Κυριακή 13 Μαρτίου 2022

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ, Η αληθινή Εκκλησία του Χριστού είναι Μία, η Ορθόδοξη Εκκλησία, που διαφυλάσση την συνέχεια της Εκκλησιαστικής ζωής, ως ενότητα της Ι. Παραδόσεως.

 






«Η Ιερά Παράδοσις, ως ενότητα πίστεως, εμπειρίας και μαρτυρίας»

(Μ. Βασίλειος – Κατά Σαβελλιανών, Αρείου και Ανομοίων – Ε.Π.Ε. ,7)

ΜΕΡΟΣ Δ΄ (Τελευταίο)

Είναι αλήθεια, ότι η δύναμη της Ι. Παραδόσεως οφείλεται στο κύρος της προέλευσής της, στο κύρος των προσώπων που της υποτάσσονται και την αναγνωρίζουν.

«Η δε της Εκκλησίας παράδοσις αρχήν οίδε το στόμα και την φωνήν των Ιερών Αποστόλων», υπογραμμίζει ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος (περί Παραδόσεως).

Υπάρχουν, όμως, και κοσμικές (αντιθετικές) παραδόσεις, ως αποτέλεσμα πλάνης, άγνοιας ή φόβου. Παραδόσεις δηλ. καθυστέρησης, μη συμβατές με την Ορθόδοξη αλήθεια του Ευαγγελίου (Αγ. Γραφής).

Να υπενθυμίσουμε, ότι η Εκκλησία αντιλαμβάνεται την Παράδοση ως διττή (διπλή), έγγραφη και άγραφη. Χρησιμοποιείται, όμως, ο όρος «Παράδοσις» αποκλειστικά (σχεδόν) για την άγραφη.

Ο Αγ. Αθανάσιος ο Πάριος διευκρινίζει:

«Παράδοσιν λοιπόν κυρίως εννοούμεν και λέγομεν κάθε λογής νόημα μυστικόν, το οποίον οι Απόστολοι δεν έγραψαν εις το θείον και ιερόν Ευαγγέλιον ούτε εις τας εαυτών Επιστολάς, αλλά δια στόματος μόνον εδίδαξαν αυτοί τους διαδόχους των, και αύθις εκείνοι τους μεταγενεστέρους των, και ούτως αλληλοδιαδόχως μεταδιδόμενα και πλατυνόμενα φθάνουσι και εις ημάς» (Περί Παραδόσεως).

Τα άγραφα ήθη, το σύνολο δηλ. των κανόνων που ρυθμίζουν την Εκκλησιαστική ζωή του πληρώματος, ως μη γραφόμενα (επί λέξει) στην Αγία Γραφή, παρά μόνο ως νοήματα, υπάρχουν ως βαθμιαία καταγραφή στις διδασκαλίες (συγγράμματα) των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας.

Η Εκκλησιολογία των θείων Πατέρων είναι συνυφασμένη και με την Ι. Παράδοση, όπως έχει τονίσει ο Μ. Βασίλειος.

Άξια μνημονεύσεως η αξιολογική κρίση της 6ης Οικουμενικής Συνόδου στο τέλος του 102ου Κανόνα της: «…Καθώς ο ιερός ημάς εκδιδάσκει Βασίλειος».

Για την γραπτή και την άγραφη Αποστολική παράδοση της Εκκλησίας, δυο σπουδαία δογματικά – κανονικά κείμενα του Μ. Βασιλείου (91ος και 92ος κανόνες του) έχουν επικυρωθεί από την Πενθέκτη (6η) Οικουμενική Σύνοδο.

Η σχετική διδασκαλία του Αγ. Βασιλείου εμπεριέχεται στην Επιστολή του προς Αμφιλόχιον (Επίσκοπος Ικονίου), «περί του Αγίου Πνεύματος».

Παραδείγματα (Εκ του περιεχομένου της Ι. Παραδόσεως)

Α) Αντιγράφουμε το σχετικό (γλαφυρότατο) κείμενο του Αγ. Αθανασίου Παρίου:

«Χάριν δε σαφηνείας, έχε παρά του μεγάλου Βασιλείου τινών παραδόσεων παραδείγματα. Ήγουν, το βαπτίζειν εν τρισί καταδύσεσιν, εξ αγράφου παραδόσεως έχει η Εκκλησία∙ ομοίως και τας ανεκφωνήτους επικλήσεις εις την μετουσίωσιν του άρτου και οίνου∙ έτι το σημείον του Τιμίου Σταυρού, δι’ ου σφραγιζόμεθα∙ το κατά ανατολάς εστώτας προσεύχεσθαι∙ το μη κλίνειν γόνυ εν Κυριακή∙ και ταύτα μεν εκ των του θείου Πνεύματος, των οποίων πάντως δεν είναι τοις πάσι δήλος ο λόγος. Αλλά και η προσκύνησις των θείων εικόνων εκ της αγράφου Παραδόσεως εισήχθη εις την Εκκλησίαν∙ ουδαμού γαρ εις το άγιον Ευαγγέλιον, ή εις των Αποστόλων Επιστολάς ευρίσκεται γεγραμμένον εικόνας προσκυνείν∙ ει γαρ ην τούτο γεγραμμένον, δεν ήθελε τυραννήση την Εκκλησίαν η Εικονομαχία εις έτη πάμπολλα. Αλλά και το μη τον αυτόν ιερέα δις ή τρις της ημέρας λειτουργείν, παράδοσις άγραφος εστιν. Και το άπαξ της ημέρας εν μια Εκκλησία μίαν λειτουργίαν γίνεσθαι∙ και το τον βαπτιζόμενον πρότερον γυμνούσθαι, και προς δυσμάς στρεφόμενον, και αύθις προς ανατολάς επερωτάσθαι, και η του ελαίου έγχυσις εις το ύδωρ του βαπτίσματος, πάντα παραδόσεις εισίν άγραφοι. Αναρίθμητα είναι κατά τον μέγαν Βασίλειον τα άγραφα έθη. Τοιούτον άγραφος έθος, και εκκλησιαστική παράδοσις εστι, και το μη επιτελείν τα των κεκοιμημένων μνημόσυνα εν ταις δεσποτικαίς εορταίς (πενθείν γαρ εστι το νεκρολογείν), ην οι Πατέρες και διετύπωσαν ύστερον. Ότι το άγραφον έθος, ήτοι την Εκκλησιαστικήν παράδοσιν, ίσα τοις γεγραμμένοις οφείλομεν φυλάττειν» (Αθανασίου Παρίου – Περί Παραδόσεως).

Β) Η στοργική ποιμαντική μέριμνα του Απ. Παύλου, τονίζει:

«Παρέδωκα γαρ υμίν εν πρώτοις, ο και παρέλαβον» (Α΄ Κορ. 15, 1-3) δηλ. «Σας παρέδωκα (Κορίνθιοι) εν πρώτοις εκείνο, το οποίο και παρέλαβα (από τον Χριστό)».

Ο Ι. Χρυσόστομος, παρατηρεί: «Άρα και αγράφως πολλά παρεδίδου τότε (ο Παύλος)» (Λόγος 26, στην Α΄ προς Κορινθίους).

Ο ίδιος αναφερόμενος στον (άγραφο) ιερό δεσμό μεταξύ ζώντων και κεκοιμένων δια των ιερών μνημοσύνων, τονίζει:

«Ουκ εική ενομοθετήθη υπό των αποστόλων το επί των φρικτών μυστηρίων μνήμην γίνεσθαι των απελθόντων∙ ίσασιν αυτό πολύ κέρδος γινόμενον, πολλήν την ωφέλειαν. Όταν γαρ εστήκη λαός ολόκληρος χείρας ανατείνοντες, πλήρωμα ιερατικόν, και προκέηται η φρικτή θυσία, πως ου δυσωπήσωμεν τον Θεόν υπέρ τούτων παρακαλούντες;» (Ι. Χρυσόστομος – Ε.Π.Ε. 21, 440).

Μετάφρασις: «Δεν ωρίσθηκε μάταια από τους αποστόλους το να μνημονεύουμε τους κεκοιμημένους κατά τη Θεία Λειτουργία. Γνωρίζουν, ότι πολύ είναι το κέρδος, πολλή η ωφέλεια. Όταν όλος ο λαός στέκη με ανυψωμένα χέρια, όλη η πληθύς των ιερέων, και στην αγία τράπεζα πρόκηνται τα φρικτά μυστήρια, πως δεν θα γίνης ίλεως ο Θεός και γι’ αυτούς που Τον παρακαλούμε;».

Γ) Άλλο παράδειγμα ο όρος «Ομοούσιος».

Ο όρος αυτός εκφράζει την Ευαγγελική θέση για την θεότητα Χριστού, μολονότι ως όρος δεν υπάρχει στην Αγία Γραφή.

Ο Αγ. Κύριλλος Ιεροσολύμων διευκρινίζει (ΚΑΤΗΧΗΣΗ Ε΄):

«Το σύμβολον της Πίστεως συγκέντρωσε, μέσα σε λίγα λόγια, όλη τη γνώση της ευσέβειας, που περιέχεται σ’ ολόκληρη την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Προσέχετε, λοιπόν, αδελφοί, και κρατείτε τις παραδόσεις (Πρβλ. Β΄ Θεσ. 2, 15), τις οποίες τώρα παραλάβατε και γράψτε τις βαθιά μέσα στην καρδιά σας (Πρβλ. Παροιμ. 7, 3)».

Σχόλιο: Πυρήνας αισθητός στον Προτεσταντισμό και στον Παπισμό είναι η άρνηση της Ορθόδοξης Παράδοσης, που κρατούσε ενωμένη την Εκκλησία στα αρχικά βήματά της.

Σήμερα οι Προτεστάντες αρνούνται την Ι. Παράδοση, ενώ οι Παπικοί πρόσθεσαν (μετά την 7η Οικ. Σύνοδο) νέα δόγματα – ήθη, αντίθετα στην Αγ. Γραφή και στην Ι. Παράδοση.

Η αληθινή Εκκλησία του Χριστού είναι Μία, η Ορθόδοξη Εκκλησία, που διαφυλάσση την συνέχεια της Εκκλησιαστικής ζωής, ως ενότητα της Ι. Παραδόσεως.

Είναι έξω από την Ι. Παράδοση το πλήρωμα, εκτός Εκκλησίας, όταν ακολουθεί την αίρεση του Οικουμενισμού, την οποία συνοδικά υιοθέτησε και η Διοικούσα Εκκλησία της Ελλάδος.

Ο Αγ. Παΐσιος είχε τονίσει, ως αδιαλλαξία έναντι του ψεύδους και ως ασυμβίβαστη πορεία στην αλήθεια:

«Τις διάφορες θεωρίες των θεολόγων να τις περνάτε από το «Πατερικό κόσκινο». Πρέπει να τις κοσκινίζετε με βάση τους Πατέρες. Και ότι είναι σκουπίδια ή πίτουρα να τα πετάτε. Να ψάχνετε τους Πατέρες» (Βιβλίο Πρεσβ. Τάτση – Βιογραφικά στοιχεία για τον Αγ. Παΐσιο – Σελ. 146 – 147)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ