Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Αναστάσιος: Πιστεύουμε σε έναν θεό και από εκεί αντλούμε την οικουμενική μας αισιοδοξία

Αναστάσιος: Πιστεύουμε σε έναν θεό και από εκεί αντλούμε την οικουμενική μας αισιοδοξία

14-90642ΔΕΒ1.jpg

Σχόλιο Ιστολογίου Κατάνυξις: Από το δημοσίευμα  είναι διάχυτη η εντύπωση πως πρόκειται περί μιας σπουδαίας Εκκλησιαστικής προσωπικότητας, που τόλμησε να οραματιστεί την Ορθοδοξία και να αφιερώσει τη ζωή του στην υλοποίηση του οράματος αυτού.
Όπως ο ίδιος ισχυρίζεται κάποιοι χαρακτήρισαν το όραμά του Προτεσταντικό και άλλοι πως θα έκαμε Ορθοδόξους μονομιάς όλους τους Αφρικανούς.
Επισημαίνει πως "... ήταν πεπεισμένος πως υπηρετώντας το όραμά του για την Ορθόδοξη Ιεραποστολή, επιχειρούσε κάτι καινοφανές αλλά ολοζώντανο και ενσωματωμένο στη δική μας Παράδοση... "
Το ερώτημα είναι ένα, απλό και αμείλικτο:
"και αν κάνει λάθος;"
Όταν στην Ορθοδοξία επιχειρούμε καινοφανή πράγματα, ο κίνδυνος της πλάνης, είναι τεράστιος. Όταν δε μετρηθούμε υπό το φως των Πατέρων της Εκκλησίας, τότε θα κριθούμε ως συνεχιστές τους και φύλακες των δογμάτων ή ως αιρετικοί.
Είναι μεγάλο το βάρος της ευθύνης των Αρχιερέων που υπηρετούν με αφοσίωση και συνέπεια την Παναίρεση του Οικουμενισμού που όταν τυφλωθούν εντελώς από τα φώτα της κοσμικής δόξας της Βατικανοστρεφούς αυθεντίας, τότε ως αυτόκλητοι Νέοι Πατέρες της Εκκλησίας, αποκτούν τον τύφο της Μεταπατερικής θεολογίας.
Τότε καταντούν να ζητούν συνοδικώς την καταδίκη των "αντιοικουμενιστών" αγωνιστών κληρικών μοναχών και λαϊκών ως αιρετικών. 

Χριστός Ανέστη
Αναστάσιος: Πιστεύουμε σε έναν θεό και από εκεί αντλούμε την οικουμενική μας αισιοδοξία

«Η παρουσία του αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου στη 14η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Θεσσαλονίκης αποτελεί τη σημαντικότερη στιγμή της φετινής διοργάνωσης». Με αυτά τα λόγια υποδέχθηκε και σύστησε στο κοινό τον Αναστάσιο ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών, το μεσημέρι του Σαββάτου 13 Μαΐου στη Θεσσαλονίκη.

Μιλώντας για το έργο του Αναστάσιου, ο Π. Κιτρομηλίδης το χώρισε σε θρησκειολογικό, ιεραποστολικό (στην Αφρική και σε πολλά άλλα σημεία του κόσμου) και οικουμενικό (ο αγώνας συμπαράστασης στη «βίωση των προβλημάτων της ανθρωπότητας»).
Αφού εξέφρασε την έκπληξή του για το πλήθος και τη θερμότητα του ακροατηρίου του, ο Αναστάσιος μίλησε για τους αγώνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αφρική: «Η Αφρική δεν είναι απλός χώρος.  
Ο Θεός είχε δώσει εκεί τη μαρτυρία του, αλλά θα έπρεπε να προηγηθούν της αποστολής μελέτες για την αφρικανική θρησκευτικότητα. Δεν θα πηγαίναμε να πείσουμε τους ανθρώπους με καραμελίτσες και εικονίτσες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα δυο τρίτα του πληθυσμού της γης δεν συμμερίζονται τις δικές μας απόψεις και τη δική μας οπτική για τον κόσμο. Όταν εξελέγην καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, κατάλαβα πως θα έπρεπε να μελετήσουμε τις θρησκείες των άλλων: τον βουδισμό και το Ισλάμ, επί παραδείγματι. Επισκέφθηκα εν συνεχεία όχι μόνο την Αφρική, αλλά και την Ασία, την Αμερική και την Καραϊβική. Κάθε φορά που επέστρεφα από ένα ταξίδι μου, επέστρεφα όχι από μιαν έρευνα βιβλίων, αλλά από μιαν εμπεριστατωμένη προσέγγιση της θρησκευτικής πραγματικότητας. Μόνο κατ αυτόν τον τρόπο είναι δυνατόν να κατανοηθεί το σύνθετο φαινόμενο της θρησκείας στις παγκόσμιες διαστάσεις του».  
Η μεγάλη περιπέτεια της ιεραποστολής ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1950, όταν εκδόθηκε το περιοδικό «Πορευθέντες». Μέσα από την αρθρογραφία του περιοδικού «αναζητούσαμε», παρατήρησε ο Αναστάσιος, «όχι μια ρομαντική φυγή σε δύσκολες και όμορφες χώρες, αλλά την υποταγή στο Ευαγγέλιο. Και χρειαζόταν όχι να παρακολουθήσουμε και να εφαρμόσουμε τις εντολές του Θεού κατ επιλογήν, αλλά να τις θέσουμε όλες μαζί στο κέντρο της προσοχής μας. Θέλαμε να πλησιάσουμε τη θεολογία από μιαν εντελώς διαφορετική, ριζικά καινούργια άποψη, και μας σνόμπαραν. Οι μεν έλεγαν πως αυτά είναι προτεσταντικά πράγματα  και πως δεν χρειάζονταν, οι δε φαντάζονταν πως θα πηγαίναμε στο εξωτερικό και πως θα κάναμε διαμιάς τους πάντες ορθόδοξους. Εμείς πάλι ήμασταν πεπεισμένοι πως επιχειρούσαμε κάτι καινοφανές, κάτι όχι φερμένο από τη δύση, αλλά ολοζώντανο και ενσωματωμένο στη δική μας παράδοση».