Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2019

Μητροπολίτης Φλωρίνης π. Αυγουστίνος: Τὸ Εὐαγγέλιο λέει νὰ μὴν κάνουμε ὅρκο καθόλου (βλ. Ματθ. 5,34). Ὁ ὅρ­κος, ἀ­κόμα κι ὁ ἀληθινός, εἶνε ἁμαρτία, μεγά­λη ἁμαρ­­τία.

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΗ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1714
Κυριακὴ πρὸ Χρ. Γεννήσεως (Ματθ. 1,1-25)
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
ΜΗ ομοσαι ολως (Ο ΚΥΡΙΟΣ)














Οι κατα σαρκα προγονοι του Χριστου




Λίγα ἁπλᾶ λόγια θὰ σᾶς πῶ, ἀγαπητοί μου, καὶ παρακαλῶ νὰ τὰ προσέξετε. Ἀκούσατε ὅλοι τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο.
Τί εἶνε τὸ Εὐαγγέλιο; Τὸ πιὸ ὡραῖο βιβλίο τοῦ κόσμου. Δὲν ὑπάρχει ἄλλο ἀνώτερο. Γι᾽ αὐ­­τὸ πρέπει ὅλοι καθημερι­νῶς νὰ τὸ διαβάζουμε. Ὅπως δὲν περνάει μέρα χωρὶς φαΐ, ἔτσι δὲν πρέπει καὶ νὰ περνάῃ χωρὶς νὰ διαβάσου­­με ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Καὶ ὅμως δὲν τὸ διαβάζουμε δυσ­τυχῶς. Μόνο μιὰ φο­ρὰ τὴ βδομάδα τὸ ἀκοῦμε στὴν ἐκκλησία. Εἶνε σὰν μιὰ φορὰ τὴ βδομάδα νὰ τρῶμε ψωμί! Ποιός φταίει γι᾽ αὐτό; Φταῖνε οἱ μανάδες κ᾽ οἱ πατεράδες, ποὺ δὲν ἔμαθαν τὰ παιδιά τους νὰ τὸ μελετοῦν, ὅπως γινόταν τὰ παλιὰ τὰ εὐλογημέ­να χρόνια. Κι ὅσοι δὲν πατοῦν στὴν ἐκ­­κλησία, δὲν τ᾿ ἀκοῦνε ποτέ στὴ ζωή τους.
Ἄλ­λοι πάλι τὸ Εὐαγγέλιο τὸ βλέπουν μόνο στὸ δικαστήριο ὅταν ὁ πρόεδρος τοὺς λέει «Βάλε τὸ χέρι στὸ Εὐαγγέλιο νὰ ὁρκιστῇς» κι αὐτοὶ τὸ βάζουν καὶ καίγονται. Γιατὶ προτιμό­τερο νὰ βάλῃς τὸ χέρι σου στὴ φωτιὰ παρὰ νὰ ὁρκιστῇς στὸ Εὐαγγέλιο. Τὸ Εὐαγγέλιο λέει νὰ μὴν κάνουμε ὅρκο καθόλου (βλ. Ματθ. 5,34). Ὁ ὅρ­κος, ἀ­κόμα κι ὁ ἀληθινός, εἶνε ἁμαρτία, μεγά­λη ἁμαρ­­τία.
Στὴ Φλώρινα βρέθηκα ὅταν μαζεύτηκαν πεν­τακό­σοι νέοι δήμαρχοι καὶ πρόεδροι κοινοτήτων ὅλου τοῦ νομοῦ. Κάθησα καὶ τοὺς μί­λησα μὲ ἀ­γάπη· ἀλλὰ στὴν ὁρκωμοσία τους δὲν ἔμεινα. Ἔ­φυ­γα, δι­ότι ὁ ὅρκος ἀπαγορεύεται. Εἶπα μάλι­στα στοὺς βουλευτὰς τοῦ νομοῦ, νὰ συμβά­λουν νὰ ψηφιστῇ ἀπὸ τὴ Βουλὴ νόμος ποὺ θὰ καταργῇ τὸν ὅρκο· κανείς νὰ μὴν ὁρκίζεται. Δυσ­­τυχῶς τόσοι ἀντίθεοι νόμοι ψη­φίστηκαν, καὶ ἕ­νας τέτοιος εὐλογημένος νόμος, 100% σύμφω­νος μὲ τὸ Εὐαγγέλιο, δὲν ψηφίστηκε ἀκόμη.
Ἂς δοῦμε ὅμως τί λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο. Ἡ Κυριακὴ αὐτὴ λέγεται Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως. Διότι τὴν ἑβδομάδα αὐ­τὴ θὰ ἑορτάσουμε τὴ Γέννησι τοῦ Κυρίου γιὰ μία ἀκόμη φορά, ἴσως τελευταία.
―Γιατί λὲς «ἴσως τελευταία φορά»; ἐδῶ ὅ­λοι λέ­με «χρόνια πολλά»… Δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ μᾶς ἀλλ᾽ ἀπὸ τὸ Μεγαλοδύναμο ποὺ κυβερνάει τὸν κόσμο.
Πέρυσι τέτοιες μέ­ρες πόσοι ἦταν μαζί μας! Σήμερα ζοῦν; Δὲ ζοῦν. Πέθαναν μέσα στὸ ἔτος αὐτό. Ἴσως αὐτὲς νά ᾽νε καὶ γιὰ μᾶς οἱ τελευ­ταῖες γιορτές. Γι᾿ αὐτὸ ἂς εἴμαστε πάντα ἕτοιμοι γιὰ τὸ αἰώνιο ταξίδι.

* * *

Κυριακή, λοιπόν, πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσε­ως. Παράξενο τὸ εὐαγγέλιο· εἶνε ὅ­λο ὀνόματα, πε­νήντα περίπου. Εἶνε ὀνόματα ἑβραϊκά, ἀν­δρῶν καὶ γυναικῶν, ποὺ ἔζησαν στὰ πρὸ Χριστοῦ χρόνια. Κ᾽ ἔ­χουν σημασία τὰ ὀνόματα; Μεγάλη. Στὸ Εὐαγγέλιο καὶ μιὰ τελεία κ᾽ ἕνα κόμμα ἔχει σημασία. Ἔτσι καὶ τὰ ὀνόματα αὐτά. Ποιά σημασία ἔχουν; Διδάσκουν μερικὲς σπου­δαῖες ἀλήθειες.
⃝ Τ᾽ ἀκοῦμε τώρα καὶ δὲ μᾶς κάνουν ἐντύ­πωσι. Στὴν ἐποχή τους ὅμως ἔκαναν μεγάλο θόρυβο, ὅπως σήμερα τὰ ὀνόματα τῶν ἀρχόν­των. Παν­τοῦ ἀκούγεται τὸ ὄνομα τοῦ πρωθυπουρ­γοῦ ἢ τοῦ προέδρου τῆς δημοκρα­τίας. Ὕστερα ὅμως ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια ποιός θὰ θυ­μᾶται ποιός ἦταν πρόεδρος δημοκρατίας καὶ ποιός πρωθυ­πουργὸς καὶ ποιός δεσπότης; Περνοῦν, φεύ­γουν, σβή­νουν. Ἔτσι καὶ τὰ ὀνόματα ὅλων αὐ­τῶν.
Ἄλλος ἀπ᾽ αὐτοὺς ἔζησε πεντακόσα, ἄλ­λος χίλια χρόνια πρὸ Χριστοῦ. Μερικοὶ ἦταν πλούσιοι, πολὺ πλούσιοι καὶ ἔν­δοξοι. Ὡρισμένων τὸ ὄνομα ἔγινε γνωστὸ σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο. Τέτοιος π.χ. ἦταν ὁ Σολομῶν. Εἶχε δόξα καὶ πλούτη, στέρ­να γεμά­τη χρυσᾶ νομίσματα. Ἀπήλαυσε ὅ,τι θαυμάζει ὁ κόσμος, καὶ ἔζησε χρόνια πολλά. Ὅ­λα τὰ δοκίμασε· καὶ γυναῖκες, καὶ λεπτά, καὶ φήμη, καὶ δόξα. Ἂν κάποιος τὸν ρωτοῦσε ὅ­ταν πλέον γέρασε, «Τί κατάλαβες στὴ ζωή σου ἀπ᾽ ὅλα ὅσα γεύθη­­κες;», θὰ ἔλεγε· Ἔμαθα ἕ­να πρᾶγμα, τὸ πιὸ δύσκολο μάθημα· ὅτι «μαται­ό­­της ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης» (᾿Εκκλ. 1,2· 12,8). Εἶνε αὐτὸ ποὺ τραγουδᾷ ποιητὴς τοῦ λαοῦ μας·
«Δακρύζω μὲ παράπονο, μὲ πόνο συλλογοῦμαι,
πὼς εἶνε ὅλα μάταια στὸν κόσμο αὐτὸ ποὺ ζοῦμε».
Ματαιότης τὰ πλούτη, ματαιότης οἱ δόξες, μα­ταιότης οἱ ἡδονές, ματαιότης οἱ γυναῖκες, ματαιότης τὰ πάντα. Ἕνα μόνο ἀξίζει καὶ μένει αἰ­ώνιο· νά ᾽χῃς φόβο Θεοῦ καὶ νὰ τηρῇς τὶς ἐν­το­λές του (ἔ.ἀ.. 12,13). Αὐτὰ συλλογιζόμαστε κ᾽ ἐμεῖς στὶς κηδεῖες ὅταν ψάλλουμε· «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα ὅσα οὐχ ὑπάρχει μετὰ θάνατον…». Πῆγα στὰ μνήματα καὶ τί εἶδα; Κόκκαλα γυμνά. Καὶ ρώτησα· Τί νά ᾽ταν ἆραγε ὁ ἄν­θρωπος αὐ­τός, βασιλιᾶς ἢ στρατιώτης, πλού­σιος ἢ φτωχός, δίκαιος ἢ ἁμαρτωλός;… (νεκρ. ἰδιόμ. γ΄ καὶ πλ. α΄ ἤχ.).
⃝ Τὰ ὀνόματα αὐτὰ ἐκτὸς ἀπὸ τὴ ματαιότητα δι­δάσκουν καὶ τὴν ἁμαρτωλότητα. Ὅλοι αὐτοὶ ποὺ ἀκούσαμε κατάγονται ἀ­π᾽ τὸν Ἀδὰμ κ᾽ εἶνε ἄν­θρωποι μὲ ἀδυναμί­ες, κλαδιὰ καὶ καρποὶ ἑνὸς δέντρου ποὺ ἡ ῥίζα του εἶνε σάπια. ῾Ρίζα τοῦ δέν­τρου τῆς ἀν­θρωπότητος εἶνε ὁ Ἀδὰμ ποὺ ἁμάρ­τησε, κι ὅσοι κατάγονται ἀπ᾽ τὸν Ἀδὰμ φέρουν ἐντός τους τὸ σπέρμα τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Αὐτὸ σημαίνει ὅτι, ὅπως τοῦ Χριστοῦ ἔτσι καὶ οἱ δικοί μας πρόγονοι, ἄλλος περισσότερο ἄλλος λιγώτερο, ἦταν ἄνθρωποι ἁ­μαρτωλοί. Δὲ γεννηθήκαμε ἀπὸ βράχο· μιὰ μάνα μᾶς γέν­νησε, καὶ τὴ μάνα τὴ γέννη­σε ὁ παπποῦς μας, καὶ τὸν παπποῦ κάποιος ἄλλος, καὶ οὕτω καθ᾽ ἑξῆς. Ἂν μπορούσαμε νὰ μάθουμε ποιοί ἦταν οἱ πρό­γο­νοί μας πρὶν ἑκατὸ χρόνια!… Ἄλλοι θά ᾿ταν κλέ­φτες, ἄλ­λοι φονιᾶδες, ἄλλοι πόρνοι ἢ μοιχοὶ καὶ λοιποὶ ἐγκληματίες. Τρομακτικὸ γιὰ ὅ­λους τὸ παρελθόν. Ἦρθε στὴ μητρόπολι κάποιος καὶ μοῦ λέει· –Πάτερ, σὲ παρακαλῶ, ἄλλοτε, ὅταν γράφῃς τὴν ἱστορία τοῦ τόπου στὸ πε­ριοδικό σου, μὴ γράφεις τὸ ὄ­νομά μας. –Για­τί; τοῦ λέω. –Μὴ γράφεις τὸν πατέρα μου, γιατὶ στὰ χρόνια ἐκεῖνα σκότωσε, καὶ ντρέπομαι!…
⃝ Ὁ Χριστὸς εἶνε Θεὸς καὶ δὲ μοιάζει μὲ τοὺς ἀνθρώπους. Ἀλλ᾽ ἀφοῦ ἀποφάσισε νὰ ἔρθῃ νὰ γεννηθῇ ὡς ἄν­θρωπος, ἔ­χει καὶ αὐτὸς μητέρα, τὴν Παναγία Παρθένο. Δὲν ἔχει ὅμως πατέρα. Ὅ­λοι ἔχουν πατέρα· ἔτσι ὥρισε ὁ Θεός, νὰ σμί­γῃ τὸ ἀντρόγυνο καὶ νὰ γεννάῃ παιδιά. Ὁ Χριστὸς ὅμως γεννή­θηκε χωρὶς πατέρα, χω­ρὶς σπέρ­μα ἀνδρός. Γεννήθηκε ὄχι κατὰ φυσι­κὸ τρόπο, ποὺ γεννώ­μεθα ὅλοι ἐμεῖς, ἀλλὰ κατὰ τρόπο ὑ­περφυσικό. «Ἰδοὺ ἡ Παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει, καὶ τέξεται υἱόν» (Ἠσ. 7,14). Ἔτσι λοιπὸν καὶ ὁ Χριστὸς ὡς ἄνθρω­πος εἶχε προγόνους κατὰ σάρκα –εἶ­νε τὰ ὀνό­ματα ποὺ ἀκούσαμε–, ποὺ ἦταν ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς δὲ ντρέ­πεται νὰ δηλώνῃ τοὺς προγόνους του, ποὺ πολλοὶ μάλιστα ἀπ᾽ αὐτοὺς ἦταν πολὺ ἁμαρτωλοί. Γιατί; Διότι ἦρθε νὰ σώσῃ τοὺς ἁμαρτωλούς.
⃝ Τὰ ὀνόματα λοιπὸν αὐτὰ μᾶς διδάσκουν τὴ ματαιότητα καὶ ἁμαρτωλότητα τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως κι ὅτι ὁ Χριστὸς δὲ ντράπηκε νὰ ἔ­χῃ τέτοιους προγόνους. Τὸ σπουδαιότερο ὅ­μως εἶ­νε ὅτι περιέχουν προφητεία. Γιατὶ ὅλοι αὐτοί, τόσους αἰῶνες, ὅλοι ζοῦσαν μὲ μιὰ λαχτάρα. Ἄχ, ἔλεγαν, πότε νὰ τελειώ­σῃ ἡ νύχτα, πότε νὰ ξημερώσῃ νὰ βγῇ τ᾽ ἀστέ­ρι! ὤ νὰ προλάβου­με νὰ δοῦμε τ᾽ ἀστέρι, νὰ δοῦ­με τὸ Χριστό! Ὅ­λοι τους, ἀπ᾽ τὸν Ἀδὰμ μέχρι τὸν τελευταῖο, αὐτὸ περίμεναν. Καὶ δὲν τὸ εἶ­δαν. Μόνο ὁ γέρων Συμεὼν πρόλαβε, κι ὅταν πῆρε στὴν ἀγ­καλιά του τὸ Χριστὸ εἶπε· «Νῦν ἀ­πολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, …ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου…» (Λουκ. 2,29-30)· σ᾽ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, ποὺ μ᾿ ἀξίωσες νὰ δῶ τ᾿ ἀστέρι, νὰ δῶ τὸ Χριστὸ ποὺ γεννήθηκε. Σή­μερα λοιπὸν ἡ προφητεία ἐκπληρώνεται. Αὐτὸ ποὺ προσδοκοῦσε ὁ Ἀδάμ, ὁ Ἀβραάμ, ὁ Δαυ­ΐδ, ὅλοι οἱ προπάτορες, πραγματοποιεῖται. Κι αὐτοὶ ποὺ δὲν τὸν εἶδαν ἐδῶ, τὸν εἶδαν κάτω στὸν ᾅδη. Γιατὶ ὅταν πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος τὸ κορμὶ σαπίζει καὶ τὸ τρῶνε τὰ σκουλήκια, ἡ ψυχὴ ὅμως ζῇ σ᾿ ἕναν ἄλλο κόσμο. Ἐκεῖ λοιπὸν στὸν κόσμο τοῦ ᾅδου εἶδαν κι αὐτοὶ τὸ ἀστέρι. Ὁ Χριστὸς εἶπε· Ὁ «Ἀβραὰμ …ἠγαλλιάσατο ἵνα ἴ­δῃ τὴν ἡμέραν τὴν ἐμήν, καὶ εἶδε καὶ ἐχάρη» (Ἰω. 8,56). Κι ἀκόμα πιὸ λαμπρὸ εἶδαν τὸ ἀστέρι – πότε; Κατὰ τὴν Ἀνάστασι, ὅταν μετὰ τὴν Σταύρωσι καὶ τὴν Ταφὴ ὁ Χριστὸς κατέβηκε στὸν ᾅδη.

* * *

Μὲ τὴ Γέννησι τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶνε τὸ πιὸ σημαντικὸ γεγονός, ἡ ἱστορία, ἀγαπητοί μου, χωρίζεται στὰ δύο, στὴν πρὸ Χριστοῦ καὶ στὴ μετὰ Χριστόν. Ἐμεῖς ζοῦμε μετὰ Χριστόν. Καὶ πρέπει μ᾿ ὅ­λη τὴν καρδιά μας νὰ εὐχαριστοῦ­με τὸ Θεὸ γι᾽ αὐτό. Ἂν ζούσαμε πρὸ Χριστοῦ, δὲν θὰ λατρεύαμε –ἀλλοίμο­νο– τὸν ἀληθινὸ Θεό, ἀλλὰ τὰ εἴδωλα, ψεύτικους θεοὺς καὶ ζῷα. Ἀλλὰ ἦρθε τὸ ἀστέρι καὶ μᾶς δίδαξε, ὅτι «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός· ἀμήν» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.).
Νὰ εὐχαριστοῦμε τὸ Θεὸ ποὺ γεννηθήκα­με μετὰ Χριστόν, ἀπὸ γονεῖς Χριστιανοὺς καὶ σὲ ὀρθόδοξη πατρίδα. Ἀλλὰ καὶ νὰ προσέξου­με νὰ ζοῦμε χριστιανικά. Πολλοὶ εἶνε Χρι­στιανοί, ἀλλὰ ζοῦν σὰν εἰδωλολάτρες. Πλησι­άζουν τὰ Χριστούγεννα. Ἂς προετοιμαστοῦ­με. Νὰ ἔρ­θουμε ὅλοι τὴν ἅγια νύχτα, νὰ δοῦ­με τ᾽ ἀστέρι, νὰ προσκυνήσουμε τὸν Σωτῆρα, νὰ δοῦμε τὴν Παναγία καὶ τοὺς ἀγγέλους. Κι ἂς θυμηθοῦμε τὶς περασμένες γενεὲς ποὺ αἰ­ῶνες περίμεναν τὸ Χριστό, τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ὑμνοῦμε καὶ νὰ δοξολογοῦ­με σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Νικολάου Παπαγιάννη – Φλωρίνης τὴν 21-12-1986. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 18-12-2011.