Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

Νίκος Ε. Σακαλάκης, Απάντηση προς τον π. Εμμανουήλ Χατζηδάκη

ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ:

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΥΠΟΚΡΙΣΙΑΣ;
«Ποιόν Ορθόδοξο Ιεράρχη θα μνημονεύουν;», ή "Ποιόν μνημονεύουν ως ορθόδοξο Ιεράρχη;" Εν τέλει σ' αυτή την ευχή: "μνήσθητι, Κύριε, πάσης ἐπισκοπῆς ὀρθοδόξων, τῶν ὀρθοτομούντων τὸν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας..." κρύβεται πάσαν αλήθεια... Τουτέστιν; Δεν έχουμε σοβαρούς ιεράρχες αλλά αμαθείς και ασεβείς, και.... ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΒΟΗΘΟΣ!
                                                                      


Ανοικτή  Επιστολή - Απάντηση προς τον π. Εμμανουήλ Χατζηδάκη
Σεβαστέ π. Εμμανουήλ
Η σημερινή, σχεδόν καθολική, έλλειψη ομολογιακής παρουσίας, διευθυντικού κέντρου γενικού ελέγχου και Ορθοδόξου συντονισμού, αντανακλάται στην εναγώνια φωνή σας – κάλεσμα: «Ποιόν Ορθόδοξο Ιεράρχη θα μνημονεύουν;».

Ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης υπογραμμίζει – αναλύει τον ειδικό καταμερισμό που αντιστοιχεί στην επισκοπική διακονία: «ούτως Ιεράρχην ο λέγων, δηλοί τον ένθεον τε και θείον άνδρα, τον πάσης ιεράς επιστήμονα γνώσεως, εν ω καθαρώς η κατ’ αυτόν ιεραρχία πάσα τελείται και γινώσκεται» (Εκκλ. Ιεραρχ. Κεφ. α΄).
Η ανώτερη Ελληνική (Συνοδική) Ιεραρχία, δυστυχώς, από τους θεωρητικότερους εως τους πρακτικότερους Ιεράρχες, δεν καταδίκασαν τον οικουμενισμό και την λεγόμενη «σύνοδο» της Κρήτης – ως όφειλαν – σύμφωνα με τους Ι. Κανόνες και την πρακτική των Αγίων Πατέρων.
Η επισκοπική – Ιεραρχική παρουσία γνώρισε μεγάλη απόσταση από την Ορθόδοξη Αλήθεια, ως μη της «Ιεράς επιστήμης γνώστες», σύμφωνα με τον αγ. Διονύσιο Αρεοπαγίτη.
Η Ιεραρχική όμως διακονία καταμερίζεται σε τρεις τομείς. Σχετικά γράφει ο θεοφόρος Μάξιμος (Ομολογητής): «Διακόνου λόγον επέχει ο προς τους Ιερούς αγώνας αλείφων τον νουν και τους εμπαθείς λογισμούς απελαύνων απ’ αυτού· πρεσβυτέρου δε, ο εις την γνώσιν των όντων φωτίζων και την ψευδώνυμον γνώσιν εξαφανίζων· επισκόπου δε, ο το αγίω μύρω τελειών της γνώσεώς της προσκυνητής και αγίας Τριάδος».
Συμπέρασμα: Με ολίγες εξαιρέσεις, η ιερατική Ιεραρχία δηλ. διάκονοι, πρεσβύτεροι και επίσκοποι, δεν ανταποκρίθηκαν στο αίτημα των καιρών, στην καταδίκη δηλ. του οικουμενισμού και την πνευματική αφύπνιση των πιστών.
Όλα αυτά που περιγράφετε – εύστοχα – (με ερωτήματα) είναι τα προσκόμματα, που ακολούθησαν την αμάθεια και την αγνωσία (κλήρου και λαού) της Αγίας Γραφής, των Ι. κανόνων και της Πατερικής διδαχής.
Μια καθαρά όραση – αντίληψη διακρίνει, ότι το σημερινό Εκκλησιαστικό σώμα δεν υπακούει και δεν κατευθύνεται προς την Πατερική οδό. Γι’ αυτό και αναφύονται και τα διλήμματα: «πού θα εκκλησιάζεται όλος ο ευσεβής λαός του Θεού ανά την οικουμένη; Πού θα μεταλαμβάνει των Αχράντων μυστηρίων; Πού θα λειτουργούν οι λίγοι Ορθόδοξοι ιερείς, αποτειχισμένοι και μη»;
Σε προηγούμενα εκκλησιαστικά ιστορικά γεγονότα – ανάλογα, το Εκκλησιαστικό σώμα ομολογούσε άμεσα και απερίφραστα την ορθή πίστη, με ασυμβίβαστη διάθεση. Οι αγροί, οι οικίες, οι δύσκολες καιρικές συνθήκες, οι υπαίθριοι χώροι, οι διώξεις και τα μαρτύρια ήταν εργαλεία αντίθεσης – πάλης προς την κυρίαρχη αιρετική ηγεσία. Τίποτα δεν φοβήθηκαν περισσότερο από την αίρεση, από τον αιώνιο χωρισμό από τον Χριστό.
Για την ορθή θεολογική ρύθμιση του Εκκλησιαστικού σώματος, πρέπει να απαντηθούν ορισμένα καίρια ερωτήματα από τους Επισκόπους ή τους ιερείς ή τους θεολόγους, που πονούν για την Εκκλησία και τα σχίσματα.
  • Πότε θεωρείται ότι ο Ναός έχει καταληφθεί από τους αιρετικούς; Υπάρχουν τότε έγκυρα Μυστήρια;
  • Η Θεία Λειτουργία τελείται στο όνομα του επισκόπου; Δηλ. η μη μνημόνευση ενός αιρετικού επισκόπου συνεπάγεται άκυρα Μυστήρια;
  • Στην ερμηνεία της Θ. Λειτουργίας (1651), επανέκδοση από το «ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ – ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙΝ» των Κατουνακίων του Αγ. Όρους, διαβάζουμε: «Έχουσιν λοιπόν χρέος όλοι οι ιερείς, εις την ιερουργίαν των Ιερών και Θείων Μυστηρίων να έχουν την Ορθόδοξον εκείνην και πιστήν γνώμην, την οποία κρατεί η αγία του Θεού Εκκλησία… Διατί μην έχοντας οι ιερείς τον σκοπόν όπου έχει η Εκκλησία, ας ηξεύρουν πως δεν κάνουν Μυστήριον. Και η μερίς αυτών μετά Ιούδα».
Σεβαστέ π. Εμμανουήλ, αν δώσετε τις θεολογικές – Πατερικές απαντήσεις στα κρίσιμα ερωτήματα, προς πνευματική ρύθμιση του Εκκλησιαστικού σώματος, που οπωσδήποτε επιθυμείτε, τότε ευχαρίστως να συνεχισθεί (λεπτομερέστερα) ο γόνιμος αυτός διάλογος.
Με βαθύ σεβασμό
Αιτούμαι τις ευχές σας
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ