Τετάρτη 19 Ιουλίου 2017

τραγικότης





Απόστολου Σαραντίδη


Ο έλλην τρόπος του τραγικού


Ο «έλλην τρόπος» έχει γερά θεμέλια: «Τα άθλα και τα θέμεθλα»: Από τον Όμηρο στους Τραγικούς, από τους Ρωμηούς Πατέρες της Εκκλησίας στους σύγχρονους στοχαστές μας και βέβαια στους ποιητές μας. Όλος ο αρχαίος ελληνικός κόσμος βασίζονταν στα ζεύγη των αντιθέτων: στο ταυτόν και στο θάτερον. Οι δύο πόλοι δεν ήσαν αντίπαλοι αλλά συμπληρωματικοί. Ο μεν Πυθαγόρας ήθελε να πιστεύει πως η αρμονία δημιουργείται λίγο πριν από τη σύγκρουση των δύο αντιθέτων συμφωνώντας, ο δε Ηράκλειτος αντιθέτως, ότι ήταν απαραίτητη η σύγκρουση για να σπάσουν τα ατομικά όρια - κελύφη των αντιθέτων ώστε να δημιουργηθούν νέα που θα εμπεριέχουν καί τα δύο.
Ο Απόλλων από τον μύθο δεν ενεπλάκη σε διάλογο με τον Διόνυσο. Δεν συμφώνησε να συνυπάρχουν στο ίδιο Μαντείο. Αναγνώρισε όμως την ύπαρξή του και το δικαίωμά του να μοιράζεται τον ίδιο χώρο, τον ίδιο κόσμο. Όταν επικρατούσε ο Διόνυσος, ο ίδιος αποσυρόταν στις Νήσους των Μακάρων κι όταν ο ίδιος βρισκόταν στο Μαντείο του για ίση χρονική διάρκεια όση κι ο Διόνυσος, ο τελευταίος αποτραβιόνταν στα σκοτεινά δάση του, τα φυσικά κι ως εκ τούτου άγρια. Η διαφορά των δύο ήταν σχεδόν η ίδια με αυτήν του Απόλλωνα και της αδελφής του. Ο ένας κυρίαρχος της πόλης, η άλλη της υπαίθρου. Ο Απόλλων, Δήλιος ών, φανερώνει και δηλώνει τον κόσμο όπως φαίνεται κι αφήνει τον κάθε ακόλουθό του να τον ορίσει. Φωτίζει όλες τις κρυφές πτυχές και διαλύει τις σκιές. Ο Διόνυσος αντίθετα, εισβάλλει στις σκιές και βγάζοντας την αναιδή του γλώσσα προς τον Απόλλωνα, σαν να του φωνάζει ότι δεν μπορεί να τις διαλύσει. Εδώ κρύβεται το νόημα. Αυτό  που είναι εκ γενετής τραγικό και γι’ αυτό το «φοβάται», το καθιστά με το εκθαμβωτικό του φως απρόσιτο. «Τυφλή ελπίδα». Ο κόσμος της φαινομενικότητας, της αποδοχής των φαινομένων ως έχουν, όσο κι αν αναγάγονται στις αιτίες τους, είναι κρυμμένος πίσω από τον επιτηδευμένο πέπλο της ομορφιάς που κατασκευάστηκε για να καλύψει την οδυνηρή πραγματικότητα: Τη φθορά και τον θάνατο. «Δεν σε φοβάμαι Χάροντα στο λέω να το ξέρεις και την ψυχή μου απά στη γή να μην τηνε γυρεύεις.» θα ομολογήσει ο Διγενής μέσα από τη δημώδη Ρωμανική – (Βυζαντινή) παράδοση. Η αλήθεια, απέναντι στο φαινομενικό ψεύδος του επιτηδευμένου κάλλους. Το μεταλλαγμένο Χάος σε άπειρο μακράν της δεσμευτικής ευταξίας του. Η Ελευθερία. Δεν υπάρχει επομένως διαλεκτική σχέση, συμβιβασμός μεταξύ των δύο παρά μόνο «τραγική» σύγκρουση. Αυτό μας λέει ο Όμηρος με τα δυο πιθάρια του, αυτό οι Προσωκρατικοί - ιδίως ο Εμπεδοκλής - αυτό και οι τραγικοί. Ο Nietzsche έκανε ένα μεγάλο βήμα προς την πραγματική γνώση των αρχαίων μας αλλά όχι το άλμα. Δεν μπόρεσε να διακρίνει την ταύτιση δημιουργίας - καταστροφής στην τελεολογική - εσχατολογική εξέλιξη των όντων. Αυτό το άλμα «επέπρωτο» να το κάνουν δι’ Αγίου Πνεύματος οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας.
Όσο για τον Σωκράτη, η παρεξήγηση που κάνουν πολλοί ελληνιστές,  είναι ότι πάνω απ' όλες τις ιδιότητες που του προσάπτουν (αιτιοκράτης, διαλεκτικός, ορθολογιστής, είρων κλπ.) είναι κατ’ εξοχήν ερωτικός. Κι ο Έρως όπως παρουσιάζεται στο «Συμπόσιο» του Πλάτωνα, είναι το συνεχές γίγνεσθαι που πάντα γίγνεται και ποτέ δεν είναι. Γι αυτό, παρ' όλα όσα λέει ο Nietzsche, είναι τραγικός.  Γνήσιος Έλλην.
Η πορεία του «έλληνα ανθρώπου» είναι «τραγική». Πρώτα επιχειρεί να τακτοποιήσει το άτακτο Χάος. Να το κάνει Κόσμο. Και μόλις το καταφέρει, νοιώθει την ανάγκη να το υπερβεί, να το κάνει ουρανούπολη, ου-τόπο, ουτοπία. Από το μηδέν, το μη-ον, ο άνθρωπος κτίζει την προσωπικότητά του. Μόλις το επιτύχει, ξανά η υπέρβαση, να το ανοίξει προς τον άλλον. Πάνδημος στην αρχή ο Έρως, Ουράνιος μετά. Πρώτος αυτή του την ιδιότητα εντόπισε, ο τραγικός τελικά Έλληνας Ι. Συκουτρής. Ούτε οKant ούτε ο Hegel. Ούτε βέβαια, ο Nietzsche. Για να φθάσουμε στην εξαίσια θεολογική προσωπικότητα του 20ου αιώνα, στον πρωτοπρεσβύτερο Ιωάννη Ρωμανίδη, ανακαινιστή της Ορθοδόξου Θεολογίας.


Ο Α.Κ.Σαραντίδης είναι δάσκαλος στην Καβάλα και πολιτικός επιστήμων