"Μία ἐπιδημία· πέμπτο ἀφυπνιστικὸ προσκλητήριο… Καὶ ἐὰν ἐμεῖς οὔτε μὲ τὸ κήρυγμα οὔτε μὲ τὶς μικρὲς θλίψεις οὔτε μὲ τὶς μεγάλες συμφορὲς δὲν μετανοήσουμε, τότε θὰ ἐκδώσῃ τὸ προσκλητήριο ἐκεῖνο ποὺ τρέμω νὰ τὸ πῶ. Εἶνε τὸ φοβερώτερο ἀπ᾽ ὅλα· εἶνε ὁ πόλεμος" (π. Αυγουστίνος)
Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΖ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2296
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2296
Κυριακὴ Β΄ Ματθαίου (Ματθ. 4,18-23)
21 Ἰουνίου 2020
21 Ἰουνίου 2020
Σαλπιζει προσκλητηριο!
«Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων» (Ματθ. 4,19)
Ὁ Χριστὸς προσκαλεῖ, ἀγαπητοί μου, ὅπως ἀκοῦμε στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Βηματίζει στὴν ἀκροθαλασσιὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ πλησιάζει τοὺς ψαρᾶδες. Προσκαλεῖ δύο ἀδέρφια, τὸν Πέτρο καὶ τὸν Ἀνδρέα· καὶ πιὸ πέρα ἄλλα δύο ἀδέρφια, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη. Τί ἆραγε σκοπεύει νὰ κάνῃ;
Ἀνοίγει σχολεῖο, ἀρχίζει νὰ συγκεντρώνῃ μαθητὰς κι αὐτοὶ οἱ τέσσερις εἶνε οἱ πρῶτοι· τοὺς προσκαλεῖ νὰ τοὺς ἐγγράψῃ στὸ μαθητολόγιό του, νὰ τοὺς ἐκπαιδεύσῃ, γιὰ νὰ τοὺς ἀναδείξῃ μιὰ μέρα διδασκάλους καὶ καθηγητὰς τῆς οἰκουμένης. Ἔχει νὰ κάνῃ καὶ πόλεμο, χρειάζεται μαχητάς· στρατολογεῖ λοιπὸν αὐτοὺς τοὺς τέσσερις ἄνδρες, ποὺ τοὺς βρίσκει κατάλληλους γιὰ τὸ σῶμα ποὺ ἑτοιμάζει.
Καὶ οἱ τέσσερις αὐτοί, μαθηταὶ καὶ ὑποψήφιοι μαχηταί, ὑπακούουν ἀμέσως στὴν πρόσκλησι τοῦ Χριστοῦ. Ἀφήνουν τὰ δίχτυα τους, τὰ πλοιάριά τους, τοὺς γονεῖς τους, ὅ,τι πιὸ ἀγαπητὸ εἶχαν σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο, καὶ χωρὶς δισταγμὸ ἀκολουθοῦν τὸ Ναζωραῖο. Τὸν ἀκολουθοῦν ὄχι γιὰ λίγο, ὄχι προσωρινά, ἀλλὰ διὰ βίου, γιὰ πάντα· θὰ μείνουν πιστοὶ καὶ ἀφωσιωμένοι σ᾽ αὐτὸν μέχρι θανάτου.
* * *
Ὁ Κύριος ὅμως, ἀγαπητοί μου, δὲν προσκάλεσε κοντά του ἀνθρώπους μόνο τότε· συνέχισε νὰ προσκαλῇ καὶ μετὰ τὴν ἐμφάνισι τῆς Ἐκκλησίας του, διὰ μέσου τῶν αἰώνων, σὲ κάθε ἐποχή, σὲ κάθε γενεά. Ἐξακολουθεῖ λοιπὸν νὰ προσκαλῇ καὶ σήμερα. Ὅπως προσκάλεσε τοὺς τέσσερις ἐκείνους μαθητάς, ἔτσι προσκαλεῖ τώρα κ᾽ ἐμᾶς. Μᾶς προσκαλεῖ ὄχι βέβαια γιὰ νὰ μᾶς κάνῃ ἀποστόλους του ὅπως ἐκείνους· ἐκείνη ἦταν μία μοναδικὴ πρόσκλησι γιὰ κάτι ἰδιαίτερο, κάτι ἐξαιρετικό, γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἐμᾶς μᾶς προσκαλεῖ ὄχι γιὰ νὰ σώσουμε ἄλλους, ἀλλὰ γιὰ νὰ σωθοῦμε οἱ ἴδιοι· μᾶς προσκαλεῖ γιὰ νὰ μᾶς σώσῃ.
Γι᾽ αὐτὴ τὴν πρόσκλησι τοῦ Χριστοῦ λοιπὸν ἂς μιλήσουμε κ᾽ ἐμεῖς τώρα.
⃝ Τὸ κήρυγμα. Τὸ πρῶτο, τὸ γενικὸ προσκλητήριο ποὺ ἀπευθύνει σὲ ὅλους μας, εἶνε τὸ κήρυγμα. Ὁ ἱεροκήρυκας εἶνε ἕνας ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ. Δὲν κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ μοιράζῃ τὰ προσκλητήρια τοῦ Χριστοῦ. Τὰ μοιράζει παντοῦ καὶ καλεῖ τοὺς ἁμαρτωλοὺς νὰ μετανοήσουν. «Δεῦτε ὀπίσω μου», λέει (Ματθ. 4,19). Τὴ φωνὴ αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀκοῦμε στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, διαβιβάζει ὁ κάθε ἁπλὸς κήρυκας –παρὰ τὴ δική του ἀτέλεια– στοὺς Χριστιανοὺς τῆς γενεᾶς του. Ἂς εἶνε ὁ ἴδιος ἕνας ἀδύναμος ἄνθρωπος, ἕνας ἁμαρτωλὸς ὅπως εἴμαστε ὅλοι· ἂς ἔχῃ ἐλαττώματα καὶ πάθη ὅπως κάθε θνητός. Ἀπ᾽ τὴ στιγμὴ ποὺ βρίσκεται ἐπάνω στὸν ἄμβωνα καὶ ἐφ᾽ ὅσον κηρύττει ὅ,τι δίδαξε ὁ Χριστός, ἡ φωνή του – τὸ κήρυγμά του – τὰ λόγια του εἶνε φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Προσκλητήρια Θεοῦ εἶνε τὰ κηρύγματα ποὺ ἀκοῦμε· Μετανοῆστε! ἀφῆστε τὴν ἁμαρτία! ἀγαπῆστε τὸ Χριστό! ἀκολουθῆστε τὸ δρόμο τῆς αἰωνίου ζωῆς!… Αὐτὸ σαλπίζει ὁ ἄμβωνας. Αὐτὰ διδάσκουν οἱ ἱεροκήρυκες σήμερα, αὐτὰ θὰ διδάξουν αὔριο, αὐτὰ θὰ διδάσκουν πάντοτε.
Πόσοι ὅμως ἀκοῦνε μὲ προθυμία τὸ κήρυγμα; πόσοι δέχονται τὸν ἔλεγχο τοῦ ἱεροκήρυκα; πόσοι ἐφαρμόζουν καὶ ἐκτελοῦν ὅ,τι διδάσκουν οἱ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας; Οἱ περισσότεροι περιφρονοῦν τὴν πρόσκλησι αὐτὴ τοῦ Κυρίου. Μὲ τὴ στάσι τους «ξεσχίζουν» τὸ προσκλητήριο καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ζοῦν τὸν βίο τῆς ἁμαρτίας. Καὶ τότε τί κάνει ὁ Κύριος· στέλνει τὸ δεύτερο προσκλητήριο, ποὺ εἶνε
⃝ Οἱ θλίψεις. Εἶνε προσκλητήριο ὄχι χαρμόσυνο, δὲν εἶνε γραμμένο μὲ χρυσᾶ γράμματα· εἶνε προσκλητήριο πένθιμο. Ἡ θλῖψις (εἴτε φτώχεια λέγεται, εἴτε συκοφαντία, εἴτε διωγμός, εἴτε θάνατος προσφιλοῦς προσώπου, εἴτε κάτι ἄλλο), ἡ θλῖψις εἶνε μία σάλπιγγα ποὺ φωνάζει πολὺ δυνατά. Τί σαλπίζει· Ἄνθρωποι, «δεῦτε ὀπίσω», μετανοῆστε!…
Καὶ μὲ τὶς θλίψεις συχνὰ βλέπουμε ἀποτέλεσμα· πολλὲς φορές, ὅ,τι δὲν κατώρθωσε τὸ κήρυγμα, τὸ κατορθώνει ἡ θλῖψις.
Λὲς π.χ. στὸ φιλάργυρο· Μὴ θησαυρίζεις, κάνε ἐλεημοσύνη, δίνε κάτι καὶ στὸ φτωχό… Αὐτὸς τίποτε· ἔχει φραγμένα τ᾽ αὐτιά του, δὲν ἀκούει. Ἔρχεται ὅμως μία θλῖψις (ἢ καταστρέφεται ἡ σοδειά, ἢ πέφτουν τὰ ὁμόλογα, ἢ ἀποτυγχάνουν οἱ ἐπιχειρήσεις, ἢ χάνονται τὰ χρήματά του, ἤ…)· καὶ τότε καταλαβαίνει πόσο δίκιο εἶχε ὁ Χριστὸς ὅταν τὸν προσκαλοῦσε καὶ τοῦ ἔλεγε «Δεῦτε ὀπίσω μου». Ἀποφασίζει τώρα, φτωχὸς πλέον, ν᾽ ἀκολουθήσῃ τὸ Χριστό. Σώθηκε διὰ τῆς θλίψεως.
Νά κ᾽ ἕνας ἄλλος. Εἶνε νέος. Γλεντάει, διασκεδάζει· δὲν ἀκούει κηρύγματα, συμβουλές, ὑποδείξεις· οὔτε θέλει νὰ δεχτῇ καμμία ἄλλη πρόσκλησι τοῦ Χριστοῦ. Ἔρχεται ὅμως καὶ γι᾽ αὐτὸν θλῖψι· εἶνε μιὰ ἀσθένεια. Πέφτει ἄρρωστος στὸ κρεβάτι. Καὶ ἐκεῖ μετανοεῖ ὅπως ὁ ἄσωτος. Τώρα βλέπει πόσο δίκιο εἶχε ἡ Ἐκκλησία ὅταν ἔλεγε ὅτι «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2).
Νά κ᾽ ἕνας ἄλλος. Εἶνε γονιός, πατέρας ἢ μάνα. Εἶνε προσκολλημένοι ὑπερβολικὰ στὰ παιδιά τους, τὰ λατρεύουν, τά ᾽χουν κάνει εἴδωλο. Θεὸ δὲν σκέπτονται, ἐκκλησία δὲν πατοῦν, προσευχὲς δὲν κάμνουν. Ὅλα γιὰ τὰ παιδιά!… Τά ᾽χουν θεοποιήσει… Ἀλλὰ ἔρχεται ἡ θλῖψι· μιὰ μέρα, τὸ παιδὶ ἐκεῖνο ποὺ λάτρευαν, τὸ παίρνει ὁ Θεός! Ταράζονται πολύ. Ἡ καρδιά τους τώρα χτυπάει δυνατά· ἀλλὰ συγχρόνως χτυπάει καὶ ἡ καμπάνα τῆς μετανοίας καὶ ἐπιστροφῆς στὸ Θεό. Πατέρας καὶ μάνα ζητοῦν παρηγοριά, πλησιάζουν τὴν Ἐκκλησία, ἀρχίζουν νὰ ζοῦν χριστιανικά. Ποιός τοὺς ἔφερε κοντὰ στὸ Χριστό; Ἡ θλῖψις, ὁ θάνατος.
Ἀλλὰ κάποτε δὲν μετανοοῦμε οὔτε μὲ τὶς θλίψεις αὐτές· μένουμε σκληροί, ἀδιάλλακτοι. Καὶ τότε; Ὤ! τότε ὁ Χριστὸς ἐκδίδει καὶ στέλνει ἄλλα προσκλητήρια. Καὶ εἶνε φοβερὰ τὰ προσκλητήρια αὐτά. Ἀλλ᾽ ἀφοῦ δὲν θέλουμε νὰ καταλάβουμε μὲ τὸ καλό, τί πρέπει νὰ γίνῃ; Χρησιμοποιεῖ θλίψεις μεγάλες, γιὰ νὰ μᾶς κάνῃ νὰ ξυπνήσουμε, νὰ συναισθανθοῦμε ποῦ βρισκόμαστε. Δηλαδή;
Γι᾽ αὐτὴ τὴν πρόσκλησι τοῦ Χριστοῦ λοιπὸν ἂς μιλήσουμε κ᾽ ἐμεῖς τώρα.
⃝ Τὸ κήρυγμα. Τὸ πρῶτο, τὸ γενικὸ προσκλητήριο ποὺ ἀπευθύνει σὲ ὅλους μας, εἶνε τὸ κήρυγμα. Ὁ ἱεροκήρυκας εἶνε ἕνας ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ. Δὲν κάνει τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ μοιράζῃ τὰ προσκλητήρια τοῦ Χριστοῦ. Τὰ μοιράζει παντοῦ καὶ καλεῖ τοὺς ἁμαρτωλοὺς νὰ μετανοήσουν. «Δεῦτε ὀπίσω μου», λέει (Ματθ. 4,19). Τὴ φωνὴ αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀκοῦμε στὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο, διαβιβάζει ὁ κάθε ἁπλὸς κήρυκας –παρὰ τὴ δική του ἀτέλεια– στοὺς Χριστιανοὺς τῆς γενεᾶς του. Ἂς εἶνε ὁ ἴδιος ἕνας ἀδύναμος ἄνθρωπος, ἕνας ἁμαρτωλὸς ὅπως εἴμαστε ὅλοι· ἂς ἔχῃ ἐλαττώματα καὶ πάθη ὅπως κάθε θνητός. Ἀπ᾽ τὴ στιγμὴ ποὺ βρίσκεται ἐπάνω στὸν ἄμβωνα καὶ ἐφ᾽ ὅσον κηρύττει ὅ,τι δίδαξε ὁ Χριστός, ἡ φωνή του – τὸ κήρυγμά του – τὰ λόγια του εἶνε φωνὴ τοῦ Χριστοῦ. Προσκλητήρια Θεοῦ εἶνε τὰ κηρύγματα ποὺ ἀκοῦμε· Μετανοῆστε! ἀφῆστε τὴν ἁμαρτία! ἀγαπῆστε τὸ Χριστό! ἀκολουθῆστε τὸ δρόμο τῆς αἰωνίου ζωῆς!… Αὐτὸ σαλπίζει ὁ ἄμβωνας. Αὐτὰ διδάσκουν οἱ ἱεροκήρυκες σήμερα, αὐτὰ θὰ διδάξουν αὔριο, αὐτὰ θὰ διδάσκουν πάντοτε.
Πόσοι ὅμως ἀκοῦνε μὲ προθυμία τὸ κήρυγμα; πόσοι δέχονται τὸν ἔλεγχο τοῦ ἱεροκήρυκα; πόσοι ἐφαρμόζουν καὶ ἐκτελοῦν ὅ,τι διδάσκουν οἱ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας; Οἱ περισσότεροι περιφρονοῦν τὴν πρόσκλησι αὐτὴ τοῦ Κυρίου. Μὲ τὴ στάσι τους «ξεσχίζουν» τὸ προσκλητήριο καὶ ἐξακολουθοῦν νὰ ζοῦν τὸν βίο τῆς ἁμαρτίας. Καὶ τότε τί κάνει ὁ Κύριος· στέλνει τὸ δεύτερο προσκλητήριο, ποὺ εἶνε
⃝ Οἱ θλίψεις. Εἶνε προσκλητήριο ὄχι χαρμόσυνο, δὲν εἶνε γραμμένο μὲ χρυσᾶ γράμματα· εἶνε προσκλητήριο πένθιμο. Ἡ θλῖψις (εἴτε φτώχεια λέγεται, εἴτε συκοφαντία, εἴτε διωγμός, εἴτε θάνατος προσφιλοῦς προσώπου, εἴτε κάτι ἄλλο), ἡ θλῖψις εἶνε μία σάλπιγγα ποὺ φωνάζει πολὺ δυνατά. Τί σαλπίζει· Ἄνθρωποι, «δεῦτε ὀπίσω», μετανοῆστε!…
Καὶ μὲ τὶς θλίψεις συχνὰ βλέπουμε ἀποτέλεσμα· πολλὲς φορές, ὅ,τι δὲν κατώρθωσε τὸ κήρυγμα, τὸ κατορθώνει ἡ θλῖψις.
Λὲς π.χ. στὸ φιλάργυρο· Μὴ θησαυρίζεις, κάνε ἐλεημοσύνη, δίνε κάτι καὶ στὸ φτωχό… Αὐτὸς τίποτε· ἔχει φραγμένα τ᾽ αὐτιά του, δὲν ἀκούει. Ἔρχεται ὅμως μία θλῖψις (ἢ καταστρέφεται ἡ σοδειά, ἢ πέφτουν τὰ ὁμόλογα, ἢ ἀποτυγχάνουν οἱ ἐπιχειρήσεις, ἢ χάνονται τὰ χρήματά του, ἤ…)· καὶ τότε καταλαβαίνει πόσο δίκιο εἶχε ὁ Χριστὸς ὅταν τὸν προσκαλοῦσε καὶ τοῦ ἔλεγε «Δεῦτε ὀπίσω μου». Ἀποφασίζει τώρα, φτωχὸς πλέον, ν᾽ ἀκολουθήσῃ τὸ Χριστό. Σώθηκε διὰ τῆς θλίψεως.
Νά κ᾽ ἕνας ἄλλος. Εἶνε νέος. Γλεντάει, διασκεδάζει· δὲν ἀκούει κηρύγματα, συμβουλές, ὑποδείξεις· οὔτε θέλει νὰ δεχτῇ καμμία ἄλλη πρόσκλησι τοῦ Χριστοῦ. Ἔρχεται ὅμως καὶ γι᾽ αὐτὸν θλῖψι· εἶνε μιὰ ἀσθένεια. Πέφτει ἄρρωστος στὸ κρεβάτι. Καὶ ἐκεῖ μετανοεῖ ὅπως ὁ ἄσωτος. Τώρα βλέπει πόσο δίκιο εἶχε ἡ Ἐκκλησία ὅταν ἔλεγε ὅτι «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (Ἐκκλ. 1,2).
Νά κ᾽ ἕνας ἄλλος. Εἶνε γονιός, πατέρας ἢ μάνα. Εἶνε προσκολλημένοι ὑπερβολικὰ στὰ παιδιά τους, τὰ λατρεύουν, τά ᾽χουν κάνει εἴδωλο. Θεὸ δὲν σκέπτονται, ἐκκλησία δὲν πατοῦν, προσευχὲς δὲν κάμνουν. Ὅλα γιὰ τὰ παιδιά!… Τά ᾽χουν θεοποιήσει… Ἀλλὰ ἔρχεται ἡ θλῖψι· μιὰ μέρα, τὸ παιδὶ ἐκεῖνο ποὺ λάτρευαν, τὸ παίρνει ὁ Θεός! Ταράζονται πολύ. Ἡ καρδιά τους τώρα χτυπάει δυνατά· ἀλλὰ συγχρόνως χτυπάει καὶ ἡ καμπάνα τῆς μετανοίας καὶ ἐπιστροφῆς στὸ Θεό. Πατέρας καὶ μάνα ζητοῦν παρηγοριά, πλησιάζουν τὴν Ἐκκλησία, ἀρχίζουν νὰ ζοῦν χριστιανικά. Ποιός τοὺς ἔφερε κοντὰ στὸ Χριστό; Ἡ θλῖψις, ὁ θάνατος.
Ἀλλὰ κάποτε δὲν μετανοοῦμε οὔτε μὲ τὶς θλίψεις αὐτές· μένουμε σκληροί, ἀδιάλλακτοι. Καὶ τότε; Ὤ! τότε ὁ Χριστὸς ἐκδίδει καὶ στέλνει ἄλλα προσκλητήρια. Καὶ εἶνε φοβερὰ τὰ προσκλητήρια αὐτά. Ἀλλ᾽ ἀφοῦ δὲν θέλουμε νὰ καταλάβουμε μὲ τὸ καλό, τί πρέπει νὰ γίνῃ; Χρησιμοποιεῖ θλίψεις μεγάλες, γιὰ νὰ μᾶς κάνῃ νὰ ξυπνήσουμε, νὰ συναισθανθοῦμε ποῦ βρισκόμαστε. Δηλαδή;
⃝ Οἱ μεγάλες συμφορές. Ἕνας σεισμός· εἶνε ἕνα φοβερὸ προσκλητήριο. Μία πυρκαϊά· ἄλλο συνταρακτικὸ προσκλητήριο. Μία πλημμύρα· τρίτο δυνατὸ προσκλητήριο. Μία ἄλλη ἐκτεταμένη καταστροφή· τέταρτο συγκλονιστικὸ προσκλητήριο. Μία ἐπιδημία· πέμπτο ἀφυπνιστικὸ προσκλητήριο… Ὅλα αὐτὰ εἶνε μέσα, μὲ τὰ ὁποῖα ὁ Χριστὸς θέλει νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ πάλι κοντά του, νὰ μᾶς ἐπαναφέρῃ στὴν αὐλή του, ἀπ᾽ τὴν ὁποία ἔχουμε ξεμακρύνει καὶ περιπλανώμεθα μέσα σὲ δρυμοὺς καὶ σὲ δάση τῆς κακίας.
Καὶ ἐὰν ἐμεῖς οὔτε μὲ τὸ κήρυγμα οὔτε μὲ τὶς μικρὲς θλίψεις οὔτε μὲ τὶς μεγάλες συμφορὲς δὲν μετανοήσουμε, τότε θὰ ἐκδώσῃ τὸ προσκλητήριο ἐκεῖνο ποὺ τρέμω νὰ τὸ πῶ. Εἶνε τὸ φοβερώτερο ἀπ᾽ ὅλα· εἶνε ὁ πόλεμος. Ὁ πόλεμος, τοπικὸς ἢ καὶ παγκόσμιος, εἶνε μάστιγα τοῦ Θεοῦ. Τὴν χρησιμοποιεῖ ὡς τελευταῖο μέσο ἀφυπνίσεως καὶ ἐπιστροφῆς σ᾽ αὐτόν.
Καὶ ἐὰν ἐμεῖς οὔτε μὲ τὸ κήρυγμα οὔτε μὲ τὶς μικρὲς θλίψεις οὔτε μὲ τὶς μεγάλες συμφορὲς δὲν μετανοήσουμε, τότε θὰ ἐκδώσῃ τὸ προσκλητήριο ἐκεῖνο ποὺ τρέμω νὰ τὸ πῶ. Εἶνε τὸ φοβερώτερο ἀπ᾽ ὅλα· εἶνε ὁ πόλεμος. Ὁ πόλεμος, τοπικὸς ἢ καὶ παγκόσμιος, εἶνε μάστιγα τοῦ Θεοῦ. Τὴν χρησιμοποιεῖ ὡς τελευταῖο μέσο ἀφυπνίσεως καὶ ἐπιστροφῆς σ᾽ αὐτόν.
* * *
Πόσο εὐτυχεῖς ἦταν, ἀγαπητοί μου, οἱ μαθηταὶ τοῦ Κυρίου, ποὺ μόλις ἄκουσαν τὸ «Δεῦτε ὀπίσω μου» ἄφησαν τὰ πάντα καὶ τὸν ἀκολούθησαν! Τὸ ἴδιο εὐτυχεῖς θὰ εἴμαστε κ᾽ ἐμεῖς, ἐὰν δεχτοῦμε τὸ προσκλητήριό του. Μᾶς προσκαλεῖ ὄχι γιὰ θάνατο ἀλλὰ γιὰ ζωή. Μᾶς προσκαλεῖ νὰ μᾶς θεραπεύσῃ· αὐτὸς εἶνε ὁ Ἰατρὸς ψυχῶν καὶ σωμάτων. Μᾶς προσκαλεῖ νὰ μᾶς παρηγορήσῃ· αὐτὸς εἶνε ὁ παρήγορος τῶν καρδιῶν μας. Μᾶς προσκαλεῖ γιὰ νὰ μᾶς ἐλευθερώσῃ· αὐτὸς εἶνε ὁ ἐλευθερωτής. Μᾶς προσκαλεῖ γιὰ νὰ μᾶς χαρίσῃ πλούτη πνευματικὰ καὶ ἄφθαρτα· αὐτὸς εἶνε ὁ βασιλεὺς οὐρανοῦ καὶ γῆς.
Ἂς σπεύσουμε λοιπόν. Ἂς ἀκούσουμε τὸ κήρυγμά του. Ἂς δεχτοῦμε τὸ προσκλητήριό του. Ἂς μὴ γυρίσουμε πίσω κενοί. Ἂς τεντώσουμε τ᾽ αὐτιά μας ν᾽ ἀκούσουμε τὴ σάλπιγγα, ποὺ σημαίνει τὸ προσκλητήριο «Δεῦτε ὀπίσω μου». Ἂς ἀπαντήσουμε κ᾽ ἐμεῖς· Κύριε Ἰησοῦ, ἔρχομαι, ἐπιστρέφω σ᾽ ἐσένα· δέξου με ποὺ μετανοῶ καὶ σῶσε με· ἀμήν!
Τὸ κήρυγμα εἶνε τὸ σάλπισμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅπως ὁ στρατιώτης, ὅταν ἀκούσῃ τὴ σάλπιγγα τῆς μονάδος του νὰ χτυπάῃ προσκλητήριο, δὲν ἐξετάζει ἂν ὁ συγκεκριμένος σαλπιγκτὴς εἶνε κοντοχωριανός του ἢ ἀπὸ ἄλλη περιοχή, ἔτσι καὶ ὁ Χριστιανὸς ποὺ ἀκούει τὸ κήρυγμα ἂς μὴν ἐξετάζῃ ἐὰν ὁ ἱεροκήρυκας εἶνε ἅγιος ἢ ἁμαρτωλός, εὐγενὴς ἢ ἀγενής. Μία μόνο ὑποχρέωσι ἔχει· νὰ δεχτῇ καὶ νὰ ἐκτελέσῃ ὅποιο παράγγελμα κηρύττει ὁ κήρυκας. Ὅσο γιὰ τὸν κήρυκα, ἂν σαλπίζῃ καλὰ τὸ θεϊκὸ σάλπισμα, αὐτὸ θὰ τὸ κρίνῃ ὁ Θεός.
Ἂς σπεύσουμε λοιπόν. Ἂς ἀκούσουμε τὸ κήρυγμά του. Ἂς δεχτοῦμε τὸ προσκλητήριό του. Ἂς μὴ γυρίσουμε πίσω κενοί. Ἂς τεντώσουμε τ᾽ αὐτιά μας ν᾽ ἀκούσουμε τὴ σάλπιγγα, ποὺ σημαίνει τὸ προσκλητήριο «Δεῦτε ὀπίσω μου». Ἂς ἀπαντήσουμε κ᾽ ἐμεῖς· Κύριε Ἰησοῦ, ἔρχομαι, ἐπιστρέφω σ᾽ ἐσένα· δέξου με ποὺ μετανοῶ καὶ σῶσε με· ἀμήν!
Τὸ κήρυγμα εἶνε τὸ σάλπισμα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅπως ὁ στρατιώτης, ὅταν ἀκούσῃ τὴ σάλπιγγα τῆς μονάδος του νὰ χτυπάῃ προσκλητήριο, δὲν ἐξετάζει ἂν ὁ συγκεκριμένος σαλπιγκτὴς εἶνε κοντοχωριανός του ἢ ἀπὸ ἄλλη περιοχή, ἔτσι καὶ ὁ Χριστιανὸς ποὺ ἀκούει τὸ κήρυγμα ἂς μὴν ἐξετάζῃ ἐὰν ὁ ἱεροκήρυκας εἶνε ἅγιος ἢ ἁμαρτωλός, εὐγενὴς ἢ ἀγενής. Μία μόνο ὑποχρέωσι ἔχει· νὰ δεχτῇ καὶ νὰ ἐκτελέσῃ ὅποιο παράγγελμα κηρύττει ὁ κήρυκας. Ὅσο γιὰ τὸν κήρυκα, ἂν σαλπίζῃ καλὰ τὸ θεϊκὸ σάλπισμα, αὐτὸ θὰ τὸ κρίνῃ ὁ Θεός.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπὸ τὸ χειρόγραφο ὁμιλίας, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἄγνωστο ἱ. ναὸ τῆς ἱ. μητροπόλεως Αἰτωλίας & Ἀκαρνανίας καὶ πιθανῶς τὴν 30-6-1940.
Ἀνάγνωσις, μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα, στοιχειοθεσία καὶ μικρὴ ἀναπλήρωσις 6-5-2020.
Ἀνάγνωσις, μεταφορὰ σὲ ἁπλῆ γλῶσσα, στοιχειοθεσία καὶ μικρὴ ἀναπλήρωσις 6-5-2020.