Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

Η ΕΠΙΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ, ΑΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Η ΕΠΙΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ, ΑΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

11-3-2012

Εισήγησις του κ. Κωνσταντίνου Γ. Καρακατσάνη,
Καθηγητού Πυρηνικής Ιατρικής Α.Π.Θ.,
στην ημερίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Γλυφάδας, την 11-3-2012

Η πρώτη μεταμόσχευση καρδίας πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του έτους 1967, στην Νοτιο-Αφρικανική Ένωση, υπό του Christian Barnard. Το γεγονός αυτό απετέλεσε πιθανώς αφορμή για τον καθορισμό ενός νέου κριτηρίου θανάτου, το οποίο εβασίζετο όχι στην μη αναστρέψιμη απώλεια της αναπνευστικής και καρδιακής λειτουργίας, αλλά στη θεωρούμενη απώλεια όλων των λειτουργιών ολοκλήρου του εγκεφάλου. Τοιουτοτρόπως, συνεστήθη το αμέσως επόμενο έτος, 1968, η Ad Hoc Επιτροπή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ (Harvard) (ΕΧ, στο εξής), η οποία καθόρισε ότι η διάγνωση του «μη αναστρεψίμου κώματος» είναι ταυτόσημη με τον «εγκεφαλικό θάνατο» («εθ», στο εξής) και ο τελευταίος ταυτόσημος με τον θάνατο του ανθρώπου.

Σημαντική είναι κατ’ αρχήν, η επισήμανση ότι η ΕΧ, προκειμένου να περιγράψει το νέο κριτήριο θανάτου, εχρησιμοποίησε τον όρο «κώμα», ο οποίος ως γνωστόν χρησιμοποιείται για ζώντες και όχι για πτώματα! Εντύπωση, επίσης, προκαλεί το γεγονός ότι η ΕΧ αιτιολογεί με περισσή ειλικρίνεια τους λόγους, οι οποίοι την ώθησαν στην καθιέρωση του νέου (νευρολογικού) κριτηρίου του θανάτου· οι λόγοι αυτοί ήταν: α) η «ανακούφιση» των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας από τους βαρύτατα πάσχοντες αυτούς ασθενείς για τους οποίους δεν υπήρχε προοπτική αποκατάστασης και β) η μη ύπαρξη αντιρρήσεων για λήψη ζωτικών οργάνων για μεταμοσχεύσεις από τους ασθενείς αυτούς. Περαιτέρω, ο Πρόεδρος της ΕΧ, καθηγητής Henry Beecher, υπεστήριζε ότι ο θάνατος είναι υποκειμενική έννοια (!), η οποία είναι δυνατόν να υφίσταται αλλαγή από την κοινωνία!
Για την διάγνωση του «εθ» - και κατ’ επέκταση για τη διάγνωση του θανάτου του ανθρώπου – ετέθη ως προϋπόθεση είτε η ύπαρξη «θανάτου (μόνον) του εγκεφαλικού στελέχους» (Αγγλική Σχολή) είτε η ύπαρξη «θανάτου ολοκλήρου του εγκεφάλου» (Αμερικανική Σχολή). Συμφώνως με σχετική απόφαση του έτους 1985 του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.) της χώρας μας, ο θάνατος ορίζεται σύμφωνα με την ανωτέρω προϋπόθεση της Αγγλικής Σχολής.
Συμφώνως με την Αμερικανική Νευρολογική Ακαδημία (ΑΝΑ, στο εξής), ο «εθ» διαγιγνώσκεται όταν υπάρχει: α) απνοϊκό κώμα γνωστής αιτιολογίας (χωρίς την ύπαρξη καταστάσεων, οι οποίες είναι δυνατόν να επιπλέξουν την διάγνωση), β) απουσία ορισμένων αντανακλαστικών του εγκεφαλικού στελέχους –με σπουδαιότερο εύρημα την απουσία του αντανακλαστικού της αυτόματης αναπνοής– γ) απουσία κινητικών αποκρίσεων –ενώ είναι δυνατόν να παραμένουν νωτιαία αντανακλαστικά – και δ) επανεκτίμηση μετά ορισμένο χρονικό διάστημα.

Ασυνέπειες και αντιφάσεις σχετικώς με τον «εγκεφαλικό θάνατο»
Εάν κάποιος μελετήσει προσεκτικά τα διάφορα δημοσιεύματα του αντιπροσώπου της ΑΝΑ, διαπιστώνει ευκόλως την ύπαρξη αντιφάσεων στην προσπάθεια του να ερμηνεύσει κλινικά ευρήματα παρατηρούμενα επί «εν» ασθενών, τα οποία, όμως, είναι ασύμβατα με απώλεια όλων των νευρολογικών λειτουργιών ολοκλήρου του εγκεφάλου. Τοιουτοτρόπως, έχουν παρατηρηθή τα κάτωθι σε «εν» ασθενείς:
1. Σε σημαντικό ποσοστό (περί το 20 %) έχει καταγραφή ύπαρξη πραγματικής ηλεκτρο-εγκεφαλικής δραστηριότητος, η οποία, μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις προσομοίαζε με εκείνη του φυσιολογικού ύπνου.
2. Έχει συνεχισθή η εγκυμοσύνη «εν» εγκύων σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας μέχρι 107 (εκατόν επτά) ημέρες και η γέννηση φυσιολογικών νεογνών με καισαρική τομή.
3. Στο 49 % των χωρών του κόσμου η βασική για τη διάγνωση του «εθ» δοκιμασία της απνοίας εκτελείται πλημμελώς. Περαιτέρω – όπερ και το σπουδαιότερο – η εν λόγω δοκιμασία έχει χαρακτηρισθή «επιβλαβής και ανήθικη», διότι είναι δυνατόν να επιδεινώσει περαιτέρω την ήδη βαρεία κατάσταση του εγκεφάλου του ασθενούς.
4. Σε μεγάλο παιδιατρικό Νοσοκομείο των Η.Π.Α η διάγνωση του «εθ» ήταν εσφαλμένη στο 22 % των εξετασθέντων παιδιών. Σημειωτέον ότι οι γονείς των παιδιών αυτών είχαν ήδη δώσει την αιτηθείσα συγκατάθεσή τους, να δωρίσουν, δηλαδή, τα όργανα των παιδιών τους, η οποία (δωρεά) φυσικά δεν πραγματοποιήθηκε μετά την ορθή διάγνωση.
5. Σε «εν» ασθενείς έχουν σπανιότερα παρατηρηθή αντανακλαστικά του εγκεφαλικού στελέχους, όπως το στοματικό και του μασητήρος· περαιτέρω, συχνό φαινόμενο κατά τη λήψη οργάνων από «εν» ασθενείς είναι η εμφάνιση δακρύρροιας, λειτουργία η οποία ελέγχεται από πυρήνα, ο οποίος εντοπίζεται στον προμήκη μυελό (κατώτερο τμήμα του – υποτιθεμένου νεκρού – εγκεφαλικού στελέχους).
6. Ως γνωστόν, σε «εν» ασθενείς παρατηρούνται με μεγάλη συχνότητα κινήσεις, προκλητές ή αυτόματες· το γεγονός αυτό ακυρώνει τη διάγνωση του «εθ» σύμφωνα με τα κριτήρια της Επιτροπής του Harvard, αλλά και εκείνων της Minnesota. Ο εκπρόσωπος της ΑΝΑ, όμως, χαρακτηρίζει τις κινήσεις αυτές ως «νωτιαία αντανακλαστικά» και τις θεωρεί συμβατές με τη διάγνωση του «εθ». Οπωσδήποτε, η τελευταία αυτή θεώρηση, εκτός του γεγονότος ότι ευρίσκεται σε αντίθεση με τα κριτήρια της Επιτροπής του Harvard – αλλά και εκείνων της Minnesota – δεν είναι δυνατόν να ισχύει και για τον ακόλουθο λόγο: κατά την πρώϊμη φάση της νωτιαίας καταπληξίας (νωτιαίο shock) στον άνθρωπο δεν είναι δυνατόν να εκλύεται οποιοδήποτε αντανακλαστικό ούτε να πραγματοποιείται οποιαδήποτε κίνηση· περαιτέρω, ουδέποτε έχουν παρατηρηθή «αντανακλαστικοί αυτοματισμοί» σε ασθενείς με τραυματικές βλάβες κατά την ανώτερη μοίρα του νωτιαίου μυελού.
7. Σε πρόσφατο δημοσίευμα του εκπροσώπου της ΑΝΑ αναγράφεται ότι στο (θεωρούμενο «νεκρό») στέλεχος του εγκεφάλου, επί «εν» ασθενών – οι οποίοι επέζησαν μέχρι 36 ώρες από τη διάγνωση του «εθ» - παρετηρήθησαν μέτριες-σοβαρές ισχαιμικές αλλοιώσεις στους νευρώνες σε ποσοστό ~40 % · στο υπόλοιπο 60 % των μελετηθέντων «εν» ασθενών το ποσοστό των ισχαιμικών αλλοιώσεων των νευρώνων του εγκεφαλικού στελέχους ήταν ήπιες.
8. Εξαιρετικώς σοβαρή είναι η πρόσφατη διαβεβαίωση του ανωτέρω εκπροσώπου της ΑΝΑ και θερμού υποστηρικτού του «εθ» ότι δεν υπάρχει επαρκής μαρτυρία προκειμένου να τεκμηριωθή ότι οι νευρολογικές λειτουργίες έχουν οριστικώς απολεσθή σε ασθενείς, οι οποίοι έχουν χαρακτηρισθή ως «εν»! Όπως είναι ευνόητο, η αποδοχή του γεγονότος αυτού ακυρώνει τη διάγνωση του «εθ», με οποιαδήποτε κριτήρια και εάν ήθελε αυτός (ο «εθ») διαγνωσθή!!!
9. Στους «εν» ασθενείς διατηρείται η καρδιακή λειτουργία (μερικές φορές με κατάλληλη φαρμακευτική υποστήριξη), γίνεται η ανταλλαγή των αναπνευστικών αερίων στους πνεύμονες (με κατάλληλο μηχανικό αερισμό), διατηρείται η νεφρική και η ηπατική λειτουργία και επιτυγχάνεται κατά το μάλλον η διατήρηση σταθερού του «εσωτερικού περιβάλλοντος» του οργανισμού, διατηρείται η λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, επιτυγχάνεται επούλωση τραυμάτων, διατηρούνται διάφορες ενδοκρινικές λειτουργίες κ.α.
Περαιτέρω, πολύ αξιοπρόσεκτα, όσον αφορά στις ασυνέπειες του «εθ», είναι και τα ακόλουθα:
1. Δεδομένου ότι το περιεχόμενο της συνειδήσεως δεν είναι δυνατόν να ελεγχθή με οποιαδήποτε ιατρική μέθοδο, δεν είναι δυνατόν να υποστηριχθήότι αυτό έχει απωλεσθή στους «εν» ασθενείς· αντίθετα, υπάρχουν έμμεσες μαρτυρίες ότι το περιεχόμενο της συνειδήσεως δεν απόλλυται.
2. Το Εθνικό Συμβούλιο Βιοηθικής του Προέδρου των Η.Π.Α. σε πρόσφατο (Δεκέμβριος 2008) εκτενέστατο δημοσίευμά του εχαρακτήρισε την ταύτιση του «εθ» με τον «θάνατο του εγκεφαλικού στελέχους» ως «εννοιολογικώς ύποπτη και κλινικώς επικίνδυνη». Περαιτέρω, το ίδιο Συμβούλιο, κατήργησε τον όρο «εθ» και τον αντικατέστησε από τον όρο «ολική ανεπάρκεια των λειτουργιών του εγκεφάλου», αναιρούν ταυτοχρόνως την βασική επιχειρηματολογία του νευρολογικού κριτηρίου του «εθ».
3. Ο David Evans, πρώην Consultant στο Εθνικό Νοσοκομείο του Ηνωμένου Βασιλείου για τις μεταμοσχεύσεις καρδίας και πνευμόνων – Papworth στο Cambridge – γράφει ότι συνιστά απάτη η ταύτιση του θανάτου του ανθρώπου με τον «εθ»·τον ίδιο βαρύτατο χαρακτηρισμό – της εξαπατήσεως δηλαδή του κοινού – υπαινίσσεται σαφώς σε πρόσφατο (2009) σχετικό άρθρο, στο εγκυρότατο περιοδικό Nature, ο συντάκτης του Editorial του τεύχους του περιοδικού αυτού.
4. Η διάγνωση του «θανάτου ολοκλήρου του εγκεφάλου» - όπως απαιτεί η Αμερικανική Σχολή – δεν είναι δυνατόν να γίνει με την κλινική εξέταση του ασθενούς· ο λόγος είναι ότι, εφόσον το εγκεφαλικό στέλεχος είναι μη λειτουργικό ή κατεστραμμένο (απαραίτητη προϋπόθεση σε κάθε περίπτωση «εθ»), δεν υπάρχει δυνατότητα να ελεγχθή μεγάλο μέρος του φλοιού του εγκεφάλου ούτε οι υποφλοιώδεις ανατομικοί σχηματισμοί (διεγκέφαλος, βασικά γάγγλια), καθόσον τόσον αι κεντρομόλοι όσον και αι φυγόκεντροι οδοί – προς τον φλοιό και από τον φλοιό προς την περιφέρεια – είναι μη λειτουργικές ή κατεστραμμένες.

Έχουν ανακτήσει νευρολογικές λειτουργίες «εν» ασθενείς;
Έχει παρατηρηθή μερική ανάκτηση νευρολογικών λειτουργιών σε «εν» βρέφη, η οποία διήρκεσε μερικές εβδομάδες ή μήνες. Το ίδιο ερώτημα δεν είναι δυνατόν ν’ απαντηθή σήμερα για τους ενήλικες, διότι τις τελευταίες δεκαετίες οι «εν» ασθενείς είτε γίνονται «δότες» οργάνων (οπότε καταλήγουν) είτε τους αίρεται η ποικίλη υποστήριξη στις ΜΕΘ (Μονάδες Εντατικής Θεραπείας) με το ίδιο αποτέλεσμα (θάνατος).
Υπάρχει, παρά ταύτα, δημοσίευση στο εγκυρότατο ιατρικό περιοδικό Journal of Nuclear Medicine (R. Reid et al, 1989;30:1621 – 1625) συμφώνως προς την οποίαν επέζησαν δύο «εν» ασθενείς, ο ένας με κινητικά και διανοητικά ελλείμματα και ο άλλος σε φυτική κατάσταση· σημειωτέον, ότι δεν δίνονται άλλες λεπτομέρειες από την νευρολογική εξέταση των ασθενών, εκτός από το γεγονός ότι οι ασθενείς αυτοί είχαν διαγνωσθή κλινικώς ως «εν».

Ταυτίζεται ο «εγκεφαλικός θάνατος» με τον γνωστό, βιολογικό θάνατο του ανθρώπου;
Όπως συνάγεται από τα παρατεθέντα δεδομένα – προϊόντα εργασιών των Καθηγητών και ερευνητών A. Shewmon, R. Truog, P. Byrne, D. Evans, R. TaylorCoimbra κ.α. – ΔΕΝ ΣΥΜΠΙΠΤΕΙ ο «εγκεφαλικός θάνατος» με τον γνωστό, βιολογικό θάνατο του ανθρώπου!!!

Συνέπειες της ταυτίσεως του «εγκεφαλικού θανάτου» με τον βιολογικό θάνατο

Α. Σύγχυση στο κοινό
Προϋπόθεση διενέργειας οποιασδήποτε ιατρικής πράξεως ή θεραπείας είναι η πλήρης ενημέρωση του ασθενούς σχετικώς με τη δυνητική ωφέλεια, αλλά και τις πιθανές επιπλοκές της σχεδιαζόμενης ιατρικής πράξεως και η λήψη της συγκαταθέσεως του ασθενούς (informed consent).
Στην περίπτωση της «δωρεάς» οργάνων δίνεται «πληροφορία» στον προτιθέμενο «δότη» οργάνων ότι η λήψη των οργάνων του θα γίνει «μετά θάνατον». Δεν επεξηγείται στον μελλοντικό δότη ότι υπάρχει αμφισβήτηση στην ιατρική κοινότητα κατά πόσον είναι βιολογικώς νεκρός ο «εν» ασθενής· δεν πληροφορείται, συγκεκριμένως ο ενδιαφερόμενος υποψήφιος «δωρητής» ότι, όταν θα οδηγηθή στο χειρουργείο για αφαίρεση των οργάνων του, η καρδιά του θα πάλλει, η αρτηριακή του πίεση θα διατηρείται σε ικανοποιητικά επίπεδα, ότι οι πνεύμονές του θα ανταλλάσσουν τα αναπνευστικά αέρια με την υποβοήθηση του μηχανικού αερισμού και -γενικώς- ότι θα επιτελούνται πλείστες όσες λειτουργίες του ανθρωπίνου σώματος.
Ακόμη δεν πληροφορείται ο υποψήφιος «δωρητής» ότι δεν είναι δυνατόν να ελεγχθή το περιεχόμενο της συνειδήσεως στους «εν» ασθενείς και επομένως ότι υπάρχει πιθανότητα να είναι συνειδητός ο ασθενής του οποίου το εγκεφαλικό μεν στέλεχος θεωρείται μη λειτουργικό ή νεκρωμένο, αλλά ο φλοιός του εγκεφάλου του (ο οποίος θεωρείται από την Νευρολογία «έδρα» της συνειδήσεως) είναι δυνατόν να λειτουργεί!
Υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις είναι δυνατόν να κατανοηθή η άποψη του David Evans, πρώην Διευθυντού Καρδιολόγου στο Νοσοκομείο Μεταμοσχεύσεων καρδίας και πνευμόνων Papworth –Cambridge Αγγλίας– αλλά και του άρθρου συντάξεως του Περιοδικού Nature (2009), ότι δηλαδή η εφαρμοζόμενη πληροφόρηση του κοινού για τα θέματα της δωρεάς οργάνων συνιστά απάτη!

B. Σύγχυση στον κλήρο
Στα δελτία τύπου, τα οποία κατά καιρούς έχουν εκδοθή από την εκάστοτε Διαρκή Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας μας, παρατηρείται η ίδια σχεδόν σύγχυση όσον αφορά στις αποκαλούμενες «μετά θάνατον» «δωρεές» οργάνων. Φρονούμε ότι το πλήρωμα της Εκκλησίας θα πρέπει να ενημερωθήεπακριβώς, πώς εννοεί την έκφραση «μετά θάνατον» ο Εθνικός Οργανισμός Μεταμοσχεύσεων, ο οποίος σημειωτέον είναι Νόμιμο Πρόσωπο ΙδιωτικούΔικαίου· δεν πληροφορείται, δηλαδή, ο κλήρος ότι στους υποψήφιους «δότες», «εν» ασθενείς, παραμένουν πλείστες όσες λειτουργίες του ανθρωπίνου σώματος (όπως ανεγράφη ανωτέρω), οι οποίες, όμως, βιαίως διακόπτονται με την αφαίρεση των ζωτικών τους οργάνων· όπως επίσης δεν πληροφορείται ότι ο «εν» ασθενής είναι δυνατόν να είναι συνειδητός.
Είναι δυνατόν να συμφωνήση η Ορθόδοξος Εκκλησία στην αλλαγή της έννοιας του «φοβερωτάτου μυστηρίου» - κατά την ιδική Της έκφραση – του θανάτου, ενώ είναι σαφέστατο ότι η αλλαγή αυτή έγινε όχι για λόγους επιστημονικούς, αλλά καθαρώς χρησιμοθηρικούς και ότι σχετικοποιήθηκε η έννοια του μυστηρίου του θανάτου;
Συμφώνως προς παλαιότερο δελτίο τύπου Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας μας (14-2-2012) «οι άνθρωποι προσευχόμαστε, δεν αποφασίζουμε για τη ζωή και τον θάνατο… κάθε θάνατο που αποτελεί αποτέλεσμα ανθρώπινων αποφάσεων και επιλογών – όσο «καλός» κι αν ονομάζεται – τον απορρίπτει ως «ύβριν κατά του Θεού».-





(Πηγή: www.imglyfadas.gr)