Τρίτη 6 Αυγούστου 2019

Ο ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΠΕΡΙ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ (ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΕΣΤΡΑΜΕΝΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ)



Αποτέλεσμα εικόνας για ΣΟΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ
Η χρεωκοπημένη εν Ελλάδι, Αριστερά-Κύμβαλο αλαλάζον
Η Ν.Δ είναι πρόδηλο ότι δέον όπως αντιμετωπίσει, μεταξύ άλλων καίριων ζητημάτων, την,  εν τοις πράγμασι χαοτική κατάσταση, την οποία κατέλειψε ο υπερεκχειλίζων αμοραλισμός, των τυχοδιωκτών, του ψυχορραγούντος επάρατου Μπολσεβικισμού.
Η κοινωνία τελεί εν συγχύσει, με την αποχαλίνωση των ταπεινών ενστίκτων, την καταπολέμηση της αξιοπρέπειας, την εξάρθρωση της κοινωνικής συνοχής, την κατάλυση υγιών παραδοσιακών προτύπων, και την σκόπιμη και εσκεμμένη ταύτιση και εξομοίωση του ατομικού δικαιώματος του σεξουαλικού προσανατολισμό, με την χυδαιότητα και την βάναυση προσβολή της δημοσίας αιδούς και της εν γένει κοινωνικής αξιοπρέπειας.

Η φασίζουσα νοοτροπία της αριστεράς έγκειται εις την φαλκίδευση υποστήριξης διαφορετικής γνώμης, πέραν της ιδικής τους, ως δήθεν δεσπόζουσας και κυρίαρχης, νύν, εις περίπτωσιν δε εκδηλώσεως αυτής (της διαφορετικής με το αριστερό καθεστώς απόψεως), εξουδετερώνεται κανείς, αμελλητί και παραχρήμα, δια πάσης φύσεως διώξεως, προεχόντως και κυρίως δια του νόμου περί ρατσισμού, ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων.
Υφίστανται ωσαύτως, γνωστοί τοις πάσι, πλην όμως αδήλου προελεύσεως και Συνταγματικής νομιμότητας, ιδιωτικοί φορείς, οι οποίοι σπεύδουν, μονομερώς ασφαλώς να επισημάνουν, κατά την κρίση  των, κατά βούληση και κατά το δοκούν, παράβαση δήθεν του νόμου περί ρατσισμού και να υποβάλλουν, εντελώς υποκριτικά, δήθεν μηνύσεις προς τρίτους δια ρατσισμό.
Τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά καθίστανται καταφανή διότι ουδείς εξ αυτών των φορέων δεν διαμαρτυρήθηκε, δια την εγκληματική δράση, ιδίως των αλλοδαπών, εις την Αθήνα, τις ανέλεγκτες συμμορίες, πέριξ του Ιερού Ναού της Ακροπόλεως, τις στυγνές δολοφονίες ανυπεράσπιστων Ελλήνων, καθώς και την σωρεία διάπραξης ποινικών αδικημάτων εις βάρος των Ελλήνων, με την ανοχή της απελθούσης κυβερνήσεως, η οποία παρέλειψε να δώσει τις  προσήκουσες εντολές στα αστυνομικά όργανα να επιβάλλουν συννόμως, τον Νόμο, την Τάξη και την Πειθαρχία.
Η χρήση δυστυχώς του νόμου περί ρατσισμού, έχει μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, στρέφεται αμιγώς εις βάρος των Ελλήνων, κατά τον ετεροφυλόφιλων, η επίθεση αυτή μεθοδεύται, κυρίως υπό των μηχανισμών, οι οποίοι εκπονούν τις μηνύσεις βιομηχανικά, στοχοποιώντας μία συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων και τους στιγματίζουν συκοφαντικώς, με αναλήθειες, ψεύδη και αισχρούς ανοίκειους, ανιστόρητους και άτοπους χαρακτηρισμούς, όπως ενδεικτικώς, ο ιταμώς και καταφρονητικώς χαρακτηρισμός «φασίστας», δημιουργώντας μία ψευδή συλλογική συνείδηση και ενσταλάζοντας εις το συλλογικό υποσυνείδητο, άκρως εσφαλμένες αντιλήψεις.
Αυτή η φύρδην μίγδην κατάσταση, αποτελεί έκφανση ισχυρής φαιάς προπαγάνδας η οποία αποβλέπει, δια της παραχάραξης της αντικειμενικής αλήθειας, προς την διάπλαση μίας άλλης, πλασματικής, κατασκευασμένης εκ του μη όντως, «αλήθειας», προκειμένου ( οι Μποσλεβίκοι), να δημιουργήσουν μία διανοητικώς λοβοτομημένη υδαρή μάζα, ευχερώς χειραγωγήσιμη, προς την εξυπηρέτηση αντιεθνικών και αντικοινωνικών συμφερόντων.
Τοιουτοτρόπως, δια του εργαλείου αυτού, δήθεν «περί ρατσισμού», εξουδετερώνεται ο αντιφρονών, αποψιλώνεται το δικαίωμα ελεύθερης εκφράσεως (κατ’ άρθρο 14 του Συντάγματος) και διαπομπεύεται ο φερόμενος δήθεν ως δράστης[1], κατ’ ουσίαν, ελεύθερος αντιδρών πολίτης, κατά της ολοκληρωτικής επιβολής της πολιτικής ορθότητας, ούτως λοιπόν υπό τον επιδερμικό αυτό νομιμοφανή μανδύα, εγκαινιάζεται καλυμμένα, η παρακρατική και αντιδημοκρατική επιβολή της πιστοποιήσεως φρονημάτων, προς τους ελευθέρως αντιδρώντες πολίτες, προσφιλή πρακτική του κυβερνήσεως του Σύριζα.
Ο ολοκληρωτισμός εν ολίγοις κατισχύει της δημοκρατίας διότι εξοβελίζεται ο ευλόγως διαφωνών με το οιονεί καθεστώς και με τις αντιλήψεις τις επιβεβλημένης πολιτικής ορθότητας.
Η ευαισθησία δήθεν, δια τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι φαρισαϊκή , ουδεμία μήνυση υποβλήθηκε δια ρατσισμό, καθόσον αφορά την μεροληπτική μεταχείριση πολιτών λόγω προβλημάτων αναπηρίας, ψυχιατρικών προβλημάτων, ουδείς εκ των διαπρύσιων σταυροφόρων και ιεροκηρύκων του ρατσισμού, ενέκυψε εις τα μείζονα ανθρωπιστικά αυτά προβλήματα.
Εις το σημείο αυτό, διαφαίνεται ότι ορισμένοι οργανισμοί λειτουργούν ως «δούρειοι ίπποι», τελούντες σε διατεταγμένη υπηρεσία, πρόκειται δια έμμισθα φερέφωνα και μισθοδοτούμενα μίσθαρνα όργανα σε εκπλήρωση μυστικής υπαλληλικής αποστολής των υπερεθνικών ιθυνόντων των, εγκαθιδρύοντας μίας νεοπαγή μορφή ολοκληρωτισμού.
Η κοινωνία μας δέον όπως ισορροπήσει εις τις νέες, κατ’ επίφαση «προοδευτικές τάσεις», κατ’ ουσίαν αντιδημοκρατικές πρακτικές, της επελαυνούσης παγκοσμιοποιήσεως και εγκαθιδρυθησομένης Νέας Τάξης πραγμάτων.
Το σχιδοειές της υποκουλτούρας του Μπολσεβικισμού είναι ότι συσκοτίζουν την αλήθεια, ταυτίζοντας, πράξεις βίας, μονομερείς, ή συλλογικές, με μία συγκεκριμένη ιδεολογία ή μία ευπαθή ομάδα, ή μία ορισμένη μερίδα ανθρώπων.
Η άσκηση βίας, δεν καθίσταται προνόμιο των μη ομοφυλοφίλων, ή των ομοφυλοφίλων, των Δεξιών, των Αριστερών κτλ,  ο ρατσισμός εκδηλώνεται από όλους προς όλους, τούτο δε αντιμετωπιζόταν, ανέκαθεν λυσιτελώς και αποτελεσματικώς, δια του υπάρχοντος μέχρι τούδε νομικού (αστικού και ποινικού) οπλοστασίου και ενισχύθηκε με τον νόμο περί ρατσισμού, όμως κατόπιν στάθμισης των θεμελιωδών ατομικών, Συνταγματικής περιωπής, κατοχυρωμένων δικαιωμάτων, και του χαρακτηρισμού μίας πράξης ως ρατσιστικής, άλλως αν δεν τηρηθεί μετά ευλαβείας η ως άνω στάθμιση, φοβούμαι ότι διολισθαίνουμε αναπόδραστα, προς μία καινοφανή, ιδιότυπη δικτατορία με προξάρχον χαρακτηριστικό, τον στραγγαλισμό της ελευθερίας του λόγου και της διάδοσης στοχασμών, εν συνδυασμώ προς την άτεγκτη και απηνή λογοκρισία των ελευθέρως και αδεσμεύτως σκεπτόμενων πολιτών, τους οποίους η αριστερά διαχωρίζει  αυθαίρετα και μανιχαϊστικά, αφενός, ως ρατσιστές-συνητρητικούς-φασίστες και αφετέρου ως ελεύθερους-προοδευτικούς αριστερούς.
Ο ρατσισμός δεν εκδηλώνεται μόνον από ορισμένη κατηγορία πολιτών με συγκεκριμένα ιδεολογικά χαρακτηριστικά, όπως άτοπα επιδιώκει το σύστημα να μας πειθαναγκάσει, τούτο καθίσταται παντελώς ανυπόστατο, διότι φετιχοποιεί τον ρατσισμό και τον αποδίδει δογματικά εκ των προτέρων, σε ομάδες, οι οποίες έχουν ορισμένα πιστεύω, δίχως όμως να σημαίνει ότι καθίστανται ρατσιστές, διότι τα αίτια είναι σαφώς βαθύτερα.
Το αξιοπερίεργο είναι ότι η «νοσηρή» μεροληπτική αυτή νοοτροπία της αριστεράς, αρθρώνεται εις το να υποστηρίζεται επί τη πράξει, με σθένος μόνον, ό,τι ανήκει προς, τους ιδεολογικά συγγενείς των Μπολσεβίκων, βαπτίζοντας το, με γνώμονα δηλαδή τα ιδεολογικά κριτήρια, ως «καλό», «ανθρωπιστικό», ενώ τουναντίον  δαιμονοποιούν ότι αντιστρατεύεται ευθέως προς την ιδεολογία-ιδεοληψία των.
Είναι σαφές, ότι η Αριστερά, δεν θεωρεί άνθρωπο έναν μη αριστερό, ουδέποτε απέτισε φόρο τιμής, όπως προανέφερα δια τον Κατσίφα τον αδελφό μας λόγου χάριν, όπου δολοφονήθηκε αντικειμενικώς στυγνά, τουναντίον δε ο Σύριζα, είχε προσβάλλει τότε την μνήμη του με συκοφαντίες, επίσης ουδέποτε έκανε μία πορεία μνήμης δια έναν μη αριστερό, λόγω ότι είναι άνθρωπος, σε αντίθεση με τις βιβλικές καταστροφές και πορείες εις τις οποίες επιδίδεται αμιγώς δια οιοδήποτε αριστερό πρόσωπο. Άρα τα κριτήρια δεν είναι ευαισθησία δια την αξία του ανθρώπου, δια τον ερυθρό ολοκληρωτισμό, αξία έχει μόνον ο αριστερός άνθρωπος ανήκων εις τους ημετέρους, διαχωρισμός δηλαδή με αμιγώς ιδεολογικό πρόσημο.
Η ίδια αντίληψη επικρατεί και περί του έθνους, το βιώσαμε συλλήβδην εις την καίριο ζήτημα της κατάπτυστης Συμφωνίας των Πρεσπών, όπου ο Σύριζα, ως γνήσιο ανθελληνικό, εθνοφοβικό και Σταλινικό κόμμα, προπαγάνδιζε εις βάρος των διαμαρτυρομένων, προσάπτοντας τους το στίγμα του φασίστα, εθνικιστή, ακραίου, την ίδια όμως στιγμή, υπερασπιζόταν με σθένος τις αλυτρωτικές τάσεις και τον πραγματικό εθνικισμό των Σλάβων γειτόνων των Σκοπίων.
Το αυτό συμβαίνει και με την Εκκλησία, η Αριστερά εξαπολύει εκ βάθρων επίθεση κατά της Ορθοδοξίας  χαρακτηρίζοντας την ως σκοταδιστική, ενώ τάσσεται αναφανδόν υπέρ των Μουσουλμάνων οι οποίοι, καθίστανται ιδιαιτέρως και ακραιφνώς φανατικοί.
Ωσαύτως η παράνοια της Αριστεράς εντοπίζεται εις το ότι δήθεν καθίστανται, η ίδια αυτοκλήτως τιμητής, του κινήματος του φεμινισμού ενώ συγχρόνως εναρμονίζεται,  με την έξαρση του Ισλάμ που θεωρεί ευθέως την γυναίκα, υποδεέστερη και σκεύος ηδονή, δηλαδή με εκ διαμέτρου αντίθετες, αντικρουόμενες απόψεις.
Εν κατακλείδι θεωρώ ότι η αριστερά έχει μόνον ποινικό μητρώο και ανδρώθηκε ελλείψει ιδεολογικού αντιπάλου,  η ληξιαρχική πράξη θανάτου της είναι η διακυβέρνηση του Σύριζα.


[1] Η στάση δημιουργεί τριγμούς στο Νομικό μας Πολιτισμό, κλυδωνίζοντας συθέμελα το εποικοδόμημα της Ποινικής έννομης τάξης περί τεκμηρίου της αθωότητας επισκιάζοντας συνάμα την θεμελιώδη ρήτρα περί δίκαιης δίκης η οποία κατοχυρώνεται ρητά στο άρθρο 6 της Ε.Σ.Δ.Α τη στιγμή την οποία προτού καν καταγνωστεί ενοχή  τελεσίδικη εν εξελίξει ο δήθεν δράστης διασύρεται, βλάπτεται η προσωπικότητά του, τιτρώσκεται δημοσίως η αξία του, ως άνθρωπος, πολίτης, επαγγελματίας οικογενειάρχης, δεδομένου ότι εντελώς έκνομα έχει προεξοφληθεί η ενοχή του αμετάκλητα.
Τούτο φέρεται ότι συμβαίνει καθότι, ως είναι παγκοίνως γνωστό η εγγυητική λειτουργία του τεκμηρίου της αθωότητας δεν συνίσταται στην απλή αναγνώριση ενός «δικαιώματος» του κατηγορουμένου. Το εν λόγω τεκμήριο είναι και μία γενικότερη ρήτρα προστασίας του δίκαιου χαρακτήρα της.  Ειδικά δε για την ελληνική έννομη τάξη, η κατοχύρωσή της από τη Σύμβαση και η συνακόλουθη περιβολή της με την αυξημένη τυπική ισχύ του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγματος αποκτά ξεχωριστή σημασία σε συνδυασμό και με το Κ.Π.Δ ο οποίος τη λαμβάνει έμμεσα υπόψη της όπως τούτο συνάγεται από τα άρθρα 223 παρ. 4, 273παρ. 2 εδ.β’και 371 παρ. 2 εδ. γ’Κ.Π.Δ).
Το τεκμήριο της αθωότητας επιβάλλει την αντιμετώπιση του κατηγορουμένου ως απλού υπόπτου έως την αμετάκλητη καταδίκη του και τον εξοβελισμό τυχόν, άνευ δίκης, αυθαίρετο και άτοπο μετεωρισμό του «στίγματος» του ενόχου.