Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Ὁμότιμος Καθηγητὴς Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.
Ἡ ἑνότητα τῆς Ὀρθόδοξης Καθολικῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ἀπειλεῖται αὐτὴν τὴν περίοδο σοβαρὰ ἀπὸ τὴν ἐκ μέρους τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀντικανονικὴ ἀπόδοση αὐτοκεφαλίας σὲ σχισματικὲς μερίδες Οὐκρανῶν Ὀρθοδόξων, μὲ ἀγνόηση τῆς κανονικῆς αὐτόνομης Ἐκκλησίας τῆς Οὐκρανίας, τῆς ὑπὸ τὸν μητροπολίτη Κιέβου Ὀνούφριο, ἡ ὁποία ὑπάγεται ἱστορικὰ καὶ κανονικὰ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας.
Τὸ Κίεβο εἶναι ἡ μήτρα, ἡ κολυμβήθρα τῶν Ρώσων Ὀρθοδόξων, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ Τσάρος Βλαδίμηρος τὸ 988 βαπτίσθηκε ὁ ἴδιος καὶ ἐβάπτισε καὶ τὸν λαὸ τῶν Ρὼς στὴν χριστιανικὴ πίστη μὲ ἐνέργειες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἐπὶ πέντε αἰῶνες ἡ μητρόπολη Κιέβου καὶ πάσης Ρωσίας ὑπαγόταν ἄμεσα στὴν δικαιοδοσία τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ξενικὲς κατακτήσεις καὶ δυτικὲς χριστιανικὲς ἐπιρροὲς ἐπεχείρησαν πολλὲς φορὲς νὰ διασπάσουν τὴν ἑνιαία μητρόπολη, τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἑνότητα τῶν Ρώσων Ὀρθοδόξων, καὶ νὰ δημιουργήσουν δεύτερη μητρόπολη στὴν περιοχὴ τῆς Μικρῆς Ρωσίας, τῆς σημερινῆς Οὐκρανίας, ἀλλὰ πάντοτε εἰς αὐτὴν τὴν διαίρεση ἀντιδροῦσε σωστὰ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, διότι διέβλεπε ὅτι ἡ ἀπεξάρτηση τῆς περιοχῆς ἀπὸ τὸν κορμὸ τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν ὁποία ἐπεδίωκαν ἡ παπικὴ Ρώμη καὶ οἱ παπικοὶ ἡγεμόνες τῆς Πολωνίας καὶ Λιθουανίας, θὰ ἐνίσχυε τὴν Οὐνία μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων, τὴν ἕνωσή τους δηλαδὴ μὲ τὴν Ρώμη καὶ τὴν ὑπαγωγή τους στὴν δικαιοδοσία τοῦ πάπα.
Πράγματι γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα, καὶ ἐνῶ ἡ πρωτεύουσα τῶν Ρώσων μετατοπίσθηκε στὰ βόρεια, κατ᾽ ἀρχὴν στὸ Βλαδίμηρο καὶ κατόπιν ὁριστικὰ στὴ Μόσχα, τὸ Κίεβο, γιὰ πολιτικοὺς καὶ στρατιωτικοὺς λόγους, δὲν ἐντάχθηκε στὴν αὐτοκέφαλη πλέον Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας ἀπὸ τὸ 1448, ἀλλὰ παρέμεινε ὑπὸ τὴν δικαιοδοσία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ὑπὸ τὶς καταστροφικὲς ἐπιδράσεις καὶ ἐπιρροὲς τῆς Οὐνίας καὶ τῶν δυτικῶν πολιτικῶν δυνάμεων, ποὺ ἐπεδίωκαν τότε, ὅπως καὶ σήμερα, νὰ ἀποκόψουν τοὺς κατοίκους ἀπὸ τὴν Ρωσία, καλλιεργώντας συστηματικὰ τὸ αἴσθημα τῆς ρωσοφοβίας. Ἡ διαίρεση αὐτὴ καὶ διάσπαση τῶν Ὀρθοδόξων Ρὼς θεραπεύθηκαν, ὅταν τὸ 1686 ἡ μητρόπολη Κιέβου ἐπανῆλθε στὴν ἑνιαία ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση τῶν Ρώσων Ὀρθοδόξων μὲ πατριαρχικὴ καὶ συνοδικὴ πράξη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ ὁποία ὑπήγαγε τὴν μητρόπολη Κιέβου στὴν δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, στὴν ὁποία καὶ ἀνήκει ἐπὶ τρισήμισυ αἰῶνες (333 ἔτη), χωρὶς ποτὲ νὰ διανοηθεῖ κανεὶς μέχρι τώρα νὰ ἀμφισβητήσει αὐτὴν τὴν ὑπαγωγὴ καὶ αὐτὴν τὴν δικαιοδοσία.
Δὲν θὰ ἐπεκταθοῦμε ἐδῶ σὲ ἄλλες ἱστορικὲς καὶ κανονικὲς ἀναλύσεις ποὺ δὲν δικαιολογοῦν τὴν εἰσπήδηση τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως στὸ ἔδαφος ξένης δικαιοδοσίας, μὲ ὑπερόρια ἐπέμβαση στὰ κανονικὰ ὅρια ἄλλης αὐτοκέφαλης Ἐκκλησίας. Αὐτὰ γίνονται κατανοητὰ μὲ τὴν ἀνάγνωση τοῦ βιβλίου μας «Τὸ Οὐκρανικὸ Αὐτοκέφαλο. Ἀντικανονικὴ καὶ διαιρετικὴ εἰσπήδηση τῆς Κων-σταντινούπολης», στὸ ὁποῖο δημοσιεύονται τρία σχετικὰ ἄρθρα μας: α) Ἡ Οὐκρα-νία εἶναι κανονικὸ ἔδαφος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, β) Τὸ Οὐκρανικὸ Αὐτοκέ-φαλο. Ἀπόκρυψη καὶ παρερμηνεία ἐγγράφων καὶ γ) Ἡ Κωνσταντινούπολη δημι-ουργεῖ σχίσματα. Μετὰ τὸ Ἡμερολογιακὸ ἔρχεται τὸ Οὐκρανικό. Οἱ μελέτες αὐ-τὲς ἐκτὸς τοῦ ὅτι ἀποδεικνύουν τὴν παρερμηνεία τῶν ἐγγράφων στὰ ὁποῖα ἀπρό-σεκτοι καὶ στρατευμένοι ἐρευνητὲς στηρίζουν τὶς ἀντικανονικὲς ἐνέργειες τῆς Κωνσταντινουπόλεως, δείχνουν ἐπίσης ὅτι διαχρονικὰ ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν ὑπὲρ τῆς ἑνιαίας ἐκκλησιαστικῆς διοίκησης τῶν Ρώσων καὶ ὅτι τὴν διάσπαση ἐπε-δίωκαν κακόγνωμοι καὶ συμφεροντολόγοι πατριάρχες ποὺ ὑπηρετοῦσαν ξένα συμφέροντα. Ἡ τρίτη μάλιστα μελέτη κρούει τὸν κώδωνα τοῦ κινδύνου μὲ τὴν ἐ-κτίμηση ὅτι τελικῶς ἡ Κωνσταντινούπολη, ἀντὶ νὰ θεραπεύσει τὸ σχίσμα ποὺ ἐδη-μιούργησε τὸ 1924 μὲ τὴν ἡμερολογιακὴ μεταρρύθμιση, δημιουργεῖ τώρα καὶ ἄλλο σχίσμα μὲ τὴν ἀντικανονικὴ ἀπόδοση αὐτοκεφαλίας στοὺς σχισματικοὺς τῆς Οὐ-κρανίας.
Οἱ σχισματικοὶ παραμένουν σχισματικοί, ἐφ᾽ ὅσον δὲν μετενόησαν γιὰ τὸ σχίσμα, καὶ ἐφ᾽ ὅσον ἡ ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση ποὺ τοὺς ἀπέκοψε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία ἐξακολουθεῖ νὰ τοὺς θεωρεῖ σχισματικούς. Αὐτὴ μόνη, κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, μπορεῖ νὰ τοὺς ἀποκαταστήσει. Πρὶν ἀπὸ αὐτὴν τὴν κανονικὴ ἀποκατάσταση ἐξακολουθεῖ νὰ ἰσχύει ὁ Β´ Κανὼν τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Τοπικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἐπιβάλλει τὴν ἀκοινωνησία πρὸς ὅσους κοινωνοῦν μὲ τοὺς ἀκοινωνήτους. «Μὴ ἐξεῖναι, δὲ κοινωνεῖν τοῖς ἀκοινωνήτοις, μηδὲ ἐν ἑτέρᾳ Ἐκκλησίᾳ ὑποδέχεσθαι τοὺς ἐν ἑτέρᾳ Ἐκκλησίᾳ μὴ συναγομένους. Εἰ δὲ φανείη τις τῶν ἐπισκόπων ἤ πρεσβυτέρων, ἤ διακόνων ἤ τις τοῦ Κανόνος τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν καὶ τοῦτον ἀκοινώνητον εἶναι, ὡς ἂν συγχέοντα τὸν Κανόνα τῆς Ἐκκλησίας».
Εἶναι εὐτύχημα καὶ ἄξιο παντὸς ἐπαίνου ὅτι ὅλες οἱ αὐτοκέφαλες ἐκκλησίες ἀρνοῦνται μέχρι τώρα νὰ δεχθοῦν σὲ κοινωνία τοὺς σχισματικοὺς τῆς Οὐκρανίας, τοὺς ὁποίους ἀντικανονικῶς ἀποκατέστησε ἡ Κωνσταντινούπολη καὶ στοὺς ὁποίους ἐπίσης ἀντικανονικῶς, μὲ εἰσπήδηση σὲ ξένη δικαιοδοσία, παρεχώρησε τὴν αὐτοκεφαλία. Ἔχομε ἤδη ἐκφράσει τὴν ἀνησυχία μας ὅτι ὁ ἐθνοφυλετισμός, δηλαδὴ ὁ κακῶς ἐννούμενος πατριωτισμός, θὰ ὁδηγοῦσε τὶς ἑλληνικὲς ἡγεσίες ἀρκετῶν αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν (Ἀλεξανδρείας, Ἱεροσολύμων, Κύπρου, Ἑλλάδος καὶ Ἀλβανίας) νὰ ὑποστηρίξουν τὶς ἀντικανονικὲς ἐνέργειες τοῦ ὁμογενοῦς πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Αὐτό, μολονότι μέχρι τώρα δὲν συνέβη, ἐξακολουθεῖ νὰ προωθεῖται ἀπὸ πολιτικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς δυνάμεις ποὺ ἐπιδιώκουν τὴν ἀποδυνάμωση τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τὸ «διαίρει καὶ βασίλευε». Ὁ πιὸ ἀδύναμος κρίκος φαίνεται πὼς εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, τῆς ὁποίας ὁ προκαθήμενος σιωπᾶ καὶ δὲν ἐκδηλώνεται, οὔτε ὑπάρχει μέχρι σήμερα συνοδικὴ ἀπόφαση, παρὰ τὸ ὅτι μερικοὶ ἀρχιερεῖς ἀπορρίπτουν τὴν ψευδοαυτοκεφαλία τῶν σχισματικῶν τῆς Οὐκρανίας, ὅπως καὶ ἡ Ἱερὰ Κοινότης τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὑπάρχουν ὅμως ἄλλοι ποὺ ἀνοίγουν τὸν δρόμο τῆς ἀναγνώρισης, εἴτε μὲ ἀποφάσεις εἴτε μὲ πράξεις. Ἔγινε ἤδη γνωστὸ ὅτι οἱ δύο Συνοδικὲς Ἐπιτροπὲς στὶς ὁποῖες ἀνέθεσε ἡ Διαρκὴς Ἱερὰ Σύνοδος τὴν μελέτη τοῦ θέματος ἔχουν γνωμοδοτήσει ὑπὲρ τῆς ἀναγνώρισης τῆς αὐτοκεφαλίας, ὁ δὲ μητροπολίτης Ναυπάκτου μὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν ἀρχιεπίσκοπο ἰσχυρίζεται ἐσφαλμένα ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλη ἱεροκανονικὴ ἐπιλογὴ ἀπὸ τὴν ἀναγνώριση τῆς αὐτοκεφαλίας, θέση τὴν ὁποία ἐλέγξαμε μὲ δημοσίευμά μας στὸ Διαδίκτυο, ποὺ ἔτυχε εὐρύτατης ἀποδοχῆς, μὲ τίτλο: «Σὲ ἀδιέξοδο ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος γιὰ τὸ Οὐκρανικό. Σπεύδει σὲ βοήθεια ὁ μητροπολίτης Ναυπάκτου».
Στὴν προετοιμασία τῆς ἀναγνώρισης ἐντάσσεται καὶ ἡ χειροτονία ἀπὸ τοὺς σχισματικοὺς τῆς Οὐκρανίας Ἕλληνος κληρικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος σὲ ἐπίσκοπο Ὀλβίας, ὅπως καὶ ἡ συγχαρητήρια ὑποδοχὴ καὶ ἡ ἀπόδοση τιμῆς πρὸς τὸν χειροτονηθέντα ἀκοινώνητο κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες νέο «ἐπίσκοπο» Ὀλβίας ἀπὸ τὸν μητροπολίτη Φθιώτιδος.
Αὐτὴ ἡ ἀντισυνοδικὴ καὶ κρύφια προεργασία κορυφώθηκε μὲ τὴν κοινὴ πα-ρουσία τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἱερωνύμου καὶ τοῦ σχισματικοῦ μητροπολίτη Κιέβου Ἐπιφανίου στὸ Φανάρι γιὰ τὰ ὀνομαστήρια τοῦ πατριάρχη Βαρθολομαίου στὸν πατριαρχικὸ ἑσπερινὸ ποὺ τελέσθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ζωοδόχου Πηγῆς στὸ Μπαλουκλὶ τῆς Κωνσταντινούπολης στὶς 10 Ἰουνίου τρέχοντος ἔτους, ὅπου ἐμφα-νίσθηκαν παρακαθήμενοι, συμπροσευχόμενοι καὶ ἀλληλοασπαζόμενοι ἐντὸς τοῦ Ναοῦ. Ἐρωτηθεὶς ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἱερώνυμος γιὰ τὸν σκοπὸ τῆς παρουσίας του στὴν Πόλη εἶπε: «Ἐρχόμαστε νὰ εὐχηθοῦμε στὸν Πατριάρχη μας ὁ Θεὸς νὰ τοῦ δίνει δύναμη νὰ συνεχίζει τὸ εὐλογημένο ἔργο του». Εἶναι ὅμως εὐλογημένο ἔργο ἡ ὑποστήριξη τῶν αἱρέσεων στὸ Κολυμπάρι καὶ τῶν σχισμάτων στὴν Οὐκρανία;
Ἐμεῖς ἐκφράζουμε τὴν χαρά μας, γιατὶ τὸ βιβλίο μας γιὰ τὸ Οὐκρανικὸ Αὐτοκέφαλο θὰ κυκλοφορηθεῖ τώρα καὶ στὴν ρωσικὴ γλώσσα, ὄχι μόνον γιὰ νὰ μὴν θεωρηθοῦμε συνένοχοι ὅλοι οἱ Ἕλληνες στὴν διαφαινόμενη ἐθνοφυλετικὴ θέση καὶ στάση, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἐκφράσουμε μὲ βάση τὴν ἱστορικὴ ἀλήθεια καὶ τὴν Ἱεροκανονική μας Παράδοση, τὴν συμπαράστασή μας πρὸς τὸ μεγάλο ἔθνος τῶν Ρώσων, τὸ ὁποῖο ἐπῆρε ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες τὴν Ὀρθοδοξία, προσέφερε ὅμως στὴν συνέχεια πολλὰ γιὰ τὴν διαφύλαξη, τὴν ἐξάπλωση, τὴν ἐμβάθυνση καὶ τὴν δόξα της, μὲ πλῆθος Ἁγίων Ὁσίων, Ὁμολογητῶν, Ἱεραποστόλων, Νεομαρτύρων, Θεολόγων καὶ Διδασκάλων, ἀλλὰ καὶ ἀναρίθμητων εὐλαβῶν καὶ εὐσεβῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν.
Ἡ Δύση ἀποχριστιανίζεται, ἡ Ρωσία μετὰ τὴν κομμουνιστικὴ λαίλαπα ὀρθοδόξως ἐπαναχριστιανίζεται. Ἡ Ἑλλάδα ἀκολουθεῖ τὴν ἀποχριστιανισμένη Δύση τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ Προτεσταντισμοῦ.