Παρασκευή 14 Ιουνίου 2019

«Χριστιανική γιόγκα»;

Π.Σεραφείμ Ρόουζ - Τα σημεία των έσχατων καιρών
«Χριστιανική γιόγκα»
Η ινδουϊστική γιόγκα είναι γνωστή στη Δύση για πολλές δεκαετίες, και ειδικά στην Αμερική έχει γίνει αφορμή για αναρίθμητες λατρείες κι ακόμα μια εκλαϊκευμένη μορφή ψυχικής θεραπείας που υποτίθεται ότι δεν έχει θρησκευτικούς σκοπούς. Σχεδόν είκοσι χρόνια πριν, ένας Γάλλος Βενεδικτίνος μοναχός έγραψε για τις εμπειρίες του κατά τη διαμόρφωση της γιόγκα σε μια «χριστιανική» πειθαρχία η περιγραφή που ακολουθεί είναι παρμένη από το βιβλίο του (J. M. Dechanet, Christian Yoga, Harper & Row, New York, 1972).
Η ινδουϊστική γιόγκα είναι μια πειθαρχία που προϋποθέτει μια μάλλον λιτή, πειθαρχημένη ζωή, και συνίσταται σε έλεγχο της αναπνοής και συγκεκριμένες σωματικές στάσεις που παράγουν μια κατάσταση χαλάρωσης στην οποία κάποιος διαλογίζεται, συνήθως με τη βοήθεια ενός μάντρα ή ιερής λέξης που βοηθά στη συγκέντρωση. Η ουσία της γιόγκα δεν είναι αυτή καθ’ εαυτή η πειθαρχία, αλλά ο διαλογισμός, που είναι ο σκοπός της. Ο συγγραφέας έχει δίκιο όταν γράφει: «Ο σκοπός της ινδουϊστικής γιόγκα είναι πνευματικός. Είναι ισοδύναμο με προδοσία να ξεχνάει κανείς αυτό και να διατηρεί μόνο την καθαρά σωματική μορφή αυτής της αρχαίας πειθαρχίας, για να μη δει σ’ αυτήν τίποτα περισσότερο, παρά ένα μέσο για τη σωματική υγεία ή ομορφιά». Σ’ αυτό πρέπει να προστεθεί ότι το πρόσωπο που χρησιμοποιεί τη γιόγκα μόνο για φυσική ευεξία ήδη εκθέτει τον εαυτό του σε συγκεκριμένες πνευματικές στάσεις, για τις οποίες αναμφίβολα δεν έχει ιδέα· περισσότερα γι’ αυτό θα λεχθούν παρακάτω.
Ο ίδιος συγγραφέας συνεχίζει μετά: «Η τέχνη του γιόγκι είναι να εδραιώσει τον εαυτό του μέσα σε απόλυτη σιωπή, να αδειάσει από όλες τις σκέψεις και τις ψευδαισθήσεις, να απορρίψει και να ξεχάσει τα πάντα εκτός από αυτή τη μοναδική ιδέα: ο αληθινός εαυτός του ανθρώπου είναι θεϊκός· είναι Θεός, και το υπόλοιπο είναι σιωπή».
Αυτή η ιδέα βέβαια δεν είναι χριστιανική αλλά παγανιστική, όμως ο σκοπός της «χριστιανικής γιόγκα» είναι να χρησιμοποιήσει την τεχνική της γιόγκα για ένα διαφορετικό πνευματικό σκοπό, για «χριστιανικό» διαλογισμό. Το αντικείμενο της τεχνικής γιόγκα, σύμφωνα με αυτή την οπτική, είναι να κάνει κάποιον χαλαρό, ευχαριστημένο, χωρίς σκέψεις, και παθητικό ή δεκτικό σε πνευματικές ιδέες και εμπειρίες. «Αμέσως μόλις κάνεις τη στάση, θα νοιώσεις το σώμα σου να χαλαρώνει κι ένα αίσθημα γενικής ευεξίας θα εδραιωθεί μέσα σου». Οι ασκήσεις παράγουν «μια ασυνήθιστη αίσθηση ηρεμίας». «Στην αρχή κάποιος έχει το αίσθημα ενός γενικού καλμαρίσματος, μιας ευεξίας που τον καταλαμβάνει, μιας ευφορίας που θα κρατήσει, και που πραγματικά κρατάει. Αν τα νεύρα κάποιου είναι ερεθισμένα και τεντωμένα, οι ασκήσεις τα ηρεμούν, και η κούραση εξαφανίζεται σε μικρό χρονικό διάστημα». «Ο σκοπός όλων των προσπαθειών (του γιόγκι) είναι να σωπάσει τον σκεπτόμενο εαυτό μέσα του, με το να κλείνει τα μάτια σε κάθε είδος έλξης».
Η ευφορία που φέρνει η γιόγκα «μπορεί να αποκληθεί μια ‘’κατάσταση υγείας» που μας επιτρέπει να κάνουμε περισσότερα και να τα κάνουμε καλύτερα στο ανθρώπινο πεδίο, κατ’ αρχήν, και στο χριστιανικό, πνευματικό πεδίο κατόπιν. Η πιο κατάλληλη λέξη για να το περιγράψει είναι ευχαρίστηση, μια ευχαρίστηση που ενοικεί στο σώμα και στην ψυχή, και μας προδιαθέτει… προς την πνευματική ζωή». Ολόκληρη η προσωπικότητα κάποιου μπορεί να αλλάξει από αυτό: «Η Χάθα (Hatha) γιόγκα αλλάζει το χαρακτήρα προς το καλό. Μετά από μερικές εβδομάδες πρακτικής, παραδέχεται κανείς ότι δεν γνωρίζει πια τον εαυτό του, και όλοι αντιλαμβάνονται μια αλλαγή στη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις. Είναι πιο ευγενικός και με περισσότερη κατανόηση. Αντιμετωπίζει τις εμπειρίες ήρεμα. Είναι ευχαριστημένος… ολόκληρη η προσωπικότητά του έχει μεταβληθεί κι αυτός ο ίδιος τη νιώθει να σταθεροποιείται και να ξανοίγεται προς τα έξω· από αυτό προκύπτει μια σχεδόν μόνιμη κατάσταση ευφορίας, ‘’ευχαρίστησης»».
Όμως όλα αυτά είναι μόνο μια προετοιμασία για ένα «πνευματικό» σκοπό, ο οποίος αρχίζει να γίνεται αισθητός πολύ σύντομα: «Καθώς έγινα στοχαστικός σε διάστημα εβδομάδων, στην προσευχή μου δόθηκε μια ιδιάζουσα και νέα απόχρωση». Καθώς έγινε ασυνήθιστα ήρεμος, ο συγγραφέας παρατήρησε «την ευκολία που είχε να αρχίσει προσευχή, να συγκεντρωθεί σε ένα θέμα». Γίνεται κανείς «πιο δεκτικός σε εμπνεύσεις και ερεθίσματα από τον ουρανό». «Η πρακτική της γιόγκα τείνει προς αυξημένη ευκαμψία και δεκτικότητα, και κατά συνέπεια σε άνοιγμα προς αυτές τις προσωπικές ανταλλαγές μεταξύ του Θεού και της ψυχής, που σηματοδοτούν το δρόμο της μυστικιστικής ζωής» .
Ακόμα και για τον «μαθητευόμενο γιόγκι» η προσευχή γίνεται «γλυκειά» και «αγκαλιάζει τον όλο άνθρωπο». Είναι κανείς χαλαρωμένος κι «έτοιμος να ριγήσει στο άγγιγμα του Αγίου Πνεύματος, να δεχθεί και να καλωσορίσει ό,τι ο Θεός, μέσα στην αγαθότητά Του, βρίσκει κατάλληλη εμπειρία για μας». «Πρέπει να κάνουμε την ύπαρξή μας έτοιμη να αρπαγεί, να καταληφθεί – κι αυτή είναι σίγουρα μια από τις μορφές, για την ακρίβεια η υψηλότερη μορφή χριστιανικής ενατένισης». «Κάθε μέρα οι ασκήσεις, και για την ακρίβεια όλη η ασκητική πειθαρχία της γιόγκα, διευκολύνει τη χάρη του Χριστού να ρέει μέσα μου. Νοιώθω αυξημένη την πείνα μου για το Θεό και τη δίψα μου για δικαιοσύνη και την επιθυμία μου να είμαι Χριστιανός με την πλήρη δυναμική της λέξης»
Ο καθένας που καταλαβαίνει τη φύση της πλάνης. θα αναγνωρίσει σ’ αυτή την περιγραφή της «χριστιανικής γιόγκα» ακριβώς τα χαρακτηριστικά αυτών που έχουν λοξοδρομήσει πνευματικά, είτε σε παγανιστικές θρησκευτικές εμπειρίες είτε σε αιρετικές «χριστιανικές» εμπειρίες. Ο ίδιος μόχθος για «ιερά και θεϊκά αισθήματα», το ίδιο άνοιγμα και η προθυμία για «αρπαγή» από ένα πνεύμα, η ίδια αναζήτηση όχι για το Θεό αλλά για «πνευματική παρηγοριά», η ίδια αυτομέθη που λανθασμένα θεωρείται ως «κατάσταση χάρης», η ίδια απίστευτη ευκολία με την οποία κανείς γίνεται «ενατενιστής» ή «μυστικιστής», οι ίδιες «μυστικές αποκαλύψεις» και ψευδοπνευματικές καταστάσεις. Αυτά είναι τα κοινά χαρακτηριστικά όλων όσων βρίσκονται σε αυτή την ιδιαίτερη κατάσταση πνευματικής πλάνης. Αλλά ο συγγραφέας της «χριστιανικής γιόγκα», όντας Βενεδικτίνος μοναχός, προσθέτει κάποιους ειδικούς «διαλογισμούς» που τον αποκαλύπτουν γεμάτο από το πνεύμα του ρωμαιοκαθολικού «διαλογισμού» των πρόσφατων αιώνων, ο οποίος είναι ελεύθερο παιχνίδι φαντασιών πάνω σε χριστιανικά θέματα.
Έτσι, για παράδειγμα, έχοντας διαλογιστεί σε ένα θέμα της χριστουγεννιάτικης λειτουργίας, αρχίζει να βλέπει το Παιδίον στην αγκαλιά της Μητέρας Του: «Κοιτώ· τίποτα περισσότερο. Εικόνες, ιδέες (συνειρμοί ιδεών: Σωτήρας-Βασιλιάς-Φως-Φωτοστέφανο-Ποιμένας-Παιδίον-Φως και πάλι) έρχονται η μια μετά την άλλη, τρέχουν στο παρελθόν… Όλα αυτά τα κομμάτια ενός ιερού παζλ βαλμένα μαζί εγείρουν μια ιδέα μέσα μου… ένα σιωπηλό όραμα του όλου μυστηρίου των Χριστουγέννων». Ο καθένας με την παραμικρή γνώση της Ορθόδοξης πνευματικής πειθαρχίας, θα δει ότι αυτός ο αξιολύπητος «Χριστιανός γιόγκι» έχει πέσει για τα καλά σε μια παγίδα στημένη από έναν από τους κατώτερους δαίμονες, που καραδοκούν για τον αναζητητή «πνευματικών εμπειριών»: δεν έχει καν δει έναν «άγγελο φωτός», αλλά έχει μονάχα παραδοθεί στις δικές του «θρησκευτικές φαντασιώσεις», προϊόν μιας καρδιάς κι ενός νου εντελώς απροετοίμαστου για πνευματικό πόλεμο και για τις απάτες των δαιμόνων. Τέτοιος «διαλογισμός» εξασκείται σήμερα σ’ έναν αριθμό ρωμαιοκαθολικών μοναστηριών, αντρικών και γυναικείων.
Το γεγονός ότι το βιβλίο τελειώνει με ένα άρθρο του Γάλλου μεταφραστή της Φιλοκαλίας, μαζί με αποσπάσματα από τη Φιλοκαλία, αποκαλύπτει μόνο την άβυσσο που χωρίζει αυτούς τους ερασιτέχνες από τη γνήσια πνευματικότητα της Ορθοδοξίας, η οποία είναι εντελώς απρόσιτη στους σημερινούς «σοφούς», που δεν καταλαβαίνουν πια τη γλώσσα της. Μια επαρκής ένδειξη της ανικανότητας του συγγραφέα να κατανοήσει τη Φιλοκαλία, είναι το ότι ονομάζει «καρδιακή προσευχή» (η οποία στην Ορθόδοξη παράδοση είναι η υψηλότερη νοητική προσευχή, που κατορθώνεται από πολύ λίγους μόνο μετά από πολλά χρόνια ασκητικής πάλης και υποταγής σ’ ένα πραγματικά θεοφόρο Γέροντα) το εύκολο κόλπο του να συγχρονίζεις συλλαβές στο ρυθμό του χτύπου της καρδιάς.
Θα σχολιάσουμε πληρέστερα παρακάτω τα σχετικά με τους κινδύνους της «χριστιανικής γιόγκα» όταν σημειώσουμε τι κοινό έχει με άλλες μορφές «ανατολικού διαλογισμού» που προσφέρονται στους Χριστιανούς σήμερα.