Περί τής τών οστέων τών «Φιλοκαλικών Πατέρων» ευωδίας
Ευωδιαστά άγια λείψανα
Φιλοκαλικές Σελίδες - «Οσμή αγρού πλήρους» (Γεν. κζ΄, 27)
Πηγή: Περιοδικό: "Εκκλησιαστική Παρέμβαση" τεύχος 267, Οκτωβρίου 2018.
Αναδημοσίευση από: http://www.parembasis.gr
Ο άνθρωπος, «ο κατ εικόνα Θεού και ομοίωσιν» γενόμενος, (Γεν. α΄, 26), «ο μικρόκοσμος μέσα στον μεγαλόκοσμο», σύμφωνα με την διδασκαλία τής Εκκλησίας μας, είναι το τελειότερο δημιούργημα τού Θεού, η περίληψη σύνολης τής δημιουργίας Του.
«Ο Θεός δημιούργησε κατ’ αρχάς τον νοητό κόσμο, τα νοερά πνεύματα, ήτοι τους αγγέλους, στην συνέχεια δημιούργησε τον αισθητό κόσμο, όλη την υλική κτίση και, τέλος, τον άνθρωπο, ως αποκορύφωμα, που αποτελείται από νοερό και αισθητό στοιχείο». «Είναι η περίληψη όλης τής δημιουργίας, γιατί αποτελείται από ψυχή και σώμα και έχει και το νοερό, που συγγενεύει με τους αγγέλους, και το αισθητό που συνδέεται με την κτίση». (Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου, Εμπειρική Δογματική, τ. Β΄)
Η ψυχή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το σώμα με «φυσικώτατο δεσμό» και η δημιουργία τους έγινε ακαρεί. Αυτός «τής συμφυίας ο φυσικώτατος δεσμός», «θείω βουλήματι αποτέμνεται» με το «όντως φοβερώτατον τού θανάτου μυστήριον». Η συμφυία αυτή έχει ως συνέπεια την άμεση αλληλεπίδραση τής ψυχής πάνω στο σώμα και το αντίστροφο.
Οι Πατέρες περιγράφουν εναργώς την προπτωτική και μεταπτωτική λειτουργία τού ανθρώπου. Προπτωτικά ο νους του ήταν ενωμένος με τον Θεό, τρεφόταν η ψυχή από την Χάρη Του και η ψυχή μετάγγιζε στο σώμα αυτήν την Χάρη και το έτρεφε. Με την στροφή τού νοός στις αισθήσεις και την διάχυσή του μέσω αυτών προς την κτίση έχασε την κοινωνία με τον Θεό, έπαψε η ψυχή να τρέφεται από τον Θεό, άρχισε να απομυζά το σώμα με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τα ψυχικά πάθη. Το σώμα ζητώντας με τη σειρά του τροφή άρχισε να απομυζά την κτίση· δημιουργήθηκαν έτσι τα σωματικά πάθη και ο νους αιχμαλωτίσθηκε στην λογική και τις αισθήσεις.
Οι Άγιοι με όλη την ασκητική και μυστηριακή ζωή τής Εκκλησίας κατάφεραν, με την Χάρη τού Θεού, να αφιερώσουν τον νου τους στον Θεό, να θεραπευθούν και να επιστρέψουν στην προπτωτική κατάσταση τού ανθρώπου. Έτσι η ψυχή αγιάζεται και αγιάζει και το σώμα. Απόδειξη αυτού, τα ιερά τους λείψανα, τα ευωδιάζοντα και μυροβλύζοντα, τα άφθαρτα και ιαματικά.
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, «ο παναοίδιμος ούτος διδάσκαλος», στο έργο του «Εορτοδρόμιον», σχολιάζοντας τον ιαμβικό Κανόνα τής Πεντηκοστής, αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά περί τής ευωδίας και θαυματουργίας τών ιερών λειψάνων, γράφει: «Και τούτο είναι η αφορμή, δια την οποίαν και μετά θάνατον έγιναν και γίνονται άγια και ευώδη και θαυματουργικά τα λείψανα τόσον τών θείων Αποστόλων, όσον και όλων τών Αγίων· διότι η άπαξ ενοικήσασα εις τα σώματα αυτών χάρις τού Αγίου Πνεύματος, δεν χωρίζεται από αυτά μετά θάνατον, αλλά μένει μετ’ αυτών. Όθεν τας μεν ψυχάς τών Αγίων ποιεί μακαρίας εν Ουρανοίς· τα δε σώματα αυτών αποδεικνύει πηγήν ευωδίας και θαυμάτων παραδόξων και ιαμάτων· και καθώς και η Χάρις είναι ζωοποιός· ούτω ζωοποιά και τα σώματα τών Αγίων αποτελεί»· και παρακάτω, με το γνωστό γλυκύ και ασκητικό του ύφος, καταλήγει· «Εάν δε η χάρις τού Αγίου Πνεύματος δεν κατοικήση, και δεν συγκραθή με την καρδίαν και τα σπλάγχνα και με όλον το σώμα, λείψανον άγιον να γένη ο άνθρωπος είναι αδύνατον».
***
Ο 18ος αιώνας στιγματίστηκε θεολογικώς από την λεγομένη «Κολλυβαδική έριδα», ή θετικότερα την «Φιλοκαλική αναγέννηση». Μία σύντομη μαρτυρία περί τής «Κολλυβαδικής έριδος» δίδεται από τον βιογράφο τού Γέροντος Ιεροθέου, αυτόπτη και αυτήκοο τών γεγονότων, γράφει: «Αλλά πώς να διηγηθώ, αδελφοί μου, τα κάτωθεν χωρίς λύπην; Πώς, λέγω, να διηγηθώ την πολυθρύλητον και κοινήν συμφοράν και διχόνοιαν, η οποία προ πεντήκοντα χρόνων άρχισεν και ακόμη επικρατεί μέχρι την σήμερον. Και μάλιστα εις το Περιβόλιον τής Κυρίας ημών Θεοτόκου, εις το κοινόν καταφύγιον, λέγω, το Άγιον Όρος. Και το αίτιον είναι ότι συχνάζομεν, οι ταπεινοί, εις την θείαν Μετάληψιν, και με όλον οπού κανονικώς προσερχόμεθα, κατηγορούμεθα, όμως, πολλά ως αιρετικοί και φερμασόνοι, και μάλιστα προ ημών πατέρες πνευματικοί και σεβάσμιοι και άγιοι άνδρες. Ώσπερ, τον εν αγίοις Μακάριον, τον πρόεδρον Κορίνθου, ο οποίος με την παρακίνησιν και διδασκαλίαν του απέδειξεν πολλούς μάρτυρας τού Χριστού και τα σεβάσμια αυτού Λείψανα θαυματουργούσι εις αισχύνην τών συκοφαντών και φθονοκατηγόρων ανθρώπων. Ομοίως και τον πανοσιώτατον πνευματικόν Παρθένιον, τού οποίου το Λείψανον ευωδίασεν. Τον πανοσιώτατον Νήφωνα, οπού εσύστησεν το Κοινόβιον εις την νήσον Σκιάθον. Αθανάσιον Πάριον τον διδάσκαλον. Χριστοφόρον διδάσκαλον. Νικόδημον τον θείον και οικουμενικόν διδάσκαλον. Μετ’ αυτούς δε και ημείς, οι ταπεινοί, συγκατηγορούμεθα και άλλοι πολλοί και προ ημών ο πνευματικός ημών πατήρ Ιερόθεος. (Βίος και πολιτεία Ιεροθέου τού μακαρίου Γέροντος).
Ο άγιος Νικόδημος έχει χαρακτηρισθή ως ο «θεολογικός νους τών "Κολλυβάδων"» και ο «θεωρητικός εκφραστής» των. Υπήρξε ο εκφραστής τής μυστικής ζωής τού Αγίου Όρους, μίας ζωής που ξεκινά από τους Προφήτες και τους Αποστόλους, φθάνει στον άγιο Γρηγόριο Παλαμά, από εκεί στους «Κολλυβάδες» και από αυτούς μέχρις εμάς. Με τα συγγράμματά του, ο άγιος Νικόδημος, εξέφραζε τους πνευματικούς του πατέρας και αδελφούς, τους λεγομένους «Κολλυβάδες», ορθότερα όμως «Φιλοκαλικούς Πατέρες», οι οποίοι αγωνίσθηκαν να κρατήσουν την ορθόδοξη θεραπευτική μέθοδο τής Εκκλησίας μέσα από τα Μυστήριά Της, την Ασκητική Της και την Θεολογία Της.
«Επισημώτεροι» τών «Κολλυβάδων» είναι οι εξής· Παρθένιος Σκούρτος ο ζωγράφος, πρώην Μητροπολίτης Κορίνθου Μακάριος Νοταράς, Αθανάσιος Πάριος ο διδάσκλαος, Νήφων ο Χίος, Νικόδημος Αγιορείτης ο Νάξιος, Χριστοφόρος ο Προδρομίτης, Γέρων Ιερόθεος. Τα λείψανα τών περισσοτέρων εξ αυτών «ο Θεός ετίμησεν με ευωδία», ως απόδειξη τής ορθής διδασκαλίας τους και τής αγίας βιοτής τους. «Πανταχού, ένθα ούτοι κατώκησαν, παρέσχον μαρτυρία τής αγιορειτικής αρετής και πολλούς δια τής ενθέου αυτών αναστροφής προς τον Χριστόν εχειραγώγησαν, από τής αιχμαλωσίας τού σατανά απαλλάξαντες. Αλλ’ ουδέ άγνωστον τυγχάνει ότι πάντες εμαρτυρήθησαν εκ τού ουρανού δια τής ευωδίας τών ιερών αυτών λειψάνων και δια σημείων υπερφυών, διότι ο μεν βίος αυτών ην θεοφιλής, ο δε ζήλος άγιος». (ιερομ. Ισιδώρου Κυριακοπούλου, Ικαριακά)
Περί τής ευωδίας τών λειψάνων τους γράφει σχετικώς και ο άγιος Νικόδημος στο έργο του «Ομολογία Πίστεως» και τελικώς αναρωτιέται: «Έχουσι τοιαύτα υπερφυσικά θαύματα να δείξουν και οι πεισματικώς παραβαίνοντες την Εκκλησιαστικήν Παράδοσιν...;» και απαντά ο ίδιος: «ουδόλως, ουδαμώς».
Μαρτυρίες περί ευωδίας
Στην συνέχεια θα παραθέσουμε όσα αποσπάσματα εντοπίσαμε, από κείμενα τής εποχής, τα οποία αναφέρονται ειδικώς στην ευωδία τών λειψάνων τών «Φιλοκαλικών Πατέρων», καθώς υπάρχουν και πολλές μαρτυρίες για θαυματουργίες τους. Εντύπωση προκαλεί η πληθώρα αναφορών στην ευωδία τών λειψάνων τού παπα-Παρθενίου τού Σκούρτου. Ο Παρθένιος όντας «εκ τών αρχηγών τής Εκκλησιαστικής Παραδόσεως τής εν Σαββάτω τελούσης τα μνημόσυνα», είχε συκοφαντηθή και είχε διαβληθή ως «κακόδοξος, αιρετικός και φαρμασόνος». Το «παράδοξον» αυτό θαύμα τής ευωδίας τών λειψάνων ήταν μία απάντηση σε όλες τις εναντίον του κατηγορίες και συκοφαντίες.
Η πρώτη χρονικά μαρτυρία συνεγράφη υπό τού αγίου Νικοδήμου στην «Ομολογία Πίστεως», όπου, αφού προηγουμένως τεκμηρίωσε τις απόψεις του με πλείστα όσα ακράδαντα θεολογικά επιχειρήματα, καταλήγει με το θαυμαστό γεγονός τής ευωδίας τών λειψάνων τού Παρθενίου με σκοπό να «δυσωπήση τους εν Χριστώ αδελφούς, εάν δεν τους έπεισαν τα πάμπολλα θεολογικά επιχειρήματα παραπάνω, τουλάχιστον να τους πείση η άνωθεν μαρτυρία».
1. «Κάνομεν τέλος τού Κεφαλαίου τούτου και λέγομεν, ότι αν άλλο δεν παρακινήση τους εν Χριστώ αδελφούς μας, να παύσουν από το να ονομάζουν ημάς Κολλυβάδας, καν ας τους δυσωπήση η άνωθεν μαρτυρία, και η δόξα και τιμή, με την οποίαν εδόξασεν ο Θεός κατά τον ενεστώτα χρόνον, τους δύω πρώτους και αρχηγούς της Εκκλησιαστικής Παραδόσεως τής εν Σαββάτω τελούσης τα μνημόσυνα, ήτοι τον μακαρίτην παπάν Παρθένιον Ζωγράφον, τον κοινόν Πνευματικόν τού Αγίου Όρους, ούτινος μετά την ανακομιδήν, ανεφάνησαν τα Ιερά λείψανα ευωδιάζοντα...».
Η επόμενη χρονικά μαρτυρία έρχεται και πάλι από τον άγιο Νικόδημο σε δύο υποσημειώσεις τού «Συναξαριστού» του. Η πρώτη βρίσκεται στις 3 Νοεμβρίου, όπου και εορτάζεται η ανακομιδή τών λειψάνων τού αγίου Γεωργίου και η δεύτερη στις 23 Απριλίου, όπου και η κυρίως εορτή του. Αφορμή το «κελλίον» τού παπα-Παρθενίου, τιμώμενο στον άγιο Γεώργιο.
2. «Σημείωσαι, ότι η εμή αδυναμία εφιλοπόνησεν εις την ανακομιδήν ταύτην τού λειψάνου τού Αγίου Γεωργίου, Ακολουθίαν τελείαν...Ομοίως και εγκώμιον απλοϊκή φράσει συντεθειμένον... Σώζονται ταύτα εν τω άνωθεν τών Καρεών κειμένω κελλίω τού Αγίου Γεωργίου, τού αοιδίμου παπά Παρθενίου Σκούρτου. (Ού τα λείψανα ο Θεός ετίμησεν ευωδία πνευματική)». (Γ΄ Νοεμβρίου)
3. «Ευρίσκεται και είς Κανών πανηγυρικώτατος... εν τω κελλίω τού Ζωγράφου [Παρθενίου], ού και τα οστά μετά θάνατον, ευωδία πνευματική ο Κύριος ετίμησεν ως και τα λείψανα τών Αγίων». (ΚΓ΄ Απριλίου)
Οι επόμενες τρεις αναφορές βρίσκονται στο απολογητικό έργο τού αγίου Αθανασίου τού Παρίου «Δήλωσις τών εν Αγίω Όρει ταραχών αληθείας» όπου αναφέρεται στην ευωδία τών λειψάνων τών Παρθενίου Σκούρτου και οσίου Νήφωνος τού Χίου.
4. «ευρίσκοντο όμως και πολλοί, οίτινες ορθώς φρονούντες... εδέχοντο αυτούς (τους διωκόμενους) και διανέπαυον αδελφικώς. Τοιούτος υπέρ άπαντας εφάνη ο σεβάσμιος εκείνος ανήρ ο παπα-Παρθένιος Ζωγράφος, ο επονομαζόμενος Σκούρτος, ούτινος την πίστιν και τον βίον η αδέκαστος τού ουρανού κρίσις εδόξασε δία τής αρρήτου και παραδόξου εκ τών ιερών αυτού οστέων εκβλυζούσης ευωδίας, ην και πολλά καμόντες οι τής αληθείας εχθροί, χρήμα υποβολιμαίον απελέγξαι, ουκ ίσχυσαν».
5. «Ως γαρ ηκούσαμεν και εβεβαιώθημεν παρ' αξιοπίστων ανδρών εκ τού Αγίου Όρους ελθόντων, τα οστά τού εν μακαρία τη λήξει γενομένου παπα-Παρθενίου τού Ζωγράφου ευωδίαν εκπέμπουν άρρητον· ότι και τινές τών εναντίων, την κάραν αυτού λαβόντες, δοκιμασίαν επ' αυτής εποίησαν ως ηθέλησαν· και τότε ωμολόγησαν, ότι αληθώς εκ τού Αγίου Πνεύματος εστίν η εκπεμπομένη ευωδία, και θεομαχείν ου δει».
6. «Ήδη προ ημερών εμάθομεν και εβεβαιώθημεν, ότι εν τη Σκιάθω ανακομιδής γενομένης τού κοινοβιάρχου και οσιωτάτου παπα-Νήφωνος, τα οστά αυτού ώφθησαν πηγάζοντα ευωδίαν άρρητον και ότι προς τη ευωδία και ιάματα παράδοξα ετέλεσεν».
Περί τής ευωδίας τών «ιερών οστέων» τού αγίου Μακαρίου Νοταρά μάς πληροφορεί ο φίλος και δεύτερος βιογράφος τού αγίου Νικοδήμου, Ονούφριος μοναχός Ιβηρίτης, στον «εν συνόψει Βίο τού μακαρίτου και αοιδίμου διδασκάλου Νικοδήμου Αγιορείτου», σε υποσημείωσή του.
7. «Μετά δε έτη δύο ελθών ο Κορίνθου Μακάριος (τούτου τα οστά μετά θάνατον ετίμησεν ο Θεός ευωδία και θαύμασι πλείστοις), παρέδωκεν αυτώ (τω Νικοδήμω) την "Φιλοκαλίαν" εις θεωρίαν του».
Οι τρεις τελευταίες χρονικά μαρτυρίες προέρχονται από έναν θησαυρό τής «Φιλοκαλικής Γραμματείας», τον βίο τού ιερομονάχου Ιεροθέου τού Γέροντος, κτήτορος τής Ι.Μ. Προφήτου Ηλιού Ύδρας, και αδελφού τού ανακαινιστού τής Ι. Μ. Λογγοβάρδας Πάρου, Φιλοθέου. Οι δύο πρώτες αφορούν τον ζωγράφο Παρθένιο, μιας και ο βιογραφούμενος Ιερόθεος συνδεόταν μαζί του με πνευματικούς δεσμούς. Η τελευταία αφορά τον αδελφό τού Ιεροθέου, ηγούμενο Φιλόθεο.
8. «Ο δε Ιωσήφ [Ιερόθεος] λέγει τους· "εγώ, Πατέρες μου, δια τούτο ήλθον εις ετούτον τον άγιον τόπον, να φροντίσω δια την σωτηρίαν τής ψυχής μου, Θεού συνεργούντος μοι. Δια τούτο, λοιπόν, σάς παρακαλώ να με δείξετέ τινα άγιον άνθρωπον και πνευματικόν, δια να τού φανερώσω τους λογισμούς μου και τον σκοπόν μου, και ό,τι με προστάξει, θέλω το κάμη". Λοιπόν, τον επήγαν εις έναν Πνευματικόν πρακτικόν και τω όντι άγιον άνθρωπον, ονόματι Παρθένιον, επ’ ονόματι δε Σκούρτον (τού οποίου το λείψανον ευωδίασεν μετά την ανακομιδήν του)».
9. «Ομοίως και τον πανοσιώτατον πνευματικόν Παρθένιον , τού οποίου το Λείψανον ευωδίασεν». (βλ. λίγο παραπάνω για το πλήρες χωρίο)
10. «Ο Γέρων Φιλόθεος, κοσμούμενος με τις αρετές τής πραότητος, αδιαλείπτου προσευχής, ανεξικακίας, ταπεινοφροσύνης, εγκρατείας και φιλοπονίας, εμπέδωσε, δια τού παραδείγματός του, τών οδηγιών και τών υποθηκών προς τους Μοναχούς του, απαρασάλευτη την τάξι και αμετακίνητη εις το μέλλον την παρακαταθήκη εις την Ιερά Μονή, τής οποίας έγινε κτίτωρ και ηγούμενος... εκοιμήθη το 1860, εις ηλικίαν 84 ετών. Κατά την ανακομιδη τών λειψάνων του, άρρητος εκ τών οστών αυτού ευωδία πάσαν την Μονήν επλήρωσε, κατά το τελεσθέν Μνημόσυνον». (Πρόλογος)
***
Στον βίο τού αγίου Νικοδήμου, συγγραφέντα υπό τού παραδελφού του ιερομ. Ευθυμίου Σταυρουδά, σώζεται ένα καταπληκτικό στιγμιότυπο που δείχνει την μεγάλη ευλάβεια που είχε ο Άγιος στα ιερά λείψανα τών πνευματικών του πατέρων, αλλά και την βεβαιότητά του ότι οι «Άγιοι Πατέρες του» έχουν βρη παρρησία και μεσιτεύουν προς τον Θεό.
«Και έλεγεν (ο Άγιος) εις τους αδελφούς: "Να με συγχωρήσητε, πατέρες μου. Απόκαμεν ο νους μου και δεν δύναται να βαστάξη την Ευχήν και δια τούτο την εκφωνώ. Και η ζωή μου τέλος έχει, αλλά ο άγιος Θεός να πληρώση τον κόπον τής αγάπης σας, οπού κάνετε εις εμένα τον αμαρτωλόν. Και, παρακαλώ σας, φέρετέ μου τα Λείψανα τών Αγίων μου Πατέρων, Αγίου Μακαρίου Κορίνθου και Παρθενίου, Αγίου Πνευματικού Πατρός μας". Και αγκαλισάμενος αυτά κατεφίλει δακρυρροών και λέγοντας: "Διατί, Άγιοι Πατέρες, με αφήκατε ορφανόν; Εσείς ήλθετε αυτού και αναπαύεσθε δια τας αρετάς οπού εκατωρθώσατε εις την γην και κατατρυφάτε την δόξαν τού Κυρίου μας, και εγώ πάσχω εκ τών αμαρτιών μου. Διο παρακαλώ σας, Πατέρες μου, ικετεύσατε τον Κύριόν μας να με ελεήση και εμένα και να με αξιώση αυτού, αυτού οπού είσθε και εσείς».
***
Είναι γνωστόν ότι ο «ρακενδύτης» τής ερημικής Καψάλας, άγιος Νικόδημος, έτρεφε βαθύ σεβασμό προς τον μεγάλο ησυχαστή τών ρουμανικών μονών, όσιο Παΐσιο Βελιτσκόφσκι. Ο άγιος Νικόδημος σε μία επιστολή του προς αταύτιστο μέχρι στιγμής παραλήπτη, (έχει υποστηριχθή ότι είναι προς τον μητροπολίτη Μολδαβίας Βενιαμίν Κωστάκε, όμως κάτι τέτοιο δεν αποδεικνύεται από εσωτερικά στοιχεία και μάλλον είναι απίθανον), αναφέρεται σε κάποιες δυσκολίες ενός μαθητού τού οσίου Παϊσίου, τού ηγουμένου τής μονής Σιμωνόπετρας ιερομονάχου Υακίνθου, «οία φερωνύμως υάκινθος ευωδιάζων». Γράφει με θαυμασμό ο άγιος Νικόδημος περί τού οσίου Παϊσίου και τών μαθητών του:
«Έχω ιδιαιτέραν σχέσιν προς τους από Βλαχίας αδελφούς μοναχούς, ορών αυτούς σημεία πολλά έχοντας πρέποντα μοναχοίς, και μυρωδίαν, ή λέγεται, σώζοντας καλογερικήν, ην ανεμάξαντο εκ τού νέου φωτιστού τής Βλαχίας, τού γεγονότος ευωδία Χριστού κατά Παύλον, Παϊσίου εκείνου φημί τού πάνυ, ω γέρας εδόθησαν, οίμαι, οι ορεκτοί κόλποι τού Αβραάμ». (Θεολόγου ιερομ. Σιμωνοπετρίτου, Ο άγιος Παίσιος και οι μαθητές του στο Άγιον Όρος και στη Σιμωνόπετρα)
Όμως εν τέλει και ο ίδιος ο άγιος Νικόδημος «γέγονεν ευωδία Χριστού», όχι μόνον ως «διδάξας», αλλά και «ποιήσας» (πρβλ. Μτθ. ε΄, 19) σύμφωνα με μία μαρτυρία που βρίσκουμε σε δύο ρωσικές πηγές.
Πρόκειται για την μαρτυρία τού Αγιορείτου μοναχού Παρθενίου (†1878), ρωσικής καταγωγής, από το τετράτομο έργο του «Οδοιπορικό στις χώρες τής Ρωσίας, Μολδαβίας, Τουρκίας και τών Αγίων Τόπων». Η μαρτυρία αυτή χρησιμοποιείται και από τον Ρώσο βιογράφο τού αγίου Νικοδήμου, ιερομόναχο τής μονής Όπτινα, Κλήμη Ζέντεργολμ (†1878), γράφει:
11. «Είχεν άλλως τε εν εαυτώ [ο άγιος Νικόδημος] την άνωθεν δοθείσαν χάριν τού Αγίου Πνεύματος και το δώρον τής διακρίσεως, ως δεικνύει σαφώς η κάρα του, η βλύζουσα ευωδίαν».
Αξιοσημείωτο είναι και το εξής· Ο ιερομ. Κλήμης Ζέντεργολμ (ή Σεντερχόλμ) ήταν πνευματικό τέκνο τού μεγάλου στάρετς τής Όπτινα οσίου Μακαρίου, υποτακτικός τού οσίου Αμβροσίου και ένας εκ τών συμμετεχόντων στην πλούσια «φιλοκαλική», τυπογραφική και εκδοτική δράση τής μονής, συνέχειας τού ιερού πόθου τού οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκι. Έτσι βλέπουμε έναν πνευματικό απόγονο να εγκωμιάζη τον εγκωμιαστή τού πνευματικού προγόνου του.
***
Κατά την χαρακτηριστική φράση τού π. Δημητρίου Στανιλοάε «η αποστολή τής Εκκλησίας είναι να λειτουργή "ως εργαστήριο αναστάσεως". Τα λείψανα τών αγίων φανερώνουν αυτήν την πραγματικότητα. Η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο, αλλά και εργαστήριο αναστάσεως, εργαστήριο λειψάνων», (Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου, Το πρόσωπο στην ορθόδοξη παράδοση), και ο τρόπος με τον οποίον ο άνθρωπος φθάνει σε αυτήν την κατάσταση είναι η ζωή τής Εκκλησίας, η ησυχαστική παράδοση, η ζωή την οποία δίδασκε στα συγγράμματά του ο άγιος Νικόδημος και η ζωή την οποία ζούσαν όλοι οι παραπάνω αναφερόμενοι Όσιοι. Άλλωστε «ο ησυχασμός δεν είναι κάτι μεταγενέστερο που αναπτύχθηκε από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο και τους Πατέρες τού 13ου και 14ου αιώνος, αλλά η αυθεντική παράδοση τών αγίων, δια τού οποίου συμμετέχουμε, αξίως, στα Μυστήρια τής Εκκλησίας». (Μητρ. Ναυπάκτου Ιεροθέου, Εμπειρική Δογματική τ. Β΄)
***
Τέλος, για τους «φιλονικόδημους», θα παραθέσουμε ένα όχι πολύ γνωστό -αλλά άκρως χαρακτηριστικό- απόσπασμα βγαλμένο από την ιερά πένα τού μεγάλου ησυχαστού, αγίου Νικοδήμου. Πρόκειται για μία «διαπλάτυνση» στο συναξάριο τού οσίου Θεοφίλου τού Μυροβλύτου (†1548), «συγγραφέν το πρώτον», υπό Σεραφείμ τού Θυηπόλου, διαπλατυσθέν δε υπό τού Αγίου, γράφει:
«Όθεν και μετά θάνατον ραγισθέντος τού σκεύους τού σώματός του [τού οσίου Θεοφίλου] επλημμύρισε και εξεχύθη εις τα έξω το κεκρυμμένον έσωθεν μύρον και η τούτου άρρητος ευωδία· την οποίαν αισθομένη νοητώς σήμερον η τού Χριστού Εκκλησία λέγει προς τον Όσιον τα λόγια οπού είπεν ο Ισαάκ πατριάρχης προς τον Ιακώβ: "οσμή τού υιού μου ως οσμή αγρού πλήρους, ον ευλόγησε Κύριος" (Γενέσ. κζ΄, 27)· και εκείνο το τού Άσματος: "οσμή ιματίων σου ως οσμή Λιβάνου... αποστολαί σου παράδεισος ροών μετά καρπού ακροδρύων, κύπροι μετά νάρδων, νάρδος και κρόκος, κάλαμος και κινάμμωμον μετά πάντων ξύλων τού Λιβάνου" (Άσμα δ΄, 11)».
***
Οι «Φιλοκαλικοί Πατέρες», «με την παρακίνησιν και διδασκαλίαν τους απέδειξαν πολλούς μάρτυρας τού Χριστού», τους αποκαλούμενους «Νεομάρτυρας», τών οποίων τα λείψανα ευωδίασαν και θαυματούργησαν. Έτσι και αυτοί, οι «μάρτυρες τής συνειδήσεως» αγιάσθηκαν και δοξάσθηκαν από τον Θεό. Έγιναν «ευωδία Χριστού» και μαζί με τους μαθητές τους «Νεομάρτυρες» φτιάχνουν έναν «αγρό πλήρη οσμής» και μία «οσμή αγρού πλήρους».-
δ. π.