ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΕ, ΔΕΝ Σ’ ΑΛΛΑΖΩ
ΣΑΝ ΕΙΚΟΝΑ ΣΕ ΘΑΥΜΑΖΩ !
Αφού μ’ εγκαταλείψανε Παπάδες και Δεσπότες,
πού από Γκεσέμια* γίνανε πανάθλιες, γκιόσες* κότες,
τού Αυγουστίνου έτρεξα τον τάφο να φιλήσω,
με τη δική του την ευχή, προβλήματα να λύσω.
πού από Γκεσέμια* γίνανε πανάθλιες, γκιόσες* κότες,
τού Αυγουστίνου έτρεξα τον τάφο να φιλήσω,
με τη δική του την ευχή, προβλήματα να λύσω.
Πρωτόειπα. Τίμιε Γέροντα, για πές μου, τί είχες κάνει
στή Ρούμελη, στα Γρεβενά, Φλώρινα και Κοζάνη
κι’ ή Μάνα μας ή Εκκλησιά, «Άγιο» δεν σ’ έχει κάνει;
στή Ρούμελη, στα Γρεβενά, Φλώρινα και Κοζάνη
κι’ ή Μάνα μας ή Εκκλησιά, «Άγιο» δεν σ’ έχει κάνει;
Κι’ από το μνήμα ένιωσα μία φωνή να βγαίνη
και μέχρι τά μεσούρανα ψηλά να ανεβαίνη.
και μέχρι τά μεσούρανα ψηλά να ανεβαίνη.
Παπά μου, δόξες και τιμές στον κόσμο δεν εζήτησα.
Γι’ αδικημένους και φτωχούς πάντοτε εξαγρύπνησα.
Ωσάν το φίδι απέφευγα πάντα κάθ’ αμαρτία*.
Την τυραννία απόδιωχνα, σκόρπαγα ελευθερία.
Δε συμβιβάστηκα ποτέ με την παρανομία,
Παρέμεινα αδιάλλακτος μέσα στην Κοινωνία.
Στα ιερά καθήκοντα ήμουν έν μετανοία.
Άρτον οκνόν δεν έφαγα*. Μακράν ή ακηδία*.
Γι’ αδικημένους και φτωχούς πάντοτε εξαγρύπνησα.
Ωσάν το φίδι απέφευγα πάντα κάθ’ αμαρτία*.
Την τυραννία απόδιωχνα, σκόρπαγα ελευθερία.
Δε συμβιβάστηκα ποτέ με την παρανομία,
Παρέμεινα αδιάλλακτος μέσα στην Κοινωνία.
Στα ιερά καθήκοντα ήμουν έν μετανοία.
Άρτον οκνόν δεν έφαγα*. Μακράν ή ακηδία*.
Ό Άρχοντας τής Πίστης μου, «φωτιά ήρθε ν’ ανάψη»*,
Γι’ αυτό κι’ εγώ δε δίστασα, πλάϊ να έχω κάψει
ό,τι σαπρό εφύτρωνε, αντίθετο απ’ την τάξη,
το ήθος, τήν ευπρέπεια.
Έμπρακτα κάθε αρετή να είν’ έν παρατάξει.
Γι’ αυτό κι’ εγώ δε δίστασα, πλάϊ να έχω κάψει
ό,τι σαπρό εφύτρωνε, αντίθετο απ’ την τάξη,
το ήθος, τήν ευπρέπεια.
Έμπρακτα κάθε αρετή να είν’ έν παρατάξει.
Κανόνες κι’ Ευαγγέλιο είχα στην αγκαλιά μου.
Μ’ αυτά τά δυό -πνευματικά- έθρεψα «τά παιδιά μου»*.
Ποτέ δεν εκατάντησαν στα πόδια «πατητήρι»!
«Λυχνάρι ήταν στα πόδια μου, φώς στα τραχιά σοκάκια»*.
Αυτά με παρηγόραγαν, μού σβύναν τά φαρμάκια.
Μ’ αυτά τά δυό -πνευματικά- έθρεψα «τά παιδιά μου»*.
Ποτέ δεν εκατάντησαν στα πόδια «πατητήρι»!
«Λυχνάρι ήταν στα πόδια μου, φώς στα τραχιά σοκάκια»*.
Αυτά με παρηγόραγαν, μού σβύναν τά φαρμάκια.
Δεν είν’ βαργιές οί Έντολές*. Έλεύθερο σέ κάνουν.
Τά πάθη είναι «σκάνδαλα»*, στα δίχτυα τους σέ πιάνουν,
και αλυσσόδετα κορμιά, στον ουρανό δεν φτάνουν.
Τά πάθη είναι «σκάνδαλα»*, στα δίχτυα τους σέ πιάνουν,
και αλυσσόδετα κορμιά, στον ουρανό δεν φτάνουν.
«Σ’ ένα να φταίξη ό άνθρωπος, σέ όλ’ αποτυχαίνει»!*
Κι’ αφού «πταίομεν είς πολλά άπαντες κάθε μέρα»*,
Μη καρτερούμ’ αιώνια να ζούμε εδώ πέρα.
Τη «Χάρη» πλέρια τού Θεού καθείς να περιμένη,
Γιατί, μονάχα με «αυτήν» θα γίνωμε «σωσμένοι»!*
Κι’ αφού «πταίομεν είς πολλά άπαντες κάθε μέρα»*,
Μη καρτερούμ’ αιώνια να ζούμε εδώ πέρα.
Τη «Χάρη» πλέρια τού Θεού καθείς να περιμένη,
Γιατί, μονάχα με «αυτήν» θα γίνωμε «σωσμένοι»!*
Άγώνα ακατάπαυστα όλοι να ενασκούμε,
άν «έχουμε επιθυμιά, κοντά Του να βρεθούμε»*.
άν «έχουμε επιθυμιά, κοντά Του να βρεθούμε»*.
Αυτά, σάν νάμαι ζωντανός, μέσ’ απ’ τον τάφο λέγω.
Προσεύχομαι ακατάπαυστα, και για καθένα κλαίγω.
Προσεύχομαι στον Πλάστη μας, Πατέρα και Σωτήρα,
Να άρη τά «ζιζάνια»*, τόν «πόνο» και τη «φίρα»
πού ό αιώνιος εχθρός σκορπά σάν «βγαίνει γύρα»*,
τοποθετώντας δόκανα με πονηριά και μίσος,
ποθών να ικανοποιηθή, πιάνωντας κάποιον .., ίσως.
Προσεύχομαι ακατάπαυστα, και για καθένα κλαίγω.
Προσεύχομαι στον Πλάστη μας, Πατέρα και Σωτήρα,
Να άρη τά «ζιζάνια»*, τόν «πόνο» και τη «φίρα»
πού ό αιώνιος εχθρός σκορπά σάν «βγαίνει γύρα»*,
τοποθετώντας δόκανα με πονηριά και μίσος,
ποθών να ικανοποιηθή, πιάνωντας κάποιον .., ίσως.
Διάδοχε, πληροφόρησε όλο τον κόσμο, ώς πέρα.
Μολόγαε* παντού Χριστόν, τη νύχτα και τη μέρα.
Λίγος να είν’ ό ύπνος σου. Στ’ αυτιά το «γρηγορείτε»*
καί τά «λιτά (τά) γεύματα»* να μη περιφρονείτε.
Μολόγαε* παντού Χριστόν, τη νύχτα και τη μέρα.
Λίγος να είν’ ό ύπνος σου. Στ’ αυτιά το «γρηγορείτε»*
καί τά «λιτά (τά) γεύματα»* να μη περιφρονείτε.
Μην είναι έργον επαχθές, το σήμερον νάν όπως χθές,
πού ακούραστα γυρνούσα,
το Λόγο Του «αφειδόλευτα παντούθε εσκορπούσα»*,
να εκτελούν τίς αρετές, τά πάθη ν’ αποφεύγουν
«τη βασιλεία τού Θεού πρωτίστως να ζητούνε»*,
μ’ αγάπη και ομόνοια παντοτεινά να ζούνε.
πού ακούραστα γυρνούσα,
το Λόγο Του «αφειδόλευτα παντούθε εσκορπούσα»*,
να εκτελούν τίς αρετές, τά πάθη ν’ αποφεύγουν
«τη βασιλεία τού Θεού πρωτίστως να ζητούνε»*,
μ’ αγάπη και ομόνοια παντοτεινά να ζούνε.
Ετούτα αφουγκράστηκα να βγαίνουν απ’ τον τάφο,
Γι’ αυτό και με ευλάβεια, πιστά τά καταγράφω.
Ζημιά, ή κέρδος καθενός, -αν είναι «ξύπνιος» ή «οκνός»*-,
Θα αποβή μοιραίως,
άν «Κύρης» (τύχη) ό διάβολος, ή ΕΙΝΑΙ Ο ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ,
Ό Θείος μας Νυμφαγωγός, ή Δόξα μας, το Κλέος, ΄
Ό τής ψυχής μας Λυτρωτής, σώματος αναμορφωτής,
Ό «παρά πάντας τούς βροτούς ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΩΡΑΙΟΣ!!!*
Γι’ αυτό και με ευλάβεια, πιστά τά καταγράφω.
Ζημιά, ή κέρδος καθενός, -αν είναι «ξύπνιος» ή «οκνός»*-,
Θα αποβή μοιραίως,
άν «Κύρης» (τύχη) ό διάβολος, ή ΕΙΝΑΙ Ο ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ,
Ό Θείος μας Νυμφαγωγός, ή Δόξα μας, το Κλέος, ΄
Ό τής ψυχής μας Λυτρωτής, σώματος αναμορφωτής,
Ό «παρά πάντας τούς βροτούς ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΩΡΑΙΟΣ!!!*
——————-
- Έπεξηγήσεις, Άγιογραφικά Χωρία:
* Γκιόσα = Γίδα ή αμνάς, γηραιά, παύσασα να γεννά. Γυνή δυσειδής (άσχημη),
έν αμαρτίαις γηράσασα.
* Γκεσέμι = Τράγος ή Κριός, ώς οδηγός προπορευόμενος τού ποιμνίου.
* Άκηδία = Πνευματική τεμπελιά.
* Βροτός = Θνητός, φθαρτός, νεκρός.
* «Ώς από προσώπου όφεως φεύγε από αμαρτίας» (Σ.Σειράχ 21,2)
* «Οί εσθίοντες άρτον οδύνης» (Ψαλ.126,2). «Τον άρτον σου μετ’ οδύνης
φάγεσαι» (Εζεκ.12,18). «Άρτον επιθυμιών ούκ έφαγον» (Δαν.Θεοδ.10,3).
* «Πύρ ήλθον βαλείν επί τήν γήν, και τί θέλω εί ήδη ανήφθη» (Λουκ.12,49).
* «Έπί παντί ρήματι εκπορευομένου έκ τού στόματος αυτού» (Ματ.4,4).
* «Λύχνος τοίς ποσί μου ό νόμος σου και φώς ταίς τρίβοις μου (Ψαλ.118,105).
* «Αί εντολαί αυτού βαρείαι ούκ εισίν» (Α΄Ίωάν.5,3).
* Σκάνδαλον = Παγίς στηθείσα υπ’ εχθρού, πρόσκομμα, πειρασμός. «Μη τιθέναι
πρόσκομμα τώ αδελφώ ή σκάνδαλον» (Ρωμ.14,13).
* «Ό έν ενί πταίσας γέγονεν πάντων ένοχος» (Ίακ.2,10).
* «Είς πολλά πταίομεν άπαντες» (Ίακ.3,2).
* «Χάρητι εστέ σεσωσμένοι» (Έφες.2,5).
* «Έσπειρε ζιζάνια ανά μέσον τού σίτου» (Ματ.13,25).
* «…ζητών τίνα καταπίη» (Α΄Πέτρ.5,8).
* «Γρηγορείτε και προσεύχεσθε» (Μάρκ.14,38). «Έν προσευχή και νηστεία»
(Ματθ.17,21 & Μάρκ.9,29).
* «Τη σπουδή μη οκνηροί» (Ρωμ.12,11).
* «Ναζωραίος κληθήσεται» (Ματθ.2,23).
* «Ό ωραίος κάλλει (=εξαιρετικώς ωραίος) παρά πάντας βροτούς»(Έγκώμια
Μ.Παρασκευής).
* «Ό σπείρων φειδομένως φειδομένως και θερίσει, και ό σπείρων επ’ ευλογίαις
επ’ ευλογίαις και θερίσει» (Β΄Κορ.9,6).
* «Έν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» (Έφες.6,4).
* «Έπιθυμίαν έχω τού αναλύσαι και σύν Χριστώ είναι» (Φιλιπ.1,23).
* «Ός εάν με ομολογήση ενώπιον των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ αυτόν
ενώπιον τού πατρός μου τού έν ούρανοίς» (Ματ.10,32 & Λουκ.12,8).
* «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν τού Θεού και την δικαιοσύνην αυτού και
ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ.6,33 & Λουκ.12,31).