Εν Αγίω Όρει 19 Ιαν/1 Φεβ 2017
Αγίου Μάρκου Εφέσου του Ομολογητού και Αγίων Μακαρίων.
ΣΧΟΛΙΑ ΔΙΑ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ.
Ἡ ἐπιτροπὴ τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος γράφει: “Συναισθανόμενοι τὴν εὐθύνη τῆς ἁγιορειτικῆς ὁμολογιακῆς παραδόσεως, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρίαν ἑνός ἑκάστου μέλους τῆς στρατευομένης Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, λαμβάνοντας ὑπ᾽ὄψιν ὅσα σχετικὰ ἔχουν εἰπεῖ καὶ γράψει νεώτεροι καὶ παλαιότεροι Ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἡ μοναδικὴ ἐγγύησις τῆς ἐν ἁγίῳ Πνεύματι πορείας τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἱερὰ Κοινότης πρὸ τῆς Συνόδου, ἐζήτησεν τὰς τροποποιήσεις εἰς τὰ προσυνοδικὰ κείμενα: 1οννὰ μὴ ἀναγνωρισθοῦν οἱ ἑτερόδοξοι ὡς Ἐκκλησίαι, 2ον νὰ τονισθῆ ὅτι οἱ διάλογοι μὲ τοὺς ἑτεροδόξους σκοπεύουν μόνο εἰς τὴν ἐπιστροφήν των εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, 3ον νὰ λάβῃ ἡ Σύνοδος ὑπ᾽ὄψιν τὰς ἀντιρρήσεις της διὰ τὴν συμμετοχὴν τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν εἰς τὸ Π.Σ.Ε. καθὼς καὶ τὴν σαφῆ ἀντίθεσίν της εἰς τὰς καταδικαζομένας ὑπὸ τῶν Ἱ. Κανόνων συμπροσευχὰς καὶ 4ον τὸ θεμελιῶδες αἴτημα νὰ διατυπωθῇ ὅτι ἔσχατος κριτὴς ἐπὶ θεμάτων πίστεως εἶναι ἡ συνείδησις τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας” ἀλλὰ δυστυχῶς δὲν εἴδαμε καθόλου νὰ λαμβάνονται αὐτὰ ὑπ᾽ὄψιν, στὴν Σύνοδο.
Τὸ κείμενο συνεχίζει στὸ Β´ κεφάλαιο: “ἡ ΑκΜΣ συνεκλήθη τελικῶς ὑπὸ τὰς γνωστὰς συνθήκας”. Ἂς ἀναφέρωμεν ὁρισμένας ἐνδεικτικῶς· 1ον τῆς κατ᾽ἐπιλογὴν προσκλήσεως ὁρισμένων μόνο ἐπισκόπων, 2οντῆς ψηφοφορίας μόνον ὑπὸ τῶν Προκαθημένων, 3ον τῆς ὑποχρεωτικῆς ὑπογραφῆς ὑπὸ τῶν μελῶν χάριν ὁμοφωνίας, 4ον τῆς ἀποχῆς τεσσάρωνΠατριαρχῶν, 5ον τῆς ἀθετήσεως τῆς ἐντολῆς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Ἑλλάδος ὑπὸ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, 6ον τῆς ἀσκήσεως βίας ἐπὶ τῶν μελῶν ποὺ διαφωνοῦσαν κατὰ τὴν ὁμολογία τοῦ Ἀναστασίου Ἀλβανίας καὶ τοῦ Ἱεροθέου Ναυπάκτου, 7ον τῆς παρουσίας αἱρετικῶν τοποτηρητῶν, 8ον τῆς ἐνεργοῦ συμμετοχῆς γυναικὸς πράκτορος τῆς CIA,9ον τῆς αὐτοεπικυρώσεως τῶν ἀποφάσεων, 10ον τῆς ὑποχρωτικῆς ἀποδοχῆς αὐτῶν ἐκ μέρους τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος, 11ον τῆς ἀπειλῆς τιμωρίας εἰς ὅσους δὲν τὶς ἀποδεχθοῦν κ.α.π. πρωτοφανῆ γιὰ Ὀρθόδοξο Σύνοδο.
Αὐτὸ ποὺ βλέπουμε στὸ Β´ κεφάλαιο εἶναι ὅτι ἀναφέρονται τὰ δῆθεν θετικὰ σημεῖα τῆς Συνόδου, ἀλλὰ ἀποσιωποῦνται πολλὰ ἀρνητικά. Τὰ μόνα θετικὰ σημεῖα τῆς Συνόδου ἦταν οἱ ἀγῶνες τῶν καλῶν Ἐπισκόπων κατὰ τῆς «Οἰκουμενικῆς Κίνησης» τοῦ Οἰκουμενιστοῦ Πατριάρχου.
Πολὺ σωστὰ τὸ κείμενο τῆς Ἱ. Κοινότητος στὸ Γ´ κεφάλαιο ἐπισημαίνει σημεῖα στὴν Σύνοδο, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀπαράδεκτα ὅπως· 1ον ἡ διατύπωσις “ἑτερόδοξοι χριστιανικαὶ Ἐκκλησίαι” ποὺ σημαίνει ὅτι ἀντιλαμβάνεται τὴν ἑτεροδοξίαν ὡς διαφορετικὴν διατύπωσιν τῆς ἴδιας ἀποστολικῆς πίστεως, 2ον λείπουν ἐσκεμένως διατάξεις οἱ ὁποῖες ἀπαγορεύουν ἀναγνώριση βαπτίσματος, ἱερωσύνης καὶ σώζουσας χάριτος στοὺς αἱρετικούς, ἐνῶ πουθενὰ δὲν ὑπάρχει ὁ ὅρος αἱρετικοὶ γιὰ τοὺς ἑτερόδοξους, οὔτε κἄν ὑπῆρχε ὁ ὅρος ἑτερόδοξοι, ἀλλὰ προσετέθη κατόπιν λαμπρῶν θεολογικῶν προσπαθειῶν ὁρισμένων Ἐπισκόπων.
Ἐπιπλέον στὴν Σύνοδο ἐγκρίνεται ἡ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων εἰς τὸ Π.Σ.Ε. ἐνῶ δὲν ἀπαγορεύθηκαν οἱ συμπροσευχὲς καὶ δὲν καταδικάστηκαν οἱ ἀπόψεις τοῦ Π.Σ.Ε. περὶ Ἐκκλησίας καὶ Βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν, 3ον ἡ Σύνοδος ἀποφάσισε οἱ διάλογοι νὰ μὴ διακόπτωνται κι᾽ἂς μὴ ἐπιτυγχάνουν συμφωνίαν (ἐνῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρὸς Τίτον διὰ τοὺς αἱρετικοὺς· “αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος” διότι οἱ ἄκαρποι διάλογοι ἀμβλύνουν τὴν δογματικὴ εὐαισθησία τῶν θεολόγων καὶ τοῦ Ὀρθοδόξου πληρώματος.
Τέλος τὸ κείμενο ἐπισημαίνει καὶ τοὺς προφανεῖς συμβιβασμοὺς εἰς ζητήματα πίστεως μὲ τὶς μικτὲς ἐπιτροπὲς τῶν Ἀντιχαλκηδονίων καὶ τῶν (κακῶς ἀναφερομένων) Ρωμαιοκαθολικῶν, καθ᾽ἡμᾶς παπικῶν.
Στὸ Δ´ κεφάλαιο τὸ κείμενο γράφει γιὰ τὴν διατήρηση τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας τὴν ὁποία κλονίζει ἡ ἀσάφεια τῶν συνοδικῶν κειμένων ποὺ μπορεῖ νὰ δημιουργήσει οἰκουμενιστικὴ ἑρμηνεία.
Ὅμως ἡ Σύνοδος δὲν ἄφησε ἀσάφεια, ἀλλὰ φανερὰ νομιμοποίησε τὸν Οἰκουμενισμὸ μὲ ὅλες τὶς ἐκδηλώσεις του, δηλαδὴ τὸ Π.Σ.Ε. μὲ ὅλες τὶς ἀποφάσεις ποὺ ἔχουν ληφθεῖ ἐκεῖ, ὅπως ἀναγνώριση μυστηρίων, ἱερωσύνης καὶ ἐκκλησιαστικότητας τῶν αἱρετικῶν, τοὺς Διαλόγους μὲ τὶς κοινὲς συμβιβαστικὲς ἀποφάσεις, τὴν μετάλλαξη Ὀρθοδόξου συνοδικότητος πρὸς τὸ παπικὸ πρότυπον μὲ προεδρικὸ πρωτεῖο καὶ ὑποχρεωτικὴ ὁμοφωνία ὅλου τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, ἐνῶ δὲν καταδίκασε αὐτὰ ποὺ ὤφειλε, ὅπως· 1οντὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου ὑπὸ τοῦ Μεταξάκη ποὺ ἔσχισε τὴν Ἐκκλησία, 2ον τὴν ἄρση ἀναθεμάτων καὶ ἀναγνώριση τῶν αἱρετικῶν μυστηρίων ὑπὸ τοῦ Ἀθηναγόρα, 3ον τὶς θεωρίες περὶ δύο πνευμόνων καὶ ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν, 4ον τὴν θεωρία τῶν κλάδων, 5ον τὶς συμπροσευχὲς στὶς θρονικὲς ἑορτὲς καὶ ἀλλοῦ ὅπως στὴν Ἀσίζη, 6ον τοὺς λειτουργικοὺς ἀσπασμοὺς καὶ τὶς συμπροσευχὲς μὲ ὅλα τὰ θρησκεύματα, 7ον ἐπισκέψεις σὲ ἑβραϊκὲς συναγωγές, 8ον τιμητικὲς ἐνέργειες γιὰ τὸ κοράνιο, 9ονλειτουργικὲς αἰτήσεις τοῦ αἱρετικοῦ Πάπα ὡς Ἀρχιεπισκόπου Ρώμης ὑπὸ τοῦ Βαρθολομαίου, ὅπως ἐπίσης καὶ πολλὲς βλάσφημες δηλώσεις του, ὅπως · “ὅλες οἱ θρησκεῖες σώζουν, οἱ πατέρες ἡμῶν ἔπεσαν θύματα τοῦ ἀρχεκάκου ὄφεως, οἱ Ἱεροὶ Κανόνες εἶναι τείχη τοῦ αἴσχους” καὶ ἄλλα πολλά, καὶ τέλος τὴν καταδίκη ὅσων ἐκαινοτόμησαν.
Μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ πῶς δὲν εἶναι δικαιολογημένη ἡ διακοπὴ μνημοσύνου τοῦ κ. Βαρθολομαίου ἂν καὶ δὲν ὑπεγράφη “ἑνωτικὸς ὅρος” οὔτε κάποιος Ἐπίσκοπος προσεχώρησεν εἰς αἵρεσιν, οὔτε ἐκήρυξεν “γυμνὴ τῇ κεφαλῇ” αἱρετικὰς διδασκαλίας, ἀλλ᾽ὅμως ἡ Οἰκουμενιστικὴ Κίνηση ποὺ κατοχυρώθηκε συνοδικὰ εἶναι, ὄχι μόνον αἵρεση ἀλλὰ κατὰ τὸν ἅγιο Ἰουστῖνο Πόποβιτς εἶναι παναίρεση, δηλαδὴ ἕνωση ὅλων τῶν αἱρέσεων καὶ τὸ ν᾽ἀκολουθῇς ἕναν τοιοῦτον Πατριάρχην γίνεται αἰτία σχίσματος καὶ χαροποίησης τῶν ἐχθρῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Τὴν διακοπὴ μνημοσύνου αἱρετίζοντος Ἐπισκόπου ἐπαινεῖ ὁ 15ος Κανόνας τής Α κ Β συνόδου καὶ τὴν ὑπέδειξαν οἱ ἅγιοι Πατέρες μας μὲ τὸ παράδειγμά τους παλαιὰ ἐπὶ Βέκκου καὶ πρόσφατα ἐπὶ Ἀθηναγόρα.
Μέχρι τώρα ἡ Ἱ. Κοινότης ἔστελνε φιλόφρονα γράμματα μετὰ πολλοῦ σεβασμοῦ στὸν Πατριάρχη ἐκφράζοντας καὶ ὀλίγη ἀνησυχία γιὰ τὰ οἰκουμενιστικὰ ἀνοίγματα καὶ ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε καθησυχαστικά. Τὸ ἴδιο κάνει καὶ τώρα χωρὶς ὅμως ἀποτέλεσμα.
Ὁρισμένοι Πατέρες ἀποφάσισαν, ἑπόμενοι τοῖς ἁγίοις Πατράσι, δραστικὴ ἀντιμετώπιση τῆς Παναιρετικῆς πτώσεως τοῦ Πατριάρχου, δηλαδὴ τὴν διακοπὴ μνημοσύνου ποὺ ἐπιβάλλεται ἀπὸ τοὺς Ἱ. Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας.
Γι᾽αὐτὸ παρακαλοῦμε τὰ Μοναστήρια μας νὰ μὴ μᾶς διώκουν γιὰ τὴν εὐαισθησία μας στὰ θέματα τῆς πίστεως, διότι γι᾽αὐτὸ ἀπαρνηθήκαμε τὰ ἐγκόσμια, τὴν οἰκογένεια, τὰ πάντα καὶ ἀφιερωθήκαμε στὸν Χριστὸ καὶ ἀλλοίμονο ἂν χάσουμε τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν μόνη σώζουσα.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ φώτισε τοὺς ὑπευθύνους τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ μὴ βυθίσουν τὸ σκάφος της μέσα στὰ κύματα τῆς Νέας Ἐποχῆς, τῆς Νέας Τάξης Πραγμάτων τῆς Παγκοσμιοποίησης καὶ τοῦ γνήσιου τέκνου τους τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ὑπεραγία Θεοτόκε βοήθησε τοὺς ὑπευθύνους τοῦ Περιβολιοῦ σου νὰ σταθοῦν στὸ ὕψος τῶν περιστάσεων καὶ νὰ κρατήσουν τὴν παράδοση τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὡς θεματοφύλακος τῆς Ὀρθοδοξίας.