Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2024

Τὰ πράγματα δὲν εἶναι καθόλου ἀστεῖα. Ὑ­πάρχει ἐδῶ θεολογικὸ πρόβλημα σοβαρότατο.

                                        

ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΡΗΤΟ (ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΥ): 

«Ἡ ντίληψη τι  σταυρωμένος εναι «πεθαμένος», νεκρς κα κίνητος, συνιστ βαρύτατο θεολογικ λάθος


Λοιπόν, η αντίληψη ότι ο Εσταυρωμένος είναι «πεθαμένος», νεκρς και ακίνητος, συνιστά «αίρεση» (=γιατί βλέπει τον Ιησού Χριστό ως άνθρωπο και όχι Θεάνθρωπο), και όχι «θεολογικό λάθος»… Και πάλι η απομάκρυνση του Εσταυρωμένου πίσω από την Αγία Τράπεζα, συνιστά «βεβήλωση» του Θυσιαστηρίου, δηλαδή του ίδιου του Εσταυρωμένου! Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας λέγει σχετικά: «Για το ότι είναι και θυσιαστήριο, μαρτυρεί ο ιερότατος Διονύσιος στο λόγο του περί του αγίου μύρου: «Ο Ιησούς, η θεαρχική αφιέρωση των ουρανίων πνευμάτων, είναι το αγιότατο θυσιαστήριό μας, στο οποίο, σύμφωνα με το ρητό (πρβλ. Εφ. 3,12), προσαγόμεθα και αφιερωνόμαστε και προσφερόμαστε μυστικώς ως ολοκαύτωμα. Ας θεωρήσουμε λοιπόν με υπερκόσμια ματιά αυτό το αγιότατο θυσιαστήριο»*».

........

[Η συνέχεια στο τέλος του Άρθρου]

...............................................................................



Ἐσταυρωμένος: «ζωὴ καὶ ἀνάστασις»


Ἔκπληξη ὀδυνηρὴ προκαλεῖ ἡ παράδοξη θεωρία, ποὺ διατυπώνεται τὰ τελευταῖα χρόνια, ὅτι ἡ θέση τοῦ Ἐσταυρωμένου πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα εἶναι ἀντιπαραδοσιακή, διότι, λένε, ἀντιτίθεται στὸν ἀναστάσιμο χαρακτήρα τῆς θείας Λειτουργίας.

Στὰ πλαίσια αὐτὰ εἰπώθηκε καὶ τὸ ἀδιανόητο, ὅτι αὐτὴ ἡ τοποθέτηση τοῦ Ἐσταυρωμένου «ἐνισχύθηκε ἀπὸ τὶς Χριστιανικὲς Ὀργανώσεις (“Ζωή”, “Σωτήρ”, “Σταυρός”…)»! Εἶναι τόσο ἀστήρικτη αὐτὴ ἡ ἰδέα, ὥστε δὲν χρήζει κὰν σχολιασμοῦ.

Παραμερίζουμε ἐπὶ τοῦ παρόντος τὸ ζήτημα τῆς θέσεως τοῦ Ἐσταυρωμένου πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα, προκειμένου νὰ ἀπαντήσουμε στὴν πλανεμένη θεολογικὴ ἀντίληψη, μὲ τὴν ὁποία ἐπιχειρεῖται νὰ θεμελιωθεῖ ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ Ἐσταυρωμένου ἀπὸ τὴν ἐπὶ αἰῶνες θέση του.

Ὑποστηρίζεται δηλαδὴ ὅτι, μὲ τὴν τοποθέτηση τοῦ Ἐσταυρωμένου πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα, «προβάλλουμε ὅλο τὸν χρόνο ἕνα Θεὸ πεθαμένο» καὶ ὅτι ἡ θεία Λειτουργία γίνεται μπροστὰ στὸν «κρεμασμένο καὶ πεθαμένο ‘‘Ἐσταυρωμένο τῆς Μ. Παρασκευῆς’’», κάτι ποὺ «συνιστᾶ τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ»! Ὑποστηρίζεται ἀκόμη ὅτι, ὅσοι ζητοῦν νὰ παραμείνει ὁ Ἐσταυρωμένος στὴν ἀπὸ αἰώνων θέση του, εἶναι αἱρετικοὶ Ἐσταυρωμενολάτρες. Ἐπίσης προβάλλεται ἡ θέση ὅτι, ὅταν λέμε «“Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος…”, ὁ “Ἐσταυρωμένος” δὲν μπορεῖ νὰ ἔρθει, γιατὶ εἶναι νεκρὸς ἐπάνω στὸν Σταυρό… στατικὸς καὶ ἀκίνητος… Λέμε ποτὲ σὲ ἀκίνητο καὶ νεκρό, ‘‘ἔλα!’’; Ἀστεῖα πράγματα!»

Τὰ πράγματα δὲν εἶναι καθόλου ἀστεῖα. Ὑ­πάρχει ἐδῶ θεολογικὸ πρόβλημα σοβαρότατο. Ἡ ἀντίληψη ὅτι ὁ Ἐσταυρωμένος εἶναι «πεθαμένος», νεκρὸς καὶ ἀκίνητος, συνιστᾶ βαρύτατο θεολογικὸ λάθος. Ὁ Ἐσταυρωμένος δὲν εἶναι πεθαμένος. Εἶναι «νεκρὸς ζωαρχικότατος»! Ἀ­πέθανε, ἀλλὰ ἀναστήθηκε. Οἱ πιστοί, ἀτενίζον­τας τὸν Ἐσταυρωμένο, ὁμολογοῦμε: «Ζῶν εἶ Θεὸς σύ, καὶ νεκρωθεὶς ἐν ξύλῳ» (Συναξάριον Μεγάλης Παρασκευῆς). Ὁ Κύριος ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ δὲν εἰκονίζεται ὡς πεθαμένος, ἀλλὰ ὡς ὁ Νικητὴς τοῦ θανάτου, ὁ «θανάτῳ θάνατον πατήσας». Ἔτσι, ὡς ζῶν καὶ ἀναστημένος, τοποθετεῖται ὁ Ἐσταυρωμένος καὶ πίσω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ.

Ὁ Ἐσταυρωμένος εἶναι ἡ χαρὰ τῶν πιστῶν· «ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ». Ἕνα πράγμα εἶναι ὁ Σταυρὸς καὶ ὁ Ἐσταυρωμένος. Ὁ Σταυρός Του εἶναι «ζωὴ καὶ ἀνάστασις»!

Τὴν Ὀρθόδοξη αὐτὴ θεολογικὴ ἀλήθεια τὴ διατύπωσε μὲ ἀκρίβεια ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος σὲ ἐπίκαιρο κήρυγμά του τῆς 30ῆς Νοεμβρίου στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα στὴν Πάτρα. Παραθέτουμε μόνο ἕνα μικρὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ ὅσα καίρια καὶ σημαντικὰ εἶπε: «Ὅσοι διασποῦν τὴν ἑνότητα μεταξὺ Σταυροῦ καὶ Ἀναστάσεως, δὲν ἀντιλαμβάνονται οὔτε τὸ μυστήριο τῆς θείας Οἰκονομίας, οὔτε τὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, οὔτε τὸ Μυστήριο τοῦ Μαρτυρίου τῶν Χριστιανῶν ποὺ ἀγαποῦν τὸ Μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ…»

Ἡ πλανεμένη λοιπὸν ἀντίληψη περὶ «πεθαμένου» Ἐσταυρωμένου ὀφείλει νὰ ἀποβληθεῖ ἄμεσα ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης θεολογίας. Καὶ εἶναι αὐτὸ ἀναμφιβόλως χρέος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”


ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΡΗΤΟ (ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΟΥ): 

«Ἡ ντίληψη τι σταυρωμένος εναι «πεθαμένος», νεκρς κα κίνητος, συνιστ βαρύτατο θεολογικ λάθος


Λοιπόν, η αντίληψη ότι ο Εσταυρωμένος είναι «πεθαμένος», νεκρς και ακίνητος, συνιστά «αίρεση» (=γιατί βλέπει τον Ιησού Χριστό ως άνθρωπο και όχι Θεάνθρωπο), και όχι «θεολογικό λάθος»… Και πάλι η απομάκρυνση του Εσταυρωμένου πίσω από την Αγία Τράπεζα, συνιστά «βεβήλωση» του Θυσιαστηρίου, δηλαδή του Εσταυρωμένου! Ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας λέγει σχετικά: «Για το ότι είναι και θυσιαστήριο, μαρτυρεί ο ιερότατος Διονύσιος στο λόγο του περί του αγίου μύρου: «Ο Ιησούς, η θεαρχική αφιέρωση των ουρανίων πνευμάτων, είναι το αγιότατο θυσιαστήριό μας, στο οποίο, σύμφωνα με το ρητό (πρβλ. Εφ. 3,12), προσαγόμεθα και αφιερωνόμαστε και προσφερόμαστε μυστικώς ως ολοκαύτωμα. Ας θεωρήσουμε λοιπόν με υπερκόσμια ματιά αυτό το αγιότατο θυσιαστήριο»*».

(* Περί εκκλησιαστικής ιεραρχίας 4, 12 PG 3, 484)

Και συνεχίζει: « Σ’ αυτό το υπερουράνιο θυσιαστήριο παρακαλεί ο ιερεύς να ανυψωθούν τα δώρα, που σημαίνει να αγιασθούν, να μεταβληθούν σ’ αυτό το ίδιο το υπερουράνιο σώμα του Κυρίου, χωρίς να αλλάξουν θέση μεταβαίνοντας από τη γη στον ουρανό, αφού τα βλέπουμε ότι είναι ακόμη μαζί μας και μετά την ευχή όπως και πριν.

Ποιος είναι ο αγιασμός τον οποίο προσφέρει το θυσιαστήριο στα δώρα που ετέθησαν επάνω σ’ αυτό; Είναι ο αγιασμός εκείνος με τον οποίο ο ίδιος ο θείος Ιερεύς (ο Κύριος) αγίασε τον εαυτό Του, με το γεγονός ότι προσφέρθηκε στον Θεό και θυσιάστηκε.

Επειδή λοιπόν είναι και ιερεύς και θυσιαστήριο και θύμα, είναι το ίδιο πράγμα να ιερουργηθούν από τον Ιερέα εκείνον τα δώρα και να μεταβληθούν σ’ εκείνο το άγιο Θύμα και να τεθούν σ’ εκείνο το υπερουράνιο Θυσιαστήριο. Γι’ αυτό, αν ικετεύσεις για ένα από τα τρία αυτά, ικέτευσες για όλα, έλαβες εκείνο που ζήτησες, ετέλεσες τη θυσία.»

Σημαντικά και άκρως διαφωτιστικά είναι τα παρακάτω.. που διακρίνουν τα περί «υπερουράνιου θυσιαστηρίου» μεταξύ Ορθοδόξων, αιρετικών Λατίνων και ορισμένων νεωτεριστών που «…δεν ασχολούνται με τίποτε άλλο παρά να λένε και να ακούνε κάτι νεώτερο». Ιδού:

«Οι μεν ιερείς σας, Λατίνοι, βλέποντας τον Χριστό ως θύμα, ζητούν για τα δώρα να τεθούν σ’ εκείνο (το υπερουράνιο θυσιαστήριο), ευχόμενοι με διαφορετικά λόγια ακριβώς το ίδιο πράγμα (Δηλαδή τη μεταβολή τους σ’ εκείνο το άγιο Θύμα, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο). Ενώ, για το λόγο αυτό, οι δικοί μας ιερείς, αφού προσευχηθούν να μεταβληθούν τα δώρα σε σώμα και αίμα Χριστού, μνημονεύουν το υπερουράνιο θυσιαστήριο χωρίς να εύχονται να ανυψωθούν εκεί τα δώρα· αλλά καθώς αυτά έχουν ήδη ανυψωθεί κι έχουν γίνει δεκτά εκεί, εύχονται στον Θεό να στείλει ως ανταπόδοση τη χάρη και τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Ας προσευχηθούμε, λέγει ο ιερεύς, «υπέρ των αγιασθέντων δώρων». Για να αγιασθούν; Καθόλου. Διότι έχουν αγιασθεί. Αλλά να γίνουν σ’ εμάς αγιαστικά, ώστε ο Θεός που τα αγίασε, να αγιάσει κι εμάς με αυτά.

Είναι λοιπόν φανερό ότι η καταφρόνηση της ευχής [σ.σ. του Ιερέως, δηλ. του Εσταυρωμένου] για τα δώρα μετά από το λόγο του Κυρίου, δεν είναι γενικά της «Εκκλησίας» των Λατίνων, αλλά ορισμένων, λίγων και νεωτεριστών, οι οποίοι και σ’ άλλα σημεία της (σ.σ. της Θ. Λειτουργίας) έχουν προξενήσει βλάβη, και δεν ασχολούνται με τίποτε άλλο παρά να λένε και να ακούνε κάτι νεώτερο» [Πηγή: «Ερμηνεία της Θείας Λειτουργίας», Αγίου Νικολάου Καβάσιλα, Εκδόσεις ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ, Δ’ έκδοση 2006, σελ. 105-106]

Υ.Γ.

Ο π. Μάξιμος Καραβάς είπε: Για να γίνει διάσημος ένας επίσκοπος πρέπει να πει μια βλασφημία που κανείς άλλος δεν είπε!