Σάββατο 11 Μαΐου 2019

Το καθαρτήριον πυρ [ΑΛΗΘΕΙΑ ΠΟΙΑ Η ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΑΥΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΔΩΡΕΑΣ ΟΡΓΑΝΩΝ;]



Αποτέλεσμα εικόνας για Το καθαρτήριον πυρ

Το καθαρτήριον πυρ

Τού Σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου Βλάχου

Πηγή: Από το βιβλίο: "Η ζωή μετά τον θάνατο


Ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα είναι πραγματικά ένα μεγάλο μυστήριο. Είδαμε προηγουμένως τι γίνεται όταν προσεγγίζη αυτή η ώρα, τι ακριβώς συμβαίνει όταν η ψυχή βρίσκεται σε οριακά σημεία, όταν, δηλαδή, προετοιμάζεται να εξέλθη από το σώμα του ανθρώπου, τι ακολουθεί μετά την έξοδό της. Αυτά είναι μυστήρια, τα οποία μας απεκάλυψε ο Χριστός και μας τα επιβεβαίωσαν οι άγιοι της Εκκλησίας μας. Στα δε συναξάρια βλέπουμε πολλά παραδείγματα, που αναφέρονται στα κρίσιμα αυτά ζητήματα.
Οι Λατίνοι έχουν αναπτύξει την θεωρία περί καθαρτηρίου πυρός, ότι, δηλαδή, οι ψυχές όλων των ανθρώπων, δικαίων και αδίκων, θα περάσουν, μετά την έξοδό τους από τα σώματα, από το λεγόμενο καθαρτήριο πυρ. Στην πατερική παράδοση γίνεται λόγος για κάθαρση της καρδιάς, αλλά εννοείται διαφορετικά.
Η θεωρία των Λατίνων περί καθαρτηρίου πυρός είναι παρερμηνεία και διαστρέβλωση των σχετικών χωρίων της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας και χρησιμοποιήθηκε για άλλους σκοπούς.
Είναι καλό να δούμε την διαφορά μεταξύ των Ορθοδόξων και των Λατίνων πάνω στο θέμα του καθαρτηρίου πυρός. Είναι από τα θέματα εκείνα που μας ενδιαφέρουν στο βιβλίο αυτό.
Στην Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439), που έγινε με αφορμή την λεγομένη ένωση των Εκκλησιών, μεταξύ άλλων θεμάτων, ετέθη σε συζήτηση και το θέμα του καθαρτηρίου πυρός και εκεί φάνηκε η διαφορά μεταξύ των Ορθοδόξων και των Λατίνων πάνω στο σημείο αυτό. Θα παρακολουθήσουμε στην συνέχεια αυτήν την συζήτηση, καθώς επίσης και τις θέσεις του αγίου Μάρκου Εφέσου του Ευγενικού, γιατί είναι αρκετά ενδιαφέρουσες.
Θεωρώ αναγκαίο στην αρχή να σημειώσω μερικές απαραίτητες διευκρινιστικές παρατηρήσεις.
Πρώτον, το όλο θέμα θα αντιμετωπισθή βάσει της διδασκαλίας του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, ο οποίος ήταν πρωταγωνιστής, από ορθοδόξου πλευράς, στην Σύνοδο εκείνη, της οποίας οι τελικές αποφάσεις δεν έγιναν αποδεκτές από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Δεύτερον, πριν αναπτύξουμε λεπτομερώς την διδασκαλία του αγίου Μάρκου πρέπει να δούμε ιστορικά πώς άρχισε η Σύνοδος και πώς αντιμετωπίσθηκε το θέμα αυτό. Χωρίς αυτήν την ανάπτυξη θα είναι δύσκολη η παρακολούθηση της διδασκαλίας του.
Τρίτον, επειδή θα δούμε τις απόψεις του αγίου Μάρκου του Ευγενικού για το θέμα του καθαρτηρίου πυρός, εν συνδυασμώ με την Κόλαση και τον Παράδεισο, δεν θα κάνουμε πολλές αναφορές σε άλλους Πατέρες της Εκκλησίας. Άλλωστε, τα σχετικά θέματα περί Παραδείσου, Κολάσεως, Βασιλείας του Θεού και αιωνίου ζωής θα αναλυθούν σε άλλα κεφάλαια του παρόντος βιβλίου. Τυχόν ταυτολογίες στα θέματα αυτά, που είναι αναπόφευκτες, θα μας βοηθήσουν να εμπεδώσουμε τις γνώσεις μας γύρω από τα σοβαρά αυτά ζητήματα.

Οι συζητήσεις στην Φερράρα - Φλωρεντία για το καθαρτήριο πυρ
Το ζήτημα του καθαρτηρίου πυρός ήταν το πρώτο το οποίο συζητήθηκε μεταξύ των Ορθοδόξων και Λατίνων στην Φερράρα. Η πανηγυρική συνεδρίαση της Συνόδου αυτής άρχισε την 9ην Απριλίου 1438, αλλά οι συζητήσεις έγιναν αργότερα, και συγκεκριμένα τον Ιούνιο του ιδίου έτους. Θα παρακολουθήσουμε αυτές τις συζητήσεις σύμφωνα με τα ελληνικά πρακτικά της Συνόδου και τις πληροφορίες του Συρόπουλου, που είναι αυθεντικές.
Από τις υπάρχουσες διαφορές μεταξύ των "Εκκλησιών" προτιμήθηκε να αρχίσουν από το ζήτημα του καθαρτηρίου πυρός. Ο εκπρόσωπος των Λατίνων, Καρδινάλιος Ιουλιανός Καισαρίνι, είπε ότι θα έπρεπε πρώτα να αρχίσουν από την εξέταση της αρχής του Πάπα, δηλαδή του πρωτείου, αλλά θεωρούσε καλύτερο να συζητήσουν "περί του καθαρτηρίου πυρός ως αν τι καθαρθώμεν και ημείς δια των περί τούτου λόγων". Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός συμφώνησε με αυτήν την άποψη, αλλά ζήτησε να μάθη από που παρέλαβαν αυτές τις παραδόσεις οι Λατίνοι, από πότε τις πιστεύουν και ποιά συγκεκριμένα είναι η άποψή τους γι’ αυτό το θέμα.
Πριν αρχίσουν οι συζητήσεις για το καθαρτήριο πυρ, το λεγόμενο πουργατόριο, ο άγιος Μάρκος ρώτησε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο πώς θα ήθελε να δίνωνται οι απαντήσεις στους Λατίνους, "αγωνιστικώτερον και ενστατικώς ή οικονομικώς;". Η απάντηση του Βασιλέως ήταν: "αγωνιστικώς λέγετε πάντα τα ημέτερα δίκαια". Αυτό είναι σημαντικό, γιατί, όπως θα δούμε στην συνέχεια. προτιμήθηκε άλλη μέθοδος, δηλαδή η μέθοδος του συμβιβασμού, αφού εν τω μεταξύ ο άγιος Μάρκος εξαναγκάσθηκε να σιωπήση κατά τον διάλογο σχετικά με το καθαρτήριο πυρ.
Πραγματικά, συναντήθηκαν οι δύο αντιπροσωπείες την τετάρτη του μηνός Ιουνίου για να εξετάσουν το ζήτημα αυτό. Τις απόψεις των Λατίνων εξέθεσε ο Καρδινάλιος Ιουλιανός. Συγκεκριμένα είπε: "ότι εστί πυρ καθαρτήριον ήγουν εν τω νυν αιώνι, καθαρίζονται των αμαρτωλών αι ψυχαί δια του πυρός, των εχόντων αμαρτήματα συγγνωστά, συνεργούσης και της εκκλησίας δια δεήσεως των ιερέων, έτι δε και δια των λειτουργιών και ελεημοσυνών λυτρούνται των κολάσεων".
Αναλυτικότερα είπε ότι υπάρχουν τρεις τόποι και κατηγορίες. Η μία είναι των αγίων, των οποίων οι ψυχές μετά τον θάνατο βρίσκονται στον ουρανό, η δεύτερη των αμαρτωλών και αμετανοήτων, που βρίσκονται στον άδη, όπως η ψυχή του Ιούδα, υπάρχει δε και ένας άλλος μέσος τόπος, στον οποίο βρίσκονται οι ψυχές των ανθρώπων εκείνων που έχουν συγγνωστά αμαρτήματα, αφού εξομολογήθηκαν και κοινώνησαν των θείων μυστηρίων, αλλά όμως "χρεωστούσι κανόνα". Αυτών των ανθρώπων οι ψυχές περνούν από το καθαρτήριο πυρ.
Κατά τον Συρόπουλο, μεταξύ των άλλων είπε ότι οι ψυχές των ανθρώπων που μετανόησαν και εξομολογήθηκαν γνησίως, αλλά δεν πρόφθασαν να εκπληρώσουν τον κανόνα που τους έβαλε ο πνευματικός τους, ούτε έδωσαν καρπούς μετανοίας για την εξιλέωση των αμαρτημάτων τους, "καθαίρονται δια του πουργατορίου πυρός, αι μεν θάττον, αι δε βραδύτερον, κατ’ αναλογίαν των ημαρτημένων, και μετά το καθαρθήναι απέρχονται εις την απόλαυσιν".
Οι Λατίνοι εξέθεσαν αυτές τις απόψεις τους χρησιμοποιώντας διάφορα χωρία από την Αγία Γραφή και τους Πατέρας της Εκκλησίας. Από την Αγία Γραφή παρέθεσαν το χωρίο του Αποστόλου Παύλου "και εκάστου το έργον οποίόν εστι το πυρ δοκιμάσει. ει τινος το έργον μενεί ό επωκοδόμησε, μισθόν λήψεται, ει τινος το έργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αυτός δε σωθήσεται, ούτως δε ως δια πυρός" (Α' Κορ. γ', 13-15). Επίσης χρησιμοποίησαν και πολλά χωρία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας.
Από τις απόψεις αυτές φαίνονται καθαρά τρία σημεία. Το πρώτον, ότι οι Λατίνοι μιλώντας για καθαρτήριο πυρ το διέκριναν σαφώς από το αιώνιο πυρ, γιατί μιλούσαν για πυρ "εν τω νυν αιώνι" και "εν τω ενεστώτι", πριν την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Το δεύτερον, ότι το πυρ αυτό είναι στην πραγματικότητα κτιστό, δεν είναι η άκτιστη ενέργεια του Θεού, και το τρίτον, ότι οι ψυχές των ανθρώπων καθαρίζονται δια του πυρός αυτού. Τις θέσεις των Ορθοδόξων θα τις δούμε στον διάλογο, αλλά κυρίως στην διδασκαλία του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, που θα παραθέσουμε σε άλλη ενότητα αυτού του κεφαλαίου.
Μετά την έκθεση των απόψεων από τον Καρδινάλιο Ιουλιανό ομίλησε ο άγιος Μάρκος. Ο Σίλβεστρος Συρόπουλος λέγει ότι μεταξύ των άλλων ο άγιος Μάρκος είπε ότι μέχρι τότε νόμιζαν ότι άλλα πρέσβευαν οι Λατίνοι, τώρα όμως ακούν διαφορετικά πράγματα. Μάλιστα, είπε χαρακτηριστικά: "από γαρ της αφηγήσεως της σης αιδεσιμότητος ολίγην ευρίσκω την μεταξύ ημών διαφοράν εν τω κεφαλαίω τούτω, και ελπίζω διορθωθήναι κακείνην, ήν ο Θεός ευδοκήση". Φυσικά, όπως λέγει ο Συρόπουλος, αυτό το είπε κατ’ οικονομίαν για να δημιουργήση φιλική ατμόσφαιρα. "Και τόδε οικονομικώτερον οίον ειπείν ή φιλικώτερον ειρηκώς". Πάντως, ζήτησε εγγράφως τις απόψεις τους για να δώση την απάντηση.
Στα πρακτικά που παρατίθενται στον Mansi, αμέσως μετά τα λεχθέντα στην πρώτη αυτή συνεδρίαση, εκτίθενται τα όσα συζητήθηκαν κατά την επομένη συνεδρίαση, που έγινε την δεκάτη τετάρτη του μηνός Ιουνίου, κατά την οποία απήντησαν οι Ορθόδοξοι. Όμως ο Συρόπουλος διασώζει ένα περιστατικό, που δείχνει την όλη νοοτροπία που επικρατούσε, αλλά και παρουσιάζει ανάγλυφα το γιατί ο άγιος Μάρκος απέφυγε να απαντά στις συνεδριάσεις αυτές, ενώ ανέλαβε να εκθέση την ορθόδοξη άποψη ο Μητροπολίτης Νικαίας Βησσαρίων.
Έγιναν ατέρμονες συζητήσεις μεταξύ των Ορθοδόξων για το τι έπρεπε να απαντήσουν στις απόψεις των Λατίνων περί του καθαρτηρίου πυρός. Τελικά, ο άγιος Μάρκος και ο Νικαίας Βησσαρίων έγραψαν από ένα κείμενο, τα οποία ανεγνώσθησαν σε σύνοδο μεταξύ των Ορθοδόξων. Ο αυτοκράτορας έκανε επιλογή μεταξύ των δύο συγγραμμάτων. Διέταξε να λάβουν το προοίμιο του συγγράμματος του Βησσαρίωνος και ό,τι άλλο φανή χρήσιμο από αυτό και από το γραπτό του αγίου Μάρκου να λάβουν τα περισσότερα και τα καλύτερα, και έτσι να συντεθή το "δοθησόμενον σύγγραμμα". Από τότε "ήρξατο το σκάνδαλον μεταξύ του Εφέσου και του Νικαίας".
Ανέλαβε να μιλήση ο Βησσαρίων, αλλά παρενεβάλλοντο και άλλοι, γι’ αυτό λέγεται στα πρακτικά "απελογήθησαν εν εκείνοις τοις κεφαλαίοις οι Γραικοί". Φαίνεται, όμως, ότι στην αρχή τον κύριο λόγο είχε ο Νικαίας Βησσαρίων, από ό,τι μας πληροφορεί ο Συρόπουλος. Λέγει ότι ο άγιος Μάρκος συνέγραψε αρίστους λόγους, που ανασκεύαζαν τις απόψεις των Λατίνων. Οι Λατίνοι απαιτούσαν από τον άγιο Μάρκο να απαντήση ποιά είναι η άποψη και η διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας γι’ αυτούς που εκδημούν με τον θάνατο. Όμως ο άγιος Μάρκος "ουκ έλεγεν αυτήν κωλυόμενος εις τούτο παρά του βασιλέως". Οι Λατίνοι επέμεναν να μάθουν την αιτία για την οποία δεν μιλούσε ο άγιος Μάρκος και τον προκαλούσαν να μιλήση, αλλά ο άγιος "ήγχετο τω βασιλικώ κελεύσματι κωλυόμενος ωσπερεί χαλινώ τινι και εδυσχέραινεν". Τότε ανέλαβε να ομιλήση ο Βησσαρίων, και μάλιστα απεχώρησε από τον τόπο όπου καθόταν μαζί με τον άγιο Μάρκο "και εις ίδιον εκάθισε τόπον, ένθα και οι άρχοντες οι προειρημένοι συγκλητικοί".
Φαίνονται και από αυτό το περιστατικό οι δύσκολες συνθήκες για τον άγιο Μάρκο, αφού και δεσμευόταν από τον Βασιλέα να ομιλήση και δεχόταν τον φθόνο και το μίσος του Βησσαρίωνος. Ωστόσο όμως ο άγιος Μάρκος κατά την διάρκεια των επομένων συζητήσεων απαντούσε επιτυχώς. Ο Συρόπουλος γράφει: "Ημείς δ’ εθαυμάζομεν πώς ο Εφέσου ευθύς εδίδου τας λύσεις μετά παραστάσεων γραφικών, μη προειδώς ά προέθετο προτείνειν ο Ιωάννης".
Αλλά ας παρακολουθήσουμε τον ενδιαφέροντα διάλογο που έγινε στην Φερράρα για το καθαρτήριο πυρ μεταξύ των Ορθοδόξων και των Λατίνων.
Ο Βησσαρίων έλαβε εντολή από τον αυτοκράτορα να απαντήση στις απόψεις των Λατίνων. Άρχισε με την ανάλυση του αποστολικού χωρίου: "ει τινος το έργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αυτός δε σωθήσεται, ούτως δε ως δια πυρός" (Α' Κορ. γ', 13-15). Τα έργα τα οποία πρόκειται να κατακαούν, έλεγε, είναι οι πράξεις και ο βίος των ανθρώπων που έζησαν στον κόσμο αυτόν. Το πυρ για το οποίο γίνεται λόγος στο αποστολικό χωρίο είναι το αιώνιο πυρ του μέλλοντος αιώνος και δεν πρόκειται για κάποιο άλλο πυρ. "Το πυρ εκείνο ό λέγει ο απόστολος, δια τον μέλλοντα αιώνα λέγει, ουχί δε δια τον ενεστώτα". Επίσης, το ρήμα σωθήσεται δεν δηλώνει την σωτηρία, την αποκατάσταση, αλλά το "ουκ αφανισθήσεται". Αυτό σημαίνει ότι ο αμαρτωλός δεν θα αφανισθή, αλλά θα παραμείνη "εν τω πυρί βασανιζόμενος αιωνίως".
Οι Λατίνοι ισχυρίζονταν ότι υπάρχει και πυρ εν τω νυν αιώνι δια του οποίου επιτυγχάνεται ο καθαρισμός της ψυχής, και πυρ εν τω μέλλοντι αιώνι, το οποίο δεν είναι καθαρτικό, αλλά αιώνιο. Επίσης έλεγαν ότι το εν τω νυν αιώνι πυρ είναι καθολικό, δηλαδή, "πάντες δια του πυρός καθαρίζονται". Όποιος έχει πολλές αμαρτίες καθαρίζεται για πολύν καιρό, ενώ όποιος έχει λίγες αμαρτίες "ολιγώτερον και απολύεται, συνεργούσης και της εκκλησίας".
Από τις απαντήσεις των Λατίνων δικαιώνεται ο άγιος Μάρκος, ο οποίος, όταν άκουσε την αρχική εισήγηση του Καρδιναλίου Ιουλιανού, είπε ότι άλλη γνώμη είχαν για την διδασκαλία των Λατίνων για το καθαρτήριο πυρ και άλλη άκουγαν στην εισήγηση αυτή. Όπως φαίνεται υπάρχει διαφορά. Το γεγονός είναι ότι κατά την συζήτηση απεδείχθη ότι γίνεται λόγος για δύο πυρά, το παρόν και το μελλοντικό, και ότι όλοι οι άνθρωποι περνούν από το καθαρτήριο πυρ.
Οι Ορθόδοξοι τότε απήντησαν ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν γίνεται διάκριση μεταξύ αιωνίου και παρόντος πυρός. Στην ορθόδοξη ερμηνεία του αποστολικού χωρίου εννοείται το αιώνιο πυρ, οι ψυχές των αμαρτωλών πορεύονται σε τόπο σκοτεινό, τόπο λύπης "και λυπούνται μερικώς, και κολάζονται υστερούμενοι του θείου φωτός", καθαίρονται δε δια των δεήσεων και των προσευχών της Εκκλησίας. Αυτή η κάθαρση και η αναψυχή δεν γίνεται δια κάποιου υπάρχοντος πυρός, αλλά δια της ενεργείας της προσευχής, της δεήσεως και της ελεημοσύνης.
Κατά τις συζητήσεις φάνηκαν δύο διαφορές μεταξύ των Ορθοδόξων και των Λατίνων. Η πρώτη συνίσταται στο ότι οι Ορθόδοξοι ομιλούσαν για τόπο κολάσεως και λύπης, αλλά όχι για πυρ, ενώ οι Λατίνοι ομιλούσαν δια "κόλασιν και καθαρισμόν δια πυρός". Η δεύτερη διαφορά έγκειται στο ότι οι Ορθόδοξοι έλεγαν ότι οι ψυχές των αμετανοήτων αμαρτωλών δεν απέλαβαν τελείως τις κολάσεις από τώρα, αφού περιμένουν και την ανάσταση των σωμάτων, όπως επίσης οι ψυχές των αγίων απέλαβαν από τώρα τα αγαθά, "αλλ’ ου τελείως". Θα απολαύσουν τελείως τα αγαθά, όταν κατά την ανάσταση των σωμάτων οι ψυχές ενωθούν με τα σώματα. Οι Λατίνοι έλεγαν ότι οι ψυχές των αμαρτωλών δεν κολάζονται τελείως, αφού περιμένουν και τα σώματα για να κολασθούν μετά των σωμάτων αιωνίως, όμως οι ψυχές των αγίων "τέλειον απέλαβον τον στέφανον εν ουρανοίς", τότε όμως θα ευφρανθούν αιωνίως "ενδυσάμενοι τα σώματα εαυτών".
Οι Λατίνοι εζήτησαν γραπτώς τις απόψεις των Ορθοδόξων για να τις επεξεργασθούν και να τις συζητήσουν αργότερα. Πραγματικά, έγιναν και άλλες συναντήσεις για να συζητήσουν αυτό το θέμα, όπως κατά την εικοστή πέμπτη του μηνός Ιουνίου και την εικοστή εβδόμη του ιδίου μηνός.
Στις πρώτες αυτές συναντήσεις κεντρικό θέμα ήταν το αποστολικό χωρίο που κάνει λόγο για την σωτηρία "ως δια πυρός". Οι Ορθόδοξοι στηρίζονταν στην ερμηνεία του χωρίου από τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο την οποία θα δούμε σε επόμενη ενότητα, όταν θα αναπτύξουμε διεξοδικά την διδασκαλία του αγίου Μάρκου για το καθαρτήριο πυρ. Πάντως, όταν οι Λατίνοι επανήλθαν στην συζήτηση, υποστήριξαν ότι το ρήμα σωθήσεται και το σώσον "επί καλού λέγεται ουχί δε επί κακού". Ανέφεραν δε αγιογραφικά χωρία στα οποία φαίνεται ότι δια του σωθήσεται δηλώνεται η "σωτηρία, και βοήθεια, και λύτρωσις των κακών, και αναψυχή". Χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του Δαυΐδ "σώσον τον δούλόν σου ο Θεός μου τον ελπίζοντα επί σέ", καθώς επίσης και η κραυγή του Αποστόλου Πέτρου όταν καταποντιζόταν, "κύριε σώσόν με". Οι Ορθόδοξοι αντιπαρέταξαν άλλα χωρία με διαφορετική σημασία.
Στην πρώτη αυτή φάση των συζητήσεων οι Ορθόδοξοι δεν ήθελαν να φανερώσουν όλη την διδασκαλία τους για το θέμα, "αλλά μόνον ποιείσθαι τας ερωτοαποκρίσεις εκπλαγίως". Με αυτόν τον τρόπο ήθελαν να επιτύχουν την παράταση των εργασιών της Συνόδου, "έως ότου έλθωσιν οι πρέσβεις από των ρηγάδων". Είχαν αποσταλή πρέσβεις από τον Πάπα στους ρηγάδες της Βενετίας για την αποστολή βοήθειας στην Κωνσταντινούπολη, που βρισκόταν σε μεγάλη δοκιμασία. Γι’ αυτόν τον λόγο οι Ορθόδοξοι παρέτειναν τις συζητήσεις και δεν εξέθεταν τελείως και πλήρως τις απόψεις τους.
Ωστόσο όμως οι Ορθόδοξοι συζητούσαν μεταξύ τους για το "είπερ οι άγιοι απέλαβον τα αγαθά τελείως, ή ουκ απέλαβον". Αυτό έγινε την δεκάτη έκτη του μηνός Ιουλίου 1438. Ο Βασιλεύς ζήτησε εγγράφως τις απόψεις τους, και μάλιστα "πολλή εγένετο περί τούτου φιλονεικία". Τελικά επεκράτησε η άποψη "ότι απέλαβον και ουκ απέλαβον, απέλαβον μεν τελείως αι ψυχαί καθό ψυχαί, μέλλουσι δε απολαβείν και τελεώτερον εν τη αναστάσει μετά των σωμάτων των ιδίων, και τότε λάμψουσιν ως ο ήλιος, ή και ως το φως όπερ έλαμψεν ο κύριος ημών Ιησούς Χριστός εν τω όρει Θαβωρίω".
Η συζήτηση για το καθαρτήριο πυρ συνεχίσθηκε και στην Φλωρεντία, όπου μεταφέρθηκε η έδρα της Συνόδου. Δεν θα εξετάσουμε, βέβαια, στο κεφάλαιο αυτό όλα όσα συζητήθηκαν εκεί, αλλά μόνον όσα ελέχθησαν για το καθαρτήριο πυρ, που ήταν ένα από τα θέματα των συζητήσεων. Στην Φλωρεντία κατέληξαν σε μια πρόταση που φαίνεται ότι είναι συμβιβαστική. Κατά την πρόταση αυτή, "αι ψυχαί των δικαίων τέλειον απέλαβον τον στέφανον εν ουρανοίς, καθόσον εισί ψυχαί. και των αμαρτωλών, την τελείαν κόλασιν, αι δε μέσαι υπάρχουσι μεν εν βασανιστηρίω, και είτε πυρ εστιν, είτε ζόφος και θύελλα, είτε τι έτερον, ου διαφερόμεθα".
Η πρόταση αυτή είναι συμβιβαστική, γιατί φαίνεται ότι στις συζητήσεις οι Λατίνοι επανέρχονταν πάλι στα ίδια πράγματα. Οι Λατίνοι έδωσαν γραπτό κείμενο με την προτροπή να συμφωνήσουν οι Ορθόδοξοι και να το υπογράψουν και στην συνέχεια "γενέσθω η ένωσις". Στο κείμενο αυτό, σχετικά με το καθαρτήριο πυρ, λέγεται ότι υπάρχει αυτό το πυρ, το οποίο δέχονται οι μετανοήσαντες και εξομολογηθέντες. Είναι σημαντική μια ενδιαφέρουσα φράση, που δείχνει την διαφορά μεταξύ των Λατίνων και των Ορθοδόξων. Οι Λατίνοι υποστήριζαν ότι η τάξη των αγίων που δεν χρειάζεται να περάσουν από το καθαρτήριο πυρ, "αμέσως ορά την ουσίαν του Θεού". Επίσης ισχυρίζονταν ότι όσοι καθαρθούν, αφού περάσουν μέσα από το καθαρτήριο πυρ, θα αξιωθούν και αυτοί "θεωρείν αμέσως την ουσίαν του Θεού".
Παρουσιάζεται εδώ η άποψη των Φραγκολατίνων ότι οι άγιοι βλέπουν την ουσία του Θεού, ενώ στην Ορθόδοξη Παράδοση γίνεται διάκριση μεταξύ ουσίας και ενεργείας του Θεού, και λέγεται σαφώς ότι οι άνθρωποι μετέχουν της ακτίστου ενεργείας του Θεού και όχι της ουσίας Του. Το ότι στην διδασκαλία που εξετέθη στην Σύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας γίνεται λόγος για πρόσκαιρο καθαρτήριο πυρ, που καθαρίζει τον άνθρωπο και τον οδηγεί στην μέθεξη της ουσίας του Θεού, δείχνει ότι το καθαρτήριο πυρ, κατά τους Λατίνους, είναι μια κτιστή πραγματικότητα και ότι ο άνθρωπος φθάνει στην μέθεξη της ουσίας του Θεού. Όμως, στην Ορθόδοξη διδασκαλία ξέρουμε καλά ότι η κάθαρση είναι το αποτέλεσμα της καθαρτικής ακτίστου ενεργείας του Θεού, ενώ ο φωτισμός και η θέωση είναι μέθεξη της φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού και όχι της ουσίας Του.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι η διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός δεν είναι άσχετη από την αιρετική ταύτιση ουσίας και ενεργείας του Θεού, που είναι το κεντρικότερο ατόπημα των Λατίνων και η κυριότερη απόκλισή τους από την θεολογία των Πατέρων. Πραγματικά, αν εξετάση κανείς προσεκτικά όλες τις διαφορές μεταξύ των Λατίνων και των Ορθοδόξων, θα καταλάβη καλά ότι συγκεκριμενοποιούνται σε μία, στην αλήθεια περί της ουσίας και ενεργείας του Θεού.
Στις ανεπίσημες συναντήσεις που είχαν οι Ορθόδοξοι με τους Λατίνους και στις οποίες δόθηκε το κείμενο να υπογραφή, ώστε να επέλθη στην συνέχεια η ένωση, οι Ορθόδοξοι ήταν πρόθυμοι να δεχθούν την πρότασή τους περί του καθαρτηρίου πυρός, όχι όμως να απολογηθούν για το θέμα "περί της θείας ουσίας και ενεργείας". Γράφεται στα ελληνικά πρακτικά: "ηνάγκαζον γαρ ημάς δέξασθαι την γραφήν, αλλ’ ημείς ορισμόν μη έχοντες βασιλικόν, ουκ εδεξάμεθα αυτήν".
Γίνονταν πολλές συζητήσεις για το καθαρτήριο πυρ. Ενώ σε άλλα ζητήματα επήλθε συμφωνία, εν τούτοις διαφωνούσαν ακόμη στο θέμα του καθαρτηρίου πυρός και της τελειώσεως των θείων δώρων. Μάλιστα, για το καθαρτήριο πυρ σε μια στιγμή είπαν οι Ορθόδοξοι: "το καθαρτήριον, ούτε δι’ αυτό εσχίσθημεν, ούτε αναγκαίον εστί". Οι Λατίνοι ήθελαν να βάλουν το θέμα του καθαρτηρίου στον όρο της συμφωνίας και της ενώσεως. Υπήρχαν μέλη της ορθοδόξου αντιπροσωπείας που ήθελαν να προσθέσουν και το περί καθαρτηρίου πυρός θέμα στον όρο για να τελειώνη αυτό το έργο, αλλά ο βασιλεύς αντιδρούσε. Τελικά, στον όρο της Συνόδου ετέθη ότι οι δίκαιοι ευθύς προσλαμβάνονται με τον θάνατό τους στον ουρανό, οι υποπεσόντες σε θανάσιμη αμαρτία χωρίς να μετανοήσουν "ευθέως καταβαίνειν εις άδην", και οι αμαρτήσαντες και μετανοήσαντες, χωρίς να προλάβουν να δώσουν αξίους καρπούς της μετανοίας "τας τούτων ψυχάς καθαίρεσθαι μετά τον θάνατον". Με τις προσευχές των ζώντων, με τις ιερές θυσίες και τις ελεημοσύνες ανακουφίζονται και ελευθερώνονται οι ψυχές τους από τις τιμωρίες.
Φυσικά, τον όρο αυτόν δεν υπέγραψαν ο άγιος Μάρκος Εφέσου, ο Ευγενικός, μερικοί που συμφωνούσαν μαζί του, καθώς επίσης και μερικοί που είχαν αναχωρήσει από την Φλωρεντία προηγουμένως. Η "Ένωση των Εκκλησιών" που έγινε στην Φερράρα - Φλωρεντία δεν πραγματοποιήθηκε τελικά, και αυτό ήταν μια μεγάλη ευλογία για την Ορθοδοξία. Ο Ορθόδοξος λαός, Κληρικοί και λαϊκοί που ζούσαν την Ορθόδοξη Παράδοση, αντέδρασαν σε αυτήν την ένωση και, επομένως, τα όσα υπεγράφησαν σχετικά με το καθαρτήριο πυρ δεν είναι αποδεκτά.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι η εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδος του έτους 1722 σε εγκύκλιο προς τους ορθοδόξους Αντιοχείς μεταξύ των άλλων αναφέρεται και στο θέμα του καθαρτηρίου πυρός. Είναι ένα συνοδικό κείμενο που έχει μεγάλη αξία και σπουδαιότητα.
Λέγεται ότι, ενώ οι Λατίνοι ισχυρίζονται ότι υπάρχουν τρεις τόποι όπου πηγαίνουν οι ψυχές των αποθανόντων, "ημείς οι ευσεβείς, ακολουθούντες την αλήθειαν και τας τοιαύτας καινοτομίας αποστρεφόμενοι, δύο μεν τόπους δια τας ψυχάς των αποθαμένων, παράδεισον και κόλασιν, δια τους δικαίους και αμαρτωλούς, καθώς η θεία Γραφή μας διδάσκει, ομολογούμεν και αποδεχόμεθα. Τρίτον δε τόπον και πουργατόριον ουδόλως στέργομεν, επειδή και ούτε η Γραφή ούτε οι θείοι Πατέρες τοιούτόν τι μας εδίδαξαν. Πιστεύομεν όμως, ότι οι δύο αυτοί τόποι έχουσι πολλάς και διαφόρους μονάς... Και ουδείς των διδασκάλων της Εκκλησίας παρέδωκεν ή εδίδαξε το τοιούτον πουργατόριον, αλλά όλοι ένα και μόνον τόπον τιμωρητικόν λέγουσι, τον άδην, καθώς και ένα φωτεινόν και λαμπρόν διδάσκουσι, τον παράδεισον. Έχουσιν όμως και οι δύο τόποι μονάς διαφόρους ως είπομεν, και επειδή αι μεν των αγίων και των δικαίων ψυχαί πηγαίνουσιν αναμφιβόλως εις τον παράδεισον, αι δε των αμαρτωλών εις την κόλασιν, από τους οποίους αμαρτωλούς οι μεν ασεβείς και ασύγγνωστα αμαρτήσαντες κολάζονται αιωνίως, οι δε συγγνωστά και μέτρια πταίσαντες ελπίζουσι τυχείν ελευθερίας κατά την άφατον ευσπλαγχνίαν του Θεού, δια τούτο υπέρ των τοιούτων, των μέτρια δηλαδή και συγγνωστά αμαρτησάντων, γίνονται παρά της Εκκλησίας αι προσευχαί και δεήσεις, λειτουργίαι τε και μνημόσυνα και ελεημοσύναι, δια να λάβωσιν αι ψυχαί εκείναι ωφέλειαν και άνεσιν. Όθεν και όταν η Εκκλησία προσεύχεται δια τας ψυχάς των κεκοιμημένων, ελπίζομεν μεν να γίνεται άφεσις παρά Θεού εις τους τοιούτους, όμως όχι δια πυρός και πουργατορίου, αλλά δια της θείας φιλανθρωπίας, καθ’ όν τρόπον οίδεν η άπειρος του Θεού αγαθότης".
Από όσα ανεφέρθησαν φαίνεται σαφώς ότι στην διδασκαλία των Λατίνων για το καθαρτήριο πυρ υπάρχουν δύο ενδιαφέροντα σημεία, τα οποία δείχνουν την διαφορά από την ορθόδοξη διδασκαλία. Το ένα ότι το καθαρτήριο πυρ ξεχωρίζεται από το αιώνιο πυρ της κολάσεως, πράγμα το οποίο δεν φαίνεται πουθενά στην Αγία Γραφή και την Πατερική παράδοση. Το δεύτερον, ότι, επειδή λέγεται ότι δια του καθαρτηρίου οι άνθρωποι φθάνουν στην θέα της ουσίας του Θεού, και επειδή στην διδασκαλία των Λατίνων ταυτίζεται η ουσία με την ενέργεια, αφού γίνεται λόγος για το actus purus και για κτιστή ενέργεια, γι’ αυτό το λεγόμενο καθαρτήριο πυρ είναι κτιστό. Θα δούμε πιο κάτω από ποιές προϋποθέσεις ξεκίνησε αυτή η διδασκαλία των Λατίνων και τι συνέπειες έχει για την πνευματική ζωή. Όμως πρέπει να παρατηρηθή ότι διαφέρει σαφώς από την θεολογία των Πατέρων της Εκκλησίας.

Που οφείλεται η διδασκαλία των Λατίνων για το καθαρτήριο πυρ
Ένα ενδιαφέρον σημείο του θέματος που μας απασχολεί είναι τα αίτια που οδήγησαν τους Λατίνους στην διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός. Αυτό είναι αναγκαίο, γιατί, καθώς πιστεύουμε, δεν είναι τυχαία η εμφάνιση αυτής της διδασκαλίας.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι, όπως φαίνεται από την μελέτη του θέματος, η διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός εντάσσεται οργανικά μέσα στην όλη θεολογία των Λατίνων και αναπτύσσεται μέσα σε όλη την ατμόσφαιρά τους. Επομένως, δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός, αλλά σύμπτωμα της θεολογίας της Δύσεως, όπως αναπτύχθηκε με την αποκοπή της από την ορθόδοξη θεολογία. Ήδη μας δόθηκε η δυνατότητα να το δούμε αυτό σε προηγούμενες αναλύσεις, αλλά τώρα θα το μελετήσουμε εκτενέστερα και αναλυτικότερα.
Μπορούμε να σημειώσουμε πέντε αίτια, τα οποία οδήγησαν την δυτική θεολογική σκέψη στην διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός.
Π ρ ω τ ο ν, η έλλειψη νηπτικής θεολογίας. Η δυτική θεολογία με την απομάκρυνσή της από την ορθόδοξη θεολογία, και κυρίως από την νηπτική παράδοση για την κάθαρση της καρδιάς, τον φωτισμό του νου και την θεωρία του Θεού, δημιούργησε τις προϋποθέσεις αναπτύξεως και της διδασκαλίας περί καθαρτηρίου πυρός.
Αυτό λέγεται από την άποψη ότι στην ησυχαστική - νηπτική θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας γίνεται λόγος για την ενέργεια του Θεού, που ως πυρ καθαρίζει τον άνθρωπο. Ανάλογα με το ενέργημα η Χάρη του Θεού αποκτά και ένα ιδιαίτερο όνομα, λέγεται καθαρτική, φωτιστική και θεοποιός ενέργεια. Με άλλα λόγια, όταν η άκτιστη ενέργεια του Θεού καθαρίζη τον άνθρωπο λέγεται καθαρτική, όταν τον φωτίζη λέγεται φωτιστική και όταν τον θεώνη λέγεται θεοποιός.
Ο Ίδιος ο Χριστός είπε: "Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην, και τι θέλω ει ήδη ανήφθη!" (Λουκ. ιβ', 49). Ο δε Απόστολος Παύλος γράφει: "Και γαρ ο Θεός ημών πυρ καταναλίσκον" (Εβρ. ιβ', 29).
Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, εκφράζοντας όλη την νηπτική παράδοση πάνω στο θέμα αυτό, λέγει ότι βιώνουμε την Χάρη του Θεού πρώτα ως πυρ, φωτιά, και ύστερα ως φώς. Το υπερουράνιο πυρ, όταν επιδημή στην καρδιά, άλλους καταφλέγει για το ελλιπές της καθάρσεως και άλλους φωτίζει "δια το μέτρον της τελειότητος". Αυτό το ίδιο πυρ ονομάζεται "και πυρ καταναλίσκον και φωτίζον". Γι’ αυτό άλλοι εξήλθαν από την προσευχή τους σαν να εξέρχωνται από φλογισμένο καμίνι, αισθανόμενοι έναν κουφισμό από τον ρύπο, και άλλοι, όταν τελειώνη η προσευχή, αισθάνονται σαν να εξέρχωνται πεφωτισμένοι από το φως και ημφιεσμένοι το ιμάτιο της ταπεινώσεως και αγαλλιάσεως.
Σε άλλο σημείο ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος λέγει ότι όλος ο κόπος μας καταβάλλεται έως ότου το πυρ του Θεού εισέλθη μέσα στο αγιαστήριο ημών, δηλαδή μέσα στην καρδιά μας. Ο Θεός, που είναι πυρ, καταναλίσκει "πάσαν πύρωσιν και κίνησιν, και πρόληψιν, και πώρωσιν, και σκότωσιν, την εντός και εκτός, ορωμένην τε και νοουμένην".
Γενικά, σε όλη την εκκλησιαστική παράδοση γίνεται λόγος για το πυρ που εισέρχεται μέσα στην καρδιά, δηλαδή για την άκτιστη Χάρη του Θεού, που αισθάνεται κανείς μέσα στην καρδιά του να κατακαίη τα πάθη. Βέβαια, αυτό το πυρ είναι άκτιστο, δηλαδή είναι η άκτιστη Χάρη του Θεού, που κατακαίει τα πάθη, καθαρίζει την καρδιά, γι’ αυτό και λέγεται καθαρτική Χάρη, και αυτό γίνεται κατά την διάρκεια του αγώνος του ανθρώπου για την θεραπεία του. Είναι ουσιαστικά το πρώτο στάδιο της πνευματικής ζωής. Επίσης, αυτό το ίδιο το πυρ, δηλαδή η καθαρτική Χάρη του Θεού, θα ενεργή στους κεκοιμημένους εκείνους που εισήλθαν στο στάδιο της καθάρσεως, αλλά όμως δεν πρόφθασαν να καθαρθούν. Έτσι, με τα μνημόσυνα και τις προσευχές της Εκκλησίας, όπως είπαμε πιο πάνω, καθαρίζεται ο άνθρωπος και ανέρχεται στα στάδια της πνευματικής τελειώσεως, αφού, άλλωστε, η τελείωση είναι ατέλεστη.
Οι Λατίνοι, επειδή έχασαν την νηπτική θεολογία και δεν βίωναν αυτές τις καταστάσεις εμπειρικώς, γι’ αυτό παρερμήνευσαν τα πατερικά κείμενα. Διαπίστωσαν ότι στα κείμενα της Αγίας Γραφής και των αγίων Πατέρων γίνεται λόγος για πυρ που καθαρίζει τον άνθρωπο και ότι αυτό συνεχίζεται και μετά τον θάνατο, γι’ αυτούς που ήδη είχαν εισέλθει στην μετάνοια, στο στάδιο της καθάρσεως, και μη διαθέτοντες πνευματική εμπειρία αυτής της διδασκαλίας, παρερμήνευσαν τα πατερικά χωρία. Έτσι, έφθασαν να μιλούν για κτιστό πυρ τιμωρίας, δια του οποίου θα περάσουν οι άνθρωποι. Αλλά είναι σαφές ότι άλλη έννοια έχει ο όρος στην ορθόδοξη πατερική διδασκαλία.
Δ ε ύ τ ε ρ ο αίτιο της εμφανίσεως της διδασκαλίας περί καθαρτηρίου πυρός είναι η ταύτιση ουσίας και ενεργείας στον Θεό, που δημιούργησε πολλά κακά στην Δύση.
Γνωρίζουμε καλά από την ορθόδοξη θεολογία ότι ο Θεός έχει ουσία και ενέργεια. Δεν υπάρχει ουσία χωρίς ενέργεια. Αν η ουσία είναι άκτιστη και η ενέργειά της είναι άκτιστη, αν η ουσία είναι κτιστή, τότε και η ενέργειά της είναι κτιστή. Η ουσία του Θεού είναι άκτιστη, γι’ αυτό λέμε ότι και η ενέργειά Του είναι άκτιστη. Η αγάπη, η ειρήνη, η δικαιοσύνη, κ.λ.π. είναι ενέργειες του Θεού, οι οποίες, βέβαια, δεν είναι ανυπόστατες, αλλά ενυπόστατες, αφού δεν είναι δυνατόν να υπάρχη ενέργεια χωρίς υπόσταση, λόγω του ότι ο ενεργών είναι το πρόσωπο. Η θεολογική αυτή αλήθεια μας διαφυλάσσει από πολλούς κινδύνους και από αιρετικές αποκλίσεις.
Αντίθετα, στην Δύση δεν γίνεται αυτή η διάκριση. Οι σχολαστικοί θεολόγοι, στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν την απλότητα του Θεού και συγχρόνως ακεραία την διάκριση μεταξύ του Θεού και του κόσμου, ταυτίζουν την ενέργεια του Θεού με την ουσία Του, την αποκαλούν actus purus (καθαρά ενέργεια), και συγχρόνως εκλαμβάνουν την προνοητική και σωστική ενέργεια του Θεού ως κτιστή. Με αυτόν τον τρόπο ο Θεός, κατά την δυτική θεολογία, δεν έχει πραγματική σχέση με τον κόσμο κατά την άκτιστη ενέργειά Του, αλλά μόνον με κτιστά μέσα και κτιστές ενέργειες. Αυτή, όμως, η διδασκαλία κλονίζει όλο το βάθρο και το περιεχόμενο της σωτηρίας του ανθρώπου.
Αν εξετάσουμε προσεκτικά όλες τις διαφορές μεταξύ της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των Λατίνων, θα διαπιστώσουμε ότι οφείλονται σε αυτό το κρίσιμο θεολογικό ζήτημα. Αυτό ακριβώς φαίνεται και στην διδασκαλία των Λατίνων περί καθαρτηρίου πυρός. Κατ’ αρχάς κάνουν λόγο για την βίωση του καθαρτηρίου πυρός, που είναι κτιστό, αφού ο Θεός δεν έχει άμεση επικοινωνία με τα κτίσματα, και στην συνέχεια ομιλούν για την θέα της ακτίστου ουσίας του Θεού από τους καθαρθέντας. Αφού, δηλαδή, οι άνθρωποι περάσουν από το καθαρτήριο πυρ, φθάνουν στην θέα της ουσίας του Θεού. Αλλά αυτή η διδασκαλία, εκτός των άλλων, εφ’ όσον ομιλεί για σωτηρία, αναγκαστικά αίρει την διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου, μεταξύ κατά φύσιν και κατά Χάριν.
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία όμως η σωτηρία ταυτίζεται με την μέθεξη υπό του ανθρώπου της ακτίστου θεοποιού Χάριτος και ενεργείας του Θεού. Οπότε η σωτηρία είναι πραγματική και ο Θεός παραμένει Θεός.
Τ ρ ί τ ο ν, η διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός είναι συνάρτηση της όλης φραγκολατινικής παραδόσεως, όπως εκφράζεται από την λεγομένη σχολαστική θεολογία. Πραγματικά, όπως είπαμε και προηγουμένως, η σχολαστική θεολογία, που αποδεσμεύθηκε από την εμπειρική, ησυχαστική και νηπτική θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας, γέννησε πολλά κακά στην Δύση.
Κατά την δυτική θεολογία, που στηρίχθηκε στον ιερό Αυγουστίνο, η προπατορική αμαρτία κληρονομείται από τον Αδάμ σε όλους τους απογόνους, και η δικαιοσύνη του Θεού κατεδίκασε όλη την ανθρωπότητα στην Κόλαση και επέβαλε την ποινή του θανάτου*. Επομένως, κατά την φραγκολατινική παράδοση, η κόλαση και ο θάνατος είναι τιμωρία του Θεού και όχι ασθένεια, όπως διδάσκει η ορθόδοξη θεολογία.
Συνέπεια αυτής της διδασκαλίας είναι ότι οι Φραγκολατίνοι οδηγήθηκαν στην θεωρία περί κολάσεως και καθαρτηρίου πυρός. Οι Φράγκοι, επειδή πίστευσαν ότι οι κολασμένοι δεν βλέπουν τον Θεό, εξέλαβαν το πυρ της κολάσεως ως κτιστό. Με αυτό το πρίσμα πρέπει να δούμε την Κόλαση του Δάντη, όπου οι αμαρτωλοί θα βασανίζωνται από το κτιστό πυρ της Κολάσεως. Έτσι, οι Φραγκολατίνοι φαντάσθηκαν τον κόσμο ως τριόροφο, αποτελούμενο από τον αμετάβλητο ουρανό για τους ευδαίμονες, την μεταβλητή γη για την δοκιμασία των ανθρώπων και τα μεταβλητά καταχθόνια για τους κολαζομένους και καθαριζομένους.
Φυσικά, οι Φραγκολατίνοι, όπως είδαμε προηγουμένως, ομιλούσαν και για την θέα της ουσίας του Θεού από τους δικαίους και τους καθαρθέντας. Με άλλα λόγια, οι σεσωσμένοι θα δουν, δια της χάριτος και της λογικής τους, τον Θεό και τα αρχέτυπα των όντων, που υπάρχουν σ’ Αυτόν. Με την όραση αυτή της θείας ουσίας θα απαλλαγούν οι ψυχές από το επιθυμητικό, το θυμοειδές και τα μεταβλητά και έτσι θα γίνουν αμεταβλήτως ευδαίμονες. Περιττό να τονίσουμε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν δέχεται αυτές τις απόψεις, αφού δεν υπάρχουν μέσα στον Θεό τα αρχέτυπα των όντων. Ο Θεός δημιουργεί, προνοεί και σώζει τον κόσμο με την άκτιστη ενέργειά Του.
Επίσης οι Φραγκολατίνοι δεν κατανόησαν ορθώς την αποφατική θεολογία και την εξέλαβαν περισσότερο ως στοχαστική θεολογία. Στην ορθόδοξη θεολογία η δόξα του Θεού αποδίδεται με αντιθετικούς όρους: φως και γνόφος, πυρ και σκότος. Η πρώτη αντίθεση δηλώνει την δόξα των δικαίων, η δεύτερη την κατάσταση των αμαρτωλών. Χρησιμοποιούνται οι αντιθέσεις αυτές όχι επειδή στον Θεό υπάρχουν αντιθέσεις, αλλά για να εκφρασθή η αλήθεια, ότι δεν υπάρχει καμμία ομοιότητα μεταξύ της ακτίστου δόξης του Θεού και των κτισμάτων.
Πάντως οι προϋποθέσεις αυτές της φραγκολατινικής θεολογίας οδήγησαν τους δυτικούς θεολόγους στην διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός, δια του οποίου θα τιμωρηθούν οι αμαρτωλοί και μετανοούντες για να φθάσουν έτσι στην θέα της ουσίας του Θεού. Γι’ αυτό ισχυριζόμαστε ότι το δόγμα περί καθαρτηρίου πυρός των Λατίνων δεν είναι ανεξάρτητο από τις βασικές δομές της σχολαστικής θεολογίας της Δύσεως.
Τ έ τ α ρ τ ο αίτιο είναι η διδασκαλία των Λατίνων περί ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης. Κατά τον Άνσελμο Καντερβουρίας, η απαίτηση της τιμωρίας και η απαίτηση της σωτηρίας του ανθρώπου είναι ανάγκη της θείας φύσεως. Αντίθετα με την διδασκαλία των αγίων Πατέρων, στους οποίους γίνεται λόγος για την αμαρτία ως ασθένεια και την σωτηρία ως αγάπη του Θεού, δια της οποίας επιτυγχάνεται η θεραπεία του ανθρώπου με την δική του, βέβαια, συνέργεια, ο Άνσελμος κάνει λόγο για την προσβολή της δικαιοσύνης του Θεού και την εξιλέωσή της.
Μια τέτοια θεώρηση εκ μέρους των Λατίνων για την σωτηρία του ανθρώπου ήταν επόμενο να τους οδηγήση στην περί καθαρτηρίου πυρός διδασκαλία, στην διδασκαλία περί τιμωρίας του ανθρώπου για να εξιλεωθή ο Θεός. Φυσικά, η διδασκαλία αυτή αλλοιώνει όλη την πνευματική ζωή, αφού την θέτει σε μια εμπορική συναλλαγή και σε σχέσεις προσβεβλημένων και πεπτωκότων.
Π έ μ π τ ο αίτιο της εμφανίσεως της διδασκαλίας περί καθαρτηρίου πυρός είναι η πολιτικοοικονομική διάρθρωση του Παπισμού. Αφού οι Φραγκολατίνοι έχασαν την εμπειρική θεολογία της ανατολικής Εκκλησίας και αποδεσμεύθηκαν από την νηπτική - ησυχαστική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ήταν επόμενο να περιπέσουν σε ανθρωποκεντρικές καταστάσεις. Η φεουδαλιστική αντίληψη για την συγκρότηση της κοινωνίας, ο κτιριακός οργασμός και η οικονομική ανύψωση, η σύγκρουση με την πολιτική εξουσία, κ.λ.π. συνετέλεσαν στο δόγμα περί καθαρτηρίου πυρός. Με αυτόν τον τρόπο και ο λαός καταπιέζεται, αλλά και βοηθείται η "Εκκλησία" στην ανοικοδόμηση κτισμάτων.
Η σύνδεση του καθαρτηρίου πυρός με υλικές προσφορές προκάλεσε την απογοήτευση του λαού από τον Παπισμό. Λέγεται ότι εφευρέθηκε το καθαρτήριο πυρ, το λεγόμενο πουργατόριο, για την ολοκλήρωση του ναού του Αποστόλου Πέτρου στην Ρώμη και την συντήρηση της Παπικής αυλής. Πρέπει όμως να παρατηρηθή ότι το δόγμα περί καθαρτηρίου πυρός δεν εφευρέθηκε απλώς για την εκμετάλλευση του λαού, γιατί, όπως είδαμε προηγουμένως, εντάσσεται μέσα στην σχολαστική θεολογία των Φραγκολατίνων. Οπωσδήποτε, όμως, χρησιμοποιήθηκε και για οικονομικούς λόγους.
Ύστερα από αυτήν την ανάλυση, μπορούμε να καταλήξουμε στο εξής συμπέρασμα. Όπως η ορθόδοξη θεολογία αποτελεί μία ενότητα, θα έλεγα έναν κύκλο, και όταν πλησιάση κανείς ένα σημείο του κύκλου συναντά όλο τον κύκλο, το ίδιο συμβαίνει και στην φραγκολατινική θεολογία. Όλα τα καινοφανή δόγματά της έχουν σχέση μεταξύ τους και προσδιορίζονται από την ίδια βάση.
Αυτό σημαίνει ότι η απώλεια της ησυχαστικής θεολογίας, η απόρριψη της θεραπευτικής και εμπειρικής θεολογίας γέννησε πολλά κακά στην Δύση. Το δόγμα περί του καθαρτηρίου πυρός δεν είναι άσχετο με την απώλεια της διδασκαλίας περί της αδιαιρέτου διακρίσεως ουσίας και ενεργείας στον Θεό.
Το καθαρτήριο πυρ είναι καρπός και αποτέλεσμα της σχολαστικής θεολογίας των Φραγκολατίνων και δεν έχει καμμία σχέση με την ορθόδοξη θεολογία, όπως την δίδαξε ο Χριστός, την έζησαν οι Απόστολοι και μας την παρέδωσαν οι άγιοι Πατέρες.