Αίσχος: Θεομάχοι Μητροπολίτες Καταργούν
Ιερούς Κανόνες Λόγω “Παλαιότητας”…!
Πρωτοπρεσβύτερος Νικόλαος Μανώλης
[Εφημέριος του Ι.Ν. Αγίου Σπυρίδωνος Τριανδρίας Θεσσαλονίκης*]
Αφορμή για το παρόν άρθρο έλαβα από περιστατικά που συνέβησαν το τελευταίο διάστημα και που με πόνο ψυχής δύο αδελφοί μου ιερείς που υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες μου τα διηγήθηκαν. Αποδεικνύουν περίτρανα και είναι πολύ λυπηρό, πως πολλοί ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος, διακατέχονται από αλλότριο Πνεύμα, από δαιμονικό, όσον αφορά τη σχέση τους με την ιερά Παρακαταθήκη της Πίστεως για την οποία ορκίστηκαν ενώπιον Θεού και ανθρώπων πως θα την διαφυλάξουν ακέραια. Αντ’ αυτού, καταπατούν τους ιερούς Κανόνες των αγίων Οικουμενικών Συνόδων αλλά και άλλων επικυρωμένων από αυτές τις Συνόδους που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της Εκκλησίας.
Εμπνευστής και καθοδηγητής τους σε αυτήν την αιρετική οδό που βαδίζουν είναι ο ίδιος ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος. Πάντοτε, αλλά ιδίως μετά την λεγομένη “Αγία και Μεγάλη Σύνοδο” της Κρήτης, την ψευδοσύνοδο, με λόγους και έργα διατρανώνει την βούλησή του να καταστρατηγήσει όσους ιερούς κανόνες δε “βολεύουν”. Και βρίσκει συμπαραστάτες ανοήτους μητροπολίτες, οικουμενιστές της κακιάς ώρας, που δεν έχουν ως θεωρητική βάση στις επιλογές τους ούτε καν θέσεις δικές τους. Στηρίζονται ως επί τω πλείστον σε ότι πιο αιρετικό εκπέμπεται από τον κ.Βαρθολομαίο και σε μερικούς ακόμα Φαναριώτες – θεωρητικούς της παναιρέσεως. Όλοι τους βέβαια βρίσκουν “καταφύγιο” στη θεολογία της νέας εποχής, την μεταπατερική, από την Ακαδημία του Βόλου.
Το πρώτο παράδειγμα μητροπολίτου πολύ μεγάλης Μητροπόλεως της Μακεδονίας, προκαλεί τον οίκτο αλλά και την οργή. Στην προσπάθειά του να δικαιολογήσει την αρνητική του στάση στο θέμα της διακοπής του μνημοσύνου, προέβην σε μια δήλωση ντροπιαστική για Ορθόδοξο Ιεράρχη. Μην έχοντας τί να απαντήσει στα αγιοπατερικά επιχειρήματα του ιερέως που είχε ενώπιόν του και αισθανόμενος “στριμωγμένος” από τα παραδείγματα των αγίων και τις θέσεις των ιερών κανόνων περί του θέματος, έθεσε ως άμυνα το γνωστό Φαναριώτικο όπλο. Οι κανόνες που αποδομούν τις αιρετικές του απόψεις είναι κακοί κανόνες και δεν πρέπει να υπάρχουν! Με μία φράση έδειξε την ποιότητα της Πίστης του: “Αυτοί οι κανόνες είναι παλαιοί και δεν ισχύουν στην σύγχρονη εποχή που ζούμε”. Χαίρε βάθος της πλάνης και της κοκοδοξίας! Χαίρε της υποκρισίας το μέγεθος και της ιεραρχίας το όνειδος! Γι αυτόν τον ιεράρχη, δεν έχει την παραμικρή σημασία η εντολή και η προειδοποίηση της Στ΄ Οικουμενικής Συνόδου που μνημονεύω παρακάτω, ότι όποιος καταργήσει έναν από τους ιερούς κανόνες θα πρέπει να καθαιρείται. Να θυμίσουμε δε στον γηραιό αυτόν ποιμενάρχη ότι οι γηραιοί κανόνες που τους ονομάζει παλαιούς, είναι νεώτεροι σε σύγκριση με το Ευαγγέλιο Του Χριστού μας! Μήπως ο στόχος είναι και η κατάργηση του Ευαγγελίου κι εδώ λόγω παλαιότητος επίσης; Μήπως να καταργήσουμε και την τιμή των αγίων που θέσπισαν αυτούς τους κανόνες διότι αμφισβητούμε το έργο τους με το οποίο αγίασαν; Αυτές οι ερωτήσεις δεν είναι άστοχες ούτε είναι αποκυήματα της φαντασίας μου. Αφορούν την σύγχρονη διοικούσα Εκκλησία που σε πολλές περιπτώσεις μητροπολιτών της, υπερβαίνεται ακόμα και το άκρον άωτον της κακοδοξίας. Αυτό γίνεται φανερό από το δεύτερο παράδειγμα που ακολουθεί.
Σε ιερατική Σύναξη που πραγματοποιήθηκε σε αίθουσα ιεράς μητρόπολης της Κεντρικής Ελλάδος πριν λίγες ημέρες, διανεμήθηκε στους κληρικούς, εγκύκλιος του μητροπολίτη σχετική με τους μικτούς γάμους. Βλέπετε, ο μητροπολίτης αυτός, συνεπής με τις αποφάσεις της ψευδοσυνόδου, βιάστηκε να ικανοποιήσει τους “ανωτέρους” του στο ζήτημα αυτό[1]. Όμως κάποιοι εκ των ιερέων αντέδρασαν. “Πώς είναι δυνατόν να παραβαίνουμε τους ιερούς κανόνες, το άγιο Ευαγγέλιο, για να εφαρμόσουμε την απόφαση του μητροπολίτου; Θα έπρεπε αυτήν η εγκύκλιος να είναι στην ίδια γραμμή με το ιερό Ευαγγέλιο”. Τότε ανέλαβε δράση ο πρωτοσύγκελος. Με μία φράση όλο “βάθος και σοφία” αποστόμωσε τους αντιδρώντες. Στην κυριολεξία, αποσβολώθηκαν από το ξένο και παράδοξο άκουσμα. “Η εγκύκλιος του μητροπολίτου είναι ανώτερη από το Ευαγγέλιο” είπε! Τί σημασία έχει γι αυτήν την μητρόπολη αν η Ορθοδοξία ολόκληρη στηρίζεται στους δύο πυλώνες της, την Αγία Γραφή και την ιερά Παράδοση; Καμία. Η Εγκύκλιος με την υπογραφή του ποιμενάρχου υπερέχει των πάντων. Αυτό μας θυμίζει τον Πάπα της Ρώμης, που ως αιρετικός και πλανεμένος, δικαιολογημένα θεωρεί τον εαυτό του υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας. Αναφορικά όμως με τον προαναφερθέντα Ιεράρχη και δυστυχώς γι αυτόν, αποτελεί νόμο της Εκκλησίας, πως ότι είναι σύμφωνο με την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση αυτό είναι έγκυρο και άγιο. Ότι αντίκειται σε αυτά, είτε Άγγελος Κυρίου το διδάξει, είτε Πατριάρχης, είτε μητροπολίτης, είτε ακόμα και Σύνοδος, είναι άκυρο και αιρετικό.
Αλήθεια, πού στηρίζονται όλοι αυτοί οι νεωτεριστές επίσκοποι της Εκκλησίας ώστε να αμφισβητούν, να καταργούν και να περιφρονούν τα ιερά και όσια της Πίστης μας; Χρειάζεται περισσή τόλμη και αναίδεια να στέκεσαι με αυτόν τον ανευλαβή τρόπο απέναντι στα σεβάσματα της Ορθοδοξίας. Όμως το κάνουν «ελαφρά τη καρδία», χωρίς να ελέγχονται. Φυσικά δεν δέχονται κανένα να τους υποδείξει το λάθος ή πολύ περισσότερο να διαμαρτυρηθεί, να αντιδράσει, να εφαρμόσει την αγία ανυπακοή ή να οδηγηθεί ακόμα και στη Διακοπή του μνημοσύνου ενός τέτοιου επισκόπου που μένει αμετανόητος ως ψευδεπίσκοπος. Με σφοδρότητα πέφτουν επάνω του όχι μόνον ο επίσκοπος, με απειλές, διώξεις, συκοφαντίες, δικαστήρια, αλλά ένας συρφετός αλλόφρονων συμμάχων του. Σου δημιουργείται η εντύπωση πως πρόκειται ξεκάθαρα για εγκληματική οργάνωση. Πού το βρίσκουν αυτό το δικαίωμα;
Η απάντηση θαρρώ δίνεται εύκολα. Ο “Πατριάρχης του Έθνους”, “ο φύλαξ των δογμάτων” που δεν σέβεται πλέον απολύτως τίποτα από την Ορθοδοξία, αυτός τους εμπνέει και τους θωρακίζει πνευματικά ώστε να μην αισθάνονται τύψεις. Έχουν καταλάβει πολύ καλά ποια είναι η “ορθοδοξία” που πραγματεύεται εκείνος και τον ακολουθούν. Είτε εκ πεποιθήσεως είτε εκ φόβου. Η διδασκαλία του είναι σαφής και δεν χωρά αμφισβητήσεις. Σε άλλες εποχές θα συγκλειόταν εκτάκτως μεγάλη Σύνοδος για να καταδικάσει άμεσα αυτόν και τους ομόφρονές του που προωθούν και προάγουν την παναίρεση και πάσης φύσεως κακοδοξίες ώστε να προστατευτεί το ποίμνιο από την αίρεση και τους αιρετικούς. Αλλά σήμερα όχι! Το ίδιο πνεύμα που εμφορεί τον ίδιο σκεπάζει και τους περισσότερους εκ των διοικούντων την Εκκλησία. Το πνεύμα αυτό διατυπώνεται γραπτώς από τον ίδιο τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Το απόσπασμα που παραθέτω και αποτελεί την απόδειξη της πατριαρχικής αλαζονείας, είναι από την παλικαρίσια και αποστομωτική απάντηση του σεβαστού πρωτοπρ. Θεοδώρου Ζήση, ομοτίμου καθηγητού του ΑΠΘ, στον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο που μπορείτε ολόκληρη να τη βρείτε εδώ. Γράφει ο πατήρ Θεόδωρος:
“ …Ο νυν Οικουμενικός Πατριάρχης, ο οποίος συμπροσεύχεται ασύστολα, όχι μόνο με Χριστιανούς αιρετικούς, αλλά και με αλλοθρήσκους στις πάμπολλες και αναρίθμητες διαθρησκειακές εκδηλώσεις και συναντήσεις, εκτός του ότι χαρακτήρισε τους Ιερούς Κανόνες ως «τείχη του αίσχους»[2], από νεαράς ηλικίας, ως αρχιμανδρίτης ακόμη, είχε αναλάβει το γκρέμισμα των Ιερών Κανόνων με την διδακτορική του διατριβή «Περί την κωδικοποίησιν των Ι. Κανόνων και των κανονικών διατάξεων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία», η οποία μάλλον για τον λόγο αυτό δεν έγινε δεκτή στην Ορθόδοξη τότε Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης και υπεβλήθη σε παπικό Πανεπιστήμιο της Ρώμης, απ᾽ όπου έλαβε και τον τίτλο του διδάκτορος. Στην προδρομική λοιπόν αυτή μελέτη του μετέπειτα έργου του γράφει: «Δεν δύνανται να εφαρμοσθούν σήμερα και πρέπει να τροποποιηθούν αι διατάξεις αι κανονίζουσαι τας σχέσεις των ορθοδόξων Χριστιανών προς τους ετεροδόξους και ετεροθρήσκους. Δεν δύναται η Εκκλησία να έχη διατάξεις απαγορευούσας την είσοδον εις τους ναούς των ετεροδόξων και την μετ᾽ αυτών συμπροσευχήν, καθ᾽ ην στιγμήν αύτη δια των εκπροσώπων αυτής προσεύχεται από κοινού μετ᾽ αυτών δια την τελικήν ένωσιν εν τη πίστει, τη αγάπη, τη ελπίδι. Περισσοτέρα αγάπη πρέπει να “αρδεύση” πολλάς κανονικάς διατάξεις προς “ζωογονίαν”. Επιβάλλεται τροποποίησις ορισμένων διατάξεων επί το φιλανθρωπότερον και ρεαλιστικώτερον. Η Εκκλησία δεν δύναται και δεν πρέπει να ζη εκτός τόπου και χρόνου»[3]. Δεν υπολόγισε τον Β´ κανόνα της εν Τρούλλω ΣΤ´ Οικουμενικής Συνόδου (680), ο οποίος διαγορεύει τα εξής για την τήρηση όλων των Κανόνων ανεξαιρέτως: «Μηδενί εξείναι τους προδηλωθέντας παραχαράττειν κανόνας ή αθετείν ή ετέρους παρά τους προκειμένους παραδέχεσθαι κανόνας… Ει δε τις αλώ κανόνα τινα των ειρημένων καινοτομών ή ανατρέπειν επιχειρών, υπεύθυνος έσται κατά τον τοιούτον κανόνα, ως αυτός διαγορεύει, την επιτιμίαν δεχόμενος»”.
Ολοκληρώνοντας την σκέψη μου πάνω σε αυτό το τόσο σοβαρό και επίκαιρο θέμα, θα ήθελα να θυμίσω στους σεβαστούς ποιμένες της Εκκλησίας μας, όλων των βαθμίδων της ιεροσύνης, κυριότερα όμως στους Επισκόπους και Πατριάρχες, το αυτονόητο. Ο σεβασμός και η αφοσίωση στις Παραδόσεις της Πίστης μας, η ερευνητική διάθεση στη μελέτη των Γραφών, των Παραδόσεων και των Κανόνων είναι στοιχείο της αυτοσυνειδησίας τους. Η αληθινή γνώση των θείων Γραφών είναι η ουσία του ιερατικού έργου. Η βεβαιότητα και η πίστη στην ακρίβεια της τήρησης των ιερών Κανόνων, αποτελεί την επιβεβαίωση της κλίσης τους για την χειροτονία τους. Μαζί με αυτό το τόσο σημαντικό μα και άγνωστο για τους πολλούς, υπάρχουν και οι φοβερές τιμωρίες για όσους καταλύουν, «οδηγούν στην απόσυρση» τους ιερούς Κανόνες που στηρίζουν την Ορθοδοξία στην πορεία της μέσα στον κόσμο. Αυτά δεν είναι λόγια δικά μου. Είναι ενός πολύ μεγάλου αγίου μας, του Μεγάλου Φωτίου, που είχα την ευλογία πριν λίγες ημέρες να κάνω μια ειδική Ομιλία για αυτό, η οποία θα δημοσιευθεί σύντομα. Στο απόσπασμα που παραθέτω κλείνοντας το άρθρο αυτό, λέγει ο άγιος ότι πρέπει ο χειροτονούμενος επίσκοπος να αποδέχεται με βεβαιότητα ότι θα φυλάει τους κανόνες, και αν όχι, να μην χειροτονείται, προβλέποντας το χάλι που θα ακολουθούσε στα χρόνια μας!
Αυτό το απόσπασμα το αφιερώνω στον διώκτη μου, τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ.Άνθιμο και τους συνεργάτες του, που αυτόν τον καιρό επιδίδονται σε αγώνα δρόμου για να τιμωρήσουν τόσο εμένα, όσο και τον αγαπητό μου αδελφό και δάσκαλο πατέρα Θεόδωρο Ζήση. Έχουν πάρει όρκο, όπως φαίνεται από τη μανία τους και επείγονται να συνθέσουν κατηγορίες για να χαρεί η ψυχούλα τους. Νομίζουν ότι δε γνωρίζουμε τί ακριβώς συμβαίνει στην μητρόπολη… Όλα θα αποκαλυφθούν σύντομα…
Τους το αφιερώνω με την ευχή να συνέλθουν από την Οικουμενιστική κατηφόρα στην οποία “τρέχουν” αλαφιασμένοι. Να προσπαθήσουν ώστε με τις πράξεις τους να πετύχουν την ανδρεία στην ψυχή τους που θα τους βοηθήσει να καταδικάσουν την παναίρεση του Οικουμενισμού, τις κακοδοξίες και αιρετικές πράξεις του Πατριάρχη, να καταδικάσουν τις αιρετικές αποφάσεις της ψευδοσυνόδου της Κρήτης. Με αυτό τον τρόπο, θα σταματήσουμε και εμείς τη διακοπή του μνημοσύνου του κ. Ανθίμου από τις ακολουθίες μας και περιχαρείς τότε θα βάλουμε στρωτές μετάνοιες να του φιλήσουμε τα αγιασμένα του ποδαράκια. Ειδάλλως οι Ερινύες από την παράνομη δίωξή μας, τα ελεγχόμενα σχέδια, τις μυστικές συνεργασίες, τις βοήθειες από “ψηλά”, τις σχεδιαζόμενες συκοφαντίες και την συνεχιζόμενη απάνθρωπη τιμωρία μας, θα τον καταδιώκουν και δεν θα τον αφήνουν σε ησυχία, ούτε αυτόν ούτε τους εμπαθείς ρασοφόρους που τον περιστοιχίζουν.
“ …Να έχει την προθυμία (ο επίσκοπος) να διαβάζει με πνεύμα ερευνητικό και όχι επιπόλαιο και τους ιερούς κανόνες (λίγο πιο πάνω πρόταξε την μελέτη του Ψαλτηρίου), το άγιο Ευαγγέλιο, το βιβλίο του θείου Αποστόλου, και όλη τη θεία Γραφή, και γενικά να ασχολείται με τις θείες εντολές και να διδάσκει τον λαό του. Γιατί η ουσία του ιερατικού έργου μας είναι τα λόγια που μας έχουν παραδοθεί από τον Θεό, δηλαδή η αληθινή γνώση των θείων Γραφών, όπως είπε ο μέγας Διονύσιος. Αν όμως έχει αντιρρήσεις και δεν του αρέσει αυτό και δεν διδάσκει μ’ ευχαρίστηση, να μη χειροτονείται· γιατί ο Θεός είπε μέσω του προφήτη «Εσύ απέρριψες την γνώση, και εγώ θα σε αποκλείσω, ώστε να μη γίνεις ιερέας μου»[4].
…Σε όσα παρά την εκκλησιαστική παράδοση, τη διδασκαλία και τη διατύπωση των αγίων και μακαρίων Πατέρων έγιναν καινοτομίες ή θα γίνουν μελλοντικά, να είναι αναθεματισμένοι αυτοί.
…Όσοι περιφρονούν τους ιερούς και θείους κανόνες των μακαρίων Πατέρων μας, οι οποίοι στηρίζουν και την αγία Εκκλησία και, βάζοντας σε τάξη όλη τη χριστιανική πολιτεία, την οδηγούν στη θεία ευλάβεια, να είναι αυτοί αναθεματισμένοι.[5]”.
Μήπως ο άγιος Φώτιος έπασχε από έλλειψη αγάπης ή μήπως ο Χριστός, η οντολογική Αγάπη, με τον αγιασμό του Φωτίου αγιοποίησε το μίσος; Όλοι αυτοί που πρεσβεύουν την ψευδοαγάπη, δεν φτάνουν τον μεγάλο αυτόν άγιο ούτε στο μικρό του δαχτυλάκι. Γι αυτό υποβιβάζουν το έργο του και αναθεματίζουν αυτόν και όλους τους άλλους αγίους που αγωνίστηκαν ενάντια στην κακοδοξία και την αίρεση. Ο ίδιος ο οικουμενικός Πατριάρχης, έδειξε το μίσος που τρέφει εναντίον του Φωτίου και των υπολοίπων αγίων. Με μία διατύπωση εωσφορική, διέγραψε τους αγώνες και τις θυσίες τους. Απαξίωσε την τεράστια προσφορά τους στην δεύτερη χιλιετία του Χριστιανισμού.
Πρόκειται για την προσφώνηση του Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, κατά τη θρονική εορτή του Πατριαρχείου στις 30.11.1998 προς την παπική αντιπροσωπεία, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Καρδινάλιος William Η. Keeler. Το πλήρες κείμενο δημοσιεύεται στο περιοδικό του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως «Επίσκεψις» [αρ. τεύχους 563 (1998), σελ. 4-8]. Εξέφρασε ο Πατριάρχης τα εξής βλάσφημα ανάμεσα σε άλλα: «Δεν πρέπει να σπαταλήσωμεν τον χρόνον εις αναζητήσεις ευθυνών. Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλ’ οφείλομεν ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων«[6].
Δεν έχω να προσθέσω κάτι άλλο, νομίζω πως όλοι αντιλαμβανόμαστε το τέλμα που υπάρχει στα εκκλησιαστικά ζητήματα της εποχής μας. Αν οι άνθρωποι που διοικούν την Εκκλησία δεν προσπαθήσουν να αφήσουν τις πλάνες τους, θα οδεύουν συνεχώς προς την απώλεια. Όμως δε θα τους ακολουθήσουμε. Θα προσευχόμαστε γι αυτούς να τους φωτίσει ο Κύριος ώστε να μετανοήσουν, αλλά εμείς θα ακολουθήσουμε τους αγίους μας. Με μπροστάρηδες τους λίγους εναπομείναντες Ορθοδόξους πατέρες, θα πορευθούμε μέσα στον κόσμο, προσκομίζοντας το Φως της Ορθοδοξίας στους λαούς των εθνών.
[1] ΜΙΚΤΟΣ ΓΑΜΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ.
Σε περίπτωση Μικτού Γάμου, μεταξύ Ελλήνων πολιτών, Ορθοδόξου και Ετεροδόξου (Ρωμαιοκαθολικού ή Προτεστάντη με Τριαδικό Βάπτισμα), εκτός των ως άνω δικαιολογιτικών από το Ετερόδοξο μέλος απαιτούνται επι πλέον τα εξής:
1. Πιστοποιητικό Βαπτίσματος. Εκδίδεται από το Ναό (τον αιρετικό Ναό) όπου τελέσθηκε το Βάπτισμα.
2. Πιστοποιητικό Αγαμίας. Εκδίδεται απο την ετερόδοξη Ενορία.
3. Υπεύθυνη Δήλωση του Ν. 1599/1986 (που αντικατέστησε το Ν.105) ότι συμφωνεί τα τέκνα που θα προέλθουν από το γάμο, θα βαπτισθούν και θα ανατραφούν σύμφωνα με το Ορθόδοξο Χριστιανικό Δόγμα.
[2] Περιοδικὸ Ἐπίσκεψις ἀριθμ. τεύχους 423, 15.7.1989, σελ. 6-7.
[3] Ἀρχιμ. Βαρθολομαιου Αρχοντωνη, Περὶ τὴν κωδικοποίησιν τῶν Ἱ. Κανόνων καὶ τῶν Κανονικῶν Διατάξεων ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, Ἀνάλεκτα Βλατάδων σελ. 73.
[4] Ωσηέ 4, 6 “ὅτι σὺ ἐπίγνωσιν ἀπώσω, κἀγὼ ἀπώσομαί σε τοῦ μὴ ἱερατεύειν μοι”
[5] Μεγάλου Φωτίου, Περί Θεολογίας και Ορθοδόξου Πίστεως, “Ότι πρέπει ο χειροτονούμενος επίσκοπος να αποδέχεται με βεβαιότητα ότι θα φυλάει τους κανόνες, και αν όχι, να μην χειροτονείται” (Σύνταγμα Κανόνων τίτλος Α΄, σελ. 31, ΕΠΕ τόμος 10)
[6] Επιχειρήθηκε να διασκεδαστεί η αλγεινή εντύπωση της βλασφήμου διατυπώσεως ως παραδρομής ή λαθεμένης αποδόσεώς της, αλλά ολόκληρο το κείμενο διαπνέεται από το εωσφορικό πνεύμα της. Ο καλοπροαίρετος και ορθοδόξως φρονών αναγνώστης ας βγάλει τα συμπεράσματά του.
«Σεβασμιώτατε Καρδινάλιε κύριε William Η. Keeler και λοιποί εν Χριστώ αδελφοί οι αποτελούντες την Αντιπροσωπείαν της Εκκλησίας Ρώμης, […] » Την πάλην ταύτην [μεταξύ του καλού και του κακού] θεωρούντες εν τη διαρρευσάση περιόδω των δύο χιλιετιών, βλέπομεν ότι, ατυχώς ο πονηρός όφις κατόρθωσε να ενσπείρη διχόνοιαν και αμφισβητήσεις και πλάνας ακόμη και μεταξύ των διαδόχων των Αγίων Αποστόλων, εις τρόπον ώστε η υπό του Κυρίου αποκαλυφθείσα αλήθεια να έχη εν πολλοίς καταστή αντικείμενον ερίδων και διενέξεων και ανθρωπίνων επινοήσεων, δηλαδή να έχη υποταχθή εις την ανθρωπίνην θέλησιν, αντί να φωτίζη και κατευθύνη αυτήν.» Η ευθύνη δια την κατάστασιν ταύτην βαρύνει ασφαλώς ημάς τους ανθρώπους και περισσότερον ημάς τους Επισκόπους, οι οποίοι εγκατεμείξαμεν τα ίδια θελήματα και τας προσωπικάς ημών εκτιμήσεις εις τα του Θεού και ούτω κατεστήσαμεν δυσδιάκριτον το μέρος της θείας αληθείας, το ευρισκόμενον εις το συνονθύλευμα των ποικίλων απόψεων, τας οποίας προβάλλομεν εις τα κηρύγματα ημών ως θέλημα του Θεού και ως αποκεκαλυμμένην θείαν αλήθειαν. […] Προβάλλοντες ημείς τας ημετέρας διδασκαλίας μετά του λόγου του Θεού, ακουσίως κρύπτομεν τον τελευταίον εντός των απόψεων ημών και κατ’ανάγκην θα κατακριθώμεν υπό του Κυρίου, του Οποίου εκλήθημεν συνεργοί, ως κρύψαντες το υπ’Αυτού εμπιστευθέν ημίν πολύτιμον τάλαντον, ήτοι τον λόγον Αυτού, υπό τον χουν της χοϊκής ημών υπάρξεως. […] »Η συναίσθησις της βαρείας ημών ευθύνης ταύτης οφείλει να κατευθύνη ημάς προς μίαν σύντονον και επίπονον και αδιάκοπον προσπάθειαν προς επίτευξιν της ενότητος ημών εν τη πίστει, εν τω συνδέσμω της ειρήνης. Η μετάνοια ημών δια το παρελθόν είναι απαραίτητος. Δεν πρέπει να σπαταλήσωμεν τον χρόνον εις αναζητήσεις ευθυνών. Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών υπήρξαν ατυχή θύματα του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού. Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλ’οφείλομεν ενώπιον Αυτού όπως επανορθώσωμεν τα σφάλματα εκείνων.» Χρειάζεται τόλμη και γενναιότης και ταπείνωσις, διότι αν και δεν διεπράξαμεν ημείς τα σφάλματα, έχομεν αλλοιωθή την εξ αυτών αλλοίωσιν και αποτελούμεν ζύμην αναπαράγουσαν αυτά. Η εντολή του Κυρίου δια του Αποστόλου Παύλου είναι σαφής: “Εκκαθάρατε ουν την παλαιάν ζύμην, ίνα ήτε νέον φύραμα” (Α΄Κορ. 5,7). […] »Γνωρίζομεν τας δυσχερείας, τας οποίας αντιμετωπίζει εκάστη Εκκλησία ένεκα της ανεπαρκούς και συχνάκις εσφαλμένης κατηχήσεως των μελών αυτής, αδυνατούντων να παραδεχθούν ως σφάλμα το παραδοθέν αυτοίς υπό των πατέρων αυτών ως αλήθειαν. Εν τούτοις πιστεύομεν ότι οφείλομεν να κηρύσσωμεν την αλήθειαν, τον Ιησούν Χριστόν και τούτον εσταυρωμένον και όχι κατάγοντα κοσμικάς νίκας κατά αδελφών. Δια τούτο επιμένομεν εις τον διάλογον και την δια τούτου επικοινωνίαν και συγκαταβαίνομεν πολλάκις, παρεξηγούμενοι υπό των ιδίων, εις τας πρακτικάς δυσχερείας των αδελφών ημών, των εξ άλλης παραδόσεως προερχομένων. Ελπίζομεν εις την επίτευξιν του ποθουμένου, διότι αγαπώμεν. […]» Είθε να αξιώση ημάς ο Κύριος να ίδωμεν και την ανάστασιν της ενότητος της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας Αυτού. Αμήν». πηγή