«Η λειτουργία της Εξουσίας κατά τον Ι. Χρυσόστομο»
(Ομιλία 10η – Στην Α΄ προς Τιμόθεο
Επιστολή)
Το
θεολογικό όραμα του Ι. Χρυσοστόμου, πνευματικό και κοινωνικό, αγκαλιάζει σχεδόν
όλες τις ομιλίες του. Για τον Ι. Χρυσόστομο η υψηλότερη πράξη χριστιανικής
τελείωσις είναι η θέωσις (= ένωση με τον Θεό), χωρίς να αμελεί την εφαρμογή –
προώθηση του κοινωνικού Χριστιανισμού στο έσχατο όριο του εφικτού της εφαρμογής
του.
Στην
ομιλία του αυτή δίνει ένα πολύ ενδιαφέρον δείγμα ανάλυσης του ρόλου του
άρχοντα, εκκλησιαστικού ή πολιτικού, σε ηγετικό επίπεδο, ως τελεολογικού
αναδιανεμητή της πνευματικότητας της Ορθοδοξίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Αυτούς τους δύο πνευματικούς άξονες τους απορρίπτει το (προτεσταντικό)
καπιταλιστικό σύστημα και ο Μαρξισμός.
Τονίζει
ο Ι. Πατήρ (σχετικά - ενδεικτικά):
Α-
«Τον άρχοντα παντός λαμπτήρος λαμπρότερον είναι δει, και βίον έχειν ακηλίδωτον,
ώστε πάντας προς εκείνον οράν και προς τον αυτού βίον τον οικείον
χαρακτηρίζειν» (Ε.Π.Ε. 23, 274).
Μετάφρασις: «Ο άρχοντας πρέπει να είναι λαμπρότερος από κάθε λαμπτήρα και να έχη βίο ακηλίδωτο, ώστε όλοι να προσβλέπουν σ’ αυτόν και να συμμορφώνουν τη ζωή τους σύμφωνα με τη δική του ζωή.
Β.
«Τι όφελος εθνών ολοκλήρων άρχειν και δούλον είναι των παθών;» (Ε.Π.Ε. 23,
450).
Μετάφρασις: «Ποιο το όφελος να
εξουσιάζης ολόκληρα έθνη και να είσαι δούλος των παθών;».
Αναφέρεται
στο πρόβλημα της προσωπικότητας του πολιτικού ηγέτη, πρόβλημα πολύπλοκο, μιας
και σαν άνθρωπος είναι ευάλωτος στην αμαρτία, ως γόητρο ή φιλαυτία ή σαν
εξάρτηση από διεφθαρμένες καταστάσεις.
Σ’
αντίθεση με σύγχρονους ηγέτες που πίστευαν ότι ενσάρκωναν το πνεύμα του
πολιτισμού των χωρών τους, όπως ο Σουκάρνο στην Ινδονησία, ο Νκρούμαχ στη Γκάνα
ή ο Νεχρού στην Ινδία κ.λ.π, ο Ι. Χρυσόστομος πιστεύει ότι η υψηλή εν Χριστώ
πνευματική ζωή του πολιτικού ηγέτη θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην πολιτική ζωή
της χώρας.
Να
υπογραμμίσουμε, ότι από τους μεγάλους αγίους Πατέρες η Εκκλησία, το
εκκλησιαστικό δηλ. σώμα των πιστών, δεν εθεωρείτο μόνο ως πνευματικό σώμα αλλά
και ως κοινωνικο-οικονομικό.
Δεν
πίστευε ο Ι. Πατήρ μόνο στην κυρίως ηθική βίωση του μυστηρίου της εν Χριστώ
ζωής από τον άρχοντα – ηγέτη. Πίστευε και στην εφαρμογή – αντικειμενοποίηση του
χριστιανικού κοινωνισμού στο σώμα της εκκλησίας. Μια τέτοια εφαρμογή του
κοινωνικού Ευαγγελίου, που θα έχει καθολική και διευθυντική αποστολή στο σώμα
των πιστών, κλείνει μέσα στα όριά της και την ιεραποστολή.
Τονίζει
ο Ι. Χρυσόστομος: «… Λαμψάτω γαρ υμών φησί το φως έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως
ίδωσι υμών τα καλά έργα… Τότε ουν πάντων ην η καρδία και η ψυχή μία και ουδέ
εις τι των εαυτού υπαρχόντων έλεγεν ίδιον είναι αλλ’ είχον άπαντα κοινά και
διεδίδετο εκάστω καθότι αν τις χρείαν είχε, και βίον έζων αγγελικόν. Και νυν αν
γένηται τούτο την οικουμένην επιστρέψωμεν άπασαν και χωρίς σημείων» (6η
ομιλία – στην Α΄ προς Κορινθίους – Ε.Π.Ε Τόμος 61, σελ. 52).
Υπενθυμίζει
ο Ι. Πατήρ, ότι η Αρχαία Εκκλησία παράλληλα με τα πνευματικά έδινε και τα βιοτικά: «Διεδίδοτο εκάστω καθ’ ότι αν τις
χρείαν είχε» (Πραξ. Δ΄, 35). Αυτή ακριβώς πρέπει να είναι και η πνευματική –
κοινωνική λειτουργία της εξουσίας σ’ ένα χριστιανικό κράτος, χωρίς ανεργία και
πτωχούς.
Τονίζει
ο Ι. Χρυσόστομος την αναγκαιότητα της ηθικής ενσωμάτωσης του Ευαγγελίου στην
κοινωνική – βιοτική ζωή των πιστών, ως εξής:
«Πως
ουν ου πάντες πιστεύουσι νυν; Ότι επί το χείρον τα πράγματα προήλθε, και τούτων
ημείς αίτιοι∙ λοιπόν γαρ και προς ημάς ο λόγος. Ου γαρ δήπου σημείοις και τότε
επίστευον μόνον, αλλά και από του βίου πολλοί των προσιόντων ενήγοντο∙ «Λαμψάτω
γαρ υμών το φως», φησίν, «έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσι τα καλά υμών έργα
και δοξάσωσι τον Πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς». Και «πάντων ην η καρδία και
η ψυχή μίας και ουδέ εις τι των υπαρχόντων αυτοίς έλεγεν ίδιον είναι, αλλ’
είχον άπαντα «κοινά», και «διεδίδοτο εκάστω, καθότι αν τις χρείαν είχε», και
βίον έζων αγγελικόν. Και νυν αν γένηται τούτο, την οικουμένην επιστρέψομεν
άπασαν και σημείων χωρίς» (Ομιλία 6η – Εις την Α΄ Κορινθ. ΕΠΕ 18 –
σελ. 162).
Μετάφρασις:
«Πως
λοιπόν τώρα δεν πιστεύουν όλοι; Διότι τα πράγματα εχειροτέρευσαν, και δι’ αυτά
εμείς είμεθα αίτιοι∙ απομένει δηλ. να ομιλήσωμεν και δια τον εαυτόν μας. Δεν
επίστευον λοιπόν και τότε μόνον εις θαύματα, αλλά πολλοί από τους
προσερχομένους εις την πίστιν προσειλκύοντο και από την ζωήν των πιστών∙ διότι
λέγει∙ «ας λάμψη το φως σας εμπρός εις τους ανθρώπους, δια να ίδουν τα καλά
έργα σας και να δοξάσουν τον Πατέρα σας τον ουράνιον», και «η καρδία και η ψυχή
όλων ήτο μία και κανείς δεν έλεγε ότι κάτι από τα υπάρχοντά του του ανήκεν,
αλλά όλα τα είχον κοινά», και «εδίδετο εις τον καθένα ό,τι είχε ανάγκη, και
έζων βίον αγγελικόν. Αν γίνη τούτο και σήμερα, θα επιστρέψωμεν όλην την
οικουμένην εις την πίστιν και χωρίς θαύματα».
Σχόλιο:
Σήμερα στο Ελληνικό κράτος με την μακραίωνη ορθόδοξη παράδοση δεν υπάρχει,
δυστυχώς, η επεξεργασία της κοινωνικής ηθικής του Ευαγγελίου προς
μετασχηματισμό (δίκαιο) της οικονομικής ζωής, μιας και βλέπουμε ότι τα
υπάρχοντα κοινωνικά συστήματα στην πατρίδα μας (Αστικό και Μαρξιστικό)
παρασύρουν τεράστιες ανθρώπινες υπάρξεις (όχι μάζες) στην ανεργία, φτώχεια και
δυστυχία.
Ουδεμία
προσπάθεια για την ανάπτυξη (εκ μέρους αστών και μαρξιστών) του κοινωνικού Χριστιανισμού,
ο οποίος υπερέχει του Αστισμού και του σοσιαλισμού.
Χωρίς
να υπεσέρχονται στο «ΔΕΟΝ», Πολιτεία και Δ. Εκκλησία, αρκούνται σε διακηρύξεις
για την Ορθοδοξία, ως φιλολογία κακής ποιότητος. Το αποδεικνύει η στάση τους
μπροστά στα προβλήματα των Ελλήνων, απέναντι στους εκμεταλλευτές των
εργαζομένων.
Οι
Πατέρες της Εκκλησία είναι αντίθετοι με τα πάσης φύσεως αγαθά να βρίσκονται
μόνο σε ιδιωτικά χέρια.
«Του
Κυρίου η γη, και το πλήρωμα αυτής, η οικουμένη και πάντες οι κατοικούντες εν
αυτή» (Ψαλμός 23).
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ