Αμβλώσεις στη Ρωσία. Υπήρξε μείωση σχεδόν κατά 2/3 από τις αρχές του αιώνα, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία.
Η άμβλωση στη Ρωσία είναι σήμερα νόμιμη μέχρι τη 12η εβδομάδα της εγκυμοσύνης και σε ειδικές περιστάσεις σε μεταγενέστερα στάδια. Το 1920 η Ρωσική Σοβιετική Δημοκρατία έγινε η πρώτη χώρα στον κόσμο που επέτρεπε την άμβλωση σε κάθε περίσταση, αλλά κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, το νόμιμο των αμβλώσεων άλλαξε πολλές φορές, με την απαγόρευση να υφίσταται ξανά από το 1936 έως το 1955.
Η άμβλωση ήταν παράνομη στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του Τσάρου Ρομανώφ, η τιμωρία για την έκτρωση ήταν θάνατος, αλλά αργότερα αυτό καταργήθηκε από τον Πέτρο το Μέγα. Η άμβλωση συνέχισε να είναι σοβαρό ποινικό αδίκημα μέχρι το 1917. Με τα άρθρα 1462 και 1463 του ρωσικού Ποινικού Κώδικα, οι ένοχοι «θα μπορούσαν να στερηθούν τα πολιτικά δικαιώματα και να εξοριστούν ή να καταδικαστούν σε σκληρή εργασία». Παρά το ότι ήταν παράνομες, εκτρώσεις στη «μαύρη αγορά» υπήρχαν. Ο αριθμός των αμβλώσεων αυξήθηκε στη Μόσχα δυόμισι φορές μεταξύ του 1909 και του 1914 Η αυξημένη συχνότητα των αμβλώσεων στην Αγία Πετρούπολη ήταν πολλές φορές υψηλότερη κατά τις αρχές του αιώνα, 1897–1912. Τα στατιστικά στοιχεία από τις αρχές του 20ου αιώνα δείχνουν ότι οι αυστηροί νόμοι σπανίως εφαρμόζονται. Παράδειγμα, τα αριθμητικά στοιχεία των ποινών κατά τα έτη πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο: 20 (1910), 28 (1911), 31 (1912) και 60 (1914). Στην νεώτερη ρωσική αυτοκρατορία, οι γιατροί και οι νομικοί άρχισαν να υποστηρίζουν τη χαλάρωση των νόμων για τις αμβλώσεις και την αντισύλληψη. Το κίνητρο ήταν να γίνουν οι αμβλώσεις λιγότερο επικίνδυνες. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, το κίνημα για τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων και την ενθάρρυνση της αντισύλληψης είχε διαφορετική αφετηρία απ’ ότι στη Δυτική Ευρώπη. Αντί της πολιτικής σκηνής (όπως στη Γαλλία, για παράδειγμα), οι υποστηρικτές προέρχονταν από τον ιατρικό κόσμο. Το 1889 το Τρίτο Συνέδριο της Εταιρείας Pirogov, μιας ιατρικής επιστημονικής κοινότητας με μια έντονη επιρροή στη Ρωσία, ξεκίνησε τη συζήτηση για την αποποινικοποίηση της άμβλωσης. Ακολούθησαν το 1911 το τέταρτο συνέδριο της κοινωνίας των ρωσικών μαιών, το 1913 το δωδέκατο συνέδριο της κοινωνίας Pirogov και το 1914 η ρωσική ομάδα της Διεθνούς Εταιρείας Εγκληματολόγων, που υποστήριξε την αποποινικοποίηση.
Η Σοβιετική κυβέρνηση ήταν η πρώτη κυβέρνηση στην Ευρώπη που νομιμοποίησε την έκτρωση. Τον Οκτώβριο του 1920, οι Μπολσεβίκοι νομιμοποίησαν την άμβλωση στην ΕΣΣΔ με το «Διάταγμα για την Υγεία των Γυναικών». Ακολούθως ο νόμος εισήχθη στην Ουκρανία (5 Ιουλίου 1921) και στη συνέχεια στην υπόλοιπη Σοβιετική Ένωση. Η κυβέρνηση εξέλαβε τη νομιμοποίηση ως μια προσωρινή αναγκαιότητα, καθώς μετά την οικονομική κρίση και σχεδόν μια δεκαετία αναταραχής, πολέμου, επανάστασης και εμφύλιου πολέμου, πολλές γυναίκες θα αναζητούσαν αμβλώσεις επειδή δεν μπορούσαν να φροντίσουν το παιδί τους. Στη συνέχεια όμως τέθηκαν περιορισμοί και το 1924 η άμβλωση επιτρέπεται μόνο όταν η εγκυμοσύνη διακινδύνευε τη ζωή της γυναίκας ή του αγέννητου παιδιού. Η Σοβιετική Ένωση ενθάρρυνε τον προγεννητικό έλεγχο. Ωστόσο, οι Σοβιετικοί αξιωματούχοι υποστήριζαν ότι οι γυναίκες θα πραγματοποιούσαν αμβλώσεις, ανεξάρτητα από τη νομιμότητά τους και ότι το κράτος θα είναι σε θέση να ρυθμίζει και να ελέγχει την άμβλωση μόνο εάν αυτή νομιμοποιούταν. Συγκεκριμένα, η σοβιετική κυβέρνηση είχε πρόθεση να παρέχει πρόσβαση σε άμβλωση σε ασφαλές περιβάλλον που εκτελείται από εκπαιδευμένο γιατρό αντί για μαία. Ενώ η καμπάνια αυτή ήταν εξαιρετικά αποτελεσματική στις αστικές περιοχές (έως και το 75% των αμβλώσεων στη Μόσχα πραγματοποιήθηκαν στα νοσοκομεία μέχρι το 1925), ήταν πολύ λιγότερο αποτελεσματική στις αγροτικές περιοχές, όπου δεν υπήρχε πρόσβαση είτε σε γιατρούς ούτε σε μεταφορικά μέσα ή και στα δύο και όπου οι γυναίκες είχαν πίστη στην παραδοσιακή ιατρική. Ειδικά στην ύπαιθρο, οι γυναίκες συνέχισαν να προσλαμβάνουν μαίες, κομμώτριες, νοσηλευτές και άλλα πρόσωπα για την ολοκλήρωση της διαδικασίας, μετά τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων στη Σοβιετική Ένωση.
Η Σοβιετική Ένωση έγινε η πρώτη χώρα που κατέστησε την άμβλωση διαθέσιμη χωρίς οικονομικό κόστος, κατόπιν αιτήματος. Υπήρξε έντονη συζήτηση μεταξύ πολιτικών και ιατρών γύρω από τη νομιμοποίησή της. Τα κυριότερα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν κατά της νομιμοποίησης της άμβλωσης ήταν ότι θα είχε δυσμενείς επιδράσεις στην αύξηση του πληθυσμού ή ότι ήταν ιατρικά επιβλαβής για τη γυναίκα. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920, τα νοσοκομεία είχαν τόσο μεγάλη συμφόρηση, λόγω των αμβλώσεων, που έπρεπε να ανοίξουν ειδικές κλινικές για την απελευθέρωση κλινών. Το τεράστιο ποσοστό των αμβλώσεων προκάλεσε ανησυχία και σε πολλούς γιατρούς και εισήχθησαν περιορισμοί μετά τον τρίτο μήνα της εγκυμοσύνης και για να εξασφαλιστεί ότι δινόταν προτεραιότητα μόνο σε γυναίκες φτωχές, χήρες ή πολύτεκνες.
Το 1936 οι αμβλώσεις έγιναν εκ νέου παράνομες, λόγω κυρίως της ανησυχίας του Στάλιν για τη μείωση του πληθυσμού. Μετά το θάνατο του Στάλιν το 1953, ήρθη η παρανομία. Οι τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίστηκαν από μειωμένα ποσοστά γονιμότητας αλλά και αμβλώσεων, καθώς και αυξημένη πρόσβαση και χρήση αντισυλληπτικών μεθόδων. Μεταξύ του 1990 και του 2000, ο αριθμός των ετήσιων αμβλώσεων στη Ρωσία μειώθηκε κατά το ήμισυ, αλλά ο λόγος των αμβλώσεων προς γεννήσεις μειώθηκε ομοίως. Αυτό σημαίνει όχι υπήρξε μείωση όχι μόνο στις αμβλώσεις, αλλά και στις εγκυμοσύνες. Άλλος παράγοντας μείωσης του ποσοστού των αμβλώσεων ήταν τα μέτρα του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν για τη στήριξη της οικογένειας στη Ρωσία. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ζήτησε την ομοσπονδιακή οικονομική στήριξη των παιδιών κατά τους πρώτους 18 μήνες, ως μέσο ενθάρρυνσης των γυναικών προς απόκτηση δεύτερου και τρίτου παιδιού. Όταν το μέτρο προτάθηκε για πρώτη φορά, ο ρωσικός πληθυσμός μειωνόταν κάθε χρόνο κατά 700.000 άτομα. Στα πρώτα δέκα χρόνια της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ο πληθυσμός της Ρωσίας μειώθηκε κατά 3 εκατομμύρια. Οι ανησυχίες σχετικά με τη μείωση του πληθυσμού στη Ρωσία είναι ευρέως διαδεδομένες και έπαιξαν μεγάλο ρόλο στο διάλογο σχετικά με τις άμβλωση. Οι προσπάθειες για μετριασμό της πληθυσμιακής κάμψης ξεκίνησαν με αυξημένη οικονομική στήριξη για μικρά παιδιά στη Ρωσία και τελικά οδήγησαν σε περιορισμούς πρόσβασης στην άμβλωση. Άλλοι παράγοντες που συνέβαλαν στην πτώση των αμβλώσεων στη Ρωσία ήταν η νομιμοποίηση της στείρωσης από το 1993. Κατά τα πρώτα επτά χρόνια που η πρακτική ήταν νόμιμη, περίπου 100.000 γυναίκες αναζητούσαν και έκαμαν στείρωση.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, ο σταθερός πληθυσμός της Ρωσίας (λόγω τόσο των αρνητικών γεννήσεων όσο και του χαμηλού προσδόκιμου ζωής) αποτέλεσε σημαντική πηγή ανησυχίας, φτάνοντας να αναγκάσει τον στρατό να περιορίσει τη στρατολόγηση λόγω έλλειψης νέων ανδρών. Στις 21 Οκτωβρίου 2011, το ρωσικό κοινοβούλιο ψήφισε νόμο που περιορίζει τις αμβλώσεις στις πρώτες 12 εβδομάδες της εγκυμοσύνης, με εξαίρεση την περίπτωση εγκυμοσύνης ως αποτέλεσμα βιασμού, όπου επιτρέπεται μέχρι 22 εβδομάδες, καθώς και για ιατρική αναγκαιότητα, όπου μπορεί να γίνει σε οποιοδήποτε σημείο της εγκυμοσύνης. Ο νέος νόμος καθιέρωσε επίσης υποχρεωτική περίοδο αναμονής δύο έως επτά ημερών πριν από την εκτέλεση μιας έκτρωσης, προκειμένου να επιτραπεί στη γυναίκα να «αναθεωρήσει την απόφασή της». Η έκτρωση μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο σε εξουσιοδοτημένα ιδρύματα (συνήθως νοσοκομεία ή γυναικείες κλινικές) και από γιατρούς που έχουν εξειδικευμένη κατάρτιση. Ο γιατρός μπορεί να αρνηθεί να εκτελέσει την έκτρωση, εκτός από την περίπτωση που υπάρχει ιατρική αναγκαιότητα. Ο νέος νόμος είναι αυστηρότερος από τον προηγούμενο, δεδομένου ότι βάσει του πρώην νόμου επιτρέπονταν αμβλώσεις μετά από τις 12 εβδομάδες για ευρύτερους κοινωνικοοικονομικούς λόγους, ενώ σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο τέτοιες αμβλώσεις επιτρέπονται μόνο εάν υπάρχουν σοβαρά ιατρικά προβλήματα στη μητέρα ή το έμβρυο ή σε περίπτωση βιασμού.
Σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα της Ρωσίας (άρθρο 123), η πραγματοποίηση έκτρωσης από άτομο που δεν έχει πτυχίο ιατρικής και εξειδικευμένη εκπαίδευση τιμωρείται με πρόστιμο μέχρι 800.000 ρούβλια, με πρόστιμο ύψους έως και 8 μηνών από το εισόδημα του καταδικασθέντος, με κοινωνική υπηρεσία από 100 έως 240 ώρες ή με φυλάκιση 1 έως 2 ετών. Σε περιπτώσεις όπου η παράνομη έκτρωση είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο της εγκύου γυναίκας ή προκάλεσε σημαντική βλάβη στην υγεία της, ο καταδικασθείς έχει διάρκεια φυλάκισης έως 5 ετών.
Το 2003 για πρώτη φορά μετά από πενήντα χρόνια, οι νόμοι σχετικά με την πρόσβαση στην άμβλωση έγιναν αυστηρότεροι. Το 1991, το έτος πτώσης της Σοβιετικής Ένωσης, πραγματοποιήθηκε στη Ρωσία ρεκόρ αμβλώσεων, περίπου 3.608.000. Ο αριθμός αυτός μειώθηκε σταθερά τα τελευταία χρόνια και μέχρι το 2002 οι ρώσοι ιατροί πραγματοποιούσαν 1.802.000 αμβλώσεις ετησίως. Πρόκειται για σημαντική πτώση, αλλά αφήνει τη Ρωσία με το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό των εκτρώσεων ανά κάτοικο. Παρόλο που οι αμβλώσεις στη Ρωσία συνολικά μειώνονταν, στις ασιατικές περιοχές της χώρας το ποσοστό αυξανόταν. Η συνολική μείωση των ποσοστών αμβλώσεων οφείλεται κυρίως στην πολύ απότομη πτώση των αμβλώσεων ανά έτος στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της Ρωσίας, τη Μόσχα και την Αγία Πετρούπολη. Η εθνική ανησυχία για τη μείωση του πληθυσμού ήταν μια συνεχής κατάσταση από τη δεκαετία του '80 και οδήγησε το νέο καθεστώς να υιοθετήσει πολιτικές κατά του οικογενειακού προγραμματισμού. Η χρήση αντισυλληπτικών αυξήθηκε αργά κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, αλλά το 1997 μία στις δέκα ρωσικές εγκυμοσύνες τερματίστηκε με άμβλωση και έτσι θα μπορούσε να υποτεθεί ότι τουλάχιστον μία στις δέκα ρωσικές εγκυμοσύνες ήταν ακούσια. Καθώς οι αμβλώσεις έγιναν ελαφρώς λιγότερο συχνές, δεν έγιναν ασφαλέστερες. Μέχρι το 1998, ακόμη δύο στις τρεις αμβλώσεις είχαν κάποια επιπλοκή στην υγεία. Μεταξύ των πιο συνηθισμένων ήταν η ακούσια δευτερογενής στείρωση, η οποία συμβαίνει σε μία στις δέκα Ρωσίδες που επιζητούν άμβλωση. Μεταξύ των ανηλίκων που λαμβάνουν αμβλώσεις, το ποσοστό αυτό είναι διπλάσιο. Οι παράνομες αμβλώσεις που εκτελούνται χωρίς άδεια από γιατρούς ή babki, έχουν υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας και στείρωσης ακόμη και από τις νόμιμες αμβλώσεις, αλλά παραμένουν σχετικά δημοφιλείς λόγω της εμπιστευτικότητάς τους.
Η Ρωσία εξακολουθούσε να έχει τον μεγαλύτερο αριθμό αμβλώσεων ανά γυναίκα σε παιδική ηλικία στον κόσμο, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ από το 2010. Όσον αφορά το συνολικό αριθμό αμβλώσεων, το 2009 η Κίνα ανέφερε ότι είχε πάνω από 13 εκατομμύρια αμβλώσεις σε πληθυσμό 1,3 δισεκατομμυρίων, σε σύγκριση με τις 1,2 εκατομμύρια αμβλώσεις στη Ρωσία, σε πληθυσμό 143 εκατομμυρίων ανθρώπων.Σύμφωνα όμως με τα νεότερα στοιχεία, ο αριθμός των εκτρώσεων στην Ρωσία έχει μειωθεί ακόμα περισσότερο και κυμαίνεται πλέον κάτω από 800.000. Μάλιστα, υπήρξε μείωση σχεδόν κατά 2/3 από τις αρχές του αιώνα, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία που παρουσίασε η αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Τατιάνα Γκόλικοβα το 2018. Συγκεκριμένα, ενώ το 2000 υπήρξαν 2.138.000 καταγεγραμμένες εκτρώσεις στη Ρωσία, το 2017 ο αριθμός κατέβηκε στις 779.999, υπήρξε δηλ. μια σοβαρή πτώση κατά 63,5%. Επιπλέον, ο αριθμός των Ρώσων που καταδικάζουν τις αμβλώσεις έχει τριπλασιαστεί μέσα σε 20 χρόνια, από 12% στο 35%.
Πηγές: