Τρίτη 9 Μαρτίου 2021

Το 1821 και η αθλιότητα της εθνoαποδόμησης

 


Το 1821 και η αθλιότητα της εθνoαποδόμησης

του Νεκτάριου Δαπέργολα, Διδάκτορος Ιστορίας

      Λίγο πριν από την 25η Μαρτίου, είναι ομολογουμένως μία καλή αφορμή για να ξαναθυμηθούμε κάποια πράγματα σχετικά με την επίσημη «γραμμή» που κυριαρχεί εδώ και πολλά χρόνια μέσα στα Πανεπιστήμια, στα ΜΜΕ (και σταδιακά βεβαίως και στα σχολεία) σχετικά με τη μεγάλη μας Επανάσταση. Τη «γραμμή» την οποία διαμορφώνει η ανθελληνική κυρίαρχη πολιτική ιδεολογία του σύγχρονου ελλαδικού κράτους, σε συνεργασία με τη λεγόμενη αποδομητική σχολή, δηλαδή μια ομάδα δήθεν ιστορικών, που σχετίζονται ενεργά με διάφορα νεοταξίτικα όργανα και που χρησιμοποιώντας κατά το δοκούν τις ιστορικές πηγές, προσπαθούν να απονευρώσουν και να ακυρώσουν το ιστορικό μας παρελθόν. Για εμάς τους «άλλους» ιστορικούς, που δεν μάθαμε να συμπεριφερόμαστε στις πηγές με τη γνωστή προκρούστεια μέθοδο, ώστε να «επιβεβαιώνουν» πάση θυσία τις ιδεοληψίες μας, ετούτη η ιστορία είναι γνωστή στην Ελλάδα εδώ και 30 τουλάχιστον χρόνια, αν και βέβαια ο πολύς κόσμος ήταν μάλλον ανυποψίαστος ως τη στιγμή που εμφανίστηκε το εκκωφαντικό εκείνο ανοσιούργημα της Μαρίας Ρεπούση. Για τους κάπως πιο υποψιασμένους βέβαια το πρώτο εμβληματικό ίσως έργο αυτού του αποδομητικού κλίματος υπήρξε το διαβόητο «Τι είν’ η πατρίδα μας» (1997), όπου οι κυρίες Δραγώνα, Φραγκουδάκη, Αβδελά και άλλα μέλη αυτής της ελληνοφοβικής συνάξεως, εξέμεσαν διάφορα απίστευτα για την ελληνική εθνογένεση. 

     Χοντρικά και σχηματικά, σύμφωνα με τους εθνοαποδομητές, η εθνογένεση αυτή χρονολογείται μέσα στον 19ο αιώνα - και μάλιστα αρκετά μετά από την Επανάσταση του ’21. Αυτήν δεν την έκαναν συνεπώς εξ αίματος Έλληνες (τέτοιοι άλλωστε δεν υπήρχαν πια), αλλά ένα συνονθύλευμα από απογόνους κυρίως Σλάβων και Αλβανών, που απλώς χάρη στη Γαλλική Επανάσταση και τον Διαφωτισμό επιζητούσαν ελευθερία, λαμβάνοντας έμπνευση και από ένα τεχνητό ρομαντικό αρχαιοελληνικό παρελθόν. Το λεγόμενο νεοελληνικό έθνος προέκυψε αργότερα, στην προσπάθεια να επιτευχθεί η εσωτερική ομοιογένεια του ελληνικού βασιλείου. Και επρόκειτο ουσιαστικά για μία εθνογένεση σε μεγάλο βαθμό τεχνητή.  

     Και μετά το πόνημα της Ρεπούση (ευκλεούς εξάλλου τέκνου της ίδιας ομάδας), φτάσαμε βεβαίως και σε μία ακόμη μετωπική επίθεση μέσα από εκείνο το απερίγραπτο τηλεοπτικό περίττωμα του Σκάι με τίτλο «1821 - Η γέννηση ενός έθνους» (το β΄ μέρος του τίτλου παραπέμπει ακριβώς στην προαναφερθείσα «εθνογένεση»). Όσα είχαν ακουστεί στο εν λόγω πολύωρο αντι-ιστορικό παραλήρημα, ήταν απολύτως χαρακτηριστικά αφηγήματα των αποδομητών: συνεχείς αναφορές στην ανεξιθρησκεία και τις ευρύτερες φιλελεύθερες συνθήκες της Τουρκοκρατίας, ενώ ούτε λέξη φυσικά για τους μαζικούς εξισλαμισμούς, τις σφαγές, τα βασανιστήρια, τη ντροπιαστική νομικά θέση του «ραγιά» και γενικά για την πιο βάρβαρη σκλαβιά που γνώρισε ποτέ ο τόπος. Συνεχείς προσπάθειες συμψηφισμού μεταξύ των δήθεν αγριοτήτων που διεπράχθησαν «και από τις δύο πλευρές» (η γνωστή καραμέλα της εξίσωσης θυτών και θυμάτων), με έμφαση βεβαίως στις σφαγές της Τριπολιτσάς, αλλά και με συνεχή προσβλητικά σχόλια για τους αγωνιστές και τη δράση τους. Και ασφαλώς συνεχείς και οι υπαινιγμοί για τη μη ελληνική προέλευση των επαναστατών, με έμφαση εννοείται στην πλήρη ταύτιση των αρβανιτόφωνων με…Αλβανούς (δεν συζητάμε δηλαδή καν το να πέρασε έστω και ως απλή…υπόνοια το ενδεχόμενο να επρόκειτο για πληθυσμούς με ελληνική προέλευση και ελληνική εθνική συνείδηση που απλώς έχασαν την επαφή με τη γλώσσα τους μέσα στο σκοτάδι της δουλείας - κάτι σαν τους τουρκόφωνους Έλληνες της Καππαδοκίας ή τους σλαβόφωνους Έλληνες της Μακεδονίας - και ειδικά σε μια περιοχή, που, όπως δείχνει και η δράση του πατρο-Κοσμά, τόσο πολύ υπέφερε σε όλη τη Δυτική Ελλάδα η ελληνική γλώσσα και παιδεία).  

     Το πόσο όμως επιστημονική είναι αυτή η παρεούλα των δήθεν ιστορικών, το βλέπουμε συνεχώς στην πράξη. Και το βλέπουμε και όποτε ξαναρχίζει η συζήτηση γύρω από ένα ζήτημα (εκείνο του λεγόμενου Κρυφού Σχολειού), που αποτελεί μόνιμο καρφί στα μάτια των εθνοαλλεργικών και του οποίου την ύπαρξη αποκηρύσσουν μετά βδελυγμίας. Το επιχείρημά τους είναι ότι η οθωμανική κυβέρνηση δεν απαγόρευε την ελληνική παιδεία, επειδή δεν την ενδιέφερε τίποτε άλλο πλην της συλλογής των φόρων. Και όχι φυσικά ότι αυτό το επιχείρημα είναι παντελώς εσφαλμένο, αποτελεί όμως απλώς τη μισή αλήθεια – κι όπως ξέρουμε καλά, η μισή αλήθεια είναι συνήθως ο καλύτερος τρόπος για να πεις ψέματα. Το αντεπιχείρημα των (κανονικών) ιστορικών είναι πως μέσα σε μια περίοδο 5 αιώνων, υπήρξαν όντως και εποχές που η παιδεία ήταν γενικά ελεύθερη, από την άλλη όμως υπήρξαν κατά τόπους και κατά επιμέρους εποχές φαινόμενα σκλήρυνσης της στάσης των κατακτητών απέναντι στους ραγιάδες - και μάλιστα όχι κατ’ ανάγκη και ούτε πάντοτε με ευθύνη της κεντρικής εξουσίας. Τότε ήταν λοιπόν που υπήρξαν και τα αντίστοιχα φαινόμενα αυτού που σχηματικά αποκαλούμε Κρυφό Σχολειό, της απόπειρας δηλαδή μέσα σε καιρούς κρίσης και διωγμών (που δεν ήταν και λίγοι) να διασωθεί η ελληνική λαλιά - με την ευθύνη βεβαίως όσων μπορούσαν να το κάνουν, ήτοι όσων γνώριζαν λίγα γράμματα και που ως επί το πλείστον ήταν παπάδες και καλόγεροι. Αυτό έλεγαν απλώς οι ιστορικοί της…παλιάς σχολής - και όχι φυσικά ότι επρόκειτο για μόνιμη και γενικευμένη κατάσταση, πόσω δε μάλλον και…θεσμοθετημένη από τη διοικούσα Εκκλησία της Τουρκοκρατίας. Και αυτό είναι και η αλήθεια, την οποία βεβαίως οι αποδομητές έχουν επιλέξει να την αγνοούν. Αλλά ακόμη και στις περιπτώσεις όπου το σχολείο δεν ήταν κρυφό, αλλά τυπικά φανερό και ελεύθερο, ήταν τέτοιες οι συνθήκες ανέχειας και δυσπραγίας που συνήθως καθιστούσαν απαγορευτική τη λειτουργία του - και εν πάση περιπτώσει, πάλι οι κληρικοί (ως οι μόνοι συνήθως σχετικά εγγράμματοι) ήταν οι φορείς της στοιχειώδους έστω παιδείας που γνώριζαν τα σκλαβωμένα Ελληνόπουλα. Και αυτό φυσικά είναι κάτι που απολύτως εσκεμμένα παραγνωρίζεται από τους αποδομητές. 

     Ο δρόμος του ψεύδους όμως δεν είναι πάντα εύκολος και οι θιασώτες του ενίοτε δυσκολεύονται να τον ακολουθήσουν. Θυμάμαι π.χ. ενδεικτικά προ καιρού τον περιβόητο Θάνο Βερέμη σε κάποια τηλεοπτική εκπομπή να καλείται επίμονα να απαντήσει ευθέως αν υπήρχε τελικά ή όχι Κρυφό Σχολειό. Και τότε (ω του θαύματος) τι αποκρίθηκε; Ότι πράγματι υπήρξε «στην εποχή του Κοσμά Αιτωλού, αλλά και σε διάφορες άλλες περιόδους, όπου πραγματοποιήθηκαν μεγάλοι και συστηματικοί εξισλαμισμοί»! Αυτό δηλαδή ακριβώς που λέμε και όσοι εγκαλούμαστε από την παρέα του Βερέμη ως…εθνικιστές! Άρα λοιπόν δεν είναι απλός «εθνικός μύθος», ως κατώμνυε έως τότε (και ακόμη κατομνύει, όπου και όποτε μπορεί) η ψευδοεπιστημονική παρέα του. Και επιπλέον όμως δεν είναι μύθος ούτε κι οι μαζικοί εξισλαμισμοί, αφού (ευτυχώς) το ακούσαμε πλέον κι αυτό δια στόματος Βερέμη, που συνήθως μόνο ειδυλλιακές ανοησίες εκτοξεύει (όπως και οι λοιποί ομόφρονές του) για το κλίμα ανεξιθρησκείας και ανάπτυξης που δήθεν υπήρχε στην Τουρκοκρατία! 

    Αν τώρα κάποιος αναρωτιέται τι είχε συμβεί ή τι είχε αλλάξει προσωρινά μέσα στον (ούτως ή άλλως ευφάνταστο) εγκέφαλο του συγκεκριμένου κυρίου, η απάντηση είναι εξαιρετικά απλή: απολύτως τίποτε. Είναι απλούστατα χιλιοπαρατηρημένο ότι τα μέλη αυτής της αποδομητικής «σχολής» είναι λαλίστατα, όταν μιλούν από καθέδρας και χωρίς αντίλογο ή όταν γράφουν στις νεοταξίτικες φυλλάδες που τους φιλοξενούν, δεν μπορούν όμως να αντέξουν σε καμμία απολύτως επιστημονική αντιπαράθεση με (κανονικούς) ιστορικούς, για τον πολύ απλό επίσης λόγο ότι οι τελευταίοι βασίζονται στις πηγές. Οι ίδιοι αντίθετα βασίζονται μόνο σε επιλεγμένες και σκόπιμα παραχαραγμένες πηγές και φυσικά το ξέρουν (άλλωστε οι ίδιοι είναι που τις…παραχάραξαν), όπως ασφαλώς ξέρουν και το ότι όσα ανεκδιήγητα διατείνονται είναι παντελώς ατεκμηρίωτα. Από επιστημονικής άποψης, είναι πασίδηλοι ψεύτες και πλαστογράφοι – και επίσης το ξέρουν. Πώς να μπορέσουν λοιπόν να υπερασπιστούν τά συνειδητά ψεύδη τους, όταν τυχαίνει να βρεθούν μαζί με πραγματικούς επιστήμονες που φυσικά όχι μόνο δεν συμμερίζονται τις κωμικές απόψεις τους, αλλά και μπορούν τεκμηριωμένα να τις αντικρούσουν; Εδώ ακόμη και σε συνθήκες πίεσης όχι από εξειδικευμένους ιστορικούς, αλλά απλούς δημοσιογράφους, χάνουν πολύ εύκολα την ψυχραιμία τους. Η πρόσφατη παρεκτροπή του Θάνου Βερέμη απέναντι στον Στέργιο Καλόγηρο του «Βεργίνα TV», αποδεικνύει για πολλοστή φορά του λόγου το ασφαλές.

     Αλλά βέβαια ούτε  και η πρώτη φορά είναι, που συμβαίνει τέτοια οπισθοχώρηση (όπως η προρρηθείσα τηλεοπτική εκπομπή), ούτε το μόνο ζήτημα στο οποίο υπαναχωρούν (άτακτα ή συντεταγμένα). Θα δούμε σε επόμενο κείμενο και άλλα χαρακτηριστικά επεισόδια από τον βίο και την πολιτεία των μελών αυτής της ψευτο-ιστορικής ελληνοφοβικής μάζωξης, που αποδεικνύουν πόσο κωμικά ευάλωτοι είναι, όποτε απέναντί τους συναντούν κανονικούς ιστορικούς (που είναι πάντως δυστυχώς όλο και λιγότεροι πια). Καιρός να πέσουν επιτέλους πλήρως οι μάσκες με αυτή τη θλιβερή ομάδα που σφετερίζεται την ιδιότητα του «ιστορικού» και προσβάλλει βάναυσα εδώ και τόσα χρόνια κάθε έννοια πραγματικής επιστημονικής σκέψης…