Αναγνώστες του,
με σεβασμό και εκτίμηση…
καταθέτω την ομολογία μου και την εμπειρία μου αυτή…
Έφη Πασχάλη