Επίσκοπος Αυγουστίνος Καντιώτης, Πονηροί και γόητες
«Πονηροὶ δὲ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι»
Κυριακὴ Τελώνου & Φαρισαίου (Β΄ Τιμ. 3,10-15)
ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ πρώτη Κυριακὴ τοῦ Τριῳδίου καὶ ὁ ἀπόστολος περιέχει δύο προφητεῖες τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ἡ μία λέει, ὅτι ὅσοι θέλουν νὰ ζήσουν «εὐσεβῶς» θὰ διωχθοῦν. Ἡ ἄλλη λέει, ὅτι ἀντιθέτως ὅσοι εἶνε «πονηροὶ ἄνθρωποι» καὶ ἀπατεῶνες, αὐτοὶ θὰ προκόψουν (Β΄ Τιμ. 3,12-13). Θὰ προκόψουν λοιπὸν οἱ πονηροί; Μυστήρια πράγματα! Ἐπάνω στὴν δευτέρα αὐτὴ προφητεία θὰ σᾶς πῶ λίγα λόγια, γιὰ νὰ δοῦμε ποιοί εἶνε αὐτοὶ οἱ «πονηροί» καὶ ποιά ἡ προκοπή τους.
* * *
Ποιοί εἶνε οἱ «πονηροί»; Πονηρὸς εἶνε ὁ ἀντίθετος χαρακτήρας τοῦ ἁπλοῦ. Ὁ ἁπλὸς καὶ εἰλικρινὴς ἔχει στὰ χείλη ὅ,τι ἔχει καὶ στὴν καρδιά· ἔχει ὡς δόγμα «τὸ ναὶ ναί» καὶ τὸ «οὒ οὔ» (Ματθ. 5,37)· λέει «τὰ σῦκα σῦκα καὶ τὴ σκάφη σκάφη», τὴν ἡμέρα ἡμέρα καὶ τὴ νύχτα νύχτα. Ἀντιθέτως ὁ πονηρὸς ἄλλα ἔχει στὴν καρδιὰ καὶ ἄλλα ἐκφράζει, ἄλλο εἶνε καὶ ἄλλο φαίνεται. Ὁ πονηρὸς εἶνε πηγάδι βαθὺ ποὺ δὲν ξέρεις τί ἔχει στὸ βυθό του· εἶνε ποτάμι θολὸ καὶ θάλασσα μὲ ὑφάλους. Κρύβει τὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς κακίες του, καὶ παρουσιάζει μιὰ ψεύτικη ἀρετή. Ὁ πονηρὸς εἶνε ὑποκριτὴς ὅπως ὁ φαρισαῖος τοῦ εὐαγγελίου (βλ. Λουκ. 18,10-14), ποὺ θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ἅγιο. Ὁ πονηρὸς εἶνε δίγλωσσος· δὲν ἔχει ἕνα πρόσωπο ἀλλὰ πολλὰ προσωπεῖα. Τώρα τὴν περίοδο τοῦ Τριῳδίου κακῶς, κάκιστα, μερικοὶ κρύβουν τὸ πρόσωπό τους· τὸ βάφουν, τὸ μουτζουρώνουν, φοροῦν μάσκες. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ φοροῦν μάσκα μιὰ φορὰ τὸ χρόνο, ἐνῷ ὁ πονηρὸς ὅλο τὸ χρόνο μασκαρεύεται. Ἔχει πολλὲς μάσκες, παρουσιάζεται μὲ πολλὰ προσωπεῖα. Μοιάζει σὰν ἕνα ἑρπετὸ ποὺ ὀνομάζεται χαμαιλέων. Αὐτὸ ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ ἀλλάζῃ χρώματα. Χαμαιλέων λοιπὸν εἶνε καὶ ὁ πονηρός. Σὲ κύκλο θρησκευτικῶν ἀνθρώπων θὰ κάνῃ τὸ θρῆσκο, σὲ κύκλο πατριωτῶν θὰ κάνῃ τὸν πατριώτη, σὲ κύκλο μοντέρνων θὰ κάνῃ τὸ μοντέρνο, σὲ κύκλο συντηρητικῶν θὰ κάνῃ τὸ συντηρητικό. Ἀλλάζει χρώματα· μόνο λευκὸς δὲν εἶνε, μόνο τὴν ἁπλότητα καὶ ἀθῳότητα δὲν ἔχει. Ὁ πονηρὸς μοιάζει καὶ μὲ τὴν ἀλεποῦ. Πόσα τεχνάσματα δὲ᾿ μεταχειρίζεται ἡ ἀλεποῦ γιὰ νὰ παγιδεύσῃ τὰ θύματά της! Πολλὲς φορὲς ξαπλώνεται κατὰ γῆς καὶ κάνει τὴν ψόφια, γιὰ νὰ ἐξαπατήσῃ τὰ ἀνόητα ὀρνίθια νὰ τὴν πλησιάσουν. Ἔτσι κι ὁ πονηρός. Ἐκμεταλλεύεται τὰ πάντα. Παρουσιάζεται ὡς φίλος καὶ σύμφωνος πρὸς ὅλες τὶς ἰδιοτροπίες τοῦ ἄλλου, μὲ σκοπὸ ν᾿ ἀποκτήσῃ τὴν ἀγάπη καὶ εὔνοιά του, γιὰ νὰ ἐπιδιώξῃ ἀτομικά του συμφέροντα.
Θέλετε μερικὰ παραδείγματα τῆς Γραφῆς; «Ἀλώπεκα», ἀλεποῦ, ὠνόμασε ὁ Χριστὸς – ποιόν; Τὸ βασιλιᾶ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, τὸν Ἡρῴδη· «Επατε τῇ ἀλώπεκι ταύτῃ…», πέστε σ᾿ αὐτὴ τὴν ἀλεποῦ… (Λουκ. 13,32). Πονηρὸς καὶ ὁ Κάϊν, ποὺ ἐπροσποιεῖτο ὅτι ἀγαπᾷ τὸν ἀδερφό του τὸν Ἄβελ καὶ τὸν ἐφόνευσε στὴν πεδιάδα. Πονηροὶ – πονηρότατοι τὰ ἀδέρφια τοῦ Ἰωσήφ· ἐνῷ αὐτὸς τοὺς ἀγαποῦσε, αὐτοὶ τὸν ἔρριξαν στὸ πηγάδι. Πονηρὸς καὶ ὁ Σαοὺλ ἀπέναντι στὸ Δαυΐδ. Πονηροτάτη ἦτο ἡ Ἰεζάβελ ἀπέναντι στὸν προφήτη Ἠλία. Πονηρὸς καὶ ὁ Ἀμάν, ποὺ ἤθελε νὰ κρεμάσῃ τὸ Μαρδοχαῖο (βλ. Ἐσθ. 7,6). Ἀλλὰ ὁ πιὸ πονηρὸς καὶ «δόλιος» ―ἔτσι τὸν λέει ἡ Ἐκκλησία τὴ Μεγάλη Τετάρτη― ἦτο ὁ Ἰούδας· παρίστανε τὸ μαθητή, ἀλλ᾿ ἐπρόδωσε τὸν Διδάσκαλό του.
Ἀλλὰ τὸν πονηρὸ ἄνθρωπο, ἀδελφοί μου, τὸν ἔχουμε κάθε μέρα μπροστά μας μέσα στὴν κοινωνικὴ ζωή. Σπάνιο πρᾶγμα νὰ βρῇς ἄνθρωπο ἁπλό. Μόνο ἂν ἀνεβῇς στὰ βουνὰ καὶ συναντήσῃς κανένα χωρικὸ ἢ τσοπάνο. Πλήρης πονηρίας ὁ κόσμος. Ἀναφέρω ἕνα – δύο παραδείγματα. Σ᾿ ἕνα σπίτι ὑπάρχει κοπέλλα μὲ προῖκα. Ἂν χτυπήσῃ τὴν πόρτα τους κανένα εὐλογημένο φτωχαδάκι, θὰ τὸν διώξουνε· ἂν ὅμως τοὺς χτυπήσῃ κάποιος ποὺ δὲ᾿ γνωρίζει τί θὰ πῇ ἐργασία, ἀλλὰ ντυμένος μὲ τὴν τελευταία λέξι τῆς μόδας μιλάει γλῶσσες κ.τ.λ., τότε ἡ πόρτα ἀνοίγει διάπλατα. Τὸν δέχονται ὡς ἄγγελο καὶ πρίγκιπα, ποὺ ἦρθε γιὰ νὰ τοὺς κάνῃ τάχατες καλό. Ἀλλὰ μόλις στεφανωθῇ καὶ πάρῃ τὸ οἰκόπεδο ἢ τὸ διαμέρισμα ἢ τὴν πολυκατοικία ἢ τὶς λίρες, ὁ ὑποψήφιος γαμπρὸς ἀποδεικνύεται πονηρὸς ἀπατεών. Ἀλλ᾿ ὑπάρχει καὶ πονηρὴ ὑποψηφία νύφη. Πόσα μέσα καὶ τί τρόπους δὲν μηχανεύεται, γιὰ νὰ μπλέξῃ στὰ δίχτυα της καὶ νὰ τυλίξῃ τὸν ἀφελῆ νέο! Ἐξωτερικῶς φαίνεται κούκλα· λίγες μέρες ὅμως μετὰ τὸ γάμο ὁ νέος εἶνε μελαγχολικὸς καὶ ἀπελπισμένος.
Τὴν πονηρία συναντοῦμε καὶ στὴ δημοσία ζωή, στὴν πολιτική. Ὑπάρχει ὁ πονηρὸς ὑποψήφιος πολιτευτής. Τὸν εδατε; Τὶς παραμονὲς τῶν ἐκλογῶν, ἀπὸ τὰ μπαλκόνια, συνεχῶς ὑπόσχεται· Θὰ κάνω τοῦτο, θὰ κάνω ἐκεῖνο… Μετά, ὅταν κατορθώσῃ ν᾿ ἀνέβῃ στὸ ἀξίωμα, ὅλα αὐτὰ τὰ «θὰ» τὰ λησμονεῖ. Ἀλλὰ τὸ ζενὶθ ―ἢ μᾶλλον τὸ ναδὶρ― τῆς ἀνθρωπίνης πονηρίας εἶνε στὴ δαιμονικὴ ἐκείνη τέχνη ποὺ λέγεται διπλωματία. Ἡ διπλωματία δὲν εἶνε τίποτε ἄλλο παρὰ μία σχολή, ὅπου οἱ ἐκπαιδευόμενοι μαθαίνουν νὰ κρύβουν τὰ καταχθόνια σχέδιά τους. Ἐπιφανειακῶς οἱ πρεσβευταὶ τῶν μεγάλων κρατῶν εἶνε εὐγενέστατοι, στὰ βάθη τους εἶνε θηρία. Ἀλλ᾿ ἐγὼ προτιμῶ ἕνα τσοπάνο τοῦ χωριοῦ μου, ποὺ τὸ ναὶ ποὺ λέει εἶνε ναὶ καὶ τὸ ὄχι ὄχι. Οἱ διπλωμάται ἔχουν ἀναγάγει τὸ ψέμα σὲ ἐπιστήμη. Ἡ διπλωματία συχνὰ γίνεται πηγὴ κακοῦ στὴν ἀνθρωπότητα.
Τέλος ἔχουμε τὴν πονηρία τῶν αἱρετικῶν. Ὁ χιλιαστὴς λ.χ. ἔχει στὰ χείλη τὴ λέξι Χριστός. Ὅλο περὶ Χριστοῦ μιλάει· μέσ᾿ στὴν καρδιά του ὅμως κάθεται διπλοπόδι ὁ διάβολος. Τὰ χείλη του στάζουν μέλι, ἀλλὰ μέσα ἡ καρδιά του ἔχει δηλητήριο. Οἱ χιλιασταὶ εἶνε πονηρότατοι. Ἁπλώνουν τὰ δίχτυα τους καὶ ἀγρεύουν ἀνίδεους.
* * *
―Ναί, θὰ πῇς. Ἀλλὰ ἐγὼ βλέπω τὴν προκοπὴ τῶν πονηρῶν. Τί νὰ τὴν κάνω τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν τιμιότητα; Βλέπεις ἕνα ποὺ ποτέ του δὲ᾿ στρώθηκε στὸ θρανίο, καὶ παίρνει τὴν πλουσιώτερη κόρη. Βλέπεις κ᾿ ἐκείνην μὲ τὰ βαμμένα της νύχια, ποὺ ποτέ της δὲν ἔπιασε νὰ σκουπίσῃ ἢ νὰ καθαρίσῃ ἢ νὰ πλύνῃ πιάτα, καὶ παίρνει τὸν καλύτερο νέο. Ἄλλος ξεκίνησε ἄσημος ἀπ᾿ τὸ χωριό του, καὶ τώρα μὲ ἀπάτες καὶ ἀδικίες, κλοπές, πλαστογραφίες, φοροδιαφυγὲς κι ἄλλα τέτοια μέσα, ἔχει ἀνοίξει καταστήματα στὸ κέντρο τῆς πρωτευούσης. Ἄλλος πάλι μὲ κολακεῖες κατώρθωσε ν᾿ ἀνέβῃ στὰ ὕψιστα ἐκκλησιαστικὰ ἢ πολιτικὰ ἀξιώματα. Δὲν τὰ βλέπεις λοιπὸν ὅλ᾿ αὐτά;
Τὰ βλέπω, ἀδελφοί μου. Ἀλλὰ γιά προσέξτε τί λέει ὁ ἀπόστολος σήμερα· Θὰ προκόψουν, ναί· ἀλλὰ «ἐπὶ τὸ χεῖρον» (Β΄ Τιμ. 3,13). Θὰ παρουσιάσουν δηλαδὴ μία πρόοδο, ἀλλ᾿ ὄχι πρὸς τὸ καλό. Θὰ προκόψουν πρὸς τὸ κακό. Ἔχει δηλαδὴ κι ἄλλη ὄψι τὸ πρᾶγμα, σὰν τὸ ὕφασμα. «Μηδένα πρὸ τοῦ τέλους μακάριζε», ὅπως ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι. Ἄσ᾿ τους. Ἂς φαίνεται τώρα ὅτι προοδεύουν. Ἐκεῖ ποὺ ὁ οὐρανὸς εἶνε πεντακάθαρος, ξαφνικὰ θὰ πέσῃ ἀστροπελέκι. Αὐτοὶ ποὺ φαίνεται τώρα ὅτι εὐημεροῦν, θὰ ἔρθῃ στιγμὴ ποὺ θὰ τιμωρηθοῦν.
Ποῦ κατέληξε ὁ Ἰούδας; κρεμάστηκε. Ὁ Κάϊν μετὰ τὸ φόνο ἄκουσε ἀπὸ τὸ Θεό· Κάϊν, «στένων καὶ τρέμων ἔσῃ ἐπὶ τῆς γῆς» (Γέν. 4,12), θὰ τρέμῃς σὰν τὸ φύλλο. Ἐκεῖνοι ποὺ ὑπερηφανεύονται γιὰ τὶς θέσεις καὶ τὴν ἐξουσία τους, ἔρχεται στιγμὴ ποὺ πέφτουν. Διαβάστε τὴν ἱερὰ ἱστορία, διαβάστε καὶ τὴν παγκόσμιο ἱστορία, ῥίξτε ἕνα βλέμμα καὶ στὴν κοινωνία, καὶ θὰ βεβαιωθῆτε. Ἔχετε ὑπομονή, καὶ θὰ δῆτε ὅτι τὸ τέλος τῶν πονηρῶν εἶνε ἄθλιο.
Ὄχι, ἀδελφοί μου! Κι ἂν ἀκόμα ὁ διάβολος μᾶς στρώσῃ τὴ γῆ μὲ χρυσάφι, κι ἂν μᾶς δώσῃ ὅλο τὸν κόσμο, ποτέ ἐμεῖς νὰ μὴ συνθηκολογήσουμε μαζί του. Νὰ μείνουμε σταθεροὶ καὶ ἀκλόνητοι. «Στῶμεν καλῶς». Ἐσύ, κοπέλλα μου, μὴ βλέπεις τὴν ξετσίπωτη γυναῖκα. Κ᾿ ἐσύ, νέε μου, μὴ βλέπεις τὸν ἀλήτη ποὺ προοδεύει. Κ᾿ ἐσύ, ὁ ἐργατικός, μὴ βλέπεις τὸν τεμπέλη ποὺ ἀνεβαίνει στὰ ἀξιώματα. Ὄχι, παιδί μου· προτιμότερο νὰ εἶσαι στρατιώτης καὶ δεκανέας τίμιος, παρὰ στρατηγὸς ἄτιμος· προτιμότερο νεωκόρος εὐσεβὴς παρὰ πατριάρχης ἀσεβής· προτιμότερο φτωχὸς μὲ τὸ Χριστό, παρὰ πλούσιος μὲ τὸ διάβολο. Προτιμότερο νὰ ζήσῃς μὲ φτώχεια, τιμιότητα καὶ εὐσέβεια στὸν κόσμο αὐτόν, ἀλλὰ μὲ τὸ μέτωπο καθαρό, παρὰ νὰ εἶσαι δόλιος καὶ ὑποκριτής. Διότι «πονηροὶ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσι ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι». Ἀλλὰ «οἱ πονηρευόμενοι ἐξολοθρευθήσονται» (Ψαλμ. 36,9).
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἱ. ναὸ τῶν Ἀθηνῶν τὴν 14-2-1965.