Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2017

Περί της μεταβολής του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού



Θεία Ευχαριστία
Περί της μεταβολής του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού
Το παρόν άρθρο, γράφτηκε με αφορμή τις ‘’απαντήσεις’’ που δόθηκαν στον Μάριο από πεντηκοστιανό ‘’ποιμένα’’ σχετικά με το αν ο άρτος και ο οίνος της Θείας Ευχαριστίας είναι αληθώς σώμα και αίμα Χριστού ή αν είναι ‘’πνευματικά’’ ή αλλιώς ‘’δια της πίστεως’’. Tον σχετικό διάλογο μπορείτε να βρείτε εδώ.
Σε αυτό το άρθρο, θα εξετάσουμε τι παρέλαβε από τους αποστόλους η μεταποστολική εκκλησία και τι διαφυλάχτηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού από την εποχή των αποστόλων μέχρι σήμερα και μέχρι να ξανάρθει ο Κύριος Ιησούς Χριστός, σχετικά με την μεταβολή των τιμίων δώρων σε Σώμα και Αίμα Χριστού.
Οι πρώτες αναφορές στην Θεία Ευχαριστία που κάνει ο Ιησούς Χριστός, φαίνονται στο ευαγγέλιο του Ιωάννη… «Εγώ είμαι ο άρτος ο ζων, ο καταβάς εκ του ουρανού. Εάν τις φάγη εκ τούτου του άρτου, θέλει ζήσει εις τον αιώνα. Και ο άρτος δε τον οποίον εγώ θέλω δώσει, είναι η σαρξ μου την οποίαν εγώ θέλω δώσει υπέρ της ζωής του κόσμου… Εάν δεν φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου και πίητε το αίμα αυτού, δεν έχετε ζωήν εν εαυτοίς. Όστις τρώγει την σάρκα μου και πίνει το αίμα μου, έχει ζωήν αιώνιον, και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα. Διότι η σαρξ μου αληθώς είναι τροφή, και το αίμα μου αληθώς είναι πόσις. Όστις τρώγει την σάρκα μου και πίνει το αίμα μου εν εμοί μένει, και εγώ εν αυτώ». (Ιωάννης στ, 51-56).

Λίγο αργότερα, ο ίδιος ο αρχηγός και θεμελιωτής της χριστιανικής πίστεως, ο Ιησούς, την νύχτα λίγο πριν παραδοθεί στον σταυρό για τις αμαρτίες μας, τέλεσε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, λέγοντας τα εξής λόγια όπως τα κατέγραψαν οι ευαγγελιστές… «Λάβετε φάγετε· τούτο ΕΙΝΑΙ το Σώμα μου… Πίετε εξ αυτού πάντες, διότι τούτο ΕΙΝΑΙ το αίμα μου» ( Ματθαίος κστ 26-29).
Δεν λέει ‘’συμβολίζει’’, δεν λέει ο Κύριος μας ‘’είναι μεν αλλά δια της πίστεως’’, λέει ΕΙΝΑΙ. Ο πιστός καλείται να δεχτεί τα λόγια του Χριστού όπως είναι ακριβώς.
Σχολιάζοντας ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας την σχετική περικοπή αναφέρει: «Δεικτικώς είπε, τούτο μου εστί το σώμα και τούτο μου εστί το αίμα, ίνα μη νομίσεις τύπον είναι τα φαινόμενα, αλλά δια τινός αρρήτου του πάντα ισχύοντος Θεού ΜΕΤΑΠΟΙΕΙΣΘΑΙ εις σώμα και αίμα Χριστού κατά το αληθές τα παρενηνεγμένα».
Ο δε Θεοφύλακτος αναφέρει… «Ου γαρ είπε, τούτο εστίν αντίτυπον, αλλά τούτο ΕΣΤΙ το σώμα μου· αρρήτω γαρ ενεργεία μεταποιείται, καν φαίνηται ημιν άρτος. Επεί γαρ ασθενείς έσμεν και ουκ αν εδεξάμεθα κρέας εσθίειν ωμόν και ανθρώπου σάρκα, δια τούτο ΑΡΤΟΣ μεν ημίν φαίνεται, ΣΑΡΞ δε τω όντι εστί».
Ενώ ο Ζιγαβηνός προσθέτει, «Ταύτα εισίν ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ και ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΙΜΑ ΜΟΥ. Ώσπερ γαρ υπερφυώς εθέωσε την προσληφθείσα σάρκα· ούτως απορρήτως ΜΕΤΑΠΟΙΕΙ και ταύτα εις αυτό το ζωοποιών αυτού σώμα και εις το τίμιον αυτού αίμα».
(Υπόμνημα Εις το Κατά Ματθαίον, Π  Τρεμπέλα, σελ. 461- 462).
Ο απ Παύλος, δίνοντας αργότερα οδηγίες στους προεστώτες λειτουργούς της τοπικής Εκκλησίας της  Κορίνθου και αφού επαναλαμβάνει τα λόγια του Κυρίου, αναφέρει συμπερασματικά: «Ώστε όστις τρώγη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, ένοχος θέλει είσθαι του σώματος και αίματος του Κυρίου. Ας δοκιμάζη δε εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου και ας πίνη εκ του ποτηρίου· διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου. Διά τούτο υπάρχουσι μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και αποθνήσκουσιν ικανοί. Διότι εάν διεκρίνομεν εαυτούς, δεν ηθέλομεν κρίνεσθαι· αλλ' όταν κρινώμεθα, παιδευόμεθα υπό του Κυρίου, διά να μη κατακριθώμεν μετά του κόσμου». (Α Κορινθίους ια, 32)
Εάν ο άρτος και ο οίνος ήταν απλά σύμβολα που δια της πίστεως ήταν Σώμα και Αίμα Χριστού (δηλαδή για μένα είναι για τον άλλο που δεν πιστεύει και τόσο δεν είναι), ο απ Παύλος δεν θα εφιστούσε την προσοχή της Εκκλησίας με τα παραπάνω λόγια. Όποιος μετέχει αναξίως (χωρίς εξομολόγηση και μετάνοια- διότι ουδείς αναμάρτητος), είναι ένοχος ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ και ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ του Κυρίου, επειδή ΔΕΝ ΔΙΑΚΡΙΝΕΙ ότι αυτά ΕΙΝΑΙ το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Πολύ καθαρά μας τα γράφει ο απ Παύλος. Αυτή η Παράδοση του Χριστού, διατηρήθηκε από τους αγίους αποστόλους, που με την σειρά τους την παρέδωσαν στους διαδόχους τους, οι οποίοι με την σειρά τους την παρέδωσαν στους συνεχιστές τους, και έτσι έφτασε ως σήμερα. Αλήθεια, κύριοι Προτεστάντες, που βρήκατε ότι ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΤΑΒΟΛΗ;
 Ο Ζιγαβηνός, σχολιάζοντας περί της μη διακρίσεως του Σώματος του Χριστού κατά την Θεία Ευχαριστία, αναφέρει: «Μη εννοών, ότι ΣΩΜΑ ΕΣΤΙ ΔΕΣΠΟΤΙΚΟΝ· σώμα φρίκης γέμον». (Υπόμνημα Εις τας επιστολάς της Καινής Διαθήκης, Α τόμος, σελ. 359).
Ο Τρεμπέλας σχολιάζει: «Προσέφερε ο Κύριος εαυτόν θυσίαν επί του σταυρού, ίνα δια του θανάτου του συμφιλιώσει ημάς προς τον Πατέρα του εξασφαλίζων εις ημάς την άφεσιν των αματιών μας μεθ’ όλων των άλλων δωρεών και χαρίτων του ευαγγελίου του. Συνέστησεν όμως εν ταυτώ και το μυστήριον της θείας Ευχαριστίας, εν τη οποία παρέχει ΤΟ ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΜΑ Του εις πάντα πιστόν ΩΣ ΤΡΟΦΗΝ ζωοποιόν της ψυχής του, δια της οποίας τα εκ της σταυρικής θυσίας του απορρεύσαντα αγαθά καθίστανται κτήμα προσωπικόν ενός εκάστου των πιστών». (Υπόμνημα, Α τόμος, σελ. 356).
Ας περάσουμε στον άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο, ο οποίος ήταν ΑΜΕΣΟΣ διάδοχος των αποστόλων, και επομένως συνεχιστής της ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ. Ας δούμε, λοιπόν, πώς κατανόησε ο ίδιος το συγκεκριμένο θέμα, όπως φαίνεται από τις επιστολές του. Πριν όμως περάσουμε σε αυτές, ας δούμε κάποια στοιχεία ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ για την ζωή και το έργο του σπουδαίου αυτού Πατέρα και Διδασκάλου της μεταποστολικής εποχής:
Ο καθηγητής θεολογίας Χ Κρικώνης αναφέρει, «Κατά τον Ευσέβιο ο Ιγνάτιος υπήρξε δεύτερος επίσκοπος Αντιοχείας, όπου επισκόπευσε από το 70 έως το 107, μετά τον Ευόδιο, ενώ κατά τον Ωριγένη υπήρξε διάδοχος του απ Πέτρου. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει γενικά ότι ο Ιγνάτιος συναναστράφηκε τους αποστόλους, το δε Μαρτυρολόγιο γράφει ότι ήταν ακροατής του Ιωάννου· το ίδιο επίσης αναφέρει και ο Ευσέβιος με την προσθήκη ότι ακροατές ήταν ο Παπίας με τον Πολύκαρπο. Πρέπει πάντως να θεωρηθεί βέβαιο ότι εγνώρισε τους Αποστόλους… Στην Αντιόχεια διετέλεσε επίσκοπος με πλούσια δράση και για πολλά χρόνια, ίσως από το 70 μέχρι του μαρτυρικού θανάτου του (113)…υπέστη μαρτυρικό θάνατο, πιθανόν το 113, κατασπαραχθείς από τα θηρία. Η μνήμη του εορτάζεται στις 20 Δεκεμβρίου» (Αποστολικοί Πατέρες, Α τόμος, σελ. 113-115).
Ο καθηγητής πατρολογίας Στ Παπαδόπουλος, ανάμεσα στα πολλά και σημαντικά που αναφέρει, γράφει και τα εξής: «Ο Θεοφόρος Ιγνάτιος είναι ο πρώτος Πατήρ και Διδάσκαλος της Εκκλησίας, όπως είναι και ο πρώτος μεγάλος θεολόγος μετά τους αποστόλους… Η θεολογία του Ιγνατίου, που φέρει την σφραγίδα του μεγάλου έργου, είναι γνήσια κι έγινε φρόνημα, ήθος και Παράδοση της Εκκλησίας, διότι είναι ποιμαντική, συνιστά έκφραση και συνέχεια της αποστολικής Παραδόσεως και δημιουργήθηκε με την καθοδήγηση του Αγ. Πνεύματος, καθώς ο ίδιος βεβαιώνει» (Α τόμος, σελ. 173).
Σχετικά με το έργο του ο Ε. Παπαευαγγέλου (διδάκτορας Θεολογίας), αναφέρει: «Οι επιστολές που συνολικά έστειλε ο Ιγνάτιος από τη Σμύρνη και την Τροία είναι επτά. Προς Εφεσίους, προς Μαγνησιοίς, προς Τραλλιανούς, προς Ρωμαίους, προς Φιλαδελφείς, προς Σμυρναίους, και προς Πολύκαρπον. Οι επιστολές του αυτές σώθηκαν μέχρι σήμερα στα ελληνικά σε δύο εκδόσεις, μια σύντομη και μία εκτενέστερη. Η γνώμη που επικρατεί σήμερα μεταξύ των ειδικών είναι, ότι από τις δύο μορφές των επτά επιστολών του Ιγνατίου, γνήσιες είναι οι επιστολές της σύντομης μορφής, ενώ οι άλλες της εκτενέστερης μορφής είναι νόθες». (Αποστολικοί Πατέρες, Άπαντα τα έργα, τόμος 4, σελ. 10).
Ο Στ. Παπαδόπουλος προσθέτει: «… επί δύο αιώνες συζητήθηκε η γνησιότης των επιστολών με αποτέλεσμα να γίνεται σήμερα από όλους δεκτή η προέλευση τους από τον Ιγνάτιο. Το ζήτημα της γνησιότητος δημιουργήθηκε κυρίως, διότι με νόθευση και πλαστογράφηση των γνησίων επιστολών προέκυψαν τρείς συλλογές, η εκτενής (13 επιστολές), η μέση και η βραχεία (3 σε συριακή μετάφραση). Με αυστηρή κριτική έρευνα των Ruinart, Zahn, Harnack και μάλιστα του Lightfoot  δείχτηκε ότι τις γνήσιες επιστολές (πλην της προς Ρωμαίους) διέσωσε η μέση συλλογή» (Α τόμος, σελ. 179).
Ακολουθούν αποσπάσματα επί του θέματός μας, από τις ΓΝΗΣΙΕΣ επιστολές του.
Αναφερόμενος τις αιρετικές διδασκαλίες των Γνωστικών (ότι ο Ιησούς φαινομενικά έπαθε και επομένως δεν πέθανε), αναφέρει ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος και για την Θεία Ευχαριστία, όπου κατά τους αιρετικούς, ο άρτος ΔΕΝ ΗΤΑΝ Σώμα Χριστού (και κατ επέκταση και ο οίνος δεν ήταν Αίμα Χριστού). Ο Ιγνάτιος πίστευε στην ΜΕΤΑΒΟΛΗ του άρτου και του οίνου, όπως ακριβώς ήταν στην διδασκαλία της πρότερης παράδοσης των αποστόλων. Όσους δεν το πίστευαν αυτό, τους ονομάζει ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΝΤΑΣ. Ας προσέξουν οι Προτεστάντες μην τυχών οι διδασκαλίες τους έχουν Γνωστικές καταβολές και ετεροδοξούν και αυτοί, κατά τα λόγια του Ιγνατίου.
Προς Σμυρναίους, κεφάλαιο 6 και 7: «…Καταμάθατε δε τους ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΝΤΑΣ εις την χάριν Ιησού Χριστού την εις ημάς ελθούσαν, πως εναντίοι εισίν τη γνώμη του Θεού. Περί αγάπης ου μέλει αυτοίς, ου περί χήρας, ου περί ορφανού, ου περί θλιβομένου, ου περί δεδεμένου ή λελυμένου, ου περί πεινώντος ή διψώντος. Ευχαριστίας και προσευχής απέχοντα ΔΙΑ ΤΟ ΜΗ ΟΜΟΛΟΓΕΙΝ, την ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΝ ΣΑΡΚΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ημών Ιησού Χριστού, την υπέρ των αμαρτιών ημών παθούσα, ην τη χρηστότητι ο Πατήρ ήγειρεν…».
Προς Σμυρναίους, κεφάλαιο 8: «…Εκείνη βεβαία ευχαριστία ηγείσθω, η υπό τον επίσκοπον ούσα, η ων αν αυτός επιτρέψη.  Όπου αν φανεί Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ, εκεί το πλήθος έστω· ώσπερ όπου αν η Χριστός Ιησούς, ΕΚΕΙ Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ Εκκλησία…».
Δηλαδή, έγκυρη είναι η ευχαριστία που τελείται από τον Επίσκοπο που έχει αποστολική διαδοχή, στον οποίο κοντά είναι και ο λαός όπως ακριβώς οπουδήποτε είναι ο Χριστός, εκεί και η εκκλησία.
Ο Ιγνάτιος στις επιστολές του ξεχωρίζει τους τρείς βαθμούς της ιεροσύνης και μιλάει για την ενότητα μεταξύ αυτών και του λαού, και κατ επέκταση με τον Θεό. Και αυτό είναι το φάρμακο που προτείνει κατά των αιρέσεων και των διχασμών στην εκκλησία, η ενότητα που επιτυγχάνεται με την υποταγή και υπακοή στον Επίσκοπο. Μήπως έχουν το ίδιο φρόνημα και οι Προτεστάντες που είναι διαιρεμένοι σε 23000 και πλέον διαφορετικές θρησκευτικές ομάδες;
Έχουμε και μια πολύ σημαντική μαρτυρία του Ιουστίνου του Μάρτυρα περίπου το 150 μ Χ.  Μάλιστα, αναφέρεται και το ζέον ύδωρ:
«Και τη του ηλίου ημέρα λεγομένη ημέρα, πάντων, κατά πόλεις ή αγρούς μενόντων, επί το αυτό συνέλευσις γίνεται και τα απομνημονεύματα των αποστόλων ή τα συγγράμματα των προφητών αναγινώσκεται μέχρι εγχωρεί. Είτα, παυσαμένου του αναγινώσκοντος, ο προεστώς δια λόγου την νουθεσίαν και πρόκλησιν της των καλών τούτων μιμήσεως ποιείται. Είτε ανιστάμεθα κοινή πάντες και ευχάς πέμπομεν και, ως προέφημεν, παυσαμένων ημών της ευχής, άρτος προσφέρεται και οίνος και ύδωρ και ο προεστώς ευχάς ομοίως και ευχαριστίας, όση δύναμις αυτώ, αναπέμπει και ο λαός επευφημεί λέγων αμήν και η διάδοσις και η μετάληψις από των ευχαριστηθέντων εκάστω γίνεται και τοις ου παρούσι δια των διακόνων πέμπεται» (Α Απολογία,67, 3-5).
Ο Ιουστίνος αναφέρει στο προηγούμενο κεφάλαιο… «…ου γαρ ως κοινόν άρτον, ουδέ ως κοινόν πόμα ταύτα λαμβάνομεν… ο σωτήρ ημών και σάρκα και αίμα υπέρ σωτηρίας ημών έσχεν, ούτως και την δι’  ευχής λόγου του παρ’ αυτού ευχαριστηθείσαν τροφήν, εξ ης αίμα και σάρκες κατά ΜΕΤΑΒΟΛΗΝ τρέφονται ημών, εκείνου του σαρκοποιηθέντος Ιησού και σάρκα και αίμα ΕΔΙΔΑΧΘΗΜΕΝ ΕΙΝΑΙ». (Α Απολογία, 66).
Τα ίδια αναφέρει και ο Ειρηναίος: «Ως γαρ ο από της γης άρτος, προσλαβόμενος την επίκλισιν του Θεού, ΟΥΚΕΤΙ ΚΟΙΝΟΣ ΑΡΤΟΣ ΕΣΤΙΝ». (Κατά Αιρέσεων IV 18).
O άρτος επομένως, μετά την επίκληση του Αγίου Πνεύματος δεν είναι πλέον κοινός άρτος, ούτε σύμβολο επομένως.
Όταν οι εικοκλάστες δίδασκαν ότι η μόνη εικόνα του Χριστού είναι ο άρτος της θείας Ευχαριστίας, η Ζ Οικουμενική απάντησε ότι τα τίμια δώρα της ευχαριστίας δεν είναι απλά μια εικόνα, αλλά το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.
Τέλος, κλείνουμε με τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, ο οποίος συνοψίζει την ορθόδοξη πίστη αναφορικά με το θέμα μας:
«Και συ τώρα ρωτάς: πώς ο άρτος γίνεται σώμα Χριστού και το κρασί και το νερό αίμα Χριστού;
Σου απαντώ εγώ: το Άγιο Πνεύμα τα επιφοιτά και τα μεταβάλλει υπερβαίνοντας τη λογική και τη σκέψη. Παίρνουμε (στη μετάληψη) άρτο και οίνο· διότι ο Θεός γνωρίζει την ανθρώπινη αδυναμία, η οποία αποφεύγει συνήθως αυτά τα οποία δεν τα γνώρισε με τη χρήση, αφού τη στενοχωρούν.
Δείχνοντας, λοιπόν, τη γνωστή του συγκατάβαση πραγματοποιεί τα υπερφυσικά με μέσα γνωστά στη φύση μας. Και όπως στο βάπτισμα, επειδή οι άνθρωποι συνηθίζουν να λούζονται με νερό και να χρίονται με λάδι, σύνδεσε με το λάδι και το νερό τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και το έκανε λουτρό αναγεννήσεως, έτσι κι εδώ, επειδή οι άνθρωποι συνήθως τρώνε ψωμί και πίνουν νερό, σύνδεσε μ’ αυτά τα δύο τη θεότητά του και τα μετέβαλε σε σώμα και αίμα δικό του, ώστε με τα συνηθισμένα και φυσικά να οδηγούμαστε στα υπερφυσικά.
Το σώμα που (κοινωνάμε) και προήλθε από την αγία Παρθένο είναι αληθινά σώμα ενωμένο με τη θεία φύση· δεν κατεβαίνει από τον ουρανό το σώμα που αναλήφθηκε, αλλά ο ίδιος ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται σε σώμα και αίμα Θεού. Και εάν θέλεις να μάθεις τον τρόπο –πώς γίνεται–, σου αρκεί ν’ ακούσεις ότι γίνεται από το Άγιο Πνεύμα· όπως ακριβώς ο Κύριος πήρε για τον εαυτό του σάρκα από την αγία Θεοτόκο μέσω του Αγίου Πνεύματος. Και δεν γνωρίζουμε τίποτε περισσότερο, αλλά μόνον ότι ο Λόγος του Θεού είναι αληθινός, δραστήριος και παντοδύναμος, ενώ ο τρόπος (της σαρκώσεως) ανεξερεύνητος…
Ο άρτος και ο οίνος δεν είναι πρότυπο του σώματος και αίματος του Χριστού –αλίμονο–, αλλά είναι το ίδιο το θεωμένο σώμα του Κυρίου, όπως το είπε ο ίδιος ο Κύριος: «Αυτό είναι το σώμα μου», όχι πρότυπο του σώματος, και όχι πρότυπο του αίματος αλλά «το αίμα μου»· και πριν πει αυτό, είχε πει στους Ιουδαίους, ότι, «εάν δεν φάτε τη σάρκα του Υιού του ανθρώπου, δεν θα έχετε αιώνια ζωή. Διότι η σάρκα μου είναι αληθινό φαγητό και το αίμα μου αληθινό πιοτό»· και αλλού είπε: «Αυτός που με τρώει θα ζει». Γι’ αυτό με κάθε φόβο, με καθαρή συνείδηση και αμετεώριστη πίστη ας πλησιάσουμε· και οπωσδήποτε, εάν δεν αμφιβάλλουμε, θα συμβεί σε μάς ανάλογα με την πίστη μας. Και ας τιμήσουμε αυτό με κάθε καθαρότητα, ψυχική και σωματική· διότι είναι διπλό». (Ιωάννης Δαμασκηνός, Έκθεσις Ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, Κεφάλαιο 86, Περί των αγίων και Αχράντων του Κυρίου Μυστηρίων).