ΣΧΟΛΙΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ:
κ. Αδαμάντιε, Άρα γε γινώσκεις α αναγινώσκεις;
. .
Απάντηση στα φληναφήματα του κ. Σαραντίδη
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου
Κανονικὰ σὲ χρονιάρες μέρες δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ δημοσιεύονται κείμενα μὲ τέτοιους τίτλους. Ὅμως τὰ θέματα Πίστεως δὲν γνωρίζουν χρόνο ἢ συγκυρίες.
Πόσο μάλιστα ὅταν ἑορτάζουμε ἀναστήματα τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ὁποῖος, δὲν σταμάτησε ποτὲ νὰ ὑπερασπίζει τὰ δόγματα καὶ τὶς ἀλήθειες τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καὶ ἐφ’ ὅσον βέβαια κάποιοι προκαλοῦν βάναυσα τὴν κοινὴ λογικὴ μὲ τὶς ἀντιπατερικὲς καὶ ἀθεολόγητες θέσεις τους.
Ἀφορμὴ αὐτοῦ τοῦ κειμένου ἀποτελεῖ τὸ ἀκαταλαβίστικο (βλ. καὶ τὰ ἀντίστοιχα σχόλια στὸ ἱστολόγιο Κατάνυξις, ὅπου καὶ ὁ χαρακτηρισμός) προσφάτως ἀναρτηθὲν κείμενο τοῦ κ. Σαραντίδη. Ἂν φυσικὰ τὸ κείμενο περιεῖχε μόνο τὶς ὕβρεις τοῦ ἐν λόγῳ κυρίου, τὴν κολακεία τῶν ἡμετέρων καὶ τὴν δοκησισοφία τοῦ γράφοντος δὲν θὰ ὑπῆρχε λόγος ἀπάντησης. Τὸ κείμενο ὅμως ποὺ γιὰ μία ἀκόμα φορὰ στερεῖται παντελῶς πατερικῶν ἀποδείξεων τῶν ὅσων τραγικῶν ὑποστηρίζει ὁ κ. Σαραντίδης, περιέχει καὶ κακοδοξίες ποὺ προωθοῦν τὴν σύγχυση τοῦ συγχυσμένου ἀρθρογράφου στὸ ἀπὸ τοὺς Οἰκουμενιστὲς ἤδη συγχυσμένο ποίμνιο. Καὶ γίνομαι πιὸ σαφής:
Γράφει ὁ κ. Σαραντίδης: «Τα περί αποτειχίσεως και διακοπής μνημονεύσεως αιρετιζόντων ιερωμένων και προκαθημένων...». Ἐδῶ ὁ κ. Σαραντίδης διαχωρίζει τὴ ἀποτείχιση ἀπὸ τὴν διακοπὴ μνημόνευσης αἱρετιζόντων κληρικῶν καὶ προωθεῖ μία κακοδοξία ποὺ ὑπάρχει ἐδῶ καὶ καιρό. Τὸν διαψεύδει ὅμως ὁ ἀπὸ τὸν ἴδιο ὑμνούμενος «προεξάρχων τῶν ἐξαιρετικῶν προσωπικοτήτων πανεπιστημιακὸς πατρολόγος πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης». Γράφει ὁ π. Θεόδωρος στὸ ἄρθρο του «Ἀποτείχιση ἀπὸ τὴν αἵρεση καὶ ὄχι ἀπὸ τὴ Ἐκκλησία» μιλώντας γιὰ τὸν 15ο Κανόνα: «Στὸ δεύτερο μισὸ ὅμως τοῦ κανόνος, ὅπου εἰσάγεται καὶ ἡ ἔννοια τῆς ἀποτειχίσεως, ὁ κανὼν προβαίνει σὲ μία ἐξαίρεση, μὲ βάση τὴν ὁποία ἠμποροῦν οἱ κληρικοὶ ὁποιασδήποτε βαθμίδος καὶ ἀξιώματος νὰ διακόψουν τὴν κοινωνία μὲ τὸν ἱερατικῶς προϊστάμενό τους καὶ νὰ μὴ τὸν μνημονεύουν·... Γιὰ νὰ μὴ θεωρηθεῖ ὅμως ὅτι ἡ διακοπὴ μνημοσύνου, ἡ ἀποτείχιση, ἀπαγορεύεται παντελῶς... Ἔχει ἀποδειχθῆ ὅτι ὁ ὅρος “ἀποτείχιση”, ἐνῶ εἶναι ὀρθὸς καὶ κανονικός, δημιουργεῖ παρεξηγήσεις... καὶ πρέπει ἀντὶ αὐτοῦ νὰ χρησιμοποιεῖται ὁ ὅρος “Διακοπὴ κοινωνίας” καὶ καλύτερα “Διακοπὴ μνημοσύνου”... Τό “μνημονεύοντες” καὶ “μὴ μνημονεύοντες” ταιριάζει καὶ σήμερα ». Δὲν διαβάζει ὁ κ. Σαραντίδης τὰ κείμενα τοῦ π. Θεοδώρου ποὺ τόσο ἐκθειάζει; Ἡ διακοπὴ μνημόνευσης εἶναι ἀποτείχιση καὶ δὲν εἶναι κάτι διαφορετικό. Καὶ ὅπως θὰ δοῦμε καὶ παρακάτω ἀναφέρεται σὲ κληρικοὺς καὶ λαϊκούς. Ὁ δὲ 15ος Κανόνας ἀναφέρεται μὲν σὲ κληρικοὺς κακῶς ὅμως καὶ μᾶλλον ἐσκεμένως παρουσιάζεται ἀπὸ τὸν κ. Σαραντίδη ἀπομονωμένος ἀπὸ τὴν ἁγιοπατερικὴ παράδοση, διότι πρὶν ἀπὸ τὸν Κανόνα αὐτόν, εἶχαν ἤδη γραφτεῖ πάμπολλα χωρία, καὶ στὰ Εὐαγγέλια καὶ ἀπὸ τοὺς ἅγ. Πατέρες, ποὺ ἐπιβάλλουν τὴν ἀπομάκρυνση ὅλων τῶν πιστῶν ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Ὁ 15ος Κανόνας ἀποτελεῖ τὸ ἀποκρυστάλλισμα αὐτῆς τῆς ἁγιοπατερικῆς διδασκαλίας. Γνωρίζει, λοιπόν, ὁ κ. Σαραντίδης μόνο νὰ ἐκθειάζει ἡμετέρους καὶ ἑαυτὸν ὡς αὐθεντία ἀλλὰ νὰ ἐκτίθεται γιὰ πολλοστὴ φορά, ἀφοῦ ὅτι γράφει στερεῖται πατερικῶν ἀποδείξεων;
Γράφει πάλι ὁ ὁμιλητὴς στὴν ἡμερίδα τῆς Θεσσαλονίκης (ὁ ἴδιος τὸ ἀναφέρει καὶ ὄχι ἐγώ) κ. Σαραντίδης ὡσὰν αὐθεντία ποὺ δὲν σηκώνει ἀντίλογο χλευάζοντας καὶ γελοιοποιώντας: «Πόσες φορές ειπώθηκε ότι η διακοπή μνημόνευσης αιρετίζοντος επισκόπου προ συνοδικής καταδίκης κατεγνωσμένης αίρεσης γυμνή τη κεφαλή, είναι σύμφωνα με τον 15ο Κανόνα της Πρωτοδευτέρας προνόμιο και δικαίωμα αναφαίρετο κληρικού, όχι λαϊκού, και μάλιστα μετ’ επαίνου; Ας το επαναλάβουμε άλλη μία φορά. Δεν πα να το λες και να το εξηγείς και να το αποδεικνύεις; Το βιολί τους αυτοί! Στον θολωμένο κόσμο τους!». Καὶ πάλι ὅμως τὸν ἀναιρεῖ περίτρανα στὸ ἴδιο ἄρθρο ὁ ἀπὸ τὸν ἴδιο ὑμνούμενος «προεξάρχων τῶν ἐξαιρετικῶν προσωπικοτήτων πανεπιστημιακὸς πατρολόγος πρωτοπρεσβύτερος π. Θεόδωρος Ζήσης»:«Νὰ διατρανωθεῖ πρὸς τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἡγεσίες ὅτι σὲ περίπτωση ποὺ ἐξα-κολουθήσουν νὰ συμμετέχουν καὶ νὰ ἐνισχύουν τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, διαχριστιανικοῦ καὶ διαθρησκειακοῦ, ὁ ἐπιβεβλημένος σωτήριος, κανονικὸς καὶ ἁγιοπατερικὸς δρόμος τῶν πιστῶν,κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, εἶναι ἡ ἀκοινωνησία, ἡ διακοπὴ δηλαδὴ τοῦ μνημοσύνου τῶν ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι καθίστανται συνυπεύθυνοι καὶ συγκοινωνοὶ τῆς αἱρέσεως καὶ τῆς πλάνης. Δὲν πρόκειται περὶ σχίσματος, ἀλλὰ περὶ θεαρέστου ὁμολογίας». Βλέπετε κ. Σαραντίδη; Ὁ π. Θεόδωρος μιλάει ὅσον ἀφορᾶ τὴν διακοπὴ μνημοσύνου γιὰἐπιβεβλημένο, σωτήριο κανονικὸ ἁγιοπατερικὸ δρόμο καὶ ὄχι γιὰ «δικαίωμα καὶ προνόμιο», ὅπως λέτε ἐσεῖς, καὶ ὁ ἁγιοπατερικὸς αὐτὸς δρόμος ἀφορᾶ «κληρικοὺς καὶ λαϊκούς». Μένει κανεὶς ἄφωνος μὲ τὴν ἑτεροδιδασκαλία σας. Τὰ θέματα Πίστεως κ. Σαραντίδη ἀποτελοῦν ὕψιστο θέμα σωτηρίας γιὰ ὅλους τοὺς Χριστιανούς, και ὄχι βῆμα ἐπιδείξεως κενῆς ρητορικῆς πολιτικῆς φύσεως. Εἶναι ὕψιστο ἁμάρτημα νὰ παίζει κανεὶς μὲ ψυχές, καὶ μάλιστα ὅταν τοῦ ἔχει ὑποδειχθεῖ τὸ λάθος του.
Στὴν Ὀρθοδοξία ἡ Ἐκκλησία, κ. Σαραντίδη, δὲν εἶναι ἱεροκρατικὴ ἀλλὰ ἱεραρχική. Στὴν Ἐκκλησία οἱ λαϊκοὶ δὲν ἀντικαθιστοῦν τοὺς κληρικούς «ἡμεῖς οἱ λαϊκοὶ δὲν εἴμεθα καὶ κληρικοί» (Τερτυλλιανός, De pudicitia, 7). Ἀν καὶ ὅλοι εἶναι ὡς μέλη λαϊκοί, λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τὴν ποιμαντικὴ θέση καὶ εὐθύνη τῶν κληρικῶν, καθὼς καὶ τὴν τιμὴ ποὺ αὐτὴ ἐπιφέρει καὶ ἐπιβάλλει, ἀλλὰ θεωρεῖ ἐξ ἴσου σημαντικὰ καὶ ἀδιαίρετα μέλη του σώματός Της, τοὺς λαϊκούς. Ὅλοι ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα τοῦ ὁποίου τὰ μέλη ἔχουν φυσικὰ διαφορετικὲς λειτουργίες, ἀλλὰ τὴν ἴδια εὐθύνη ἀπέναντι στὴν Πίστη. Ἐξ ἄλλου ἡ ἀποτείχιση ἀποτελεῖ μέγιστο θέμα Πίστεως καὶ σωτηρίας τοῦ κάθε πιστοῦ, ὅπως ὁμολογεῖ καὶ ὁ π. Θεόδωρος Ζήσης. Ὅλοι ἀποτελοῦν«βασίλειον ἱεράτευμα καὶ ἔθνος ἅγιον καὶ λαὸν εἰς περιποίησιν» (Πέτρου Α΄, 53). Καὶ ὅπως γράφει ὁ Ναυπάκτου Ἱερόθεος: «Στο χωρίο αυτό το «βασίλειον ιεράτευμα» –βασιλικό και ιερατικό χάρισμα– που συνδέεται με το «γένος εκλεκτόν, έθνος άγιον» αναφέρεται στην εν Χριστώ ζωή, της οποίας μετέχουν όλοι οι Χριστιανοί και στις δυνατότητες τις οποίες έχουν να περάσουν από το σκότος «εις το θαυμαστόν αυτού φως... Επομένως, το «βασίλειον ιεράτευμα» είναι η όλη πορεία της αναγεννήσεως του ανθρώπου, Κληρικών και λαϊκών, όπως την ερμηνεύουν οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας» (Το «βασίλειο ιεράτευμα» και η ιερωσύνη. Απάντηση στον κ. Πέτρο Βασιλειάδη και τον π. Βασίλειο Θερμό).
Καὶ μετά, οὐδεὶς γνωρίζει, μόνο ἐσεῖς, κ. Σαραντίδη λέτε τὰ ἑξῆς παντελῶς ἀκατανόητα μέν, τὰ ὁποῖα περιέχουν καὶ πάλι κακόδοξες θέσεις:
«Πόσες φορές ειπώθηκε ότι η κοινωνία με την αίρεση δεν σώζει αλλά οικονομείται πιστός προσωρινά να κοινωνεί με ιερέα αν δεν γίνεται διαφορετικά, που έστω μνημονεύει αιρετίζοντα αλλά μη καθηρημένο από Σύνοδο, εκτελώντας έγκυρα Μυστήρια; Ας το επαναλάβουμε άλλη μία φορά. Και το κερασάκι: Οι δήθεν αποτειχισμένοι φανατικοί από τη μια μεριά κυρίως από τη Θεσσαλονίκη, που πιέζουν για αποτείχιση τους υπόλοιπους από την άλλη, και τους κατηγορούν και τους κατακρίνουν που δεν αποτειχίζονται και που οι θολοπνευματικομπερδεμένοι τους, διαδίδουν στα πνευματικοκαλοπαίδια τους ότι κάποιοι στη Θεσσαλονίκη έχουν ξεφύγει. Αυτοί που δεν είναι σε θέση να δώσουν μια θεολογική ερμηνεία στην έννοια της αποτείχισης. Οι εξυπνάκηδες νανουριστές εκατοντάδων πιστών που ούτε ονόματα δεν είναι σε θέση να καταθέσουν. Για να το εξετάσουμε λογικά τουλάχιστον, αν στέκει αυτό που λέγεται! Εσείς δηλαδή αδελφοί μας χριστιανοί δεν είστε αποτειχισμένοι από την αίρεση αν είστε ορθόδοξοι;Απλά δεν μπορείτε να μη μνημονεύετε αιρετίζοντα αρχιερέα επειδή δεν είστε ιερωμένοι. Τρελαθήκαμε εντελώς; Είναι δυνατόν να δηλώνει κάποιος ορθόδοξος και να μην έχει υπερυψωμένο από της βαπτίσεώς του τείχος προς τις αιρέσεις; Και αν το κατεδαφίσει σώζεται; Από τι δηλαδή λέτε ότι δεν αποτειχίζεστε; Πρέπει να κάνετε καμία δήλωση με χαρτόσημο; Ποιοι σας τα υποβάλλουν αυτά;»
Κ. Σαραντίδη, ἔλεος! Λυπηθεῖτε τὸ ἄμοιρο ποίμνιο. Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ λέτε καὶ κανεὶς νοήμων ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήσει. Δὲν ἔχετε ἀκούσει ἢ διαβάσει ὅτι καὶ οἱ λαϊκοὶ μνημονεύουν; Π.χ. τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ ἱερέας μνημονεύει ὀνόματα στὴν Προσκομιδή, μνημονεύουν καὶ οἱ λαϊκοὶ τοὺς δικούς τους, ζωντανοὺς καὶ πεθαμένους (Ἅγ. Νικόδημος Ἁγιορείτης , Πηδάλιον, σελ. 428, ὑποσημ. 3β ). Μνημονεύουν ἐπίσης στὴ «Μεγάλη Εἴσοδο»∙ στὸ «Ἐξαιρέτως»∙ («καὶ ὧν ἕκαστοςκατὰ διάνοιαν ἔχει»)∙ καὶ στὸ «σῶσον, ὁ Θεός, τὸν λαόν σου» (μετὰ τὴν Θ. Κοινωνία), τότε ποὺ ὁ Χριστὸς παρουσιάζεται στὸ λαὸ κεκαλυμμένως» στὸ Ἅγιο Ποτήριο» ( Ἅγ. Συμεὼν Θεσ/νίκης, σελ. 337). Δὲν ἔχετε καταλάβει ὅτι ὁ ἱερέας στὴν Θεία Λειτουργία χρησιμοποιεῖ α΄ πληθυντικό; Ποιά πατερικὴ πηγή –ἀναφέρετε ἐπιτέλους ἔστω καὶ μία– λέει αὐτὰ τὰ ἀπαράδεκτα, ποὺ λέτε ἐσεῖς;
Ὅσο γιὰ τοὺς καιροὺς αἱρέσεως οἱ Πατέρες δὲν ἐξέταζαν «ἂν δὲν γίνεται διαφορετικὰ» στὸ θέμα τῆς κοινωνίας μὲ τὴν αἵρεση, ἀλλὰ πρόσταζαν τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς.
Γράφουν οἱ Διαταγὲς τῶν Ἀποστόλων: «Ἀκούσατε, οἱ ἐπίσκοποι, καὶ ἀκούσατε, οἱ λαϊκοί, ὥς φησιν ὁ Θεός· «Κρινῶ κριὸν πρὸς κριὸν καὶ πρόβατον πρὸς πρόβατον», καὶ πρὸς τοὺς ποιμένας λέγει· Κριθήσεσθε ἕνεκεν τῆς ἀπειρίας αὑτῶν καὶ τῆς εἰς τὰ πρόβατα διαφθορᾶς, τοῦτ' ἔστιν ἐπίσκοπον πρὸς ἐπίσκοπον κρινῶ καὶ λαϊκὸν πρὸς λαϊκὸν καὶ ἄρχοντα πρὸς ἄρχοντα. Λογικὰ γὰρ τὰ πρόβατα καὶ οἱ κριοὶ οὗτοι, ἀλλ' οὐκ ἄλογα, ἵνα μήποτε εἴπῃ ὁ λαϊκός· ἐγὼ πρόβατόν εἰμι καὶ οὐ ποιμήν.Ὥσπερ δὲ τῷ καλῷ ποιμένι τὸ μὴ ἀκολουθοῦν πρόβατον λύκοις ἔκκειται εἰς διαφθοράν, οὕτως τῷ πονηρῷ ποιμένι τὸ ἀκολουθοῦν πρόδηλον ἔχει τὸν θάνατον, ὅτι κατατρώξεται αὐτό. ∆ιὸ φευκτέον ἀπὸ τῶν φθοροποιῶν ποιμένων» (Διαταγ. Ἀποστ. 2,19).
Ἀκοῦτε κ. Σαραντίδη; «καὶ ἀκούσατε, οἱ λαϊκοί» λένε οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, δίπλα στοὺς ἐπισκόπους, στοὺς κληρικούς, ὄχι ξέχωρα. Μᾶλλον δὲν εἶχαν ἀκόμη διαβάσει τὸ ἄρθρο σας.
Ἀκόμα καὶ φιλολογικὰ νὰ τὸ ἐξετάσετε: Γιὰ ὅσους γνωρίζουν τὴν Ἑλληνικήν θὰ ἔχουν ἐπισημάνει ὅτι οἱ συμβουλές/προσταγὲς τῶν Ἁγίων Πατέρων σὲ θέματα πίστεως καὶ ἀντιμετώπισης τῶν αἱρέσεων δὲν χρησιμοποιοῦν τὶς ἐγκλίσεις ποὺ ἐκφράζουν δυνητισμό, δυνατότητα, ἐπιλογή: τὴν δυνητικὴ εὐκτική (ἂν καὶ αὐτὴ μερικὲς φορὲς ἐκφράζει μία εὐγενικὴ προσταγὴ ἀντὶ προστακτικῆς), τὴν εὐχετικὴ ὁριστικὴ μὲ εἴθε καὶ εἰ γάρ, τὴν προτρεπτικὴ ὑποτακτικὴ μὲ φέρε δή, ἄγε κλπ. Ἀντιθέτως στὰ θέματα αὐτὰ χρησιμοποιοῦν τὴ ἁπλὴ ὁριστική, τὴν προστακτικὴ ἢ τὸ ἄναρθρο ἀπαρέμφατο (κατὰ τὴν ποιητικὴ γλώσσα ἀντὶ προστακτικῆς, τὴν ἀποτρεπτικὴ ὑποτακτικὴ καὶ τὰ ρηματικὰ ἐπίθετα σὲ -τέος (τὸ λατινικὸ Gerundivum) ποὺ σημαίνουν ὅτι πρέπει ἢ εἶναι ἀνάγκη νὰ γίνει αὐτό, ποὺ σημαίνει τὸ ρῆμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχονται καὶ ἀναλύονται σὲ δεῖ (πρέπει) + τὸ παθητικὸ ἀπαρέμφατο τοῦ ρήματος. Δηλ. χρησιμοποιοῦν τὶς ἐγκλίσεις ποὺ καταδεικνύουν ὅτι Δὲν ὑπάρχει καμία περίπτωση δυνητικῆς ἑρμηνείας ἢ οἰκονομίας παρὰ ἐπιλογὴ σωτηρίας ἢ ἀπώλειας.
Καὶ γιὰ νὰ μὴν γινόμαστε σχολαστικοί, ἂς δοῦμε μόνο μὲ δύο τρία παραδείγματα, τί λένε οἱ ἅγ. Πατέρες καὶ εἰδικώτερα ὁ Μ. Βασίλειος τὴν μνήμη τοῦ ὁποίου σήμερα τιμοῦμε καὶ ὁ φίλος του Γρηγόριος ὁ Θεολόγος:
«Τρισκαιδέκατον γάρ ἔτος ἐστίν, ἀφ՚ οὗ ὁ αἱρετικός ἡμῖν πόλεμοςἐπανέστη, καθ՚ ὃν οἱ ἀνατολικοί Ὀρθόδοξοι τά πάνδεινα πάσχουσι διάτό τῆς πονηρᾶς ζύμης Ἀρείου γενέσθαι μή καταδέχεσθαι» (Ἐπιστολή τοῖς Δυτικοῖς 2, PG 32, 901).
«Κεφάλαιον δέ τοῦ κακοῦ οἱ λαοί, τοὺς τῶν προσευχῶν καταλιπόντες οἴκους ἐν ταῖς ἐρήμοις συνάγονται θέαμα ἐλεεινόν, γυναῖκες καὶ παιδία καί γέροντες καὶ οἱ ἄλλως ἀσθενεῖς ἐν ὄμβροις λαβροτάτοις καὶ νιφετοῖς καί ἀνέμοις καὶ παγετῷ τοῦ χειμῶνος, ὁμοίως δὲ καὶ ἐν θέρει ὑπὸ τὴν φλόγα τὴν τοῦ ἡλίου, ἐν τῷ ὑπαίθρῳ ταλαιπωροῦντες. Καὶ ταῦτα πάσχουσι διὰ τὸ τῆς πονηρᾶς ζύμης Ἀρείου γενέσθαι μὴ καταδέχεσθαι» (Μ. Βασιλείου ἐπιστ. 242, Τοῖς Δυτικοῖς, ΕΠΕ 2, 28). Καὶ ἀλλοῦ: «ἐβεβηλώθη τὰ ἅγια, φεύγουσι τοὺς εὐκτηρίους οἴκους οἱ ὑγιαίνοντες τῶν λαῶν ὡς ἀσεβείας διδασκαλεῖα, κατὰ δὲ τὰς ἐρημίας πρὸς τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς Δεσπότην μετὰ στεναγμῶν καὶ δακρύων τάς χεῖρας αἴρουσιν...» (Μ. Βασιλείου, ἐπιστ. 92, Πρός Ἰταλούς καί Γάλλους Ἐπισκόπους, ΕΠΕ 3, 86).
«Οἶκοι εὐκτήριοι ἔρημοι τῶν ἐκκλησιαζόντων, αἱ ἐρημίαι πλήρεις τῶν ὀδυρομένων. Οἱ πρεσβύτεροι ὀδύρονται, τὰ παλαιά συγκρίνοντες τοῖς παροῦσιν· οἱ νέοι ἐλεεινότεροι, μή εἰδότες οἵων ἐστέρηνται. Ταῦτα ἱκανά μὲν κινῆσαι εἰς συμπάθειαν τοὺς τὴν Χριστοῦ ἀγάπην πεπαιδευμένους, συγκρινόμενος δὲ τῇ ἀληθείᾳ τῶν πραγμάτων ὁ λόγος ἀξίας πολὺ τῆς αὐτῶν ἀπολείπεται» (Μ. Βασιλείου, Τοῖς ἁγιωτάτοις ἀδελφοῖς καί ἐπισκόποις τοῖς ἐν τῇ Δύσει, ΕΠΕ 2, 20).
Καὶ ὁ ἅγ. Γρηγόριος, φίλος τοῦ Μ. Βασιλείου, ἐπαινεῖ μὲ τὰ ὀμορφότερα λόγια τὴν στάση τοῦ ποιμνίου ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας (Λόγος μβ΄. Συντακτήριος εἰς τὴν τῶν ρν ἐπισκόπων παρουσίαν, PG 36 σελ. 457–492):
«Τοῦτο τὸ ποίμνιον ἦν, ὅτε μικρόν τε καὶ ἀτελὲς ἦν, ὅσον ἐπὶ τοῖς ὁρωμένοις, καὶ οὐδὲ ποίμνιον, ἀλλὰ ποίμνης τι μικρὸν ἴχνος, ἢ λείψανον, ἀσύντακτον, καὶ ἀνεπίσκοπον, καὶ ἀόριστον, μήτε νομὴν ἐλευθέραν ἔχον, μήτε μάνδρᾳ περιεχόμενον, πλανώμενον ἐν ὄρεσι, καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς, ἄλλο ἀλλαχοῦ διεσπαρμένον τε καὶ διεῤῥιμμένον, ὡς ἕκαστον ἔτυχε σκεπόμενον, ἢ νεμόμενον, καὶ διακλέπτον ἀγαπητικῶς τὴν ἑαυτοῦ σωτηρίαν (σσ. ἐδῶ φαίνεται καὶ ἡ ἀποτείχιση τοῦ ποιμνίου δηλ. ἡ ἄρνησή του νὰ κοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ ἡ προτίμησή του νὰ ὑποφέρει παρὰ νὰ προδώσει τὴν πίστη του)... Τῷ ὄντι γὰρ καὶ ἡμεῖς ἐξώσθημεν καὶ ἀπεῤῥίφημεν, καὶ ἐπὶ πᾶν ὄρος καὶ βουνὸν διεσπάρημεν, ὡς ἐν ἐρημίᾳ ποιμένος· καὶ πονηρός τις χειμὼν κατέσχε τὴν Ἐκκλησίαν, καὶ δεινοὶ θῆρες ἐπιπεπτώκασιν, οἱ μηδὲ νῦν μετὰ τὴν αἰθρίαν ἡμῶν φειδόμενοι».
Γράφει ὁ ἱερὸς Δοσίθεος γιὰ τὴν κατάσταση τῶν πιστῶν στὴν Κων/πολη ἐπὶ Μ. Γρηγορίου (βλ. σελ. 26): «ἐπειδὴ οὐκ εῖχον οἱ ὀρθόδοξοι κἂν μίαν Ἐκκλησίαν (σ.σ. ἦταν ὅλες τῶν ἀρειανῶν), αὐτὸς (ὁ Γρηγόριος)μετέφερεν οἰκίαν τινά εἰς εὐκτήριον, ὃν ὠνόμασε Ἀναστασίαν… Ὅσους δε κόπους καὶ ἀγῶνας ἐποίησε διὰ τὴν εὐσέβειάν τις ἱκανὸς αὐτὸς εἰπεῖν ἢ γράψαι; Ἀρκεῖ ὁ κοινὸς ἀδόμενος λόγος, ὅτι χιλίας Ἐκκλησίας ηὗρεν Ἀρειανῶν, καὶ μήτε μίαν Ὁρθόδοξον, καὶ μετὰ τὴν παραίτησιν αὐτοῦ (τὸ 381) ἦσαν χίλιαι καὶ μία τῶν Χριστιανῶν, καὶ οὐδεμία τῶν Ἀρειανῶν.(Δωδεκάβιβλος, βιβλίο γ΄, κεφ. β’, σελ. 15).
Ὑποφέρουμε ἐμεῖς χειρότερα, κ. Σαραντίδη, ἀπὸ τοὺς τότε πιστούς; Πρέπει νὰ καταφύγουμε σὲ σπηλιαῖς καὶ ὄρη; Ἔχουμε μόνο ἕναν ναό, ὅπως αὐτοὶ τῆς ἁγ. Ἀναστασίας; Καὶ ὅμως ποὺ βλέπετε ἐσεῖς στοὺς Ἁγίους τὴν ἔκφραση «αλλά οικονομείται πιστός προσωρινά να κοινωνεί με ιερέα αν δεν γίνεται διαφορετικά, που έστω μνημονεύει αιρετίζοντα αλλά μη καθηρημένο από Σύνοδο»; Καὶ ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἅγ. Δοσίθεος μόνο μὲ τὴν σθεναρὴ στάση τῆς ἀποτειχίσεως οἱ αἱρετικοὶ στὸ τέλος, ἄν εὐλογήσει ὁ Θεός, δὲν θὰ ἔχουν κανένα ναό.
Θὰ τελειώσω μὲ τὴν εὐχή σας «Θα ελπίσω μόνο στη νέα αρίθμηση του έτους να μπει χειρόφρενο σε συμπεριφορές και πράξεις που μας κατακερματίζουν» καὶ ὄχι μόνο μᾶς κατακερματίζουν, ἀλλὰ μὲ τὰ φληναφήματά τους μᾶς συγχύζουν.
Χρόνια πολλὰ καὶ καλὴ μετάνοια γιὰ ὅλους μας
Ἀδαμάντιος Τσακίρογλου